Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΤΡΥΦΩΝ: Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΑΓΙΟΣ ΤΩΝ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΩΝ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

       Ένας από τους ηρωικότερους μάρτυρες της αρχαίας Εκκλησίας είναι και ο άγιος Τρύφωνας ο ιαματικός. Μάλιστα για την απλότητά του και την ενασχόλησή του με την κτηνοτροφία και τη γεωργία, θεωρείται ο προστάτης άγιος των γεωργών και ιδιαίτερα των αμπελουργών.

       Γεννήθηκε στη Λάμψακο της Φρυγίας της Μ. Ασίας περί το 220 μ. Χ., από ευσεβείς γονείς, οι οποίοι του ενέπνευσαν την πίστη στον αληθινό Θεό. Η οικογένειά του ήταν πολύ φτωχή και ο ίδιος εξασκούσε το επάγγελμα του χηνοβοσκού. Όμως παράλληλα μελετούσε την Αγία Γραφή και ποθούσε να τύχει της σωτηρίας και να γίνει πολίτης της ουράνιας βασιλείας του Θεού. Χάρις στην βαθιά του πίστη και την αγνή και αγία ζωή του προικίστηκε από το Θεό να έχει το χάρισμα της θεραπείας ασθενειών και την εκδίωξη των δαιμόνων. Κάποτε έκανε περιοδεία στην Μ. Ασία ο αυτοκράτορας Γορδιανός (238-244) έχοντας μαζί του και την άρρωστη κόρη του, η οποία βασανιζόταν από φοβερό δαιμόνιο. Πληροφορήθηκε για τη δύναμη του χριστιανού Τρύφωνα, του οποίου ζήτησε τη βοήθεια. Ύστερα από θερμή προσευχή θεράπευσε την κόρη του ειδωλολάτρη αυτοκράτορα, αποδεικνύοντας τη δύναμη του αληθινού Θεού. Το θαύμα αυτό στάθηκε αφορμή να μεταστραφούν στο Χριστό πλήθος ειδωλολατρών και να εγκαταλείψουν τη λατρεία των δαιμονικών «θεών» και των ειδώλων.

     Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε σε περίοδο σκληρών διωγμών των Χριστιανών από το ρωμαϊκό κράτος. Με την παρότρυνση των αδίστακτων και σκοταδιστικών ειδωλολατρών ιερέων, των μάντεων, των μάγων, των ορφεοτελεστών και άλλων παρασίτων της ειδωλολατρικής θρησκείας, οι ρωμαϊκές αρχές καταδίωκαν με μανία εξοντώσεως τους Χριστιανούς, υποβάλλοντάς τους σε φρικτά βασανιστήρια και το θάνατο. Το 249 ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο της Ρώμης ο Δέκιος (249-251), ένας ιδιαίτερα σκληρός και απάνθρωπος ηγεμόνας. Τα σκοτεινά ειδωλολατρικά ιερατεία έπεισαν τον δεισιδαίμονα αυτοκράτορα, πως δήθεν, οι «θεοί» ήταν δυσαρεστημένοι από την παρουσία και τη δράση των Χριστιανών και γι’ αυτό δεν έδειχναν ευμένεια για το κράτος. Τον συμβούλεψαν πως για να ξαναγίνουν ευμενείς οι «θεοί», «ζητούσαν» να τους προσφέρουν θυσία όλοι οι πολίτες του κράτους! Έτσι ο Δέκιος έδωσε διαταγή να προσφέρουν θυσίες όλοι οι πολίτες, με πιστοποίηση από τις αρχές. Όποιοι θα αρνούνταν να θυσιάσουν θα θανατώνονταν με τα πιο φρικτά βασανιστήρια. Ευνόητο ότι οι Χριστιανοί αρνήθηκαν να θυσιάσουν στους δαιμονοθεούς και γι’ αυτό σύρθηκαν στα μαρτύρια μυριάδες πιστοί. Ο διωγμός επί Δεκίου είναι ο πρώτος μεγάλος διωγμός κατά των Χριστιανών, ο οποίος είχε γενικό χαρακτήρα σε ολόκληρη την αχανή αυτοκρατορία.  

      Ένας από αυτούς ήταν ο άγιος Τρύφων, ο οποίος είχε γίνει στόχος των ειδωλολατρών ιερέων της Λαμψάκου και ιδιαιτέρως του επάρχου της Ανατολής Ακυλίνου, που είχε ως έδρα του τη Νίκαια. Καταγγέλθηκε ότι αρνήθηκε να προσφέρει θυσία στα είδωλα και πως κηρύσσει τον Χριστιανισμό και μεταστρέφει ειδωλολάτρες στη νέα, μισητή γι’ αυτόν, πίστη. Διέταξε τη σύλληψή του  και τη μεταφορά του στον θηριώδη έπαρχο.

     Ο νεαρός Χριστιανός έδειξε πρωτοφανές ηρωικό φρόνημα απέναντι στους ειδωλολάτρες ανακριτές και στον ίδιο τον έπαρχο. Ομολόγησε με παρρησία την πίστη του στον αληθινό Τριαδικό Θεό και στηλίτευσε την ειδωλολατρία, ως λατρεία των δαιμόνων στα πρόσωπα των άγριων και ανήθικων «θεοτήτων» της. Δήλωσε μάλιστα με πρωτόγνωρο θάρρος πως έχει τη διάθεση να μαρτυρήσει για το Χριστό, να χύσει το αίμα του και να δώσει τη ζωή του για Εκείνον!

     Οι ειδωλολάτρες ανακριτές, κυριευμένοι από δαιμονικό θυμό, τον παρέδωσαν στους τερατώδεις δημίους να τον υποβάλλουν στα πιο σκληρά και επώδυνα βασανιστήρια, για να καμφθεί και να αρνηθεί την πίστη του. Τον κάρφωσαν σε ξύλο και τον χτυπούσαν αλύπητα και ασταμάτητα με ξύλινα σπαθιά. Ο ηρωικός μάρτυρας υπέμεινε με καρτερία τα επώδυνα βασανιστήρια και κήρυττε μεγαλόφωνα Χριστό Εσταυρωμένο και Αναστάντα. Κατόπιν προσπαθούσαν να τον μεταπείσουν με δελεαστικές προτάσεις να προσφέρει θυσία στα είδωλα. Αλλά εκείνος παρέμεινε αμετάπειστος. Τότε τον υπέβαλλαν σε νέα, πιο φρικτά και επώδυνα βασανιστήρια. Τον δένουν και τον σέρνουν στην πόλη, τον φυλακίζουν και του τρυπούν τα πόδια, τον κτυπούν με σιδερένια ραβδιά και του καίνε το σώμα με αναμμένους πυρσούς. Αλλά ο μάρτυς συνεχίζει να υπομένει με ηρωισμό τα βασανιστήρια. Ένα φωτεινό στεφάνι κατέβηκε από τον ουρανό και στάθηκε στο κεφάλι του. Το θαύμα αυτό έκανε πολλούς ειδωλολάτρες να φοβηθούν και να πιστέψουν στον αληθινό Θεό.

       Βλέποντας ο θηριώδης και σκληρόκαρδος έπαρχος Ακυλίνος ότι η καρτερία του Τρύφωνα μεταστρέφει και άλλους στον Χριστιανισμό, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Όμως πριν προλάβουν να του πάρουν το κεφάλι ξεψύχησε, παραδίνοντας στο Χριστό την αγνή και αγία ψυχή του. Οι Χριστιανοί της Νίκαιας, με φόβο και ευλάβεια, παρέλαβαν το τίμιο λείψανο του Μάρτυρα για να το ενταφιάσουν με τιμές. Αλλά ο άγιος παρουσιάστηκε σε όραμα, ζητώντας τους να μεταφερθεί το σώμα του στην πατρίδα του τη Λάμψακο, όπου θάφτηκε, επιτελώντας άπειρα θαύματα. Η μνήμη του εορτάζεται την 1η Φεβρουαρίου και τιμάται ιδιαίτερα σε πολλά μέρη της Ελλάδος. Υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες θαυμάτων και γι’ αυτό ονομάζεται ιαματικός και ανήκει στην κατηγορία των Αναργύρων Αγίων της Εκκλησία μας.  

        Ο άγιος Τρύφωνας είναι αγαπητός κυρίως στους αγρότες και ιδιαίτερα στους αμπελουργούς, των οποίων θεωρείται προστάτης άγιος. Εικονίζεται μάλιστα να βαστά κλαδευτήρι στο αριστερό του χέρι. Δεν είναι βεβαίως τυχαίο πως την εποχή αυτή γίνεται το κλάδεμα των αμπελιών και την ημέρα της μνήμης του δεν εργάζονται οι αμπελουργοί. Είναι ευλογία για μας του Χριστιανούς, το κάθε επάγγελμα να έχει τον προστάτη άγιό του!

 

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

        Σε ορισμένους μεγάλους ασκητές η Εκκλησία μας έδωσε τον τίτλο του μεγάλου, διότι, με την ξεχωριστή βιωτή τους, έγιναν τα πρότυπα του μοναχισμού. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Ευθύμιος ο Μέγας, αληθινά μεγάλος ασκητής και άγιος της Εκκλησίας μας.

