Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Σάββατο 31 Μαρτίου 2012

Από το λεξιλόγιο του Αγίου Όρους

-Ευλογείτε

-Ο Κύριος


Ο καθιερωμένος αγιορείτικος χαιρετισμός κατά τη συνάντηση δύο μοναχών, από τους οποίους ο δεύτερος, στην αίτηση του πρώτου να τον ευλογήσει (να του πει, δηλαδή, ένα καλό λόγο, να του δώσει μια ευχή, ή να προσευχηθεί γι αυτόν), θα τον παραπέμψει στο Θεό:
- «Ο Κύριος (να σ' ευλογεί)».
Το ευλογώ του ανθρώπου από εκείνο του Θεού διαφέρει ουσιαστικά σε τούτο: «ο Θεός ευλογεί μεν έργω, ευλογείται δε (από τον άνθρωπο) λόγω».
Έτσι όταν ο πρώτος παραπέμπεται στον Κύριο να λάβει ευλογία, η ευλογία αυτή δεν είναι απλώς «καλός λόγος» αλλά θείες δωρεές.

Από το βιβλίο του Δωροθέου Μοναχού, ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ Μύηση στην Ιστορία του και τη Ζωή του,

Ο γάμος

Γράφει ο μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Για την ορθόδοξη εκκλησία ο γάμος είναι ένα από τα μυστήριά της. Εύχεται όπως οι νεόνυμφοι έχουν τέλεια αγάπη. Συντελείται η ένωση των δύο σε ένα. Να υπάρχει μεταξύ τους υπακοή, ανοχή και σύμπνοια.
Τοποθετείται η σχέση της γυναίκας με τον άνδρα σε νέα βάση. Η ισοτιμία μεταξύ των συζύγων είναι απαραίτητη. Η αγάπη θα πρέπει να είναι πάντοτε θυσιαστική. Όπως αγαπά ο Χριστός την εκκλησία έτσι να αγαπά ο σύζυγος τη σύζυγό του. Το ζεύγος θα πρέπει να δίνεται και να δένεται με τη μεγάλη αρετή της αγάπης. Πρώτιστα θα πρέπει να υπάρχει αφειδώλευτη αγάπη του άνδρα προς τη γυναίκα και σεβασμός και όχι δουλοπρέπεια της γυναίκας προς τον άνδρα. Η αγάπη οπωσδήποτε να είναι αμοιβαία.
Ο κύριος σκοπός του γάμου δεν είναι η παιδοποιία, αλλά η βοήθεια του ενός προς τον άλλο για την τελειοποίηση. Καλή και ευλογημένη η πολυτεκνία, αλλά θα πρέπει να συνυπάρχει με την καλλιτεκνία. Ο γάμος από νωρίς θεωρήθηκε ιερός θεσμός. Κατά τον απόστολο Παύλο είναι μυστήριο μέγα. Είναι λοιπόν θείος θεσμός ο γάμος, εντολή θεϊκή, πράξη που εκφράζει το θείο θέλημα. Η τεκνογονία είναι πηγή μεγάλης χαράς για τους γονείς. Ο ανθρώπινος πόνος παρατηρείται στοργικά από τον Θεό και τον μειώνει η αγάπη του για το πλάσμα του. Ο Χριστός στην Κανά της Γαλιλαίας θαυματουργεί, για να μην αφήσει μισή τη χαρά των καλεσμένων. Ο Χριστός διδάσκει ότι η πνευματικότητα διά της συζυγικής ομόνοιας ανθεί στον κόσμο και ενισχύει όλους. Ο αγιασμός του άνδρα και της γυναίκας γίνεται διά των ευχών της εκκλησίας. Η ιερολογία του γάμου δεν γίνεται προς επίδειξη αλλά προς θεία ενίσχυση.
Στη συνείδηση της ορθόδοξης εκκλησίας ο γάμος νοηματίζεται με τις ευχές της εκκλησίας, την ιερολογία και το μυστήριο. Από νωρίς ο γάμος ήταν συνδεδεμένος με το μυστήριο της θείας ευχαριστίας. Σε γαμήλιες παραστάσεις ο ίδιος ο Χριστός στεφανώνει τους νεόνυμφους. Τα δακτυλίδια, οι λαμπάδες, τα στέφανα και το κοινό ποτήριο συμβολίζουν την ένωση, την ομόνοια και την αγάπη των νεονύμφων. Γενικά η ακολουθία του γάμου ευλογεί, ενισχύει, νοηματίζει, εμπνέει και χαριτώνει τη ζωή των νεονύμφων. Τα τελευταία έτη ορισμένοι δεν επιθυμούν τον θρησκευτικό γάμο αλλά τον πολιτικό. Στον γάμο προσέρχεται κανείς ελεύθερα. Η αγάπη είναι απαραίτητη και από τα δύο μέλη. Ο σεβασμός του ενός προς τον άλλο ισόβιος. Από τώρα τα προβλήματα θα λύνονται μαζί. Δεν θα πρέπει να υπάρχουν μυστικά μεταξύ τους, ούτε δύο πορτοφόλια. Η αντιμετώπιση των δυσκολιών θα γίνεται κοινή. Η αγωγή των παιδιών με ιδιαίτερη φροντίδα. Κανονικά ο γάμος είναι αδιάλυτος. Η εκκλησία γνωρίζοντας την ανθρώπινη αδυναμία επιτρέπει δεύτερο και τρίτο γάμο. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας ο γάμος ήταν πολυήμερο πανηγύρι. Το διαζύγιο συνήθως δεν λύνει αλλά μεγαλώνει προβλήματα, όταν μάλιστα υπάρχουν και παιδιά. Η αύξηση των διαζυγίων σημαίνει έξαρση της επάρσεως. Ο εγωισμός και η μοιχεία οδηγούν συνήθως στα διαζύγια. Τα παιδιά των διαζευγμένων συχνά έχουν συναισθηματικά τραύματα, ψυχολογικά προβλήματα και μαθησιακές δυσκολίες.
Δυστυχώς σήμερα ο ιερός θεσμός του γάμου κλυδωνίζεται σοβαρά. Μικροεγωισμοί, πείσματα, ατομισμοί και κακίες συννεφιάζουν την οικογένεια. Ο καθένας κάνει ό,τι θέλει και ό,τι του αρέσει, μη σκεπτόμενος τον άλλο. Με ευκολία ο ένας εξουθενώνει τον άλλο. Τα παιδιά δεν είναι πάντοτε πηγή χαράς. Βλέπουν τους γονείς εξουθενούμενους και δακρύζουν κρυφά ή φανερά.
Για την επίτευξη του σκοπού του γάμου χρειάζεται συνεχής, επιμελημένος και επίπονος αγώνας μεταξύ των συζύγων. Εκτός από την απαραίτητη αγάπη θα πρέπει να υπάρχει η ταπείνωση. Ο ένας να ανέχεται τον άλλο, να υπομένει, να υποχωρεί και να ειρηνεύει. Οι συζυγικοί καβγάδες ενώπιον των παιδιών τα κάνουν κομπλεξικά. Ο ιερός Χρυσόστομος λέει πως τους συζύγους που είναι δεμένοι μεταξύ τους δεν θα μπορέσει να τους στενοχωρήσει κανένα από τα γεγονότα της ζωής, ούτε να καταστρέψει την ευτυχία τους, γιατί όταν υπάρχει ανάμεσα στον άνδρα και τη γυναίκα ομόνοια και ειρήνη και δυνατή αγάπη, τότε έρχονται όλα μαζί τα αγαθά. Μακάρι ο γάμος να καταστεί εργαστήρι αρετής και λιμάνι ησυχίας..

Στήβεν Ράνσιμαν, ένας άνθρωπος που ποτέ δεν βαρέθηκε

Λαΐου Αγγελική
Λαμπερές προσωπικότητες, όπως ο Στήβεν Ράνσιμαν, είναι σπάνιες. Ακόμη σπανιότερα τέτοιοι άνθρωποι γίνονται ιστορικοί. Σπάνια,τέλος, αποσπούν την αγάπη και το σεβασμό όχι μόνο των ειδικών του κλάδου τους, αλλά και του ευρέος κοινού, και δη σε ξένη χώρα. Στην Ελλάδα,ο Στήβεν Ράνσιμαν ήταν πολύ αγαπητός, και για πολλούς ανθρώπους Ράνσιμαν σημαίνει Βυζάντιο. Αυτό έχει τη σημασία του στη χώρα μας, γιατί ούτε το Βυζάντιο είναι από όλους αποδεκτό ως μία σημαντική περίοδος στην ιστορία του ελληνισμού, ούτε η ιστορία γενικά έχει πια την αίγλη που την περιέβαλε, και τη διδακτική ικανότητα που της απέδιδαν στο παρελθόν. Ο Στήβεν Ράνσιμαν όμως έσπασε τα πολλαπλά φράγματα.
Η προσωπικότητά του και η πλούσια και ιδιόρρυθμη ζωή του τον έκαναν έναν άνθρωπο που από την πρώτη γνωριμία εντυπωσίαζε και προκαλούσε το ενδιαφέρον του συνομιλητή του. Τον θυμάμαι σε μία σκηνή που θα μου μείνει αξέχαστη. Έτυχε να βρισκόμαστε μαζί, επισκέπτες σε ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο κάπου στο γεωγραφικό κέντρο της Αμερικής. Οι φοιτητές που άκουγαν τις διαλέξεις μας ήταν όλοι προπτυχιακοί, έξυπνα παιδιά, αλλά με ελάχιστες γνώσεις περί Βυζαντίου. Ο Ράνσιμαν τους μάγεψε. Θυμάμαι να κάθονται στο πάτωμα, γύρω από την καρέκλα του, και να κρέμονται από το στόμα του, μαγεμένοι από τις ιστορίες που τους έλεγε για το Βυζάντιο, για τα Βαλκάνια, για την Ιστορία. Είναι πολύ δύσκολο να συναρπάσει κανείς ένα τέτοιο ακροατήριο με τέτοια θέματα.
Όταν πέθανε ο Στήβεν Ράνσιμαν, οι νεκρολογίες που δημοσιεύθηκαν τόσο στις ελληνικές όσο και στις αγγλικές εφημερίδες ανέφεραν, μεταξύ άλλων, την αριστοκρατική του καταγωγή και τις επαφές του όχι μόνο με τις βασιλικές οικογένειες ευρωπαϊκών κρατών αλλά και με τον τελευταίο αυτοκράτορα της Κίνας, με τον οποίο έπαιζε ντουέτα στο πιάνο. Μίλησαν για τις σχέσεις του με ολόκληρη την ανώτερη τάξη της Αγγλίας -την κοινωνική και την ακαδημαϊκή- και τη γνωριμία του με προσωπικότητες όπως ο Τζον Μ. Κέυνς η ο Γκάι Μπέρτζες. Έγραψαν, ακόμη, για τα ταξίδια του και για τη σχεδόν απίστευτη σύμπτωση, αν ήταν σύμπτωση, να βρίσκεται σε διάφορες χώρες σε στιγμές όπου διαδραματίζονταν επικίνδυνα αλλά, φυσικά, σημαντικά γεγονότα: στην Κίνα το 1924, όταν η χώρα βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο. Το 1940 στη Σόφια, όπου κατέληξε μετά από μακρύ ταξίδι (Λονδίνο-Κέιπ Τάουν-Κάιρο, Βουλγαρία) και όπου έμεινε ως τη στιγμή που έφθασαν οι Γερμανοί, τον Μάρτιο του 1941. Στην Κωνσταντινούπολη, όπου δίδαξε Βυζαντινή Ιστορία και Τέχνη από το 1942 ως το 1945. και όπου εθεωρείτο πράκτορας των Άγγλων. Στην Αθήνα, από το 1945 ως το 1947, ως διευθυντής του Βρετανικού Συμβουλίου και μέλος της δυναμικής τριανδρίας Ράνσιμαν, Όσμπερτ Λάνκαστερ (στην πρεσβεία) και Πάτρικ Λη Φέρμορ (στο Βρετανικό Ινστιτούτο). Για όλες αυτές τις στιγμές μιας ζωής που ήταν γεμάτη περιπέτειες είχε να πει ιστορίες που μάγευαν τον συνομιλητή του.
Δεν είναι όμως αυτός ο λόγος που αναφέρθηκα στο συγκεκριμένο κομμάτι της ζωής του. Ο λόγος είναι ότι η ζωή του και η επιστήμη του ήταν στενά συνδεδεμένες σε μίαν ωραία και δημιουργική αρμονία. Ενδιαφερόταν βαθιά για κάθε τι ανθρώπινο, από τα αντικείμενα της καλλιτεχνικής δημιουργίας μέχρι τις διεργασίες της ανθρώπινης συναναστροφής. Από τις ιδέες και αξίες του πνεύματος μέχρι την καθημερινή ζωή. Ζούσε τη ζωή ως ιστορικός και η ιστορία που συνέγραφε ήταν ζωντανή, και γραμμένη πάντα με βαθύ ενδιαφέρον για την εποχή και για τους ανθρώπους που τη δημιούργησαν. Ένας άλλος μεγάλος μεσαιωνολόγος του 20ου αιώνα, ο Ανρί Πιρέν, έλεγε:«J’aime l’histoire parce que j’aime la vie». Νομίζω ότι αυτό περιγράφει ακριβώς τον Στήβεν Ράνσιμαν. Ήταν ένας άνθρωπος που ποτέ δεν βαρέθηκε στη ζωή του. Και αυτή η ζωντάνια χαρακτήριζε τόσο την κουβέντα του όσο και τις διαλέξεις του και το γράψιμό του. Το είπε,άλλωστε, και ο ίδιος σε μίαν ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο New Yorker: «Πάντα αγαπούσα τις ιστορίες και τους ανθρώπους, και πάντα μου άρεσε να προσπαθώ να καταλάβω τις ωραίες ιστορίες του παρελθόντος».
Ο Στήβεν Ράνσιμαν ήταν ένας από τους τελευταίους μεγάλους ιστορικούς της αφηγηματικής σχολής. Η ιστορία, για τον Ράνσιμαν, είναι η αφήγηση σημαντικών γεγονότων, σημαντικών θεσμών και σημαντικών ανθρώπων που άλλαξαν την ανθρώπινη μοίρα, με σκοπό τη βαθύτερη κατανόηση της ανθρωπότητας. Τα θέματα που διάλεγε ήταν μεγάλα: η Ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας υπό οθωμανική κατοχή, ο βυζαντινός πολιτισμός, η ιστορία των Σταυροφοριών -από την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τον Ομάρ, το 638, ως την πτώση του βασιλείου της Άκρας το 1291. Σίγουρα, καθοριστικές στιγμές στην ιστορία της Ανατολικής Ευρώπης και της Εγγύς Ανατολής. Τα επεξεργαζόταν με την πρόθεση και το σκοπό να συγγράψει την ιστορία με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Διάβαζε όλες τις πηγές χρησιμοποιώντας, για την Ιστορία των Σταυροφοριών,για πρώτη φορά ολόκληρο το υλικό -πηγές βυζαντινές, δυτικοευρωπαϊκές, αραβικές, αρμενικές, συριακές. Ο ίδιος έλεγε ότι δεν πρέπει ο ιστορικός να πνίγεται σε λεπτομέρειες η να περιορίζεται σ’ αυτές. Στα μεγάλα έργα του Ράνσιμαν η αφήγηση των γεγονότων είναι λεπτομερής. Όμως, ποτέ δεν χάνεται μέσα στη λεπτομέρεια ο ιστορικός, δουλειά και καθήκον του οποίου είναι να συνθέτει: να βλέπει, πέρα από τα συγκεκριμένα γεγονότα, τη μεγάλη και πολυσύνθετη εικόνα,τις ρίζες της στο παρελθόν, τη σημασία της για το μέλλον.

