Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Επιβάλλεται, επιτρέπεται ή απαγορεύεται ο θρησκευτικός όρκος;

Το αμφιλεγόμενο θέμα του θρησκευτικού όρκου, επανήλθε στο προσκήνιο της επικαιρότητας, με την κίνηση του νέου Πρωθυπουργού να παράσχει πολιτική διαβεβαίωση στο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αντί του καθιερωμένου θρησκευτικού όρκου ενώπιον του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος.

Το ζήτημα από νομικής άποψης είναι σαφές. Η επιβολή του θρησκευτικού όρκου ως υποχρεωτικού θα ήταν αντίθετη με το άρθρο 13 παρ. 1 του Συντάγματος με το οποίο προστατεύεται η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης. Με το ίδιο άρθρο κατοχυρώνεται η απόλαυση των ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων καθενός ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις.[1] Με το άρθρο 59 παρ. 2 του Συντάγματος παρέχεται στους αλλόθρησκους ή ετερόδοξους βουλευτές η δυνατότητα να ορκισθούν σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή δόγματος.[2]  Στην ίδια κατεύθυνση, ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας (άρθ. 408 παρ. 1), παρέχει την επιλογή στους εξεταζόμενους ενώπιον των Δικαστηρίων μάρτυρες, αν επιθυμούν να ορκισθούν με θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο.

Στη θεολογική-ιεροκανονική διάσταση του ζητήματος υπάρχει διχογνωμία σχετικά με το επιτρεπτό ή μη του θρησκευτικού όρκου. Θα πρέπει, εν πρώτοις,  να τονίσουμε ότι η επιβολή του θρησκευτικού όρκου σε κάποιον αλλόθρησκο ή άθεο αντιβαίνει ευθέως στη χριστιανική διδασκαλία που σέβεται την ελευθερία της επιλογής, βασιζόμενη στη φράση του Ιησού Χριστού «όστις θέλει…»[3]. Εξίσου ανεπίτρεπτη είναι και η οικιοθελής φαρισαϊκή χριστιανική ορκοδοσία ενός αλλόθρησκου ή άθεου, που γίνεται με σκοπό την παραπλάνηση του κοινού.

Για τον όρκο, αναφέρονται τα εξής στα Ιερά Κείμενα:

Στην Παλαιά Διαθήκη, όπου γενικά επιτρέπεται ο όρκος, έχουμε την πρώτη «προφητική» απαγόρευση από τον προφήτη Ωσηέ, ο οποίος αναφέρει: «Μη ομνύετε ζώντα Κύριον»[4]. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης επισημαίνει σχετικά: «Ηξεύρωμεν ότι εις την Παλαιάν Γραφήν εσυγχωρούντο οι αληθείς και νόμιμοι όρκοι. Ναι εσυγχωρούντο, μα όχι ενομοθετούντο. Εσυγχωρούντο διά την ατέλειαν και νηπιότητα των Ιουδαίων προς αποφυγήν της ειδωλολατρείας[5]

Στην Καινή Διαθήκη ο ίδιος ο Χριστός εντέλλει: «μη ομόσαι όλως»[6], ενώ ο Απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος παραγγέλλει: «προ πάντων αδελφοί μου, μη ομνύετε»[7]. Αναφέρει πάλι σχετικά ο άγιος Νικόδημος: «Το θείον Ευαγγέλιον με στερεάν απόφασιν, όχι μόνον εις του Θεού το όνομα δεν συγχωρεί να ομόση τινάς, αλλ’ ουδέ την ιδίαν του κεφαλήν, προστάζων ότι, αν δεν περισσεύση η δικαιοσύνη μας περισσότερον από την των Γραμματέων και Φαρισαίων, και απλώς την του Νόμου, δεν δυνάμεθα να εισέλθωμεν εις την βασιλείαν των ουρανών.»

Σε συμφωνία με τα αγιογραφικά αυτά χωρία, συντάσσονται πλείστοι άγιοι Πατέρες. Ενδεικτικά αναφέρουμε[8]:
Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος: «Όρκου τι χείρον; Ουδέν».(μτφρ: Τι είναι χειρότερο από τον όρκο; Τίποτα!»)[9]
Μέγας Βασίλειος: «Καθ’ άπαξ μεν όρκος απαγορεύεται. (ΚΘ’ Κανών Μ. Βασιλείου) (μτφρ: Ο όρκος απαγορεύεται μια και για πάντα.).[10]
Ιερός Χρυσόστομος: «Συ, ει μηδέν έτερον, αυτό γουν το Βιβλίον αιδέσθητι, ο προτείνεις εις όρκον. Το Ευαγγέλιον, ο μετά χείρας φέρεις και κελεύεις ομνύναι, ανάπτυξον και ακούσας τι περί όρκου ο Χριστός εκεί διαλέγεται, φρίξον και απόστηθι. Συ δε τον νόμον τον κωλύοντα ομνύναι, τούτον όρκον ποιείς: Ω της ύβρεως! Ω της παροινίας!» (μτφρ: εσύ, αν μη τι άλλο, αυτό το Βιβλίο σεβάσου το, το οποίο προτείνεις για όρκο. Το Ευαγγέλιο που κρατάς στα χέρια σου και παροτρύνεις κάποιον να ορκισθεί σε αυτό, άνοιξέ το και όταν μάθεις τι λέγει για τον όρκο ο Χριστός, φρίξε και στάσου μακριά από αυτό που πήγες να κάνεις. Εσύ, ορκίζεσαι στο νόμο που απαγορεύει τον όρκο; Τι ύβρις! Τι παράνοια!)[11]
Ο ίδιος: «Τι έχει να κάμη τινάς όταν ήναι ανάγκη δια να ομόση; Όπου είναι παράβασις νόμου, εκεί δεν χωρεί καμμία ανάγκη. Και είναι δυνατόν (μου λέγει) τελείως να μη ομνύει τινάς; Τι λέγεις; Ο Θεός επρόσταξε, και συ ερωτάς, αν ήναι δυνατόν να φυλάξης την προσταγήν του; Περισσότερον είναι αδύνατον το να μη φυλάξης την προσταγήν του, παρά το να την φυλάξης.» (Τι πρέπει να κάνει κάποιος όταν είναι ανάγκη να ορκισθεί; Όπου υπάρχει παράβαση του νόμου (του Θεού), εκεί δεν χωρεί καμία ανάγκη. Και είναι δυνατόν να μην ορκίζεται κάποιος; Αποκρίνεται: ο Θεός πρόσταξε, και συ ρωτάς, αν είναι δυνατόν να φυλάξεις την προσταγή του;»)[12]
Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς: «Φεύξη τον όρκον τελείως» (απόφευγε τελείως τον όρκο)[13]
Άγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας: «ουκ ην πονηρόν τότε το ομνύειν, μετά Χριστόν εστί πονηρόν» (στην Παλαιά Διαθήκη δεν ήταν κακό να ορκίζεσαι, μετά Χριστόν όμως είναι κακό)[14]
Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης: (στην ερμηνεία του ΨΔ’ Κανόνα της Πενθέκτης Οικ. Συνόδου) «ου μόνοι δε οι κατά την συνήθειαν των Ελλήνων γινόμενοι όρκοι είναι εμποδισμένοι από τους Χριστιανούς, αλλά και κάθε απλός όρκος».
Στην ίδια ερμηνευτική προσέγγιση του Κανόνα ο άγιος αναφέρει: «Ας εντραπούν τόσον ο Βαλσαμών, όσον και οι ακόλουθοι, λέγοντες ότι είναι νόμιμον πράγμα το να γίνωνται όρκοι καλοί και αληθείς, ένα μεν, διότι και οι Βασιλικοί νόμοι συγχωρούσι τους όρκους … Προς μεν ουν το πρώτον αποκρινόμεθα εκείνα όπου εις διάφορα μέρη προείπομεν. Ότι δηλ. οι Βασιλείς δεν εκθέτουσι πολλάκις προς το συμφέρον τους νόμους, κατά τον Χρυσόστομον, και ότι, κατ’ αυτούς τους ίδιους Βασιλείς, πρέπει να ακυρώνωνται όλοι εκείνοι οι νόμοι, όπου εναντιώνονται εις τους θείους Κανόνας, και μάλιστα εις τας θείας Γραφάς και τα Ευαγγέλια…».[15]
Παρατηρούμε λοιπόν, μια συμφωνία των Πατέρων, ένα consensus patrum, σχετικά με το ανεπίτρεπτο του χριστιανικού όρκου. Μάλιστα η επιτακτική χρήση καθολικών όρων όπως «καθ’ άπαξ», «τελείως» κ.λπ. κλίνει προς την υιοθέτηση της άποψης περί της απαγόρευσης του όρκου και ενώπιον των αρχών του Κράτους.

Υπάρχει ωστόσο και ένας εξίσου μεγάλος Πατήρ της Εκκλησίας, ο άγιος Νεκτάριος Μητροπολίτης Πενταπόλεως, ο οποίος εξειδικεύει το ανεπίτρεπτο του όρκου στις καθημερινές σχέσεις των ανθρώπων και υποστηρίζει με ισχυρά επιχειρήματα ότι ο όρκος ενώπιον των αρχών επιτρέπεται.
Γράφει ο ιερός Πατήρ: «ὁ Σωτὴρ ἀπηγόρευσε τὸν ὅρκον τὸν πρὸς ἀλλήλους καὶ οὐχὶ τὸν ὅρκον τὸν διδόμενον ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν καὶ ἐξουσιῶν τὸν ὑπὸ τοῦ νόμου ἀπαιτούμενον πρὸς πίστωσιν τῆς ἀληθείας καὶ διαβεβαίωσιν τῶν ἀρχῶν. Διότι καὶ αὐτὸς ὁ Σωτὴρ ἐξορκισθεὶς ὑπὸ τοῦ ἀρχιερέως νὰ μαρτυρήσῃ εἰ αὐτός ἐστιν ὁ Χριστός, ἐδέχθη τὸν ὅρκον, καὶ ὡμολόγησεν ὅτι αὐτός ἐστιν (Ματ. κς´ 63)»[16]

Οι σεβαστές αυτές σκέψεις του αγίου Νεκταρίου, φαίνεται πως έρχονται σε σύγκρουση με αυτά που υποστηρίζουν οι προγενέστεροι Πατέρες.

Όποια, όμως, από τις δύο απόψεις και αν γίνει δεκτή στο θεολογικό επίπεδο, η ταπεινή γνώμη του γράφοντος, είναι ότι θα πρέπει να καταργηθεί ο θρησκευτικός όρκος ενώπιον των αρχών. Η πρακτική αυτή, θεσμοθετήθηκε σε μια εποχή που οι περισσότεροι πολίτες είχαν ζωντανό μέσα τους το θρησκευτικό συναίσθημα και η ένορκη παροχή διαβεβαιώσεων ή μαρτυριών ενώπιον των Αρχών, διασφάλιζε την ειλικρινή στάση τους ενώπιον αυτών.
Η διατήρηση του όρκου στην έννομη τάξη, στη σημερινή εποχή όπου, δυστυχώς, ως επί το πλείστον έχει χαλαρώσει το θρησκευτικό συναίσθημα εκείνων που δηλώνουν χριστιανοί, ενώ παράλληλα έχει επικρατήσει η λογική του «δεν πειράζει, όλοι το κάνουν αυτό, όλοι ψευδορκούν, όλοι βλασφημούν, όλοι απατούν τις συζύγους τους κ.ο.κ», μάλλον επιφέρει θανάσιμες αμαρτίες παρά καλό κάνει.
Στην πράξη δε, ο όρκος καθόλου δεν εξασφαλίζει την ειλικρινή στάση των ορκιζομένων, καθώς οι ψευδορκίες και οι επιορκίες είναι φαινόμενο καθημερινό, τόσο που η τρομακτική προθυμία απλών καθημερινών ανθρώπων να καταθέσουν ένορκα ψευδείς μαρτυρίες, επιτάσσει την διεκδίκηση εκ μέρους της Εκκλησίας της κατάργησης του θρησκευτικού όρκου, για να διαφυλάξει το ποίμνιό της από τις σοβαρότατες θανάσιμες πτώσεις της ψευδορκίας και της επιορκίας.

Όσον αφορά, τέλος, την άρνηση του νέου Πρωθυπουργού να ορκιστεί στο Ευαγγέλιο, γνωρίζουμε ασφαλώς, ότι ο κ. Τσίπρας δεν προέβη σε αυτή την κίνηση από σεβασμό προς την εντολή του Κυρίου περί όρκου, αλλά επειδή, όπως και ο ίδιος έχει δηλώσει στο παρελθόν, δεν πιστεύει στο Θεό. Όσο, όμως, κι αν μας «χτύπησε» άσχημα η κίνηση αυτή του Πρωθυπουργού να παραμερίσει την Εκκλησία μας, την τροφό του Γένους, και να δώσει πολιτική διαβεβαίωση σε μία τελετή που είχαμε συνηθίσει, καλώς ή κακώς, να υπάρχει εκκλησιαστική παρουσία, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας, ανεξάρτητα από την πολιτική που θα ακολουθήσει, δεν κινδυνεύει να γίνει επίορκος.

Χαράλαμπος Άνδραλης


[1] Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το άρθρο 33 παρ. 2 του Συντάγματος όπου αναγράφεται ο όρκος του Προέδρου της Δημοκρατίας ως εξής: «ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας…», χωρίς να παρέχεται εναλλακτική λύση σε περίπτωση που ο ΠτΔ είναι άθεος ή αλλόθρησκος. Γίνεται δεκτό ότι σε τέτοια περίπτωση δύναται να δοθεί πολιτική διαβεβαίωση, ώστε να μη παραβιάζεται το θεμελιώδες δικαίωμα της θρησκευτικής συνείδησης (Σ. 13, παρ.1)
[2] Για τους άθρησκους-άθεους βουλευτές, παρότι δεν προβλέπεται ρητά από το Σύνταγμα, η υποχρέωση ορκοδοσίας αντικαθίσταται με αντίστοιχη δήλωση πανηγυρικού τύπου, ώστε να μη παραβιάζεται το θεμελιώδες δικαίωμα της θρησκευτικής συνείδησης (Σ. 13, παρ.1)
[3] Μάρκ. η΄ 34
[4] Ωσηέ δ΄ 16
[5] Ερμηνεία ψδ΄ Κανόνος της Πενθέκτης Συνόδου, Πηδάλιον σελ. 302
[6] Ματθ. ε’ 34-36
[7] Ιακ. ε’ 12
[8] αντιγράφοντας παλαιότερο σχετικό άρθρο μας με μερικές νέες προσθήκες http://anavaseis.blogspot.gr/2013/01/blog-post_5319.html
[9] Μη ορκίζεσαι, Εκδόσεις «Ορθοδόξου Τύπου», 1976 († Αρχιμ. Χαράλαμπος Δ. Βασιλόπουλος)
[10] Πηδάλιον, εκδ. Παπαδημητρίου, σελ.610

[11] «Η πονηρία του όρκου», Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=295938
[12] Ομιλία η΄ εις τους ανδριάντας                    

[13] Η πονηρία του όρκου», Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου

http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=295938

[14] Μη ορκίζεσαι, Εκδόσεις «Ορθοδόξου Τύπου», 1976 († Αρχιμ. Χαράλαμπος Δ. Βασιλόπουλος)

[15] Για την πληρέστερη κατανόηση του ζητήματος, είναι σκόπιμο ο αναγνώστης να διαβάσει ολόκληρη την ερμηνεία του Ιερού Κανόνα από τον άγιο Νικόδημο στο Πηδάλιο (σελ.301-303), την οποία δεν μπορούμε να μεταφέρουμε λόγω της μεγάλης της έκτασης.

[16] «Ὀρθόδοξος Ἱερὰ Κατήχησις», Ἁγίου Νεκταρίου Μητροπολίτου Πενταπόλεως, τοῦ θαυματουργοῦ. Ἐκδόσεις Ῥηγοπούλου, Θεσσαλονίκη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου