Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ Ο ΘΕΟΦΟΡΟΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Οι Αποστολικοί Πατέρες αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία στην Εκκλησία μας. Ονομάζονται Αποστολικοί, διότι είναι οι άμεσοι διάδοχοι των Αποστόλων και ως εκ τούτου έλκουν την αυθεντικότητά τους από εκείνους. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος. Μια πραγματικά μεγάλη πατερική μορφή και οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας μας.

      Δεν μας έχουν διασωθεί πολλά πράγματα από την προσωπική του ζωή, αλλά από την εκκλησιαστική του δράση και το σπουδαίο συγγραφικό του έργο. Καταγόταν από την Αντιόχεια και είχε προφανώς ελληνική καταγωγή και παιδεία. Γεννήθηκε από γονείς Χριστιανούς, οι οποίοι τον μεγάλωσαν με την πίστη στον αληθινό και την ευσέβεια, σε ένα περιβάλλον φανατικών ειδωλολατρών. Η παράδοση αναφέρει πως όταν ήταν μικρός βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα και υπήρξε ένα από τα παιδιά που ευλόγησε ο Χριστός, τον πήρε στα χέρια του και τον έδειξε στους ακροουμένους Του και τους είπε πως αν δεν γίνει ο άνθρωπος σαν το παιδί αυτό, δεν μπορεί να μπει στη βασιλεία των ουρανών.

       Ο Ιγνάτιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τους Αποστόλους και αργότερα αναδείχτηκε επίσκοπος της μεγάλης πόλεως Αντιοχείας. Από εκείνους διδάχτηκε την χριστιανική πίστη και γι’ αυτό αναδείχτηκε φορέας της γνησίας αποστολικής παραδόσεως. Μέσα στην γεμάτη είδωλα και ειδωλολάτρες μεγάλη πόλη της Συρίας υπήρξε φωτεινός πνευματικός φάρος, ο οποίος διέλυε τα μαύρα σκοτάδια της ειδωλολατρικής πίστης. Χιλιάδες άνθρωποι, ακούγοντας τα σωτήρια λόγια του και βλέποντας τα έργα του και την αγία ζωή του, ασπάζονταν τη νέα πίστη. Ας μην λησμονούμε ότι η Αντιόχεια υπήρξε το λίκνο της πρώτης Εκκλησίας, όπου οι Ιουδαίοι είχαν στείλει από την Ιερουσαλήμ τον Σαούλ - Παύλο για να την διαλύσει.

       Δεν θα πρέπει επίσης να λησμονούμε ότι στην Αντιόχεια λειτουργούσε ονομαστό «ιερό» της αρχαίας θρησκείας και ξακουστό μαντείο στο προάστιο Δάφνη. Το εκεί ειδωλολατρικό ιερατείο και οι πολυπληθείς μάντεις θορυβήθηκαν από την δραματική μείωση των οπαδών της ειδωλολατρίας, και ως εκ τούτου ζητητών χρησμών, μειώνοντας έτσι τα έσοδά τους. Δεν θα πρέπει τέλος να λησμονούμε ότι ήταν ήδη σε πλήρη εξέλιξη οι διωγμοί κατά των Χριστιανών από το ρωμαϊκό κράτος. Γι’ αυτό και μπήκε στο στόχαστρό τους ο άγιος επίσκοπος της πόλεως Ιγνάτιος.

      Ο θρησκόληπτος και θρησκομανής αυτοκράτορας Τραϊανός (98-117), ύστερα από μια λαμπρή νίκη κατά των Τατάρων, νόμισε ότι αυτό ήταν αποτέλεσμα της εύνοιας των ειδωλολατρικών «θεών». Προφανώς τον έπεισαν γι’ αυτό οι σκοταδιστές ιερείς των ειδώλων και οι οποίοι ζήτησαν την ένταση του διωγμού εναντίον των Χριστιανών, οι οποίοι αρνούνταν να θυσιάσουν στους δαιμονικούς ψευτοθεούς. Ένα κύμα αγρίων διώξεων άρχισε να εξαπλώνεται σε όλη την αυτοκρατορία. Χιλιάδες χριστιανοί σύρονταν στα μαρτύρια και οδηγούνταν στο θάνατο. Ποτάμια  αιμάτων έρεαν.

       Την εποχή εκείνη βρέθηκε ο Τραϊανός στην Αντιόχεια, όπου ετοίμαζε πόλεμο εναντίον των Περσών. Οι ιερείς του Δαφναίου Απόλλωνος τον πλησίασαν και διέβαλλαν τον Ιγνάτιο, ως δήθεν επικίνδυνο για την ρωμαϊκή εξουσία. Τον κατηγόρησαν ότι αρνείται να λατρεύσει τους «θεούς» της πόλεως και του κράτους, ότι λατρεύει κάποιο ασήμαντο εσταυρωμένο για Θεό και ότι δεν συμμετέχει στις οργιαστικές παγανιστικές εορτές, αλλά κηρύσσει την εγκράτεια. Ότι αποτρέπει τους πολίτες να απολαμβάνουν τις απολαύσεις της ζωής. Ο αυτοκράτορας διέταξε να τον φέρουν μπροστά του να ακούσει από τον ίδιο για τις κατηγορίες αυτές. Να δει ποιος είναι αυτός ο επίσκοπος που καταφρονεί τις διαταγές του και αψηφά τις φοβέρες του.

      Ο Ιγνάτιος στάθηκε με πρωτοφανές θάρρος μπροστά του και απολογήθηκε με παρρησία για την πίστη του. Ομολόγησε ότι ο αληθινός Θεός είναι ο Τριαδικός Θεός, που μας αποκάλυψε ο σαρκωμένος Υιός Του Ιησούς Χριστός. Πως οι διάφοροι «θεοί» τη ειδωλολατρίας είναι ψεύτικοι, ανύπαρκτοι ως «θεοί», δαιμόνια, τα οποία θέλουν να σφετεριστούν τον αληθινό Θεό. Αρνήθηκε με βδελυγμία να θυσιάσει στα είδωλα.

      Η άρνησή του αυτή αποτέλεσε την αρχή του τέλους του. Τον έδεσαν με αλυσίδες και τον έστειλαν στη Ρώμη να δικαστεί από το αυτοκρατορικό δικαστήριο, όπου συνήθως επέβαλε το φρικτό θάνατο δια της κατασπαράξεως αγρίων θηρίων σε δημόσια θέα, όσων Χριστιανών δεν θυσίαζαν στα είδωλα. Γέρος ο Ιγνάτιος σύρονταν από άγριους και απάνθρωπους στρατιώτες οδικώς προς τη Ρώμη. Παρ’ όλες τις ταλαιπωρίες, τα βασανιστήρια, τις στερήσεις  και τα γηρατειά του, βάδιζε με χαρά τον δρόμο του μαρτυρίου του. Στο δρόμο έμαθε ότι οι Χριστιανοί της Ρώμης σχεδίαζαν την σωτηρία του. Αλλά εκείνος τους διαμήνυσε ότι επιθυμεί το μαρτύριο, να γίνει το σώμα του «ψωμί του Χριστού, αλεσμένο από τα δόντια των θηρίων»! Τους παρακαλούσε να μην του στερήσουν αυτή τη χαρά και τιμή! Πρόκειται για την περίφημη επιστολή του «Προς Ρωμαίους».  

      Μέσω της Μ. Ασίας, Μακεδονίας και Ηπείρου, πέρασε με πλοίο στην Ιταλία και έφτασε στη Ρώμη, όπου δικάστηκε και καταδικάστηκε στον, δια της κατασπαράξεως υπό των θηρίων, θάνατο. Οδηγήθηκε στο μεγαλοπρεπές Κολοσσαίο, όπου συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου να δει το φρικτό θέαμα.  Άφησαν τα λιοντάρια και τις τίγρεις νηστικά επί μία εβδομάδα και μετά τα ελευθέρωσαν στο στάδιο μπροστά στον ανυπεράσπιστο γέροντα επίσκοπο. Εκείνος αγέρωχος, χωρίς ίχνος φόβου, προσευχήθηκε και προκάλεσε τα θηρία, τα οποία όρμισαν και τον κατασπάραξαν, υπό τις κραυγές του ειδωλολατρικού πλήθους. Τα λίγα εναπομείναντα λείψανα τα περιμάζεψαν κρυφά οι Χριστιανοί και τα έκρυψαν στις κατακόμβες. Το μαρτύριο συνέβη περί το109 ή 110 μ. Χ. Η μνήμη του εορτάζεται στις  20 Δεκεμβρίου.

      Ο άγιος Ιγνάτιος, ο Αποστολικός Πατέρας, όπως προαναφέραμε, υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες πατερικές μορφές της Εκκλησίας μας. Έγραψε επτά σπουδαίες Επιστολές (Προς Ρωμαίους, Φιλιππισίους, Εφεσίους, Μαγνησίους, Τραλλιανούς, Φιλαδελφείς, Σμυρναίους και Πολύκαρπον), στις οποίες αναπτύσσει την περίφημη περί τη ενότητας της Εκκλησίας θεολογία του, περί τον επίσκοπο και τη Θεία Ευχαριστία.        

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025

Η ΠΑΝΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΠΡΟΣΜΟΝΗ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

           Η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου αποτελεί το μέγιστο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας. Ένα γεγονός το οποίο άλλαξε κυριολεκτικά τη ροή των ιστορικών πραγμάτων και το οποίο χώρισε την ανθρώπινη ιστορία στα δύο, σε προ Χριστού και μετά Χριστόν εποχή. Η Γέννηση του Θεανθρώπου αποτελεί το σημείο μηδέν, σηματοδοτώντας την οριστική δύση του παλιού κόσμου, του πεπαλαιωμένου, του παρηκμασμένου και την ανατολή του νέου, του ανακαινισμένου, του έχοντος δυναμική και προοπτική.  

       Δεν χώρισε μόνο την ιστορία, αλλά σηματοδότησε και τον άνθρωπο, ο οποίος, δια της Θείας Ενανθρωπίσεως, διακρίνεται στον παλαιό, τον πτωτικό, τον υποδουλωμένο στο διάβολο, τον εργάτη της αμαρτίας και υποκείμενο στο θάνατο άνθρωπο και στον νέο, τον αναγεννημένο, τον απελεύθερο, τον ελπιδοφόρο και απολυτρωμένο. Το σημαντικό είναι πως ο Χριστός δεν ήρθε να σώσει μια συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, έναν λαό, ένα έθνος, αλλά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος, ήρθε να λυτρώσει «παγγενή τον Αδάμ», όπως αναφέρουν οι Πατέρες. Ήρθε να ανακαινίσει και να απολυτρώσει όλα τα ανθρώπινα πρόσωπα, όλων των εθνών, όλων των εποχών και να τα ενώσει με το Θεό. Ετούτο αναφέρεται στην καταπληκτική προφητεία του πατριάρχη Ιακώβ, πως ο μελλοντικός σωτήρας και λυτρωτής θα είναι η «προσδοκία των εθνών»: «ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως εὰν έλθῃ τα αποκείμενα αυτώ, και αυτὸς προσδοκία εθνών» (Γεν. 49,10). Θα είναι η προσμονή όλων των ανθρώπων, όλων των εθνών, εις πείσμα κάποιων, οι οποίοι Τον περίμεναν δικό τους, «εθνικό σωτήρα», ο οποίος θα ικανοποιούσε τα μικροεθνικιστικά τους όνειρα και γι’ αυτό δεν Τον αναγνώρισαν και τον περιμένουν ακόμα! 

       Αυτοί οι «εθνικιστές» του Μεσσία, ας μελετούσαν τουλάχιστον με μεγαλύτερη προσοχή και με ανοιχτότερους ορίζοντες τα ιερά κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, για να διαπιστώσουν πως ο Μεγάλος Λυτρωτής θα είναι πέρα και πάνω από λαούς και έθνη, θα είναι ο σωτήρας πάντων των εθνών. Και τούτο φαίνεται ξεκάθαρα στο 3ο κεφάλαιο της Γενέσεως, όπου ο Θεός της αγάπης και του άμετρου ελέους, παρ’ όλη της πτώση και την αμετανοησία των πρωτοπλάστων, τους έδωσε τη μεγάλη ελπίδα, πως τα βάσανά τους, η δυστυχία τους, η φθορά και ο θάνατος, τα ολέθρια αυτά αποτελέσματα της αμαρτίας, θα έχουν κάποτε τέλος. Θα έρθει «το Σπέρμα της Γυναικός», ο μυστηριώδης Γιος της Γυναίκας, να συντρίψει το κεφάλι του αιτίου της κακοδαιμονίας τους, τον νοητό όφη, το διάβολο και να απελευθερώσει το ανθρώπινο γένος. «Και έχθραν θήσω ανὰ μέσον σου και ανὰ μέσον της γυναικὸς και ανὰ μέσον του σπέρματός σου και ανὰ μέσον του σπέρματος αυτής· αυτός σου τηρήσει κεφαλήν, και συ τηρήσεις αυτού πτέρναν» (Γεν.3,15). Πρόκειται για την πρώτη μεγάλη προφητική είδηση, η οποία ονομάζεται «Πρωτοευαγγέλιο», η οποία χαράχτηκε βαθειά στις ψυχές του πρώτου ανθρωπίνου ζευγαριού και μεταδόθηκε σε όλους τους απογόνους τους, ως μια αχτίδα ελπίδος και γλυκιάς προσμονής. Ως μια ελπιδοφόρα παρηγοριά στην δυστυχία τους, που τους συσσώρευσε η αποστασία από το Θεό και η αμαρτία.

      Αυτή λοιπόν την προφητεία δεν την λησμόνησε ποτέ το ανθρώπινο γένος,  παρ’ όλον τον πνευματικό του σκοτασμό, που του προξένησε η αμαρτία και παρά τις ιστορικές του περιπέτειες. Ο μελλοντικός μεγάλος λυτρωτής του, έμεινε μια άσβεστη και αξιοθαύμαστη προσμονή, βαθύτατα αποτυπωμένη στις (λανθασμένες) θρησκευτικές πίστεις και παραδόσεις όλων των λαών. Σε όλες τις πανάρχαιες θρησκευτικές παραδόσεις περιέχεται μια κοινή πίστη σε μια αρχέγονη μακάρια κατάσταση, σε μια παραδείσια κοινωνία, η οποία χάθηκε εξαιτίας κάποιας πτώσεως

των ανθρώπων. Αυτή η αρχέγονη ευδαιμονία δεν είναι οριστικά χαμένη, αλλά κάποτε θα την επαναφέρει ένας μεγάλος και ισχυρός άνδρας, ο οποίος θα έχει θεϊκή καταγωγή και υπερφυσικές δυνάμεις. Θα νικήσει το εγκόσμιο κακό και θα εδραιώσει την δικαιοσύνη. Θα διδάξει μια νέα διδασκαλία και θα φέρει ξανά στην ανθρωπότητα το φως της αληθινής γνώσεως. Θα εξαλείψει τον πόνο, τη λύπη και τις αρρώστιες και θα δώσει τη δυνατότητα σε κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από την κάθε ιδιαιτερότητά του, να ζήσει ευτυχισμένος στον καινούργιο κόσμο που θα δημιουργήσει.

      Σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας μας, ο Θεός, αφότου δημιούργησε τον άνθρωπο και προγνωρίζοντας την πτώση του, συνέλαβε στον θείο Του νου και το σχέδιο της σωτηρίας του. Ο Λόγος Του θα αναλάμβανε να απολυτρώσει το ανθρώπινο γένος, δια της ενανθρωπήσεώς Του. Έτσι από τη στιγμή της πτώσεως άρχισε η υλοποίηση του σχεδίου. Ο άσαρκος Λόγος φανερώνονταν στον κόσμο και προετοίμαζε το ανθρώπινο γένος να δεχτεί τη σωτηρία. Στους Εβραίους μίλησε μέσω των προφητών και των άλλων δικαίων, οι οποίοι ανήγγειλαν, με αρκετή σαφήνεια, τον ερχομό Του στη γη. Αλλά μίλησε και σε διακεκριμένους ανθρώπους, άλλων λαών για τον ερχομό Του, προετοιμάζοντάς τους να δεχτούν το σωτήριο κήρυγμά Του. Πρόκειται για τον λεγόμενο «Σπερματικό Λόγο», που αναφέρουν οι Πατέρες. Αυτός ήταν που διατήρησε την προσμονή στις ψυχές των ανθρώπων. Γι’ αυτό και σε Ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο, όλοι οι λαοί περίμεναν τον ερχομό Του, γι’ αυτό και έγινε δεκτό το κήρυγμά Του και διαδόθηκε σε όλο τον κόσμο, παρά τα τεράστια και ανυπέρβλητα εμπόδια, που είχε εγείρει ο διάβολος, μέσω των επιγείων οργάνων του, του παλιού πτωτικού κόσμου.   

        Αρχίζοντας από την Ανατολή, από τον πανάρχαιο κινεζικό λαό, ο οποίος ζούσε και αυτός, όπως όλοι οι προχριστιανικοί λαοί, σε πυκνό πνευματικό σκοτάδι. Μελετώντας τα θρησκευτικά του κείμενα, συναντάμε μια καταπληκτική και έντονη ελπίδα, πως την ανθρώπινη κακοδαιμονία θα άρει ο «Άγιος και ο Δίκαιος». Ο Κομφούκιος (6ος π. Χ. αιών) μίλησε και έγραψε για τον «άγιο» και «θεάνθρωπο» βασιλιά, ο οποίος θα σταλεί από τον ουρανό  και θα εμφανιστεί στη δύση (η Παλαιστίνη είναι δύση για την Κίνα), για να αποκαταστήσει την διασαλευμένη  δικαιοσύνη στη γη, να οδηγήσει την ανθρωπότητα στο Αγαθό. Έγραφε συγκεκριμένα στα «Ηθικά» του, πως «Εγώ ο Κομφούκιος άκουσα ότι θα εμφανισθεί άγιος άνθρωπος που θα κάνει πλήθος αγίων έργων, θα είναι απεσταλμένος εξ ουρανού και θα εξουσιάσει όλη τη γη». Δίδασκε με έμφαση, πως «μόνο ένας θεόσταλτος βασιλιάς θα μπορούσε να επιστρέψει την ανθρωπότητα στο αγαθό» και εξέφραζε την πίκρα του πως, «Δεν μπόρεσα να αισθανθώ  την ικανοποίηση να δω έναν θεάνθρωπο, ο οποίος από τη γέννησή του, θα κατείχε την λυτρωτική γνώση, για να σώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα, θα ήταν αληθινός θεάνθρωπος»! Στην κινεζική θρησκευτική παράδοση ο μελλοντικός ελευθερωτής αναφέρεται ως ήρωας Κιούν – Τσεούν, που σημαίνει «Ποιμένας και Άρχοντας», ο οποίος θα έρθει να ευεργετήσει την ανθρωπότητα. «Ο Άγιος, (που αναμένεται), υπήρχε πριν δημιουργηθεί ο ουρανός και η γη. Είναι ο ποιητής τους, και όσων υπάρχουν σ’ αυτά. […] ο προσδοκώμενος Άγιος είναι ενωμένος με τον Ουρανό (τον Ύψιστο Θεό) και για τούτο αποκαλείται “Ουρανάνθρωπος”. Θα κάμει την εμφάνισή του όταν ο κόσμος θα είναι βυθισμένος στο πιο πυκνό σκοτάδι της αμάθειας και της δεισιδαιμονίας. Όταν θα παραμεριστεί η αρετή και θα επικρατήσει η κακία. Παρ’ όλο ότι θα έρθει στη γη, οι άνθρωποι δεν θα τον δεχτούν, αλλά θα τον κακοποιήσουν, θα τον μαστιγώσουν και θα πάρει τη θέση κακούργων. Αυτός θα αναλάβει την ανθρώπινη ρυπαρότητα, θα είναι ο Κύριος του κόσμου και θα θυσιαστεί γ’ αυτόν»!

        Οι Ιάπωνες, όπως απόδειξε ο καθηγητής, του  Πανεπιστημίου στο Τόκυο, Μασαχαρόν Ανεσάκι, πίστευαν πως η σωτηρία δεν θα προερχόταν από τους παραδοσιακούς θρησκευτικούς άνδρες του Βουδισμού, αλλά από κάποιο άλλο ισχυρό πρόσωπο, που θα έρθει από τη Δύση. Στον Ταοϊσμό, τη θρησκεία των Ιαπώνων, ο σωτήρας, που αναμένεται να έρθει ονομάζεται Li Hong. Θα εμφανιστεί στο τέλος του κόσμου και θα διακρίνεται από τη σοφία του και θα ενσαρκώνει τις αρετές και την δικαιοσύνη. Το ίδιο και  Οι αρχαίοι κάτοικοι του Σιάμ περίμεναν ένα «Σόμμωνα Κόδαμ», δηλαδή έναν σοφό και δίκαιο ηγέτη, για να φέρει την ευημερία στη γη.         

       Στην ινδική θρησκευτική παράδοση, η οποία είναι αποτυπωμένη στα πανάρχαια ιερά βιβλία του Ινδουισμού, τις Βέδες, περιγράφεται μια αρχέγονη κοινωνία ευδαιμονίας, η οποία χάθηκε με την ευθύνη των ανθρώπων. Οι άνθρωποι ζουν σε κατάσταση θλίψεων και δυστυχίας και γι’ αυτό οι «θεοί» στέλνουν κατά καιρούς διαφόρους «θεανθρώπους», τους «Μπατισάτβα», οι οποίοι γίνονται άνθρωποι για να βοηθήσουν τους ανθρώπους. Γίνεται λόγος για κάποιον ξεχωριστό Μπατισάτβα (ενσαρκωμένο θεό), ο οποίος θα θέσει τέρμα στα ανθρώπινα δεινά. Οι αρχαίοι Ινδοί είχαν τόσο έντονη την προσδοκία της ελεύσεως ενός θεόσταλτου σωτήρα, ώστε θυσίαζαν συχνά ένα πρόβατο, κραυγάζοντας: «πότε θα γεννηθεί ο Λυτρωτής;».  Σύμφωνα με άλλη παράδοση, ο θεός της φωτιάς και του ήλιου Agni θα ενσαρκωθεί από παρθένο και θα γίνει μεσίτης των ανθρώπων με τους θεούς. Ακόμη στον Ινδουισμό αναφέρεται η Kalki, η οποία είναι η δέκατη και μεγάλη ενσάρκωση (maha avatara) του Vishnu, η οποία θα δώσει τέλος στο κακό που υπάρχει στον κόσμο.

       Στον Βουδισμό είναι καταγραμμένες πάμπολλες αναφορές περί μιας μελλοντικής λυτρώσεως. Υπάρχει μια καταπληκτική πρόρρηση του ιδίου του Βούδα, ο οποίος έζησε τον 6ο π. Χ. αιώνα, λέγοντας στους μαθητές του, πως η δική του διδασκαλία δεν θα διαρκέσει για πάντα, αλλά μετά από πεντακόσια χρόνια θα χρεοκοπήσει, διότι θα έρθει ένας άλλος σπουδαιότερος από αυτόν δάσκαλος. Όντως ο Χριστός γεννήθηκε μετά από πεντακόσια χρόνια!

       Στην παράδοση του Μαχαγυάνα Βουδισμού (Μεγάλο Όχημα) , αναμένεται η έλευση ενός ειρηνικού ηγεμόνα, του Metteya ή Maitreya, του οποίου ο λόγος θα ελευθερώσει από την κακοδαιμονία. Αναφέρεται πως ο Maitreya, θα εμφανιστεί στον κόσμο, θα φέρει την πραγματική φώτιση και θα είναι ο διάδοχος του Βούδα Sakhamuni. Λέγεται ότι ο Βούδας, συμβούλευε τους μαθητές του: «Να ασκείστε στην εγκράτεια και την παρθενία, να χαρίζετε δώρα, να τηρείτε νηστείες, να συμπεριφέρεστε στους συνανθρώπους σας μα συμπάθεια και να κάνετε καλά έργα». Υπήρξε, δηλαδή, ένας πρόδρομος της μεσσιανικής εποχής.  

     Προσδοκία λύτρωσης από κάποιον σημαντικό μελλοντικό λυτρωτή συναντάμε και στους Ασσυροβαβυλώνιους, στις θρησκευτικές παραδόσεις. Ο Will Durant στην περίφημη «Παγκόσμιο Ιστορία του Πολιτισμού» κατέγραψε πως: «Κατά τις ανασκαφές της Σουμερίας ανευρέθη μια θρησκευτική επιγραφή, με μίαν περίεργον προαίσθησιν δια την μελλοντική θεολογίαν. Η επιγραφή λέγει: Ο “αμνός υποκαθιστά τον άνθρωπον. Πρόσφερε έναν αμνόν εις αντάλλαγμα της ιδικής σου ζωής…”». Η επιγραφή μας θυμίζει το Χριστό, ο Οποίος είναι ο «Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιωάν.1,29)!

     Στους Πέρσες, αναμένονταν ο Σωτήρας Saoshyant.  Όταν θα ερχόταν το πλήρωμα του χρόνου, θα γεννιόταν από παρθένα. Στις πανάρχαιες θρησκευτικές παραδόσεις τους αναμένονταν η γέννηση ενός μεγάλου άνδρα, ο οποίος θα γίνει ο ευεργέτης και σωτήρας της ανθρωπότητας. Τη γέννησή του θα αναγγέλλει ένας λαμπρός αστέρας. Η γέννησή του θα σημάνει το τέλος της «εποχής του λύκου» και θα εγκαινιάσει την «εποχή του αρνιού» Αυτός ο προσδοκώμενος θα ονομάζεται «Δίκαιος Βασιλεύς» και όλοι οι άνθρωποι θα νοσταλγούν τον ερχομό του. Αυτή η νοσταλγία είναι

αποτυπωμένη στο ιερό βιβλίο των Περσών, την Avesta, ως εξής: «Μακάρι να μπορούσα να ζω μέχρι ν’ έρθει η ευτυχισμένη εκείνη μέρα. Σε Εκείνον θα έδινα όλα τα αγαθά μου και αυτή την ψυχή μου»! Οι Πέρσες, ως ζωροαστριστές, λάτρευαν τον Μίθρα, ο οποίος πιστευόταν ότι γεννήθηκε από παρθένα κόρη και φόνευσε τον φονικό ταύρο, ο οποίος ευθύνονταν για την ανθρώπινη δυστυχία. Ένας αστέρας φανέρωσε τη γέννησή του, η οποία έγινε σε σπήλαιο και βοσκοί του έφεραν δώρα. Είναι μια προεικόνιση του Χριστού στον εθνικό κόσμο.

     Οι Αρμένιοι είχαν και αυτοί έντονη την προσδοκία της ελεύσεως ενός μεγάλου λυτρωτή. Σύμφωνα με μαρτυρία του ρωμαίου ιστορικού Σουετώνιου (70-126 μ. Χ. αιών), ο (σύγχρονος του Χριστού) Αρμένιος βασιλιάς Τιρυδάτης κάλεσε τους σοφούς και τους μάγους της χώρας του σε σύσκεψη και απέστειλε αντιπροσωπία στην Νεάπολη της Περσίας για να βρουν τον αναμενόμενο σωτήρα του κόσμου! Δεν είναι λοιπόν τυχαίο γεγονός ο ερχομός των Μάγων της Γεννήσεως από την Ανατολή, όπου υπήρχε η αδημονία του ερχομού της λυτρώσεως, από θείο λυτρωτή.  

      Στους Αιγυπτίους ο κακοποιός δαίμονας Τυφώνας, η προσωποποίηση του Σατανά, μορφοποιημένος σε δράκοντα και τη μεσολάβηση μιας γυναίκας,  έφερε τα κακά στην ξηρά και την θάλασσα. Αλλά ο γιός της μεγάλης θεάς Ίσιδος, ο Ώρος, θα τον φονεύσει και θα σώσει τους ανθρώπους. Στην αιγυπτιακή μυθολογία ο Ώρος ήταν γιος της Ίσιδας και του Όσιρι, κατ’ άλλους γεννήθηκε χωρίς την μεσολάβηση ανδρός. Θεωρούνταν θεάνθρωπος, υπήρξε ευεργέτης των ανθρώπων και για τούτο βρήκε τραγικό θάνατο από τον δαίμονα Τυφώνα, αλλά η Ίσιδα τον ανέστησε και νίκησε τον Τυφώνα και έφερε την ευτυχία και την ειρήνη στη γη. Στο μύθο περί Ώρου είναι αποτυπωμένη η προσδοκία των αρχαίων Αιγυπτίων για την έλευση του Σωτήρα. Πάνω σ’ αυτόν τον μύθο είχαν δημιουργηθεί τα περίφημα αιγυπτιακά μυστήρια, τα οποία είχαν λυτρωτικό χαρακτήρα.

        Το ίδιο και οι λαοί της Δύσεως, περίμεναν και αυτοί κάποιον μεγάλο λυτρωτή. Αυτή η πίστη είναι αποτυπωμένη στους στα ποιήματα των μεγάλων ρωμαίων ποιητών και φιλοσόφων. Ο Κικέρων (106 π. Χ. – 7 μ. Χ.) κάνει λόγο για μια εποχή όπου θα κυβερνά τον κόσμο ένας μεγάλος Δάσκαλος και θείος ηγέτης και νοσταλγεί τον ερχομό της. Αναφερόμενος στους περίφημους Σιβυλλικούς Χρησμούς, αποκαλύπτει ότι αυτοί προαναγγέλλουν την έλευση ενός νέου βασιλέα, τον οποίο οφείλουν όλοι να αναγνωρίσουν, αν θέλουν να θέσουν τέρμα στα βάσανά τους. Θα έρθει μια θαυμάσια εποχή, όπου θα επεκταθεί σε όλο τον κόσμο η εξουσία του Θεού. Και για να γίνει αυτό κατορθωτό, θα γίνει κάποιος θεός άνθρωπος, για να συναναστραφεί με τους ανθρώπους και να τους απολυτρώσει. Το ίδιο και ο Οβίδιος (43 π. Χ. – 17 μ. Χ.), στις «Μεταμορφώσεις» του, στο μύθο των τεσσάρων γενεών, αναφέρεται σε μια παραδείσια χρυσή εποχή, στην οποία κυριαρχούσε η δικαιοσύνη και η ειρήνη, οι οποίες καθόρισαν το Χρυσό Γένος. Όμως οι άνθρωποι επαναστάτησαν κατά των θεών και ξέπεσαν στο Σιδηρούν Γένος. Έγιναν κακοί, ασεβείς, άπληστοι και πολεμιστές, για να σκοτώνονται μεταξύ τους. Η αλήθεια, η σεμνότητα και ο σεβασμός στα θεία δεν βρίσκονται πουθενά. Ο μεγαλόπνοος ποιητής αναπολεί την χρυσή εποχή και οραματίζεται το πρόσωπο που θα βοηθήσει τους ανθρώπους να αναχθούν ξανά στο Χρυσό Γένος.  

       Ιδιαιτέρως την προσμονή αυτή εκφράζει ο μεγάλος ποιητής Βιργίλιος (70 π.χ. -19 μ. Χ.), στο περίφημο ποίημά του «Αινειάδα». Στην «4η εκλογή» κάνει λόγο για το Θείο Παιδί, το οποίο θα φέρει ξανά στη γη τον χρυσό αιώνα, τη χαμένη «κρόνεια βασιλεία», τη μεγάλη τάξη του ουρανού. Θα ανατείλει νέα γενεά, με τη γέννηση του θεϊκού Παιδιού. Θα έρθει ως Βασιλιάς, του φωτός και της δικαιοσύνης. Τον αποκαλεί «μεγάλο βλαστό του Διός», δηλ. γιο του Θεού και Θεό. Μάλιστα παρακαλεί προφητικά, βλέποντάς τον στη αγκαλιά της μητέρας του: «Ελθέ, πολυτιμημένε Γιε

του Θεού, Μεγάλε Γιε του Υψίστου. Σε λίγο φτάνει η εποχή. Ρίξε το βλέμμα σου στην ανθρωπότητα, που ταλανίζεται από το βάρος της δυστυχίας, το οποίο την γονάτισε. Κοίταξε πως τα πάντα χαίρονται προσμένοντας την εποχή  που θα φανείς, η οποία φτάνει όπου να’ ναι»!  

       Ο Οράτιος (65 π. Χ. – 8 μ. Χ.), εξίσου απευθύνεται  στον Θεό του Φωτός, εκφράζοντας τη νοσταλγία του για εξαγνισμό και λύτρωση από τα δεινά της ανθρωπότητας. Έγραφε με αγωνία πως «Ποιόν από τούς θεούς να επικαλεστεί ό λαός τώρα, πού καταρρέει η αυτοκρατορία; … Σε ποιόν θα παραδώσει ό Ζεύς (Ύψιστος Θεός) την ασέβεια της χώρας για να εξαγνιστεί; ’Επιτέλους δεόμεθα, μάντη Απόλλωνα, ας έλθεις, περιβεβλημένος με νεφέλη τούς ώμους σου, πού λάμπουν». Περίμενε ο μεγάλος ρωμαίος ποιητής Εκείνον, πού θα είναι το Φως και ό Σωτήρας της καταρρέουσας από το βάρος των αμαρτιών ανθρωπότητας. Στα χρόνια που γεννήθηκε ο Χριστός, όπως μας διαβεβαιώνουν οι ιστορικοί Τάκιτος, Σουετώνιος, όλος κόσμος περίμενε τον Μεσσία και μάλιστα από την Ιουδαία! Ο  ιστορικός Τάκιτος (56-120 μ. Χ.) αναφέρει πως «ο Ποιμένας» θα έλθει απ’ την Παλαιστίνη. Καταπληκτική είναι η εξής προφητεία της Σίβυλλας της Κιμαίας: «Ύστερα από πολύ καιρό θα φθάσει κάποιος εις αυτήν την πολυδιηρημένην γη και θα γεννηθεί με σάρκαν αμόλυντον. Με ανεξάντλητα όρια ώς Θεότητα θα λυτρώσει τον άνθρωπον από την φθοράν των ανίατων παθών. Και θα τον φθονήσει άπιστος λαός και θα κρεμασθεί ψηλά ώς κατάδικος εις θάνατον. Όλα αυτά θα τα υποφέρει με πραότητα».       

       Προσμονή σωτήρα είχαν και οι αρχαίοι Κέλτες, οι Σκανδιναβοί, ακόμα και οι Εσκιμώοι, οι οποίοι περίμεναν τον Πέυρουμ ή ένα Κυμβαδίξιν, που στη γλώσσα τους σημαίνει σωτήρας και ελευθερωτής. Το ίδιο και οι προκολομβιανοί κάτοικοι της Αμερικής, (Ινδιάνοι, Ίνκας, Ατζέκοι, Μάγια, κλπ), περίμεναν εκ ανατολής τον Σωτήρα. Αυτός θα είναι ο Γιός του Ήλιου,  ο οποίος θα ανατείλει για να φωτίσει την ανθρωπότητα. Στα μεγαλιθικά ιερογλυφικά τους διαβάζουν οι ειδικοί, πως περίμεναν ένα αρχαίο βασιλέα τους, ο οποίος έμελλε να τους επισκεφθεί αφού επέστρεφε εξ ανατολών μετά την περιοδεία όλου του κόσμου. Ιεραπόστολοι, μελετώντας τα θρησκεύματα των πρωτόγονων κατοίκων της Πολυνησίας, διέκριναν και σ’ αυτούς την καλλιέργεια ελπίδας, ότι το «Μεγάλο Πνεύμα» θα έρθει στη γη για να φέρει την χαμένη ευτυχία. Το ίδιο και σε φυλές της κεντρικής και νοτίου Αφρικής διαπίστωσαν παρόμοιες δοξασίες, ότι οι θεοί θα στείλουν αντιπρόσωπό τους να βοηθήσει τους ανθρώπους.  

      Ιδιαίτερα όμως ισχυρή προσδοκία ενός μελλοντικού λυτρωτή είχαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας Έλληνες, τους οποίους είχε αγγίξει έντονα ο «Σπερματικός Λόγος», και είχαν αποτυπώσει, στα ποιητικά και φιλοσοφικά τους κείμενα, αξιοθαύμαστες μαρτυρίες γι’ αυτόν. Πρώτος έκαμε λόγο για την χαμένη «Χρυσή Γενιά» ο μεγάλος ποιητής Ησίοδος (8ος - 7ος π. Χ. αιών), η οποία χάθηκε εξαιτίας της ανθρώπινης αδικίας, δίνοντας το έναυσμα για επιστροφή από το σημερινό «Σιδηρούν Γένος», στο «Χρυσό Γένος». Ο μεγάλος ποιητής αναφέρει πως η «Χρυσή Γενιά» ταυτίζεται με την κυριαρχία του Κρόνου, κατά την οποία οι άνθρωποι ζούσαν ανάμεσα στους θεούς με ευδαιμονία. Η κατάπτωση στο «Σιδηρούν Γένος» έφερε τη δυστυχία στην ανθρωπότητα. Η επιστροφή στο «Χρυσό Γένος» είναι το ζητούμενο και η προσδοκία στον μεγάλο ποιητή, (Έργα και Ημέρες, στιχ.109-201), ο οποίος εκφράζει την γενική προσδοκία της απολυτρώσεως από το κακό και τη δυστυχία.

      Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως οι μεγάλοι ευεργέτες της ανθρωπότητας ήταν για του αρχαίους Έλληνες, πρόσωπα που είχαν θεϊκή καταγωγή, όπως ο Ηρακλής, ο Θησέας, ο Περσέας, κ.α. Εξολόθρευαν το κακό, ευεργετούσαν τους αδυνάτους και

αποκαθιστούσαν την ηθική τάξη. Η πίστη σε σωτήρες ημιθέους εκφράζει ακριβώς την προσδοκία, ότι τη λύτρωση από τα κακά θα φέρει κάποιος «θεάνθρωπος».  

        Πρωτίστως και ξεκάθαρα, αναφέρεται σε θείο σωτήρα, ο μεγάλος τραγικός ποιητής Αισχύλος (525-456 π. Χ.), στην περίφημη τραγωδία του: «Προμηθεύς Δεσμώτης». Ο Τιτάνας  Προμηθέας, ευεργέτης των ανθρώπων και εκπρόσωπός τους, καρφωμένος από τους θεούς στον Καύκασο προλέγει ότι ο λυτρωτής του θα γεννηθεί από την παρθένο Ιώ και τον Θεό (στ.772, 834, 848) θα είναι δηλαδή υιός Θεού και υιός Παρθένου. Αυτός ο Θεάνθρωπος θα καταλύσει την εξουσία των παλαιών θεών και θα αφανίσει αυτούς και την δύναμή τους (908,920). Ο Ερμής σταλμένος από τον Δία προαναγγέλλει στον Προμηθέα τα εξής αξιοθαύμαστα: «μην περιμένεις να λυτρωθείς από τους πόνους προτού θεός πάρει τα πάθια τα δικά σου πάνω του και με τη θέλησή του κατέβει στον Άδη τον ανήλιαγο, στους άφεγγους του Ταρτάρου βυθούς» (στ. 1041-1043). Μια απίστευτη πρόρρηση, η οποία παραπέμπει στα αγιογραφικά κείμενα της Εκκλησίας μας! Ο ποιητής ορίζει μάλιστα και τον χρόνο που θα ελευθερωθεί ο Προμηθεύς – ανθρώπινο γένος από τον θεϊκό λυτρωτή: μετά από δεκατρείς γενιές. Και όντως, μετά από 450 χρόνια αφότου διδάχτηκε η τραγωδία, μετά ακριβώς από δεκατρείς γενιές, γεννήθηκε ο Χριστός! Καταπληκτικό!

     Αλλά η προσμονή του Μεγάλου Λυτρωτή είναι έντονη και στους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους. Ο Σωκράτης (470-399 π. Χ.), πριν πάρει το κώνειο και πεθάνει, διότι δίδασκε «καινά δαιμόνια» (νέα θρησκεία) στο λαό, προανήγγειλε στους δικαστές του, στην περίφημη «Απολογία» του: «Την υπόλοιπη ζωή σας θα την περάσετε στον πνευματικό λήθαργο, εάν ό Θεός δεν στείλει κάποιον άλλον προς εσάς φροντίζοντας για σας» (Πλάτωνος, Απολογία Σωκράτους 18. 31 Α), εκφράζοντας την βεβαία προσδοκία του στην εκ του Θεού σωτηρία. Επίσης στο διάλογο «Αλκιβιάδης» ο Σωκράτης πληροφορεί τον μαθητή του Αλκιβιάδη, πώς να προσεύχεται στους θεούς. Ότι είναι ανάγκη να περιμένει κανείς, μέχρι να φθάσει ό καιρός να διδαχθεί από κάποιον πώς πρέπει να συμπεριφέρεται προς τούς θεούς και τούς ανθρώπους. Και όταν ό Αλκιβιάδης τον ρωτά, ποιός θα τα διδάξει αυτά, ο Σωκράτης άπαντα: «Αυτός ό οποίος φροντίζει και για σένα». Στην ερώτηση του Αλκιβιάδη, «πότε θα έρθει», απάντησε: «όχι μετά από πολύ χρόνο» (Πλάτων, Αλκιβιάδης δεύτερος, XIII-XIV, 150 D έ.). Ο μέγιστος των φιλοσόφων περίμενε με αγωνία και προσμονή, τάχιστα την έλευση του Σωτήρα του κόσμου!

      Ο Πλάτωνας (427-347 π. Χ.) στην «Πολιτεία» του, αναφέρεται σε έναν μελλοντικό δίκαιο άνδρα, ο οποίος θα έρθει στη γη και θα διδάξει την δικαιοσύνη. Αυτόν, όμως «θα τον απογυμνώσουμε από όλα τα άλλα, εκτός από την δικαιοσύνη… έτσι χωρίς να έχει κάμει ποτέ την παραμικρή αδικία, ας τον θεωρούν για τον χειρότερο κακούργο… Και έτσι συμπεριφερόμενος ό δίκαιος θα μαστιγωθεί, θα στρεβλωθεί, θα ριχτεί στις φυλακές, θα τυφλωθεί με πυρωμένο σίδερο, και τελευταία, αφού περάσει απ’ όλα το βασανιστήρια, θα ανασκολοπιστεί» (Πλάτωνος Πολιτεία Β΄, IV-V, 361-362 Α)! Είναι σαν να διαβάζουμε κείμενο του προφήτη Ησαΐα, περί του «Πάσχοντος Δούλου»!

         Ο Μέγας Αθανάσιος (296-373) αναφέρει ορισμένες καταπληκτικές προρρήσεις αρχαίων φιλοσόφων, οι οποίοι αποδεικνύεται ότι πρόσμεναν το σωτήρα της ανθρωπότητας. Φυσικά αυτές οι αναφορές απαλειφτήκαν από τους φανατικούς παγανιστές των πρωτοχριστιανικών χρόνων, για να μην δίνουν τροφή στους χριστιανούς Απολογητές. Ο μεγάλος αλεξανδρινός Πατέρας, βαθύς γνώστης της αρχαιοελληνικής γραμματείας, πρόλαβε και διέσωσε αυτές τις πολύτιμες μαρτυρίες.  Ο Αριστοτέλης (384-322), λοιπόν, είπε  πως «Ακατάβλητη φύση Θεού θα γεννηθεί, η οποία δεν έχει αρχή. Από αυτόν λοιπόν αποκτά ουσία ο παντοδύναμος Λόγος». Ο δε εις εκ των επτά σοφών, ο Σόλων (640-558), επίσης είπε: «Αυτός είναι ο οποίος

ήλθε από τους ουρανούς, αφού υπέταξε το αθάνατο πυρ της φλογός. Αυτόν τρέμει ο ουρανός, η γη και ή θάλασσα, οι τάρταροι και οι υποχθόνιοι δαίμονες, τρισμακάριος ο ίδιος ο Πατέρας»! Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο το ότι οι, αέναοι αναζητητές της αλήθειας, σοφοί πρόγονοί μας, είχαν αφιερώσει τον περίφημο βωμό: «τω Αγνώστω Θεώ», τον οποίο βρήκε στην Αθήνα ο απόστολος Παύλος (Παρξ.17,23), διότι λάτρευαν Αυτόν που περίμεναν εναγωνίως. Δεν είναι επίσης χωρίς σημασία η θέση του «από μηχανής θεού» στις υπέροχες τραγωδίες, όπου, όταν το ανθρώπινο δράμα κορυφωνόταν και δεν μπορούσε να δοθεί λύση από την ανθρώπινη πλευρά, «εμφανίζονταν» κάποιος θεός, ο οποίος έδινε τη λύση. Μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι μεγάλοι τραγικοί ποιητές, με αυτή την υψηλή σύλληψή τους, εκφράζουν την πίστη των αρχαίων προγόνων μας, πως τη λύση του άλυτου και διαχρονικού ανθρωπίνου δράματος θα δοθεί με κάποια θεϊκή επέμβαση, από κάποιον θεό, ο οποίος θα έρθει να άρει τα δεινά των ανθρώπων! Δίκαια, λοιπόν, αναφωνεί ο μεγάλος εκκλησιαστικός συγγραφέας Κλήμης Αλεξανδρέας (+215 μ. Χ.), πως «Δεν νομίζω ότι μπορούσε από τούς Έλληνες σαφέστερα να επικυρωθεί ό Σωτήρας μας» (Στρωμ. 5, 13, PG 9,125 Β). Δίκαια επίσης, οι αρχαίοι πρόγονοί μας φιλόσοφοι θεωρούνται από την Εκκλησία μας, ως προ Χριστού Χριστιανοί και εικονίζονται στους πρόναους των εκκλησιών μας, μεταξύ των αγίων, ως άγιοι!

      Βεβαίως πιο ξεκάθαρη αντίληψη και πιο έντονη προσδοκία είχε ο εβραϊκός λαός, ο οποίος είχε επιλεγεί από το Θεό να γίνει όργανό Του, για τη σωτηρία του κόσμου. Ιερά πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, εμπνεόμενα από το Άγιο Πνεύμα, αλλά και τη δράση του άσαρκου Λόγου, όχι απλά καλλιέργησαν την θεία αγγελία, που δόθηκε από το Θεό στους πρωτοπλάστους (Γεν,3,17), αλλά και προφήτευσαν θαυμαστές λεπτομέρειες για τον αναμενόμενο Σωτήρα και Λυτρωτή της ανθρωπότητας. Έτσι ο πατριάρχης Αβραάμ προαναγγέλλει, ευλογώντας τον υιό του Ισαάκ, ότι από τη γενιά του θα ευλογηθούν όλοι οι λαοί της γης (Γεν. 12, 3 και 22, 18 ), υπονοώντας ότι ο μελλοντικός λυτρωτής του κόσμου θα είναι απόγονός του. Ο πατριάρχης Ιακώβ προφητεύει ότι ο Μεσσίας θα προέλθει από τη γενιά του Ιούδα (Γεν.49,10). Ο προφήτης Ησαΐας προφήτεψε ότι θα γεννηθεί από παρθένο κόρη (Ησ.7,14) και τον ορίζει ως εξής: «Επειδή, παιδί γεννήθηκε σε μας, γιος δόθηκε σε μας· και η εξουσία θα είναι επάνω στον ώμο του· και το όνομά του: Θαυμαστός, Σύμβουλος, Ισχυρός Θεός, Πατέρας τού Μέλλοντα Αιώνα, Άρχοντας Ειρήνης» (Ησ.9,6). Επίσης προανήγγειλε την προσκύνηση των μάγων (Ησ. 60,6).  Ο Προφήτης Μιχαίας (7ος π. Χ. αιών) προφήτεψε τον τόπο της γεννήσεώς του (Μιχ.5,1), την Βηθλεέμ. Ο Ωσηέ (8ος αιών) προφήτευσε την φυγή του στην Αίγυπτο (Ωσ.2,15). Ο Ιερεμίας τη σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη (Ιερ.38,15). Ο Δανιήλ (6ος αιών), (8,24), προφήτευσε επακριβώς τον χρόνο γεννήσεως του Χριστού, στην περί 7 εβδομάδων προφητεία του. Αρκούμαστε σε αυτές, ως αντιπροσωπευτικά παραδείγματα, από τις χιλιάδες προρρήσεις για Εκείνον, στην Παλαιά Διαθήκη, οι οποίες προλέγουν κάθε λεπτομέρεια της επί γης ζωής του και του κοσμοσωτηρίου έργου Του.

    Ο Ιησούς Χριστός, ο Σωτήρας και Λυτρωτής μας, είναι η πλέον σπουδαία προσωπικότητα της ανθρώπινης ιστορίας, έστω και αν κάποιοι κακεντρεχείς θέλουν να αρνηθούν αυτή την αναντίρρητη αλήθεια. Μαζί με τους Χριστιανούς γιορτάζουν, άκοντες – εκόντες και οι αλλόθρησκοι τα Χριστούγεννα, ως και οι άθρησκοι, ως τα πέρατα της οικουμένης. Ορισμένοι προσπαθούν να αλλάξουν το νόημα της μεγάλης εορτής, να αφαιρέσουν το Χριστό από τα Χριστούγεννα και να την αντικαταστήσουν με άλλα πρόσωπα και γεγονότα. Αλλά το μόνο που κατορθώνουν είναι να γίνονται καταγέλαστοι, διότι δε βρίσκουν μιμητές τους σε αυτή την απόπειρα. Δισεκατομμύρια άνθρωποι σε όλες τις γωνιές του πλανήτη θέλουν να γιορτάζουν το μέγιστο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, τη Γέννηση του Χριστού, έστω με το δικό

τους τρόπο, αλλά δεν διανοούνται, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, να βγάλουν το Χριστό από αυτόν τον εορτασμό. Αυτό σημαίνει πως η πανανθρώπινη προχριστιανική προσδοκία για τον ερχομό Του, συνεχίζεται ως πανανθρώπινη αποδοχή και ελπίδα στο θεανδρικό Του πρόσωπο.

       Ο Χριστός ήρθε, «ότε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4,4), εκπληρώνοντας την ευφρόσυνη πρώτη αγγελία, για την απολύτρωση του ανθρωπίνου γένους, αλλά και την παγκόσμια προσδοκία για τον ερχομό Του. Δεν είναι ένας απλός, έστω ξεχωριστός, άνθρωπος, όπως τον θέλουν διάφοροι αιρετικοί και ο πτωτικός κόσμος, αλλά ο Εμμανουήλ, «ο εστιν μεθερμηνευόμενον, μεθ’ ημών ο Θεός» (Ματθ.1,24). Ο Θεός είναι (και θα είναι) πια μαζί μας «έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.28,20), ως ο μοναδικός, πραγματικός και αναντικατάστατος σωτήρας και λυτρωτής μας, «εν ω δει σωθήναι ημάς» (Πραξ.4,12). Στο θεανδρικό Του πρόσωπο έγινε ο Θεός άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος Θεός! Αυτή είναι και η πεμπτουσία της μεγάλης εορτής των Χριστουγέννων!

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΕΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ, ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΑΙ ΑΝΩΝΥΜΟΣ, ΟΙ ΒΡΑΧΩΡΙΤΕΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

        Άγιοι αναδείχτηκαν από όλες τις κοινωνικές τάξεις και τα επαγγέλματα. Πολλούς αγίους έδωσε και το επάγγελμα των εμπόρων, παρά το γεγονός ότι είναι συνδεδεμένο με την άδικη συχνά αντίληψη ότι το επάγγελμα του εμπόρου είναι συνώνυμο με την κλοπή. Ανάμεσα στους εμπόρους αγίους συγκαταλέγονται και οι Νεομάρτυρες Θεόδωρος, Λάμπρος και Ανώνυμος (δεν μας έχει διασωθεί το όνομά του), οι οποίοι μαρτύρησαν στο Βραχώρι (Αγρίνιο) στα 1786).

     Έζησαν κατά τον 18ο αιώνα και καταγόταν από την Πελοπόννησο και ασκούσαν το επάγγελμα του εμπόρου. Λόγω των εμπορικών τους δραστηριοτήτων, έκαναν συχνά ταξίδια σε όλη την Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Μάλιστα για να διευκολύνουν τις συναλλαγές τους, είχαν μάθει και την αλβανική διάλεκτο. Εικάζεται ότι οι τρεις αυτοί έμποροι ήταν συνεταίροι και είχαν μια μεγάλη εμπορική εταιρεία στην ιδιοκτησία τους, η οποία είχε δραστηριότητες και εκτός της Πελοποννήσου.

      Στα 1786 έκαναν ένα εμπορικό ταξίδι στα ξακουστά Γιάννενα. Όταν τέλειωσαν τις δουλειές τους πήραν το δρόμο του γυρισμού, για την πατρίδα τους, το οποίο ήταν κοπιαστικό, επώδυνο και επικίνδυνο με τα μέσα συγκοινωνίας της εποχής και τους κινδύνους, που ενέδρευαν στο δρόμο.  Όταν έφτασαν στο Βραχώρι, το σημερινό Αγρίνιο, νύχτωσαν και ήταν αναγκασμένοι να διανυκτερεύσουν εκεί.

        Η πόλη κατοικούνταν κυρίως από Τούρκους και Εβραίους, και ήταν καλά οχυρωμένη για το φόβο των αντιποίνων των υπόδουλων Ελλήνων, τους οποίους καταπίεζαν αφόρητα. Επίσης πρέπει να αναφέρουμε πως το Βραχώρι ήταν σημαντικό κέντρο της οθωμανικής διοίκησης της Δυτικής Ελλάδος και κέντρο συγκέντρωσης των φόρων, που πλήρωναν υπέρμετρα οι Έλληνες και προορίζονταν για την Υψηλή Πύλη, το Σουλτάνο στην Πόλη. Μάλιστα είχαν τοποθετηθεί ειδικοί φοροεισπράκτορες, με άτεγκτο πραγματικά χαρακτήρα, οι οποίοι εισέπρατταν τον διαβόητο κεφαλικό φόρο από τους άτυχους ρωμιούς, φροντίζοντας να τον εισπράττουν με βία. Γι’ αυτό οι ρωμιοί φρόντιζαν να βρίσκουν πολλές δικαιολογίες να τον αποφύγουν. Αυτό έκαμαν και οι τρεις περαστικοί έμποροι, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να πληρώσουν φόρο, περνώντας από την πόλη.

        Όταν έφτασαν στην κεντρική πύλη της πόλεως, εκεί τους περίμεναν οι κακεντρεχείς φοροεισπράκτορες (γιομπρουκτσήδες) στο τελωνείο (γιομπρούκι),  για να τους αδειάσουν τις σακούλες τους. Εκείνοι σκέφτηκαν να προσποιηθούν τους μουσουλμάνους για να αποφύγουν την καταβολή των φόρων. Ντύθηκαν μουσουλμανικά ενδύματα και τους χαιρέτισαν με τον μουσουλμανικό χαιρετισμό: «σαλάμ αλέκουμ». Εκείνοι τους πέρασαν για αρβανίτες μουσουλμάνους εμπόρους και τους άφησαν να εισέλθουν στην πόλη και να ξενυχτήσουν ελεύθερα.

      Οι τρεις ταξιδιώτες έμποροι πήγαν σε κάποιο σπίτι κάποιου χριστιανού γνωστού τους, όπου κατέλυσαν να περάσουν τη νύχτα και το επόμενο πρωί να συνεχίσουν το ταξίδι τους για την πατρίδα τους. αλλά οι τούρκοι ήθελαν να βεβαιωθούν για το ποιοι ήταν, και κατ’ άλλους να μάθουν νέα από τα Γιάννενα, έστειλαν άνθρωπό τους να τους ακολουθήσει κρυφά, να δουν που πήγαν. Ο τούρκος όταν έφτασε στο σπίτι, έπεσε σε συζήτηση που είχαν οι τρεις έμποροι, σχετικά με τον τρόπο που γλύτωσαν το φόρο. Τους άκουσε να λένε στον σπιτονοικοκύρη «ευτυχώς, μ’ ένα “σαλάμ’” γλυτώσαμε την καταβολή του φόρου»!   

       Ο τούρκος κατάσκοπος κατάλαβε ότι ήταν χριστιανοί, οι οποίοι τους ξεγέλασαν. Αμέσως έτρεξε να το αναγγείλει στους ανθρώπους, που τον έστειλαν να τους παρακολουθήσει. Δεν πέρασε παρά ελάχιστος χρόνος, όπου όρμισαν στο σπίτι, γκρεμίζοντας την πόρτα και συλλαμβάνοντας τους τρεις εμπόρους.

Συμπεριφερόμενοι σαν θηρία ανήμερα και λυσσασμένα τους άρπαξαν, τους ξυλοφόρτωσαν και τους έσυραν δεμένους στον τούρκο ιεροδικαστή, στον οποίο τους κατάγγειλαν ότι: «Αυτοί οι τρεις άνθρωποι ενώ είναι ρωμιοί περνώντας σήμερα από το γιομπρούκι μας χαιρέτησαν με το “σαλάμ αλέκουμ”. Πρέπει λοιπόν ν’ ανακριθούν γιατί το είπαν αυτό το οποίο είναι χαρακτηριστικό των Τούρκων και όχι των Ρωμιών. Και αν μεν περιγέλασαν την πίστη πρέπει σύμφωνα με τον νόμο, να τιμωρηθούν, αν δε αγάπησαν το Ισλάμ, διαφορετικά, να περιτμηθούν και να τιμηθούν». Ο τούρκος δικαστής τους ρώτησε αν αληθεύουν οι κατηγορίες. Τότε οι τρεις άνδρες απάντησαν με θάρρος, ειλικρίνεια και χωρίς υπεκφυγές: «Ναι, είναι αλήθεια, ότι χαιρετίσαμε τούρκικα, για να μην πληρώσουμε τον φόρο, όχι όμως πως αγαπήσαμε το Ισλάμ»!  

       Ο κριτής, αφού άκουσε με έκπληξη την θαρραλέα απολογία τους, τους γνώρισε τις συνέπειες της πράξης τους, υποδεικνύοντάς τους πως θα γλύτωναν απ’ αυτές: «Το σφάλμα σας είναι βαρύ. Δεν έχετε άλλη επιλογή  να γλυτώσετε τη ζωή σας, παρά να γίνεται τούρκοι και να σπασθείτε το Ισλάμ. Ειδεμή θα βασανιστείτε και θα θανατωθείτε»!

       Οι τρείς άνδρες δε χρειάστηκε να το σκεφτούν. Αμέσως έδωσαν την απάντηση στο δικαστή: «Εμείς, ενδοξότατε αφέντη, είπαμε αυτόν τον λόγο, για να γλυτώσουμε χρήματα, όμως το ν’ αρνηθούμε την πίστη μας είναι αδύνατον, κάνε μας ό, τι θέλεις»! Ο δικαστής έγινε έξαλλος από το θυμό του και ουρλιάζοντας σαν άγριο θηρίο, έδωσε διαταγή να τους δείρουν αλύπητα και να τους ρίξουν στο πιο σκοτεινό και υγρό κελί της φυλακής.

      Εκεί οι τρεις άνδρες έδινε ο ένας στον άλλο παρηγοριά και δύναμη, διότι ήξεραν πολύ καλά τια μαρτύρια και τι τέλος τους περίμενε. Ο ένας από αυτούς, ο οποίος ήταν και μορφωμένος, τους είπε πως «προσέχετε αδελφοί μου, μη δειλιάσει κανένας και χάσει αυτό το κελεπούρι που μας έτυχε. Λίγο θα υπομείνουμε και την αιώνια ζωή θα κερδίσουμε. Να μη λυπηθούμε ούτε συγγενείς, ούτε φίλους, ούτε την πρόσκαιρη πατρίδα αλλά να σταθούμε ανδρείοι στην πίστη του Χριστού, για να πάμε χαίροντες στην άλλη πατρίδα, όπου δεν έχει τέλος ποτέ»! Προσεύχονταν με θέρμη ψυχής, παρακαλώντας το Θεό, όχι να τους σώσει, αλλά να τους στηρίξει στην ομολογία τους και στα μαρτύρια ως το τέλος.

       Αφού πέρασαν κάποιες μέρες, χωρίς φαγητό και νερό, τους οδήγησαν και πάλι στο δικαστή, πιστεύοντας ότι θα «είχαν λογικευθεί» και θα αλλαξοπιστούσαν. Ο δικαστής τους επανέλαβε πως ο μόνος τρόπος να σώσουν τη ζωή τους, ήταν να ασπασθούν το Ισλάμ και να γίνουν τούρκοι. Να τους δοθούν προνόμια, τιμές και δόξες.  Εκείνοι όμως, με ένα στόμα και μια καρδιά απέρριψαν και πάλι τις προτάσεις και τα δέλεαρ του δικαστή. Είχαν πάρει την ευλογημένη απόφαση να χύσουν το αίμα τους για το Χριστό, τον αληθινό Θεό. Να μην ανταλλάξουν την αιώνια βασιλεία με την πρόσκαιρη καλοπέραση, ακολουθώντας μια ψεύτικη θρησκεία. Ο δικαστής έδωσε και πάλι διαταγή να βασανιστούν και να φυσλακισθούν.

      Μετά από πέντε ημέρες βασανισμών, ο δικαστής με τον μουλεσήμη (διοικητή) της πόλεως έβγαλαν διαταγή για τη θανάτωσή τους. Θάνατος δι’ απαγχονισμού! Τους πήραν και τους οδήγησαν σε τρία διαφορετικά σημεία να τους εκτελέσουν. Τον έναν τον κρέμασαν σε έναν πλάτανο στην αγορά της πόλεως (τζαρσί). Τον έτερο τον κρέμασαν στο πλάτανο, δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου και τον τρίτο στην άκρη της πλατείας, στην είσοδο της πόλεως. Ήταν 2 Νοεμβρίου 1786. Οι τρεις μακάριοι αυτοί άνδρες αντάλλαξαν την πρόσκαιρη αυτή ζωή με την αιωνιότητα.

Πέμπτη 22 Μαΐου 2025

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΚΕΙΜ (ΠΑΠΟΥΛΑΚΗΣ) Ο ΙΘΑΚΗΣΙΟΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Στα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας αναδείχτηκαν σπουδαίες εκκλησιαστικές προσωπικότητες, οι οποίες βοήθησαν το υπόδουλο Γένος μας να κρατήσει την πίστη του στον αληθινό Τριαδικό Θεό και την εθνική του ταυτότητα. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Ιωακείμ ο Ιθακήσιος, ο αποκαλούμενος Παπουλάκης.

      Γεννήθηκε στο μικρό χωριό Καλύβια του τότε δήμου Πολυκτορίων Ιθάκης, στα 1786 και το βαφτιστικό του όνομα ήταν Ιωάννης. Πατέρας του ήταν ο Άγγελος Πατρίκιος, ιθακήσιος πλοίαρχος, και η μητέρα του η Αγνή από την Πρέβεζα. Ήταν ευσεβείς άνθρωποι, με ορθόδοξο φρόνημα. Λίγο μετά τη γέννησή του, η μητέρα του πέθανε και ο πατέρας του έκαμε δεύτερο γάμο.

      Όμως η νέα σύζυγος του πατέρα του και μητριά του, μισούσε το μικρό Ιωάννη και τον κακομεταχειρίζονταν. Εκείνος, παρ’ όλο το μίσος και την απόρριψη, υπόμεινε τις προσβολές και τις τιμωρίες και δεν ανταπέδιδε κακία προς αυτή. Μάλιστα φάνηκαν ενωρίς τα χαρίσματά του και οι αρετές του. Αν και παιδί, είχε δυνατή και ακλόνητη πίστη στο Χριστό. Σύχναζε στην Εκκλησία, νήστευε, προσευχόταν και σκορπούσε γύρω του καλοσύνη και αγάπη. Μεγάλη του αγάπη η μελέτη πνευματικών βιβλίων και ιδιαιτέρως της Αγίας Γραφής.  Αυτό εξόργιζε περισσότερο την άσπλαχνη μητριά, η οποία έπεισε τον άντρα της να διακόψει το σχολείο και να τον στείλει ναύκληρο σε ξένο καράβι, με την συκοφαντία ότι δήθεν το παιδί παραμελούσε το σχολείο του. Αλλά και στο ξένο καράβι ο Ιωάννης έδειξε ασυνήθιστο ήθος και δεν παραμελούσε την πνευματική του ζωή. Όταν δεν είχε υπηρεσία αποσύρονταν στην καμπίνα του και προσεύχονταν.

       Όταν έγινε δεκαεπτά ετών, στα 1803, το καράβι αγκυροβόλησε στον Άθωνα, στη Μονή Βατοπεδίου. Ο Ιωάννης βγήκε από το πλοίο και πήγε να προσκυνήσει και να συζητήσει με τους μοναχούς. Η σύντομη επαφή με την  πνευματικότητα των αγιορειτών πατέρων, ήταν αρκετή να πάρει τη μεγάλη απόφαση να μείνει στη Μονή και να ενδυθεί το μοναχικό σχήμα. Ο ηγούμενος είχε τις αντιρρήσεις του λόγω της εφηβικής του ηλικίας. Τελικά κάμφθηκε από την επιμονή του ευσεβούς νέου.

      Ο πατέρας του όταν έμαθε το νέο στεναχωρήθηκε πολύ. Αντίθετα η άσπλαχνη και κακιά μητριά του χάρηκε που τον ξεφορτώθηκε. Έγινε η μοναχική του κουρά και έλαβε το όνομα Ιωακείμ. Δεν άργησαν να φανούν τα προτερήματά του και οι αρετές του. Εκτελούσε με μεγάλη προθυμία τις πιο επίπονες διακονίες της Μονής και πρόκοβε καθημερινά στην αρετή και την αγιότητα. Αργότερα έλαβε το Μεγάλο Σχήμα και έγινε σύμβουλος στη διοίκηση της Μονής. Ταυτόχρονα φοιτούσε στην περίφημη Αθωνιάδα Σχολή, η οποία λειτουργούσε στην Μονή του, λαμβάνοντας σημαντική μόρφωση. 

        Όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση του 1821, με τις ευλογίες της Μονής, ζήτησε να βγει στον κόσμο και να στηρίξει τους δοκιμαζομένους Ορθοδόξους Έλληνες. Κατέβηκε στην Πελοπόννησο και προσέφερε ανεκτίμητο πνευματικό και κοινωνικό έργο στους αγωνιστές και στον άμαχο πληθυσμό, διδάσκοντας, στηρίζοντας και ανεβάζοντας το ηθικό των Ρωμηών. Με δικές του ενέργειες και έχοντας την βοήθεια του Παπαγιάννη Μακρή από την Πύλαρο της Κεφαλονιάς έδιωξε χιλιάδες γυναικόπαιδα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, σώζοντάς του τη ζωή από τις σφαγές των Τούρκων. Ο ίδιος βρισκόταν σε συνεχή κίνδυνο από την πνευματική και εθνική του δράση.  

       Όταν ήλθε η απελευθέρωση και είχε εκπληρώσει το υψηλό καθήκον του, αποφάσισε να αποσυρθεί στην ησυχία της ερήμου. Δεν γύρισε στον Άθωνα, αλλά, εμπνεόμενος από κάποια εσωτερική φωνή, προτίμησε να πάει στο νησί του, την Ιθάκη. Αποσύρθηκε στο ερημικό  δάσος «Αφεντικός Λόγγος», όπου άρχισε να

ασκείται, μισόγυμνος, με νηστεία, προσευχή, αγρυπνία και αστείρευτες ροές δακρύων. Καθάρθηκε από τα πάθη του και άρχισαν να είναι εμφανή τα σημάδια της Θείας Χάριτος και της αγιότητας στο πρόσωπό του.

      Όμως δεν τον ανάπαυε η δική του πνευματική αυτάρκεια. Άφηνε συχνά το ερημητήριό του και γύριζε στα χωριά του νησιού και δίδασκε την Ορθοδοξία και βοηθούσε πνευματικά και υλικά όσους είχαν ανάγκη.  Οι Ιθακήσιοι τον αγαπούσαν και τον αποκαλούσαν «Παπουλάκη». Μάλιστα του δόθηκε από το Θεό και το χάρισμα της θαυματουργίας. Πήγαινε, όπου μάθαινε ότι υπήρξε πρόβλημα και με την προσευχή του θαυματουργούσε. Για σαράντα ολόκληρα χρόνια γύριζε από χωριό σε χωριό και από σπίτι σε σπίτι και βοηθούσε υλικά και πνευματικά τους κατοίκους του νησιού. Τα χρήματα που του έδιναν οι πιστοί τα έδινε όλα στους φτωχούς. Στα 1848 έσωσε από λιμό το νησί θαυματουργικά! Επίσης του δόθηκε το χάρισμα της προφητείας. Καυτηρίαζε την έκλυση των ηθών, που επέβαλαν οι δυτικοί κατακτητές.

     Αγωνίστηκε με σθένος να κρατήσει την Ορθοδοξία στις ψυχές των Ιθακήσιων, από την δράση των παπικών και προτεσταντών. Γι’ αυτό έγινε στόχος τους. Κάποτε τον κατηγόρησαν στον άγγλο διοικητή ότι δήθεν πρόβλεψε έναν μεγάλο σεισμό και έσπειρε στο λαό αναστάτωση. Κλήθηκε από τον διοικητή, έδωσε τις εξηγήσεις του, ότι πρόκειται για σκευωρία. Ο άγγλος δεν τον πίστεψε και άρχισε να απειλεί το Γέροντα και να βρίζει τον ορθόδοξο μοναχισμό. Τότε έγινε το απροσδόκητο. Η πολυθρόνα του έγινε κομμάτια και εκείνος έπεσε στο έδαφος αναίσθητος. Όταν συνήλθε έπεσε στα πόδια του Γέροντα και του ζήτησε συγνώμη!

       Με τη βοήθεια των κατοίκων έκτισε πολλούς ναούς στη νησί, για να εκκλησιάζονται οι Ορθόδοξοι σ’ αυτούς και όχι στους παπικούς. Κάποτε είχε ξεσπάσει επιδημία πανώλης. Ο άγιος παρακίνησε τους κατοίκους του χωριού Ανωγή και έκτισαν ναό στον Άγιο Αθανάσιο, αμέσως η επιδημία εξαφανίστηκε!  

       Όταν η στεριανή Ελλάδα απελευθερώθηκε από τους Τούρκους αναπτέρωνε τις ελπίδες και των σκλαβωμένων Ιθακήσιων στους Άγγλους ότι έφτανε και η δική τους ελευθερία, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1864. Για την εθνική του αυτή δράση κακοποιούνταν και γελοιοποιούνταν από εγκάθετους των κατακτητών. Τον έφτυναν δημόσια σε κάθε εκδήλωση!  

      Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του πέρασε στο σπίτι του ευσεβούς Χ. Παΐζη (Λιανού), ασθενής και υπέργηρος. Αφού εξομολογήθηκε και κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων, κοιμήθηκε ειρηνικά στις 3 Μαρτίου του 1868, αφού ήδη είχε προβλέψει το θάνατό του. Η αγιοκατάταξή του έγινε στις 19-3-1998 και ορίστηκε να εορτάζεται η μνήμη του στις 3 Μαρτίου, ημέρα της εκδημίας του και στις 23 Μαΐου την ημέρα της ανακομιδής των ιερών λειψάνων του.

ΑΓΙΟΣ ΕΥΜΕΝΙΟΣ Ο ΝΕΟΣ (ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ)

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

       Η ανάδειξη αγίων  είναι το διαρκές θαύμα στη ζωή της Εκκλησίας μας, καθότι άλλωστε αυτό είναι το έργο της, να μεταποιεί αμαρτωλούς σε αγίους.  Δεν υπάρχει εποχή, στην δισχιλιόχρονη ιστορική της πορεία, που να μην έχουν αναδειχτεί άγιοι. Ιδιαίτερο θαύμα είναι η ανάδειξη πληθώρας αγίων και στην εποχή μας, όπου έχει περισσέψει το κακό, γιγαντώθηκε η αμαρτία, και ο κόσμος βρίσκεται σε πρωτοφανή ηθική και πνευματική κατάπτωση. Αλλά, «ου δε επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις (Ρωμ.5,20), σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο. Στον ταραγμένο 20ο αιώνα έχει αναδειχτεί μία πλειάδα αγίων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και ο άγιος Ευμένιος ο Νέος (Σαριδάκης), μία πραγματικά οσιακή και αγιασμένη μορφή, ο οποίος έχει καταταχτεί πρόσφατα στους αγιολογικούς δέλτους της Εκκλησίας μας.   

      Ο αγιασμένος Γέροντας γεννήθηκε την πρωτοχρονιά του 1931 στο χωριό Εθιά Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου Κρήτης. Καταγόταν από πολυμελή και φτωχή οικογένεια. Οι γονείς του ήταν απλοϊκοί και φτωχοί, αλλά πιστοί άνθρωποι. Ο πατέρας του ονομάζονταν Γεώργιος και η μητέρα του Σοφία και ήταν το όγδοο παιδί της οικογένειας και τοβαπτιστικό του όνομα ήταν Κωνσταντίνος.

     Τα παιδικά του χρόνια υπήρξαν πολύ δύσκολα, βιώνοντας τη φτώχεια και την ορφάνια. Ο πατέρας του, όταν ήταν αυτός δύο ετών, ασθένησε και πέθανε, αφήνοντας χήρα σύζυγο και οκτώ παιδιά ορφανά και απροστάτευτα, να μεγαλώνουν μέσα σε απερίγραπτη φτώχεια. Η ηρωική και πιστή εκείνη γυναίκα, με εφόδιο την πίστη της στην πρόνοια του Θεού και τις προσευχές της στην Παναγία,  και τον υπεράνθρωπο αγώνα της κατόρθωσε να ζήσει και να μεγαλώσει τα παιδιά της, μεταδίδοντάς τους παράλληλα την ευσέβεια και εδραιώνοντάς τους βαθιά πίστη στο Θεό.

      Ο Κωνσταντίνος έδειξε από μικρό παιδί τις ιδιαίτερες χάρες του, την άδολη πίστη του στο Θεό και τον σεβασμό του στην αγαπημένη του μητέρα.  Σύχναζε στην εκκλησία του χωριού, βοηθώντας τον εφημέριο, προσευχόταν με θέρμη και ευλάβεια και τηρούσε αγόγγυστα, σαν μεγάλος, όλες τις νηστείες του έτους. Έδειχνε μία ξεχωριστή πνευματική ωριμότητα και παράλληλα μια παράδοξη και θερμή αγάπη για τον μοναχισμό. Ως έφηβος μάλιστα εκδήλωσε την επιθυμία του να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο. Σε ανύποπτο χρόνο αποκάλυψε: «Εγώ, δεκαεπτά χρόνων πήγα στο μοναστήρι. Ήμουν δεκαέξι χρόνια στο χωριό μου. Αγαπούσα τον Θεό, βέβαια, σκεπτόμουν πολλές φορές να γίνω καλόγερος. Μια μέρα μου λέει ο παπάς: “Έλα να σε κάνω νεωκόρο”. Πήγα κι εγώ. Άναβα τα καντήλια πρωί-βράδυ, διάβαζα κιόλας, ό, τι βιβλία έβλεπα τα διάβαζα. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς του 1944, το απόγευμα, πήγα, άναψα τα καντήλια στην εκκλησία και, μετά, πήγα στο σπίτι μας. Ήταν εκεί η αδελφή μου η Ευγενία. Φάγαμε ξεροτήγανα, τηγανίτες και μακαρόνες. Εκεί που τρώγαμε, ήρθε μια λάμψη και με τύφλωσε και μπήκε μέσα στα βάθη της ψυχής μου. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, φώναξα της Ευγενίας: “Ευγενία, θα γίνω καλόγέρος”».

       Σε ηλικία μόλις 17 ετών πραγματοποίησε την σφοδρή νεανική του επιθυμία. Κατέφυγε στη Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, στα νότια της Κρήτης, όπου έγινε δεκτός ως δόκιμος μοναχός, δείχνοντας υπερβάλλοντα ζήλο για την αγγελική μοναχική ζωή και ακολουθώντας με ακρίβεια τους κανόνες της Μονής. Μετά την τριετή επιτυχή  δοκιμασία, γύρω στα είκοσι χρόνια του, εκάρη μοναχός και ονομάστηκε Σωφρόνιος. Με την άδεια του ηγουμένου πήγαινε τα καλοκαίρια, στο Άγιο Όρος, για να γνωρίσει τον αγιορείτικο μοναχισμό και να συναντήσει πνευματικούς ανθρώπους.

      Στις 24 Ιανουαρίου 1954 κλήθηκε να υπηρετήσει την  στρατιωτικής του θητεία. Παρουσιάστηκε Μεγάλο Πεύκο Αττικής, αποβάλλοντας με πολλή λύπη προσωρινά

την μοναχική περιβολή. Σύντομα έδειξε τον καλοκάγαθο χαρακτήρα του, αποκτώντας την συμπάθεια και τον σεβασμό των ανωτέρων του και των συναδέλφων του.

      Αλλά δυστυχώς, κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκδηλώθηκε σ’ αυτόν η λοιμώδης νόσος της λέπρας, η νόσος του Χάνσεν, όπως είναι επιστημονικά γνωστή, η οποία ήταν ακόμη, για την εποχή εκείνη, δύσκολα ιάσιμη και ταλαιπωρούσε πολύ κόσμο. Πέρα από τους πόνους και τους φοβερούς κνησμούς, νεκρώνει τους ιστούς και παραμορφώνει φρικτά τους ασθενείς. Επί πλέον έχει μεγάλη μεταδοτικότητα. Γι’ αυτό απολύθηκε από το στρατό και εισήχθηκε  στο Νοσοκομείο Λοιμωδών Αθηνών, στην Αγία Βαρβάρα Αιγάλεω Αττικής, για θεραπεία και αναγκαστική παραμονή στο Ίδρυμα, μαζί με τους υπόλοιπους χανσενικούς ασθενείς, για την μη διασπορά της νόσου.

      Ο Σωφρόνιος υπέμεινε με αξιοθαύμαστη καρτερία και πίστη στο Θεό, την επώδυνη δοκιμασία του και έδειξε υπομονή για την υποχρεωτική απομόνωσή του στο Ίδρυμα, αποκομμένος από το συγγενικό και κοινωνικό περιβάλλον. Όμως οι θερμές προσευχές του και η επιτυχής νοσηλεία είχαν αίσιο αποτέλεσμα, θεραπεύτηκε εντελώς από την νόσο, χωρίς να του αφήσει κανένα σωματικό ελάττωμα ή σημάδι.

       Η παραμονή του στο Αντιλεπρικό Νοσοκομείο και η επαφή του με τον ανθρώπινο πόνο, του γέννησε την επιθυμία να παραμείνει στο Ίδρυμα, για να υπηρετήσει, όσο μπορούσε, τους συνανθρώπους του, που έπασχαν από την φοβερή νόσο.  Να προσφέρει τις διακονίες του στους ασθενείς λεπρούς, ως   «δικούς του ανθρώπους και φίλους», όπως συνήθιζε να λέει και να εννοεί, καθότι, οι ατυχείς αυτοί άνθρωποι, πέρα από την επώδυνη ασθένειάς του, βίωναν και την κοινωνική απόρριψη. Οι οικείοι τους τους εγκατέλειπαν εκεί, εξαιτίας του φόβου μετάδοσης του επικίνδυνου ιού, αλλά και των φρικτών σωματικών παραμορφώσεών τους. Ο άνθρωπος αυτός του Θεού, έβλεπε τους ασθενείς συνανθρώπους του ως εικόνες του Θεού, τους οποίους έχουμε υποχρέωση να τιμάμε και να υπηρετούμε. Επί πλέον αισθανόταν υποχρεωμένος να υπηρετήσει τους δυστυχείς αυτούς ανθρώπους, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης στο Θεό για την δική του θεραπεία.

      Η διοίκηση του Ιδρύματος δέχτηκε το αίτημά του και του παραχώρησε ένα μικρό κελί, δίπλα στο εκκλησάκι του νοσοκομείου, των Αγίων Αναργύρων. Εκεί ζούσε  μοναχικά, προσευχόμενος και υπηρετώντας και παρηγορώντας τους τροφίμους.  

       Όταν έκλεισε το Λεπροκομείο της Χίου, ήρθε στο Λεπροκομείο Αθηνών ο λεπροπαθής συμπατριώτης του μοναχός Νικηφόρος Τζανακάκης, ο μετέπειτα άγιος Νικηφόρος ο Λεπρός, τυφλός, σχεδόν παράλυτος και παραμορφωμένος, αλλά έμπλεος βαθιάς πίστης στο Θεό και σπάνιων αρετών. Ο Σωφρόνιος τον συμπάθησε, τον αγάπησε και έθεσε τον εαυτό του στις υπηρεσίες του. Οι δύο άνδρες συνδέθηκαν με σπάνια αδελφική φιλία, και ο Σωφρόνιος όρισε τον Νικηφόρο πνευματικό του πατέρα και οδηγό του, ως την κοίμηση του δευτέρου (4 Ιανουαρίου 1964).    

       Το 1975, σε ηλικία 44 ετών, ο Σωφρόνιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, λαμβάνοντας το όνομα Ευμένιος και διορίστηκε εφημέριος του Νοσοκομείου Λοιμωδών Αθηνών. Η είσοδός του στην ιεροσύνη υπήρξε μια ξεχωριστή εμπειρία και ευλογία για εκείνον. Ως ιερέας κατέστη ο πνευματικός και εξομολόγος των ασθενών, αλλά και χιλιάδων πιστών, οι οποίοι, πληροφορούμενοι για την πνευματική του ωριμότητα, τον επισκέπτονταν στο παρεκκλήσι του νοσοκομείου και στο ταπεινό κελί του.  Με τον καιρό ο χαρισματικός Γέροντας γινόταν όλο και πιο γνωστός, τόσο στο λεκανοπέδιο Αττικής, όσο και αλλαχού, στο οποίο έσπευδαν κατά χιλιάδες για να εξομολογηθούν, να ακούσουν λόγους παρηγοριάς και να ωφεληθούν πνευματικά. Ιδιαίτερα τους έθελγε η ταπείνωσή του, η καλοσύνη του, η πραότητά του  και το γεμάτο από θυσιαστική διάθεση παράδειγμα του βίου του. Έτσι το παρεκκλήσι των

Αγίων Αναργύρων του Νοσοκομείου Λοιμωδών είχε γίνει ένα σπουδαίο κέντρο πνευματικού, ποιμαντικού, κατηχητικού, εξομολογητικού και ιεραποστολικού έργου στην Δυτική Αττική.  

      Ο αγιασμένος Γέροντας δέχονταν με καλοσύνη και αγάπη όλους, συζητώντας ακούραστα, με τις ώρες, νουθετώντας και στηρίζοντας. Χιλιάδες άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, ασθενείς και υγιείς, είχαν βρει κοντά του μια πνευματική όαση, ένα στέρεο απάγκιο. Βρήκαν τον κατάλληλο καλοκάγαθο πνευματικό, ο οποίος τους παρηγορούσε και τους ελάφρωνε από τα βαριά φορτία της ζωής.

      Και μετά τις πολύωρες επισκέψεις συνέχιζε στο ταπεινό κελί του να προσεύχεται με θέρμη για τη σωτηρία και την βοήθεια των ασθενών, των επισκεπτών του και όλων των ανθρώπων, αισθανόμενος ως βασική του υποχρέωσή του να εύχεται για όλη την ανθρωπότητα και ειδικά τους αναξιοπαθούντες. Οι προσευχές του εκτείνονταν ως τις πρώτες πρωινές ώρες, περιορίζοντας στο ελάχιστο τις ώρες ανάπαυσης και ύπνου.  

      Ταυτόχρονα ο ίδιος ζούσε ως ασκητής, τηρώντας με ακρίβεια τους μοναχικούς κανόνες, την αδιάλειπτη προσευχή, τις νηστείες και υποβάλλοντας τον εαυτό του σε αυστηρό ασκητικό πρόγραμμα, από το οποίο δεν παρέκλινε και δεν αμελούσε ποτέ τον προσωπικό του αγώνα. Ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, ο οποίος υπηρετούσε και αυτός ως εφημέριος στο Νοσοκομείο Πολυκλινική Αθηνών, έλεγε για τον Γέροντα Ευμένιο:  «Να πηγαίνετε να παίρνετε την ευχή του Γέροντα Ευμένιου, γιατί είναι ο κρυμμένος Άγιος των ημερών μας. Σαν τον Γέροντα Ευμένιο βρίσκει κανείς κάθε διακόσια χρόνια»!

       Ο αυστηρός ασκητισμός του και η κοπιώδης πνευματική και χειρονακτική διακονία του στο Ίδρυμα τον κατέβαλλαν σωματικά. Ασθένησε και εισήχθη στο Νοσοκομείο Ευαγγελισμός των Αθηνών για μακρά και επίπονη νοσηλεία. Για δύο χρόνια έμεινε έγκλειστος στον θάλαμο 653, στον 6ο όροφο του νοσοκομείου. Το δωμάτιο του πόνου του το μετέτρεψε σε καλογερικό κελί, όπου, παρά τα επώδυνα προβλήματά του και συχνά ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, εκτελούσε με ακρίβεια τον μοναχικό του κανόνα, τις προσευχές και τις ακολουθίες του 24ώρου. Το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό τον αγκάλιασε με αγάπη και σεβασμό, διαβλέποντας στο πρόσωπό του έναν ενάρετο και άγιο άνθρωπο. Πολλοί ασθενείς πληροφορούνταν για την εκεί παρουσία του και τον επισκέπτονταν, για να πάρουν την ευλογία του και να στηριχτούν για τη δική τους περιπέτεια. Ο θάλαμός του είχε γίνει μέρος συνάξεως πολύ κόσμου, ώστε να προκαλούνται προβλήματα συνωστισμού στον όροφο. Όμως το προσωπικό του νοσοκομείου ήταν ανεκτικό, γνωρίζοντας πως η συνάντηση των ασθενών με τον άγιο Γέροντα είχε θετική επίδραση στην θεραπεία τους.

        Τις τελευταίες είκοσι δύο μέρες της επίγειας ζωής του άρχισε να επιδεινώνεται η υγεία του και όλα έδειχναν την οσονούπω κοίμησή του. Είχε πέσει σε κώμα και δεν μπορούσε πια να μιλά και να κινείται. Όλα τα ζωτικά όργανά του έπαψαν να λειτουργούν, όπως τα νεφρά, η καρδιά και το συκώτι. Οι γιατροί τον υπέβαλλαν σε αιμοκαθάρσεις με τεχνητό νεφρό, αλλά δυστυχώς ο οργανισμός του δεν ανταποκρινόταν, το αίμα του μολύνονταν κάθε δύο ώρες και έτσι έπεσε σε σηψαιμικό κώμα.

       Κοιμήθηκε ειρηνικά στις 23 Μαΐου του 1999, ημέρα Κυριακή, προκαλώντας θλίψη στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, το οποίο είχε αγαπήσει τον αγιασμένο ασθενή. Το τίμιο σκήνωμά εξέπεμπε μια σπάνια γαλήνη και φωτεινότητα, αποδεικνύοντας την αγιότητά του. 

      Μεταφέρθηκε στον ναό των Αγίων Αναργύρων του Νοσοκομείο Λοιμωδών, όπου εψάλλει τρισάγιο και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα. Η εκδημία του έγινε

γνωστή στους χιλιάδες κατοίκους του λεκανοπεδίου, που τον είχαν γνωρίσει, οι οποίοι έσπευσαν, την νύχτα της 23ης Μαΐου, για να προσκυνήσουν το τίμιο σκήνωμά του, να λάβουν την τελευταία ευλογία του και να τον αποχαιρετήσουν. Το σώμα του ήταν ζεστό, φωτεινό, μαλακό και ελαστικό, δίνοντας την εντύπωση ότι κοιμόταν και έτσι διατηρήθηκε μέχρι τέλους. Ήταν ένα θαύμα, μια επιπλέον απόδειξη αγιότητάς του.

      Την εξόδιο ακολουθία τέλεσε ο Μητροπολίτης Νικαίας κ. Αλέξιος, πλαισιωμένος από δεκάδες ιερείς και την συμμετοχή χιλιάδων πιστών. Μεταφέρθηκε για ταφή, σύμφωνα με την επιθυμία του, στον τόπο που γεννήθηκε, στην Εθιά Ηρακλείου.

      Ο πιστός λαός του Θεού, κλήρος και λαός, ο οποίος αποτελεί την συλλογική μνήμη και την έκφραση της πνοής του Αγίου Πνεύματος, θεωρούσε εξ’ αρχής ως άγιο τον Γέροντα Ευμένιο και τον τιμούσε ωσαύτως, ενώ ακόμα ζούσε. Η πίστη στην αγιότητά του συνεχίστηκε και μετά την αναχώρησή του από τον μάταιο ετούτο κόσμο. Η Εκκλησία μας έσπευσε να ικανοποιήσει την λαϊκή απαίτηση για την κατάταξή του στη χορεία των αγίων. Έτσι η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας Κρήτης, αφού εξέτασε με ακρίβεια την οσιακή ζωή του,  ζήτησε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο την αναγραφή του στο Αγιολόγιο της κατά Ανατολάς Ορθοδόξου Εκκλησίας.

       Η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αφού μελέτησε το σχετικό φάκελο και διαπίστωσε την αγιότητά του, με πράξη της, στις 14 Απριλίου 2022, τον κατέταξε στους Δέλτους των Αγίων, ορίζοντας να τιμάται η μνήμη του στις 23 Μαΐου εκάστου έτους, την ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του.

      Οι άγιοι είναι για μας τους πιστούς τα πρότυπά μας, οι πνευματικοί μας φάροι, οι ζωντανές εικόνες του Θεού στον κόσμο. Ο νεοφανής άγιος Ευμένιος υπήρξε όντως ένας φωτεινός πυρσός στην πνευματική σκοτία της πολύβουης και πολυτάραχης Αθήνας, βιώνοντας την αγιότητα και ακτινοβολώντας την σε όσους είχαν την ευλογία να τον γνωρίσουν. Ας έχουμε τις αέναες προσευχές του στο θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού!

Παρασκευή 16 Μαΐου 2025

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Όταν η πατρίδα μας βρισκόταν στη σκληρή δουλεία της τουρκοκρατίας, ο Θεός ευδόκησε να αναδεικνύονται μεγάλα πνευματικά αναστήματα, άξιοι ποιμένες και εκκλησιαστικοί ηγέτες, για να ποιμαίνουν επάξια το σκλαβωμένο Γένος μας. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Αθανάσιος ο Νέος, ο Θαυματουργός Επίσκοπος Χριστιανουπόλεως στη Μεσσηνία.

       Γεννήθηκε στην Καρύταινα της Γορτυνίας περί το 1640. Κάποιοι βιογράφοι του αναφέρουν την πληροφορία ότι γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1644. Οι γονείς του ονομαζόταν Ανδρέας και Ευφροσύνη και είχαν άλλα τρία παιδιά. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αναστάσιος Κορφηνός. Έλαβε από τους ευσεβείς γονείς του την ευλάβεια και την πίστη στο Θεό, δείχνοντας από παιδί την  κλήση του να αφιερωθεί στο Θεό και στην υπηρεσία της Εκκλησίας.

      Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε μάλλον στην γενέτειρά του και αργότερα συνέχισε τις σπουδές του στην ξακουστή σχολή της Ιεράς Μονής Φιλοσόφου στην Αρκαδία. Συνέχισε μετά ως κληρικός τις ανώτερες σπουδές του, ως κληρικός στην Κωνσταντινούπολη.

      Όταν ενηλικιώθηκε, οι γονείς του τον παρότρυναν να παντρευτεί, όμως εκείνος πρόβαλλε αντιρρήσεις, διότι έτρεφε στην ψυχή του την επιθυμία να ακολουθήσει το μοναχικό βίο. Οι γονείς του επέμειναν και μάλιστα ο πατέρας του, χωρίς να τον ρωτήσει, του διάλεξε  για  σύζυγό του μια κοπέλα από την Πάτρα, κόρη ενός πλούσιου άρχοντα, με την οποία τον αρραβώνιασε. Κατόπιν τον έστειλε, μαζί με κάποιους σέμπρους του, στο Ναύπλιο, για να αγοράσει τα απαιτούμενα, για το γάμο, χρειαζούμενα. Ο Αναστάσιος, έχοντας σεβασμό στους γονείς του, υπάκουσε και αναχώρησε για την πόλη του Ναυπλίου. 

      Βαδίζοντας για το Ναύπλιο, πέρασαν από το εκκλησάκι της Παναγίας στο Βιδόνι, κοντά στο χωριό Σύρνα, όπου ο Αναστάσιος σταμάτησε για να προσευχηθεί. Μπήκε στη μικρή Εκκλησία και με δάκρυα στα μάτια παρακαλούσε την Παναγία να του δείξει τι πρέπει να κάμει. Έφτασαν στο Ναύπλιο, ψώνισαν τα απαραίτητα για το γάμο και ήταν έτοιμοι να πάρουν το δρόμο του γυρισμού. Αλλά την προηγούμενη βραδιά της αναχωρήσεως είδε ένα παράξενο όνειρο: την Παναγία και τον Τίμιο Πρόδρομο, οι οποίοι του είπαν: «Σκεύος εκλογής και υπηρέτη του Υιού μου επιθυμώ να γίνεις, Αθανάσιε. Απέστειλε, λοιπόν, τους δούλους σου με τα νυμφικά ιμάτια προς τον πατέρα σου και ἡ κόρη ας συζευχθεί άλλον άνδρα. Εσὺ δε να πορευθείς στην Κωνσταντινούπολη, για να λάβεις ότι ο Υιός και Θεός μου ευδόκησε».

     Ο Αναστάσιος κατάλαβε ότι το όνειρο ήταν από Θεού και πήρε την απόφαση να γίνει μοναχός. Έστειλε τους δούλους στο σπιτικό του και αυτός άλλαξε δρόμο και έφυγε για την Κωνσταντινούπολη. Εκεί εκάρη  μοναχός και έλαβε το μοναχικό όνομα Αθανάσιος. Ακολούθως χειροτονήθηκε διάκονος και στη συνέχεια πρεσβύτερος.

     Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιάκωβος (1679-1682), (κατά την πρώτη του πατριαρχεία), τον εκτιμούσε πολύ και βλέποντας την πίστη του, την αφοσίωσή του στην Εκκλησία, τα χαρίσματά του και τα λοιπά προσόντα του, τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Χριστιανουπόλεως, υπέρτιμο και έξαρχο πάσης Αρκαδίας, ως διάδοχο του κοιμηθέντος Μητροπολίτου Ευγενίου (1645-1673). Η επισκοπική του χειροτονία θα πρέπει να έγινε το 1680 με 1681, όπως φαίνεται από τα υπογραφόμενα έγγραφα από αυτόν, ω μέλος της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. 

     Η έδρα της Επισκοπής του ήταν η Χριστιανούπολη, πιθανότατα η κώμη Χριστιάνοι της Μεσσηνίας. Όμως, με ασφάλεια μπορούμε να πούμε πως η πραγματική έδρα του, ήταν η πόλη της Κυπαρισσίας. 

     Ο Αθανάσιος όταν πήγε στην επισκοπή του βρήκε μια απελπιστική κατάσταση, από άποψη οικονομική, εκκλησιαστική και ηθική. Οι κάτοικοι, κάτω από την τυραννική εξουσία των τούρκων, είχαν εξαχρειωθεί και εξαθλιωθεί. Ηθικά είχαν αποκτηνωθεί και εν πολλοίς, επικρατούσε ανάμεσά τους ο νόμος της αυτοδικίας. Το ίδιο και από θρησκευτική και πνευματική άποψη, πυκνό πνευματικό σκοτάδι τους σκέπαζε. Η φιλότιμη δράση των μοναχών του Λουσίου και της Σχολής Φιλοσόφου ελάχιστα τους ωφελούσε.

     Ο ένθερμος Επίσκοπος, μόλις ενθρονίστηκε άρχισε έναν τιτάνιο αγώνα για να αντιμετωπίσει τα οξυμένα προβλήματα της επισκοπικής του περιφέρειας. Πρώτο του μέλημα η εξεύρεση ικανών ανθρώπων και ιδιαίτερα νέων να χειροτονήσει κληρικούς, για να πληρώσει τα τεράστια κενά εφημερίων. Για το σκοπό αυτό ίδρυσε σχολεία στοιχειώδους εκπαιδεύσεως για τους υποψηφίους κληρικούς, όπου διδάσκονταν ελληνική γλώσσα, χριστιανική κατήχηση και λειτουργική πρακτική. Για εξεύρεση πόρων παραιτήθηκε ο ίδιος από οποιαδήποτε εισφορά των ενοριών, για την συντήρηση του ιδίου και τη λειτουργία της Ιεράς Μητροπόλεως.

      Φρόντισε παράλληλα για την πνευματική καλλιέργεια του λαού. Ανέθεσε σε ορισμένους σχετικά μορφωμένους κληρικούς να περιοδεύουν ολόκληρη την μητροπολιτική του περιφέρεια και να κατηχούν τον λαό. Περιόδευε και ο ίδιος, διδάσκοντας το λόγο του Θεού με θέρμη και ζήλο και δίνοντας κουράγιο και ελπίδα στο λαό. Έδωσε μεγάλη σημασία στη λειτουργική ζωή, διότι πίστευε πως αυτό που έλλειπε από το λαό ήταν η θεία χάρις, η οποία λαμβάνεται μέσω της λατρείας και ιδίως των Ιερών Μυστηρίων. Ενδιαφέρθηκε για την επάνδρωση των Ιερών Μονών και την ίδρυση νέων, διότι γνώριζε πολύ καλά τον σπουδαίο ρόλο του μοναχισμού στα δύσκολα εκείνα χρόνια. Μετέβαλε τα μοναστήρια σε πνευματικές εστίες και κέντρα κοινωνικής προσφοράς προς τους κατατρεγμένους χριστιανούς. Αυτά τα μοναστήρια θα γίνουν στη συνέχεια τα εκκολαπτήρια επαναστατών και τα ορμητήρια των αγωνιστών της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας!  

     Παράλληλα επέδειξε μεγάλο κοινωνικό και εθνικό έργο. Η μακραίωνη και απάνθρωπη τουρκική δουλεία είχε εξαθλιώσει τους χριστιανούς ραγιάδες. Προσπαθούσε να βρει πόρους από τους εύπορους της περιοχής, ανακουφίζοντας τους πειναλέους και δυστυχισμένους ανθρώπους. Ιδιαίτερα βοηθούσε τις χήρες και τα ορφανά, των οποίων είχε γίνει ο στοργικός τους πατέρας. Αρωγός έγινε και για τους ανήμπορους, τους γέροντες, τους αδικημένους και τους διωκόμενους. Σε αυτόν έβρισκαν καταφύγιο, στήριξη και παρηγοριά. Όσο μπορούσε, συντηρούσε στις ψυχές των πιστών τη σπίθα της ελευθερίας, μιλώντας τους για ανθρωπιστικές αρχές και φυσικά δικαιώματα, τα οποία τα καταπατούσαν με τον πλέον βάναυσο και απάνθρωπο τρόπο οι βάρβαροι και αλλόθρησκοι κατακτητές.  

      Εκτός από τα ποιμαντικά και φιλανθρωπικά του καθήκοντα ασκούνταν και στην πνευματική του τελείωση. Προσευχόταν, νήστευε, αγρυπνούσε, μελετούσε τις άγιες Γραφές και όσα συγγράμματα Πατέρων μπορούσε να προμηθευτεί. Το αποτέλεσμα ήταν να καθαρθεί και να λάβει από το Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι, οι οποίοι έβλεπαν την ώρα της Θείας Λειτουργίας, όταν εκφωνούσε μπροστά στην Ωραία Πύλη το: «Κύριε, Κύριε επίβλεψον εξ’ ουρανού  και ίδε…», μια φλόγα σε σχήμα αστέρος να βγαίνει από το στόμα του!   

     Ποίμανε με φόβο Θεού, ζήλο και αυταπάρνηση το λογικό ποίμνιο που του ανέθεσε η Εκκλησία για είκοσι επτά χρόνια. Στα 1707, ή κατ’ άλλους στα 1708, κοιμήθηκε ειρηνικά, ύστερα από σύντομη ασθένεια. Ο λαός της εκκλησιαστικής του

περιφέρειας τον θρήνησε και τον συνόδευσε πάνδημα στην τελευταία του κατοικία, θεωρώντας τον ήδη ως άγιο. Ανάμεσα στα έτη 1710 και 1713 έγινε ανακομιδή του ιερού του λειψάνου, το οποίο βρέθηκε, στο μεγαλύτερο μέρος του, άφθορο να ευωδιάζει. Τεμάχια των λειψάνων του βρίσκονται στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας, τα οποία συχνά θαυματουργούν. Ο άγιος Αθανάσιος θεωρείται θαυματουργός. Η Εκκλησία τον κατέταξε στη χορεία των αγίων και όρισε να εορτάζεται η σεπτή του μνήμη στις 17 Μαΐου.