Ο Σερ Στήβεν Ράνσιμαν με τον Ηγούμενο της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου αρχιμανδρίτη Εφραίμ.
Η αφηγηματική ιστορία, η ιστορία του Ηροδότου και του Θουκυδίδη, δεν ήταν της μόδας στη διεθνή Ιστοριογραφία επί πολλές δεκαετίες μετά τον πόλεμο. Άλλες ιστορικές σχολές, η σχολή των Annales, η οικονομική σχολή με μία βραχύβια παρέκκλιση στην οικονομετρία, η στρουκτουραλιστική σχολή, η αποδομητική σχολή ήταν πολύ περισσότερο στη μόδα. Μόνο σχετικά πρόσφατα έχουν αρχίσει οι ιστορικοί να επανέρχονται στην αφηγηματική ιστορία, που σιγά σιγά αποκτά πάλι ενδιαφέρον, θα δούμε με τι αποτελέσματα. Ο Στήβεν Ράνσιμαν γνώριζε τα νέα ρεύματα, όμως ο ίδιος παρέμενε πιστός στο είδος της Ιστορίας που θεωρούσε το πιο αποτελεσματικό.
Η καλή αφηγηματική ιστορία έχει ορισμένες προδιαγραφές, εκτός από αυτές που ήδη ανέφερα, δηλαδή τη βαθιά γνώση των πηγών και των γεγονότων. Απαιτεί αφηγηματικό ταλέντο και ωραία γλώσσα. Στην αγγλική ιστοριογραφική παράδοση, μεγάλοι ιστορικοί που έγραφαν ωραία, γλαφυρά και λόγια αγγλικά υπήρξαν αρκετοί. Για το Βυζάντιο και τη γνώση των Αγγλοσαξόνων περί αυτού ήταν δυστύχημα που ο Έντουαρντ Γκίμπον, ο οποίος απεχθανόταν βαθύτατα το Βυζάντιο, ήταν μεγάλος στιλίστας που χειριζόταν την αγγλική γλώσσα σχεδόν σαν μουσικό όργανο. Έτσι, το έργο του «Η παρακμή και η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» έγινε κλασικό, διαβάστηκε από περίπου όλους τους αγγλόφωνους λογίους και διαμόρφωσε μίαν αρνητική εικόνα για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Είναι μία εικόνα που εξακολουθεί να σαγηνεύει -παρ’ όλο που είναι απολύτως ξεπερασμένη επιστημονικά- γιατί είναι γραμμένη σε θαυμάσια αγγλικά. Αντίστοιχα, μεγάλο ευτύχημα για την ιστορία του Βυζαντίου υπήρξε το γεγονός ότι ο Στήβεν Ράνσιμαν ήταν και αυτός συγγραφέας που έγραφε με κομψότητα λόγου και γλαφυρότητα. Ο Ράνσιμαν ανήκει στη σχολή των ιστορικών που θεωρούν την ιστορία όχι μόνον επιστήμη αλλά και τέχνη, και χειρίζονται τη γλώσσα με δύναμη και χάρη. Τον έχω αποκαλέσει αντί-Γκίμπον,γιατί έχει αφήσει κείμενα αξέχαστα, που με τη σίγουρη πένα του ταλαντούχου συγγραφέα αποτυπώνουν στη συνείδηση του αναγνώστη εικόνες εντελώς διαφορετικές από του Γκίμπον. Η Ιστορία των Σταυροφοριών είναι ένα αριστούργημα της αφηγηματικής γραφής, εφάμιλλο των καλύτερων Ιστορικών κειμένων στην αγγλική γλώσσα. Ο ίδιος αναγνώριζε τη σημασία της καλής γραφής, και έλεγε ότι όταν συνέθετε ένα κείμενο, το διάβαζε μουρμουριστά, για να βεβαιωθεί ότι ο ρυθμός της γλώσσας ήταν σωστός και το κείμενο έρρεε. Ίσως είναι κακία να προσθέσω εδώ ότι ένας από τους λόγους που η αφηγηματική ιστορία γνώρισε ύφεση είναι ακριβώς το ότι οι ιστορικοί με ευρεία παιδεία και με βαθιά γνώση των σπουδαίων λογοτεχνικών κειμένων έχουν λιγοστέψει.
Έγραφε, λοιπόν, ο Στήβεν Ράνσιμαν με μία γλαφυρότητα που έκανε τα βιβλία του ευχάριστα στην ανάγνωση. Συγχρόνως,ήταν από τους ιστορικούς του Βυζαντίου που αγαπούσαν και σεβόντουσαν το αντικείμενο της επιστημονικής τους ενασχόλησης. Δυστυχώς, η αγγλοσαξονική σχολή των βυζαντινολόγων έχει να επιδείξει σοβαρούς επιστήμονες, με τίτλους και με πειστικότητα, οι οποίοι μισούσαν το Βυζάντιο -είτε επειδή το έβλεπαν σκοταδιστικό, είτε επειδή θεωρούσαν τη θρησκεία αρνητικό φαινόμενο, είτε γιατί το Βυζάντιο δεν ήταν η Αρχαία Ελλάδα η, αντιστρόφως, η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ας μην προσθέσω εδώ και τα αμαρτήματα της «φιλελεύθερης» ιστοριογραφίας, και ας αναφερθώ μόνο ακροθιγώς στο γεγονός ότι και στη νεότερη Ελλάδα υπάρχει μία βαθύτατα αρνητική θεώρηση του Βυζαντίου, όχι από τους ειδικούς, αλλά από σημαντικό μέρος του μορφωμένου κοινού.
Ο Ράνσιμαν, αντίθετα, καταλάβαινε πολύ καλά το Βυζάντιο. Το θεωρούσε την πιο πολιτισμένη και φωτισμένη κοινωνία του Μεσαίωνα και, κατά τη γνώμη μου, είχε δίκιο. Ήταν επίσης ένας από τους λίγους μη Έλληνες ιστορικούς που έβλεπαν στο Βυζάντιο τη μεσαιωνική φάση του ελληνισμού -όπως άλλωστε έβλεπε και τη συνέχεια με τον ελληνισμό υπό οθωμανική κατοχή. Αυτή ήταν η μεγάλη συμβολή του στην ιστοριογραφία του Βυζαντίου. Ήταν ένας ιστορικός άμεμπτος από τη δυτικοευρωπαϊκή σκοπιά, διότι δεν ήταν Έλληνας και δεν μπορούσε να κατηγορηθεί για ελληνοκεντρισμό. Συγχρόνως ήταν ιστορικός με βαθιά γνώση των πηγών, ο οποίος έγραψε για το Βυζάντιο με αγάπη και εκτίμηση, σε μία γλώσσα σαγηνευτική. Τα βιβλία του ανατυπώνονται και διαβάζονται με ευχαρίστηση από τους φοιτητές, τους ειδικούς και το κοινό. Και αυτό είναι μία συμβολή σπουδαία, που έχει αντέξει στο χρόνο.
Δεν αναφέρθηκα στο σπουδαιότερο έργο του Στήβεν Ράνσιμαν,την «Ιστορία των Σταυροφοριών». Έχω μιλήσει επανειλημμένα γι’ αυτό, κι έτσι θεώρησα ότι αλλού έπρεπε να εστιάσω τη σύντομη παρουσίασή μου. Δεν μπορεί, όμως, να μείνει αμνημόνευτο αυτό το μεγαλόπνοο έργο, το οποίο για πρώτη φορά παρουσίασε τις Σταυροφορίες ως μία κοσμοϊστορική συνάντηση και σύγκρουση τριών κόσμων -του βυζαντινού, του ισλαμικού και της Δυτικής Ευρώπης. Ο Ράνσιμαν κατανόησε τη σημασία των Σταυροφοριών ως ενός διεθνούς κινήματος που κατέληξε στην καταστροφή του σπουδαιότερου μεσαιωνικού πολιτισμού, του πολιτισμού των Χριστιανών της Ανατολής, οι οποίοι ήταν, όπως λέει ο ίδιος, τα κύρια θύματα. Είναι από τους λίγους δυτικοευρωπαίους μελετητές των Σταυροφοριών που καταδίκασε το κίνημα σαφώς και κατηγορηματικώς. Το καταδίκασε «ως μία μακρόχρονη πράξη μισαλλοδοξίας εν ονόματι του Θεού, που συνιστά αμαρτία κατά του Αγίου Πνεύματος». Είδα με ενδιαφέρον ότι η νεκρολογία στους “Times” του Λονδίνου βρίσκει στα λόγια αυτά, με τα οποία καταλήγει η Ιστορία των Σταυροφοριών, ένα είδος αυτοτιμωρίας, αυτομαστιγώματος της Δύσης. Πράγμα που σημαίνει ότι η ετυμηγορία του Ιστορικού για τις Σταυροφορίες βρήκε το στόχο της και εξακολουθεί να ενοχλεί.
Ο Ράνσιμαν έλεγε ότι, όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα, το Βυζάντιο ήταν μία παραμελημένη εποχή. Το έργο του αλλά και η παρουσία του, η φιλία του με τόσους έλληνες λογίους, λογοτέχνες και ιστορικούς, η πειστικότητα του λόγου του, ο ενθουσιασμός του για το Βυζάντιο έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση ενός σοβαρότερου ενδιαφέροντος για τη μεγαλειώδη αυτήν εποχή τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική.

Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Τί είναι ο Ακάθιστος Ύμνος;

του Νικολάου Δ. Γεωργαντώνη

Η ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου λέγεται το Ε’ Σάββατο των Νηστειών. Έχει επικρατήσει όμως στον κόσμο να λέγεται την Παρασκευή το βράδυ. Ο ποιητής της ακολουθίας είναι, πιθανότατα, ο Αγ. Ρωμανός ο Μελωδός (1 Οκτώβριου), Το κύριο του θέμα έχει να κάνει με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την σάρκωση του Λόγου του Θεού. Αποτελείται από το προοίμιο «Το προσταχθέν μυστικώς…» και μαζί με 24 οίκους που έχουνε αλφαβητική σειρά και αυτά γράφτηκαν τον 6ον αιώνα μ.Χ.
         Μετέπειτα, προστέθηκε τον 7ον αιώνα μ.Χ. και το κοντάκιο «Την Υπερμάχω  Στρατηγώ…» το οποίο είναι αφιερωμένο στην προστάτιδα της Κων/πολης και αναφέρεται στην θαυμαστή σωτηρία της πόλης το 626 μ.Χ. Επί Ηράκλειτου, ήταν πολιορκημένη η Πόλη και όλος ο λαός μαζί με τον Πατριάρχη Σέργιο, προσευχήθηκαν ολονυκτίως, «ακάθιστοι» (από όπου βγήκε το όνομα «Ακάθιστος Ύμνος»). Μετά, καθιερώθηκε να γίνεται τιμητικά εις μνήμη του γεγονότος που είπαμε.
 
         Αλλά γιατί το κάνουμε μέσα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή; Ο λόγος που καθιερώθηκε μαζί και με τους «Χαιρετισμούς» ήταν επειδή η εορτή του Ευαγγελισμού έπεφτε μέσα στην περίοδο της Νηστείας. Επειδή είναι μεγάλη και χαρμόσυνη εορτή, και στερείται προεόρτια και μεθεόρτια, καθιερώθηκε να λέγονται οι Χαιρετισμοί και ο Ακάθιστος για να συμπληρωθεί αυτό το κενό.

        Παλαιότερα ψαλλόταν όλοι οι Χαιρετισμοί αλλά σήμερα μόνο το προοίμιο «Το προσταχθέν μυστικώς…» λέμε σε ήχο πλ. Δ’. Και όπως είπαμε, συνδέθηκε και το «Τη Υπερμάχω…» το οποίο έχει ιστορικό χαρακτήρα. Έτσι μας έχει έρθει ο Ακάθιστος Ύμνος σε εμάς σήμερα.




Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Αμαθείς είναι οι άνθρωποι, που δεν γνωρίζουν τον Θεό και τη δύναμή Του

Αγίου Νικολάου Αχρίδος

Η σφραγίδα της απελπισίας είναι η αυτοκτονία. Αναρωτιέστε, γιατί υπάρχει τόση απελπισία και γιατί υπάρχουν τόσοι απελπισμένοι στην εποχή μας; Από το άδειασμα του μυαλού και την ερημιά της καρδιάς. Ο νους δε σκέφτεται το Θεό και η καρδιά δεν αγαπάει το Θεό. Όλος ο κόσμος δεν μπορεί να γεμίσει το ανθρώπινο μυαλό, αυτό μπορεί μόνο ο Θεός να το κάνει. Χωρίς το Θεό ο νους είναι πάντα άδειος και όλες οι γνώσεις που μπαίνουν στο μυαλό πέφτουν στην άβυσσο. Η αγάπη όλου του κόσμου δεν μπορεί να γεμίσει την καρδιά του ανθρώπου, επειδή η καρδιά νιώθει πως η κοσμική αγάπη αλλάζει και είναι σαν την παλίρροια και την άμπωτη της θάλασσας. Αδερφοί μου, και το μυαλό και η καρδιά μας ανήκουν στο Θεό και μόνο ο Θεός μπορεί να τα γεμίσει με τη δύναμη Του: Να το γεμίσει με τη δική Του χαρούμενη σοφία, με την πίστη και την αγάπη.

-Χωρίς το Θεό όλα είναι αμάθεια.
-Χωρίς το Θεό όλα είναι στεναχώρια.
-Χωρίς το Θεό όλα είναι απελπισία....
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ
ΑΦΥΠΝΙΣΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ
ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΣΤΟ ΛΑΟ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"

Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Αύξηση κρουσμάτων εξάρτησης από το διαδίκτυο

Στη διάδοση των ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης όπως το facebookαποδίδουν οι επιστήμονες την αυξανόμενη εξάρτηση των παιδιών από το διαδίκτυο. Αρκετοί είναι πλέον οι νέοι που προσφεύγουν σε Κεντρα θεραπείας όπως το ΚΕΘΕΑ, προκειμένου να απαλλαγούν απ΄την καταστρεπτική συνήθεια.

Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι πρόβλημα δεν είναι μόνον ο χρόνος που περνά ένα παιδί μπροστά στον υπολογιστή, αλλά και τι ακριβώς κάνει στο διαδίκτυο.

Οπως είπε στο MEGA η υπεύθυνη της Μονάδας Εφηβικής Υγείας του Νοσοκομείου Παίδων Αγλαϊα Κυριακού, Αρτεμις Τζίτζικα, τουλάχιστον 250 παιδιά που έχουν εξαρτητική συμπεριφορά παρακολουθούνται στη Μονάδα Εφηβικής Υγείας του Νοσοκομείου Παιδων Αγλαϊα Κυριακού. Από αυτά το 70% επανέρχεται στην καθημερινότητά του.

Όμως, σύμφωνα με τα στοιχεία έρευνας της μονάδας το 2010, το ποσοστό των εφήβων με συμπτώματα εξάρτησης αυξήθηκε μεσα σε μία τριετία από 1% σε 2,5% ενώ το ποσοστό των εφήβων που βρίσκονται ένα στάδιο πριν από την εξάρτηση εκτινάχθηκε από το 13% στο 20% του συνόλου.
Δύο τηλεφωνικοί αριθμοί, το 80011 και το 80015 μπορεί να αποδειχθούν σανίδες σωτηρίας, απο τη μάστιγα της εξάρτησης. Από τις 3000 κλήσεις που έχουν δεχθεί σ΄αυτές τις γραμμές οι 1000 αναφέρονται σε εξαρτήσεις από το διαδίκτυο.

ΟΤΑΝ Η ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΙΣΙΟΥ ΚΛΟΝΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΔΑΡΒΙΝΟΥ

Διηγήθηκε ο Γέροντας: «Από ένδεκα χρονών διάβαζα βίους Αγίων και έκανα νηστείες και αγρυπνίες. Ο αδελφός μου ο μεγαλύτερος έπαιρνε και έκρυβε τους βίους. Δεν κατάφερε τίποτε. Πήγαινα στο δάσος και συνέχιζα. Κάποιος φίλος του τότε, ο Κώστας, του είπε: «Θα σου τον κάνω να τα παρατήση όλα».

»Ήρθε και μου ανέπτυξε την θεωρία του Δαρβίνου. Κλονίστηκα τότε και είπα: «Θα πάω να προσευχηθώ, και, αν ο Χριστός είναι Θεός, θα μου παρουσιαστή να πιστέψω. Μια σκιά, μια φωνή, κάτι θα μου δείξει». Τόσο μούκοβε. Πήγα και άρχισα μετάνοιες και προσευχή για ώρες, αλλά τίποτε. Στο τέλος τσακισμένος σταμάτησα. Μού ήρθε τότε στην σκέψη κάτι που μούχε πει ο Κώστας: «Παραδέχομαι ότι ο Χριστός είναι ένας σπουδαίος άνθρωπος, δίκαιος, ενάρετος, τον οποίο εμίσησαν από φθόνο για την αρετή του και τον καταδίκασαν οι συμπατριώτες του». Τότε είπα: «Αφού είναι τέτοιος, και άνθρωπος να ήταν, αξίζει να τον αγαπήσω, να τον υπακούσω και να θυσιασθώ γι Αυτόν. Δεν θέλω ούτε παράδεισο, ούτε τίποτε. Για την αγιότητά του και την καλωσύνη του αξίζει κάθε θυσία». (Καλός λογισμός και φιλότιμο).


»Ο Θεός περίμενε την αντιμετώπισή μου. Ύστερα από αυτό παρουσιάσθηκε ο ίδιος ο Χριστός μέσα σε άφθονο φως. Φαινόταν από την μέση και πάνω. Με κοίταξε με πολλή αγάπη και μου είπε: «Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται». Τα λόγια αυτά ήταν γραμμένα και στο Ευαγγέλιο που κρατούσε ανοικτό στο αριστερό χέρι Του».


Το γεγονός αυτό διέλυσε στον δεκαπενταετή Αρσένιο τους λογισμούς αμφιβολίας, που τάραζαν την παιδική του ψυχή, και γνώρισε με την χάρι του Θεού τον Χριστό ως Θεό αληθινό και Σωτήρα του κόσμου. Βεβαιώθηκε για τον Θεάνθρωπο, όχι από άνθρωπο ή από βιβλία, αλλά από τον ίδιο τον Κύριο, που του αποκαλύφθηκε και μάλιστα σε τέτοια ηλικία. Στερεωμένος πλέον στην πίστη μονολογούσε: «Κώστα, άμα θέλης τώρα, έλα να συζητήσουμε».




Από το βιβλίο του Ιερομονάχου Ισαάκ

ΒΙΟΣ

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

Κεντρική αποκλειστική διάθεση του βιβλίου.

Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, 63088, Μεταμόρφωσης Χαλκιδικής

Τηλέφωνον: 2375061592

Τηλεομοιότυπον (FAX) 2375061103

Παρασκευή 23 Μαρτίου 2012

Νείλος ο Ασκητής

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
1. Αν θέλει κανένας να φκιάσει ευωδιαστό θυμίαμα, πρέπει να συνθέσει σε ίση ποσότητα διάφανο και καθαρό λιβάνι, κασσία, όνυχα και στακτή, σύμφωνα με όσα λέει ο Νόμος (πρβλ. Εξόδ. λ΄ 34). Αυτά τα υλικά υποδηλώνουν τις τέσσερις βασικές αρετές. Αν έχουν δηλαδή όλη την πληρότητα και είναι στον ίδιο βαθμό αναπτυγμένες τότε δεν πρόκειται να προδοθεί ο νούς.

2. Όταν καθαρθεί η ψυχή με την πληρότητα των εντολών, δηλαδή με την εκπλήρωση και εφαρμογή τους, τότε κάνει ακλόνητη την τάξη του νού, καθιστώντας τον ικανό να δεχτεί την κατάσταση εκείνη, που αναζητάει.

3. Η προσευχή είναι επικοινωνία του νού με το Θεό. Σε ποια κατάσταση, αλήθεια, πρέπει να βρίσκεται ο νούς για να μπορέσει να απλωθεί και εκταθεί αμετάστροφα ως τον Δεσπότη του και να τον συναναστρέφεται συνομιλώντας μαζί του χωρίς την παρεμβολή κανενός ενδιαμέσου;

4. Αν, όταν προσπάθησε ο Μωϋσής να πλησιάσει τη φλεγόμενη βάτο, εμποδίστηκε, ώσπου να λύσει το υπόδημα των ποδιών του (Εξόδ. γ΄ 5), πώς εσύ, που θέλεις να ιδείς τον πέρα από κάθε αίσθηση και έννοια και να γίνεις φίλος του, δεν θα πρέπει να λύσεις και να πετάξεις από πάνω σου κάθε νόημα μολυσμένο από πάθος;

5. Πριν από κάθε τι άλλο να προσεύχεσαι να λάβεις το δώρο των δακρύων, για να μαλακώσεις με το πένθος την αγριάδα, που υπάρχει μέσα στην ψυχή σου, και, αφού κατηγορώντας τον εαυτό σου ομολογήσεις στον Κύριο τις ανομίες σου, να πετύχεις την άφεση των αμαρτιών εκ μέρους του.

6. Να χρησιμοπειείς τα δάκρυα για την πραγμάτωση κάθε αιτήματος. Γιατί χαίρεται πολύ ο Δεσπότης σου, όταν προσεύχεσαι με δάκρυα.

7. Αν χύνεις άφθονα δάκρυα στην προσευχή σου, μην το παίρνεις καθόλου επάνω σου, σαν τάχατες να στέκεις πιο ψηλά απ’τους πολλούς. Γιατί με δάκρυα έχει αποχτήσει δύναμη η προσευχή σου, για να μπορέσεις πρόθυμα να ομολογήσες τις αμαρτίες σου και να εξευμενίσεις το Δεσπότη. Μη μετατρέψεις λοιπόν σε πάθος ό,τι αποτελεί προφύλαξη από τα πάθη, για να μην παροργίσεις πιο πολύ αυτόν, που έχει δώσει τη χάρη.

8. Πολλοί χύνοντας δάκρυα για τις αμαρτίες τους, επειδή ξέχασαν το σκοπό των δακρύων, κατάντησαν σε τρέλα ξεφεύγοντας απ’αυτόν.

9. Στάσου επίμονα και προσευχήσου έντονα και σιχάσου τις συνομιλίες των φροντίδων και των λογισμών. Γιατί σε ταράζουν και σε συγχύζουν για να σε κάνουν άτονο.

10. Όταν σε ιδούν οι δαίμονες πρόθυμο να προσευχηθείς αληθινά, τότε βάζουν με τέχνη μέσα σου σκέψεις μερικών πραγμάτων τάχατες αναγκαίων και ύστερ’από λίγο σε κάνουν να τα ξεχάσεις κινώντας έτσι το νού σε αναζήτησή τους. Κι ο νούς μη βρίσκοντάς τα πέφτει σε κατάσταση αθυμίας και λύπης. Όταν όμως σταθεί σε προσευχή, του θυμίζουν αυτά, που αναζητούσε και είχε στη μνήμη του, με το σκοπό να κινηθεί ο νούς για απόχτηση της γνώσης τους και να χάσει την καρποφόρα προσευχή.

11. Αγωνίσου να κρατάς το νού σου την ώρα της προσευχής κουφό και άλαλο. Έτσι θα μπορέσεις να προσευχηθείς.

12. Όταν σε συναντήσει πειρασμός ή ολοένα σε ερεθίζει διάθεση αντιλογίας με σκοπό να κινήσεις την οργή σου εναντίον του σατανά ή να βγάλεις άναρθη κραυγή, θυμήσου την προσευχή και την κρίση, που γίνεται όσο αυτή διαρκεί, και παρευθύς θα ηρεμήσει η άτακτη κίνηση μέσα σου.

13. Όσα κάνεις για να αμυνθείς εναντίον του αδελφού σου, που σε έχει αδικήσει, όλα θα σου γίνουν σκάνδαλο την ώρα της προσευχής.

14. Η προσευχή είναι βλάστημα πραότητας και αοργησίας.

15. Η προσευχή είναι προβολή χαράς και ευχαριστίας.

16. Η προσευχή είναι προφύλαγμα από λύπη και αθυμία (κακοκεφιά).

17. Πήγαινε, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασε την αξία τους στους φτωχούς (Ματθ. ιθ΄ 21) και φορτωμένος το σταυρό απαρνήσου τον εαυτό σου (Ματθ. ις΄ 24), για να μπορέσεις να προσευχηθείς απερίσπαστα.

18. Αν θέλεις να προσεύχεσαι αξιέπαινα, να απαρνιέσαι κάθε στιγμή και κάθε ώρα τον εαυτό σου και πάσχοντας τα πάνδεινα να στοχάζεσαι βαθιά πάνω στην προσευχή.

19. Θα βρείς τον καρπό της όποιας δυσχέρειας υπομένεις, φιλοσοφώντας την την ώρα της προσευχής.

20. Αν λαχταράς να προσευχηθείς όπως πρέπει, να μην πικραίνεις καμιά ψυχή. Αλλιώς άδικα τρέχεις.

21. Άφησε το δώρο σου, λέει το ιερό Ευαγγέλιο, μπροστά στο θυσιαστήριο και πήγαινε πρώτα συμφιλιώσου με τον αδερφό σου (Ματθ. ε΄24) και τότε θα προσευχηθείς χωρίς καμιά ταραχή. Γιατί η μνησικακία αμαυρώνει και αδυνατίζει το ηγεμονικό της ψυχής, το νου, και σκοτίζει τις προσευχές σου.

22. Όσοι σωριάζουν λύπες και μνησικακίες μέσα τους, μοιάζουν μ’αυτούς, που βγάνουν νερό από το πηγάδι και το αδειάζουν σε τρύπιο πιθάρι.

23. Αν είσαι υπομονετικός, θα προσεύχεσαι με χαρά.

24. Όταν προσεύχεσαι όπως πρέπει, θα συναντήσεις τέτοια πράγματα, που να σου φαίνεται πως μ’όλο σου το δίκαιο πρέπει να εξοργιστείς. Δεν υπάρχει όμως δικαιολογημένος θυμός εις βάρος του διπλανού μας. Γιατί αν καλοεξετάσεις, θα βρείς πως είναι δυνατό και δίχως θυμό να τακτοποιηθεί μια χαρά το ζήτημα. Κάνε λοιπόν ό,τι περνάει από το χέρι σου για να μην ξεσπάσεις σε θυμό.

25. Κοίτα μήπως νομίζοντας ότι γιατρεύεις τον άλλο, αποδειχτείς εσύ ο ίδιος αγιάτρευτος και βάζεις εμπόδια στην προσευχή σου.

26. Αν αποφεύγεις το θυμό, θα βρείς κα συ έλεος και θα φανείς φρόνιμος και θα λογαριαστείς κι εσύ ανάμεσα σ’εκείνους που προσεύχονται.

27. Αν αρματώνεσαι ενάντια στο θυμό, δεν πρέπει να ανέχεσαι καμιά επιθυμία. Γιατί αυτή δίνει υλικό στο θυμό κι αυτός με τη σειρά του ταράζει το νοητό (νοερό) μάτι, βλάφτοντας πολύ την πνευματική κατάσταση, που μέσα μας δημιουργεί η προσευχή.

28. Μην προσεύχεσαι μόνο με την εξωτερική στάση, αλλά παρακίνα το νού σου να έρχεται σε συναίσθηση της πνευματικής προσευχής με πολύ φόβο.

29. Μερικές φορές ευθύς ως πας για προσευχή, θα προσευχηθείς καλά. Κι άλλοτε πάλι, κι αν ακόμα κουραστείς πολύ, δε θα πετύχεις το σκοπό αυτό. Και τούτο για να ζητήσεις ακόμη πιο πολύ προσευχή και, αφού τη λάβεις να μη φοβάσαι μη τυχόν και σου αρπάξουν το κατόρθωμα.

30. Όταν έρθει άγγελος, μονομιάς φεύγουν όλοι όσοι μας ενοχλούν και βρίσκεται ο νούς σε πολλή άνεση καθώς προσεύχεται σωστά. Άλλοτε όμως, όταν μας έρχεται ο συνηθισμένος πόλεμος, χτυπιέται και αγωνίζεται ο νούς και δεν του επιτρέπεται κεφάλι να σηκώσει, γατί έχει πιά αποκτήσει την ποιότητα λογής λογής παθών. Όμως ζητώντας πιο πολύ θα βρεί. Κι αν χτυπάει την πόρτα, θα του ανοίξουν (πρβλ. Ματθ. ζ΄8).

31. Μην προσεύχεσαι να γίνουν τα δικά σου θελήματα, γιατί χωρίς άλλο δε συμφωνούν με του Θεού το θέλημα. Να προσεύχεσαι μάλλον καθώς διδάχτηκες λέγοντας «γενηθήτω το θέλημα σου εν εμοί» (πρβλ. Λουκ.κβ΄42). Και για κάθε πράγμα με τον ίδιο τρόπο να ζητάς να γίνεται το δικό του θέλημα. Γιατί θέλει ο Θεός το αγαθό κι αυτό, που συμφέρει στην ψυχή σου. Εσύ οπωσδήποτε δεν θα το ζητάς αυτό.

32. Πολλές φορές στην προσευχή μου ζήτησα να γίνει αυτό, που εγώ νόμιζα καλό. Και επέμεινα στο αίτημα εκβιάζοντας ασυλλόγιστα το θέλημα του Θεού μη αναθέτοντας σ’αυτόν να οικονομήσει ό,τι εκείνος ξέρει για συμφέρον μου. Και όμως, όταν έλαβα ό,τι ζητούσα δυσανασχέτησα πολύ, επειδή δε ζήτησα να γίνει μάλλον το θέλημα του Θεού. Δεν ανταποκρίθηκε δηλαδή στις προσδοκίες μου ό,τι του ζήτησα.

33. Τι είναι αγαθό παρά ο Θεός; Ας αναθέσουμε λοιπόν σ’αυτόν όλα μας τα ζητήματα κι όλα θα πάνε καλά για μας. Γιατί αυτός, που είναι αγαθός, είναι οπωσδήποτε και αγαθών δωρεών χορηγός.

34. Μη λυπάσαι, όταν δεν παίρνεις από το Θεό αμέσως ό,τι ζητάς. Γιατί θέλει να σε ευεργετήσει ακόμα πιο πολύ, αν μένεις αφοσιωμένος σ’αυτόν με την επίμονη προσευχή. Και τι άλλο είναι ανώτερο από τη συναναστροφή σου με το Θεό και από την απασχόλησή σου με τη μαζί του επικοινωνία;

35. Απερίσπαστη προσευχή είναι ύψιστη νόηση του νού.

36. Η προσευχή είναι ανάβαση του νού προς το Θεό.

37. Αν ποθείς να προσευχηθείς, απαρνήσου τα πάντα, για να κληρονομήσεις το πάν.

38. Προσευχήσου πρώτα να γίνεις καθαρός από τα πάθη. Προσευχήσου δεύτερο να απαλλαγείς από την άγνοια και τη λήθη. Προσευχήσου τρίτο να γλιτώσεις από κάθε πειρασμό και εγκατάλειψη.

39. Ζήτα στην προσευχή σου μόνο τη δικαιοσύνη του Θεού και τη βασιλεία του (Ματθ.ς΄33), δηλαδή την αρετή και τη γνώση. Κι όλα τα υπόλοιπα θα σου προστεθούν.

40. Είναι δίκαιο να μην προσεύχεσαι μόνο για τη δική σου κάθαρση, αλλά και για κάθε συνάνθρωπό σου, για να μιμηθείς τον αγγελικό τρόπο προσευχής.

41. Πρόσεχε αν στέκεις αληθινά μπρός στον Θεό την ώρα της προσευχής σου ή μήπως νικιέσαι από ανθρώπινο έπαινο κι αυτόν βιάζεσαι να κυνηγήσεις με πρόσχημα το μάκρεμα της προσευχής.

42. Αν προσεύχεσαι μαζί με αδελφούς ή και μόνος σου, αγωνίζου να μην προσεύχεσαι από συνήθεια, αλλά από (και με) συναίσθηση.

43. Συναίσθηση προσευχής σημαίνει ευλαβική και κατανυκτική περίσκεψη και οδύνη της ψυχής με ομολογία των κριμάτων της και μυστικούς στεναγμούς.

44. Αν ο νούς σου ξεκλέβεται ακόμα την ώρα της προσευχής, δεν κατάλαβε ακόμα πως ο μοναχός προσεύχεται, αλλά είναι ακόμα κοσμικός, που στολίζει την εξωτερική σκηνή.

45. Όταν προσεύχεται, φύλαγε με όλη σου τη δύναμη τη μνήμη σου, για να μη σου αραδιάζει τα δικά της, αλλά να παρακινάς τον εαυτό σου να λαβαίνει συνείδηση πως στέκεις μπροστά στο Θεό. Γιατί συνήθως ξεκλέβεται πολύ ο νούς από τη μνήμη την ώρα της προσευχής.

46. Όταν προσεύχεσαι, σου φέρνει η μνήμη ή φαντασίες παλιών πραγμάτων ή καινούργιες φροντίδες ή το πρόσωπο αυτουνού, που σε έχει πικράνει.

47. Ο δαίμονας φθονεί πολύ τον άνθρωπο, που προσεύχεται, και χρησιμοποιεί κάθε μέσο για να παραβλάψει το σκοπό του. Δεν παύει λοιπόν να βάζει σε κίνηση τα νοήματα (έννοιες) των πραγμάτων δια μέσου της μνήμης και ανακατεύει όλα τα πάθη δια μέσου της σάρκας για να μπορέσει να τον εμποδίσει στον άριστο δρόμο και την εκδημία του στο Θεό.

48. Όταν, αν και έκανε πολλά ο παμπόνηρος δαίμονας, δεν μπορέσει να δημιουργήσει εμπόδια στην προσευχή του δικαίου, χαλαρώνει τότε για λίγο την πίεσή του και μετά τον εκδικιέται όταν προσευχηθεί. Γιατί ή αφανίζει, ερεθίζοντάς τον σε οργή, την εξαίρετη κατάσταση της προσευχής, που δημιουργείται μέσα του, ή, ερεθίζοντάς τον σε αλόγιστη ηδονή,περιγελάει υβριστικά το νού.

49. Όταν προσευχηθείς όπως πρέπει, περίμενε αυτά, που δεν πρέπουν, και αντιστάσου γενναία φυλάγοντας τον καρπό σου. Γιατί από την πρώτη αρχή έχεις ταχθεί σε τούτο ακριβώς το έργο, δηλαδή στο «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» (Γενέσ. β΄15). Μη λοιπόν, αφού δούλεψες, αφήνεις αφύλαχτο ό,τι πραγματοποιήθηκε. Αλλιώς δεν ωφελεί σε τίποτε η προσευχή σου.

50. Όλος ο πόλεμος, που γίνεται ανάμεσα σε μας και τους ακάθαρτους δαίμονες, δε γίνεται για τίποτε άλλο παρά για την πνευματική προσευχή. Οι δαίμονες εχθρεύονται πολύ την προσευχή και τους είναι πολύ δυσάρεστη, ενώ για μας είναι σωτήρια και πάρα πολύ χρήσιμη.

51. Τι θέλουν να ενεργούν μέσα μας οι δαίμονες; Γαστριμαγία, πορνεία, φιλαργυρία, οργή, μνησικακία και τα υπόλοιπα πάθη, ώστε, αφού χοντρήνει ο νούς από αυτά, να μην μπορεί να προσευχηθεί όπως πρέπει. Γιατί όταν κυριαρχήσουν τα πάθη του μη λογικού μέρους της ψυχής, δεν αφήνουν το νού να κινείται λογικά.

52. Εργαζόμαστε και εφαρμόζουμε τις αρετές για τους λόγους των γεγονότων, αυτών, που έχουν γίνει, των δημιουργημάτων δηλαδή. Και του λόγους των γεγονότων για το λόγο, που τους δίνει ουσία και ύπαρξη. Κι αυτός συνήθως φανερώνεται στην κατάσταση της προσευχής.

53. Κατάσταση προσευχής είναι μόνιμη ψυχική διάθεση, ελεύθερη από πάθη, που αρπάζει το φιλόσοφο νού σε ύψος νοητό με πολύ σφορδό έρωτα.

54. Δεν πρέπει να είναι όποιος θέλει να προσευχηθεί αληθινά, μόνο κύριος του θυμού και της επιθυμίας, αλλά και ελεύθερος από κάθε νόημα εμπαθές (διαποτισμένο ή επηρεασμένο από πάθος).

55. Όποιος αγαπάει το Θεό, κουβεντιάζει μαζί του σαν με τον πατέρα του, ενώ ταυτόχρονα σιχαίνεται κάθε νόημα γεμάτο παθος (εμ-παθές).

56. Το ότι κάποιος έχει πετύχει την απάθεια, δε σημαίνει πως και προσεύχεται αληθινά. Γιατί μπορεί να βρίσκεται μπλεγμένος στα γυμνά νοήματα και να τραβάει την προσοχή του η γνώση στα γυμνά νοήματα και να βρίσκεται μακρυά από το Θεό.

57. Όταν δε μένει ώρα πολλή ο νούς στις γυμνές έννοιες των πραγμάτων, δε σημαίνει αυτό πως έφτασε κι όλας σε κατάσταση προσευχής. Γιατί μπορεί να βρίσκεται πάντα σε κατάσταση θεωρίας των πραγμάτων (δηλ. έννοιες πραγμάτων), δίνουν σχήμα και μορφή στο νού και τον οδηγούν μακρυά από το Θεό.

58. Αν ο νούς δεν ξεπέρασε τη θεωρεία (θεώρηση) της σωματικής φύσης, δεν είδε τέλεια τον τόπο του Θεού. Γιατί μπορεί να μένει στην γνώση των πραγμάτων και να παίρνει μορφή σύμφωνη μ’αυτά.

59. Αν θέλεις να προσευχηθείς, έχεις ανάγκη του Θεού, που δίνει «ευχήν τω ευχομένω» δίνει λόγια προσευχής σ’όποιον προσεύχεται (Α΄ Βασ. β΄ 9). Να τον επικαλείσαι λοιπόν λέγοντας «αγιασθήτω το όνομά σου, ελθέτω η βασιλεία σου» (Ματθ.ς΄9), δηλαδή να έρθει το Άγιο Πνεύμα και ο Μονογενής Σου Υιός. Γιατί έτσι μας δίδαξε ο Χριστός, όταν έλεγε, πως πρέπει να προσκυνούμε και να λατρεύουμε τον Πατέρα «εν Πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 24).

60. Όποιος προσεύχεται «εν πνεύματι και αληθεία» δε δοξάζει το Θεό παίρνοντας αφορμή από τα κτίσματα, αλλά τον υμνεί παίρνοντας αφορμή από αυτόν τον ίδιο.

61. Αν είσαι θεολόγος, θα προσευχηθείς αληθινά. Κι αν προσεύχεσαι αληθινά, είσαι θεολόγος.

62. Όταν ο νούς σου, από πολύν πόθο για το Θεό μοιάζει να αποτραβιέται σιγά σιγά από τη σάρκα και σιχαίνεται όλα τα νοήματα, που προέρχονται από τις αισθήσεις ή τη μνήμη ή την ιδιοσυγκρασία γεμίζοντας από χαρά και ευλάβεια, τότε να θεωρείς πως έχεις πλησιάσει τα όρια της αληθινής προσευχής.

63. Συμπάσχοντας με την ασθένειά μας το Άγιο Πνεύμα έρχεται σε μάς αν και είμαστε ακάθαρτοι. Κι αν βρεί να προσεύχεται μόνον ο νούς σ’αυτό και σύμφωνα με την αλήθεια, τότε επιβιβάζεται σ’αυτόν και εξαφανίζει όλη τη φάλαγγα των λογισμών ή των νοημάτων, που τον περικυκλώνει, παρακινώντας τον σε έρωτα πνευματικής προσευχής.

64. Όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες δημιουργούν στο νού σκέψεις ή ιδέες ή εσωτερικές θεωρήσεις (θεάσεις) αλλοιώνοντας το σώμα. Ο Κύριος όμως κάνει το αντίθετο. Τοποθετεί μέσα στο νού τη γνώση, επιβαίνοντας στον ίδιο το νού αυτών, που θέλει. Και δια μέσου του νού κατευνάζει και καταπραΰνει την ακράτεια του σώματος.

65. Όποιος αγαπάει την αληθινή προσευχή, αλλά θυμώνει και μνησικακεί, δεν είναι αψεγάδιαστος. Γιατί μοιάζει μ’εκείνον, που θέλει να βλέπει καλά και καθαρά, αλλά κουνάει ταραγμένα και νευρικά τα μάτια του.

66. Αν ποθείς να προσευχηθείς, μην κάνεις τίποτε από όσα είναι αντίθετα από την προσευχή, για να σε πλησιάσει ο Θεός και να συμπορευθεί μαζί σου.

67. Μη συλλάβεις μέσα σου οποιοδήποτε σχήμα του Θεού, όταν προσεύχεσαι, και μην επιτρέπεις να λάβει κάποια μορφή ο νούς, αλλά να προσεύχεσαι άυλα στον άυλο και θα καταλάβεις.

68. Φυλάξου από τις παγίδες των εχθρών. Συμβαίνει δηλαδή ενώ προσεύχεσαι καθαρά και χωρίς εσωτερική ταραχή, να σου έρχεται μονομιάς κάποια μορφή παράδοξη και αλλόκοτη και να σου δημιουργεί μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, επειδή στη μορφή εκείνη τοποθετείς το Θεό. Κι αυτό, για να σε πείσει πως με το μέγεθος, δηλαδή αυτή η αλλόκοτη μορφή, που σου φανερώθηκε έτσι μονομιάς και ξαφνικά είναι το θείο. Όμως το θείο είναι άποσο (ξένο προς κάθε ποσότητα και μέγεθος) και ασχημάτιστο (ελεύθερο από κάθε περιοριστικό εξωτερικό σχήμα).

69. Όταν ο φθονερός δαίμονας δεν θα μπορέσει να κινήσει τη μνήμη την ώρα της προσευχής, τότε εκβιάζει την κράση του σώματος να παράγει κάποια φαντασία στο νού και να του αλλάξει έτσι (του νού δηλαδή) τη μορφή. Κι αυτός, που είναι συνηθισμένος να βρίσκεται πάντα μαζί με νοήματα, εύκολα λυγίζει. Κι όποιος βιάζεται να φτάσει στην άυλη και ασχημάτιστη γνώση, ξεγελιέται κατέχοντας καπνό αντί για φώς.

70. Στάσου στη σκοπιά σου φυλάγοντας το νού σου από νοήματα την ώρα της προσευχής, για να ολοκληρώσεις την αίτησή σου και να μείνεις στην ηρεμία σου σταθερά, ώστε να επιφοιτήσει και σε σένα αυτός, που συμπάσχει με όσους αγνοούν. Και τότε θα λάβεις δώρο προσευχής παρά πολύ λαμπρό.

71. Δεν θα μπορέσεις να προσευχηθείς καθαρά, αν μπερδεύεσαι με υλικά πράγματα και ταράζεσαι με αδιάκοπες φροντίδες. Γιατί προσευχή είναι απόθεση (απομάκρυση από το νού, απαλλαγή του από) νοημάτων.

72. Ο δεμένος δεν μπορεί να τρέξει. Ούτε νούς, που δουλεύει σαν σκλάβος σε πάθος, μπορεί να ιδεί τόπο προσευχής πνευματικής. Γιατί τραβιέται και μεταφέρνεται εδώ κι εκεί απ΄το εμπαθές (δηλαδή το δέσμιο σε πάθος) νόημα και υπό την προϋπόθεση αυτή δεν θα έχει τόπο, όπου να στέκεται ακλόνητα και σταθερά.

73. Όταν λοιπόν ο νούς προσεύχεται καθαρά και ελεύθερος από πάθη (απαθώς), τότε οι δαίμονες δεν του κάνουν επίθεση από τα αριστερά (δηλαδή με αρνητικό τρόπο), αλλά από τα δεξιά (δηλαδή με θετικό τρόπο). Του υποβάλλουν δηλαδή μια ιδέα και κάποιο σχήμα από αυτά, που αγάπαει η αίσθηση, ώστε να του φαίνεται πως πέτυχε τέλεια το σκοπό της προσευχής. Και αυτό, είπε ένας με φωτισμένη γνώση άνθρωπος, γίνεται από το πάθος της κενοδοξίας και προκαλείται από το δαίμονα, που αγγίζει τον εγκέφαλο.

74. Νομίζω πως ο δαίμονας, ο οποίος αγγίζει τον τόπο, που ανάφερα πιο πάνω, μετατρέπει το γύρω από το νού φώς όπως θέλει. Έτσι κινείται το πάθος της κενοδοξίας σε λογισμό, ο οποίος δίνει ανόητα τέτοια μορφή στον ασχημάτιστο νού, που να φαίνεται σαν εντοπισμός της θείας και ουσιώδους γνώσεως. Κι αν ένας τέτοιος άνθρωπος δεν ενοχλείται από σαρκικά και ακάθαρτα πάθη, αλλά τάχα βρίσκεται στον τόπο της προσευχής με καθαρή διάθεση, του φαίνεται πως δεν του συμβαίνει μέσα του πια καμιά αντίθετη ενέργεια υποθέτει επομένως πως η εμφάνιση στο νού του, που γίνεται από το δαίμονα, είναι θεία. Αυτό το κάνει ο δαίμονας με πολλή επιτηδειότητα και δια μέσου του εγκεφάλου αλλοιώνει το φώς, που συνδέεται με τον εγκέφαλο, και του δίνει τέτοια μορφή, που αναφέραμε προηγουμένως.

75. Όταν έρθει άγγελος Θεού, μ’ένα του λόγο μόνο παύει από πάνω μας κάθε εχθρική ενέργεια και κινεί το φώς του νού, ώστε να ενεργεί χωρίς παραπλάνηση.

76. Αυτό, που λέγεται στην Αποκάλυψη, ότι ο άγγελος φέρνει το θυμίαμα για να το προσφέρει με τις προσευχές των αγίων (Αποκαλ. η΄ 3-4), νομίζω πως είναι αυτή η χάρη, που ενεργείται δια μέσου του αγγέλου. Γιατί βάζει μέσα στην ψυχή γνώση της αληθινής προσευχής, ώστε να μένει στο εξής ο νούς έξω από κάθε κλονισμό, ακηδία (πνευματική νάρκη και αδράνεια) και αμέλεια.

77. Λέγεται στην Αποκάλυψη πως οι φιάλες των θυμιαμάτων είναι οι προσευχές των αγίων, τις οποίες κρατούσαν οι εικοσιτέσσερις πρεσβύτεροι (Αποκ. ε΄8). Πρέπει κάτω από την εικόνα της φιάλης να εννοήσουμε τη φιλία με το Θεό, δηλαδή την τέλεια και πνευματική αγάπη, που, όταν υπάρχει, γίνεται η προσευχή «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιω. δ΄ 23-24).

78. Όταν νομίσεις πως δεν χρειάζεσαι δάκρυα στην προσευχή σου, σκέψου πόσο απέχεις από το Θεό, ενώ έπρεπε να είσαι διαρκώς μαζί του και μέσα του, και τότε θα δακρύσεις με μεγαλύτερη θέρμη.

79. Βεβαιότατα, όταν έχεις επίγνωση των μέτρων σου, ευχαρίστως θα πενθήσεις ελεεινολογώντας τον εαυτό σου σύμφωνα με ό,τι λέει ο προφήτης Ησαΐας πως, αν και είσαι ακάθαρτος και βρίσκεσαι ανάμεσα σε τέτοιο λαό (παθών), τολμάς να στέκεις μπροστά στον Κύριο σαβαώθ (Ησ.ς΄ 5);

80. Αν προσεύχεσαι αληθινά, θα βρείς πολλή εσωτερική πληροφόρηση. Και θα έρθουν μαζί σου άγγελοι, όπως και στο Δανιήλ, και θα σε φωτίσουν να κατανοήσεις τους λόγους των γινομένων (Δανιήλ β΄ 19).

81. Να ξέρεις πως μας παρακινούν βέβαια οι άγιοι άγγελοι σε προσευχή και μας προστατεύουν με χαρά και προσεύχονται για μας (Ζαχ.α΄ 12, Τωβ. ιβ΄ 12). Αν λοιπόν δείξουμε αμέλεια και δεχτούμε αντιθέτους λογισμούς, τους παροργίζουμε πολύ, γιατί αυτοί βέβαια αγωνίζονται τόσο πολύ για μάς. Εμείς όμως ούτε για τον εαυτό μας δεν θέλουμε να παρακαλέσουμε το Θεό, αλλά καταφρονώντας το ιερό τους λειτούργημα και εγκαταλείποντας το Δεσπότη και Θεό τους συνομιλούμε με τους ακάθαρτους δαίμονες.

82. Να προσεύχεσαι με αταραξία και πραότητα και να ψάλλεις «συνετώς» (Ψαλμ. μς΄ 8), με συναίσθηση δηλαδή και κοσμιότητα και θα μοιάζεις αετόπουλο, που σηκώνεται στα αιθέρια ύψη.

83. Η ψαλμωδία γαληνεύει τα πάθη και κάνει να ηρεμεί η ακράτεια του σώματος. Η προσευχή πάλι κάνει το νού να προβαίνει σ’εκείνη ακριβώς την ενέργεια, που είναι εντελώς δική του.

84. Προσευχή είναι η ενέργεια που πρέπει στην αξία του νού. Είναι με άλλα λόγια ανώτερη και γνήσια χρήση του.

85. Η ψαλμωδία είναι ενέργεια πολύμορφης σοφίας. Και η προσευχή είναι προοίμιο άυλης και πολύμορφης γνώσης.

86. Η γνώση είναι ωραιότατη. Γιατί συμπράττει με την προσευχή ξυπνώντας την άυλη δύναμη του νού με το σκοπό να προβεί σε θεωρεία θείας γνώσης.

87. Αν δεν έλαβες ακόμα χάρισμα προσευχής ή ψαλμωδίας, επίμενε και θα λάβεις.

88. «Έλεγε δε αυτοίς παραβολήν προς το δείν αυτούς πάντοτε προσεύχεσθαι και μην εκκακείν» (Λουκ ιη΄ 1-8: τους είπε ο Κύριος Ιησούς μια παραβολή για να τους διδάξει, πως πρέπει να προσεύχονται και να μην αποκάμνουν επιμένοντας στην προσευχή). Λοιπόν μη χάνεις το θάρρος σου στο μεταξύ μήτε την καλή σου διάθεση, επειδή δεν έχεις λάβει ό,τι ζήτησες. Θα το λάβεις τελικά. Ο Κύριος κατέληξε στο παρακάτω συμπέρασμα στην παραπάνω παραβολή: «Αν και δεν φοβούμαι Θεό και πρόσωπο ανθρώπου δεν ντρέπομαι -είπε μέσα του ο άδικος εκείνος δικαστής-όμως επειδή μου έγινε ενοχλητική η γυναίκα ετούτη -η χήρα- θα της αποδώσω το δίκαιό της». «Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο και ο Θεός θα αποδώσει γρήγορα το δίκαιο σ’αυτούς, που κράζουν σ’Αυτόν νύχτα και μέρα». Έχε λοιπόν χαρά και επίμενε κοπιαστικά στην άγια προσευχή.

89. Μη θέλεις να γίνουν τα ζητήματά σου, όπως φαίνεται σε σένα σωστό, αλλά όπως αρέσει στο Θεό. Και θα είσαι ατάραχος και ευγνώμων (καλόγνωμος) στην προσευχή σου.

90. Κι αν ακόμα σου φαίνεται πως είσαι μαζί με το Θεό, να φυλάγεσαι από το δαίμονα της πορνείας. Γιατί είναι πολύ απατεώνας και πάρα πολύ φθονερός και θέλει να είναι γρηγορότερος από την κίνηση και τη νήψη του νού σου, ώστε αν είναι δυνατό, και από το Θεό να τον αποσπάσει καθώς στέκει μπροστά του με ευλάβεια και φόβο.

91. Αν δείχνεις επιμέλεια στην προσευχή, να ετοιμάζεσαι να δεχτείς επιθέσεις δαιμόνων και να υπομένεις με γενναιότητα τις μάστιγες (πρβλ. Ψαλμ. λζ΄ 18). Γιατί θα σου επιτεθούν σαν άγρια θηρία και θα κακοποιήσουν ολόκληρο το σώμα σου.

92. Να προετοιμάζεσαι σαν έμπειρος αγωνιστής να μην κλονιστείς κι αν ιδείς ξαφνικά κάποιο φανταστικό πλάσμα. Κι αν δείς σπαθί ξεγυμνωμένο εναντίον σου (πρβλ. Αριθ. κβ΄ 23) ή λαμπάδα, που να έρχεται καταπάνω στο πρόσωπό σου, μην ταράζεσαι. Κι αν δείς κάποια σιχαμερή μορφή και ματωμένη, πάλι μη χάνεις το ηθικό σου. Στάσου, αντίθετα, ορθός ομολογώντας την καλή ομολογία (πρβλ. Α΄ Τιμ.ς΄ 12) και τότε θα ιδείς κατάματα τους εχθρούς σου.

93. Όποιος υποφέρει τα λυπηρά, θα πετύχει και τα χαρούμενα. Και όποιος ανέχεται με καρτερικότητα τα αηδιαστικά συμβάματα, δεν θα στερηθεί και τα ευχάριστα.

94. Κοίταξε μη σε ξεγελάσουν οι δαίμονες με καμιά οπτασία. Αντίθετα γύρνα με περίσκεψη στην προσευχή και παρακάλα το Θεό, ώστε αν είναι το νόημα από αυτόν, να σε φωτίσει ο ίδιος. Και έχε θάρρος, γιατί δε θα σταθούν οι σκύλοι, όταν εσύ όλος φωτιά χρησιμοποιείς τη συνομιλία με το Θεό. Γιατί αμέσως θα διωχτούν μακριά, ενώ θα μαστιγώνονται μυστικά από τη δύναμη του Θεού.

95. Είναι δίκαιο να μην αγνοείς και ετούτο το δόλο κάποτε οι δαίμονες χωρίζονται μεταξύ τους. Κι αν φανεί πως ζητάς βοήθεια, μπαίνουν οι υπόλοιποι μετασχηματισμένοι σε αγγέλους και διώχνουν τους πρώτους. Κι αυτό το κάνουν, για να γελαστείς από αυτούς με τη σκέψη πως είναι άγγελοι.

96. Φρόντισε να έχεις πολλή ταπεινοφροσύνη και (ανδρεία=) γενναίο φρόνημα, οπότε δεν πρόκειται να αγγίξει την ψυχή σου επήρεια δαιμονική. «Και μάστιξ ουκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου, ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου του διαφυλάξαί σε» (Ψαλμ.στ'10: Μάστιγες δηλαδή συμφορών δεν θα αγγίξουν την κατοικία σου γιατί θα δώσει στους αγγέλους εντολή για σένα να σε προφυλάξουν). Και οι άγγελοι μυστικά θα απομακρύνουν από κοντά σου όλη την εχθρική ενέργεια.

97. Όποιος φροντίζει να ασκεί την καθαρά προσευχή, θα ακούει θορύβους και χτύπους και φωνές και (θα υποστεί) βλάβες από τους δαίμονες. Όμως δεν θα κατσουφιάσει ούτε θα προδώσει το λογισμό του λέγοντας στο Θεό «ου φοβηθήσομαι κακά ότι συ μετ’εμού ει» (Ψαλμ. κβ΄ 4: Δε θα φοβηθώ μήπως μου συμβεί κανένα κακό, γιατί εσύ είσαι μαζί μου) και τα παρόμοια.

98. Σε περίπτωση πειρασμού αυτού του είδους να κάνεις σύντομη και πολύ εντατική προσευχή.

99. Αν σε απειλήσουν δαίμονες να φανούν ξαφνικά από τον αέρα και να σε ξαφνιάσουν και να παρασύρουν το νού σου, μην τους φοβηθείς. Ούτε να δείξεις ιδιαίτερο ενδιαφέρον και φροντίδα για την απειλή τους. Γιατί σε φοβερίζουν θέλοντας να δοκιμάσουν αν τυχόν τους προσέχεις ή τους περιφρονείς εντελώς.

100. Αν την ώρα της προσευχής σου βρίσκεσαι μπροστά στον παντοκράτορα και δημιουργό και προνοητή του παντός Θεό, γιατί κάνεις την παράσταση σου αυτή τόσο ανόητα, παραμερίζοντας το φόβο του Θεού, που απ’αυτόν τίποτε δεν είναι μεγαλύτερο; Γιατί φοβάσαι τόσο ανόητα κουνούπια και σκαθάρια; Ή μήπως δεν άκουσες αυτόν, που λέγει «Κύριον τον Θεόν σου φοβήση» (Δευτ. ς΄ 13), δηλαδή να δείχνεις φόβο βαθύ και σεβασμό στον Κύριο και Θεό σου; Και αλλού «Ον φρίττει και τρέμει πάντα από προσώπου της δυνάμεως αυτού» και όσα λέγονται στη συνέχεια; (Στην προσευχή του Μανασσή).

101. Όπως το ψωμί είναι τροφή του σώματος και η αρετή της ψυχής, έτσι και η πνευματική προσευχή είναι τροφή του νού.

102. Μην προσεύχεσαι με φαρισαϊκό, αλλά με τελωνιακό φρόνημα και τρόπο στον ιερό τόπο της προσευχής, για να δικαιωθείς και εσύ από τον Κύριο (Λουκ. ιη΄ 10-14).

103. Να αγωνίζεσαι να μην καταριέσαι κανένα στην προσευχή σου, για να μη γκρεμίζεις όσα χτίζεις, κάνοντας έτσι σιχαμερή την προσευχή σου.

104. Ας σε διδάσκει αυτός, που χρωστούσε τα μύρια (=10.000) τάλαντα. Αν δηλαδή δεν συγχωρέσεις αυτόν, που σου φταίει, ούτε κι εσύ ο ίδιος θα πετύχεις τη συγχώρεση. Γιατί, λέει το άγιο Ευαγγέλιο, τον παρέδωσε (τον χρεώστη των μυρίων ταλάντων που δεν συγχώρεσε το δικό του χρεώστη) στους βασανιστές (Ματθ. ιη΄ 24-35).

105. Διώχνε μακριά σου τις ανάγκες του σώματος την ώρα της προσευχής, για να μη χάσεις το μέγιστο κέρδος της προσευχής σου όταν σε τσιμπάει ψύλλος ή ψείρα ή κουνούπι ή μύγα.

106. Έφτασε ως εμένα η φήμη για κάτι, που συνέβηκε σ’έναν άγιο. Όταν εκείνος προσευχόταν, του αντιστεκόταν τόσο πολύ ο πονηρός, ώστε μόλις σήκωνε τα χέρια του σε προσευχή να παίρνει ο πονηρός τη μορφή λεονταριού και να σηκώνει τα δύο του μπροστινά ποδάρια για να μπήξει τα νύχια του στα νεφρά του κι από τις δύο μεριές και να μη φεύγει απ’αυτόν προτού να κατεβάσει ο άγιος τα χέρια του, πριν δηλαδή να τελειώσει την προσευχή του. Εκείνος όμως ποτέ δεν κατέβαζε τα χέρια του από την δεητική τους ύψωση προτού κάνει τις συνηθισμένες του ευχές.

107. Τέτοιος ήταν, όπως τον γνώρισα, και ο Ιωάννης ο μικρός, που έζησε τη ζωή της ησυχίας σε λάκκο. Είπα ο Ιωάννης ο «μικρός», πιο σωστό όμως θα ήταν να έλεγα ο πάρα πολύ μεγάλος μοναχός. Αυτός έμεινε ακίνητος στην επικοινωνία του με το Θεό, ενώ ο δαίμονας σαν φίδι μεγάλο τυλίχθηκε ολόγυρα στο σώμα του μασώντας τις σάρκες του και ξερνώντας στο πρόσωπό του.

108. Οπωσδήποτε θα διάβασες κι εσύ τους βίους των αγίων ταβεννησιωτών μοναχών. Σύμφωνα με όσα λέγονται εκεί, ενώ μιλούσε ο αββάς Θεόδωρος στους αδελφούς, ήρθαν δύο οχιές κάτω από τα πόδια του. Εκείνος όμως χωρίς να ταραxτεί ανασήκωσε τα πόδια του και κάμνοντας καμάρα τις δέχτηκε μέσα, ώσπου τελείωσε το λόγο του. Και τότε έδειχνε τις οχιές εξηγώντας το πράγμα.

109. Για άλλον πνευματικό αδελφό διάβασα πως, ενώ προσευχόταν, ήρθε μια οχιά και του δάγκωσε το πόδι. Αυτός όμως δεν κατέβασε τα χέρια του πρωτού τελειώσει την συνηθισμένη του προσευχή. Και δεν έπαθε τίποτε, γιατί αγάπησε το Θεό πιο πολύ από τον εαυτό του.

110. Έχε ασάλευτο το μάτι σου την ώρα της προσευχής σου και, αφού αρνηθείς τη σάρκα και την ψυχή σου, ζήσε την κατά νουν (πνευματική) ζωή.

111. Εναντίον κάποιου άλλου αγίου, που προσευχόταν έντονα και ησύχαζε στην έρημο, ήρθαν δαίμονες και επί δύο εβδομάδες έπαιζαν μ’αυτόν σαν να ήταν μπάλλα καθώς τον τίναζαν στον αέρα και τον δέχονταν πάλι στην ψάθα. Και όμως δεν μπόρεσαν καθόλου να κατεβάσουν το νού του από την έξαρση της ένθερμης, της όλο φλόγα προσευχής.

112. Έναν άλλο φιλόθεο πάλι, ενώ βάδιζε στην έρημο και έκανε σκέψεις προσευχής, τον πλησίασαν δύο άγγελοι και τον είχαν στη μέση περπατώντας μαζί του. Αυτός όμως δεν τους πρόσεχε καθόλου για να μην χάσει το πιο μεγάλο. Γιατί θυμήθηκε τον αποστολικό λόγο «Ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις δυνήσονται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού» (Ρωμ. η΄ 38: ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, δηλαδή καμιά τάξη αγγέλων, δεν θα μπορέσουν να μας χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού).

113. Ο μοναχός γίνεται με την προσευχή ισάγγελος, επειδή λαχταράει να ιδεί «το πρόσωπον του Πατρός του εν ουρανοίς» (πρβλ. Ματθ. ιη΄ 10).

114. Μην επιδιώκεις να δεχτείς την ώρα της προσευχής με κανένα τρόπο μορφή ή σχήμα.

115. Μην ποθείς να ιδείς αγγέλους ή δυνάμεις ή το Χριστό αισθητά για να μη σου φύγει εντελώς το μυαλό, επειδή δέχεσαι λύκον αντί για ποιμένα και προσκυνάς εχθρούς δαίμονες.

116. Αρχή της πλάνης του νου είναι η κενοδοξία. Από αυτήν κινείται ο νούς και προσπαθεί να προσδιορίζει το θείο με σχήματα και μορφές.

117. Εγώ θα πω το δικό μου λόγο, που και σε νεώτερους έχω πεί: Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής απόκτησε τέλεια αμορφία.

118. Μακάριος ο νούς, που, επειδή προσεύχεται απερίσπαστα, αποκτάει πάντα περισσότερο πόθο για το Θεό.

119. Μακάριος ο νούς, που την ώρα της προσευχής γίνεται άυλος και ακτήμων.

120. Μακάριος ο νούς, που αποξενώνεται από κάθε αίσθηση (αντίληψη) υλικών πραγμάτων την ώρα της προσευχής.

121. Μακάριος ο μοναχός, που μετά το Θεό θεωρεί κάθε άνθρωπο σα Θεό.

122. Μακάριος ο μοναχός, που βλέπει με όλη του τη χαρά σαν δική του τη σωτηρία και την προκοπή όλων.

123. Μακάριος ο μοναχός, που θεωρεί τον εαυτό του σαν ολωνών παλιοσκούπιδο.

124. Μοναχός είναι εκείνος, που είναι απ’όλα και όλους χωρισμένος και όμως με όλους και όλα συνταιριασμένος.

125. Μοναχός είναι αυτός, που θεωρεί τον εαυτό του ένα με όλους, επειδή θαρρεί πως στον καθένα βλέπει αδιάκοπα τον ίδιο τον εαυτό του.

126. Κάνει προσευχή εκείνος, που πάντα προσφέρει στο Θεό ως καρπό την πρώτη του σκέψη.

127. Ως μοναχός να αποφεύγεις κάθε ψέμα και κάθε όρκο, αν ποθείς να προσευχηθείς. Αλλιώς άδικα έχεις το σχήμα (του μοναχού), που δεν σου ταιριάζει.

128. Αν θέλεις να προσευχηθείς με το πνεύμα, μην αντλήσεις τίποτε από τη σάρκα. Και τότε δεν θα έχεις σύννεφο, που να σε σκοτίζει την ώρα της προσευχής.

129. Εμπιστέψου στο Θεό την ανάγκη του σώματος και θα φανερώσεις πως του εμπιστεύεσαι και του πνεύματος την ανάγκη.

130. Αν πετύχεις την πραγμάτωση των επαγγελιών (δηλαδή των υποσχέσεων του Θεού, Εβρ.ια΄ 33),θα βασιλέψεις. Αποβλέποντας λοιπόν σ’αυτές, θα υποφέρεις ευχαρίστως τη φτώχεια του παρόντος.

131. Μην αφήνεις τη φτώχεια και τη θλίψη που αποτελούν τις ύλες της ανάλαφρης προσευχής.

132. Ας σου χρησιμεύουν οι σωματικές αρετές ως εγγύηση για τις ψυχικές, οι ψυχικές για τις πνευματικές και αυτές για την άυλη και πνευματική γνώση.

133. Όταν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου λογισμού, αν ο λογισμός εύκολα ηρεμήσει, σκέψου από πού προέρχεται αυτό, μήπως πέσεις σε παγίδα και ξεγελαστείς και παραδώσεις τον εαυτό σου.

134. Μερικές φορές σου υποβάλλουν οι δαίμονες λογισμούς (σκέψεις) και πάλι σε ερεθίζουν να προσευχηθείς τάχα εναντίον τους ή να τους αντικρούσεις, οπότε υποχωρούν θεληματικά. Αυτό όμως το κάνουν για να γελαστείς έχοντας μεγάλη ιδέα για τον ευατό σου, πως δηλαδή άρχισες να νικάς τους λογισμούς σου και να προκαλείς φόβο στους δαίμονες.

135. Αν προσεύχεσαι εναντίον κάποιου πάθους ή εναντίον κάποιου δαίμονα, που σε ενοχλεί, να θυμάσαι αυτόν, που λέει «καταδιώξω τους εχθρούς μου και καταλήψομαι αυτούς, έως αν εκλίπωσιν· εκθλίψω αυτούς και ου μη δύνωνται στήναι· πεσούνται υπό τους πόδας μου» κ.λπ. (Ψαλμ ιζ΄ 38-39: θα κυνηγήσω τους εχθρούς μου και θα τους πιάσω· και δεν θα γυρίσω πίσω προτού τους εξολοθρέψω ώσπου να χαθούν εντελώς. Θα τους πιέσω τόσο πολύ, ώστε να μην μπορούν να σταθούν πιά. Θα πέσουν νικημένοι κάτω από τα πόδια μου…). Και αυτά θα τα λές στην ώρα τους, αν οπλίζεις τον εαυτό σου με ταπεινοφροσύνη εναντίον των αντιπάλων.

136. Να μη νομίζεις πως έχεις αποκτήσει κάποια αρετή, αν προηγουμένως δεν έχεις αγωνιστεί γι’αυτήν μέχρις αίματος. Γιατί σύμφωνα με ό,τι λέει ο θείος απόστολος Παύλος, πρέπει να αντιστεκόμαστε μέχρι θανάτου εναντίον της αμαρτίας με αγωνιστικό φρόνημα και αψεγάδιαστα (πρβλ. Εβρ. ιβ΄ 4, Εφεσ. ς΄ 11 εξ.).

137. Αν ωφελήσεις κάποιον, θα βλαφτείς από κάποιον άλλον. Κι αυτό για να πείς ή να κάνεις κάτι άπρεπο, επειδή αδικεύεσαι, και να σκορπίσεις έτσι άσχημα αυτό, που μάζεψες καλά. Αυτός είναι ο στόχος των πονηρών δαιμόνων. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχεις μυαλωμένα και συνετά.

138. Να δέχεσαι τις βίαιες επιθέσεις των πονηρών δαιμόνων, που έγιναν εναντίον σου φροντίζοντας πώς να αποτινάξεις το δουλικό ζυγό τους.

139. Οι δαίμονες επιδιώκουν να ενοχλούν μόνοι τους (με άμεση ενέργειά τους) τον πνευματικό δάσκαλο τη νύχτα και δια μέσου των ανθρώπων τη μέρα, περιτριγυρίζοντάς τον με διάφορες δυσάρεστες καταστάσεις, συκοφαντίες και κινδύνους.

140. Μην αποφεύγεις τους λευκαντές. Αν και πατούν ενώ χτυπούν και ξαίνουν καθώς το τεντώνουν το πανί, όμως με τα μέσα αυτά γίνεται λαμπρό το ρούχο σου.

141. Εφόσον δεν απαρνήθηκες τα πάθη σου, αλλά ο νους πάει αντίθετα προς την αρετή και την αλήθεια, δεν θα βρείς ευωδιαστό θυμίαμα στον κόρφο σου.

142. Λαχταράς να προσευχηθείς; Μετατοπίσου από τα εδώ και έχε διαρκώς «το πολίτευμα εν ουρανοίς» (Φιλιπ. γ΄ 20: έχε την πατρίδα σου στους ουρανούς), όχι μόνο με λόγια, αλλά με την αγγελική πράξη και τη θεϊκότερη γνώση.

143. Αν μόνον όταν κάνεις κακές πράξεις μνημονεύεις τον Κριτή και θυμάσαι πόσο φοβερός και απροσωπόληπτος είναι δεν έμαθες ακόμα «δουλεύειν τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθαι αυτώ εν τρόμω» (Ψαλμ. β΄ 11: να υπηρετείς τον Κύριο με φόβο και να νιώθεις χαρά στη σκέψη του με τρόμο). Να ξέρεις δηλαδή πως πρέπει μάλλον με ευλάβεια και σεβαστικότητα να τον λατρεύεις και στις πνευματικές ανέσεις και απολαύσεις.

144. Συνετός άνδρας είναι εκείνος, που δε σταματάει πριν από την τέλεια μετάνοια τη γεμάτη λύπη ανάμνηση των αμαρτημάτων και της δίκαιης τιμωρίας με αιώνια φωτιά, που θα επιβληθεί γι’αυτά.

145. Αυτός, που αν και είναι ένοχος αμαρτίας και πράξεων, οι οποίες προκαλούν οργή, τολμάει να απλώνεται αδιάντροπα σε γνώση θεϊκότερων πραγμάτων ή προχωρεί ανάξια στην άυλη προσευχή, αυτός ας δεχτεί την αποστολική επιτ΄΄ιμηση, ότι δεν είναι ακίνδυνο γι’αυτόν να προσεύχεται με γυμνό και ακάλυπτο κεφάλι. Έχει υποχρέωση δηλαδή η ψυχή αυτή, λέει ο απόστολος, «κατά κεφαλής εξουσίαν έχει δια τους αγγέλους» (Α΄ Κορ.ια΄ 5 εξ.: έχει υποχρέωση να έχει στο κεφάλι της -στο αποστολικό κείμενο η γυναίκα, κατά τον άγιο Νείλο μεταφορικά η ψυχή- κάποιο σύμβολο εξουσίας από σεβασμό προς τους αγγέλους, που στέκουν από πάνω της), ντυμένη το σεβασμό και την ταπεινοφροσύνη, που ταιριάζουν στην κατάστασή της.

146. Όπως δε θα ωφελήσει εκείνον, που πάσχουν τα μάτια του, το να βλέπει καταμεσήμερα χωρίς κάλυμμα και εντατικά τον ολόλαμπρο ήλιο, έτσι δε θα ωφελήσει καθόλου και τον όλο πάθη ακάθαρτο νου η αναπαράσταση στο νού της «εν πνεύματι και αληθεία» φοβερής και υπερφυσικής προσευχής. Αντίθετα προκαλεί εναντίον του την αγανάκτηση του Θεού.

147. Αν ο ανενδεής (αυτός που δεν του λείπει και δεν του χρειάζεται τίποτε) και αμερόληπτος Θεός δεν δέχτηκε εκείνον, που ήρθε στο θυσιαστήριο με δώρο, ώσπου να συμφιλιωθεί με τον πλησίον του, με τον οποίον ήταν λυπημένος (Ματθ. ε΄ 23 εξ.), σκέψου πόση προσοχή και διάκριση χρειαζόμαστε, για να προσφέρουμε στο Θεό ευπρόσδεκτο θυμίαμα στο νοερό (νοητό) θυσιαστήριο.

148. Να μη σου αρέσουν τα λόγια ούτε δόξα. Αλλοιώς δε θα ενεργούν πια δολερά πίσω από τις πλάτες σου οι αμαρτωλοί, αλλά κάτα πρόσωπο, μπροστά στα μάτια σου (Ψαλμ. 128,3) και θα είσαι αντικείμενο της χαιρεκακίας τους (Σοφ. Σολ. ς΄ 4) την ώρα της προσευχής, καθώς θα σε τραβούν και θα σε δελεάζουν (Ιακ. α΄ 14) με αλλόκοτους λογισμούς.

149. Η προσοχή, που αναζητάει προσευχή, θα βρεί προσευχή, γιατί περισσότερο από κάθε τι άλλο την προσοχή την ακολουθάει η προσευχή. Αυτή πρέπει να επιδιώκεται με πολλή φροντίδα.

150. Όπως η όραση είναι ανώτερη από όλες τις αισθήσεις, έτσι και η προσευχή είναι η πιο θεϊκή από όλες τις αρετές.

151. Αυτό που αποτελέι έπαινο της προσευχής δεν είναι η ποσότητα, αλλά η ποιότητά της. Και αυτό δηλώνουν εκείνοι, που ανέβηκαν στο ιερό (δηλ. ο Φαρισαίος και ο Τελώνης, Λουκ. ιη΄ 10) καθώς και η προτροπή· «υμείς ουν προσευχόμενοι μη βαττολογείτε» (Ματθ. ς΄ 7: όταν προσεύχεσθε να μην φλυαρείτε) και όσα λέγονται στη συνέχεια.

152. Όσο έχεις το νού σου στα σωματικά και φροντίζεις με ιδιαίτερη προσοχή για τα ευχάριστα της σκηνής (του προσωρινού σώματος), δεν έχεις ακόμα ιδεί τον τόπο της προσευχής, αλλά είναι ακόμα μακριά από σένα ο μακάριος δρόμος της.

153. Όταν την ώρα, που στέκεις σε προσευχή, νιώσεις χαρά μεγαλύτερη από κάθε άλλη χαρά, τότε βρήκες αληθινά την προσευχή.

Λόγοι Διδαχῆς

Γέροντας Εφραίμ

Ἀπὸ τὸ «Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης», ἔκδ. Ι. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἐφραίμ», Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους 2000.


Ὑπακοὴ

Κάποια καλογριούλα μοῦ ἔγραψε, λέει: Γέροντα, ἀκοῦμε ὅτι θά 'ρθουν οἱ Τοῦρκοι καὶ δὲν ξέρουμε τί θὰ κάνουμε.

- Ἄ! ἄκουσε, παιδάκι μου, τῆς λέω. Δὲν ἔχεις ὑπακοή. Διότι ἂν εἶχες ὑπακοή, τότε: «Τί μὲ νοιάζει ἐμένα; Ὅ,τι μοῦ πεῖ ἡ Γερόντισσα• ὅ,τι μοῦ πεῖ ἡ Γερόντισσα. Δὲν εἶναι Γερόντισσα ἡ Μ.; Ἔ, ὅ,τι πεῖ ἡ Μ., ἐμένα δὲν μὲ νοιάζει». Αὐτὴ εἶναι ὑπακοή. Ἀλλὰ γιὰ νὰ φοβᾶσαι, ἔχεις θέλημα μέσα σου, ἔχεις θέλημα.

***

Ξέρετε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Γέροντάς μας (Ἰωσήφ) ἦταν τῶν ἄκρων ἡσυχαστὴς καὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Καὶ ὅμως δὲν μᾶς παρέδωσε ὡς πρῶτο τὴν ἡσυχία ἢ τὴ νοερὰ προσευχή, ἀλλά μᾶς παρέδωσε τὴν ὑπακοή, τὸ κοινόβιο!

***

Καὶ τὰ βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων ἂν παρακολουθήσετε, θὰ δεῖτε ὅτι πολλοὶ μὲ εὐκολία, μὲ πολλὴν ἄνεση ἁγίασαν, ἁγιάσθησαν οἱ ψυχές των, δίχως νὰ κάνουν κόπους, δίχως νὰ κάνουν θυσίες, δίχως νὰ κάνουν ἀσκητικοὺς ἀγώνας, ἀλλὰ τί; Ἐδιάλεξαν τὴν ὑπακοή.

***

Ἡ ὑπακοὴ φέρει τὸν ἄνθρωπο ὄχι μόνο σὲ ἀπάθεια σωματική, ἀλλὰ καὶ πνευματική.

***

Βολιδοσκοπήσατε ἀπὸ ποῦ ξεκινάει, ἡ ὑπακοή. Ἀπὸ τὴν Τριαδικὴ Θεότητα. Ὁ Χριστὸς λέει ὅτι «ἦρθα νὰ κάνω ὄχι τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με» (Λούκ. 22, 42). Ἀπὸ ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ ὑπακοή. Γι' αὐτὸ καὶ ὅποιος κάνει ὑπακοή, γίνεται μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ!

***

Βεβαιώθηκα μὲ πείρα ὅτι ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἀνωτέρα τῆς προσευχῆς.

***

Θέλεις ν' ἀποκτήσεις προσευχή; Θέλεις, ὅταν λὲς τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», νὰ τρέχουν τὰ δάκρυα ποτάμι ἀπὸ τὰ μάτια σου; Θέλεις νὰ ζήσεις τὴ ζωὴ τῶν ἀγγέλων; «Εὐλόγησον», «νά 'ναι εὐλογημένο». Ὑπακοή.

***

Ὁ μεγάλος ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ μὴν πιστεύει τὸν λογισμό του. Ἔ, ὁ Γέροντας τώρα λείπει, ρώτησε τὸν ἀδερφό σου κι ὅ,τι σοῦ πεῖ ν' ἀκούσεις. Δὲν εἶναι μικρὸς ἀγώνας νὰ ρίξεις τὸν ἑαυτό σου κάτω, δὲν εἶναι μικρὸς ἀγώνας. Μὰ ἀλλιῶς δὲν γίνεται, ἀλλιῶς δὲν γίνεται. Ἂν θέλεις ν' ἀκολουθήσεις τὸν καλογερικὸ νόμο, ἐκεῖ θὰ πατήσεις.

***

Ἐρώτησαν κάτι καλογριοῦλες καὶ τὸν πατερ-Γεράσιμο, τὸν Ὑμνογράφο.
- Πατερ-Γεράσιμε, τί θὰ πεῖ τυφλὴ ὑπακοή;
- Νὰ σᾶς πῶ, λέει. Εἶπε ἡ Ἡγουμένη• φέρε, Εὐπραξία, ἕνα ποτήρι νερό. Τό 'φερες. Χῦσ' το. Τό 'χυσες. Βρὲ παλαβή, γιατί τό 'χυσες τὸ νερό; Εὐλόγησον. Νὰ μὴ δικαιολογηθεῖς• μὰ καλά, ἐσὺ δὲν μοῦ 'πες νὰ τὸ χύσω τὸ νερό; Ὄχι ἔτσι, λέει. Εὐλόγησον, αὐτὴ εἶναι ἡ τυφλὴ ὑπακοή.

Ἂν δὲν κάνεις τυφλὴ ὑπακοή, δὲν ἀνεβαίνεις ἀπάνω σὲ πνευματικὲς σκάλες. Εἶδες αὐτὸ τὸ Γεροντάκι πῶς εἶπε; Αὐτὴ εἶναι ἡ τυφλὴ ὑπακοή, νὰ μὴ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου. Ὄχι μόνο στὸν Γέροντα, καὶ στὸν ἀδερφό σου. Καὶ στὸν ἀδερφό σου νὰ μὴ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ πάντοτε νὰ τὸν ἔχεις τὸν ἑαυτό σου κάτω ἀπὸ ὅλους.

***

Αὐτὸς ὁ ὁποῖος κάνει ὑπακοὴ στὸν Γέροντά του, μιμεῖται τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἔκανε ὑπακοὴ στὸν Πατέρα Του. Καὶ ὑποχρεοῦται κατὰ συνέχειαν ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος Τὸν μιμεῖται.

***

Ἂν ζητᾶτε ἕνα πράγμα ἀπὸ τὸν Γέροντα, προδιαθέσατε τὸν λογισμό σας• ἐὰν μὲν σᾶς ἀκούσει, «νά 'ναι εὐλογημένο», ἐὰν δὲν σᾶς ἀκούσει, πάλι «νά 'ναι εὐλογημένο». Μὴν προδιαθέτετε τὸν λογισμό σας ὅτι θὰ σᾶς ἀκούσει ὁ Γέροντας καὶ ἂν κατόπιν δὲν σᾶς ἀκούσει, καὶ θὰ σκουντουφλιάσετε.

***

Πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς, νὰ ποῦμε, ὡς Γέροντες μπορεῖ νὰ κάνουμε κι ἕνα λάθος. Ἐσὺ ὅμως ποὺ θὰ κάνεις ὑπακοή, θὰ σοῦ βγεῖ σὲ καλό, δὲν θὰ σοῦ βγεῖ σὲ κακό! Ποτὲς ἡ ὑπακοὴ δὲν βγαίνει σὲ κακό, διότι εἶναι μίμησις Χριστοῦ.

***

Ἔκανες ὑπακοή, θὰ πᾶς στὸν παράδεισο, δὲν ἔκανες ὑπακοή, δὲν πάει νὰ κάνεις νοερὰ προσευχή, δὲν πάει νὰ μεταλαμβάνεις, δὲν πάει νὰ λειτουργᾶς, προορίζεσαι γιὰ τὴν κόλαση. Νὰ καὶ ὁ Ἀδάμ, νὰ καὶ ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος, νὰ καὶ ὁ Γιεζῆ, ὅλα αὐτὰ τὰ παραδείγματα βεβαιώνουν ὅτι περισσότερο ὁ Θεὸς ἀναπαύεται στὴν ὑπακοὴ παρὰ στὶς ἄλλες ἀρετές, νὰ ποῦμε. Καὶ οἱ ἄλλες ἀρετὲς συνδράμουν• ὅπως ἐνεργεῖ ἡ ὑπακοὴ δὲν ἐνεργοῦν οἱ ἄλλες ἀρετές. Γι’ αὐτὸ περισσότερο ἐπιμεληθεῖτε τὴν ὑπακοή.

***

Νὰ σᾶς πῶ, σ’αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, σὲ μᾶς ἐξαρτᾶται ἂν αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔχουμε μέσα μας, τὴ χάρη δηλαδή, μπορεῖ νὰ τὴν αὐξήσουμε, μπορεῖ νὰ τὴν ἐλαττώσουμε. Ἂν εἶναι τώρα πέντε βαθμῶν, αὔριο μποροῦμε νὰ τὴν κάνουμε δέκα, τριάντα, πενήντα, ἑκατό. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται, ἂν εἶναι τώρα δέκα βαθμούς, νὰ τὴν κάνουμε ὀχτώ, πέντε, τρία, ἕνα, ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὴν αὐταπάρνηση, ἀπὸ τὴν πεποίθηση, τὴν εὐλάβεια, τὸν σεβασμὸ ποὺ θά 'χουμε στὸν Γέροντα. Ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ ποὺ θά 'χουμε στὸν Γέροντα αὐτὸ τὸ φῶς αὐξάνει. Καὶ ὄχι μόνο στὸν Γέροντα, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας νά 'χουμε ὑπακοή.

***

Μακάριος ἐκεῖνος ὁ ἀδερφὸς ὁ ὁποῖος, προτοῦ νὰ τελειώσει τὸν λόγο ἢ ὁ Γέροντας ἢ ὁ παραδερφός του, «νά 'ναι εὐλογημένο». Σὲ εἶπεν ἕνας ἀδερφός: «Ἔλα, πάτερ, νὰ μὲ βοηθήσεις ἐδῶ», «νά 'ναι εὐλογημένο». Ἀκολούθησε αὐτὸν τὸν δρόμο, νὰ δεῖς τί θὰ αἰσθανθεῖς μέσα. Τί εἰρήνη, τί γαλήνη θὰ αἰσθανθεῖς! Ἐνῶ, «περίμενε πέντε λεφτὰ κι ἔρχομαι»...

***

Ἂν προσέξεις, ὁ Χριστὸς πρῶτα προσεύχεται στὸν Πατέρα καὶ ὕστερα προβαίνει σὲ θαυματουργία.


Αὐτοέλεγχος – Ζῆλος
Ἀπὸ σᾶς ἐξαρτᾶται, νὰ εἶναι ὁμαλός, ἡσύχιος ὁ νοῦς, ἀπό σᾶς ἐξαρτᾶται. Δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἄν σᾶς ἐπιτεθεῖ ἢ ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ συνασκητοῦ σας, τοῦ συγκοινοβιάτου σας. Ἐσὺ ὁ ἴδιος θὰ γίνεις αἴτιος τῆς σωτηρίας σου, ἐσὺ ὁ ἴδιος θὰ γίνεις αἴτιος τῆς ὄχι σωτηρίας σου, ἀπὸ ἐσένα ἐξαρτᾶται. Ὅταν ἐσὺ θέλεις τὴ σωτηρία σου καὶ βιάζεις τὸν ἑαυτό σου, ὅλα κατ' εὔχην ἔρχονται.

***

Μετεωρισμὸς - Συγκέντρωση

Ὁ ἄνθρωπος, ἐφόσον ζεῖ, πρέπει πάντοτε νὰ ἀγωνίζεται. Καὶ ὁ πρῶτος ἀγώνας εἶναι νὰ νικήσει τὸν ἑαυτό του. Ὁ πρῶτος καὶ ὁ κυριότερος ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ὁ διάβολος, ὄχι. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν ἑαυτό του ἐπίβουλος. Καὶ τοῦτο διότι δὲν ἀκούει τὸν ἄλλον, ἀκούει τί τὸν λέει ὁ λογισμός του. Ἐνῶ ἔχουμε τόσους ἁγίους Πατέρες νὰ τοὺς μιμηθοῦμε διαβάζοντας τὰ συγγράμματά τους, ἐντούτοις ὅμως τὸ ἐγώ μας μᾶς κυριεύει πολλὲς φορές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος νικήσει τὸν ἑαυτό του, εἶναι ὁ μεγαλύτερος μεγαλομάρτυρας καὶ τροπαιοφόρος καὶ νικηφόρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ!

***

Ἡ δικαιολογία δὲν εἶναι γραμμένη στὴ Γραφή. Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνο δὲν δικαιολογοῦνται, ἀλλὰ ὑποφέρουν ἑκουσίως γιὰ τοὺς ἄλλους.

***

Θὰ κάνεις ὑπομονὴ στὰ δικά σου τὰ πάθη, θὰ κάνεις καὶ στὰ δικά μου. Ἔτσι θὰ γίνεις ἅγιος.

***

Προσευχή

Ἡ καλυτέρα προσευχὴ εἶναι ὅ,τι ἐσὺ ἐπινοεῖς ἐκείνην τὴν ὥρα. Δὲν εἶναι μόνον, θέλω νὰ διαβάσουμε Μετάληψη νὰ μεταλάβουμε, τρόπον τινά, αὔριο. Ἂ, «ἀπὸ ρυπαρῶν χειλέων, ἀπὸ βδελυρᾶς καρδίας...»• διαβάζουμε, οὔτε καταλαμβάνουμε τί λέμε. Ἐσὺ ὁ ἴδιος νὰ βρεῖς προσευχή, ἐσὺ ὁ ἴδιος• ὁπότε καταλαμβάνεις τί λὲς εἰς τὸν Θεό. Αὐτὸ ἔχει μεγάλη δύναμη, νὰ ποῦμε, μεγάλη δύναμη!

Πέμπτη 22 Μαρτίου 2012

Τι σημαίνει η φράση «αιωνία η μνήμη». Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

«Αιωνία η μνήμη» σημαίνει: αιώνια να υπάρχει η μνήμη για σένα. Άκουσα μια φορά πως κάποιος στον επικήδειο λόγο επάνω από το νεκρό φώναξε: « αιωνία η μνήμη σου στη γη!». Παραξενεύτηκα σε μια τόσο λανθασμένη ερμηνεία της πίστης μας. Μα μπορεί κάτι να είναι αιώνιο στη γη, όπου όλα περνούν βιαστικά σαν προσκεκλημένοι σε γάμο; Όντως, δεν ευχόμαστε στον νεκρό εντελώς μηδαμινό πλούτο, όταν του ευχόμαστε να τον μνημονεύουν σ’ αυτόν τον κόσμο, ο οποίος και ο ίδιος πλησιάζει στο τέλος του.
Αλλά ας πούμε πως το όνομα κάποιου μνημονεύεται στη γη έως το τέλος του χρόνου-τι κερδίζει αυτός απ’ αυτό, εάν η μνήμη του στα ουράνια έχει ξεχαστεί; Το σωστό είναι να επιθυμούμε το όνομα του νεκρού να μνημονεύεται αιώνια στην αιωνιότητα, στην αιώνια ζωή και στη βασιλεία του Θεού. Τούτο είναι και το νόημα των λέξεων « αιωνία σου η μνήμη».

Μια φορά οι μαθητές του Χριστού καυχήθηκαν λέγοντας: « Κύριε, και τα δαιμόνια υποτάσσεται ημίν εν τω ονόματι σου». Και ο Χριστός τους απάντησε να μην χαίρονται γι’ αυτό αλλά: « χαίρεται δε ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς», δηλ. να χαίρονται επειδή τα ονόματα τους είναι γνωστά και τα θυμούνται και τα μνημονεύουν στη βασιλεία του Θεού.

Στην Αγ. Γραφή συχνά λέγεται πως τα ονόματα των δικαίων θα είναι γραμμένα στο βιβλίο των ζωντανών, ενώ τα ονόματα των αμαρτωλών θα Ιησούν και θα ξεχαστούν. Από την ιστορία περί του πλουσίου και του Λαζάρου βλέπουμε ότι ο Κύριος λέει το όνομα του Λαζάρου, αλλά αποσιωπά το όνομα του άδικου πλουσίου.
Ο Λάζαρος σημαίνει ότι μπήκε στη βασιλεία του Θεού και έλαβε την αιώνια ζωή και την αιώνια μνήμη, ενώ ο αμαρτωλός πλούσιος έχασε και τη βασιλεία και τη ζωή και το όνομα. Στη Αγ. Γραφή πολλές φορές το όνομα ταυτίζεται με τον άνθρωπο. Στην Αποκάλυψη γράφεται: « Και εν εκείνη τη ημέρα εγένετο σεισμός μέγας…. και επεκτάνθησαν εν τω σεισμώ ονόματα ανθρώπων χιλιάδες επτά».
Υπό τον σεισμό της γης πρέπει να καταλάβουμε μεγάλους πειρασμούς, στους οποίους οι επτά χιλιάδες ανθρώπων υπέκυψαν, αποστάτησαν από τον Χριστό και έχασαν τις ψυχές τους. Τούτο σημαίνει ότι δεν καταστράφηκαν μόνο τα σώματα τους- αυτό είναι ελάχιστης σημασίας- αλλά οι ψυχές και τα ονόματα εκμηδενίστηκαν και σβήστηκαν από το βιβλίο των ζωντανών.
Όποιος επιθυμεί αθάνατη μνήμη στην αιωνιότητα, επιθυμεί ευαγγελικό πράγμα. Εάν κάποιος επιθυμεί αθάνατο όνομα στη γη, θέλει ματαιόδοξο πράγμα. Να ξέρεις ότι πολλοί οι οποίοι αθόρυβα και χωρίς να τους προσέξουν πέρασαν αυτή τη ζωή, απέκτησαν αθάνατο όνομα σ’ εκείνο τον κόσμο.
Να σκέπτεσαι περί αυτού και ο Θεός θα σου αποκαλύψει ακόμα πολλά. Και όταν ακούσεις για το δικό μου θάνατο, πες στην προσευχή σου: « αιωνία του η μνήμη»!

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Οι αμαρτίες έχουν τον δικό τους θεό..! (Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς)

Οι αμαρτίες έχουν τον δικό τους θεό και αυτός είναι ο διάβολος. Αυτός είναι και ο κύριος δημιουργός τους. Και οι άνθρωποι όταν κάνουν τις αμαρτίες γίνονται συνεργοί του διαβόλου και όχι μόνον αυτό, αλλά και δούλοι και υπηρέτες του. Οι αμαρτίες έχουν το βασίλειο τους, τον κόσμο τους και αυτός είναι η κόλαση. Και αυτός ο γήινος κόσμος μας, με την θεληματική, εκούσια διαβίωσή μας στις αμαρτίες, γίνεται και είναι δικός τους κόσμος. Και τόσο είναι δικός τους, όσο εμείς οι άνθρωποι με ευχαρίστηση κάνουμε τις αμαρτίες. Ο διάβολος έρχεται με την αμαρτία στον γήινο κόσμο μας και τον κατακτά ολοκληρωτικά με τις αμαρτίες που κάνουν οι άνθρωποι. Και με τη βοήθεια των αμαρτιών, ο διάβολος κυβερνά τους ανθρώπους και κυριαρχεί σ’ αυτούς με το θάνατο. Και κάνει τους ανθρώπους «αβοήθητους δούλους» και γίνεται θεός αυτού του κόσμου, «θεός του αιώνος τούτου» (Β’ Κορ. 4,4). Γι’ αυτό το λόγο, ο Κύριος Ιησούς Χριστός ονομάζει το διάβολο κύριο αυτού του κόσμου, «άρχοντατου κόσμου τούτου» (Ιωάν. 12,31, 14,30).
Γι’ αυτό, αυτός ο κόσμος, «ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται» (Α’ Ιωάν. 5,19) και ονομάζεται κακός, «πονηρός κόσμος» (Γαλ. 1,4). Και αυτό μέχρι τον ερχομό του Κυρίου Ιησού Χριστού στον κόσμο μας, μέχρι την «ενσάρκωσή Του» και την θαυμαστή «οικονομία» της σωτηρίας. Και η σωτηρία «συνίσταται» στη νίκη του Σωτήρα κατά της αμαρτίας, νίκη κατά του διαβόλου και της δύ­ναμής του, νίκη κατά της παν-δύναμης αυτού δηλαδή του θανάτου. Μέχρι τον Κύριο Ιησού Χριστό και χωρίς Αυτόν και έξω απ’ Αυτόν, οι άνθρωποι «ζούσαν και ζουν» στις αμαρτίες και στους θανάτους. «Περπατούν» μέσα στην αμαρτία και στο θάνατο μέρα και νύκτα, ή ακόμη περισσότερο ζουν μέσα στο βασίλειο αυτού του κόσμου, αφού περπατούν μέσα στις άπειρες νύχτες της αμαρτίας και του θανάτου. Και αυτός ο κόσμος, τον οποίο ο διάβολος κυβερνά, διαμέσου της αμαρτίας, έχει το δικό του τρόπο ζωής, το δικό του περπάτημα, τη δική του ροή, το δικό του δρόμο. Η αμαρτία πέτυχε να γίνει τρόπος ζωής «Μodus νivendi», για τους ανθρώπους αυτού του κόσμου. Όσο αυτή (η αμαρτία) απέκτησε δικαιώματα στον κόσμο αυτό, τόσο πολύ έγινε οικεία, τόσο έγινε ένα με τους ανθρώπους. Και τόσο έγινε ένα, τόσο βαθιά διείσδυσε στον κόσμο αυτό, τόσο προσεταιρίσθηκε την ανθρώπινη φύση, από την πανάρχαια εποχή, ώστε να μην παρουσιάζει κάτι το στιγμιαίο, κάτι το σύντομο, αλλά κάτι το βαθύ, το διαρκές, το αιώνιο, και «όλος ο αιώνας», όλη η «καιρική» αιωνιότητα να είναι διαποτισμένη από αυτή. Σε κάθε περίπτωση η αμαρτία θέλει και επιθυμεί να γίνει σε αυτό τον κόσμο κάτι το αιώνιο, να γίνει πραγματικά η αιωνιότητά του. Γιατί αυτός ο κόσμος «βλέπει» στην αμαρτία τη ζωή του, την «αθανασία» του, την «αιωνιότητά» του.
Έτσι ο άνθρωπος «περιπατεί κατά τον αιώνα του κόσμου τούτου» και αυτό σημαίνει ό,τι αφού ζει με οικεία και διαρκή την φιλαμαρτησία, βλέπει την αμαρτία σαν κάτι το «φυσικό», κάτι το λογικό, κάτι το απαραίτητο και ακόμη περισσότερο, σαν κάτι το «συν-αιώνιο» στον κόσμο αυτό. Στην πραγματικότητα, ζώντας με την αμαρτία ο άνθρωπος θανατώνει τον εαυτό του, θανατώνει κάθε τι το ανώτερο, το άγιο, το ένθεο, το αθάνατο, το αιώνιο και γίνεται ψυχικά νεκρός.
Αλλά το να περιπατεί ο άνθρωπος «κατά τον αιώνα του κόσμου τούτου» σημαίνει και κάτι ακόμη, ότι περιπατεί «κατά τον άρχοντα της εξουσίας του αέρος», ό,τι περιπατεί σύμφωνα με το θέλημα του διαβόλου. Η ανθρώπινη αμαρτία δεν είναι «αυτοδημιούργητη» αλλά εξάγεται, προέρχεται ολόκληρη από τον διάβολο και εξαρτάται από αυτόν. Η αμαρτία είναι καθαρή επινόηση του διαβόλου. Και προσεταιριζόμενοι οι άνθρωποι την αμαρτία, «κοινωνούν» με το διάβολο, γίνονται «θεληματικά» συνεργοί του.

(Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, «Προς Εφεσίους Επιστολή Απ. Παύλου», εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσ/νίκη, σ.76-78)

Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

Ποιές είναι οι τέσσερες προσβολές που μας φέρνουν οι εχθροί μας κατά την ώρα του θανάτου

1. Και πρώτα η προσβολή της πίστεως και η θεραπεία της.

Τέσσερις είναι οι κυριότερες προσβολές και πιο επικίνδυνες με τις οποίες συνηθίζουν να μας πολεμούν οι εχθροί μας δαίμονες κατά την ώρα του θανάτου. Ο πόλεμος που μας κάνουν εναντίον της πίστεως, η απόγνωση, η κενοδοξία και τα διάφορα φαντάσματα και οι μεταμορφώσεις των δαιμόνων σε Αγγέλους φωτός.
Όσο για την πρώτη προσβολή σου λέγω ότι αν αρχίσει ο εχθρός να σε πολεμά με τα ψεύτικα επιχειρήματά του βάζοντας στο νου λογισμούς απιστίας, φύγε αμέσως από το νου σου στη θέληση σου λέγοντας: «Πήγαινε πίσω μου Σατανά, πατέρα του ψεύδους, διότι εγώ δεν θέλω καθόλου να σε ακούσω, διότι μου είναι αρκετό να πιστεύω εκείνο που πιστεύει η αγία μου εκκλησία».
Και μην αφήσεις καθόλου τόπο στη καρδιά σου στους λογισμούς της απιστίας, όπως αναφέρεται: «Εάν Πνεύμα του εξουσιάζοντος, δηλαδή του εχθρού, σου επιτεθεί, μην μετακινηθείς από την θέση σου» (Εκκλ. 10,4). Αυτούς τους λογισμούς να τους θεωρείς ως κινήσεις του διαβόλου που προσπαθεί την ώρα εκείνη να σε σκανδαλίσει. Κι αν δεν μπορείς να στηρίξεις το νου σου, στάσου με ανδρεία και μένε σταθερός με την θέλησή σου για να μην πέσεις σε κανένα λογισμό ή και σε κανένα ρητό της Αγίας Γραφής, το οποίο θα σου προσφέρει ο εχθρός. Γιατί, όσα ρητά της Αγίας Γραφής κι αν σου θυμίσει την ώρα εκείνη, είναι ακρωτηριασμένα (ελλιπή), προσφέρονται με κακό σκοπό, άσχημα εξηγημένα κι αν ακόμη φαίνονται καθαρά, καλά και φανερά.
Κι αν ο πονηρός όφις σε ρωτήσει και σου πει με τον λογισμό τι πιστεύει η εκκλησία, καταφρόνησέ τον εντελώς και μην του αποκριθείς. Αλλά βλέποντας το ψεύδος και την πονηριά του και ότι προσπαθεί να σε πιάσει με τα λόγια, πίστευε χωρίς καμία αμφιβολία με όλη σου την καρδιά. Σε περίπτωση πάλι που είσαι δυνατός στη πίστη και έχεις δυνατό λογισμό και θέλεις να κάνεις τον εχθρό να καταντροπιαστεί, απάντησέ του ότι η αγία μου εκκλησία πιστεύει στην αλήθεια. Κι αν σου πει ποιά είναι αυτή η αλήθεια, να του απαντήσεις: εκείνο που πιστεύει αυτή. Πάνω από όλα κράτα την καρδιά σου πάντοτε σταθερή και προσεκτική και στραμμένη προς τον Εσταυρωμένο λέγοντας: «Θεέ μου, Ποιητά μου και Λυτρωτά μου, βοήθησέ με γρήγορα και μην παραχωρήσεις να πέσω ποτέ από την αλήθεια της αγίας σου πίστεως. Αλλά ευδόκησε, όπως με τη χάρη σου γεννήθηκα στην αλήθεια αυτή, έτσι να τελειώσω και τη θνητή μου ζωή σ’ αυτήν προς δόξαν του ονόματός σου».

2. Η προσβολή της απογνώσεως και η ιατρεία της.

Η δεύτερη προσβολή με την οποία ο πονηρός προσπαθεί εντελώς να μας καταβάλλει, είναι ο φόβος που μας προξενεί με την ενθύμηση των αμαρτιών μας, για να μας κάνει να γκρεμισθούμε στο βυθό της απογνώσεως και της απελπισίας.
Εσύ λοιπόν, αδελφέ μου, και στον κίνδυνο αυτόν, κράτησε τον εαυτό σου σταθερό σ’ αυτόν τον βέβαιο κανόνα, δηλαδή ότι η ενθύμηση των αμαρτιών μας τότε είναι από την χάρη του Θεού και αποσκοπεί στη σωτηρία μας, όταν σε ταπεινώνει και σε κάνει να αισθάνεσαι πόνο στη καρδιά και λύπη, διότι λύπησες το Θεό, και όταν σε κάνει να έχεις ελπίδα και θάρρος στην αγαθότητα του Θεού. Όταν όμως η ενθύμηση αυτή σε ενοχλεί και σε οδηγεί σε απιστία και μικροψυχία και σε κάνει να σκέπτεσαι ότι είσαι κολασμένος και ότι για σένα δεν υπάρχει πλέον καιρός σωτηρίας, γνώριζε ότι προέρχεται από το διάβολο. Γι’ αυτό ταπεινώσου και έλπιζε περισσότερο στο Θεό. Και με τον τρόπο αυτό θα νικήσεις τον εχθρό με τα όπλα του και θα δοξάσεις το Θεό.
Ναι, πρέπει αδελφέ, να λυπάσαι κάθε φορά που θυμάσαι τις αμαρτίες σου και να πονάς που έχασες την χάρη του Θεού, αλλά όμως να έχεις θάρρος στο πάθος του και να ζητάς συγχώρεση. Ακόμη αν σου φαίνεται ότι ο ίδιος ο Θεός σου λέγει ότι δεν είσαι από τα πρόβατά του, εσύ με κανένα τρόπο δεν πρέπει να χάσεις την ελπίδα και το θάρρος που έχεις σ’ αυτόν, αλλά ταπεινά να του λέγεις: «Ναι, έχεις δίκαιο, Θεέ μου, να με αποδοκιμάσεις για τις αμαρτίες μου. Αλλά εγώ έχω μεγαλύτερο θάρρος στην ευσπλαχνία σου ότι θα με συγχωρέσεις. Γι’ αυτό και ζητώ από σένα τη σωτηρία αυτού του ταλαίπωρου πλάσματός σου, το οποίο καταδικάσθηκε βέβαια από την κακία του, αλλά λυτρώθηκε με την τιμή του αγίου αίματός σου. Θέλω, λυτρωτή μου, να σωθώ, για δόξα δική σου με την ελπίδα της αμέτρητης ευσπλαχνίας σου. Γι’ αυτό και αφήνομαι όλος στα χέρια σου και ας γίνει σ’ εμένα ό,τι σου είναι αρεστό. Διότι εσύ είσαι ο μόνος μου Κύριος. Κι αν ακόμη με θανατώσεις, εγώ στηρίζω σε σένα τις ζωντανές μου ελπίδες».

3. Η προσβολή της κενοδοξίας και η ιατρεία της

Η τρίτη προσβολή είναι της κενοδοξίας και της εκτιμήσεως με την οποία έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και στα έργα σου για να σωθείς. Γι’ αυτό πάντοτε και ιδιαίτερα εκείνη την τελευταία ώρα του θανάτου μην αφήσεις το νου σου να σκαφθεί ούτε την παραμικρή εκτίμηση του εαυτού σου, ούτε των έργων σου, κι αν ακόμη κατόρθωσες όλες τις αρετές των αγίων. Αλλά η εκτίμησή σου ας είναι στο Θεό ελπίζοντας καθαρά στην ευσπλαχνία του και στα έργα της ζωής του και του πάθους του για να σωθείς. Πάντοτε μπροστά στα μάτια σου να ξευτελίζεις τον εαυτό σου, μέχρι την τελευταία σου αναπνοή. Κι αν τύχει να σκεφτείς κάποιο καλό σου έργο, αναγνώριζε μόνο το Θεό, ότι εκείνος είναι που το έκανε και όχι εσύ, και ότι προήλθε από εκείνον μόνο.
Να προστρέχεις, ναι, στη βοήθεια του Θεού. Αλλά να μην περιμένεις να την λάβεις τάχα επειδή το αξίζεις και για τους πολλούς σου και μεγάλους αγώνες που έκανες και νίκησες. Στάσου πάντοτε σε έναν άγιο φόβο, ομολογώντας ειλικρινά ότι όλες σου οι προβλέψεις και οι προμήθειες και όλοι οι κόποι και οι αγώνες σου θα ήταν μάταιοι, αν δεν βοηθούσε και αν δεν τους έπαιρνε ο Θεός κάτω από τη σκιά των πτερύγων του· να έχεις όλη σου την ελπίδα μόνο στην υπεράσπισή του.
Αν ακολουθείς αυτές τις παραγγελίες, δεν θα μπορέσουν οι εχθροί να φανούν ανώτεροι από σένα κατά την ώρα του θανάτου. Αλλά θα σου ανοιχθεί ο δρόμος για να περάσεις με χαρά από τη γη και την εξορία αυτή στην επουράνια Ιερουσαλήμ, στη γλυκειά πατρίδα.

4. Η προσβολή των φαντασιών και η ιατρεία της

Αν ο πονηρός και πείσμων εχθρός μας, που δεν κουράζεται ποτέ να μας πειράζει, ήθελε κάποτε να σε πολεμήσει και ιδιαίτερα κατά την ώρα του θανάτου με κάποιες ψεύτικες εμφανίσεις και με μεταμορφώσεις σε Άγγελο φωτός, εσύ να παραμένεις σταθερός στη γνώση της ταπεινότητας και της μηδαμινότητας του εαυτού σου. Και να πεις με σταθερή καρδιά και τόλμη: «Να μεταστραφείς άθλιε στο δικό σου το σκοτάδι, διότι εγώ δεν έχω ανάγκη από οράματα, ούτε από τίποτε άλλο, παρά από την ευσπλαχνία του Ιησού μου και από τις δεήσεις και ικεσίες της Αειπαρθένου Μαρίας και των άλλων αγίων». Αλλά και αν με πολλά σημάδια καταλάβεις ότι τα οράματα αυτά είναι αληθινά και προέρχονται από το Θεό, παρ’ όλα αυτά εσύ να αποστρέφεσαι πάντοτε και να τα διώχνεις όσο μπορείς μακριά σου. Και να μη φοβηθείς μήπως δεν αρέσει στο Θεό η αποστροφή αυτή που κάνεις, σκεπτόμενος την αναξιότητά σου. Γιατί αν τα οράματα αυτά είναι από το Θεό, αυτός γνωρίζει καλά να σου τα ξεκαθαρίσει και δεν θα του κακοφανεί αν δεν τα δέχεσαι. Γιατί εκείνος που δίνει την χάρη στους ταπεινούς, δεν την αφαιρεί από αυτούς πάλι για πράξεις που κάνουν οι ίδιοι εξαιτίας της ταπεινώσεως.
Αυτά είναι τα πιο συνηθισμένα όπλα που συνηθίζει ο εχθρός να χρησιμοποιεί εναντίον μας εκείνη την τελευταία ώρα του θανάτου. Αλλά και τον καθένα τον πολεμά σύμφωνα με τις προσωπικές του κλίσεις και τα πάθη που έχει, στα οποία γνωρίζει ότι συχνότερα υποκύπτει. Γι’ αυτό, αγαπητοί, προτού να πλησιάσει η φοβερή εκείνη ώρα του μεγάλου πολέμου, πρέπει να οπλισθούμε εναντίον των πλέον δυνατών παθών που μας κυριεύουν περισσότερο και να πολεμούμε με ανδρεία, για να διευκολύνουμε τότε τον καιρό εκείνο τη νίκη, που μας παίρνει κάθε άλλον καιρό.


(Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου, «Αόρατος Πόλεμος». Εκδ. Συνοδίας Σπυρίδωνος Ιερομονάχου, Ν. Σκήτη –Αγ. Όρος)

Ο ληστής που έγινε μοναχός. Γέροντας Πορφύριος

Σε έναν κόσμο υπό τους νόμους της φθοράς, δεν είναι όλοι σε θέση να ενεργήσουν κατά τους νόμους της αγάπης και της ειρήνης του Κυρίου, που είναι ο σωστός τρόπος.

Διηγήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος: «Ήταν κάποτε ένα μοναστήρι στο βουνό, όπου οι μοναχοί ζούσαν ειρηνικά.

Μια μέρα έκαναν επιδρομή ληστές, μπήκαν μέσα στο Ναό της Μονής αγριωποί και ο αρχηγός τους ζήτησε τον Ηγούμενο. Ένας μοναχός τον ειδοποίησε και εκείνος, που βρισκόταν μέσα στο Ιερό, παρακάλεσε τον αρχιληστή να περιμένει λίγο, ώσπου να τελειώσει μια εργασία του. Γονάτισε μπροστά στην Αγία Τράπεζα και άρχισε θερμή προσευχή στο Χριστό, να τους γλιτώσει από αυτόν τον κίνδυνο.

Ο αρχιληστής, στο διάστημα αυτό περιεργαζόταν τις τοιχογραφίες του Ναού. Άγριος όπως ήταν, τράβηξε την προσοχή του η εικόνα της μελλούσης κρίσεως και ιδιαίτερα του φοβερού δράκοντα, που έβγαζε φωτιές από το στόμα του και κατάπινε τους κολασμένους.
Εκείνη τη στιγμή βγήκε από το Ιερό ο Ηγούμενος. Ο αρχιληστής, μόλις τον είδε, του είπε απότομα: «Θα μου δώσεις αμέσως όλους τους θησαυρούς του Μοναστηριού, γιατί αλλιώς θα σας σφάξουμε. Αλλά πρώτα θέλω να μου εξηγήσεις τι παριστάνει αυτή η ζωγραφιά».

Ο Ηγούμενος, που εξακολουθούσε να προσεύχεται κρυφά, του εξήγησε, ότι από τη μια μεριά είναι ο Χριστός, που παίρνει μαζί Του στον Παράδεισο τους δικαίους και από την άλλη ο διάβολος-δράκοντας, που καταπίνει στην κόλαση τους αμαρτωλούς». «Ποιοι είναι αυτοί οι αμαρτωλοί;» ξαναρώτησε ο αρχιληστής. Ο Ηγούμενος του απάντησε: «Είναι αυτοί που κλέβουν, που σκοτώνουν, που βρίζουν, που ατιμάζουν, αυτοί που κάνουν κάθε κακό». «Δηλαδή, ρώτησε ανήσυχος, κι εγώ στην κόλαση θα πάω;» «Όπως φαίνεται, του λέει ο Ηγούμενος, για εκεί προορίζεσαι». «Και δεν υπάρχει τρόπος να γλυτώσω την κόλαση;» ρώτησε. «Υπάρχει», του απαντά ο Ηγούμενος. «Αν μετανοήσεις για όλες σου τις αμαρτίες, εξομολογηθείς, κοινωνήσεις και αγωνιστείς να αποφεύγεις το κακό και να κάνεις το καλό».

«Πού μπορώ να το κάνω αυτό;» «Εδώ στο Μοναστήρι». Τότε ο αρχιληστής στρέφεται ξαφνικά στους ληστές που τον ακολουθούσαν και τους λέει: «Εγώ θα μείνω εδώ.» Έφυγαν οι ληστές και ο αρχιληστής εξομολογήθηκε στον Ηγούμενο, που τον έκανε δόκιμο μοναχό. Του έβαλε και κανόνα, να μην κάνει τίποτα χωρίς να ρωτάει ένα γέροντα μοναχό, κοντά στον οποίο θα έκανε το διακόνημά του.

Μια μέρα τον έστειλε μαζί με τον συνοδό μοναχό, να κόψουν ξύλα από το βουνό και να τα φέρουν στο Μοναστήρι για το χειμώνα. Ξεκίνησαν, με το ζώο τους, έφτασαν στο βουνό, έκοψαν και φόρτωσαν τα ξύλα, αλλά πριν προλάβουν να ξεκινήσουν, εμφανίστηκαν μπροστά τους ληστές, τους πήραν τα ζώα και τους ξυλοκόπησαν. Ο αρχιληστής-μοναχός οργίστηκε, αλλά πριν κάνει οποιαδήποτε κίνηση, ρώτησε τον συνοδό του: «Τι λένε τα βιβλία να κάνουμε τώρα;»

Ο συνοδός του απάντησε: «Τίποτα, ο νόμος του Χριστού λέει, ότι αν κάποιος σε χαστουκίσει, εσύ να γυρίσεις και το άλλο μάγουλο». Έφυγαν οι ληστές με τα κλεμμένα, έφυγαν και οι μοναχοί δαρμένοι και με άδεια χέρια. Όταν τους είδε ο Ηγούμενος λυπήθηκε, αλλά δεν είπε τίποτα. Έπειτα από μερικές μέρες, τους ξαναέστειλε στο βουνό για ξύλα με άλλο ζώο, αλλά επαναλήφθηκαν περίπου τα ίδια.

Ο Ηγούμενος ήταν πολύ σκεπτικός, δεν ήξερε τι να κάνει. Επειδή όμως έκανε πολύ κρύο, με κόπο βρήκε τρίτο ζώο και τους ξαναέστειλε στο βουνό. Τη στιγμή που ετοιμάζονταν να επιστρέψουν με το φορτωμένο ζώο, παρουσιάζονται πάλι οι ίδιοι ληστές, τους παίρνουν το ζώο και αρχίζουν πάλι να τους δέρνουν. Η αγανάκτηση του αρχιληστή-μοναχού κορυφώθηκε, όμως ρώτησε πάλι το συνοδό του: «Βρες γρήγορα, τι λένε οι Γραφές να κάνουμε». Ο συνοδός του είπε πάλι: «Τίποτα, ο νόμος του Χριστού λέει υπομονή και αγάπη στους εχθρούς».

Ο αρχιληστής-μοναχός δεν ικανοποιήθηκε και του λέει: «Για θυμήσου καλά, δεν υπάρχουν άλλες Γραφές να λένε κάτι άλλο;» Ο συνοδός του του απαντά: «Ε, υπάρχει και η Παλαιά Διαθήκη, με το νόμο του Μωυσή». «Και τι λέει αυτός ο νόμος;» «Λέει οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος». «Αυτός είναι καλός νόμος!!», φώναξε ο αρχιληστής-μοναχός και δίνει μια γροθιά σε ένα ληστή και τον ξαπλώνει κάτω. Οι άλλοι ληστές τον κοίταξαν ξαφνιασμένοι.

Τότε αυτός άνοιξε το ράσο του και φάνηκε το δασύτριχο στήθος του. «Ξέρετε ωρέ, ποιος είμαι εγώ;», λέει στους τρομαγμένους ληστές. «Είμαι ο τάδε ξακουστός αρχιληστής, που έγινα καλόγερος. Αν δεν θέλετε να σας λιανίσω όλους, αφήστε αυτό το φορτωμένο ζώο και τσακιστείτε να μας φέρετε φορτωμένα και τα άλλα δύο τα κλεμμένα.» Οι ληστές συμμορφώθηκαν με την εντολή του. Έτσι οι δύο μοναχοί επέστρεψαν θριαμβευτικά στο Μοναστήρι, με τρία φορτωμένα ζώα. Μόλις τους είδε ο Ηγούμενος, σταυροκοπήθηκε απορημένος και δόξασε το Χριστό. Τότε ο αρχιληστής-μοναχός του λέει: «Μη δοξάζεις το Χριστό, άγιε Ηγούμενε, αλλά δόξαζε το Μωυσή. Με το νόμο του Μωυσή τα φέραμε πίσω όλα τα κλεμμένα, γιατί αν πηγαίναμε ακόμα με το νόμο του Χριστού, και αδειανοί θα γυρίζαμε και δαρμένοι».

Μου έκανε εντύπωση αυτή η ιστορία, που μου την διηγήθηκε ο Γέροντας με απαράμιλλη χάρη και προσπαθούσα να την ερμηνεύσω, όταν άρχισε να μου λέει και δεύτερη:

«Ήταν ένα Μοναστήρι, όπου όλοι οι μοναχοί είχαν γεράσει και πεθάνει, εκτός από έναν, που ζούσε εκεί σαν ερημίτης. Ο μοναχός αυτός ήταν τελείως αγράμματος αλλά είχε δυνατή και απλή πίστη. Καθώς έκανε τις ακολουθίες του και τα διακονήματα του, πίστευε ότι ο Χριστός και οι άγιοι είναι ζωντανοί και τον συντροφεύουν, γι' αυτό τους μιλούσε τακτικά, όπως μιλά κανείς σε ζωντανούς ανθρώπους.

Μια μέρα που βγήκε από το Μοναστήρι, μπήκαν σε αυτό ληστές, έκλεψαν ότι βρήκαν, τα φόρτωσαν στα ζώα τους κι' έφυγαν. Όταν επέστρεψε ο μοναχός και είδε γυμνωμένο το Μοναστήρι, ταράχθηκε. Αμέσως έτρεξε στο Ναό, που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο, στάθηκε μπροστά στον προστάτη του Μοναστηριού άγιο και άρχισε να διαμαρτύρεται: «Άγιε μου Νικόλα, τι έγινε εδώ όταν έλειπα; Ήρθαν κακοί άνθρωποι και έκλεψαν το Μοναστήρι κι εσύ τους κοίταζες και δεν μιλούσες; Τι έκανες για να εμποδίσεις τους κλέφτες; Βλέπω ότι δεν έκανε τίποτα. Αμ' τότε δεν σου αξίζει αυτή η θέση που έχεις, αφού δεν προστάτεψες το Μοναστήρι. Θα σε βγάλω απ' εκεί». Κι' αμέσως ξεκολλά την εικόνα του αγίου από το τέμπλο, την βγάζει έξω από το Μοναστήρι, την ακουμπά σε ένα βράχο, επιστρέφει και κλείνει την πόρτα.

Δεν πέρασε μια ώρα και ακούει δυνατά χτυπήματα στην εξώπορτα. Ανοίγει και τι να δει. Οι ληστές με τα ζώα τους φορτωμένα με όλα τα κλεμμένα και να του λένε: Εμείς κλέψαμε το Μοναστήρι και καθώς φεύγαμε, τα ζώα μας περπατούσαν κανονικά, αλλά κάποια στιγμή σταμάτησαν και δεν προχωρούσαν. Τα χτυπούσαμε, τα τραβούσαμε, έμεναν ακίνητα, μόλις όμως γύριζαν πίσω έτρεχαν. Είπαμε, ότι όπως φαίνεται, ο Θεός θέλει πίσω τα κλεμμένα και στα φέραμε.

Ο μοναχός πήρε τα πράγματα και καθώς έφευγαν οι ληστές, ευχαρίστησε το Θεό. Τότε θυμήθηκε την εικόνα του αγίου, πήγε στο βράχο που την είχε ακουμπήσει, την προσκύνησε και είπε: «Τώρα σε παραδέχομαι, Άγιε Νικόλα. Είσαι ο προστάτης του Μοναστηριού». Πήρε θριαμβευτικά την εικόνα του αγίου και την τοποθέτησε στη θέση της.


ΠΗΓΗ: Κ. Γιαννιτσιώτη, "Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο"