Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2022

Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση της επανέκδοσης των μεταφραστικών έργων του μακαριστού Γέροντος Ανανία Κουστένη

 ORTHODOXIA.INFO | Αναστάσιος Βόπης 



Με την παρουσία του επισκόπου Ρωγών κ. Φιλοθέου και πλήθους κόσμου πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Κυριακής η παρουσίαση της επανέκδοσης των δύο μεταφραστικών έργων του μακαριστού Γέροντος Ανανία Κουστένη «Ύμνοι Ρωμανού του Μελωδού» και «Χρονογραφία Θεοφάνους» από τις εκδόσεις «ΚΥΠΡΗΣ» στον ιερό ναό αγίου Ανδρέα Πετραλώνων.Την εκδήλωση άνοιξε ο προϊστάμενος του ναού αρχιμανδρίτης π. Σιλουανός Ιωάννου, ο οποίος αφού αρχικά καλωσόρισε τους ομιλητές και όλους τους παρευρισκομένους ανέφερε πως, “τιμούμε σήμερα τον πολυσέβαστο αοίδιμο Γέροντα Ανανία Κουστένη ως πατέρα και διδάσκαλο της εκκλησίας και ως άνθρωπο των γραμμάτων με αφορμή την επανέκδοση των δύο μεταφραστικών έργων του “Ύμνοι Ρωμανού του Μελωδού” και “Χρονογραφία Θεοφάνους” με απόδοση στη νέα ελληνική. Επιλέξαμε ως χώρο παρουσίασης της εκδήλωσης τον ιερό ναό, διότι οι μεν ύμνοι του αγίου Ρωμανού αναγιγνώσκονται στις δεσποτικές και θεομητορικές εορτές και σε κάποιες μνήμες αγίων, ο δε Θεοφάνης είναι άγιος της εκκλησίας μας και ομολογητής”.“Επιπλέον επιλέξαμε τον άγιο Ανδρέα Πετραλώνων, διότι, εδώ λειτουργούσε τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια της ιεροσύνης του ο γέροντάς μας. Με τη σημερινή παρουσίαση πραγματοποιείται η επιθυμία του αφού έξι μήνες πριν την κοίμησή του μας είχε ζητήσει να επανεκδώσουμε τα δύο αυτά μεγάλα του έργα”, κατέληξε ο π. Σιλουανός.Στη συνέχεια το λόγο πήρε η Διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κα Μαντώ Μαλάμου, η οποία εντόπισε και προσδιόρισε την κακή και την καλή μετάφραση, καθώς και τους όρους ώστε να προσδιοριστεί πότε είναι επιτυχημένη μία μετάφραση ποιητικού κειμένου και πότε όχι, δίνοντας κάποια συνοπτικά παραδείγματα από διάφορους χώρους. Μέσα από αυτό η ομιλήτρια θέλησε να φανεί το επίτευγμα του π. Ανανία που πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις όπως την άριστη γνώση της αρχαίας ελληνικής, της μεσαιωνικής, της ελληνικής και της νέας ελληνικής χωρίς ίχνος γλωσσικού πουριτανισμού, δηλαδή αμιγή γλώσσα.Όπως σημείωσε η ομιλήτρια γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός που αυτό το ήξερε ο π. Ανανίας και δούλεψε με την ψυχή του και με στιχοθεσία ώστε να καταλάβει τους ύμνους του Ρωμανού μέχρι και ο τελευταίος αγράμματος άνθρωπος. Επεσήμανε ωστόσο πως η μετάφραση είναι ο καθρέφτης της ζωής του, ο οποίος ήταν ολόκληρος θυσία για τον άνθρωπο και το Θεό. Ο Ρωμανός βρήκε έτσι το αντίστοιχό του. Στο να μεταφραστεί η ποίηση χρειάζεται να είσαι ποιητής, για να μεταφραστεί η ποίηση ενός μεγάλου αγίου πρέπει να είσαι και εσύ άγιος και ο π. Ανανίας είναι πολύ μεγάλος άγιος”, κατέληξε η κα Μαλάμου.Αμέσως μετά τη σκυτάλη έλαβε ο ομότιμος Καθηγητής Βυζαντινής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Ευάγγελος Χρυσός, ο οποίος σημείωσε πως “ο π. Ανανίας αποφάσισε να μεταφράσει την “Χρονογραφία Θεοφάνους” και να την αποδώσει στην νεοελληνική γλώσσα όχι από ιστορικό μένος αλλά γιατί ήξερε ότι η “Χρονογραφία του Θεοφάνους” όπως και οι άλλες βυζαντινές χρονογραφίες συνοδεύουν τον αναγνώστη από το παρών του στα έσχατα και είχε τη φιλοδοξία να συνοδεύσει τους ακροατές του στην πορεία προς τα έσχατα παρακολουθώντας το παρόν. Τόνισε δε ότι η χρονογραφία δεν είναι όπως οι άλλες ιστορίες, ιστοριογραφία. Αυτό το είχε καταλάβει ο Γέροντας για αυτό και η προσφορά του είναι σημαντική για το τώρα αλλά και για το αύριο”, κατέληξε.Την παρουσίαση ωστόσο έκλεισε η Φιλόλογος, Δρ. Γλωσσολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κα Δήμητρα Αγγελοπούλου, η οποία μεταξύ άλλων υπογράμμισε πως “ο π. Ανανίας υπήρξε μεγάλος διδάσκαλος του γένους που μπορούσε με τον λόγο του να διορθώσει και να ανορθώσει ολόκληρο το έθνος. Υπήρξε ο άνθρωπος του Θεού αλλά και ο λεβέντης της γης, ενώ ήταν, είναι και θα είναι για πάντα της ψυχής μας το έαρ όπου μας βρίσκει το κακό και όπου θολώνει ο νους μας.Παράλληλα προέτρεψε να διαβάζουμε τον Άγιο Ρωμανό και τον Άγιο Θεοφάνη και να συντονιζόμαστε με τις διαχρονικές και πάντα επίκαιρες ομιλίες του και τότε θα ακούμε την πιο οικεία μας στεντόρεια φωνή να μας λέει, “θα βγούμε πέρα γιατί όλα παίζονται στην αγάπη αλλά και τι αναστενάζετε κυρία μου, εδώ είμαι και εγώ, δεν με βλέπετε…”. Να σημειωθεί, ότι την εκδήλωση συντόνισε ο Θεολόγος και συγγραφέας κ. Κωνσταντίνος Μπλάθρας, ενω η παρουσίαση μεταδόθηκε ζωντανά από την Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Τηλεόραση.


Πηγή: orthodoxia.info

Η γλώσσα ως συστατικό της υπόδουλης ρωμιοσύνης

 


Θεμέλια της εθνικής συνείδησης και ενότητας των υπόδουλων Ελλήνων σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας υπήρξαν η ακλόνητη πίστη τους στην Ορθοδοξία, η ακράδαντη θέλησή τους για απελευθέρωση και η διαχρονική εθνική τους γλώσσα.
 Η Ορθοδοξία συγκροτούσε τον αξιακό τους κώδικα και νοηματοδοτούσε τη ζωή αλλά και τον θάνατο. Η θέληση τους για ελευθερία δεν τους επέτρεπε να συμβιβαστούν με μία ζωή μίζερη και υπόδουλη, ξεχνώντας το αληθινό νόημα και την αξία της. Και η γλώσσα, τους συνέδεε με το ένδοξο αρχαιοελληνικό και βυζαντινό παρελθόν και τους διαφοροποιούσε από τους κατακτητές.

Η διαπίστωση αυτή δεν αποτελεί απλώς ιστορικό συμπέρασμα αλλά προέρχεται από την επίσημη καταγραφή της θέλησης των Ελλήνων να ζήσουν ελεύθεροι, με διακριτή εθνική ταυτότητα και αναγνωρισμένη πολιτική υπόσταση. Αυτή τη θέληση κατέγραψαν τα επαναστατικά συντάγματα, από το πρώτο κιόλας χρόνο του αγώνα για ανεξαρτησία.

Ήδη από τις 15 Νοεμβρίου 1821, σε δύο διατάξεις του ψηφισμένου στα Σάλωνα της Φωκίδας Συντάγματος της Νομικής Διατάξεως της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, αναφέρεται ότι όλα τα σύμβολα των Ελλήνων είναι προπατορικά: γλώσσα, πατρίδα και η σημαία του Σταυρού[1].

Η Β΄ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος αναφέρει πως:

«Αν και όλας τας θρησκείας και γλώσσας δέχεται η Ελλάς, και τας τελετάς και χρήσιν αυτών, κατ΄ ουδένα τρόπον δεν εμποδίζει την Ανατολικήν όμως του Χριστού Εκκλησίαν και την σημερινήν γλώσσαν μόνας αναγνωρίζει ως επικρατούσας θρησκείαν και γλώσσα της Ελλάδος»[2]

Η αμφισβήτηση της συνέχειας της ελληνικής γλώσσας

Όλα τα επαναστατικά κείμενα είναι γραμμένα στη λόγια  – καθαρεύουσα γλώσσα, τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο ελληνικός λαός σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μία γλώσσα που είχε δύο μορφές -όχι δύο γλώσσες-, τη δημώδη και τη λόγια, χωρίς ποτέ να έρθει σε σύγκρουση μία προς την άλλη. Το λεγόμενο «γλωσσικό ζήτημα» εμφανίστηκε στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, υστερόβουλα, ως διγλωσσία, και προήλθε από Ευρωπαίους οι οποίοι δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να καταλάβουν πως η ελληνική γλώσσα της Τουρκοκρατίας ήταν μία φυσική εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής. Συχνά κακόβουλα, χρησιμοποίησαν την απλή γλώσσα του λαού ως αποδεικτικό στοιχείο της τέλειας διαφθοράς, κατ΄ αυτούς, της νεοελληνικής γλώσσας και συνεπώς της πλήρους αποξένωσης της Νέας Ελλάδας από το αρχαίο παρελθόν της[3].

