Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Παρασκευή 24 Απριλίου 2015

Η ΞΕΝΟΜΑΝΙΑ ΜΑΣ-ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ

Θα ήθελα να μη γράφω ποτέ κάποια πράγματα που ερεθίζουνε και δυσαρεστούνε όσους περπατά­νε σε δρόμο, ανάποδο από μένα. Αλλά να γράφω για πράγματα που ευχαριστούνε όλους.

Μα υπάρχουνε ένα σωρό στραβά, που ίσως να διορ­θωθούνε με το να καταλάβουμε καλά, πως είναι στρα­βά και να ζητήσουμε τη γιατρειά τους. Λοιπόν, άθελά μου, γράφω γι’ αυτά και σσς παρακαλώ να δώσετε προσοχή στα παρακάτω, όχι γιατί είμαι ο σοφός Σολομώντας, αλλά γιατί αυτά τα ζητήματα για τα οποία γράφω, έτυχε να τα γνωρίζω καλύτερα από πολλούς, και γιατί η ζωή μου η ίδια είναι υφασμένη μαζί τους, σαν το στημόνι με το υφάδι.

Και με όλο που κάποια από αυτά τα στραβά που θέλουνε σιάξιμο, φαίνουνται με την πρώτη ματιά πως δεν έχουνε μεγάλη σημασία, ωστόσο στ’ αληθινά έ­χουνε πάρα πολύ μεγάλη, μα δεν θέλουνε να το κατα­λάβουνε εκείνοι που συνεργούνε στο κακό. Κι αν ακόμα τους δώσει κανείς να το καταλάβουνε, από πείσμα επιμένουνε στο στραβό για να μη φανούνε στους άλλους πλανημένοι.
Ένα απ’ αυτά τα ζητήματα είναι π.χ. η κατάστα­ση που έχουνε οι εκκλησίες μας (για τα οποία έγραψα ύστερ’ από το Πάσχα), το χάλι που βρίσκονται οι εκκλησιαστικές τέχνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας: η ψαλμωδία, η αγιογραφία, η αρχιτεκτονική, η μικροτεχνία, μ’ ένα λόγο ό,τι εκφράζει το βαθύ πνεύ­μα της Ορθοδοξίας. Η παραμόρφωση αυτών των λει­τουργικών τεχνών, ώστε από λειτουργικές να καταντήσουνε κοσμικές, έγινε και γίνεται από κάποιους ε­πιπόλαιους, ρηχούς και αισθηματολογικούς ανθρώπους, που δεν νοιώθουνε καμμιά πνευματική ευθύνη για ό,τι κάνουνε, κι αλλάζουνε με ελαφρή συνείδηση το ένα και το άλλο, είτε στην ψαλμωδία, είτε στην αγιο­γραφία, είτε στα έθιμα της εκκλησίας, καταστρέφο­ντας τον θησαυρό της παραδόσεως με γελοίους νεωτε­ρισμούς. 
Αυτοί πορεύονται χωρίς να ξέρουνε τι κάνου­νε, και χωρίς να τους μέλει τι συμφορά φέρνουνε στη φυλή μας. Εμείς, όμως, όσοι νοιώθουμε αυτά τα πράγματα, και την αξία τους, και που καταλαβαίνουμε πνευματική ευθύνη, έχουμε χρέος να αγωνισθούμε κα­ταπάνω στην καταστροφή που κάνει η αμάθεια, η ανο­ησία, η ψωροπερηφάνεια, ο πνευματικός εκφυλισμός, μαζί με το πονηρό πνεύμα της εκμετάλλευσης. Αλλά, ενώ αυτοί οι μαστροχαλαστήδες πορεύονται, όπως εί­πα, ασυλλόγιστα, χωρίς να είναι σε θέση να καταλά­βουνε τι κακό κάνουνε, εμείς οι άλλοι πρέπει να τους πολεμήσουμε με γνώση, με σοβαρότητα, με τα λόγια της αλήθειας. Ένα ρητό ανατολίτικο λέγει: «Ένας τρελλός έρριξε μια πέτρα στη θάλασσα και πέσανε στο νερό εκατό γνωστικοί γιά να τη βγάλουνε!». Ο τρελ­λός είναι εκείνος που χαλά την παράδοση, γιατί έτσι του κατέβηκε, κ’ εμείς είμαστε οι γνωστικοί, που α­γωνιζόμαστε να σώσουμε αυτό που πάει να καταστρέ­ψει ο τρελλός, δηλαδή την παράδοση. Η παροιμία μιλά για έναν τρελλό και για εκατό γνωστικούς. Μα σ’ εμάς είναι εκατό τρελλοί που γκρεμίζουνε και πεντέξη γνωστικοί, που αγωνίζουνται, να μην τους αφή­σουνε στο παλαβό αυτό έργο της καταστροφής.

Κατά δυστυχία, πολλοί απ’ αυτούς τους ελαφρό­μυαλους, αλαφρόκαρδους και κούφιους «νεωτεριστάς» (όπως θέλουν να λέγουνται), έχουνε πιάσει τα πόστα, στα Υπουργεία, στις Ακαδημίες, στα Πανεπιστήμια και στ’ άλλα εκπαιδευτήρια, στα Ωδεία, στα Θέατρα, στις εφημερίδες, στις εκκλησιές,   στο ραδιοφωνικό σταθμό, κι από κει κάνουνε το κακό που κάνουνε ταμπουρωμένοι, με κάθε ευκολία, ενώ εμείς οι δυστυχείς πολεμάμε στ’ ανοιχτά, μοναχοί, χωρίς καμμιά υπο­στήριξη, χωρίς τα άρματα και τις τάμπιες που έχουνε αυτοί. Κοντά σ’ αυτό, εκείνοι έχουνε κάποια λαοπλάνα συνθήματα που τραβάνε τον κόσμο, όπως είναι: «ο πολιτισμός, η πρόοδος, η εξέλιξις, ο μοντερνισμός», και τα μασάνε μέρα-νύχτα στο στόμα τους σαν μαστίχι, ενώ εμείς είμαστε γι’ αυτούς «καθυστερημένοι», «έξω από το ρεύμα της εποχής», δηλαδή ό,τι δεν τρα­βά τη συμπάθεια του πολλού κόσμου. Ενώ, λοιπόν, οι «μοντερνιστές» είναι, κούφιοι κι ανόητοι, χωρίς κανένα βαθύ αίσθημα ή σοβαρόν στοχασμό, ωστόσο μ’ αυτά τα εύκολα εργαλεία της δημαγωγίας πλανούν τον κό­σμο, προ πάντων όσοι απ’ αυτούς έχουνε κάποιο δημό­σιο αξίωμα.

Και μ’ όλα ταύτα, εμείς, όχι μοναχά βαστάμε γερά και σταματούμε το γκρέμισμα, αλλά χτίζουμε σε στε­ρεά θεμέλια, απάνω στα χαλάσματα που έχει σωριά­σει η τυφλή μανία τους, και κάθε μέρα κερδίζουμε ψυ­χές που φωτίζουνται, κι απορούνε κ’ οι ίδιες σε τι πλάνη και σε τι ψευτιά βρισκόντανε πριν. Και μάλιστα ανάμεσα στους νέους, στον σπόρο που βλασταίνει.
«Ευλογημένο καταφύγιο», Εκδ. ΑΚΡΙΤΑΣ 
Επιμέλεια:ΝΟΤΑ ΧΑΡΑΣ
Πηγή: https://aoratospolemostheblog0.wordpress.com/2015/04/18/%CE%B7-%CE%BE%CE%B5%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%B1-%CE%BC%CE%B1%CF%83-%CF%86%CF%89%CF%84%CE%B7%CF%83-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%B3%CE%BB%CE%BF%CF%85/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου