Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Τετάρτη 31 Μαΐου 2023

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ Ο ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

       Μια από τις συκοφαντίες των μαινόμενων ειδωλολατρών κατά της Εκκλησίας στα πρωτοχριστιανικά χρόνια ήταν ότι απαρτίζονταν αυτή από αγραμμάτους και άσημους ανθρώπους. Ότι ο Χριστιανισμός ήταν η θρησκεία του απαίδευτου όχλου και των δούλων. Αλλά η παρουσία σπουδαίων εκκλησιαστικών προσωπικοτήτων τους αποστόμωσε. Μια από τις κορυφαίες μορφές της αρχαίας Εκκλησίας είναι και ο άγιος Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Μάρτυς. Ένας από τους πλέον μορφωμένους ανθρώπους της εποχής του, εφάμιλλος ή και ανώτερος από τους εθνικούς φιλοσόφους της εποχής του.

      Γεννήθηκε στην πόλη Φλαβία Νεάπολη της Παλαιστίνης περί το 110 μ. Χ. από γονείς έλληνες ειδωλολάτρες. Ο πατέρας του ονομαζόταν Πρίσκιος Βάκχιος, ενώ της μητέρας του αγνοούμε το όνομα. Μεγάλωσε ως ειδωλολάτρης. Ήταν προικισμένος με εξαιρετικά χαρίσματα και φιλομάθεια. Οι γονείς του φρόντισαν να του παράσχουν υψηλή παιδεία. Σπούδασε φιλοσοφία στις ονομαστές σχολές της Παλαιστίνης και της Συρίας. Εμβάθυνε στην στωική, στην επικούρεια, στην περιπατητική και στην πυθαγόρεια φιλοσοφία. Ιδιαιτέρως ασχολήθηκε με τις αρχές της οντολογίας του πλατωνισμού. Τον απασχολούσε η γνώση του Θεού, διότι ενωρίς άρχισε να διαπιστώνει πως οι ποικίλες δοξασίες και πίστεις των ειδωλολατρικών θρησκειών της εποχής του περί θείου ήταν όχι μόνον ατελείς, αλλά και απαράδεκτες για μορφωμένους ανθρώπους. Άλλωστε βρισκόμαστε στην εποχή, που η κατάρρευση της ειδωλολατρίας ήταν ραγδαία.

       Η θεία πρόνοια βλέποντας τις αγαθές προθέσεις του νεαρού φιλοσόφου ευδόκησε να του φανερώσει την πίστη στον αληθινό Θεό. Περί το 135 γνώρισε κάποιο σεβάσμιο Χριστιανό, ο οποίος τον έπεισε ότι οι ανθρώπινες αντιλήψεις για το Θεό είναι ατελείς και γι’ αυτό ο Θεός αποφάσισε να αποκαλύψει τον εαυτό Του. Μελετώντας την Αγία Γραφή φωτίστηκε ο νους του και ικανοποιήθηκε ο πόθος του για τη γνώση του αληθινού Θεού. Πέταξε τον φιλοσοφικό τρίβωνα και άρχισε να ζει χριστιανική ζωή, «την μόνην φιλοσοφίαν την αληθή και ασύμφορον», όπως έγραψε ο ίδιος αργότερα για την μεταστροφή στο Χριστό, στην υπηρεσία του Οποίου αφιέρωσε την υπόλοιπη ζωή του.

        Αφού βαπτίστηκε, αποφάσισε να εγκατασταθεί στην πολυάνθρωπο Ρώμη, να είναι κοντά στα κέντρα εκείνα που αποφάσιζαν και κινούσαν τον αφανισμό της νέας πίστης. Βρισκόμαστε άλλωστε στον 2ο αιώνα, όπου οι διωγμοί κατά των Χριστιανών από τη ρωμαϊκή εξουσία βρισκόταν σε έξαρση. Πίστευε πως συντελούνταν μια φρικτή αδικία εις βάρος των διωκομένων Χριστιανών και έπρεπε κάποιος να τους υπερασπίσει. Άνοιξε σχολή, στην οποία δίδασκε την χριστιανική πίστη. Έχοντας, επίσης, καλή γνώση της ειδωλολατρίας, των φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής του και της χριστιανικής πίστεως, ανάλαβε το δύσκολο έργο της απολογίας κατά των διωκτών. Ομιλεί με θάρρος ενώπιον ειδωλολατρών φιλοσόφων, τους οποίους ελέγχει διότι πολεμούν τον Χριστιανισμό χωρίς να τον γνωρίζουν. Με τα ακαταμάχητα επιχειρήματά του και την ευγλωττία τους αποστομώνει και τους καθιστά ασόφους.

        Στράφηκε επίσης, να δώσει λόγο απολογίας, και προς τους Ιουδαίους, οι οποίοι μάχονταν και αυτοί τους Χριστιανούς παράλληλα με τους εθνικούς. Είχε κάποτε διήμερο θεολογικό διάλογο με κάποιον Ιουδαίο Τρύφωνα, τον οποίο και κατατρόπωσε. Μάλιστα φρόντισε ο Ιουστίνος να καταγράψει αυτόν τη συζήτηση, η οποία διασώθηκε και έφτασε ως εμάς. Είναι ο περίφημος «Διάλογος προς Τρύφωνα».

        Οι επιτυχίες του Χριστιανού φιλοσόφου δεν άργησε να γίνουν γνωστές στους φιλοσοφικούς κύκλους της Ρώμης. Οι αποστομωμένοι και ταπεινωμένοι φιλόσοφοι

καλλιέργησαν ένα απίστευτο μίσος κατά του Ιουστίνου. Επειδή έχαναν συνεχώς έδαφος και τους ήταν αδύνατο να τον αντιμετωπίσουν, αποφάσισαν να τον καταδώσουν στις ρωμαϊκές αρχές, για τις οποίες οι Χριστιανοί ήταν παράνομοι. Ο κυνικός φιλόσοφος Κρήσκεντας τον κατάγγειλε στον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο (Ι61-180), διότι τον μισούσε θανάσιμα επειδή του ερήμωσε τη σχολή, μεταστρέφοντας τους μαθητές του στον Χριστιανισμό. Συνελήφθη ο μαθητής του Πτολεμαίος και μαρτύρησε. Ο ίδιος πρόλαβε να φύγει προσωρινά, ώσπου να κοπάσει ο θόρυβος. Αργότερα επέστρεψε για να συγγράψει τις δύο περίφημες Απολογίες του προς τη ρωμαϊκή σύγκλητο, υπερασπίζοντας την διωκόμενη χριστιανική πίστη, οι οποίες αποτελούν υπέροχα δείγματα χριστιανικής γραμματείας και απολογητικής.                   

        Οι απολογίες του όμως ουδόλως έπεισαν τις ρωμαϊκές αρχές για τον άδικο διωγμό των φιλήσυχων Χριστιανών. Μάλιστα τον εντόπισαν οι αρχές, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν να απολογηθεί ενώπιον του επάρχου της Ρώμης Ιουνίου Ρουστικού (162-167), πρώην διδασκάλου και παιδαγωγού του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου. Ο Ιουστίνος ομολόγησε με απίστευτο ηρωισμό και σθένος την πίστη του στο Χριστό και στηλίτευσε την ειδωλολατρία ως πίστη σε ψευδείς και ανήθικους «θεούς». Μετά από αυτό οδηγήθηκε στον τόπο του μαρτυρίου, όπου αποκεφαλίστηκε, μαζί με ομάδα αφοσιωμένων μαθητών του περί το 165. Το λείψανό του θάφτηκε στην κατακόμβη της Αγίας Πρισκίλλης, όπου βρέθηκε λίθος με την επιγραφή ΜΧΟΥΣΤΙΝΟΣ, δηλαδή Μάρτυς Χριστού Ιουστίνος. Η μνήμη του τιμάται την 1η Ιουνίου.

       Στην πρώτη του Απολογία ο άγιος Ιουστίνος, η οποία στάλθηκε στον αυτοκράτορα Αντωνίνο (138-161), για να κάνει γνωστή τη χριστιανική πίστη και ανασκευάζει τις κατηγορίες των ειδωλολατρών. Παραθέτοντας σε αυτή πληροφορίες για την χριστιανική λατρεία, μας παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για την λατρεία της αρχαίας Εκκλησίας, και κύρια της Θείας Ευχαριστίας.

      Ο άγιος Ιουστίνος είναι ένας από τους πρώτους μεγάλους θεολόγους της Εκκλησίας μας. Παρ’ όλο που δεν είχαν διευκρινισθεί ακόμη οι βασικές αρχές της χριστιανικής πίστεως, μπόρεσε να διατυπώσει κατά τρόπο ορθόδοξο, πολλές από αυτές και κυρίως τη θεολογία του σαρκωμένου Λόγου.     

Τρίτη 9 Μαΐου 2023

ΑΓΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Ο ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

        Αγίους της Εκκλησίας μας συναντάμε σε όλους τους λαούς και όλες τις φυλές, διότι ο Σωτήρας και Λυτρωτής μας Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Ακόμα και οι βάρβαρες φυλές ανάδειξαν αγίους. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Χριστόφορος, ο οποίος αξιώθηκε της τιμής του Μεγαλομάρτυρα.

        Καταγόταν από κάποια άγνωστη σε μας ημιβάρβαρη φυλή και το όνομά του ήταν Ρεμπρόβος, που σημαίνει απόβλητος, αποδοκιμασμένος, αδόκιμος, κολασμένος. Έζησε, κατά πάσα πιθανότητα τον 3ο μ. Χ. αιώνα, στα χρόνια που αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν Δέκιος (249 - 251), ο γνωστός θρησκομανής, αιμοβόρος και θανάσιμος εχθρός των Χριστιανών, στην βασιλεία του οποίου εγέρθηκε ένας από τους πιο σκληρούς διωγμούς και που βρήκαν τραγικό θάνατο μυριάδες Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Την ίδια χρονική περίοδο ήταν Επίσκοπος στην Αντιόχεια ο άγιος Ιερομάρτυρας Βαβύλας.

       Στο ιερό συναξάρι του αναφέρεται πως ήταν σωματώδης και τρομερά δύσμορφος, τόσο που έμοιαζε το πρόσωπό του με σκύλο και γι’ αυτό τον αποκαλούσαν «κυνοπρόσωπο». Παρ’ όλη όμως την βαρβαρική του καταγωγή ήταν άνθρωπος αγαθών διαθέσεων. Σε κάποια μάχη που διεξήγαγε η χώρα του με τα ρωμαϊκά στρατεύματα είχε πιαστεί αιχμάλωτος και παρέμεινε στον ρωμαϊκό στρατό ως μισθοφόρος. Μάλιστα πολέμησε γενναία κατά των Περσών επί Γορδίου και Φιλίππου.

      Προφανώς από στρατιώτες Χριστιανούς πληροφορήθηκε για το Χριστό και ενθουσιάστηκε από την χριστιανική πίστη. Και ενώ ήταν κατηχούμενος, αποφάσισε να κάνει κάτι καλό για να ευχαριστήσει το Χριστό. Εγκαταστάθηκε κοντά σε πέρασμα κάποιου ορμητικού και επικίνδυνου ποταμού για να περνά τους διαβάτες στους δυνατούς ώμους του, δωρεάν. Ας σημειωθεί πως παλιά, που δεν υπήρχαν γέφυρες, αναλάμβαναν το πέρασμά τους επαγγελματίες περάτηδες, με αμοιβή.

      Μια ημέρα του παρουσιάστηκε ένα παιδί και τον παρακάλεσε να τον περάσει στην αντίπερα όχθη του ποταμού. Ο Ρεμπρόβος δέχτηκε με χαρά και το έθεσε στους ώμους του και με τη βοήθεια της ράβδου του μπήκε στο ορμητικό ρεύμα του ποταμού. Όμως διαπίστωσε πως όσο προχωρούσε το παιδί βάραινε όλο και περισσότερο, ώστε με πολύ δυσκολία έφτασε στην απέναντι όχθη. Όταν το κατέβασε από τους ώμους του του είπε πως και όλον τον κόσμο να είχε στην πλάτη του θα ήταν ελαφρύτερος από εκείνο. Το παιδί του απάντησε: «Μην απορείς για το βάρος μου, δεν σήκωσες μόνο όλο τον κόσμο, αλλά και τον Πλάστη του κόσμου. Είμαι Εκείνος που τέθηκες στην υπηρεσία Του. Για να πειστείς στα λόγια μου, φύτεψε το ραβδί σου και αυτό αύριο θα βλαστήσει». Αμέσως εξαφανίστηκε.  

       Ο Ρεμπρόβος σάστισε από το γεγονός αυτό και υπακούοντας στην προτροπή του,  φύτεψε την ξερή ράβδο του και εκείνη όντως βλάστησε! Αμέσως παράτησε την στρατιωτική καριέρα και έφυγε για την Αντιόχεια, για να λάβει το Άγιο Βάπτισμα. Συνάντησε τον σεβάσμιο Επίσκοπο άγιο Βαβύλα, ο οποίος τον κατήχησε, τον βάπτισε και τον ονόμασε Χριστόφορο, από το θαυμαστό γεγονός, ότι αξιώθηκε να μεταφέρει στους ώμους το Χριστό. Αλλά την ώρα του Αγίου Βαπτίσματος έγινε και άλλο μεγάλο θαύμα. Αγγίζοντάς τον η θεία χάρις, δεν μεταμόρφωσε μόνον την ψυχή του, αλλά και το σώμα του. Η δύσμορφη μορφή του μεταμορφώθηκε σε φωτεινή και αγγελική. Μεταμορφώθηκε σε έναν λαμπρό, όμορφο και ρωμαλέο νέο.

        Η μεταστροφή του στο Χριστό συνέπεσε με την κήρυξη, όπως προαναφέραμε, του τρομερού διωγμού κατά των Χριστιανών από τον Δέκιο. Τα αδίστακτα και σκοταδιστικά ιερατεία είχαν πείσει τον θρησκομανή αυτοκράτορα πως η τόνωση της

κρατικής ειδωλολατρικής θρησκείας θα επανέφερε και πάλι το αρχαίο μεγαλείο της Ρώμης. Πως έπρεπε να εκλείψει ο Χριστιανισμός, ο οποίος ήταν για το ρωμαϊκό κράτος «απαγορευμένη λατρεία», αυτό απαιτούσαν οι «θεοί». Τα δαιμόνια, που λατρεύονταν ως «θεοί» (Ψαλμ.95,5) στην ειδωλολατρική θρησκεία, απαιτούσαν την εξαφάνιση της Εκκλησίας, διότι η χάρις του αληθινού Θεού, τους εμπόδιζε να παρασέρνουν τους ανθρώπους στην απώλεια. Η διαταγή προέβλεπε πως όλοι οι υπήκοοι ήταν υποχρεωμένοι να θυσιάσουν δημόσια στους «θεούς». Στην αντίθετη περίπτωση θα συλλαμβάνονταν, θα βασανίζονταν και θα θανατωνόταν αν δεν υπάκουαν στην αυτοκρατορική διαταγή. Χιλιάδες Χριστιανοί συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν σε φρικτά βασανιστήρια και έχαναν τη ζωή τους.

      Ο Χριστόφορος έβλεπε με λύπη και αγανάκτηση τις βίαιες συλλήψεις και τις κακοποιήσεις των Χριστιανών από τους ειδωλολάτρες και χάρις στο γιγαντιαίο παράστημά του και την ηράκλεια δύναμή του επενέβαινε βίαια και τους απελευθέρωνε. Για τις πράξεις του αυτές καταγγέλθηκε στις αρχές και συνελήφθη από απόσπασμα διακοσίων στρατιωτών. Επειδή ήταν πεινασμένοι, του ζήτησαν φαγητό, με αντάλλαγμα τη μη κακοποίησή του. Όμως είχε ένα μικρό τεμάχιο ψωμιού. Τότε ο άγιος γονάτισε προσευχήθηκε και το ψωμί πολλαπλασιάστηκε, ώστε να χορτάσουν όλοι οι στρατιώτες! Βλέποντας το θαύμα τον παρακάλεσαν να τους μιλήσει για το Θεό του. Έτσι τους κατήχησε και τους οδήγησε στον άγιο Βαβύλα, για να βαπτιστούν.

      Ο Δέκιος πληροφορήθηκε το συμβάν με τους στρατιώτες και διέταξε τον αποκεφαλισμό τους, τον δε Χριστόφορο προσπάθησε με κολακείες να τον μεταστρέψει στην ειδωλολατρία. Μετά την άρνησή του, έστειλε δύο διεφθαρμένες γυναίκες, την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, να τον παρασύρουν στην ακολασία με τα θέλγητρά τους. Άλλωστε ο διάβολος μεταχειρίζεται τέτοια τεχνάσματα για να παρασύρει τους ανθρώπους στην αμαρτία και την απώλεια. Ο Χριστόφορος, όχι μόνον δεν ενέδωσε στην αμαρτία, αλλά κατόρθωσε να τις κατηχήσει και να τις κάνει Χριστιανές, οι οποίες βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.

       Μετά από αυτό ο άγιος υποβλήθηκε σε φρικτά και απάνθρωπα βασανιστήρια, τα οποία υπόμεινε με πρωτοφανή ηρωισμό. Στο τέλος θανατώθηκε διά αποκεφαλισμού το έτος 251. Η μνήμη του εορτάζεται στις 9 Μαΐου και θεωρείται ο προστάτης των οδηγών.     

 

Δευτέρα 8 Μαΐου 2023

ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου – Καθηγητού

       Λίγοι ασκητές της Εκκλησίας μας έχουν τον τίτλο του Μεγάλου. Η Εκκλησία μας υπήρξε φειδωλή στην απόδοση τίτλων, διότι αυτό απαιτεί μεγάλους αγώνες για την υπερνίκηση των παθών και της αμαρτίας. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Αρσένιος ο Μέγας, μια κορυφαία πνευματική και ασκητική μορφή.

       Γεννήθηκε στη Ρώμη περί το 354 στη Ρώμη από ευσεβείς, ευγενείς και ευκατάστατους γονείς, οι οποίοι τον μεγάλωσαν με ευσέβεια και του πρόσφεραν μεγάλη μόρφωση. Διακρίνονταν για την ακεραιότητα του χαρακτήρα του, το ήθος του και τις αρετές του. Έφηβος ακόμη χειροτονήθηκε διάκονος της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Μελετούσε με πάθος την Αγία Γραφή και τα συγγράμματα των Πατέρων της Εκκλησίας, ώστε αποκόμισε την κατά Θεόν γνώση, η οποία υπερτερεί της κοσμικής γνώσης. Ως κάτοχος της θήραθεν και της κατά Θεόν γνώσεως κατέστη ένας από τους σπουδαιότερους δασκάλους και παιδαγωγούς της εποχής του. 

       Στα χρόνια του Θεοδόσιου Α΄ (379-395), ο αυτοκράτορας αναζητούσε έναν καλό παιδαγωγό για τα παιδιά του Αρκάδιο και Ονώριο. Ο πάπας Ιννοκέντιος μαζί με τον βασιλιά του δυτικού κράτους Γρατιανό (375-383), του υπέδειξαν τον Αρσένιο ως τον μόνο κατάλληλο, τον οποίο ο Θεοδόσιος κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές και του επιδόθηκε ο τίτλος του πατρικίου. Τίμονταν ως βασιλοπάτωρ και όλοι τον θαύμαζαν και τον επαινούσαν για την πολυμάθειά του και τις αρετές του.

        Στο παλάτι ανάλαβε με ευθύνη και σεβασμό προς την υψηλή του αποστολή, την διαπαιδαγώγηση των βασιλοπαίδων, το οποία καθοδηγούσε στην ευσέβεια και την αρετή και τα μυούσε στην θήραθεν και στην κατά Θεόν σοφία. Όμως ο ίδιος δυσφορούσε από την χλιδή, τις πολυτέλειες, τα πλούσια δείπνα και τις ευωχίες του παλατιού. Επίσης τον ενοχλούσε ο θόρυβος της πόλεως και τα άτοπα που έβλεπε. Γι’ αυτό παρακαλούσε το Θεό να τον απαλλάξει από όλα αυτά και να τον οδηγήσει στην ησυχία και την καθαρότητα της ερήμου. Να βρεθεί τρόπος να απαλλαγεί από τα υψηλά του καθήκοντα και να οδηγηθεί σε δρόμο σωτηρίας.

       Ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές του. Κάποια μέρα άκουσε μια υπερκόσμια φωνή από τον ουρανό, η οποία τον παρότρυνε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και να ενδυθεί το ευλογημένο μοναχικό σχήμα. Να αφήσει τον πολύβουο κόσμο και να φύγει στην έρημο γα να βρει τη γαλήνη και την ηρεμία που αποζητούσε. Χωρίς χρονοτριβή, πέταξε τα πολυτελή ενδύματα, μεταμφιέστηκε σε ζητιάνος και έφυγε κρυφά από το παλάτι. Πήρε το πλοίο και κατευθύνθηκε στην Αίγυπτο, στην κοιτίδα του αναχωρητισμού και του μοναχισμού.

       Όταν έφτασε στην Αλεξάνδρεια αναχώρησε για την έρημο, όπου εισήλθε σε κάποια σκήτη και εκάρη μοναχός. Εκεί είχε και δεύτερη θεία εμπειρία. Άκουσε ξανά φωνή από τον ουρανό, η οποία τον συμβούλευε να ασκηθεί με μεγαλύτερη προσπάθεια στην ησυχία και τη σιωπή. Και όντως, σε λίγο χρόνο άρχισαν να διαφαίνονται οι πνευματικοί του καρποί. Διακρίνονταν ανάμεσα στους συνασκητές του για τη σοφία του, την ταπείνωσή του, το ήθος του και τις αρετές του. Είχε καταστεί λαμπρό παράδειγμα για όλους τους αναχωρητές και ασκητές της περιοχής. Γι’ αυτό τον είχαν επιλέξει ως προϊστάμενό τους και καθοδηγητή τους. Οι μοναχοί ζητούσαν τις συμβουλές του στον αγώνα τους κατά των παθών και της αμαρτίας.

       Η φήμη της αγιότητάς του έφτασε και στις παρακείμενες πόλεις και τα χωριά της περιοχής, στον οποίο έτρεχε πλήθος κόσμου για να πάρουν τις ευλογίες του, να ωφεληθούν πνευματικά και να τον συμβουλευτούν για κάθε πρόβλημα. Εκείνος ακούραστος και γεμάτος αγάπη δεχόταν τους πάντες.  Η φήμη του έφτασε και ως τον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας. Ο πατριάρχης Θεόφιλος (385-412) τον

εκτιμούσε ιδιαίτερα και τον συμβουλεύονταν για τα θεολογικά και εκκλησιαστικά ζητήματα και στις μεγάλες και σοβαρές αποφάσεις του. Μάλιστα αρκετές φορές τον επισκεπτόταν ο ίδιος ο Θεόφιλος στο ασκητήριό του.  

       Σε κάποια από τις πολλές επισκέψεις του ο Θεόφιλος μαζί με μερικούς ακολούθους του, ζήτησε από τον Αρσένιο να τους πει λόγο πνευματικό και ωφέλιμο. Ο Γέροντας τους ρώτησε: «Αν σας πω κάποιο λόγο θα τον εφαρμόσετε;». Εκείνοι του απάντησαν «ναι». Τότε τους είπε: «όπου ακούτε ότι βρίσκεται ο Αρσένιος να μην πλησιάζετε». Με αυτόν τον τρόπο τους έδειξε την μεγάλη ταπείνωσή του και τους δίδαξε την αρετή της ταπείνωσης, η οποία είναι για τους ασκητές η πρώτη και μεγάλη αρετή. Τους συμβούλεψε: «όσο μεγάλος είσαι, τόσο περισσότερο να ταπεινώνεις τον εαυτό σου»!

        Εφαρμόζοντας την ταπείνωση ο ίδιος απέφευγε τις πολλές επισκέψεις. Μάλιστα με τη συνοδεία των μαθητών του Αλεξάνδρου και Ζωίλου άφησε τη Σκήτη του και κατέφυγε στην Πέτρα, στην Μέμφιδα και μετά στην Κανώπη, όπου συνέχισε την άσκησή του, με αδιάλειπτη προσευχή, νηστεία και αγρυπνία. Ζούσε ως επίγειος άγγελος και ακτινοβολούσε, διότι είχε αξιωθεί της κατά χάριν θεώσεως από αυτή τη ζωή. Κοιμήθηκε ειρηνικά το 445. Πριν παραδώσει την αγιασμένη ψυχή του στον Κύριο, ρωτήθηκε από τους μαθητές του, που ήθελε να τον ενταφιάσουν. Εκείνος τους απάντησε: «Παιδιά μου δέστε μου ένα σχοινί στα πόδια μου και σύρετέ με στο βουνό και παρατήστε με εκεί». Τόση μεγάλη ήταν η ταπείνωσή του, ώστε δεν ήθελε ευπρεπή κηδεία!

       Η μνήμη του εορτάζεται στις 8 Μαΐου. Αποτελεί για τους μοναχούς πρότυπο αγωνιστή κατά των παθών και δάσκαλο της ταπείνωσης. Ο άγιος Νικόδημος Αγιορείτης περιγράφει την εμφάνιση του Αρσενίου: «Ξηρός στο σώμα   και μακρύς στο μέγεθος. Είχε τα γένια ως την κοιλιά, η μορφή του προσώπου του ήταν αγγελική και σεβάσμια, σαν αυτή του Πατριάρχη Ιακώβ». Τεμάχιο λειψάνου του βρίσκεται στην Ιερά Μονή Κύκκου, στην Κύπρο. 

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

       Ο απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης ανήκει στα ιερά εκείνα πρόσωπα που αποτελούσαν το στενό κύκλο των μαθητών του Κυρίου. Μάλιστα αναφέρεται  ως «ο μαθητής ον ηγάπα ο Ιησούς» (Ιωάν.13,23).  

       Ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης (Ματθ.4,21. Μαρκ.15,40) και αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Η μητέρα τους ήταν πιθανότατα συγγενής, ίσως εξαδέλφη της Θεοτόκου, που σημαίνει ότι οι δυο αδελφοί απόστολοι ήταν κατά σάρκα εξαδέλφια του Κυρίου και σ’ αυτό ίσως έγκειται η οικειότητά τους με Αυτόν, ιδιαίτερα του Ιωάννη. Ο Ιωάννης, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο, ζούσαν με την οικογένειά τους στην Γαλιλαία και διατηρούσαν επικερδή και εύρωστη αλιευτική επιχείρηση, έχοντας δικό τους πλοίο και εργάτες (Μαρκ.1,20). Φαίνεται πως οι οικογένεια τους ήταν εύπορη. Αυτό συμπεραίνεται από το γεγονός ότι η Σαλώμη, η μητέρα τους, ήταν μια από τις μαθήτριες του Κυρίου, η οποία τον υπηρετούσε από των υπαρχόντων της (Λουκ.8,3. Μαρκ.15,40). Η αγορά επίσης των πανάκριβων αρωμάτων για να αλείψουν το νεκρό σώμα του Χριστού μαρτυρεί αυτόν τον ισχυρισμό (Μαρκ.16,1). Ότι επίσης ο Ιωάννης έλαβε την μητέρα του Ιησού υπό την δική του φροντίδα είναι ένδειξη οικονομικής ανέσεως της οικογένειάς του. Φαίνεται επίσης πως η οικογένεια του Ιωάννη είχε και κοινωνική καταξίωση, διότι ήταν γνωστός στον πανίσχυρο και απλησίαστο αρχιερέα Καϊάφα και έτσι δυνήθηκε να εισέλθει στο συνέδριο, που δίκαζε τον Ιησού μαζί με τον Πέτρο (Ιωάν.18,15).

     Ο Ιωάννης από μικρός υπήρξε πιστός μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Με μεγάλη προσοχή άκουε από τον μεγάλο ερημίτη και προφήτη τις περί του Μεσσία προαγγελίες του. Επιθυμούσε με λαχτάρα να έρθει στις μέρες του και να τον γνωρίσει. Κάποια μέρα ο Βαπτιστής, έχοντας μαζί του τους δυο μαθητές του, Ιωάννη και Ανδρέα, είδε τον Ιησού να βαδίζει κοντά. Τότε μαρτύρησε γι’ Αυτόν λέγοντας: «ίδε ο Αμνός του Θεού» (Ιωάν.1,37). Αμέσως οι δυο μαθητές ακολούθησαν τον Ιησού και τον ρώτησαν που μένει. Αυτός τους είπε: «έρχεσθε και ίδετε» (Ιωάν.1,40). Αυτοί είδαν που μένει και έμειναν μαζί Του όλη την ημέρα. Ο Ιωάννης συγκινήθηκε αφάνταστα από αυτή τη συνάντηση γι’ αυτό πήρε τη μεγάλη απόφαση, μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο. Άφησαν την αλιευτική επιχείρηση και ακολούθησαν τον Κύριο (Μαρκ.1,20).

     Ο Ιωάννης ανήκε, όπως προαναφέραμε, στον στενό κύκλο των τριών μαθητών του Κυρίου. Συμπεραίνεται ότι ήταν ο μικρότερος στην ηλικία μαθητής του, σχεδόν έφηβος. Ο υπέροχος χαρακτήρας του, η υπακοή του, η πίστη και η αφοσίωσή του στον Κύριο, είχαν ως συνέπεια να είναι λίαν αγαπητός από τον Ιησού και τους άλλους αποστόλους. Εξ’ αιτίας του σπάνιου αυθορμητισμού του επονομάστηκε από τον Κύριο Βοαναργές (= υιός βροντής), όπως και ο αδελφός του Ιάκωβος. Κάποια ημέρα όταν διέρχονταν κάποια κώμη της Σαμάρειας και οι κάτοικοι δεν τους δέχτηκαν, ζήτησε από τον Κύριο να πέσει φωτιά από τον ουρανό και να τους αφανίσει. Φυσικά ο Χριστός τους απάντησε πως: «Ουκ οίδατε ποίου πνεύματος εστέ υμείς΄ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε ψυχάς ανθρώπων απολέσαι, αλλά σώσαι» (Λουκ.9,54).

        Ως στενός μαθητής του Χριστού ευτύχησε να δει το θαύμα της Μεταμορφώσεως του Κυρίου (Ματθ.17,1.Μάρκ.9,2), την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Μαρκ.5,35.Λουκ.8,51) και να βιώσει την αγωνία του Διδασκάλου Του στον κήπο της Γεθσημανή (Ματθ.26,37.Μαρκ.14,33). Μαζί με τον Πέτρο στάλθηκε να ετοιμάσει τον Πασχάλιο Δείπνο (Λουκ.22,8). Κατά την ώρα του Δείπνου έπεσε στο στήθος του Κυρίου, παρακαλώντας Του να τους αποκαλύψει ποιος είναι ο υποψήφιος

 προδότης μαθητής (Ιωάν.13,25). Βρήκε το θάρρος και παρέστη στη δίκη του Ιησού (Ιωάν.18,16) και παραστάθηκε περίλυπος κάτω από το σταυρό στον φρικτό Γολγοθά. Ευτύχησε επίσης να γίνει ο προστάτης της Θεομήτορος κατά παράκληση του Εσταυρωμένου Διδασκάλου Του (Ιωάν.19,26). Αξιώθηκε να είναι ο πρώτος μαθητής που είδε το κενό μνημείο (Ιωάν.20,2-4).

      Το άτοπο της αιτήσεως πρωτοκαθεδρίας στην εγκόσμιο βασιλεία του Χριστού, όπως εσφαλμένα την φανταζόταν, προκάλεσε την αγανάκτηση των άλλων μαθητών, όμως όπως φαίνεται αμέσως  συνετίσθηκε (Μάρκ.10,35).

       Μετά την Πεντηκοστή έμεινε κατ’ αρχήν στην Ιερουσαλήμ ως σημαίνον στέλεχος της Εκκλησίας (Γαλ.2,9). Μαζί με τον Πέτρο ποιούσαν, δια του Κυρίου εξαίσια θαύματα (Πράξ.3,7). Στάθηκαν με παρρησία απέναντι στους αρχιερείς και ομολόγησαν τον Χριστό (Πράξ.4,13-22). Απεστάλη μαζί με τον Πέτρο στην Σαμάρεια να κηρύξουν το λόγο του Θεού (Πράξ.8,14).

      Αργότερα μετέβη στην Μ. Ασία, όπου κήρυξε το ευαγγέλιο και έγινε επίσκοπος της Εφέσου. Το 95 μ. Χ. κατά τον άγριο και σκληρό διωγμό του ρωμαίου αυτοκράτορα Δομετιανού, εξορίσθηκε στην Πάτμο, όπου έγραψε το βιβλίο της Αποκαλύψεως. Πέθανε σε βαθύτατο γήρας περί το 100 μ. Χ. στην Έφεσο. Κατά την παράδοση, όταν πραγματοποιήθηκε ανακομιδή  δεν βρέθηκε το σεπτό του λείψανο. Η Εκκλησία μας διδάσκει την πίστη ότι μετέστη ενσώματος στον ουρανό από τον Κύριο. Η μετάστασή του εορτάζεται στις 24 Σεπτεμβρίου και επίσης εορτάζεται η μνήμη του στις 8 Μαΐου.

    Ο Ιωάννης έγραψε το ομώνυμο Ευαγγέλιο, τρεις Καθολικές Επιστολές και την Αποκάλυψη, τα οποία είναι ενταγμένα στην Καινή Διαθήκη. Θεωρείται ο ευαγγελιστής του Θεού Λόγου, δηλαδή του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, ο οποίος «σάρξ εγένετο» (Ιωάν.1,14), προκειμένου να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από τη δουλεία της αμαρτίας, τη φθορά και το θάνατο και γι’ αυτό η Εκκλησία μας τον προσονόμασε Θεολόγο. Στα ιερά συγγράμματά του είναι έκδηλη η προτροπή του για αγάπη στους ανθρώπους, όπως τη δίδαξε ο Χριστός, γι’ αυτό και αποκαλείται ο  ευαγγελιστής της αγάπης. Τέλος ο Ιωάννης θεωρείται και προφήτης, διότι στο θαυμαστό βιβλίο του, την Αποκάλυψη, προλέγει την ολοκληρωτική συντριβή της δύναμης και της εξουσίας του διαβόλου και  τον τελικό θρίαμβο του Χριστού και των πιστών Του.

 

Σάββατο 6 Μαΐου 2023

«ΙΔΕ ΥΓΙΗΣ ΓΕΓΟΝΑΣ, ΜΗΚΕΤΙ ΑΜΑΡΤΑΝΕ»

 

(Θεολογικό σχόλιο στην Κυριακή του Παραλύτου)

    ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

          Η τέταρτη Κυριακή από του Πάσχα είναι αφιερωμένη στο μεγάλο θαύμα της θεραπείας του παραλύτου από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Ένα δυστυχισμένος άνθρωπος κείτονταν παράλυτος και απόλυτα εγκαταλειμμένος σε μια από τις πέντε στοές της φημισμένης δεξαμενής Βηθεσδά στην Ιερουσαλήμ, επί τριάντα οχτώ χρόνια. Περίμενε υπομονετικά τη θαυματουργική του ίαση, μαζί με πολλούς άλλους ασθενείς, αφού εκεί «κατέκειτο πλήθος πολὺ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών, εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν» (Ιωάν.5,3).

       Ένας άγγελος εξ ουρανού κατέβαινε κατά καιρούς και ετάραζε το ύδωρ και όποιος προλάβαινε και κατέβαινε πρώτος στη δεξαμενή γινόταν καλά. Το θαύμα ετούτο μπορεί να εξηγηθεί μόνο ως μεσσιανικό και εσχατολογικό γεγονός. Ο άγγελος, ο οποίος κατέβαινε στην δεξαμενή και μετέβαλε στιγμιαία το νερό θαυματουργό, προεικόνιζε τον «Μεγάλης Βουλής Άγγελο» (Ησ.9,5), τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, ο οποίος θα ερχόταν να προφέρει, όχι περιοδική και στιγμιαία θεραπεία των σωματικών νοσημάτων, αλλά μοναδική, καθολική και μόνιμη σωτηρία σώματος και ψυχής. Ήρθε στον κόσμο να άρει το κακό και να θεραπεύσει τις ολέθριες συνέπειές του, στην όλη ψυχοσωματική μας ύπαρξη. Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το θαύμα του αγγέλου, τονίζει πως: «Άγγελος καταβαίνων εταράττε το ύδωρ και ιαματικήν ενετίθει δύναμιν, ίνα μάθωσιν Ιουδαίοι ότι πολλώ μάλλον ο των αγγέλων δεσπότης πάντα τα νοσήματα της ψυχής ιάσθαι δύναται» (Χρυσόστομος, παρά Π. Τρεμπέλα Υπόμνημα εις το Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, Αθήναι 1969, σελ.173). Με τέτοια θαύματα προετοιμάζονταν οι Ιουδαίοι για να υποδεχτούν τη μεσσιανική εποχή, καθ’ ότι «τη παρουσία αυτού αλείται χωλός ως έλαφος, και τρανή έσται γλώσσα μογιλάλων τυφλοί αναβλέψουσι και λεπροί καθαρισθήσονται και νεκροί αναστήσονται και περιπατήσουσιν» (Ιουστ. Απολ. Α΄, 48,1-3). Άλλωστε ο ίδιος ο Κύριος όρισε τα σημεία της Βασιλείας Του: «τυφλοὶ αναβλέπουσι και χωλοὶ περιπατούσι, λεπροὶ καθαρίζονται και κωφοὶ ακούουσι, νεκροὶ εγείρονται και πτωχοὶ ευαγγελίζονται» (Ματθ.11,5).  

       Ο τραγικός παράλυτος ήταν έρημος, μόνος και εγκαταλειμμένος. Οι οικείοι του τον «ξεφορτώθηκαν» στις υγρές στοές της δεξαμενής, για να μην τους είναι βάρος και εμπόδιο στην ευδαιμονία τους. Αυτή είναι άλλωστε μια διαχρονική τραγική πραγματικότητα στην ανθρώπινη κοινωνία, όπου οι αδύναμοι και ασθενείς αποτελούν βάρος για τους δυνατούς και υγιείς. Ζούσε από τις φιλανθρωπίες και βίωνε τη φρίκη της αναπηρίας και τη μοναξιά της εγκατάλειψης. Όταν ο Άγγελος Κυρίου τάρασσε το ύδωρ, δεν είχε άνθρωπο να το  κατεβάσει στα νερά και να θεραπευθεί. Γι’ αυτό, και μη έχοντας άλλη επιλογή, περίμενε υπομονετικά να βρεθεί ο άνθρωπος, που θα τον έριχνε στη δεξαμενή. Πίστευε πως, όσο και αν αργήσει, θα έρθει μια μέρα!

      Όμως επιτέλους ήρθε ο Μεγάλος Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων για να του δώσει διπλή υγεία, του σώματος και της ψυχής του. Τον πλησίασε και του έκανε μια «ανόητη», για τους ορθολογιστές, ερώτηση: «θέλεις υγιής γενέσθαι;» (Ιωάν.5,6). Τον ρώτησε αν ήθελε να γίνει καλά. Όμως ο Ιησούς δεν εννοούσε την αποδοχή του για αποκατάσταση της υγείας του σώματός του, την οποία ούτως ή άλλως ήθελε ο πονεμένος και ταλαιπωρημένος εκείνος άνθρωπος, αλλά εννοούσε την αποδοχή της ίασης της ψυχής του, η οποία αξίζει ασύγκριτα περισσότερο από την ίαση του σώματος. Αυτό μας βεβαίωσε ρητά ο ίδιος ο Κύριος με το λόγο Του: «Τι γάρ

ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μαρκ.8,34). Και εκείνος, μη κατανοώντας την ερώτηση Του είπε: «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα

όταν ταραχθή τὸ ύδωρ, βάλῃ με εις τὴν κολυμβήθραν· ἐν ω δε έρχομαι εγώ, άλλος προ εμού καταβαίνει» (Ιωάν.5,6). Πίστευε πως η μόνη του ελπίδα ήταν η ρίψη του στην θαυματουργική δεξαμενή, μη γνωρίζοντας πως έχει ενώπιόν του το Θεό, την πηγή της ζωής, την ίδια τη ζωή (Ιωάν.14,6). Θάρρεψε ο δυστυχής, πως ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για την ίαση του σώματός του, ίσως τον βοηθούσε να ριχτεί στην δεξαμενή και να θεραπευτεί. 

      Αλλά ο συμπαθής και άγνωστος, για εκείνον, συνομιλητής του, χωρίς άλλη κουβέντα, τον πρόσταξε: «έγειρε, άρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει» (Ιωάν.5,9). Εκείνος, γεμάτος θαυμασμό για την παράδοξη προσταγή, σηκώθηκε από το κρεβάτι του πόνου και στάθηκε για πρώτη φορά στα πόδια του. Κατόπιν «ηρε τὸν κράβαττον αυτού καὶ περιεπάτει» (Ιωάν.5,9), πλημυρισμένος από ανείπωτη χαρά και θαυμασμό για την αποκατάσταση της πολύτιμης υγείας του! 

       Αλλά το θαυμαστό αυτό γεγονός, η ίαση ενός πονεμένου και ταλαιπωρημένου αυτού ανθρώπου, όχι μόνο δεν χαροποίησε τους ομοφύλους του Ιουδαίους, αλλά τους εξόργισε και τους έστρεψε εναντίον του, διότι έτυχε να γίνει η θεραπεία του ημέρα Σάββατο. Σκανδαλίστηκαν διότι τον είδαν να «καταλύει» την αργία του Σαββάτου μεταφέροντας το κρεβάτι του. «σάββατόν εστιν· οὐκ έξεστί σοι άραι τὸν κράβαττον» (Ιωάν.5,10). Ο ιερός ευαγγελιστής αναφέρει αυτή τη λεπτομέρεια για να τονίσει την απελευθέρωση που έφερε ο Χριστός από το γράμμα του νόμου, ο οποίος είχε γίνει τυραννική κατάσταση στην ιουδαϊκή κοινωνία. Στα χρόνια εκείνα είχε διαστραφεί ολότελα η εντολή της αργίας του Σαββάτου, έχοντας προσθέσει οι νομοδιδάσκαλοι μια πληθώρα ερμηνειών γι’ αυτή, η οποία είχε απίστευτες και παράλογες προεκτάσεις. Ως και τα βήματα μετρούσαν κατά την ημέρα του Σαββάτου! Μάλιστα οι Ιουδαίοι, πληροφορούμενοι από τον θεραπευμένο παράλυτο, ο ότι ο «ότι Ιησούς εστιν ο ποιήσας αυτὸν υγιή …  εζήτουν αυτὸν αποκτείναι, ότι ταύτα εποίει εν σαββάτῳ» (Ιωάν.5,15-16). Ήθελαν να Τον σκοτώσουν! Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως ο Χριστός επιτέλεσε τα περισσότερα και μεγαλύτερα θαύματά Του το Σάββατο, για να δείξει ότι το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο (Μάρκ.2,27). Ότι η ημέρα αυτή θα πρέπει να είναι αφιερωμένη στο Θεό, προσφέροντας υπηρεσίες στους συνανθρώπους, για τη δόξα Του. Ο Θεός δεν ευλογεί την τυπική αποχή από κάποιες ενασχολήσεις, αλλά την προσφορά μας στον άνθρωπο, την εικόνα του Θεού.

     Ο πρώην παράλυτος, μετά την θαυματουργική ίασή του, πήγε στο ναό της Ιερουσαλήμ για να δοξολογήσει το Θεό. Ήταν το λιγότερο που μπορούσε να κάνει για την ευλογία που έλαβε. Εκεί τον βρήκε ο Χριστός και του είπε: «ίδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε» (Ιωάν.5,14). Τον συμβούλεψε να διατηρήσει στο εξής τον εαυτό του καθαρό από αμαρτίες, διότι υπήρχε το ενδεχόμενο να ασθενήσει ξανά.  

       Είναι ευνόητο πως το μεγάλο αυτό θαύμα του Κυρίου μας διδάσκει τη στενή σχέση, αμαρτίας και ασθένειας. Οι ασθένειες και γενικά η φθορά του σώματος, η οποία οδηγεί εν τέλει στο θάνατο, είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι η αιτία και η ασθένεια το αποτέλεσμα. Το βεβαιώνει και ο απόστολος Παύλος «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος» (Ρωμ.6,23). Αλλά και η ίδια η πείρα της ζωής μας βεβαιώνει πως η ικανοποίηση των παθών μας και γενικά η άσωτη και αμαρτωλή ζωή γεννά αρρώστιες και φθείρει το σώμα. Περισσότερο όμως φθείρει την ψυχή, η οποία χρειάζεται και αυτή τη θεραπεία της, που είναι η μετάνοια και η ένωση με το Χριστό.

      Η ασθένεια είναι αφύσικη κατάσταση στην ανθρώπινη φύση, είναι αποτέλεσμα της φθοράς και προάγγελος του θανάτου. Η πτώση έφερε την αμαρτία και η αμαρτία

τη φθορά και το θάνατο. Ο άνθρωπος μακριά από το Θεό, την πηγή της ζωής, δεν ζει, αλλά απλά επιβιώνει προσωρινά, μέχρι τον βρει ο θάνατος. Η είσοδος του κακού στον κόσμο προκάλεσε  οντολογική αλλοίωση στην ανθρώπινη φύση. Ο Σωτήρας μας

Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο να καταργήσει το κακό και να θεραπεύσει την ανθρώπινη φύση. Τα άπειρα θαύματά Του μαρτυρούν ακριβώς αυτή την αλήθεια. Δυστυχώς όμως ο άνθρωπος αρέσκεται στην αμαρτία και για τούτο κατατρώγεται από τη φθορά. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ο οποίος έχει αναγάγει την αμαρτία σε ύψιστο ζητούμενο, οδηγεί σε φρικώδεις νόσους. Αντίθετα, σε ανθρώπους εγκρατείς και ιδιαίτερα στους ασκητές και τους μοναχούς οι ασθένειες είναι περιορισμένες. Τρανή απόδειξη της συνάφειας αμαρτίας και ασθενείας!

Πέμπτη 4 Μαΐου 2023

ΑΓΙΑ ΕΙΡΗΝΗ Η ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

      Στη χορεία των Μεγαλομαρτύρων ανήκουν και οι γυναίκες Μεγαλομάρτυρες, οι οποίες συναγωνίστηκαν επάξια σε ηρωισμό και ομολογιακό φρόνιμα τους άνδρες Μεγαλομάρτυρες. Μια από τις πλέον ένδοξες γυναίκες Μεγαλομάρτυρες είναι και η αγία Ειρήνη.

        Έζησε τον 4ο αιώνα. Καταγόταν από την πόλη Μαγεδών της Περσίας. Ο πατέρας της ονομαζόταν Λικίνιος, έπαρχος της περιοχής και η μητέρα της Λικινία. Ανήκαν στην ειδωλολατρική (πυρολατρική) θρησκεία του Ζωροαστρισμού. Απέκτησαν μια όμορφη και χαριτωμένη κόρη, την οποία ονόμασαν Πηνελόπη. Από μικρή έδειχνε ασυνήθιστη ευστροφία και ήταν στολισμένη με χαρίσματα. Οι πλούσιοι γονείς της φρόντισαν να της παράσχουν όλα τα εφόδια για να γίνει ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Προσέλαβαν έναν σοφό δάσκαλο, τον Απελλιανό, στον οποίο ανέθεσαν την ανατροφή της, διδάσκοντάς της την κατά κόσμο σοφία.

      Συχνά η οικογένειά της διέμενε σε πολυτελή εξοχικό πύργο. Την ακολουθούσε και ο δάσκαλός της, ο οποίος δίδασκε στην μικρή στους μεγάλους και πανέμορφους κήπους, κάτω από τα σκιερά δένδρα και τα μυρωδάτα άνθη. Τα έπιπλα της έπαυλης ήταν χρυσαφένια, ενώ πολυπληθείς δούλοι τους προσέφεραν τις υπηρεσίες τους.

       Μια από τις πολλές δούλες διέφερε από τις άλλες. Ήταν υπάκουη, πρόθυμη και ευγενική και γι’ αυτό αγαπητή στους άρχοντες της έπαυλης. Γι’ αυτό της ανέθεσαν να υπηρετεί την μικρή Πηνελόπη. Ήταν κρυφή Χριστιανή. Η ευγενής κόρη αρέσκονταν να κάνει μακρές συζητήσεις μαζί της και προσπαθούσε να εξηγήσει την αιτία της διαφοράς της από τις άλλες δούλες.

       Κάποιο βράδυ, ενώ κοιμόταν η  Πηνελόπη είδε ένα περίεργο όνειρο. Ένα λευκό περιστέρι κρατώντας στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς, μπήκε στην έπαυλη και το άφησε επάνω στο χρυσό τραπέζι. Μετά ήρθε ένας αετός, ο οποίος άφησε στο τραπέζι ένα στεφάνι με λουλούδια και τέλος παρουσιάστηκε ένας κόρακας, ο οποίος άφησε ένα σκοτωμένο φίδι. Η Πηνελόπη ξύπνησε τρομαγμένη. Έμεινε άγρυπνη για πολλή ώρα. Όταν την ξαναπήρε ο ύμνος είδε ένα άγγελο να της λέει: «Ο αληθινός Θεός σε καλεί να τον ακολουθήσεις. Θα σε βοηθήσει η αγαπημένη σου υπηρέτρια, η οποία είναι Χριστιανή»!

      Το άλλο πρωί η Πηνελόπη ξύπνησε προβληματισμένη. Φώναξε κοντά της την υπηρέτρια, στην οποία είπε ότι άγγελος Κυρίου της αποκάλυψε ότι είναι Χριστιανή και επιζητούσε από αυτή να της γνωρίσει τον Θεό της.

      Η Χριστιανή δούλη έβαλε τα κλάματα από συγκίνηση και ζήτησε συγνώμη από την αρχοντοπούλα για το μυστικό της και άρχισε να της μιλά για τη νέα πίστη. Η Πηνελόπη ενθουσιάστηκε και έβαζε βαθειά την ψυχή της τα λόγια της καλής υπηρέτριας. Οι μυστικές συζητήσεις τους συνεχίστηκαν έως ότου η Πηνελόπη πίστεψε στο Χριστό και ζήτησε να βαπτισθεί. Σεβάσμιος ιερέας μπήκε στην έπαυλη και τη βάπτισε κρυφά, δίνοντάς της το όνομα Ειρήνη.

      Η χαρά της νεοφώτιστης δε μπόρεσε να μείνει για πολύ κρυφή. Κάποια μέρα αποκάλυψε στους ειδωλολάτρες γονείς της ότι ασπάστηκε τον Χριστιανισμό. Εκείνοι θύμωσαν και προσπαθούσαν να πείσουν την κόρη τους να αρνηθεί την πίστη της. Εις μάτην όμως η Ειρήνη ήταν αμετάπειστη.

        Ταυτόχρονα μαθεύτηκε το νέο σε όλη την περιοχή, ότι η κόρη του έπαρχου Λικίνιου έγινε Χριστιανή. Πέρσες ιερείς του Ζωροάστρη πήγαν στον Λικίνιο προκειμένου να τον πείσουν να δικάσει την κόρη του. Εκείνος προχώρησε σε δίκη. Αρχικά προσπαθούσε με κολακείες να την πείσει να αρνηθεί την πίστη της και ύστερα μεταχειρίστηκε απειλές και βία. Βλέποντας όμως την απόφασή της, θύμωσε και έδωσε εντολή να την πάνε στο στάβλο, να την ποδοπατήσουν τα αφηνιασμένα

άγρια άλογα. Αλλά συνέβη το εξής θαυμαστό: τα άλογα δεν την πείραξαν και ένα από αυτά έτρεξε προς το μέρος του ηγεμόνα, τον οποίο κλώτσησε και τον σκότωσε! Ο λαός που είδε το θαύμα αναγνώρισε την πίστη της Ειρήνης. Ενώ οι σκοταδιστές ιερείς μιλούσαν για μαγικά της κόρης.

       Η Ειρήνη λυπημένη για το θάνατο του πατέρα της έτρεξε κοντά του και άρχισε να προσεύχεται με όλη τη δύναμη της ψυχής της για τη σωτηρία του. Τότε έγινε το δεύτερο θαύμα. Ο Λικίνιος αναστήθηκε, σηκώθηκε όρθιος, ζήτησε συγνώμη από την κόρη του και ομολόγησε την πίστη του στο Χριστό. Κατόπιν ζήτησε και βαπτίστηκε ο ίδιος και όλη η οικογένειά του. Μαζί του βαπτίστηκε και ο σοφός δάσκαλος Απελλιανός. Παραιτήθηκε από το υψηλό του αξίωμα, μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και έζησε ταπεινά στο εξοχικό του κάνοντας ελεημοσύνες και κηρύττοντας την χριστιανική πίστη.

         Όμως ο διάδοχός του Σεδεκίας, ο οποίος μισούσε θανάσιμα τους Χριστιανούς, έδωσε διαταγή να συλληφθεί η Ειρήνη και να τη ρίξουν σε λάκκο με φαρμακερά φίδια, θεωρώντας την ως αφορμή της διείσδυσης του Χριστιανισμού στην Περσία. Την άφησε εκεί δεκατέσσερις μέρες. Αλλά όταν πήγαν να πάρουν το πτώμα της είδαν με θαυμασμό ότι τα ερπετά τη σεβάστηκαν και δεν την έβλαψαν! Κατόπιν ο Σεδεκίας έδωσε εντολή να τη δέσουν σε τροχό με λεπίδες. Αλλά και πάλι θαυματουργικά, στέρεψε πάραυτα το νερό, που γύριζε τον τροχό! Μετά έδωσε εντολή να της πριονίσουν τα πόδια της. Αλλά ξανά ο Θεός την θεράπευσε θαυματουργικά, προς καταισχύνη των ειδωλολατρών! Στη συνέχεια ο γιος του Σεδεκία, Σαβώθ, περνώντας με το στρατό του από την πόλη που ζούσε η Ειρήνη, τη συνέλαβε και της έμπηξε καρφιά στις φτέρνες, τη φόρτωσε ένα βαρύ φορτίο με άμμο, αλλά και πάλι ο Θεός τη διέσωσε. Μετά από αυτό, η αγία ελευθερώθηκε και γύριζε από τόπο σε τόπο, κηρύττοντας το Χριστό. Έφτασε στην πόλη Καλλίνικο, όπου ο τοπικός άρχοντας Νουμεριανός τη συνέλαβε και την έριξε σε πυρακτωμένο καμίνι, σε σχήμα βοδιού. Αλλά και πάλι διασώθηκε θαυματουργικά.

      Η φήμη της έφτασε μέχρι και τον Πέρση βασιλιά Σαβώριο, ο οποίος την κάλεσε κοντά του και επειδή δεν μπόρεσε να την μεταπείσει να θυσιάσει στα είδωλα, έδωσε διαταγή να την αποκεφαλίσουν. Αλλά και πάλι ο Θεός την διέσωσε, καταισχύνοντας τους ειδωλολάτρες. Απελευθερώθηκε και άρχισε το ιεραποστολικό της έργο. Κοιμήθηκε ειρηνικά, ύστερα από τις μεγάλες κακουχίες και τα μαρτύριά της. Η μνήμη της τιμάται στις 5 Μαΐου.