Το γεγονός αυτό αποδεικνύει πως η γλώσσα δεν αποτελεί ένα από τα πολλά στοιχεία της εθνικής μας ταυτότητας αλλά ένα στοιχείο πρωτεύον, με πολιτιστικές, πνευματικές αλλά και πολιτικές διαστάσεις.

«Πρωτοπόρος» και πρωτοστάτης τις αλλοιώσεις της Ελληνικής προφοράς των αρχαίων ελληνικών κειμένων από τους Βυζαντινούς υπήρξε ο ιερέας Έρασμος  (1466-1536). Εκείνος είναι ο πρώτος που επίσημα αφήνει να εννοηθεί πως το Βυζάντιο δεν μπορεί να διεκδικήσει τον ρόλο του συνεχιστή του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού, καθώς –κατά τη γνώμη του- έχει αλλοιώσει τον τρόπο εκφοράς της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Το σχετικό του έργο με την –δήθεν- αποκατάσταση της ορθής προφοράς διαδόθηκε σε όλη την Ευρώπη και έμεινε γνωστή ως «ερασμική προφορά»[4].

Ο Έρασμος έχει μεγάλη σημασία και τα νεοελληνικά μας γράμματα, διότι υπήρξε η αιτία να αφυπνιστούν οι σημαντικότεροι λόγιοι του Νέου Ελληνισμού με κοινό σκοπό την αποκατάσταση της αλήθειας.

Ο Νεόφυτος Δούκας (1760-1845), ο Αθανάσιος Χριστόπουλος (1772-1847) και ιδιαιτέρως ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων (1780-1857), ο όποιος γράφει ειδικό βιβλίο προκειμένου να προφυλάξει τους Ρώσους σπουδαστές της Ελληνικής από την «ερασμική αίρεση» και να διατηρήσει την σωστή εκφορά πολλών ιερών ονομάτων και τα ονόματα όλων σχεδόν των Αγίων της Εκκλησίας[5]. Γράφει πολύ χαρακτηριστικά:

«Οι λεγόμενοι Ερασμίτες Ελληνιστές Γερμανοί και Άγγλοι και Γάλλοι και άλλοι άλλων της Ευρώπης Εθνών απαγγέλουσι τα Ελληνικά κατά την ερασμιακή προφορά ενώ την δική μας προφορά της Ελληνικής αποκρούουν ως αποδιοπομπαίον τράγο και την αποσκορακίζουν, ως τελείως πλαστή, κίβδηλη και εντελώς κατεστραμμένη»[6].

Και αλλού:

«Επαινούσι τους παλαιούς, με σκοπόν να λοιδωρήσωσι τους νεώτερους Έλληνας. Ας εξετάσουν οι κατήγοροι αν άλλο έθνος κατατρυχώμενο αδιάκοπα και από εσωτερικούς τυράννους και από εξωτερικούς ψευδαδελφούς μπόρεσε να κρατήσει τον τράχηλο ορθό και να ζητεί μόνο του τα μέσα θεραπείας και συμφορών του καθώς οι Έλληνες»[7].

Ο Κερκυραίος διαφωτιστής Σπυρίδων Κόνδος (1770-1833), τιμημένος από τον Ναπολέοντα και πρωτοδίκης στη Λευκάδα, ξιφουλκεί κατά των δήθεν ενδιαφερομένων για την καθαρότητα της ελληνικής γλώσσης, αποκαλύπτοντας τους ως τους χειρότερους των μισελλήνων και χαρακτηρίζοντάς τους ως δηλητηριώδεις όφεις, μισθοφόρους ανθελληνικών συμφερόντων, ευγνωμονώντας όμως συγχρόνως τους γνήσιους φιλέλληνες[8].

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση του Παναγιώτη Κοδρικά (1762-1827), Αθηναίου λόγιου, γραμματικού του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσου και μεταφραστή και διερμηνέα του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας. Ο Κοδρικάς κλήθηκε να ανασκευάσει την θεωρία του ακαδημαϊκού Ελληνιστή Bonamy, ο οποίος υποστήριζε ότι πολλές από τις νεοελληνικές εκφράσεις προέρχονται από την γαλλική γλώσσα και πως η γλώσσα των σύγχρονων Ελλήνων μορφοποιήθηκε πρώτα πάνω στη γαλλική και την ιταλική[9].

Ο σημαντικότατος αν και εν πολλοίς άγνωστος αυτός λόγιος, με σοβαρότατα επιχειρήματα κατέληξε πως η σύγχρονη ελληνική γλώσσα δεν είναι παρά η νέα μορφή της αρχαίας κοινής διαλέκτου και είναι έργο πολλών αιώνων, προερχόμενη από στοιχεία της αιολικής, δωρικής, ιωνικής και αττικής διαλέκτου. Παραδέχτηκε την ανάμειξη στοιχείων βαρβαρικών διαλέκτων, διαχώρισε όμως τις τέσσερις γλώσσες που μιλά ολόκληρο το ελληνικό έθνος: Την εκκλησιαστική, την πολιτική των κρατικών υπαλλήλων, την εμπορική και την λόγια ή φιλολογική.

Όλη η γνώση, όλη του η προσφορά αλλά και όλη του η πατριωτική φλόγα συμπυκνώνεται στην αφιέρωση που έγραψε σε ένα άλλο βιβλίο του[10], το οποίο προσέφερε στον αυτοκράτορα της Ρωσίας Αλέξανδρο τον πρώτο. Εκεί ο Κοδρικάς υπογραμμίζει ότι το δόγμα της Αγίας Θρησκείας διαδόθηκε στον κόσμο με την ελληνική γλώσσα, τη θεία αυτή η γλώσσα, που ενώνει τον άνθρωπο με το Θεό και είναι αδιαχώριστη από τη χριστιανική θρησκεία και προσθέτει: «Το Ελληνικό Έθνος ανάμεσα στις πιο σκληρές μετάπτωσης της τύχης, μπόρεσε να διατηρήσει την ακεραιότητα του και το όνομά τους έθνος με το να διαφυλάξει τη θρησκεία του και τη γλώσσα του. Χωρίς τη μία ή την άλλη, το Έθνος θα είχε πάψει να υπάρχει»[11].

 

 

Παραπομπές:
[1] Τμ. Γ΄, Κεφ. Α΄, άρθρο β΄, Βλ. Γ. Καρελλάς, Συνταγματική Ιστορία της Ελλάδος. Ελληνικά πολιτεύματα από της εποχής του ρήγα μέχρι σήμερον 1798-1975. Ιστορική και κριτική έρευνα επί τη βάσει ανεκδότων αρχείων και πιστών πρωτοτύπων, Αθήνα 1975, 266.
[2] Τμ. Α΄, Κεφ. Α΄, άρθρ. κστ΄, Βλ. Καρελλάς, όπ. π., 256.
[3] Μαρίας Μαντουβάλου, Η διαχρονική γραπτή και προφορική ελληνική γλώσσα, ως σταθερό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας του τουρκοκρατούμενου και επαναστατημένου ελληνορθόδοξου Γένους, και ως αναιρετικό των αμφισβητήσεων της ελληνικής εθνικής συνέχειας. Πρωτογενείς μαρτυρίες» στο Ορθόδοξη Εκκλησία και διαφύλαξη της εθνικής ταυτότητας. Νεομάρτυρες, Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, επαναστατικά κινήματα,  Πρακτικά Γ΄ Συνεδρίου,  Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκδ. ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ, 58-59.
[4] Εράσμου, Διάλογος περί της ορθής προφοράς του λατινικού και του ελληνικού λόγου, Εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια στο έργο «De recta Latini Graecique sermonis pronuntiatione dialogus», από τον Νίκο Πετρόχειλο, Αθήνα 2000.
[5] Περί της γνησίας προφοράς της Ελληνικής Γλώσσης. Βιβλίον Συνταχθέν υπό του Οικονόμου Κωνσταντίνου Πρεσβυτέρου, του εξ Οικονόμων γενεαλογουμένου. Ετυπώθη δαπάνη της Αδελφότητος των Ζωσιμάδων. Εν Πετρουπόλει 1830.
[6] Όπ. π., 2.
[7] Όπ. π., 418, 419, 421.
[8] Ανέκδοτο χειρόγραφο που βρίσκεται στην κατοχή της Μαρίας Μαντουβάλου, όπως αναφέρει  η σχετική υποσημείωση 15 στο παραπάνω άρθρο της, 63.
[9] Observations sur l’ opinion de quelques Hellenistestouchant le grec modern, par P. Codrika Athenien, A Paris, de l’ imprimerie Allemande de Kramer, An XII (1803).
[10] Μελέτη της Κοινής Ελληνικής Διαλέκτου παρά Παναγιωτάκη Καγκελλαρίου Κοδρικά του εξ Αθηνών, πρώην Μεγάλου Γραμματικού της Αυθεντείας Βλαχίας και Μολδαυίας. Εκδοθείσα φιλοτίμω δαπάνη των ευγενών και φιλογενών Αλεξάνδρου Πατρινού και αδελφών Ποστόλακα. Τόμος Α. εν Παρισίω, εκ της τυπογραφίας, Ι.Μ. Εβεράρτου, ΑΩΠΗ (1818).
[11] Όπ. π., χ.α., προσφώνηση στον Τσάρο Αλέξανδρο Α΄.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΙΚΟΝΙΟΥ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ ΠΑΤΕΡΑΣ

 

  ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού     

     Ο  4ος μ. Χ. αιώνας θεωρείται ως  ο χρυσός αιώνας της Θεολογίας της Εκκλησίας μας. Πρωταγωνιστές οι Καππαδόκες Πατέρες, οι οποίοι όχι μόνο σφράγισαν με τις προσωπικότητές του και το έργο τους την ταραγμένη εποχή τους, αλλά σημάδεψαν με το έργο τους την κατοπινή πορεία της ανθρωπότητας. Σε μια εποχή έντονων θεολογικών ζυμώσεων, απέτρεψαν τη νόθευση της γνήσιας εκκλησιαστικής παράδοσης και αποκρυστάλλωσαν τη σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας μας.

      Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Αμφιλόχιος επίσκοπος Ικονίου, εφάμιλλος του Μ. Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου Νύσσης και του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Γεννήθηκε στην Καισάρεια το 344. Οι γονείς του ονομαζόταν Αμφιλόχιος και Λιβύη. Ήταν επίσης αδελφός της Θεοδοσίας, μητέρας της περίφημης διακόνισσας αγίας Ολυμπιάδας και εξάδελφος του αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού. Σπούδασε στις ονομαστές σχολές της Καισάρειας και άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου στην Κωνσταντινούπολη από το 364 έως το 370.

     Αλλά η βαθιά πίστη του στο Χριστό τον οδήγησε νωρίς στην απόφαση να αφιερωθεί στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Άφησε το επικερδές του επάγγελμα, ντύθηκε το μοναχικό ένδυμα και αποσύρθηκε στην έρημο Οζίζαλα της Καππαδοκίας για να ασκηθεί και να καθαρθεί με νηστεία, προσευχή αγρυπνία και δάκρυα. Εκεί έζησε τρία χρόνια, από το 370 έως το 373.  

      Το 373 κοιμήθηκε ο επίσκοπος Ικονίου Ιωάννης. Ο Αμφιλόχιος είδε ένα όραμα, με το οποίο καλούνταν από το Θεό να ποιμάνει την χηρεύουσα επισκοπή. Ο ταπεινός ασκητής όμως δεν αποδέχτηκε αρχικά την θεϊκή πρόσκληση, φοβούμενος ότι ήταν δαιμονική παγίδα. Ακολούθησε και δεύτερη οπτασία, όπου ένας άγγελος του διαμήνυσε τη θεία βουλή και για να τον πείσει, τον οδήγησε στο ναό να συμπροσευχηθούν. Εκεί συνάντησε επτά επισκόπους, των γύρω επισκοπών, οι οποίοι είχαν δει και αυτοί το ίδιο όραμα. Με την ψήφο όλων εκλέχτηκε και χειροτονήθηκε επίσκοπος Ικονίου το 373.

      Η επισκοπική του διακονία υπήρξε θαυμαστή. Ποίμανε την τοπική Εκκλησία θεάρεστα. Με την ρητορική του δεινότητα κήρυττε συνεχώς και έτρεφε πνευματικά τα λογικά του πρόβατα που του εμπιστεύτηκε ο Θεός. Απέκτησε κύρος και φήμη ώστε του επέτρεπε να διευθετεί προβλήματα που ανέκυπταν και σε όμορες επισκοπές. Παρενέβαινε με πνεύμα διάκρισης και σοφίας διασφαλίζοντας την ειρήνη και ορθοτομώντας το λόγο της αληθείας. Ο φίλος του Μ. Βασίλειος σε επιστολή του φανερώνει τη λαμπρή ηθική και πνευματική φυσιογνωμία του Αμφιλοχίου. Τον παρακαλεί να παραστεί στην τιμητική γιορτή υπέρ των μαρτύρων της Καισαρείας, για να αποβεί αυτή σεμνότερη, διότι ο λαός της Καισαρείας τον αγαπά, όσο κανένα άλλο επίσκοπο.

      Συντάσσει σπουδαία θεολογικά έργα, μέσω των οποίων εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας και στηλιτεύει τις κακόδοξες διδασκαλίες, οι οποίες ήταν σε φοβερή έξαρση την εποχή εκείνη και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Ιδιαιτέρως σε έξαρση ήταν η αίρεση του Αρείου, της οποία οι ψευδεπίσκοποι είχαν καταλάβει τις περισσότερες επισκοπές της Ανατολής, με την ανοχή και τη βοήθεια των αρειανόφρονων αυτοκρατόρων. Ο ίδιος ο Αμφιλόχιος υπέφερε τα πάνδεινα από τους διωγμούς των αρειανών της περιοχής του.

        Την ίδια εποχή δύο εξίσου επικίνδυνοι αιρεσιάρχες ο Μακεδόνιος και ο Ευνόμιος έκαναν την εμφάνισή τους και απειλούσαν την αλήθεια της Εκκλησίας, με τις κατά του Αγίου Πνεύματος κακοδοξίες τους. Μετέβη ο Αμφιλόχιος στην Κωνσταντινούπολη, όπου έπεισε τον Μ. Θεοδόσιο να στηρίξει την Εκκλησία. Για το

λόγο αυτό συγκλήθηκε από τον αυτοκράτορα η Β΄ Οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη το 381, στην οποία έλαβε μέρος και ο άγιος Αμφιλόχιος, μαζί με άλλους 149 θεοφόρους Πατέρες, στην οποία αποκρυσταλλώθηκε το ορθόδοξο δόγμα και συμπληρώθηκε το Σύμβολο της Πίστεως. Η συμβολή του αγίου Αμφιλοχίου υπήρξε καθοριστική στις εργασίες της Συνόδου, όπου ο θεοφόρος και μορφωμένος επίσκοπος κατόρθωσε να αποδείξει τις πλάνες των αιρεσιαρχών. Ως ευγνωμοσύνη προς αυτόν ο Θεοδόσιος αποφάσισε να κτίσει δύο περίλαμπρους ναούς στο Ικόνιο, το ναό της Αγίας Σοφίας και του Βαπτιστού Ιωάννου.

       Ο Αμφιλόχιος επέστρεψε στην επισκοπή του όπου εργάστηκε δραστήρια, ξεριζώνοντας τις κακοδοξίες. Έζησε μια αγία ζωή και κοιμήθηκε ειρηνικά το 394. Η κηδεία του υπήρξε πάνδημη και η αγιότητά του δεν άργησε να φανεί με θαύματα που γινόταν στον χαριτόβρυτο τάφο του. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Νοεμβρίου.

       Ο άγιος Αμφιλόχιος έχει τη δική του συμβολή στην ανάπτυξη της Θεολογίας της Εκκλησίας μας, σε μια εποχή που ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες πάσχιζαν να  νοθεύσουν τη γνήσια εκκλησιαστική παράδοση. Μαζί με τους φίλους του Μ. Βασίλειο και Γρηγόριο Νύσσης, καθώς και τον εξάδελφό του άγιο Γρηγόριο Θεολόγο, αποτελούν τις τέσσερις μεγάλες και μοναδικές χαρισματικές προσωπικότητες, οι οποίοι κλήθηκαν από το Θεό να θεμελιώσουν το ορθόδοξο δόγμα σε μια δύσκολη ιστορική περίοδο, διότι η αλήθεια της Εκκλησίας μας είναι συνώνυμη με τη σωτηρία. Εξέφρασαν με ακρίβεια  την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας, γι’ αυτό χαρακτηρίζονται ως θεοφόροι και χαρακτηρίζονται ως οι αυθεντίες της Θεολογίας μας.

       Εκτός αυτού η συμβολή, τόσο του αγίου Αμφιλοχίου, όσο και των άλλων τριών Καππαδοκών Πατέρων, υπήρξε καθοριστική για την ομαλή μετάβαση της ανθρωπότητας από τον καταρρέοντα και ημιθανή αρχαίο κόσμο στη νέα εύρωστη χριστιανική εποχή. Μόνο αυτοί μπόρεσαν να διακρίνουν τις όποιες αξίες του παρελθόντος, τις εναρμόνισαν, τις ενέταξαν και τις διέσωσαν στο νέο πνευματικό μέγεθος, τον Χριστιανισμό και θεμελίωσαν έτσι τον απαράμιλλο ελληνοχριστιανικό πολιτισμό, τη βάση του συγχρόνου παγκόσμιου πολιτισμού. Αντίθετα μ’ αυτούς, άλλοι σύγχρονοί τους, όπως ο ανεδαφικός παγανιστής Ιουλιανός, προσκολλημένοι δουλικά στο νεκρό προχριστιανικό παρελθόν, δε μπόρεσαν να δουν τη ροή της ιστορίας,  προβάλλοντας στείρα αντίσταση, με αποτέλεσμα την οικτρή αποτυχία τους και τον διαχρονικό στιγματισμό της ουτοπικής τους προσπάθειας! 

 

Τρίτη 22 Νοεμβρίου 2022

ΔΙΔΑΧΕΣ ΚΑΙ ΝΟΥΘΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΣΑΛΙΚΗ

 


«Αγώνας, προσευχή, πίστη. Να ’χουμε ταπείνωση, σεμνότητα, τιμιότητα».

«Η δύναμη του Θεού είναι πολύ μεγάλη. Η προσευχή, πάντα κάνει καλό».

«Ό,τι κάνομε, να το κάνωμε για τον Θεό και όχι για την κενοδοξία».

«Ο Θεός δέχεται την λίγη νηστεία που γίνεται με ταπείνωση».

«Να έχης την ελπίδα σου στον Θεό. «Ο άνωθεν Κύψας βλέπει». Εμείς θα κάνωμε το ανθρώπινο, την προσπάθεια».

«Όταν εξομολογώ, κάνω προσευχή να κρατάω τα καλά και τα άσχημα να τα διώχνω. Αν ακούμε κάτι άσχημο, αμέσως να το διώχνωμε. Aπό το ένα αυτί να μπαίνουν (τα άσχημα) και από το άλλο να βγαίνουν».

«Να ζούμε πνευματική ζωή, να υπακούωμε στον Πνευματικό, να εξομολογούμεθα, να κοινωνούμε τακτικά και το κυριώτερο ν’ αποφεύγωμε την κατάκριση. Να μελετάμε πνευματικά βιβλία, Αγία Γραφή, Ψαλτήρι και ν’ ακούμε πάντα ωφέλιμες και πνευματικές συζητήσεις».

«Χρειάζεται πολλή προσοχή, γιατί οι ημέρες μας είναι δύσκολες. Να μένωμε στην προσευχή και στην υπακοή. Να αγωνιζώμαστε».

«Για κάθε τι πειρασμικό που σε αναστατώνει ψυχολογικά, ρίχτα πίσω. (Και έκανε και την ανάλογη κίνηση-χειρονομία). Να κυλούν οι μέρες μας με ηρεμία και πραότητα».

«Εσύ μην στενοχωριέσαι, μην τα βάζης μέσα σου και στενοχωριέσαι. Οι στενοχώριες τρώνε τον άνθρωπο. Εμένα οι στενοχώριες με φάγανε, αρρώστησα από την καρδιά και τα άλλα».

«Εσύ θα δέσης την ψυχή σου στον βράχο της πίστεως. Όσα κύματα κι αν έρχωνται, θα σπάνε εκεί πάνω στον βράχο της πίστεως και θα κατανικώνται όλα τα εμπόδια».

«Να κάνης μεγάλη υπομονή και να μην στενοχωριέσαι, διότι είσαι άνθρωπος ευαίσθητος και γι’ αυτό έχετε προβλήματα υγείας. Να κάνης την καρδιά σου βράχο για να ανθέξης. Ο Θεός δεν θα σ’ αφήση, θα σε ενισχύση και θα σ’ ευλογή. Χαίρομαι που σκέπτεσαι για την ψυχή σου και μεριμνάς για την αιώνιον ζωήν. Ό,τι δύναμαι κάνω για σας και την οικογένειά σου, δεήσεις, θείας Λειτουργίας και προσευχάς». (Απόσπασμα επιστολής του).

«Ο Θεός δίνει και δοκιμασίες. Η αγάπη του Χριστού δοκιμάζει τους ανθρώπους».

«Να έχετε προσευχή, υπομονή και επιμονή για όλα. Να κοινωνάτε ταχτικά. Να διαβάζετε συνέχεια το Ψαλτήρι, Παράκληση και Χαιρετισμούς της Παναγίας».

Από το βιβλίο, ο «Όσιος Ιάκωβος, Διηγήσεις, νουθεσίες, μαρτυρίες» των εκδόσεων Ενωμένη Ρωμηοσύνη

ΑΓΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΙΠΟΥ Ο ΝΕΟΣ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

        Η Φραγκοκρατία (1204 – 1489) είναι μια σκοτεινή και συνάμα τραγική εποχή για την Εκκλησία και το Γένος μας. Οι βάρβαροι Φράγκοι, αιρετικοί χριστιανοί, παρακινούμενοι και χρηματοδοτούμενοι από τον αιρετικό παπισμό, ο οποίος είχε μεταλλαχτεί σε εγκόσμιο οργανισμό, στράφηκαν στην Ορθόδοξη Ανατολή και με τις γνωστές σταυροφορίες, ιδιαίτερα την Δ΄ Σταυροφορία (1204), κατέλυσαν με απίστευτη βία το βυζαντινό κράτος. Έργο τους ήταν, με διωγμούς, να επιβάλλουν την παπική εξουσία και τις δυτικές κακοδοξίες στους ορθοδόξους πιστούς. Την εποχή αυτή αναδείχτηκαν αρκετοί άγιοι ομολογητές, οι οποίοι αντέδρασαν στην παπική βία και έδωσαν τη ζωή τους για την Ορθόδοξη Πίστη. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Άνθιμος Μητροπολίτης Αθηνών και Ευρίπου, ο ομολογητής.

      Δε γνωρίζουμε πολλά στοιχεία για τη ζωή του και είναι ένας σχετικά άγνωστος, άγιος της Εκκλησίας μας, αλλά σημαντικός, διότι σύνδεσε τη ζωή του με την υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, την οποία επιβουλεύονταν οι αιρετικοί δυτικοί κατακτητές. Γεννήθηκε στην Κρήτη, στις αρχές του 14ου αιώνα. Για κάποιους λόγους, που αγνοούμε, βρέθηκε στην Αθήνα, όπου αναδείχτηκε Μητροπολίτης της ασήμαντης τότε Μητροπόλεως Αθηνών και Ευρίπου (Εύβοιας), ποιμαίνοντας ανάμεσα στα έτη 1339-1366. Αυτό το στηρίζουμε στο «Συνοδικό» της εν Κρήτη Επισκοπής Σουαρέτ (Ρεθύμνης), όπου εξυμνείται και μακαρίζεται ως εξής: «Aνθίμoυ μητροπολίτου Αθηνών και Eυρίπoυ και προέδρου Κρήτης του ομολογητού, αιωνία η μνήμη».

       Την πόλη των Αθηνών είχαν στην κυριαρχία τους οι Καταλανοί, οι οποίοι δεν επέτρεπαν να υπάρχει ορθόδοξος Μητροπολίτης, αλλά παπικός, ή ορθόδοξος με λατινικό φρόνημα.  Έτσι εκθρόνισαν και εκδίωξαν τον Άνθιμο, ο οποίος ήταν εδραίος στην Ορθοδοξία και δριμύς ελεγκτής των παπικών αιρέσεων. Εκείνος, αφού περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη, κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη, η οποία είχε ανακτηθεί από τους βυζαντινούς το 1261. Προσκολλήθηκε στον άγιο Πατριάρχη Φιλόθεο Κόκκινο (1364-1376) και έγινε μέλος της Μεγάλης Συνόδου. Ενστερνίστηκε την ησυχαστική διδασκαλία, του αγίου Γρηγορίου Παλαμά (1296-1359), γενόμενος υποστηρικτής του ησυχαστικού κινήματος και αγωνιζόμενος με σθένος κατά των αιρετικών αντιησυχαστών.

     Στα 1363 έγινε στην Κρήτη τη γνωστή Επανάσταση του Αγίου Τίτου, όπου οι Ορθόδοξοι Κρητικοί ξεσηκώθηκαν εναντίον των τυράννων κατακτητών Ενετών, τους οποίους νίκησαν και ανακήρυξαν το Ανεξάρτητο Κράτος της Κρήτης. Παράλληλα οι επαναστάτες όρισαν ως επίσημη θρησκεία του κράτους την «ιεροτάτη των ιθαγενών γραικική», δηλαδή την Ορθοδοξία, καταργώντας τις λατινικές επισκοπές, οι οποίες είχαν αντικαταστήσει τις ορθόδοξες, ως παράνομες. Αυτό θεωρήθηκε από τον Πάπα ως «ανταρσία κατά του Θεού» και γι’ αυτό κήρυξε κατά των Κρητών «Ιερό Πόλεμο». Επειδή δεν μπορούσαν οι Ενετοί τα δικά τους στρατεύματα να καταστείλουν την επανάσταση, κάλεσαν και μουσουλμάνους μισθοφόρους, οι οποίοι προκάλεσαν ανήκουστες ωμότητες στο νησί, με την ανοχή των παπικών Ενετών, αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα. Τον επόμενο χρόνο σημειώθηκε η επανάσταση των Καλλεργών, με πρωτεργάτες τους Καλλέργηδες, απόγονοι των Φωκάδων, του ηρωικού αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά (963-969), ο οποίος είχε απελευθερώσει το νησί από τους μουσουλμάνους Σαρακηνούς τον 10ο αιώνα. Οι Φωκάδες είχαν αλλάξει το επώνυμό τους σε Καλέργηδες.

     Για να ολοκληρώσουν το έργο τους οι επαναστάτες Κρητικοί, ζήτησαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να τους στείλει Ορθόδοξο Μητροπολίτη. Ζήτησαν μάλιστα

τον συμπατριώτη τους Άνθιμο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημά τους και στα 1366, έστειλε τον Άνθιμο στην Κρήτη, ορίζοντάς τον Μητροπολίτη Κρήτης, εκτιμώντας την αγιότητά του, την αγάπη του για την Εκκλησία και το ομολογιακό του φρόνημα.

      Η άφιξή του στην Κρήτη γέμισε με ενθουσιασμό τους Κρητικούς, οι οποίοι είχαν συρρεύσει στο λιμάνι, να υποδεχτούν το νέο ποιμενάρχη τους με τιμές και εναποθέτοντας στον ηρωικό αυτό Επίσκοπο τις ελπίδες τους. Πλήθος κόσμου, κλήρος και λαός, πλούσιοι και φτωχοί, με λαμπάδες αναμμένες στα χέρια, τον υποδέχτηκαν, ψάλλοντας ευχαριστήριους ύμνους στο Θεό, θεωρώντας τον ως θεόσταλτο δώρο.

     Ο δραστήριος Ιεράρχης, με φλόγα και πίστη άσβεστη στην καρδιά και πατριωτικό φρόνημα, όρισε τους συνεργάτες του και άρχισε την αναδιοργάνωση της Εκκλησίας, την οποία είχαν διαλύσει οι παπικοί Ενετοί. Αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του, διότι ένα χρόνο μετά, το 1367 οι Ενετοί, με τη βοήθεια άλλων δυτικών και την αρωγή του Πάπα, εκστράτευσαν στην Κρήτη, την κατέλαβαν, συνέλαβαν τους επαναστάτες, τους οποίους θανάτωσαν, ύστερα από φρικτά βασανιστήρια και κατέλυσαν το νεαρό κρητικό ελεύθερο κράτος. Άρχισε μια νέα περίοδο της ενετοκρατίας στην Κρήτη. Η ζωή των ορθοδόξων έγινε πολύ χειρότερη από πριν. Κατέλυσαν όλες τις ελευθερίες τους και φυσικά την ορθόδοξη πίστη. Καθαιρέθηκαν οι ορθόδοξοι επίσκοποι και στη θέση τους ορίστηκαν Λατίνοι. Μεταξύ των καθαιρεθέντων ήταν και ο Μητροπολίτης Άνθιμος.

      Ο ηρωικός Επίσκοπος ανέλαβε να στηρίξει το μαρτυρικό του ποίμνιο. Βοηθούσε ποικιλότροπα την ισχυρή αντίσταση των Κρητών και ταυτόχρονα ασκούσε ένα ανελέητο σφυροκόπημα κατά της λατινικής (παπικής) αιρέσεως. Σύμφωνα με το «Χρονικό» της εποχής: «προέτρεπε τους Κρήτας να απέχωνται της κοινωνίας των Λατίνων, ένεκα των ετεροδιδασκαλιών αυτών». Κι’ αυτό διότι ανάγκαζαν τους πιστούς να υπάγονται στους Λατίνους «επισκόπους» και να λειτουργούνται σε παπικούς ναούς και «ιερείς». Αυτό ήταν και το «έγκλημά» του. Οι Ενετικές αρχές τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν σιδηροδέσμιο στον παπικό «επίσκοπο» Χάνδακα (Ηρακλείου) για να απολογηθεί, διότι εκείνος ασκούσε ουσιαστική εξουσία στο νησί.

      Ο δόλιος παπικός «επίσκοπος» σκέφτηκε, πως ίσως μπορούσε να τον πάρει με το μέρος του, με σκοπό να τον εκλατινίσει. Έτσι, «θωπείες χρώμενος και αγαθών» τον συμβούλεψε να αποδεχθεί τα παπικά δόγματα και «την κοινωνίαν αυτών ασπάσασθαι». Ως αντάλλαγμα δε του υποσχέθηκε πλούτο και τιμές, καθώς και την παραμονή του στον θρόνο του. Αλλά εκείνος αρνήθηκε και με ηρωικό και ομολογιακό φρόνημα διακήρυξε την αλήθεια της Ορθοδοξίας, ως τη μόνη σώζουσα πίστη. Το «αγγελικό» πρόσωπο του παπικού υποκριτή «επισκόπου» σκοτείνιασε από την θαρραλέα  απάντηση του Ανθίμου. Γεμάτος θυμό και εκδικητική μανία διέταξε να τον ρίξουν σε έναν βαθύ λάκκο, με στόχο «τον τόνο της ενστάσεως παραλύσει, τη χρονίως χαυνωθέντος κακώσει». Να δειλιάσει από το μαρτύριο αυτό και να συμμορφωθεί προς τις παραινέσεις του παπικού «κληρικού».

     Ο λάκκος ήταν μια στενή και βαθειά φυσική οπή της γης, όπου για να κατεβεί και να ανεβεί κάποιος έπρεπε να δεθεί με σχοινιά. Έτσι ο μαρτυρικός Επίσκοπος ρίχτηκε στο λάκκο γυμνός και χωρίς εφόδια. Ήταν δε και στενός, ώστε δε μπορούσε να ξαπλώσει και ήταν αναγκασμένος, ή να μένει όρθιος ή γονατισμένος. Του έριχναν ελάχιστο φαγητό και νερό σε αραιά χρονικά διαστήματα. Το μαρτύριο ήταν φρικτό και ο άγιος υπέμεινε προσευχόμενος και ευχαριστώντας τον Κύριο, ο Οποίος τον αξίωσε να δεινοπαθήσει για την αγάπη Του.

     Στο λάκκο έμεινε έναν χρόνο. Ο παπικός ψευδεπίσκοπος πίστεψε ότι, ύστερα από τα βάσανα αυτά θα είχε καμφθεί και θα αποδέχονταν να εκλατινιστεί. Επειδή διατηρούσε κάποιες επιφυλάξεις, σκέφτηκε μια δόλια απάτη. Μόλις έφεραν τον άγιο

μπροστά του και εκείνος του απάντησε ότι παραμένει πιστός στην Ορθοδοξία, εφάρμοσε το δαιμονικό του σχέδιο, λέγοντάς του: «Γιατί δεν δέχεσαι την πρότασή μου; Δεν έμαθες πως όσο καιρό ήσουν στο λάκκο, έγινε η ένωση των εκκλησιών; Εσύ μόνος θα μείνεις αποσχισμένος;». Ο Άνθιμος κατάλαβε την απάτη του παπικού. Τον ήλεγξε για το απατηλό ψέμα και τον διαβεβαίωσε ότι ποτέ δε θα αρνηθεί την αλήθεια της Ορθοδόξου Πίστεως. Ο παπικός «επίσκοπος» έγινε έξαλλος από το θυμό του και έδωσε διαταγή να ριχτεί και πάλι στο λάκκο.

    Έμεινε εκεί τώρα δύο χρόνια και πάλι τον οδήγησαν στον παπικό ψευδεπίσκοπο. Ο άγιος αρνήθηκε ξανά και ήλεγξε με σφοδρότητα τις πλάνες του παπισμού. Έδωσε και πάλι διαταγή να τον  ρίξουν στο λάκκο. Μετά από καιρό, την τρίτη φορά, πήγε ο παπικός στο λάκκο και έδωσε διαταγή να τον ανεβάσουν ως το στόμιο για να του μιλήσει. Πίστευε πως επιτέλους θα είχε «σωφρονιστεί». Εκείνος όμως παρέμεινε εδραίος και «ώσπερ ο εμός πρότερον Ιησούς τρις επειράσθη κατά την έρημον», έτσι και ο άγιος «τρίτον νικήσας, νομίμως στεφανωθή, την πίστιν τηρήσας και τον καλόν αγώνα ηγωνισμένος»! Ο ηρωικός επίσκοπος ημιθανής ψέλλισε στον δαιμονικό παπικό, μπορώντας να κουνήσει μόνο τη γλώσσα του: «και εκατοντάδες φορές να με κλείσεις στο λάκκο, δε θα με μεταπείσεις να αρνηθώ την ορθή πίστη μου. Δε θα με μεταπείσεις να αλλάξω φρόνημα από τα παραδομένα δόγματα των αγίων Πατέρων και των Αγίων Συνόδων. Διότι τα φυλάγουμε ως λόγια από Θεού, εγώ και οι άλλοι χριστιανοί, και οφείλουμε να τα φυλάμε με κάθε κόστος από τον καθένα»! Ο παπικός, πλημμυρισμένος από οργή και βλέποντας το αμετάπειστο του αγίου, έδωσε διαταγή να ριχτεί για πάντα στο λάκκο και να μην ασχοληθεί πια κανείς μαζί του.

     Εκεί τελείωσε μαρτυρικά τη ζωή του το 1370 ή το 1371. Όμως ο παπικός «επίσκοπος» δε μπορούσε να ησυχάσει ούτε μετά το θάνατο του αγίου, διότι ο ευλογημένος λάκκος, είχε γίνει τόπος προσκυνήματος των ευσεβών ορθοδόξων Κρητών. Γι’ αυτό έδωσε διαταγή να ανασύρουν το τίμιο λείψανο και να το εξαφανίσουν, αρνούμενος να το παραδώσει στους Ορθοδόξους για ταφή. Δε γνωρίζουμε την ημερομηνία του μαρτυρικού του θανάτου, ούτε τον τόπο, που έκρυψαν το τίμιο λείψανό του οι αιρετικοί παπικοί. Στη συνείδηση του πιστού λαού έγινε άγιος και ορίστηκε να εορτάζεται η μνήμη του στις  22 Νοεμβρίου.

       Ο άγιος Άνθιμος, παρά τις περιπέτειές του και τα μαρτύριά του, έγραψε και κάποια λίγα, αλλά αξιόλογα συγγράμματα, κυρίως αναιρετικά των παπικών κακοδοξιών (Κατά της εξουσίας του Πάπα, Περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος, Λόγο στη Γέννηση του Χριστού, κ.α.). Επίσης έγραψε και δύο σημαντικές επιστολές από το λάκκο, στον συναγωνιστή του, για την Ορθοδοξία, Ιωσήφ Φιλάγρη. Το βίο του έγραψε ο περίφημος λόγιος Πατριάρχης άγιος Νείλος ο Κεραμεύς (+1388).

      Ο άγιος Άνθιμος χαρακτηρίστηκε ως «Νέος Ομολογητής», διότι έδωσε τη μάχη και μαζί τη ζωή του, για την προάσπιση της μόνης σώζουσας Ορθοδόξου Πίστεως, από τους αιρετικούς παπικούς. Αποτελεί δε ζωντανή απόδειξη για τις πραγματικές προθέσεις των παπικών για τους Ορθοδόξους και αξιώθηκε να γίνει ένα από τα αναρίθμητα θύματα του παπισμού, τα τελευταία χίλια χρόνια! 

 

 

Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 2022

ΣΗΜΕΡΟΝ ΕΝ ΤΩ ΝΑΩ ΠΡΟΣΑΓΕΤΑΙ Η ΠΑΝΑΜΩΜΟΣ ΠΑΡΘΕΝΟΣ

 

(Θεολογικό σχόλιο στην εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου)

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

 

        Η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου είναι μια σημαντική θεομητορική εορτή, την οποία εορτάζουν με σεβασμό και λαμπρότητα οι ορθόδοξοι πιστοί σε όλο τον κόσμο. Καθιερώθηκε γύρω στον 6ο αιώνα στην Ιερουσαλήμ με βάση την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας μας. Ο άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων (634-638) κάνει λόγο στα γραπτά του για την εορτή αυτή. Στην Κωνσταντινούπολη καθιερώθηκε γύρω στα τέλη του Ζ΄ ή τις αρχές του Η΄ αιώνα. Κατ’ αυτήν εορτάζεται το γεγονός της εισόδου της Παναγίας μας στο Ναό του Σολομώντος, όταν ήταν τριών ετών.

      Βεβαίως δεν υπάρχουν βιβλικές μαρτυρίες για το γεγονός αυτό. Πληροφορίες αντλούμε από την παράδοση της Εκκλησίας μας, η οποία διέσωσε πάμπολλα γεγονότα, τα οποία δεν ιστορούνται στα Ιερά Ευαγγέλια. Επί τη ευκαιρία θα θέλαμε να τονίσουμε για μια ακόμα φορά πως τα Ευαγγέλια δεν είναι ιστορικά κείμενα με την αυστηρή έννοια του όρου, αλλά είναι κατά κύριο λόγο ιεραποστολικά κείμενα, τα οποία γράφηκαν για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένες ιεραποστολικές και ποιμαντικές ανάγκες της αρχαίας Εκκλησίας. Έτσι, λοιπόν, έμεινε έξω από τις ευαγγελικές διηγήσεις το μεγαλύτερο μέρος της επί γης παρουσίας του Κυρίου και της ζωής των άλλων ιερών προσώπων, που σχετίζονται με το έργο της σωτηρίας. Αντίθετα, μέρος αυτών των πληροφοριών διέσωσε η Ιερά Παράδοση, η οποία είναι, όπως γνωρίζουμε, ισόκυρη με την αγία Γραφή.

      Σύμφωνα, λοιπόν, με την Ιερά Παράδοση, οι γονείς της Θεοτόκου Ιωακείμ και Άννα ήταν άνθρωποι ευσεβείς και δίκαιοι. Ανήκαν στη μικρή εκείνη μερίδα των πιστών και ευσεβών Ιουδαίων, οι οποίοι περίμεναν εναγωνίως  την έλευση του Μεσσία. Πάσχιζαν οι ευλαβείς αυτοί άνθρωποι να αποκτήσουν παιδιά, ελπίζοντας πως από τους απογόνους τους θα γεννιόταν ο Μεσσίας.

      Οι γονείς της Θεοτόκου ζούσαν με την προσδοκία της τεκνογονίας, όμως δυστυχώς, ήταν άτεκνοι. Είκοσι ολόκληρα χρόνια επιχειρούσαν να τεκνοποιήσουν χωρίς αποτέλεσμα. Το όνειδος της ατεκνίας και η κατάσταση της μοναξιάς δημιουργούσαν στην ψυχή τους αφόρητη πικρία. Όμως δεν έχασαν την πίστη τους στο Θεό ούτε στιγμή. Είχαν την πεποίθηση πως ο Θεός είναι ο χορηγός όλων των αγαθών και κύρια της τεκνογονίας. Η ζωή τους κυλούσε με προσευχή, νηστεία και έντονη προσδοκία, ότι ο Θεός θα άκουγε τις ικεσίες τους και θα τους ελεούσε εν τέλει.

      Πράγματι, ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές τους. Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στην Αγία Άννα και της ανήγγειλε το ευχάριστο γεγονός, ότι θα γίνει μητέρα. Το γηραιό ζευγάρι απέκτησε επί τέλους κλήρα. Η ευσεβής γηραιά Άννα γέννησε ένα χαριτωμένο κορίτσι, το οποίο ονόμασαν Μαρία (εβραϊκά Μαριάμ), που σημαίνει Κυρία. Την ανέλπιστη χαρά τους εξέφρασαν με αίνους και ευχαριστίες στο Θεό. Θεώρησαν το νεογέννητο βρέφος ως δικό Του δώρο και γι’ αυτό, από την πρώτη στιγμή, το αφιέρωσαν με όλη τους την ψυχή σ’ Αυτόν

    Η μικρή Μαρία από βρέφος ήταν στολισμένη με χάριτες και ιδιότητες λογικά ανεξήγητες. Φάνηκε από τότε πως ήταν ξεχωρισμένη από το Θεό να υπηρετήσει το σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. Η σύνεση, η  πραότητα, η ταπείνωση και η υπακοή Της κατέπλησσε τους γονείς Της και τον κοινωνικό τους περίγυρο.

     Όταν η Μαρία έγινε τριών ετών, οι ευσεβείς γονείς της αποφάσισαν να  πραγματοποιήσουν την υπόσχεσή τους προς το Θεό, να Του προσφέρουν ως δώρο την αγαπημένη τους θυγατέρα. Άλλωστε, όπως λέει η παράδοση, βρισκόταν σε τέτοια

προχωρημένη ηλικία και οι δυο τους, ώστε δεν μπορούσαν πια να φροντίσουν τη μικρή Μαρία. Έτσι όδευσαν προς το Ναό του Κυρίου στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συνάντησαν το συγγενή τους ιερέα Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος ήταν άτεκνος και αυτός ως τότε. Υπηρετούσε με φόβο Θεού το ιερό και προσευχόταν αδιάκοπα να τον ελεήσει ο Θεός και να αποκτήσει και αυτός παιδί με την αγαπημένη του σύζυγο Ελισάβετ.

     Η άφιξή τους στον περικαλλή Ναό γέμισε την ψυχή τους με κατάνυξη και ευλάβεια. Πατούσαν τον ιερό χώρο, όπου η παρουσία του Κυρίου ήταν αισθητή. Οι Ιουδαίοι πίστευαν πως ο Ναός ήταν η κατοικία του Θεού και θρόνος του τα Άγια των Αγίων, γι’ αυτό το διαμέρισμα εκείνο θεωρείτο χώρος δέους και τρόμου. Κανένας δεν έμπαινε εκεί, παρά μονάχα ο αρχιερέας του έτους μια φορά το χρόνο, την ημέρα του Εξιλασμού, για να θυμιάσει, ανυπόδητος, ασκεπής και με ένα λιτό χιτώνα.

     Ο ιερέας Ζαχαρίας τους υποδέχτηκε σε κάποια από τις μεγάλες πύλες της μεγάλης αυλής. Ο λαός δεν επιτρεπόταν να εισέλθει στο Ναό. Μόνο ο αρχιερέας, οι ιερείς και λευίτες εισέρχονταν στον πρόναο και τα Άγια, για να προσφέρουν τις καθιερωμένες από το Μωυσή θυσίες και να επιτελέσουν τις τελετουργίες. Ο λαός στεκόταν στην ευρύχωρη αυλή και στις απειράριθμες παρακείμενες στοές, όπου παρακολουθούσε τις θυσίες, τις προσευχές και τις άλλες διάφορες τελετές των ιερέων.

     Με έκπληξη και θαυμασμό παρατήρησαν πως η μικρή Μαρία όχι μόνο δεν έφερε κάποια αντίσταση, όπως ήταν φυσικό, να αποχωριστεί τους γονείς της, αλλά με χαρά ακολούθησε τον σεβάσμιο Ζαχαρία στο Ναό του Κυρίου. Η χάρις του Θεού είχε σκεπάσει κάθε φυσική Της αντίδραση, την είχε καταστήσει ήδη πολύτιμο σκεύος εκλογής. Η παμπάλαια χριστιανική παράδοση αναφέρει πως ο γέρων Ζαχαρίας, κατά θείαν έμπνευση, οδήγησε τη Μαρία στα Άγια των Αγίων. Εκεί, στο ιερότατο, θεοσκότεινο και απρόσιτο διαμέρισμα του Ναού εισήλθε για να περάσει τα παιδικά Της χρόνια αμόλυντη από την ανθρώπινη αμαρτία, ως πολύτιμος θησαυρός σε ασφαλές θησαυροφυλάκιο!

     Οι συνθήκες ζωής στο χώρο εκείνο ήταν λίαν δυσμενείς για ένα κοινό θνητό. Όπως είπαμε, βασίλευε πυκνό σκοτάδι και η είσοδος οποιουδήποτε ήταν αυστηρά απαγορευμένη, για τη χορήγηση τροφής. Όμως η μικρή Μαρία δεν ήταν μια οποιαδήποτε κοινή θνητή. Είχε κληθεί από τη γαστέρα της μητέρας Της να γίνει η μητέρα του Θεού. Ο αφιλόξενος χώρος του άδυτου του Ναού μεταβλήθηκε για χάρη Της σε παραδείσιο περιβάλλον. Ουράνιο άκτιστο φως, που μόνο Αυτή έβλεπε, φώτιζε άπλετα και εκτυφλωτικά το χώρο. Άγγελοι του Θεού βρίσκονταν αδιάκοπα κοντά Της και της κρατούσαν συντροφιά. Άλλοι άγγελοι της κουβαλούσαν μυστική ουράνια τροφή και άλλοι την υπηρετούσαν.

     Αυτό κράτησε δώδεκα ολόκληρα χρόνια, μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε χρόνων Της. Τότε ο Ζαχαρίας μαζί με άλλους σεβάσμιους και ευλαβείς ιερείς του Ναού αποφάσισαν να βγάλουν τη Μαρία από τα Άγια των Αγίων και να την οδηγήσουν στον κόσμο. Για προστασία την αρραβώνιασαν με τον ευσεβή και μεστό ηλικίας Ιωσήφ, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, διατελούσε σε χηρεία και είχε την προστασία παιδιών του από την πρώτη γυναίκα του. Εγκαταστάθηκαν στην όμορφη και ήσυχη κώμη Ναζαρέτ, όπου εκεί λίγο καιρό αργότερα έγινε ο άγιος Ευαγγελισμός Της.

       Η μεγάλη και παγκόσμια θεομητορική εορτή των Εισοδίων εορτάζεται λαμπρά από την Εκκλησία μας. Οι ιερές ακολουθίες έχουν πανηγυρικό χαρακτήρα. Μεγάλοι υμνογράφοι, όπως ο Γεώργιος Νικομηδίας, Λέων ο Μάγιστρος, Ιωσήφ ο Υμνογράφος, Σέργιος ο Αγιοπολίτης και ο Βασίλειος ο Πηγορίτης συνέθεσαν ύμνους μεγάλης ποιητικής και θεολογικής αξίας. «Χαίρει ο ουρανός και η γη τον

 ουρανόν τον νοητόν πορευόμενον ορώντες εις θείον οίκον ανατραφήναι σεπτώς» αναφέρει ένας ύμνος. Οι πιστοί κατακλύζουμε τους ναούς και τιμούμε την Αειπάρθενο, η Οποία έγινε αιτία της σωτηρίας μας και μας σκεπάζει κάτω από τις αέναες προσευχές Της στον Υιό Της και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό.

 

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΕΙΣΟΔΙΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

       Η Θεοτόκος είναι η αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, η Οποία επιλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, για να παίξει ρόλο πρωταγωνιστικό στη διαδικασία της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους και ολοκλήρου της δημιουργίας. Η θεία πανσοφία διείδε στο ιερότατο πρόσωπό Της την άκρα καθαρότητα και αγιότητα, η οποία ήταν απαραίτητη για να καταστεί μητέρα του απόλυτα αγίου Θεού.

     Η εορτή των Εισοδίων έχει ως στόχο να μας διδάξει πολύ υψηλές έννοιες γύρω από την προσωπικότητα της Θεοτόκου. Να μας μυήσει στην ασύλληπτα βαθιά θεολογία γύρω από την ανεπανάληπτη συμβολή Της στην υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου.

      Ο ιστορικός πυρήνας του γεγονότος των Εισοδίων ελάχιστα απασχολεί την Εκκλησία, όσο η θεολογική του σημασία. Κάποιοι υποστηρίζουν, πως, επειδή η πρώτη γραπτή μαρτυρία του γεγονότος αναφέρεται στο απόκρυφο «Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου», δεν θα πρέπει να θεωρείται αξιόπιστη. Για την ορθόδοξη θεολογία μας όμως αυτό καθ’ εαυτό το ιστορικό γεγονός έχει ελάχιστη σημασία σε σχέση με τη θεολογική και ηθική του σημασία.

      Ο Ναός της Ιερουσαλήμ είναι εικόνα της Θεομήτορος. Είναι γνωστή η πίστη στην ιερότητα του Ναού από τους Ιουδαίους. Πίστευαν ότι μέσα σ’ αυτόν κατοικεί ο Θεός, γι’ αυτό ανέβαιναν στο λόφο Σιών, που ήταν κτισμένος με σεβασμό και τρόμο, σαν να προσεγγίζουν τον Ίδιο το Θεό. Η Κιβωτός της Διαθήκης θεωρείτο ο θρόνος του Θεού και η ορατή παρουσία Του στη γη. Ουδείς τολμούσε να προσεγγίσει στο διαμέρισμα του Ναού, που ονομαζόταν Άγια των Αγίων, παρά μόνο ο αρχιερέας του έτους, μια φορά το χρόνο, κατά την πένθιμη ημέρα του Εξιλασμού. Εισερχόταν  ανυπόδητος στο φοβερό εκείνο χώρο, ντυμένος ένα λινό ποδήρη χιτώνα, για να θυμιάσει. Έκτοτε κανένας δεν τολμούσε να πλησιάσει εκεί.

      Ο απλός λαός δεν επιτρεπόταν να εισέρχεται σε κανένα διαμέρισμα του Ναού, αλλά μόνο το ιερατείο στον πρόναο και τα Άγια. Οι προσκυνητές λαϊκοί στέκονταν στο τεράστιο προαύλιο και τις διάφορες παρακείμενες στοές, από όπου προσεύχονταν και παρακολουθούσαν τις τελετουργίες των ιερέων.

      Η Παναγία μας είναι ο νοητός ναός του Θεού. Το ιερότατο νοητό τέμενος, μέσα στο οποίο καταδέχτηκε να οικήσει ο αιώνιος και άπειρος Θεός. Ο ιερός υμνογράφος της εορτής, θέλοντας να τονίσει αυτήν την καταπληκτική παρομοίωση, έγραψε πως η Θεοτόκος είναι, «Ο καθαρότατος ναός του Σωτήρος, η πολυτίμητος παστάς και παρθένος, το ιερόν θησαύρισμα της δόξης του Θεού». Αν θεωρείτο ιερός ο Ναός της Ιερουσαλήμ, στον οποίο υποτίθεται ότι κατοικούσε, σύμφωνα με την πίστη των Ιουδαίων, ο Θεός, ας σκεφτούμε πόσο πιο άγια και ιερή θα μπορούσε να θεωρείται η Θεοτόκος, η Οποία κράτησε πραγματικά στα πάναγνα σπλάχνα Της το σαρκωμένο Λόγο και τον έθρεψε από τα τίμια αίματά Της! Ο Ναός της Ιερουσαλήμ καταστράφηκε και αφανίστηκε από τους Ρωμαίους κατακτητές. Αντίθετα ο νοητός ναός του Θεού, η Παρθένος Μαρία, μένει στους αιώνες και απολαμβάνει ύψιστες τιμές από τους μυριάδες πιστούς όλων των εποχών.

      Η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό της Ιερουσαλήμ θέλει να φανερώσει το ακατανόητο ύψος της αγνότητας και αγιότητάς Της. Μέσα στα απρόσιτα Άγια των Αγίων διαφυλάχτηκε η αγνότητά της και καλλιεργήθηκε η αγιότητά Της. Μόνο μέσα σε ένα τέτοιο ιερό χώρο μπορούσε να προφυλαχτεί η απαιτούμενη αγνότητά Της από

την αφάνταστη αμαρτωλότητα του κόσμου. Μόνο η συνοίκηση με τους αγίους αγγέλους θα μπορούσε να καλλιεργήσει την αγιότητά Της. Η ανθρώπινη ανομία είχε τέτοια δύναμη και ορμή ώστε αν η Παρθένος Μαρία βρισκόταν στον κόσμο δε γνωρίζουμε αν θα μπορούσε να διατηρήσει το ύψος της αγιότητας που χρειαζόταν να δεχτεί τον απόλυτα άγιο Θεό στα σπλάχνα Της.

       Στο πρόσωπο της Θεοτόκου έχουμε υπέρβαση της πεπτωκυίας ανθρωπίνης φύσεως και αποκατάσταση της πρότερης προπτωτικής. Αυτή γεννήθηκε βεβαίως με την πτωτική φύση, ως κληρονόμος της αμαρτίας των πρωτοπλάστων γεναρχών μας. Όμως η θεία χάρις σταδιακά την εξύψωνε από τη νηπιακή Της ηλικία μέχρι τον Ευαγγελισμό Της, οπότε με την επισκίαση του Αγίου Πνεύματος, καθαρίστηκε απόλυτα από το προπατορικό αμάρτημα και πήρε την προπτωτική αδιάφθορη φύση. Μόνο έτσι απαλλαγμένη από το άχθος της πτωτικής φύσεως και τη φθορά της αμαρτωλότητας, μπορούσε να επιτελέσει την υπέρτατη αποστολή Της. Οι ευσεβείς διηγήσεις περί της θαυμαστής διαμονής Της στο Ναό εκφράζουν ακριβώς αυτή την πίστη της προοδευτικής καθάρσεώς Της.

       Η ευλογημένη είσοδος της Παρθένου Μαρίας στο Ναό αποτελεί την απαρχή της πραγματοποιήσεως της προαιώνιας βουλής του Τριαδικού Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Στην υμνολογία της μεγάλης εορτής ψάλλουμε πως «Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις». Αποτελεί τη χαραυγή της λυτρώσεως του ανθρωπίνου γένους από τη δουλεία της αμαρτίας   Γι’ αυτό η Εκκλησία μας εορτάζει λαμπρά το γεγονός. Ως συνειδητοί πιστοί του Χριστού, είμαστε θερμοί και αέναοι τιμητές του ιερού προσώπου της Θεομήτορος, διότι η συμβολή Της στο έργο της σωτηρίας μας υπήρξε καθοριστικός. Με άκρατο ενθουσιασμό υμνούμε τη μεγάλη εορτή και γεραίρουμε τη Θεοτόκο, ψάλλοντας «εν ενί στόματι» μαζί με τον ιερό υμνογράφο της ημέρας «Χαίρε, της οικονομίας του Κτίστου η εκπλήρωσις»!

 

 

 

 

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2022

Ο Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης διώχνει τις φοβίες!

 


ΧΘΕΣ ΤΟ ΑΠΟΓΕΥΜΑ ανέφερε στην πνευματική μας σύναξη ο Δημήτρης Γ. ,φιλότιμος Ιεροψάλτης από επαρχία της Β.Ελλάδος ,ένα συγκλονιστικό γεγονός που βίωσε από τον Άγιο Παϊσιο, ένα βράδυ μέσα στο κελί της Παναγούδας.

Ήταν νέος 21 χρονών (1987) όταν βρισκόταν υπό κατάληψη πνεύματος γενικής φοβίας-κλειστοφοβίας,ανασφάλειας κ.α. με τρομερές κρίσεις πανικού.
Τότε τον συμβούλεψε ο πνευματικός του π.Χρήστος να επισκεφθεί τον Γέροντα Παϊσιο στο Άγιον Όρος , με την ελπίδα να τον βοηθήσει.
Ήταν 24 Ιουνίου το δειλινό όταν έφτασε στην αυλή της Παναγούδας. Η πόρτα από συρματόπλεγμα όμως ήταν κλειστή και επάνω της καρφιτσωμένο ένα χαρτί που έγραφε ο Γερ.Παϊσιος:
«Γράψτε μου τα θέματά σας.Πιο πολύ θα σας βοηθήσω με την προσευχή παρά με τα λόγια.»
Τότε ο Δημήτρης πήρε ένα χαρτάκι και έγραψε απλά
«Θέλω να σας δώ»
Το πέταξε μέσα στην αυλή και κατηφόρισε απογοητευμένος προς το μονοπάτι των Ιβήρων.
Δεν απομακρύνθηκε όμως 20 μέτρα και ακούει μία ισχνή φωνή από πίσω του
-Έ Δημήτρη έλα εδώ. Πέρνα από την πίσω πόρτα να πάρεις και ένα λουκούμι που σου αρέσουν.
Γύρισε λοιπόν ο Δημήτρης στην Παναγούδα,πήρε την ευχή του όπου και τον ρωτά ο Άγ.Παϊσιος:
-Καλώς τον Δημήτρη !Ο π.Χρήστος σε έστειλε;
Αμέσως μπήκαν στον Δημήτρη λογισμοί αμφιβολίας
-Μπα , μήπως είναι κανένας Μάγος; που ξέρει εμένα και τον πνευματικό μου;
Διαβάζοντας όμως ο Αγ.Παίσιος τον λογισμό του, του απαντάει:
Δεν είμαι Μάγος ευλογημένη ψυχή, άλλωστε εδώ στο περιβόλι της Παναγίας δεν χωρούν οι Μαγείες, αναφέροντάς του παράλληλα πολλά παραδείγματα Αγίων που από την τέχνη της Μαγείας επέστρεψαν στον Χριστό.
-Σήμερα θα κοιμηθείς εδώ στο κελί.
-Όχι Πάτερ δεν μπορώ , φοβάμαι!με πιάνει πανικός.
-΄Τί φοβάσαι ευλογημένε; και που να πας τώρα; σε λίγο νυχτώνει, έχουν κλείσει και τα Μοναστήρια, θα σε φάνε τα αγρίμια.
-Θέλοντας και μη λοιπόν εισήλθε στην Παναγούδα , προσκύνησε το κατανυκτικότατο Εκκλησάκι και τον έβαλε ο Γέροντας στο κελί(αριστερά όπως μπαίνουμε) για να ξεκουραστεί.
Μόλις όμως πήρε να βραδιάζει ακούστηκαν δυνατές φωνές μέσα από την Παναγούδα που έφταναν μακριά στο δάσος .
Είχε καταλάβει τον Δημήτρη κρίση πανικού, κρύος ιδρώτας νοιώθοντας πως χάνεται και φωνάζοντας σπαρακτικά πεθαίνω…πεθαίνω..!
Αμέσως άρχισε να σπάει τα πάντα μέσα στο κελί.δεν έμεινε τίποτα όρθιο. Έσπασε το μεταλλικό ράντσο,τα ράφια …ακόμη και το τζάμι του παραθύρου ματώνοντας το χέρι του (ακόμη υπάρχει το σημάδι) ,όπως και το κούφωμα και το κάγκελο από το παραθύρι , κάνοντας μεγάλη ζημιά στο κελί.
Εκείνη την ώρα ο Γερ.Παϊσιος όπως μας ανέφερε ο Δημητρης,όχι μόνο δεν οργίστηκε που του έσπαζε το κελί, άλλωστε το περίμενε κάτι τέτοιο,αλλά στεκόνταν υπομονετικά στον διάδρομο και προσευχόνταν στον Χριστό και διώχνοντας τους μισάνθρωπους δαίμονες.
«πνεύμα πλάνης, πνεύμα πονηρίας…εξέλθετε…»
Κατά τα χαράματα πήρε τον Δημήτρη ένα ανάλαφρος ύπνος και σηκώθηκε στις 10 (κοσμική ώρα) χάνοντας έτσι και την εωθινή ακολουθία.
Ανοίγει τότε αμήχανος την πόρτα και αμέσως βρίσκει τον Αγ.Παίσιο απέναντί του .Έρχεται ο Γέροντας κοντά του γαλήνιος και τον ρωτά:
Για να δούμε Δημήτρη τι μας έκανε εδώ το ταγκαλάκι; και μπήκε στο κατεστραμένο κελάκι.
Ήταν μεγάλη η ντροπή του Δημήτρη από τον χαλασμό που έκανε και λέει στον Γέροντα
-Χίλια συγνώμη Πάτερ, ευλογείτε, Τι χρωστάω;
-Τι χρωστάς ευλογημένε;
-Εμ τι , εδώ γίνανε ζημιές, πρέπει να πληρωθούνε.
-Εδώ Δημήτρη δεν παιρνούν τα χρήματα αλλά οι προσευχές,σταυρώνοντάς τον στο κεφάλι.
Όλο αυτό το έπαθες διότι δεν κοινωνάς κάθε Κυριακή .Γι’αυτό και οι φοβίες σου και η ταραχή σου.
Αφού νηστεύεις , κάνεις τον πνευματικό σου αγώνα, απέχεις από βαριές αμαρτίες, είσαι κάθε μέρα στην Εκκλησία και υμνείς Τον Θεός , γιατί κοινωνάς 3 φορές μόνο τον χρόνο;
Να τώρα θα σε στείλω να πας στην Παναγία στο «Άξιον Εστίν» στο Πρωτάτο , να δεις κάτι που σου αρέσει,πήγαινε να δείς και να κοινωνήσεις.
Πορεύτηκε κατόπιν ήρεμος και ανάλαφρος ,με τον επίδεσμο στο δεξί του χέρι από το κόψιμο που έκανε , προς την Εκκλησία του Πρωτάτου και με πολύ χαρά μαθαίνει ότι το βράδι έχει αγρυπνία, όπου και θα κοινωνούσε.
Τώρα ο Δημήτρης ,όχι μόνο ξεπέρασε τις φοβίες και τις ανασφάλειές του αλλά θα λέγαμε πως πήγε και στο άλλο άκρο βαδίζοντας απτόητος καθημερινά πάνω από 40 χιλιόμετρα μέσα στα περιβόλια, πολλές φορές μάλιστα και μεσάνυχτα, για να επισκέπτεται Εκκλησίες σε διάφορα χωριά της περιοχής του προκειμένου να ψάλλει ή να συμμετάσχει σε αγιογραφικούς κύκλους.
Κάποτε μάλιστα, όταν είχε ήδη θεραπευθεί με τις προσευχές του Αγίου Παϊσίου, έκανε κάθε ημέρα 72 χιλιόμετρα μέσα στο σκοτάδι, σε 40λειτουργο για ένα συμμαθητή του που είχε πεθάνει σε τροχαίο.
Την 39η το βράδυ ονειρεύτηκε τον φίλο του , ο Δημήτρης όπου τον ρωτά
-Τι να σου προσφέρω Δημήτρη για όλο αυτό ,όπου έκανες για μένα ;
Τι να προσφέρουμε όμως και μείς στον Ι.Χριστό και στους Αγίους Του όπου καθημερινά μας καταδιώκουν με την αγάπη τους για να μας ευεργετήσουν για το κάθε τι στην ζωή μας;
«Τὸ ἔλεός σου καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου»
(Ψαλμ.κβ΄-6)