         Καταγόταν από την Μελιτηνή της Αρμενίας και γεννήθηκε στα 377, στα χρόνια του αυτοκράτορα Γρατιανού (375-383) από ευσεβείς γονείς, τον Παύλο και την Διονυσία. Ήταν άτεκνοι και απέκτησαν παιδί, ύστερα από θερμές προσευχές, το οποίο αφιέρωσαν στο Θεό. Το ονόμασαν Ευθύμιο, από την ευθυμία, που ένοιωσαν με τη γέννησή του. Εμβολίασαν το νεαρό βλαστάρι τους με την πίστη στο Θεό και του δίδαξαν την ενάρετη ζωή. Αλλά και ο ίδιος υπήρξε κυριολεκτικά από κοιλίας μητρός αγιασμένος και καλεσμένος από το Θεό να Τον δοξάσει με την αγία ζωή του. Από μικρό παιδί σύχναζε στην εκκλησία, άκουγε με προσοχή τα ιερά γράμματα και δοξολογούσε ασταμάτητα το Θεό. Αυτό έκανε και σε όλη τη ζωή του, ανέπεμπε αέναη δοξολογία στο Θεό.

       Σε ηλικία τριών ετών πέθανε ο πατέρας του και η χήρα μητέρα του τον παρέδωσε στον ευσεβή επίσκοπο ΜελιτηνήςΕυτρώιο για να τον αναθρέψει και να τον μεγαλώσει. Μαζί με τους αναγνώστες Ακάκιο και Συνόδιο, που έγιναν αργότερα Επίσκοποι Μελιτηνής, τον εκπαίδευσε, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και τον κατέστησε έξαρχο των Ιερών Μονών της περιοχής του.

Στα 406, όντας 29 ετών αποφάσισε να πάει στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσει τους αγίους Τόπους, που πάτησε και έζησε ο Σωτήρας Χριστός. Παράλληλα θέλησε να γνωρίσει τους φημισμένους αγίους ασκητές της Παλαιστίνης και να ωφεληθεί πνευματικά από αυτούς. Αφού περιπλανήθηκε αρκετά κατέληξε σε ένα σπήλαιο της ΛαύραςΦαράν, όπου εγκαταστάθηκε με έναν άλλο φημισμένο ασκητή, τον Θεόκτιστο. Εκεί έζησε πέντε χρόνια, με τέλεια ακτημοσύνη, ασκούμενος στην αρετή και στην αγιότητα και εργαζόμενος, πλέκοντας ψάθες για την συντήρησή του.

         Κατόπιν φύγανε οι δύο ασκητές και εγκαταστάθηκαν κοντά σε ένα ξεροπόταμο, στην περιοχή, που σήμερα ονομάζεται Ουάντι Δαμπόρ, σε απόκρημνο σπήλαιο. Εκεί, με συνεχή προσευχή, νηστεία, αγρυπνία και ποταμούς δακρύων, ο Ευθύμιος καθάρθηκε και έφτασε σε μεγάλη ύψη αγιότητας. Η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλη την ευρύτερη περιοχή και έτσι πλήθος ανθρώπων έτρεχαν να πάρουν την ευλογία του και να τον συμβουλευτούν. Πολλοί έμειναν μαζί του και αποτέλεσαν μια ευλογημένη αδελφότητα, σε ένα πρότυπο κοινόβιο, το πρώτο που ιδρύθηκε στην Παλαιστίνη, με ηγούμενο τον Ευθύμιο, ο οποίος σύνταξε αυστηρούς κανόνες, ζητώντας από τους μοναχούς να τους εφαρμόσουν αν ήθελαν να προκόψουν πνευματικά. Όμως κάποιοι από τους μοναχούς, αδυνατούσαν να εφαρμόσουν αυτή την  αυστηρότητα και αποφάσισαν να φύγουν, προς μεγάλη λύπη του ηγουμένου και των άλλων μοναχών.

Όσοι έμειναν μαζί του γεύονταν τους πνευματικούς καρπούς από την καθοδήγηση του Ευθυμίου. Με πατρικό φρόνημα τους νουθετούσε και τους καθοδηγούσε στον προσωπικό τους αγώνα. Αλλά ευτύχησαν να γίνουν μάρτυρες άπειρων θαυμάτων, που επιτελούσε με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.Κάποτε με ελάχιστους άρτους χόρτασε περισσότερους από τετρακόσιους ανθρώπους, οι οποίοι έτυχε να τον επισκεφτούν στη Μονή του. Συχνά προσευχόταν και αποκτούσαν παιδιά στείρες γυναίκες. Άνοιγε συχνά τις πύλες του ουρανού και έβρεχε, σε καιρούς ανομβρίας και έτσι η γη έδινε πλούσιους τους καρπούς της σε ανθρώπους και ζώα.

      Ένα από τα μεγαλύτερα θαύματά του ήταν η ίαση ενός παράλυτου παιδιού κάποιου Άραβα φύλαρχου, το οποίο ονομαζότανΤερέβωνας. Ο πατέρας του

Ασπέβετος είχε ξοδέψει ολόκληρη την περιουσία του στους ονομαστούς γιατρούςτης περιοχής, αλλά το παιδί του δεν έβρισκε γιατρειά. Ένα βράδυ το άρρωστο παιδί είδε στον ύπνο του έναν μοναχό, ο οποίος του είπε: «Εγώ είμαι ο Ευθύμιος, που κάθομαι στην έρημο, δέκα μίλια ανατολικά της Ιερουσαλήμ, μέσα στο ξεροπόταμο που είναι νότια από το δρόμο που πηγαίνει στην Ιεριχώ. Αν θέλεις να θεραπευθείς, έλα σε μένα κι ὁ Θεός θα σε γιατρέψει». Το παιδί διηγήθηκε το όνειρο στον πατέρα του και εκείνος το πήγε, με την πολυπληθή συνοδεία του, στη Μονή του αγίου. Με θερμή προσευχή ο Ευθύμιος κατόρθωσε να θεραπεύσει το παιδί. Ο άραβας φύλαρχος και η συνοδεία του, ζήτησαν να κατηχηθούν και να βαπτιστούν επί τόπου, μεγάλο γεγονός για τον εκχριστιανισμό της αραβικής χερσονήσου.

      Κάποτε ένα ευλαβής μοναχός, ονόματι Δομετιανός, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, είδε να κατεβαίνειαπό τον ουρανό εκτυφλωτικό φως και να σκεπάζει τον άγιο Ευθύμιο, ο οποίος ιερουργούσε στο Ιερό Θυσιαστήριο, φανερώνοντας με αυτόν τον θαυμαστό τρόπο την αγιότητά του ο Θεός.

Η αγιότητα του Ευθυμίου συνετέλεσε τα μέγιστα για την μεταστροφή πολλών αιρετικών στη σώζουσα αληθινή ορθόδοξη πίστη, καθ’ ότι, στην ευρύτερη περιοχή υπήρχαν κοινότητες αιρετικών Μανιχαίων, Νεστοριανών και Ευτυχιανών, οι οποίοι απέρριπταν την Γ΄ και Δ΄ Οικουμενικές Συνόδους. Ακούγοντας τα κηρύγματα του αγίου Ευθυμίου και αισθανόμενοι την αγιότητά του, εγκατέλειπαν τις πλάνες τους και επέστρεφαν στην Ορθοδοξία. Μάλιστα η φήμη του Ευθυμίου έφτασε και ως τα αυτοκρατορικά ανάκτορα. Κατόρθωσε να συναντήσει την αυτοκράτειρα Ευδοκία, η οποία είχε παρασυρθεί στην αίρεση του μονοφυσιτισμού. Μετά από μακρό και πειστικό διάλογο μαζί της, και χάρις στην αγιότητά του, την μετέστρεψε και αυτή στην ορθόδοξη πίστη.

      Γράφηκαν πάρα πολλά για τον όσιο βίο του. Η φήμη του έφτασε σε όλο τον κόσμο και μάλιστα του προσδόθηκε ο χαρακτηρισμός: «μέγας φωστήρας και ήλιος της ερήμου». Η Εκκλησία του προσέδωσε τον τίτλο του Μεγάλου, διότι όντως υπήρξε μια μεγάλη ασκητική και αγία προσωπικότητα. Έφυγε από τα εγκόσμια, σε ηλικία97 ετών, στις 20 Ιανουαρίου του 473, ημέρα Σάββατο. Η μνήμη του τιμάται στις 20 Ιανουαρίου και λογίζεται ως ένας από τους κορυφαίους δασκάλους και καθοδηγητές του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους.

 

 

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ: Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

       Στις 19 Ιανουαρίου εορτάζει η Εκκλησίας μας την ιερή μνήμη ενός από τους μεγαλύτερους ομολογητές της πίστεώς μας, του αγίου Μάρκου του Ευγενικού. Μιας μεγάλης μορφής, την οποία η Θεία Πρόνοια πρόβαλλε στη συγκεκριμένη και κρίσιμη εκείνη εποχή, προκειμένου να υπερασπισθεί και να σώσει την Ορθοδοξία.

       Γεννήθηκε το 1392 στην Κωνσταντινούπολη από ευγενείς και ευσεβείς γονείς, οι οποίοι τον μεγάλωσαν και τον ανάθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Το βαφτιστικό του όνομα ήταν Εμμανουήλ. Φρόντισαν οι γονείς του να του δώσουν σπουδαία μόρφωση. Η Ιδιωτική σχολή του πατέρα του υπήρξε καθοριστική για την πνευματική του πορεία. Δυστυχώς έμεινε ορφανός με τον αδελφό του Ιωάννη, πατέρας τους πέθανε όταν ήταν ακόμη παιδί. Η μητέρα του φρόντισε να μαθητεύσει κοντά σε φημισμένους δασκάλους της εποχής του, όπως τον περίφημο Ιωάννη Χορτασμένο, τον μετέπειτα μητροπολίτη Σηλυβρίας και τον γνωστό μαθηματικό και φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό – Πλήθωνα, πριν παρεκκλίνει στον παγανισμό.

      Στην αρχή ο νεαρός Εμμανουήλ ανέλαβε τη σχολή του πατέρα του και της έδωσε αίγλη, συγκεντρώνοντας σε αυτή σπουδαίους μαθητές, όπως τον Γεώργιο Σχολάριο, μετέπειτα πρώτον οικουμενικό πατριάρχη μετά την άλωση της Πόλης. Αλλά ο θείος έρως για τη μοναχική ζωή οδήγησε τον Εμμανουήλ να εγκαταλείψει τη σχολή και τα εγκόσμια και να γίνει μοναχός, παίρνοντας το όνομα Μάρκος. Αποσύρθηκε στη νήσο Αντιγόνη στα Πριγκιποννήσια, όπου ασκήθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατόπιν εγκαταβίωσε στη Ιερά Μονή του αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων της Κωνσταντινούπολης, όπου συνέχισε την άσκησή του και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, κατόπιν πιέσεων. Απέκτησε τη φήμη του καλού πνευματικού, στον οποίο συνέρρεαν χιλιάδες άνθρωποι να ζητήσουν τη βοήθειά του. Εκεί έγραψε ο άγιος Μάρκος τα περισσότερα από τα θεολογικά και αντιαιρετικά έργα του, κυρίως εναντίον των αιρετικών Λατίνων και των αντιπάλων του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.

      Στα 1436 ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας τον διόρισε αντιπρόσωπό του στη σύνοδο που συγκλήθηκε για την ένωση των Εκκλησιών. Τον ίδιο χρόνο ο αυτοκράτορας Ιωάννης Παλαιολόγος τον ανάγκασε να δεχτεί τον χηρεύοντα μητροπολιτικό θρόνο της Εφέσου. Παράλληλα ο αυτοκράτορας τον όρισε γενικό έξαρχο της συνόδου, επειδή τον εκτιμούσε και έλπιζε ότι θα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κρίσιμη εκείνη σύνοδο. Έτσι ο άγιος Μάρκος αναγκάστηκε να ακολουθήσει την ορθόδοξη αντιπροσωπεία και τον αυτοκράτορα στην Φεράρα της Ιταλίας, όπου άρχισαν οι εργασίες της συνόδου. Πήγε με τις καλλίτερες προθέσεις έναντι των άτεγκτων παπικών, οι οποίοι άρχισαν τους εκβιασμούς για την ένωση με τους δικούς τους όρους, προκειμένου να βοηθήσουν το Βυζάντιο, το οποίο κινδύνευε από ώρα σε ώρα να πέσει στα χέρια των Οθωμανών.

     Πολλοί ορθόδοξοι είχαν παρεξηγήσει τη στάση του αγίου Μάρκου για ενδοτισμό. Αλλά γρήγορα φάνηκε η βαθιά προσήλωσή του στην Ορθοδοξία. Ο άγιος Μάρκος με σαφήνεια και κρυστάλλινο λόγο άρχισε να αναιρεί μία προς μία τις κακοδοξίες των Λατίνων, οι οποίες ήταν το εμπόδιο για την πολυπόθητη ένωση των δύο Εκκλησιών. Αυτό ενθουσίασε τους ορθοδόξους και προσωπικά τον αυτοκράτορα, ο οποίος έλπιζε ότι θα έπειθε τους αιρετικούς Λατίνους. Αντίθετα δημιούργησε αντιπάθεια και αγανάκτηση στους Λατίνους, οι οποίοι έμεναν πεισματικά αμετακίνητοι στις θέσεις τους και  άρχισαν να μεταχειρίζονται πλάγιους, σκοτεινούς και ανήθικους τρόπους να σταματήσουν τον άγιο Μάρκο. Άρχισαν να εφαρμόζουν τακτική ψευδολογιών και

συκοφαντιών. Κυκλοφόρησαν μάλιστα και φυλλάδιο με λίστα 54ων υποτίθεται αιρετικών δοξασιών των Ορθοδόξων! Η εκβιαστική και ανήθικη στάση των Λατίνων εξόργισε τους Ορθοδόξους, οι οποίοι είχαν συνταχθεί γύρω από τον άγιο Μάρκο. Ο αυτοκράτορας πίεζε να υπογραφεί η ένωση, διότι η επέλαση των Οθωμανών γινόταν πιο ασφυκτική, γι’ αυτό και κάποιοι Ορθόδοξοι δραπέτευσαν να αποφύγουν τις αφόρητες πιέσεις. Γι’ αυτό η σύνοδος μεταφέρθηκε στη Φλωρεντία για να αποφευχθούν δραπετεύσεις. Παράλληλα οι Λατίνοι άρχισαν τους ωμούς εκβιασμούς, στερώντας και αυτή την τροφή στους άτεγκτους Ορθοδόξους! Πολλοί πέθαναν από τις στερήσεις και τις κακουχίες και πολλοί αυτομόλησαν στους Λατίνους, όπως ο γνωστός επίσκοπος Νικαίας Βησσαρίων, ο οποίος αναγορεύτηκε προκλητικά καρδινάλιος! Για τον άγιο Μάρκο οι Λατίνοι διέδωσαν τη φήμη ότι τρελάθηκε και πως δεν έπρεπε να τον παίρνουν πια στα σοβαρά! Μάλιστα όταν αποκάλεσε τους παπικούς αιρετικούς απειλήθηκαν επεισόδια και κάποιοι χειροδίκησαν εναντίον του!

      Μετά από αφόρητες πιέσεις στις 5 Ιουλίου του 1439 υπογράφηκε η ένωση κατόπιν αφόρητων πιέσεων των Ορθοδόξων, οι οποίοι υπέγραψαν από το φόβο του αυτοκράτορα, σύμφωνα με τις επιταγές των παπικών. Περιχαρείς οι παπικοί πήγαν στον πάπα να του αναγγείλουν την ένωση, αλλά όταν εκείνος πληροφορήθηκε ότι δεν υπέγραψε ο άγιος Εφέσου Μάρκος, αναφώνησε: «λοιπόν εποιήσαμεν ουδέν»! Γεμάτος υπεροψία και απερίγραπτο θυμό απαίτησε από τον αυτοκράτορα να δικάσει τον άγιο Μάρκο και να τον καθαιρέσει!

       Αλλά η επιστροφή των Ορθοδόξων στην Κωνσταντινούπολη έκρυβε μεγάλη έκπληξη γι’ αυτούς. Στην προκυμαία τους περίμενε σύσσωμος ο πιστός λαός της Βασιλεύουσας, ο οποίος τους αναθεμάτιζε για την προδοσία τους να υπογράψουν την ένωση! Αντίθετα υποδέχτηκαν τον άγιο Μάρκο ως ομολογητή της Εκκλησίας!

       Ο άγιος Μάρκος μετέβηκε στην Έφεσο, όπου ποίμανε την τουρκοκρατούμενη επισκοπή του για λίγο καιρό. Οι ενωτικοί σε συνεργασία με τους τούρκους θέλησαν να τον σκοτώσουν και ο άγιος Μάρκος κατάκοπος και άρρωστος αποφάσισε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, όμως τελικά περνώντας από τη Λήμνο αναγνωρίστηκε και συνελήφθη και φυλακίστηκε για δύο χρόνια κατά διαταγή του αυτοκράτορα. Κατόπιν εγκαταβίωσε στη Μονή των Μαγγανών στην Κωνσταντινούπολη όπου έδινε τον αντιπαπικό του αγώνα. Κοιμήθηκε στις 23 Ιουνίου 1444 σε ηλικία μόλις 52 ετών. Η Εκκλησία μας τον ανακήρυξε αμέσως άγιο και ομολογητή. Η μνήμη του εορτάζεται στις 19 Ιανουαρίου.       

                   

      

 

 

ΑΓΙΟΣ ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ: Ο ΜΕΓΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

       Τα συγγραφικά έργα των ασκητών Πατέρων συγκαταλέγονται στα σπουδαιότερα κεφάλαια της χριστιανικής γραμματείας. Με την άσκηση, την προσευχή, την νηστεία και την συνεχή προσωπική κάθαρση, υπερέβησαν την πτωτική κατάσταση της φύσεώς τους, καθαρίστηκαν, φωτίστηκαν και αγιάστηκαν. Γι’ αυτό και κληροδότησαν στην Εκκλησία άφθαστα συγγράμματα σοφίας και πνευματικότητας, ασφαλείς οδηγούς για τους πιστούς όλων των εποχών. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, μια μεγάλη ασκητική και πνευματική μορφή, ο χαρακτηριζόμενος Μέγας, για τα περισπούδαστα συγγράμματά του.

        Γεννήθηκε στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου το έτος 301, από ευσεβή οικογένεια, η οποία τον ανάθρεψε με ευσέβεια και του πρόσφερε ικανή παιδεία, ώστε από τη  νεανική του ηλικία διαφάνηκε η αγιότητά του και η λαμπρή πνευματική του πορεία, μάλιστα κάποιοι τον αποκαλούσαν «παιδαριογέροντα». Αγαπούσε την αρετή και μισούσε την αμαρτία και γι’ αυτό κατόρθωσε να έχει άμεμπτο νεανικό βίο. Από μικρός ποθούσε την μοναχική και ασκητική ζωή. Έτσι όταν έγινε τριάντα ετών αποσύρθηκε στην έρημο της Νιτρίας, την μεγάλη αυτή κοιτίδα του αιγυπτιακού μοναχισμού, για να περάσει τον υπόλοιπο βίο του με άσκηση, προσευχή, μελέτη των Αγίων Γραφών και καλλιέργεια των αρετών.

       Έμεινε στην έρημο περισσότερο από εξήντα χρόνια και απέκτησε μεγάλη φήμη για την αγιότητά του και τη σοφία του. Σε ηλικία σαράντα ετών αξιώθηκε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος, όπου υπηρέτησε ως λειτουργός των κελιών της περιοχής. Υπήρξε δε για μεγάλο διάστημα μαθητής του Μ. Αντωνίου, του «καθηγητή της ερήμου», από τον οποίο διδάχτηκε τον πόλεμο κατά των παθών και την ακρίβεια της ασκητικής ζωής. Προσευχόταν αδιάκοπα και ταυτόχρονα εργαζόταν το εργόχειρό του, ώστε ο διάβολος δεν τον έβρισκε ποτέ εύκαιρο και «αργόσχολο», για να τον πειράξει και να τον προσβάλει. Αγρυπνούσε και τρέφονταν με ελάχιστη τροφή, από μουσκεμένα όσπρια και χόρτα της ερήμου. Χάρις στην πνευματική του προκοπή και την αγιότητά του αξιώθηκε του χαρίσματος της θεραπείας. Γι’ αυτό και έτρεχε πληθώρα αναξιοπαθούντων και ασθενών ανθρώπων στο ασκητήριό του για να λάβουν βοήθεια και θεραπεία. Επίσης ο Θεός τον αντάμειψε και με το χάρισμα της προφητείας. 

       Για μεγαλύτερη ησυχία και να μένει απερίσπαστος στον  πνευματικό του αγώνα, αποφεύγοντας τους πολυάριθμους επισκέπτες του, έσκαψε ο ίδιος μια μυστική υπόγεια στοά, κάτω από το κελί του. Η στοά οδηγούσε σε μια σπηλιά, την οποία είχε διαμορφώσει σε μυστικό κελί. Έτσι όταν αισθανόταν την ανάγκη της απομόνωσης και να μην τον ενοχλούν οι πολυάριθμοι επισκέπτες του, κατέβαινε στην στοά και κρύβονταν στο σπήλαιο για να μην μπορεί να τον βρει κανείς, κάνοντας απερίσπαστος τον πνευματικό του αγώνα.

       Όσο περνούσαν τα χρόνια ανέρχονταν σε ανώτερες πνευματικές καταστάσεις και αναδεικνύονταν η αγιότητά του. Μάλιστα τον θαύμαζε για τις αρετές του και ο ίδιος ο δάσκαλός του ο Μ. Αντώνιος, στον οποίο κάποτε είπε: «Ιδού, επαναπαύθηκε επί σε το Πνεύμα το Άγιον και στο εξής θα είσαι κληρονόμος των αγώνων μου».

       Αλλά ο διάβολος, ο οποίος λυσσομανούσε για την πνευματική πρόοδο του αγίου ασκητή, κατόρθωσε κάποτε να τον πειράξει με τον πειρασμό της πορνείας. Εκείνος μόλις αντιλήφτηκε την παγίδα του πονηρού, εγκατέλειψε αμέσως το κελί του και κατέφυγε σε άλλο τόπο, απόλυτα αφιλόξενο και σκληρό, μια έρημη και ελώδη περιοχή, όπου έμεινε αγωνιζόμενος κατά του δαιμονικού πάθους έξι μήνες. Εκεί τον βασάνιζαν φρικτά τα πολυάριθμα σμήνη κουνουπιών και σφηκών, τα οποία με τα

τσιμπήματα τους καταπλήγωνα όλο το σώμα του. Το μαρτύριο αυτό ήταν τρομερό. Όταν είχε γυρίσει ξανά στο κελί του, οι περίοικοι ασκητές δεν μπόρεσαν να τον αναγνωρίσουν, από τις πληγές και την παραμόρφωση του σκελετωμένου σώματός του και μόνο από τη φωνή του κατάλαβαν ότι ήταν ο Μακάριος!

        Ο άγιος ασκητής είχε αποκτήσει και μια άλλη μεγάλη αρετή, της ιεράς μιμήσεως. Κάθε φορά που αντιλαμβάνονταν ότι κάποιος αποκτούσε κάποια αρετή, παρακινούνταν από ιερό ζήλο και ήθελε να τον μιμηθεί, να προσπαθήσει και αυτός να επιτελέσει αυτό το αγώνισμα.  Έτσι όταν πληροφορήθηκε ότι οι μοναχοί της νήσου του Νείλου Ταβεννήσου, καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής δεν έτρωγαν μαγειρεμένο φαγητό, αλλά ωμά όσπρια, πήρε τη μεγάλη απόφαση να μην φάει μαγειρεμένο φαγητό για επτά ολόκληρα χρόνια! Τρέφονταν με ωμά λάχανα και όσπρια.

       Επίσης παροιμιώδης υπήρξε η ολιγάρκεια του ύπνου του. Για να καταπολεμήσει την νύστα δεν κοιμήθηκε για είκοσι χρόνια κάτω από στέγη, με αποτέλεσμα να φλέγεται ανελέητα την ημέρα από τον καυτό ήλιο και ξεπαγιάζει τα βράδια από το δριμύ ψύχος της αιγυπτιακής ερήμου.

       Λέγεται πως κάποια μέρα που καθόταν και δίδασκε στους μαθητές και επισκέπτες του ωφέλιμους πνευματικούς λόγους, είδαν ξαφνικά μια ύαινα να φέρνει στο στόμα της το νεογνό της, το οποίο είχε γεννηθεί τυφλό. Το άγριο και αιμοβόρο ζώο πλησίασε τον άγιο ασκητή και απίθωσε το άρρωστο νεογνό του στα πόδια του. Τότε ο Μακάριος το πήρε στα χέρια του, έφτυσε τα μάτια του και του χάρισε το φώς του! Η άγρια ύαινα πήρε το μωρό της και γεμάτη χαρά έφυγε τρέχοντας προς την έρημο, προς μεγάλη έκπληξη των παρόντων στο θαύμα. Τότε εκείνος τους εξήγησε πως τα πάντα, όπως και τα ζώα, είναι δημιουργήματα του Θεού και χρήζουν της συμπάθειάς μας και της φροντίδας μας. Ο άνθρωπος, ως η κορωνίδα της θείας δημιουργίας και μετέχων ταυτόχρονα του θείου και του κόσμου, ήταν ο σύνδεσμος αυτού με το Θεό και η δίοδος των ακτίστων ενεργειών Του. Όμως μετά την πτώση του έχασε αυτή την λειτουργία και γι’ αυτό υποφέρει μαζί του και ολόκληρη η υλική κτίση.   

      Υπάρχει και ένα άλλο διδακτικό περιστατικό από τη ζωή του μεγάλου ασκητού. Κάποτε περπατούσε στην έρημο, συλλογιζόμενος για την κατάσταση των ψυχών στην άλλη ζωή. Ξαφνικά βρήκε ένα ανθρώπινο κρανίο, το οποίο πήρε στα χέρια του και το ρώτησε σε ποιον ανήκει. Εκείνο του απάντησε ότι ανήκει σε ιερέα των ειδώλων και μάγο και τον παρακάλεσε να προσεύχεται για εκείνον για την ανακούφιση της ψυχής του, που βρισκόταν στην κόλαση, αποδεικνύοντας την  ορθότητα της Εκκλησίας μας να δέεται υπέρ των κεκοιμημένων, πρακτική που αρνούνται οι πλανεμένοι αιρετικοί. 

       Όμως ο μεγάλος ασκητής έμελλε στα βαθειά του γεράματα να πιεί το πικρό ποτήρι των διώξεων. Στα χρόνια του η Εκκλησία συνταράζονταν από τη φοβερή αρειανική αίρεση. Οι αιρετικοί αρειανοί, με την στήριξη της Πολιτείας είχαν ανεβάσει στους θρόνους των περισσότερων Επισκοπών ομόφρονές τους Επισκόπους, οι οποίοι καταδίωκαν με δαιμονική μανία τους ορθοδόξους. Έτσι ο αρειανός Επίσκοπος Αλεξανδρείας Λούκιος έβαλε ως στόχο του τον Μακάριο, ο οποίος μάχονταν τη φοβερή και βλάσφημη αίρεση και διαφώτιζε τους μαθητές και επισκέπτες του. Γι’ αυτό και τον εξόρισε σε μια ερημική και απομονωμένη νησίδα του Νείλου, να μη μπορεί να έχει επαφή με κανέναν.

       Ο Μακάριος υπήρξε και αυτός στύλος της Ορθοδοξίας, της μόνης σώζουσας πίστεως. Θεωρούσε την αίρεση ως χείριστη δαιμονική παγίδα και πλάνη, η οποία οδηγεί τον πλανεμένο στην καταστροφή. Κάποτε τον είχε επισκεφτεί ένας αιρετικός, ο οποίος τον προκαλούσε, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών. Εν τω

μεταξύ είχε πεθάνει ένας μοναχός και ο άγιος, ύστερα από θερμή προσευχή τον ανέστησε, προς καταισχύνη  του αιρετικού. Δίδασκε πως υπάρχουν δύο τάξεις δαιμόνων, η μία παρασύρει τους ανθρώπους σε ακατανόμαστα και τερατώδη πάθη, ατιμίες και αμαρτήματα και η άλλη, χειρότερη της πρώτης, έχει ως έργο να παρασύρει τους ανθρώπους στις πλάνες και αιρέσεις. Αυτή τη δαιμονική ομάδα στέλνει ο Σατανάς στους μάγους και στους αιρεσιάρχες.

       Στο ερημικό εκείνο νησί του μεγάλου ποταμού κοιμήθηκε ειρηνικά, σε ηλικία ενενήντα ετών, το έτος 391. Η μνήμη του τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.

       Ο άγιος Μακάριος ανήκει στους μεγάλους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας μας και τους στοχαστές. Μας διασώθηκε ένα σημαντικό μέρος του συγγραφικού του έργου, το οποίο τον κατατάσσει στους πλέον βαθυστόχαστους θεολόγους, παρά το γεγονός ότι κάποιοι αμφισβητούν τη γνησιότητα των συγγραμμάτων. Σύγχρονος ερμηνευτής του υπήρξε ο νεοφανής άγιος της Σερβικής Εκκλησίας και μέγιστος θεολόγος του 20ου αιώνος, όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς, του οποίου η διδακτορική διατριβή είχε τίτλο: «Το πρόβλημα του προσώπου και της γνώσεως κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο». Σε αυτό ο μεγάλος σύγχρονος θεολόγος αναλύει σε βάθος την υψηλή θεολογία του μεγάλου διδασκάλου της αρχαίας Εκκλησίας.   

 

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

ΜΕΓΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: Ο ΣΤΥΛΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Ελάχιστοι άνθρωποι αξιώθηκαν να λάβουν τον τίτλο του «Μεγάλου» στην ιστορία της ανθρωπότητας, διότι αυτό προϋποθέτει να υπάρξει κάποιος υπέρμετρα σπουδαίος και να προσφέρει υπέρτατες και μοναδικές υπηρεσίες σε αυτή. Ένας από αυτούς είναι και ο Μέγας Αθανάσιος, ο οποίος εκτός από τον τίτλου του «Μεγάλου» του αποδόθηκε και ο μοναδικός τίτλος «Στύλος της Ορθοδοξίας». Μελετώντας κάποιος την προσωπικότητα και το τιτάνιο έργο του, δε μπορεί παρά να συμφωνήσει με την επιλογή αυτή της Εκκλησίας μας.

      Γεννήθηκε περί το 298 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από ευσεβείς Έλληνες γονείς και ανατράφηκε με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Οι ευκατάστατοι γονείς του φρόντισαν να λάβει μια σπάνια κλασική παιδεία, η οποία άκμαζε ακόμα στην Αλεξάνδρεια. Παράλληλα φοίτησε στην περίφημη Κατηχητική Σχολή θεολογία, αναδεικνυόμενος ως ένας από τους σπουδαιότερους Πατέρες και Διδασκάλους της Εκκλησίας μας όλων των εποχών. Καθοριστική σημασία για την κατοπινή πορεία του Αθανασίου υπήρξε η γνωριμία του και η πνευματική του σύνδεση με τον μέγιστο ασκητή της Εκκλησίας μας Μέγα Αντώνιο. Κοντά του μυήθηκε στην ευσέβεια και χαλυβδώθηκε ο χαρακτήρας του να είναι αμετακίνητος και απόλυτα προσηλωμένος στην αλήθεια της Εκκλησίας. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών εισέρχεται στις τάξεις του ιερού κλήρου, ως διάκονος της αλεξανδρινής Εκκλησίας, μπαίνοντας στην υπηρεσία του γηραιού και σεβάσμιου επισκόπου Αλεξάνδρου.

       Δεν έμελλε όμως να βιώσει μια ειρηνική ιερατική διακονία, διότι κατά την χρονική εκείνη περίοδο ξέσπασε μια από τις μεγαλύτερες και πιο επικίνδυνες θεολογικές θύελλες στην ιστορία της Εκκλησίας μας, η φοβερή αίρεση του αρειανισμού. Ο πρεσβύτερος της αλεξανδρινής Εκκλησίας Άρειος δίδασκε άκρως βλάσφημες και κακόδοξες διδασκαλίες, ανατρέποντας εκ θεμελίων την διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Απέρριπτε το θεμελιώδες δόγμα της Αγίας Τριάδος, υποβιβάζοντας τον Υιό σε κτίσμα του Θεού και αρνούμενος την προσωπική υπόσταση του Αγίου Πνεύματος. Ο νεαρός διάκονος Αθανάσιος, με την ευλογία του επισκόπου Αλεξάνδρου ανέλαβε να ανασκευάσει τις βλάσφημες δοξασίες του Αρείου. Στα 325 συγκροτήθηκε η Α Οικουμενική Σύνοδος στην Νίκαια της Βηθυνίας για να συζητηθεί η αρειανική κακοδοξία και να διατυπωθεί με σαφήνεια το ορθόδοξο δόγμα. Ο διάκονος Αθανάσιος εκπροσώπησε τον Αλέξανδρο και μάλιστα ορίστηκε και γραμματείας της Συνόδου. Στις θυελλώδεις συζητήσεις με τον αιρεσιάρχη Άρειο και τους οπαδούς του, ο Αθανάσιος εξέπληξε με την ωριμότητα της σκέψεώς του, τη θεολογική του κατάρτιση και προ πάντων την ακριβή έκφραση της ορθόδοξης διδασκαλίας. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε πως ο Μέγας Αθανάσιος υπήρξε ο πρωταγωνιστής της Συνόδου και ο εκφραστής της αλήθειας της Εκκλησίας.

     Το 328 κοιμήθηκε ο επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και ο λαός απαίτησε να ανέβει στον επισκοπικό θρόνο ο Αθανάσιος, ο οποίος αποδέχτηκε την ύψιστη αυτή διακονία, διαρκούσης της αρειανικής λαίλαπας, παρά την καταδίκη της από την Α Οικουμενική Σύνοδο. Εργάστηκε σκληρά αναδιοργανώνοντας την αλεξανδρινή Εκκλησία. Επέλεξε άξιους συνεργάτες από την τάξη των ασκητών και των μοναχών, οι οποίοι είχαν αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο εκκλησιαστικό έργο. Το μεγάλο βάρος το έδωσε στην προάσπιση της ορθόδοξης πίστης και τον αντιαιρετικό αγώνα. Αυτό είχε όμως δυσμενείς εξελίξεις για τον ίδιο. Οι αρειανοί και οι άλλοι αιρετικοί της επισκοπής του κατείχαν υψηλά  κρατικά αξιώματα και οικονομική δύναμη. Κάνοντας χρήση αυτών, είχαν κηρύξει ανελέητο πόλεμο κατά του Αθανασίου και οχετούς λάσπης συκοφαντιών, οι οποίες έφταναν ως την αυτοκρατορική εξουσία της Κωνσταντινουπόλεως. Γι’ αυτό και ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μαρτυρική. Από τα

46 έτη της επισκοπικής του διακονίας τα 17 τα πέρασε στις εξορίες! Έχουν διασωθεί οι φρικτές συκοφαντίες εναντίον του από τους αιρετικούς, προς τον αυτοκράτορα. Κατηγορήθηκε ο ασκητής Αθανάσιος για δήθεν πορνεία και βιασμό γυναίκας! Κατηγορήθηκε επίσης ο ένθερμος αυτός ζηλωτής του Χριστού και ως μάγος!

      Αλλά ο Αθανάσιος υπόμενε με καρτερία τις συκοφαντίες και τις άδικες διώξεις. Την προσωπική του πίκρα και τις ατέλειωτες ταλαιπωρίες του τις προσπερνούσε με την νυχθημερόν συγγραφή θεολογικών πραγματικών και αντιαιρετικών έργων. Από τα σπουδαιότερα συγγράμματά του ξεχωρίζουμε το μοναδικό έργο του «Περί της Ενανθρωπήσεως του Λόγου», όπου αν αναπτύσσει με καταπληκτική ακρίβεια την αλήθεια της Εκκλησίας μας για το θείο πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού. Στα έργο του «Κατά Αρειανών» καταρρίπτει πανηγυρικά τις αρειανικές κακοδοξίες. Στο επίσης περισπούδαστο έργο του «Κατά Ειδώλων» καταρρίπτει το σαθρό οικοδόμημα της ειδωλολατρίας, η οποία στην εποχή του ήταν ακόμη μια μεγάλη απειλή και μια σοβαρή πρόκληση για την Εκκλησία. Συνέγραψε ακόμη το βίο του δασκάλου του Μ. Αντωνίου, καθώς και πάμπολλες επιστολές σε διάφορα εξέχοντα πρόσωπα, οι οποίες αποπνέουν σπάνιο ζήλο για την διαφύλαξη της αλήθειας της Εκκλησίας, διότι είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Αξίζει να σημειώσουμε πως με την 39η εορταστική επιστολή του ορίζεται ο λεγόμενος «κανόνας της Καινής Διαθήκης», δηλαδή ορίζονται τα 27 γνήσια βιβλία, από τα ψευδεπίγραφα (απόκρυφα) που κυκλοφορούσαν στην αρχαία Εκκλησία και έσπερναν πλάνες στους πιστούς. 

       Κατάκοπος και τσακισμένους από τους ατέλειωτους αγώνες και τις προσωπικές ταλαιπωρίες, κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου του 373. Η Εκκλησία μας τον κατέταξε στους αγίους της και τον ανακήρυξε «Μέγα» για τις μοναδικές του υπηρεσίες του προς Αυτήν. Ορίστηκε δε να συνεορτάζεται η μνήμη του στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον επίσης σπουδαίο αλεξανδρινό επίσκοπο, τον άγιο Κύριλλο, ο οποίος και αυτός έδωσε παρόμοιους αγώνες για την Ορθόδοξη πίστη.    

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου - Καθηγητού

     Οι αλεξανδρινοί Πατέρες έβαλαν και εκείνοι τη δική τους σφραγίδα στην ανάπτυξη της Θεολογίας της Εκκλησίας μας. Με κέντρο ανάπτυξης των θεολογικών σπουδών την περίφημη Κατηχητική Σχολή, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας ανέδειξε μεγάλες μορφές. Μια από αυτές είναι και ο άγιος Κύριλλος αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο κορυφαίος δογματικός θεολόγος και υπερασπιστής της Ορθοδοξίας. Αλλά και ένας από τους πλέον συκοφαντημένους Πατέρες και αγίους της Εκκλησίας μας.

     Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια περί το 378 από εύπορους γονείς και ήταν ανεψιός του πατριάρχη Θεοφίλου. Οι γονείς του φρόντισαν να του δώσουν σοβαρή μόρφωση. Σπούδασε γραμματική, ρητορική και φιλοσοφία στις ονομαστές εθνικές σχολές της Αλεξάνδρειας και τέλος σπούδασε θεολογία και βιβλικές σπουδές στην ονομαστή Κατηχητική Σχολή. Περί το 400 χειροτονήθηκε από το θείο του Θεόφιλο αναγνώστης και στη συνέχεια διάκονος και πρεσβύτερος, ο οποίος έδειξε νωρίς τα χαρίσματά του και την βαθιά προσήλωσή του στην ορθόδοξη παράδοση. 

      Το 403 συνόδευσε το Θεόφιλο προκειμένου να συμμετάσχει στην λεγομένη παρά την Δρυν Σύνοδο, η οποία καθαίρεσε τον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο. Ήταν η πρώτη ατυχής συγκυρία της ζωής του. Μετά την επιστροφή του στην Αλεξάνδρεια ένοιωσε την ανάγκη για να αναπτύξει περαιτέρω την πνευματική του ανάπτυξη και τον καταρτισμό του. Γι’ αυτό κατέφυγε στα ονομαστά μοναστήρια της Αιγύπτου, όπου υπήρχαν άγιοι ασκητές, για να πάρει από αυτούς τα πνευματικά εφόδια, τα οποία θα του ήταν απαραίτητα για την κατοπινή εκκλησιαστική του διακονία. Ο θείος του Θεόφιλος τον έστειλε στις Μονές της Νιτρίας, για να εντρυφήσει στην ευσέβεια. Έμεινε πέντε χρόνια στην Μονή του Αγίου Μακαρίου, μελετώντας την Αγία Γραφή υπό την καθοδήγηση του αγίου Σεραπίωνος.

      Στις 15 Οκτωβρίου του 412 ήρθε στην Αλεξάνδρεια για να παραστεί στην κηδεία του Θεόφιλου και να διεκδικήσει τον επισκοπικό θρόνο. Αν και η αριστοκρατία της Αλεξάνδρειας προωθούσε για τον επισκοπικό θρόνο τον Τιμόθεο, όπως και η πολιτική διοίκηση της πόλεως, εν τούτοις εξελέγη ο Κύριλλος, ο οποίος ενθρονίστηκε στις 17 Οκτωβρίου του 412 και ποίμανε την Εκκλησία της Αλεξανδρείας για 32 χρόνια.

         Η επισκοπική του διακονία δεν υπήρξε ειρηνική, διότι η μεγάλη πόλη των αλεξανδρινών ταρασσόταν από συχνές επαναστάσεις και η τοπική Εκκλησία σπαράσσονταν από αιρέσεις και σχίσματα. Στη μεγαλούπολη και πολυεθνική Αλεξάνδρεια είχαν βρει καταφύγιο υπολείμματα αρχαίων αιρετικών και σχισματικών ομάδων, όπως των αρειανών, των μαρκιωνιτών, των οπαδών του Παύλου Σαμοσατέως, των νοβατιανών, κ.α. οι οποίοι δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στους Ορθοδόξους. Ο άγιος Κύριλλος ανέπτυξε μια αξιοθαύμαστη αντιαιρετική ποιμαντική, ώστε εξουδετέρωσε στην ουσία τις αιρετικές ομάδες, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο στόχαστρο των αιρεσιαρχών.

        Προβλήματα δημιουργούσαν επίσης και οι εναπομείναντες φανατικοί ειδωλολάτρες του θνήσκοντος εθνισμού. Οι ιερείς των ειδώλων, οι μάντεις και όλα τα παράσιτα της αρχαίας θρησκείας, βλέποντας τα συμφέροντά τους να θίγονται σοβαρά από την ερήμωση των ναών και των μαντείων, καλλιεργούσαν στις αμαθείς και φανατισμένες μάζες των εθνικών μίσος και εκδίκηση κατά της Εκκλησίας και των Χριστιανών και ιδιαιτέρως κατά του επισκόπου Κυρίλλου.     

        Τέλος η πολυπληθής ιουδαϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας, συνεχίζοντας την αρχαία έχθρα προς τους Χριστιανούς, κρυβόταν συχνά πίσω από ραδιουργίες,

 εξωθώντας τους φανατισμένους ειδωλολάτρες κατά των Χριστιανών, καθώς και την πολιτική διοίκηση της πόλεως, η οποία συντάσσονταν με τους εχθρούς της Εκκλησίας.

       Ο άγιος Κύριλλος προσπαθούσε να είναι ειρηνοποιός ανάμεσα στις αντίπαλες παρατάξεις, που όμως δεν το κατόρθωνε πάντα. Μια από τις ατυχέστερες στιγμές της ποιμαντορίας του αγίου Κυρίλλου υπήρξε η δολοφονία της αλεξανδρινής φιλοσόφου Υπατίας το 416, στον οποίο αποδίδουν κάποιοι κακεντρεχείς και ανιστόρητοι ευθύνες. Αφορμή υπήρξε η ενεργοποίηση κάποιου νόμου για τη δήμευση των ιουδαϊκών συναγωγών, διότι ο ιουδαϊκός όχλος  είχε βιαιοπραγήσει κατά των Χριστιανών. Κάποιοι Ιουδαίοι προσεταιρίστηκαν τον δύστροπο Έπαρχο Ορέστη, τον οποίο έστρεψαν κατά του Κυρίλλου. Σε μια διαδήλωση άνθρωποι του Ορέστη σκότωσαν κάποιον μοναχό Αμμώνιο, με αποτέλεσμα οι Χριστιανοί να εξαγριωθούν και να κινηθούν κατά του Επάρχου. Οι Ιουδαίοι βρήκαν αφορμή και κινήθηκαν κατά των Χριστιανών, έχοντας μαζί τους πλήθος ειδωλολατρών της πόλεως, οι οποίοι, όπως είπαμε, μισούσαν τους Χριστιανούς. Σε αυτή την άγρια συμπλοκή, άγνωστο πως και από ποιους, συνελήφθη η Υπατία, η οποία δολοφονήθηκε οικτρά. Αλλά οι μόνοι που δεν είχαν λόγο να δολοφονήσουν τη φιλόσοφο ήταν οι Χριστιανοί, διότι εκείνη, εκτός από το ότι είχε μαθητές διακεκριμένους Χριστιανούς της πόλεως, όπως τον Συνέσιο επίσκοπο Πτολεμαΐδας, βρισκόταν στο στάδιο της κατηχήσεώς της και το επόμενο Πάσχα επρόκειτο να βαπτισθεί χριστιανή! Οι μόνοι που είχαν λόγο να τη δολοφονήσουν ήταν οι ειδωλολάτρες, που τη θεωρούσαν αποστάτη και οι υποκινητές της στάσεως Ιουδαίοι. Επίσης είναι ιστορικά βεβαιωμένο πως ο Κύριλλος δε φέρει ευθύνη για τη δολοφονία, διότι έλειπε από την πόλη.

       Ο άγιος Κύριλλος υπήρξε ένας από τους κορυφαίους δογματικούς θεολόγους της εποχής του, ο οποίος κατανόησε και διατύπωσε το χριστολογικό δόγμα, με απόλυτη σαφήνεια και ακρίβεια. Πρωτοστάτησε στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431), η οποία καταδίκασε τον αιρετικό Νεστόριο, ο οποίος αρνούνταν τη θεία φύση του Χριστού. Στα βαθυστόχαστα θεολογικά του συγγράμματα εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας στην αληθινή σάρκωση του Θεού Λόγου και την τέλεια ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο του Θεανθρώπου. Επίσης ο άγιος Κύριλλος είναι ο κατ’ εξοχήν θεολόγος της Θεοτόκου.

        Κοιμήθηκε στις 27 Ιουνίου του 444. Τιμάται ως άγιος και οικουμενικός διδάσκαλος από την Εκκλησία και η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Ιουνίου και στις 18 Ιανουαρίου, μαζί με τον Μ. Αθανάσιο.   

ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ: Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου -Καθηγητού

Στην κορυφή των μεγάλων ασκητών της Εκκλησίας μας βρίσκεται ο Μέγας Αντώνιος και γι’ αυτό δικαίως η Εκκλησία μας του προσέδωσε τον τίτλο του Μεγάλου, διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτέλεσε το πρότυπο του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους. Άλλωστε αποκαλείται και ως ο «καθηγητής της ερήμου», διότι θεμελίωσε τον υγιή χριστιανικό μοναχισμό και παραμένει ο δάσκαλος των κατοπινών μοναχών ως τα σήμερα.

      Την βιογραφία του έγραψε ο Μ. Αθανάσιος, ο οποίος υπήρξε μαθητής και πνευματικό του παιδί. Γεννήθηκε στην πόλη Κομά της Κάτω Αιγύπτου, κοντάστη Μέμφιδα, περί το 251 στα χρόνια του παρανοϊκού και θρησκομανή ρωμαίου  αυτοκράτορα Δεκίου (249-251), ο οποίος είχε εγείρει τον σκληρότερο, ως τότε, διωγμό εναντίον των Χριστιανών. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι πιστοί Χριστιανοί, στους οποίους χρωστούσε την ευσέβεια. Γράμματα έμαθε λίγα και ίσως να ήταν εντελώς αγράμματος, όμως είχε αποκτήσει πάμπολλες αρετές, οι οποίες απέρρεαν από την βαθιά χριστιανική του πίστη. Από μικρός είχε δείξει δείγματα αυτάρκειας, ασκητικότητας και εσωστρέφειας, ώστε διέφερε από τα άλλα παιδιά της πόλεως. Αγαπημένη του συνήθεια ήταν ακολουθεί τους γονείς του στην Εκκλησία και να παραμένει στο ναό συμμετέχοντας στις ιερές ακολουθίες και ακούγοντας τα ιερά αναγνώσματα με προσοχή.

        Στην εφηβική του ηλικία έχασε τους γονείς του και απόμειναν μόνοι με την μικρή αδελφή του, την οποία ανάλαβε την φροντίδα της. Όμως έξι μήνες μετά άκουσε στην Εκκλησία την ευαγγελική περικοπή την προτροπή του Χριστού προς τον πλούσιο νέο: «πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δοςπτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθειμοι» (Ματθ.19,21). Αισθάνθηκε ότι αυτός ο λόγος απευθύνονταν και στον ίδιο. Έτσι, συγκινημένος, πήρε τη μεγάλη απόφαση να ακολουθήσει το Χριστό. Δώρισε την περιουσία του, η οποία αποτελούνταν από 300 εύφορα κτήματα στους φτωχούς, εμπιστεύτηκε την αδελφή του σε ένα παρθεναγωγείο και ο ίδιος αποσύρθηκε έξω από το χωριό του, σε απομονωμένο κελί, μιμούμενος κάποιον σεβάσμιο ασκητή, τον οποίο θαύμαζε και ήθελε να μιμηθεί.

       Ύστερα από καιρό αποφάσισε να αποσυρθεί στην έρημο για μεγαλύτερη άσκηση και ησυχία, μακριά από κοσμικές φροντίδες και τους πειρασμούς του κόσμου. Κατά καιρούς επισκέπτονταν άλλους ερημίτες, για να αποκομίζει πλούσια πνευματική εμπειρία και να διδάσκεται την αληθινή εν Χριστώ ζωή. Ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και αγρυπνία. Έκανε σκληρή νηστεία, τρώγοντας μια φορά την ημέρα μετά τη δύση του ηλίου. Αργότερα έτρωγε κάθε δύο ή και τέσσερις μέρες μόνο άρτο, αλάτι και νερό. Δεν έμεινε ποτέ άεργος, εργαζόταν ανελλιπώς το εργόχειρό του, χάρις στο οποίο εξοικονομούσε τη λιγοστή τροφή του και τα μέσα να ελεεί τους φτωχούς. Ταυτόχρονα με το εργόχειρό του προσεύχονταν και στοχάζονταν τις θείες δωρεές για τον ίδιο και τον κόσμο. Στα διαλείμματα διάβαζε την Αγία Γραφή και άλλα ψυχωφελή αναγνώσματα. Δεν άργησε να διαφαίνεται σ’ αυτόν η αγιότητα. Οι πλησίον συνασκητές του τον αγαπούσαν και τον σέβονταν για την πίστη, την πραότητά του και την ταπείνωσή του και προσπαθούσαν να τον μιμηθούν.

       Αλλά ο πονηρός διάβολος δε μπορούσε να βλέπει μια τέτοια πνευματική προκοπή στον Αντώνιο και γι’ αυτό άρχισε τις λυσσαλέες επιθέσεις του κατ’ αυτού. Του ενέβαλε δόλιους λογισμούς να εγκαταλείψει την έρημο και να γυρίσει στον κόσμο. Του έβαζε στο νου πονηρούς λογισμούς για σαρκικές απολαύσεις και ηδονές. Κάποτε έπαιρνε τη μορφή προκλητικής γυναίκας για να τον παρασύρει στην αμαρτία. Κάποιες φορές του διαμήνυε ψευδώς ότι η αδελφή του είχε πάρει τον κακό δρόμο, ότι

δήθεν είχε γίνει πόρνη και έπρεπε να κατέβει στον κόσμο να τη σώσει. Συχνά του έβαζε σκέψεις υπερηφάνειας και φιλαργυρίας. Όμως ο Αντώνιος αντιπαρέρχονταν με

ηρωισμό όλες τις σατανικές προσβολές. Αφού είδε ο διάβολος ότι ήταν αδύνατον να τον αποσπάσει από την άσκηση και να τον παρασύρει στην αμαρτία, άρχισε να του προξενεί σωματικά άλγη και αρρώστιες, στόχο να βαρυγκωμήσει κατά του Θεού . Τις αντιμετώπισε και αυτές με καρτερία και ηρωισμό, χωρίς να βγάλει ποτέ κακό λόγο από τα χείλη του για τις δοκιμασίες του. Στο τέλος του παρουσιάστηκε ως μελαψό παιδί και του ομολόγησε την ήττα του. Κατόπιν έφυγε και δεν πείραξε ξανά τον άγιο.

     Σύχναζε σε κάποιο νεκροταφείο, όπου κοιμόταν σε κάποιον τάφο. Εκεί φιλοσοφούσε το μάταιο της εγκόσμιας ζωής και την αξία της αιώνιας ζωής. Κάποια νύχτα δέχτηκε επίθεση από πλήθος δαιμόνων, οι οποίοι τον κτύπησαν και τον άφησαν ημιθανή. Μετά ερχόταν με τη μορφή αγρίων θηρίων και θανατηφόρων ερπετών, τον οποίο απειλούσαν. Εκείνος γνωρίζοντας ότι ήταν δαίμονες, τους λοιδορούσε, με αποτέλεσμα να γίνουν άφαντοι, εκφράζοντας το θυμό τους με θορύβους, γρυλλίσματα και τρίξιμο των δοντιών τους.    

       Εκείνος συνέχιζε ακάθεκτος τον ασκητικό του αγώνα και την κάθαρση από τα πάθη του. Όμως, ο Αντώνιος έζησε στην εποχή των σκληρότερων διωγμών κατά των Χριστιανών. Επί αυτοκράτορα Μαξιμιανού (285-311) κατέβηκε στον κόσμο να στηρίξει τους αγρίως διωκόμενους Χριστιανούς. Το ίδιο έκαμε και όταν κινδύνευε η Εκκλησία από την φοβερή αίρεση του Αρείου. Κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια να στηρίξει τους Ορθοδόξους και νακαταπολεμήσει την αίρεση, αν και ήταν εκατό χρονών. Η φήμη του έφτασε ως τη Βασιλεύουσα. Ο Μ.Κωνσταντίνος αλληλογραφούσε μαζί του και τον συμβουλεύονταν.

       Κοιμήθηκε ειρηνικά το 356 σε ηλικία 105 ετών. Η μνήμη του εορτάζεται στις 17 Ιανουαρίου.

      Μας διασώθηκαν μια σειρά διδαχών του, οι οποίες εκφράζουν την γνήσια χριστιανική πνευματικότητα. Ο Μ. Αντώνιος υπήρξε ο πνευματικός καθοδηγητής του Μεγάλου Αθανασίου, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως «Στύλος της Ορθοδοξίας». Κάθε φορά που αντιμετώπιζε δυσκολίες ή διωγμούς κατέφευγε στο ερημητήριο του Μ. Αντωνίου να πάρει δύναμη από αυτόν και συμβουλές για τον αγώνα του υπέρ της σώζουσα αλήθειας της Εκκλησίας. Ο Μ. Αντώνιος ενσαρκώνει την γνήσια χριστιανική μοναχική και ασκητική ζωή.   

ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΙΩΑΝΝΙΝΟΙΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

     Οι χιλιάδες Νεομάρτυρες, οι οποίοι έδωσαν την ηρωική τους μαρτυρία στα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας, είναι ισάξιοι με τους Μάρτυρες της αρχαίας Εκκλησίας. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Γεώργιος ο εν Ιωαννίνοις.

      Γεννήθηκε στο χωριό Τσούρχλι των Γρεβενών, σημερινό «Άγιος Γεώργιος» στα 1808. Οι γονείς του, Κωνσταντίνος και Βασιλική, απλοϊκοί και φτωχοί γεωργοί, είχαν πίστη στο Θεό και βίωναν την Ορθοδοξία. Μεγάλωσαν και ανάθρεψαν το παιδί τους με ευσέβεια και προσήλωση στην σώζουσα πίστη της Ορθοδοξίας.

       Σε ηλικία 18 ετών έχασε τους αγαπημένους του γονείς και, για να ζήσει, κατέβηκε στα Ιωάννινα να εργαστεί. Προσλήφτηκε ως ιπποκόμος σε κάποιον Χατζή Αβδουλά, αξιωματικό του Εμίν Πασά,  εργαζόμενος για περίπου οκτώ χρόνια, δείχνοντας ασυνήθιστη τιμιότητα, ευγένεια και αφοσίωση, ώστε να τον εκτιμήσουν οι τούρκοι και να τον θεωρούν «δικό» τους. Μάλιστα τον αποκαλούσαν «Χασάν Αγά», ελπίζοντας ότι θα εξισλαμίζονταν.

        Στα 1836 ο Γεώργιος αρραβωνιάστηκε με μια ευσεβή Γιαννιώτισσα νέα, την Ελένη. Τότε ένας ραδιούργος χότζας της περιοχής θύμωσε, διότι είδε τον Γεώργιο να μην προτιμά και να καταφρονεί την θρησκεία του και έτρεξε αμέσως στις αρχές και τον συκοφάντησε, ότι δήθεν είχε ασπασθεί το Ισλάμ και κατόπιν επέστρεψε στην χριστιανική πίστη. Ας σημειωθεί, πως για την διδασκαλία του Κορανίου, αυτό ήταν ασυγχώρητο αμάρτημα και πως, αν δεν μεταστρέφονταν και πάλι στο Ισλάμ, έπρεπε να πεθάνει!

       Το έσυραν με βία στα ανακριτικά γραφεία και ώσπου να δικασθεί, τον έκλεισαν σε σκοτεινές και απάνθρωπες φυλακές. Ο Γεώργιος απολογήθηκε στο δικαστήριο με θάρρος, ότι κατάγεται από ευσεβή χριστιανική οικογένεια και πως ουδέποτε διανοήθηκε να αρνηθεί την πίστη του στο Χριστό. Για να αποδείξει την αθωότητά του και ζήτησε να εξετασθεί ότι δεν είχε κάνει περιτομή. Η εξέταση τον δικαίωσε και αφέθηκε ελεύθερος. Ο Γεώργιος και η Ελένη παντρεύτηκαν τον Αύγουστο ή τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς.

      Το 1837 προσλήφτηκε στη δούλεψη ενός άλλου τούρκου αξιωματούχου, του Μουσελίμη των Φιλιατών. Αλλά το Δεκέμβριο του ιδίου έτους γύρισε τα Ιωάννινα, διότι γέννησε η σύζυγός του ένα χαριτωμένο αγόρι και διότι ήθελε να παραστεί στη βάπτισή του, η οποία έγινε στις 12 Ιανουαρίου. Ο ίδιος χότζας, όταν έμαθε για τη βάπτιση του παιδιού του Γεωργίου, σκέφτηκε να επανέλθει στην συκοφαντία του, υποστηρίζοντας, πως ο Γεώργιος ευτελίζει την ισλαμική πίστη, διότι είχε όντως γίνει μουσουλμάνος και αλλαξοπίστησε για χάρη της χριστιανής Ελένης. Μάλιστα θεώρησε επιπρόσθετη προσβολή, τη βάπτιση του παιδιού του! 

      Οι τουρκικές δικαστικές αρχές έδωσαν διαταγή να συλληφθεί και να οδηγηθεί στη φυλακή και να βασανιστεί, ώσπου να αρνηθεί την χριστιανική του πίστη και να τουρκέψει. Βασανιστές τον πίεζαν και τον κακοποιούσαν να υποκύψει, αλλά εκείνος έμεινε αμετάπειστος. Ομολογούσε, με όση δύναμη είχε, την πίστη του στο Χριστό και την Ορθοδοξία. 

      Ο κλήρος και ο λαός των Ιωαννίνων, όταν έμαθαν για τη σύλληψή του, θορυβήθηκαν και έκαναν ό, τι μπορούσαν για να τον απελευθερώσουν. Μάταια εκλιπαρούσαν και προσπαθούσαν να πείσουν τις τουρκικές αρχές ότι ο Γεώργιος ήταν αθώος και ουδέποτε είχε εκφράσει την παραμικρή επιθυμία να γίνει μουσουλμάνος.

      Ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων Ιωακείμ ο Χίος, αποφάσισε να πάει στο δικαστήριο, να καταθέσει υπέρ του Γεωργίου, το οποίο έγινε την επόμενη ημέρα.

Όμως τα επιχειρήματα και τις μαρτυρίες του Μητροπολίτη δεν έγιναν δεκτά από τους τούρκους δικαστές, οι οποίοι είχαν πάρει την απόφασή τους: ή να κάμουν το Γεώργιο να αλλαξοπιστήσει, ή να τον σκοτώσουν! Με διάφορες κολακείες, προσπαθούσαν να τον πείσουν, τάζοντάς του αξιώματα, τιμές και πλούτη. Εκείνος όμως έμεινε εδραίος στην πίστη του, ομολογώντας: «Είμαι Χριστιανός!». Κατόπιν άρχισαν οι απειλές, πως αν δεν ασπάζονταν το Ισλάμ θα τον βασάνιζαν φρικτά και θα τον θανάτωναν. Όμως ο Γεώργιος δεν υπέκυπτε, και φώναζε όσο δυνατότερα μπορούσε: «Είμαι Χριστιανός!».

        Όταν διαπίστωσαν το μάταιο των προσπαθειών τους, παρέδωσαν τον Μάρτυρα στους δημίους να τον βασανίσουν, όσο φρικτότερα μπορούσαν. Τον μαστίγωσαν άγρια και ανελέητα, γεμίζοντας το σώμα του με βαθιές πληγές, στις οποίες έριχναν καυτό λάδι και κερί. Του έχωσαν στα νύχια ακίδες από καλάμια. Τον πέταξαν στο πιο υγρό και σκοτεινό μέρος της φυλακής, τοποθετώντας μια τεράστια πέτρα στο στήθος του, την οποία μόλις σήκωναν είκοσι άνδρες! Ο Γεώργιος, υπόμεινε με ηρωισμό και καρτερία τα φρικτά βασανιστήρια, φωνάζοντας: «Είμαι Χριστιανός και Χριστιανός θέλω να πεθάνω»!

        Το επόμενο Σάββατο τον οδήγησαν στον ανθύπατο Καχαγιάμπεη, ο οποίος, για τελευταία φορά τον ρώτησε αν θέλει να σώσει τη ζωή του, να αλλαξοπιστήσει. Ο Μάρτυρας ομολόγησε και πάλι την απόφασή του να πεθάνει ως Χριστιανός. Την Κυριακή οδηγήθηκε στον διοικητή Μουσταφά Πασά, ο οποίος έβγαλε διαταγή: θάνατος δι’ απαγχονισμού!  

        Στις 17 Ιανουαρίου, ημέρα Δευτέρα, ανήμερα της εορτής του αγίου Αντωνίου, διάλεξαν οι αντίχριστοι για να τον εκτελέσουν. Το απαγχόνισαν, στην αγορά του Χάνδακος, κάτω από το μεγάλο φρούριο, ενώπιον μεγάλου πλήθους φωνασκούντων μουσουλμάνων, αφήνοντας κρεμασμένο το ιερό λείψανό του τρεις μέρες, ως τις 19 Ιανουαρίου. Το διάστημα αυτό συνέβηκαν θαυμαστά φαινόμενα. Το βράδυ της 17η Ιανουαρίου ένα λαμπρό φως από τον ουρανό κατέβηκε και στεφάνωσε τον Μάρτυρα. Το φως αυτό κατέβαινε κάθε βράδυ, όσο ήταν το τίμιο λείψανο κρεμασμένο. Κατόπιν προύχοντες των Ιωαννίνων το αγόρασαν αντί 300 γροσιών και το παρέδωσαν στον Μητροπολίτη Ιωακείμ, ο οποίος με τον Μητροπολίτη Άρτης, το ενταφίασαν στη δυτική πύλη του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Αθανασίου. Ακολούθησαν πάμπολλα θαύματα.

     Η ανακομιδή του έγινε στις 25 Οκτωβρίου 1971, όπου τοποθετήθηκε στον ομώνυμο ναό, στην πλατεία Πάργης. Η μνήμη του τιμάται στις 17 Ιανουαρίου και είναι ο πολιούχος άγιος των Ιωαννίνων.