Στην πιο κρίσιμη στιγμή από σκοπιά ιστορική μετά τον Οκτώβρη του 1940, καλούμαστε ως πρόσωπα σε μια συνολική θεώρηση των πραγμάτων. Θεώρηση αξιακή. Αυτό θα μας επιτρέψει να σχεδιάσουμε το εθνικό μας μέλλον, να θέσουμε στόχους, να προσδιορίσουμε στρατηγικές, να ορίσουμε χρονοδιαγράμματα.
Τράπεζες και αριθμοί, κόμματα και εξουσίες δεν μπορεί να αποτελούν θεώρηση σοβαρή και αντάξια για το μέγεθος του ιστορικού χρόνου και του κόσμου των ιδεών στους οποίους ζει και αναπνέει παλλόμενη η Ελλάδα. Στα χρόνια της πολύπλευρης και βαθύτερης κρίσης που έζησε ο τόπος είναι ευκαιρία - αν όχι ανάγκη επιτακτική - να επισκοπήσουμε μέσα μας, ο καθένας στα κατάβαθα της ψυχής του και του μυαλού του θέτοντας το διακύβευμα, το δίλλημα της αμέσως επόμενης μέρας, της αμέσως επόμενης ανατολής που θα αντικρίσουν τα μάτια μας. Έχω ή είμαι;
Σαράντα χρόνια τώρα μας προσδιορίζει αυτό που έχουμε. Η ποσότητα και η επωνυμία αυτών που έχουμε αποτελεί και το συγκρίσιμο κοινωνικό μέγεθος. Μια κοινωνία σε ρυθμούς ξέφρενους με αφορμή και εφαλτήριο το χρήμα αποκτούσε όλο και πιο πολλά. «Πλουσιώτατος εστίν ο εν ελαχίστοις αρκούμενος» μας θυμίζει όμως ο Βίας, ή όπως το έχουμε ακούσει οι περισσότεροι «Πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά, αλλά αυτός που χρειάζεται λιγότερα». Το κομβικό σημείο είναι στη λέξη χρειάζομαι.
Αντιγράφω από το λεξικό των Liddel – Scott: «Χρήμα (εκ του ρήματος χράομαι), πράγμα όπερ μεταχειρίζεται τις η ου έχει χρείαν». Τα χρήματα, τα λεφτά, είναι μέσον συναλλαγής ώστε να αποκτήσουμε ότι ορίζεται ως ανάγκη. Πέραν αυτού «Ο πλούτος είναι το μεγαλύτερο κακό στους ανθρώπους. Διαφθείρει τους τίμιους και τους ωθεί σε αισχρές πράξεις. Δίδαξε στους ανθρώπους την κάθε είδους πανουργία και ασέβεια» τονίζει ο Σοφοκλής. Χωρίσαμε την κοινωνία σε αυτούς που έχουν και σε αυτούς δεν έχουν. Όσοι έχουν διαγωνίζονται για να έχουν περισσότερα και πιο επώνυμα, όσοι δεν έχουν ζουν και αναπνέουν για να αποκτήσουν. Αυτό διέφθειρε την κοινωνία, αποκαθήλωσε ότι καθαρότερο και ανώτερο παίδευσε τις γενιές των Ελλήνων μέσα από την παράδοση σε περιόδους σκλαβιάς, μέσα από την παιδεία σε χρόνους ελεύθερους. Και τώρα που μαζί με τα άλλα χάθηκαν και τα λεφτά νιώθουμε ακριβώς όπως ένιωσε ο Αδάμ αντικρίζοντας το Θεό με εκείνη την αδαμιαία του περιβολή…
Έχω ή είμαι; Θέλω να έχω ή θέλω να είμαι; Θέλω να έχω χρήματα ή να είμαι ανεξάρτητος; Να φορώ ακριβά ρούχα ή να είμαι ντυμένος με τα ρούχα της αρετής; Να έχω γρήγορο αυτοκίνητο ή «γρήγορον νούν»; Να έχω μεγάλο σπίτι ή να είμαι άνθρωπος με μεγάλη καρδιά; Να έχω γεμάτο βιογραφικό ή γεμάτη ψυχή; Να έχω αναγνωρισιμότητα ή να είμαι αναγνωρισμένος; Να έχω γυναίκα και παιδιά ή να είμαι οικογενειάρχης; Να έχω πάει στις Άλπεις ή να είμαι ελεύθερος ώστε να ταξιδεύει η καρδιά κι αυτό να μου φτάνει;
τραγουδάει ο Βασίλης Σκουλάς στο υπέροχο τραγούδι του με τίτλο «Ήλιος Θεός».
Στις εκλογές μεθαύριο το διακύβευμα δεν είναι ευρώ η δραχμή. Δεν είναι αριστερά ή δεξιά. Δεν είναι εγώ ή οι λαθρομετανάστες. Το διακύβευμα είναι εμείς οι αυτοί. Έλαχε στη γενιά μας η πιο μεγάλη απόφαση, η πιο μεγάλη πρόκληση, το πιο υψηλό καθήκον. Το κουβάρι των γεγονότων που θα ξετυλιχθεί αμέσως μετά θα ζητήσει από εμάς αποφάσεις και επιλογές που θα ορίζουν τα πάντα. Όλα ή τίποτα.
ερμηνεύει σε μια ιστορική ζωντανή ηχογράφηση ο Χρήστος Θηβαίος.
Ο μικρόκοσμος του καθενός μας, η ατομική μας εξασφάλιση, το συμφέρον μας δεν δικαιούται να ορίσει το μέλλον της προαιώνιας πατρίδας μας. Στα αθώα παιδικά μάτια των τριών πανέμορφων ανιψιών μου αντικρίζω την ευθύνη μου. Σύμφωνα με τον Καζαντζάκη «Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.»
Εδώ αναβολές δεν χωρούν, ενστάσεις δεν μπορεί να ενσκήπτουν, αδυναμίες δεν επιτρέπεται να προβάλλονται. Με καρδιά ελληνική, με ψυχή ελληνική, με πίστη Ορθόδοξη, με ήχο βυζαντινό, με χρώμα Αιγαιοπελαγίτικο, με ορίζοντα εκεί που δείχνει η κορφή του Ταϋγέτου. Το 2005 στις κατασκηνώσεις της Ταϋγέτης έγραφα:
Ευάγγελος Θεοδώρου
Βιβλιοθηκονόμος
Τράπεζες και αριθμοί, κόμματα και εξουσίες δεν μπορεί να αποτελούν θεώρηση σοβαρή και αντάξια για το μέγεθος του ιστορικού χρόνου και του κόσμου των ιδεών στους οποίους ζει και αναπνέει παλλόμενη η Ελλάδα. Στα χρόνια της πολύπλευρης και βαθύτερης κρίσης που έζησε ο τόπος είναι ευκαιρία - αν όχι ανάγκη επιτακτική - να επισκοπήσουμε μέσα μας, ο καθένας στα κατάβαθα της ψυχής του και του μυαλού του θέτοντας το διακύβευμα, το δίλλημα της αμέσως επόμενης μέρας, της αμέσως επόμενης ανατολής που θα αντικρίσουν τα μάτια μας. Έχω ή είμαι;
Σαράντα χρόνια τώρα μας προσδιορίζει αυτό που έχουμε. Η ποσότητα και η επωνυμία αυτών που έχουμε αποτελεί και το συγκρίσιμο κοινωνικό μέγεθος. Μια κοινωνία σε ρυθμούς ξέφρενους με αφορμή και εφαλτήριο το χρήμα αποκτούσε όλο και πιο πολλά. «Πλουσιώτατος εστίν ο εν ελαχίστοις αρκούμενος» μας θυμίζει όμως ο Βίας, ή όπως το έχουμε ακούσει οι περισσότεροι «Πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά, αλλά αυτός που χρειάζεται λιγότερα». Το κομβικό σημείο είναι στη λέξη χρειάζομαι.
Αντιγράφω από το λεξικό των Liddel – Scott: «Χρήμα (εκ του ρήματος χράομαι), πράγμα όπερ μεταχειρίζεται τις η ου έχει χρείαν». Τα χρήματα, τα λεφτά, είναι μέσον συναλλαγής ώστε να αποκτήσουμε ότι ορίζεται ως ανάγκη. Πέραν αυτού «Ο πλούτος είναι το μεγαλύτερο κακό στους ανθρώπους. Διαφθείρει τους τίμιους και τους ωθεί σε αισχρές πράξεις. Δίδαξε στους ανθρώπους την κάθε είδους πανουργία και ασέβεια» τονίζει ο Σοφοκλής. Χωρίσαμε την κοινωνία σε αυτούς που έχουν και σε αυτούς δεν έχουν. Όσοι έχουν διαγωνίζονται για να έχουν περισσότερα και πιο επώνυμα, όσοι δεν έχουν ζουν και αναπνέουν για να αποκτήσουν. Αυτό διέφθειρε την κοινωνία, αποκαθήλωσε ότι καθαρότερο και ανώτερο παίδευσε τις γενιές των Ελλήνων μέσα από την παράδοση σε περιόδους σκλαβιάς, μέσα από την παιδεία σε χρόνους ελεύθερους. Και τώρα που μαζί με τα άλλα χάθηκαν και τα λεφτά νιώθουμε ακριβώς όπως ένιωσε ο Αδάμ αντικρίζοντας το Θεό με εκείνη την αδαμιαία του περιβολή…
Έχω ή είμαι; Θέλω να έχω ή θέλω να είμαι; Θέλω να έχω χρήματα ή να είμαι ανεξάρτητος; Να φορώ ακριβά ρούχα ή να είμαι ντυμένος με τα ρούχα της αρετής; Να έχω γρήγορο αυτοκίνητο ή «γρήγορον νούν»; Να έχω μεγάλο σπίτι ή να είμαι άνθρωπος με μεγάλη καρδιά; Να έχω γεμάτο βιογραφικό ή γεμάτη ψυχή; Να έχω αναγνωρισιμότητα ή να είμαι αναγνωρισμένος; Να έχω γυναίκα και παιδιά ή να είμαι οικογενειάρχης; Να έχω πάει στις Άλπεις ή να είμαι ελεύθερος ώστε να ταξιδεύει η καρδιά κι αυτό να μου φτάνει;
«Και χωρίς τα φτερά δε φοβάμαι,
το γαλάζιο ζεστή αγκαλιά
στα ψηλά τα βουνά να κοιμάμαι
στο Αιγαίο να δίνω φιλιά»
το γαλάζιο ζεστή αγκαλιά
στα ψηλά τα βουνά να κοιμάμαι
στο Αιγαίο να δίνω φιλιά»
τραγουδάει ο Βασίλης Σκουλάς στο υπέροχο τραγούδι του με τίτλο «Ήλιος Θεός».
Στις εκλογές μεθαύριο το διακύβευμα δεν είναι ευρώ η δραχμή. Δεν είναι αριστερά ή δεξιά. Δεν είναι εγώ ή οι λαθρομετανάστες. Το διακύβευμα είναι εμείς οι αυτοί. Έλαχε στη γενιά μας η πιο μεγάλη απόφαση, η πιο μεγάλη πρόκληση, το πιο υψηλό καθήκον. Το κουβάρι των γεγονότων που θα ξετυλιχθεί αμέσως μετά θα ζητήσει από εμάς αποφάσεις και επιλογές που θα ορίζουν τα πάντα. Όλα ή τίποτα.
«Πώς να με κάνουν να τον δω
τον ήλιο μ’ άλλα μάτια
στα ηλιοσκαλοπάτια
μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω…
Στου βούρκου μέσα τα νερά
πια γλώσσα μου μιλάνε
αυτοί που μου ζητάνε
να χαμηλώσω τα φτερά;»
τον ήλιο μ’ άλλα μάτια
στα ηλιοσκαλοπάτια
μ’ έμαθε η μάνα μου να ζω…
Στου βούρκου μέσα τα νερά
πια γλώσσα μου μιλάνε
αυτοί που μου ζητάνε
να χαμηλώσω τα φτερά;»
ερμηνεύει σε μια ιστορική ζωντανή ηχογράφηση ο Χρήστος Θηβαίος.
Ο μικρόκοσμος του καθενός μας, η ατομική μας εξασφάλιση, το συμφέρον μας δεν δικαιούται να ορίσει το μέλλον της προαιώνιας πατρίδας μας. Στα αθώα παιδικά μάτια των τριών πανέμορφων ανιψιών μου αντικρίζω την ευθύνη μου. Σύμφωνα με τον Καζαντζάκη «Το πρώτο σου χρέος εκτελώντας τη θητεία σου στη ράτσα, είναι να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους. Το δεύτερο να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους. Το τρίτο σου χρέος, να παραδώσεις στο γιο τη μεγάλη εντολή να σε ξεπεράσει.»
Εδώ αναβολές δεν χωρούν, ενστάσεις δεν μπορεί να ενσκήπτουν, αδυναμίες δεν επιτρέπεται να προβάλλονται. Με καρδιά ελληνική, με ψυχή ελληνική, με πίστη Ορθόδοξη, με ήχο βυζαντινό, με χρώμα Αιγαιοπελαγίτικο, με ορίζοντα εκεί που δείχνει η κορφή του Ταϋγέτου. Το 2005 στις κατασκηνώσεις της Ταϋγέτης έγραφα:
Τρόμαξαν τα μάτια μου απ’ τη πληγή του κόσμου
πέθαναν τα όνειρα που έκανα μικρός
γύρισε ο άνεμος που φύσαγε πρίμος
και τώρα μανιασμένος φυσάει κι αυτός
Μα είναι ο Θεός κρυμμένη ελπίδα
σε όσα δεν είδα και θέλω να δω.
Τι κι αν φοβάμαι τι κι αν δακρύζω
ελπίζω άγγελε μου, ελπίζω
και σαν ξημερώσει κι ανοίξω τα μάτια
δυνατά θα φωνάξω πως θέλω να ζω
Άγγελε μου φύλαξε μου
όσα ελπίζω κι όσα ζω
πέθαναν τα όνειρα που έκανα μικρός
γύρισε ο άνεμος που φύσαγε πρίμος
και τώρα μανιασμένος φυσάει κι αυτός
Μα είναι ο Θεός κρυμμένη ελπίδα
σε όσα δεν είδα και θέλω να δω.
Τι κι αν φοβάμαι τι κι αν δακρύζω
ελπίζω άγγελε μου, ελπίζω
και σαν ξημερώσει κι ανοίξω τα μάτια
δυνατά θα φωνάξω πως θέλω να ζω
Άγγελε μου φύλαξε μου
όσα ελπίζω κι όσα ζω
Ευάγγελος Θεοδώρου
Βιβλιοθηκονόμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου