ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ
ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 26η Μαρτίου 2018.
Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ Η «ΝΗΣΤΕΙΑ» ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ
Ο δυτικός Χριστιανισμός αφότου
αποκόπηκε από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού, τον
11ο αιώνα, απώλεσε την θεία Χάρη και ως εκ τούτου η κατοπινή του
πορεία, μέχρι σήμερα, είναι μια εξελισσόμενη έκπτωση από την αυθεντικότητα. Δεν
είναι καθόλου υπερβολή, αν πούμε, ότι σχεδόν τίποτε δεν άφησε αναλλοίωτο από
την εκκλησιαστική Παράδοση της πρώτης χιλιετίας. Αρχίζοντας από την παραχάραξη του
τριαδολογικού δόγματος, στη συνέχεια του χριστολογικού, του σωτηριολογικού, του
εκκλησιολογικού, έφτασε στο τέλος να παραχαράξει και αυτές τις συνήθειες και
πρακτικές, που καθόρισε η Εκκλησία, δια των Αγίων Συνόδων, των ιερών Κανόνων
και των αγίων Πατέρων, για την πνευματική ζωή και προκοπή των πιστών.
Μια από τις πρακτικές που μετέβαλε
ο δυτικός Χριστιανισμός, είναι και ο θεσμός της νηστείας. Παραμερίζοντας
δεκάδες Ιερούς Κανόνες και λόγους αγίων Πατέρων, οι οποίοι καθορίζουν επακριβώς
το νόημα και την σημασία της, δημιούργησε ένα δικό του, αυθαίρετο σύστημα
νηστείας, το οποίο δεν έχει καμιά σχέση με τη νηστεία της Εκκλησίας μας. Στα
παρά πάνω συμπεράσματα αβίαστα καταλήγει κανείς, όταν διαβάσει κάποιο σχετικά
πρόσφατο άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα των εν Αθήναις παπικών «ΚΑΘΟΛΙΚΗ»
(αριθμ.φύλ. 28.2.2018), με τίτλο: «Γιατί δεν τρώμε κρέας τις Παρασκευές». Σ’ αυτό ο αρθρογράφος παρουσιάζει την
περί νηστείας παπική διδασκαλία, η οποία βεβαίως αφίσταται παρασάγγας από την
διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Και μόνο ο τίτλος του άρθρου φανερώνει περίτρανα
αυτή την χαώδη απόσταση, διότι, όπως θα δούμε, η νηστεία των παπικών αποκλείει
μόνο το κρέας και όχι άλλα αρτύσιμα είδη διατροφής όπως τα γαλακτοκομικά, τα
ψάρια, το λάδι και το κρασί, και επί πλέον καθιερώνει μόνο μία ημέρα νηστείας, την
Παρασκευή και όχι άλλες ημέρες!
Γράφει: «Γιατί η Εκκλησία ζητά από τους
Καθολικούς να απέχουν από το κρέας τις Παρασκευές (όπως και την Τετάρτη των
Τεφρών και την Μεγάλη Παρασκευή), αλλά δίνει το ΟΚ για τους Καθολικούς να τρώνε
ψάρια;». Εδώ ο αρθρογράφος δίνει ξεκάθαρα το πλαίσιο της νηστείας στον
Παπισμό, η οποία περιορίζεται στην αποχή μόνον του κρέατος τις Παρασκευές και
κάποιες άλλες δικές του εορτές. Δικαιολογεί δε αυτή την αποχή ως εξής: «Ας
ξεκινήσουμε από το ερώτημα “γιατί Παρασκευή;”. Οι Καθολικοί από αμνημονεύτων
χρόνων ξεχώρισαν την Παρασκευή για να τηρούν μια ειδική μετάνοια, με την οποία
πρόθυμα υποφέρουν με το Χριστό, ώστε κάποια στιγμή να δοξαστούν μαζί Του. Αυτή
είναι η καρδιά της παράδοσης της αποχής από το κρέας την Παρασκευή, και αυτή η
παράδοση τηρείται στην Καθολική Εκκλησία. Δεδομένου ότι πιστεύεται (sic) ότι ο Ιησούς Χριστός υπέφερε στο σταυρό
ημέρα Παρασκευή, οι Χριστιανοί από την αρχή ξεχώρισαν αυτήν την ημέρα για να
ενώσουν τα βάσανά τους με τον Ιησού». Ήδη από τα αποστολικά χρόνια όρισε η Εκκλησία να
νηστεύουμε όχι μόνον την Παρασκευή, αλλά και την Τετάρτη, την οποία αποσιωπά ο
αρθρογράφος. Ενδεικτικά εδώ αναφέρουμε τον 69ο (ΞΘ΄), Ιερό Κανόνα
των αγίων αποστόλων: «Ει τις επίσκοπος, ή πρεσβύτερος, ή διάκονος,
ή υποδιάκονος, ή αναγνώστης, ή ψάλτης, την αγίαν Τεσσαρακοστήν ου νηστεύει, ή
Τετράδα (=Τετάρτη), ή Παρασκευήν καθαιρείσθω. Εκτός ειμή δι’ ασθένειαν
εμποδίζοιτο. Εάν δε λαϊκός ή, αφοριζέσθω».[1] Επίσης από τα αποστολικά
χρόνια, η Εκκλησία όρισε και άλλες περιόδους νηστείας, όπως η νηστεία της
Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όπως είδαμε στον παρά πάνω Ιερό Κανόνα, των αγίων
Αποστόλων, της Παναγίας, (του δεκαπενταυγούστου) και των Χριστουγέννων, οι
οποίες διά μέσου των αιώνων πήραν συγκεκριμένες μορφές, οριστικοποιήθηκαν από
τους αγίους Πατέρες και θεσμοθετήθηκαν από τις Άγιες Συνόδους. Βεβαίως αυτές οι
νηστείες δεν απαγόρευαν μόνο το κρέας, αλλά και άλλες ζωικές και λιπαρές
τροφές, κάτι που αποσιωπά ο αρθρογράφος! Η αντίληψη ότι δήθεν «αυτή
είναι η καρδιά της παράδοσης της αποχής από το κρέας την Παρασκευή» είναι
πέρα για πέρα λανθασμένη. Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης στο «Πηδάλιό»
του αναφέρει ότι «η νηστεία της Τετράδος και Παρασκευής δεν
περιορίζεται εις μόνην την αποχήν του κρέατος, αλλά κανονίζεται αύτη εις το να
μη γευθεί τινάς τελείως τροφής έως της εσπέρας. Όθεν και ο μακάριος Βενέδικτος
εις τον ΜΑ΄ Κανόνα αυτού διορίζει τους υποτασσομένους αυτώ μοναχούς να
νηστεύουν την Τετράδα και Παρασκευήν έως ώρας ενάτης».[2]
Στο σπουδαίο πρωτοχριστιανικό κείμενο «Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων» (τέλη 1ου
αιώνα), αναφέρεται ρητά ότι «Αι
δε νηστείαι υμών μη έστωσαν μετά των υποκριτών· νηστεύουσι γαρ δευτέρα σαββάτων
και πέμπη· υμείς δε νηστεύσατε τετράδα και παρασκευήν», (8,1). Στο αρχαίο εκκλησιαστικό κείμενο
«Αποστολικαί
Διαταγαί», (4ος αιώνας), αναφέρεται: «Τετράδα και Παρασκευήν προσέταξεν ημίν νηστεύειν, την μεν διά την
προδοσίαν, την δε διά το Πάθος» (Ε, 15). Επίσης η αντίληψη ότι δήθεν «οι Χριστιανοί από την αρχή
ξεχώρισαν αυτήν την ημέρα, [Παρασκευή], για να ενώσουν τα βάσανά τους με τον
Ιησού», δεν ευσταθεί. Όπως εξηγεί στο «Πηδάλιό» του ο άγιος Νικόδημος ο
αγιορείτης: «Όθεν δεν πρέπει να λέγομεν ότι πενθούμεν διά τον σταυρόν. Ου γαρ
δι’ εκείνον πενθούμεν, μη γένοιτο, αλλά για τα ιδικά μας αμαρτήματα».[3]
Παρά κάτω προσπαθεί να εξηγήσει,
γιατί επιτρέπεται να τρώνε ψάρια. Γράφει: «Εδώ όμως μπαίνει το ερώτημα, γιατί τα ψάρια
εξαιρούνται; Η εντολή της Εκκλησίας, για το συγκεκριμένο θέμα οριοθετεί την
αποχή από τα «χερσαία ζώα». Οι εντολές περί αποχής θεωρούν ότι το κρέας
προέρχεται μόνο από τα ζώα όπως τα κοτόπουλα, οι αγελάδες, τα πρόβατα, ή οι
χοίροι – τα οποία όλα ζουν στην ξηρά. Τα πτηνά θεωρούνται επίσης κρέας. Τα
ψάρια, από την άλλη πλευρά, δεν βρίσκονται στην ίδια ταξινόμηση. Τα ψάρια είναι
μια διαφορετική κατηγορία ζώων…»!
Αλλά βάσει ποίων Ιερών Κανόνων κάνει τους παρά πάνω ισχυρισμούς;
Οι άγιοι Πατέρες στους λόγους των περί νηστείας μας δίνουν
ανάγλυφη την περί νηστείας διδασκαλία της Εκκλησίας μας και το βαθύτερο νόημά
της. Αν ανατρέξουμε στους λόγους των, αμέσως θα διαπιστώσουμε, ότι όλοι τους
δίδουν σ’ αυτήν ένα καθολικό χαρακτήρα και την προβάλλουν ως έκφραση της
ασκητικής τοποθετήσεως του πιστού έναντι των υλικών στοιχείων του κόσμου, προκειμένου
να αποφύγει την υποταγή του σ’ αυτά και προσανατολίσει την θέλησή του προς τον
Θεόν και υποταγεί στο θέλημά Του. Έτσι, με τον τρόπο αυτό, διερμηνεύουν το
βαθύτερο πνεύμα του ευαγγελίου και τον ασκητικό χαρακτήρα του Ορθοδόξου ήθους.
Επίσης όταν με την λέξη νηστεία αναφέρονται ειδικότερα στις τροφές, τότε ως επί
το πλείστον, εννοούν την αποχή από ορισμένα είδη τροφών για ένα χρονικό
διάστημα, αν και η λέξη νηστεία κατά κυριολεξία σημαίνει πλήρη ασιτία, (νη=όχι+εσθίω).
Ιδιαιτέρως τονίζεται η αρχαιότητα του θεσμού, του οποίου η αρχή ανάγεται στο πρώτο
ανθρώπινο ζεύγος. Ο Μέγας Βασίλειος για παράδειγμα, στον πρώτο περί νηστείας λόγο
του αναφέρει, ότι η νηστεία είναι «συνηλικιώτης της ανθρωπότητος»,
διότι ενομοθετήθη στον παράδεισο. Και στη συνέχεια προσθέτει: Επειδή δεν νηστεύσαμε,
εξεπέσαμε από τον παράδεισο. Ας νηστεύσωμε λοιπόν, διά να επανέλθωμε εις αυτόν.
Ο
άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον περί μετανοίας λόγον του συμπληρώνει:
Εάν μέσα στον παράδεισο ήταν αναγκαία η νηστεία, πόσο μάλλον εκτός του
παραδείσου; Στη συνέχεια τόσο ο Μέγας Βασίλειος, όσον και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος κάνουν μια
ιστορική αναδρομή στην ιστορία του Ισραήλ, όπου βλέπουν καταξιωμένο τον θεσμό
της νηστείας στη ζωή μεγάλων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Μωϋσής μετά από νηστεία
40 ημερών αξιώνεται να δεχθεί τις πλάκες του Νόμου. Αντίθετα η οινοποσία και η
μέθη του λαού κάτω στους πρόποδες του όρους Χωρήβ κομμάτιασε τις πλάκες, τις οποίες
παρέλαβε η νηστεία. Στη συνέχεια μνημονεύουν τον Ησαύ, τον προφήτη Ηλία, τους
τρείς παίδες στη Βαβυλώνα, τον προφήτη Δανιήλ, και τον προφήτη Ησαΐα, ο οποίος επισημαίνει
τον κίνδυνο της τυποποιήσεως της νηστείας και προβάλλει στο λαό όλα εκείνα τα
στοιχεία, που συνιστούν την αληθινή νηστεία, η οποία τότε μόνον είναι αποδεκτή από τον Θεόν, όταν
συνδυάζεται με την αποχή από την αμαρτία, (Ησαΐας 1,13-17). Τέλος καταλήγουν
στο πρόσωπο του ιδίου του Κυρίου μας, ο Οποίος τόσο με το προσωπικό του
παράδειγμα, όσο και με την διδασκαλία του προσδιορίζει την θετική του στάση
απέναντι στο θεσμό της νηστείας και προδιαγράφει τους όρους και τις
προϋποθέσεις για την ορθή και θεάρεστη άσκησή της.
Επίσης είναι σημαντικό να
τονιστεί, ότι όταν οι άγιοι Πατέρες ομιλούν για την νηστεία, δεν το κάνουν από
περιφρόνηση προς τις τροφές, ούτε από διάκριση σε καθαρές και μη καθαρές, αφού
κατά τον απόστολο «παν κτίσμα Θεού καλόν, και ουδέν απόβλητον μετά ευχαριστίας
λαμβανόμενον», (Α΄
Τιμ. 4,4), αλλά διότι η νηστεία είναι το κατάλληλο μέσον στη σταύρωση του
σαρκικού φρονήματος και των εμπαθών επιθυμιών. Ο αβάς Ποιμήν σ’ ένα
απόφθεγμά του στο Γεροντικό λέγει ότι η νηστεία δεν πρέπει να είναι «σωματοκτόνος
αλλά παθοκτόνος». Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων πολύ
εύστοχα παρατηρεί σε ομιλία του στον παραλυτικό: Ας χρησιμοποιήσωμε με μέτρο την
τροφή, χωρίς να παρασυρόμαστε στη γαστριμαργία, ώστε να υπερισχύσωμε και των
σαρκικών ηδονών. Ο Μέγας Βασίλειος στο 2ο λόγο του περί
νηστείας, παρομοιάζει τη νηστεία με όπλο στην πάλη κατά των δαιμόνων, ο
δε άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σ’ ένα λόγο του «στην αποδημία του επισκόπου
Φλαβιανού» θεωρεί την νηστεία ως φάρμακο της ψυχής. Τέλος ο άγιος
Ιωάννης ο Σιναΐτης, (για να περιοριστούμε μόνο στους παρά πάνω αγίους Πατέρες),
ομιλώντας για τη νηστεία λέγει: «Νηστεία είναι η αποκοπή της πυρώσεως και των
πονηρών λογισμών, καθαρότητα της ψυχής, φωταγωγός της ψυχής, φυλακή του νοός,
διάλυσις της αναισθησίας, πόρτα της κατανύξεως, αφορμή ησυχίας, πρόξενος
απαθείας, άφεσις αμαρτιών».
Επίσης οι άγιοι Πατέρες,
ομιλώντας περί νηστείας, ενώ από μια πλευρά
εγκωμιάζουν και τονίζουν την αξία της, από την άλλη θαυμάζομε την σοφία
της διακρίσεώς των στον τρόπο της εφαρμογής της στην κάθε μια συγκεκριμένη
περίπτωση, καθιερώνοντας έτσι τον θεσμό της Οικονομίας. Ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος
σ’ ένα λόγο του προς τον επίσκοπο Κάστορα, παρατηρεί: Εκείνοι, [οι Πατέρες], δεν μας
παρέδωσαν ένα κανόνα νηστείας, ούτε ένα τρόπο μεταλήψεως τροφών, ούτε και στο
ίδιο μέτρο, επειδή δεν έχουν όλοι την ίδια δύναμη, ούτε όλοι την ίδια ηλικία,
αλλά ούτε όλοι είναι εξ’ ίσου υγιείς. Χωρίς δηλαδή να υποτιμούν ούτε
στο ελάχιστο την αξία της νηστείας, παράλληλα δεν εγκλωβίζονται σε άκαμπτες
αρχές και νόμους και κανόνες, αλλά κινούνται με θαυμαστή πνευματική ελευθερία
στο συγκεκριμένο θέμα. Λαμβάνουν υπ’ όψιν τους πλείστους όσους παράγοντες, που
είναι δυνατόν να τροποποιήσουν, ή και μεταβάλλουν το μέτρο και τον χρόνο της νηστείας,
όπως είναι η ασθένεια, το είδος της εργασίας, οι ανθυγιεινές συνθήκες
διαβιώσεως, οι διάφοροι κλιματολογικοί παράγοντες κ.λ.π.
Θα κλείσουμε την μικρή αυτή
αναφορά μας στη «νηστεία» των παπικών σε αντιδιαστολή προς τη νηστεία της
Εκκλησίας μας, υπογραμμίζοντας μια μεγάλη αλήθεια: Το ότι δηλαδή η αλλοίωση του δόγματος
έχει τη δύναμη να επηρεάσει καθοριστικά όλες τις πτυχές της ζωής της Εκκλησίας.
Όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες μας, δόγμα και ήθος, θεωρία και πράξη, πίστη
και ζωή, είναι τόσο πολύ αλληλένδετα και άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, ώστε
αλλοίωση και παραχάραξη του δόγματος να φέρνει αναπόφευκτα αλλοίωση του ήθους
και της ζωής της Εκκλησίας. Προφανώς ο αρθρογράφος σε όσα περί νηστείας
αναφέρει έχει υπ’ όψιν του νόμους και κανόνες που καθιέρωσε ο Παπισμός μετά την
αποκοπή του από την Εκκλησία, ακυρώνοντας όμως προγενεστέρους, τους οποίους
εθέσπισαν οι άγιοι απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες μας, εγκαινιάζοντας έτσι έναν εύκολο και ανώδυνο Χριστιανισμό, χωρίς
κόπο και άσκηση, που είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για να φθάσει κανείς
στον αγιασμό και την θέωση. Το αποτέλεσμα ήταν ο Παπισμός να φθάσει νομοτελειακά
στην πλήρη εκκοσμίκευσή του. Προς τον ίδιο κατήφορο της εκκοσμικεύσεως δυστυχώς
οδεύει νομοτελειακά και ο Οικουμενισμός, η άλλη αυτή μεγάλη παναίρεση της
εποχής μας, όπως έχουμε επισημάνει σε προηγούμενα άρθρα και μελέτες μας.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών