Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

ΟΙ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ «ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΕΣ» ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ.


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 21η Δεκεμβρίου 2015

 

ΟΙ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ «ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΕΣ» ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ.

(Σχόλιο σε εισήγηση Καθηγητού)

 

       Στις πολλές πυρετώδεις προετοιμασίες για την σύγκληση της «Αγίας και Μεγάλης Συνόδου», η οποία ορίστηκε για τον ερχόμενο Ιούνιο, (Πεντηκοστή του 2016), προστέθηκε και πρόσφατο Συμπόσιο, όπως δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο «Θεολογικά Δρώμενα». Σύμφωνα με το ιστολόγιο: «Επιστημονικό Συμπόσιο με τίτλο “Προς την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο”, με αφορμή την προγραμματισθείσα για το έτος 2016 Αγία και Μεγάλη Σύνοδο διοργανώνεται από το Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών στην Ιερά Μονή Βλατάδων κατά το χρονικό διάστημα 3-5 Δεκεμβρίου 2015. Σύμφωνα με την οργανωτική επιτροπή του συμποσίου στις εργασίες του θα παρουσιαστούν και θα αναλυθούν τα θέματα που έχει αποφασισθεί να συζητηθούν στις εργασίες της Συνόδου» (http://blogs.auth.gr/moschosg). Από τις πολλές εισηγήσεις του Συμποσίου περιοριζόμαστε να σχολιάσουμε μία, αυτή του ομοτίμου Καθηγητού του Α.Π.Θ. κ.  Γεωργίου Μαρτζέλου,  με τίτλο «Η αναγκαιότητα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας για την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων», αφήνοντας τον σχολιασμό των άλλων σε άλλα αρμόδια πρόσωπα.

       Ο ως άνω καθηγητής θεωρεί ότι «η σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου είναι απολύτως αναγκαία, για να μπορέσει η Ορθοδοξία να ανταποκριθεί στα αιτήματα των καιρών, δίνοντας μια δυναμική μαρτυρία της θεανθρώπινης παρουσίας της μέσα στον παραπαίοντα πνευματικά, ηθικά και κοινωνικά σύγχρονο κόσμο», αφού κατά τους ισχυρισμούς του “για πρώτη φορά ύστερα από μία χιλιετία και πλέον εκπρόσωποι όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών θα συνέλθουν να συζητήσουν και να λάβουν από κοινού αποφάσεις για σημαντικότατα θέματα που απασχολούν εδώ και δεκαετίες το Ορθόδοξο πλήρωμα, αλλά και τη σημερινή ανθρωπότητα….”». Στη συνέχεια απαριθμεί τα άκρως αναγκαία και επείγοντα αυτά θέματα που χρήζουν συνοδικής επιλύσεως και αντιμετωπίσεως. Είναι « “η βία που ασκείται πολλές φορές εν ονόματι της θρησκείας”, η  “ραγδαία εκκοσμίκευση των χριστιανικών κοινωνιών”, η  “ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας”, η “ραγδαία ανάπτυξη της βιοτεχνολογίας”, η “καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος”, η  “οικονομική κρίση και η κοινωνική αδικία”». Πέραν αυτών επιτακτική είναι η ανάγκη «η Ορθόδοξη Εκκλησία να διατρανώσει την ενότητά της και να εκφραστεί με ενιαίο λόγο στο σύγχρονο κόσμο». Αναφερόμενος παρά κάτω στη θεματολογία της Συνόδου, θεωρεί ότι αυτή «ανταποκρίνεται πλήρως στα ανωτέρω προβλήματα και τις προκλήσεις της εποχής μας», επειδή «όλα τα θέματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου αναφέρονται σε σύγχρονα ζητήματα σχετιζόμενα είτε με την οργάνωση και τη θεσμική έκφραση της ενότητας της Ορθοδοξίας (Διασπορά, Αυτοκέφαλο, Αυτόνομο, Δίπτυχα), είτε με τη διασφάλιση της ορθόδοξης πνευματικότητας σε συνδυασμό με τις σύγχρονες ανάγκες του ορθοδόξου πληρώματος (Ημερολόγιο, Κωλύματα γάμου, Νηστεία), είτε με τις διαχριστιανικές σχέσεις, (διμερείς και πολυμερείς), είτε με την αξιόπιστη μαρτυρία της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο (με βάση βέβαια τα χριστιανικά ιδεώδη της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών)».

      Κατ’ αρχήν η εισήγηση του κ. καθηγητού παρουσιάζει βασικά κενά και ελλείψεις. Αποσιωπά άλλες «αναγκαιότητες», πολύ πιο ουσιαστικές και επείγουσες, οι οποίες θα έπρεπε να είχαν την πρώτη προτεραιότητα σε σχέση με αυτές που αναφέρει.  Αναφέρουμε μερικές:  Πρώτη επιτακτική «αναγκαιότητα» είναι η ανάγκη να αποτελεί η μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος συνέχεια των προγενεστέρων Οικουμενικών Συνόδων. Έτσι όπως θέτει και διαπραγματεύεται το θέμα ο κ. καθηγητής, η μέλλουσα Σύνοδος παρουσιάζεται ξεκάρφωτη και μετέωρη και όχι ως μία οργανική συνέχεια των προγενεστέρων, ως ο τελευταίος κρίκος μιας αλυσίδας επτά, η ορθότερα εννέα Οικουμενικών Συνόδων. Η παράλειψη αυτή αποτελεί σοβαρότατο λάθος που δεν δικαιολογείται για έναν καθηγητή της Δογματικής της περιωπής του κ. Μαρτζέλου. Όπως γνωρίζουμε από την εκκλησιαστική ιστορία και την Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας μας, κάθε επόμενη Οικουμενική Σύνοδος επικύρωνε τους δογματικούς όρους και τις κανονιστικές αποφάσεις των προγενεστέρων. Ουδέποτε δε διενοούντο οι άγιοι Πατέρες των εν λόγω Συνόδων να παραχαράξουν, η να αλλοιώσουν κάτι, έστω και στο ελάχιστο, από όσα εδογμάτισαν οι προγενέστεροι Πατέρες. Επομένως και  η μέλλουσα Σύνοδος μόνον τότε θα αποτελέσει πραγματική συνέχεια των προγενεστέρων, όταν επικυρώσει τους δογματικούς όρους των προγενεστέρων (συμπεριλαμβανομένων της Η  και Θ  Οικουμενικής) και δεν προχωρήσει σε θέσπιση νέων Κανόνων, οι οποίοι θα έρχονται σε αντίθεση και θα ακυρώνουν παλαιοτέρους Ιερούς Κανόνες.

Μια άλλη επιτακτική «αναγκαιότητα» είναι η ανάγκη οι ιεράρχες που θα συγκροτήσουν την Σύνοδο να είναι θεοφόροι, η τουλάχιστον να έχουν ορθόδοξο φρόνημα και να βαδίσουν πάνω στα χνάρια των αγίων Πατέρων. Τότε μόνον η Σύνοδος αυτή θα είναι όντως Σύνοδος γνησία και αυθεντική και όχι ψευδοσύνοδος. Σύνοδος κατά την οποία τα συνοδικά μέλη θα μελωδήσουν «μέλος εναρμόνιον θεολογίας». Και επομένως θα γίνει αποδεκτή από το εκκλησιαστικό πλήρωμα. Περιττό βέβαια να λεχθεί ότι εφ’ όσον οι ιεράρχες-μέλη της Συνόδου θα έχουν ορθόδοξο φρόνημα, κατ’ ανάγκη δεν θα έχουν οικουμενιστικό φρόνημα. Γιατί αν η Πανορθόδοξος Σύνοδος συγκληθεί για να αναγνωριστεί «κατ’ οκικονομίαν» το βάπτισμα των αιρετικών χωρίς προηγουμένη απόπτυση των αιρέσεων τους και η αναγνώριση εκκλησιαστικότητος σε κατεγνωσμένους αιρετικούς που εξισούται προς intercommunion, καλλίτερα να μη γίνει ποτέ.  

       Μία άλλη επιτακτική «αναγκαιότητα» είναι η ανάγκη τα μέλη της Συνόδου να οριοθετήσουν την ορθόδοξη πίστη και να καταδικάσουν όλες τις σύγχρονες αιρέσεις της εποχής μας με επικεφαλής τον επάρατο Οικουμενισμό. Μια πολύ βασική διαπίστωση, σχετικά με το περιεχόμενο της θεματολογίας του τελικού καταλόγου των θεμάτων  είναι η παντελής απουσία φλεγόντων ζητημάτων δογματικής φύσεως και η  παντελής έλλειψη ενδιαφέροντος και μερίμνης για την καταπολέμηση των ποικίλων συγχρόνων αιρέσεων, που μαστίζουν την Εκκλησία. Στις αρχαίες Οικουμενικές Συνόδους, βασική μέριμνα των αγίων Πατέρων, που συγκροτούσαν τις Συνόδους, ήταν κατά πρώτο λόγο η καταπολέμηση και εξουδετέρωση των αιρέσεων, που εμφανιζόταν στην εποχή τους, και κατά δεύτερο λόγο η ρύθμιση των άλλων εκκλησιαστικών ζητημάτων. Συνεπώς και στην εποχή μας, η πρώτη και βασική μέριμνα των πρωτεργατών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου θα έπρεπε να είναι η καταπολέμηση των ποικίλων συγχρόνων αιρέσεων, όπως είναι ο Παπισμός, ο οποίος παρά τους Διαλόγους εξακολουθεί μέχρι σήμερα να εμμένει στην πλάνη  και να ασκεί δόλιο προσηλυτισμό εις βάρος της Ορθοδοξίας, αλλά και ο Προτεσταντισμός, ο Χιλιασμός, ο Μαρξισμός και η λοιπή Αθεΐα,  όπως είναι ο Νεοπαγανισμός, η Μασονία, ο Διεθνής Σιωνισμός, η Θεοσοφία και η Νέα Εποχή, το Ισλάμ, οι Σέκτες, οι Καταστροφικές Λατρείες, ο Νεοσατανισμός, αλλά και η παναίρεση του Οικουμενισμού και οι άλλες πλάνες της «κενής απάτης» αυτού του κόσμου. Η προρρηθείσα Σύνοδος, καθ’ όσον δεν προτάσσει και δεν προτίθεται να ασχοληθεί με τα μνημονευθέντα θέματα πίστεως και αιρέσεων, επ’ ουδενί μπορεί να θεωρηθεί αληθής Ορθόδοξος Σύνοδος και συνέχεια των αρχαίων μεγάλων Οικουμενικών Συνόδων, με συνέπεια να απορριφθεί ως Ψευδοσύνοδος από το πλήρωμα της Εκκλησίας.

         Μία άλλη επιτακτική «αναγκαιότητα» είναι η ανάγκη τα μέλη της Συνόδου να επισημάνουν την χρεοκοπία των μέχρι τώρα γενομένων διαλόγων και να τους τερματίσουν όχι μόνο ως αλυσιτελείς, αλλά και ως πηγή και αιτία φθοράς και διαβρώσεως του ορθοδόξου φρονήματος του πιστού λαού του Θεού. Την χρεοκοπία αυτή την ομολογούν και οι ίδιοι οι πρωτεργάτες των Διαλόγων, φάνηκε δε ξεκάθαρα και από τις εισηγήσεις των ομιλητών κατά την Σύναξη των ιεραρχών του οικουμενικού θρόνου (τέλη Αυγούστου, αρχές Σεπτεμβρίου 2015), με τις οποίες εδόθη στους ιεράρχες ενημέρωση περί της πορείας των Διαλόγων.  Η πείρα απέδειξε ότι η μακροχρόνια παραμονή μας στους κόλπους του Π.Σ.Ε., αλλά και ο μακροχρόνιος διάλογος με τους Ρωμαιοκαθολικούς οδήγησε αναπόφευκτα σε συμβιβασμούς και ανεπίτρεπτες υποχωρήσεις στο δόγμα και στην εκκλησιαστική μας αυτοσυνειδησία. Φθάσαμε στο τραγικό φαινόμενο να διατυπώνονται από Ορθοδόξους εκπροσώπους και πατριάρχες, αντορθόδοξες και βλάσφημες δηλώσεις και να υπογράφονται κοινά κείμενα με τους αιρετικούς, ξένα προς την παράδοση και την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Κραυγαλέα παραδείγματα οι αποφάσεις του Balamand του Λιβάνου, (1993), του Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας (2006), και του Πουσάν της Νοτίου Κορέας, (2014). Το δήθεν επιχείρημα ότι προβάλλεται δια των διαλόγων η Ορθοδοξία συντρίβεται από τη χειροτονία των γυναικών και την αναγνώριση του γάμου των ομοφυλοφίλων που υιοθέτησαν οι συνδιαλεγόμενοι με την Ορθοδοξία (!!!) και το αμετακίνητο του παπισμού.

         Μία άλλη επιτακτική «αναγκαιότητα» είναι η ανάγκη να συμμετάσχουν ως μέλη της Συνόδου όλοι οι εν ενεργεία επίσκοποι των κατά τόπους εκκλησιών. Είναι θλιβερό το  γεγονός, ότι ακόμη και στη μέλλουσα να συγκληθεί Αγία και Μεγάλη Σύνοδο δεν θα συμμετάσχουν όλοι οι εν ενεργεία επίσκοποι των κατά τόπους Εκκλησιών, αλλά μόνο ένας μικρός αριθμός αντιπροσώπων από  κάθε τοπική Εκκλησία. Η τελική απόφαση της Συνάξεως των Προκαθημένων (6-9 Μαρτίου 2014), να εκπροσωπηθεί η κάθε τοπική Εκκλησία με ένα πολύ περιορισμένο αριθμό μελών, (24 μέλη), και η κάθε τοπική Εκκλησία να έχει δικαίωμα μόνο μιας ψήφου, αποτελεί πρωτοφανή καινοτομία, ξένη προς την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας μας. Πότε στην ιστορία της Εκκλησίας αποκλείσθηκαν κανονικοί επίσκοποι από Τοπική, ή Οικουμενική Σύνοδο; Αν στην αρχαία Εκκλησία εφαρμοζόταν το σύστημα των αντιπροσωπειών των τοπικών Εκκλησιών, τότε οι αιρετικοί αρχιεπίσκοποι θα έστελναν ως αντιπροσώπους τους ομόφρονές τους επισκόπους και θα επικρατούσε η πλάνη. Αλλά και με ποιά κριτήρια θα επιλεγούν οι αντιπρόσωποι; Θα ψηφισθούν από τις κατά τόπους Συνόδους, η θα ορισθούν με κριτήριο την ενδοτικότητα σε θέματα πίστεως; Η προβαλλόμενη δικαιολογία, ότι δήθεν είναι πρακτικώς αδύνατη η επί το αυτό σύναξη πολλών εκατοντάδων, η και χιλιάδων αρχιερέων δεν ευσταθεί, διότι σήμερα οι μετακινήσεις με τα σημερινά συγκοινωνιακά μέσα είναι πολύ πιο εύκολη, γρήγορη και άνετη σε σύγκριση με τα μέσα της βυζαντινής περιόδου. Επίσης σήμερα σ’ όλες τις μεγάλες πόλεις διατίθενται τεράστια σύγχρονα συνεδριακά κέντρα, άριστα εξοπλισμένα με συστήματα ταυτόχρονης μεταφράσεως σε πολλές γλώσσες, όπου μπορούν να λάβουν μέρος χιλιάδες σύνεδροι.

       Μία άλλη επιτακτική «αναγκαιότητα», είναι η μέλλουσα να συνέλθει σύνοδος να λάβει θέση και να αναγνωρίσει την οικουμενικότητα των θεωρουμένων ως Η΄ και Θ΄  Οικουμενικών Συνόδων των συνελθουσών επί μεγάλου Φωτίου το 879/80 και 1351 αντίστοιχα. Αμφότερες οι Σύνοδοι αυτές έχουν όλα εκείνα τα στοιχεία και τις προϋποθέσεις, που απαιτούνται, για να θεωρηθούν ως Οικουμενικές, όπως κατέδειξαν σχετικές μελέτες των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Πειραιώς κ. Σεραφείμ, Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου και Γόρτυνος κ. Ιερεμίου. Σχετικό αίτημα των παρά πάνω ιεραρχών για Συνοδική εξέταση του θέματος από τη Σύνοδο της Ιεραρχίας, με βάση τις εισηγήσεις των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου και Γόρτυνος κ. Ιερεμίου, τελικά απερρίφθη και δεν συζητήθηκε, με την πρόφαση, ότι η τοπική Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι αναρμοδία να εισηγηθεί τη συμπερίληψη στην ημερησία διάταξη της Πανορθοδόξου Συνόδου τέτοιου θέματος. Η πραγματική όμως αιτία είναι άλλη· όπως σημειώνει σε σχετικό άρθρο του ο Σεβασμιώτατος κ. Σεραφείμ: «Είναι προφανές και πρόδηλο ότι η μη τυπική αναγνώριση γίνεται για να μη “λυπηθούν” οι αντιθέως και δαιμονιωδώς καθυβρίζοντες τους Αγίους προεξάρχοντας των δύο Οικουμενικών Συνόδων Ιερό και Μέγα Φώτιο και Άγιο Γρηγόριο Αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης τον Παλαμά ως δήθεν αιρεσιάρχας, όπως αυταποδείκτως προκύπτει από την “Δογματική διδασκαλία” της Ρωμαιοκαθολικής παρασυναγωγής».

         Επισημαίνει επίσης ο κ. Καθηγητής την απόλυτη αναγκαιότητα η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος «να διατρανώσει την ενότητά της και να εκφραστεί με ενιαίο λόγο στο σύγχρονο κόσμο». Αδυνατεί ωστόσο να υποπτευθεί, πόσα και ποίων διαστάσεων νέα σχίσματα θα προέλθουν στο σώμα της εκκλησίας από την μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδο, η οποία, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά μια νέα ψευδοσύνοδος τύπου Φεράρρας-Φλωρεντίας.  Όλα δείχνουν ότι η μέλλουσα να συνέλθει Σύνοδος δεν έχει δυστυχώς τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να είναι όντως ορθόδοξη. Όπως αποδείξαμε σε σχετική πρόσφατη μελέτη μας με τίτλο  «Η προετοιμαζόμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδος πιστή διάκονος του παναιρετικού Οικουμενισμού», η από πολλών δεκαετιών  προετοιμαζόμενη αυτή Σύνοδος διαποτίστηκε έντονα από την αιρετική ιδεολογία και πρακτική του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού Οικουμενισμού. Στηρίχθηκε σε σχέδια και καινοτομίες ξένες προς την Ορθόδοξη Παράδοση και τους ιερούς Κανόνες. Προωθήθηκε από πρόσωπα, που υπήρξαν θερμοί θιασώτες της παναίρεσης του Οικουμενισμού, ορισμένα δε εξ αυτών, όπως οι Οικουμενικοί Πατριάρχες Μελέτιος (Μεταξάκης) και Αθηναγόρας (Σπύρου), υπήρξαν φημολογούμενα μέλη της σατανοκίνητης Μασονίας, γεγονός που προκαλεί φρίκη και μόνο στο άκουσμα!

         Πέραν αυτών, ποίου είδους «ενότητα» θα «διατρανώσει» η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος, όταν τα κατά τόπους Πατριαρχεία και οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες συνεχώς και αδιαλείπτως μέχρι σήμερα ερίζουν και φιλονικούν μεταξύ τους για πρωτεία και προβαδίσματα, ώστε να αδυνατούν να επιλύσουν το περιβόητο ζήτημα των Διπτύχων, την ιεραρχική δηλαδή σειρά μνημονεύσεώς των κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας, αλλά και όταν μάχονται μεταξύ τους για εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες; Με ποιά παρρησία η πρωτόθρονη Εκκλησία του Οικουμενικού Πατριαρχείου θα αρθρώσει λόγο περί «ενότητος», καθ’ ον χρόνον διεκδικεί πλήρη εκκλησιαστική κυριαρχία στις Ιερές Μητροπόλεις των λεγομένων «Νέων χωρών», έτσι ώστε να παρουσιάζεται το τραγελαφικό φαινόμενο οι ιεράρχες των «Νέων χωρών» να ανήκουν ταυτόχρονα σε δύο τοπικές ιεραρχίες και σε δύο εκκλησιαστικά σώματα; Με ποια παρρησία η πρωτόθρονη Εκκλησία θα αρθρώσει λόγο περί «ενότητος» καθ’ ον χρόνον βαρύνεται με το βαρύτατο αμάρτημα του παλαιοημερολογητικού σχίσματος; Το ζήτημα του ημερολογίου εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα μια ανοικτή πληγή στο σώμα της Εκκλησίας, που προκλήθηκε  από την όλως άκριτη, επιπόλαιη και βεβιασμένη ενέργεια του Οικουμενικού Πατριαρχείου να υιοθετήσει το νέο ημερολόγιο, συμπαρασύροντας και ορισμένες τοπικές Εκκλησίες, χωρίς την ομόφωνη γνώμη όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει το εν λόγω σχίσμα.

         Είναι πολύ λυπηρό το γεγονός ότι ένας καθηγητής και μάλιστα ομότιμος, που διακόνησε επί δεκαετίες την ακαδημαϊκή Θεολογία, αγνοεί, η προσπερνά όλες τις παραπάνω επείγουσες αναγκαιότητες και προτάσσει άλλες, κατά πολύ δευτερεύουσες. Οι ορθόδοξοι καθηγητές θα πρέπει να είναι ως εκ της θέσεως και της επιστημονικής γνώσεώς των οι οφθαλμοί του εκκλησιαστικού σώματος, οι ακριβείς φύλακες των δογμάτων της πίστεως και των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας.

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

Ορθές Απαντήσεις στις Αιτήσεις "Αντιλαβού... τη ση χάριτι." και "Της Παναγίας... παραθώμεθα."

Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος - ιεροψάλτης

Πολλοί από εμάς εκκλησιαζόμαστε και είτε από προσευχή (εύλογο) ή είτε από απροσεξία, μας διαφεύγουν τι λέγεται και γίνεται στις ακολουθίες της Εκκλησίας.

Ένα μικρό λειτουργικό θέμα το οποίο θα προσπαθήσω να εξηγήσω, για να μάθουμε μαζί όλοι (κλήρος-ιεροψάλτες-πιστοί) τι είναι το σωστό.

Το θέμα είναι περί της απαντήσεως στην αίτηση "Αντιλαβού, σώσον... τη ση χάριτι." Πολλοί δυστυχώς απαντούν σε αυτό "Αμήν". Αλλά αν ανατρέξουμε στην Λειτουργική Παράδοση της Εκκλησίας, θα δούμε άλλη απάντηση. Χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερη ερμηνεία από τους Πατέρες ή αρχαίους ερμηνευτές της Θείας Λειτουργίας, αυτό που μπορούμε όμως να δούμε είναι από τις Θείες Λειτουργίες που μας έχουν διασωθεί.

Έχουμε πρώτη τη αρχαία λειτουργία των Αποστολικών Διαταγών όπου αναφέρεται ότι σε κάθε αίτηση, ο λαός θα απαντάει με το "Κύριε, ελέησον". Και να συμπληρωθεί ότι στις Αποστολικές Διαταγές αναφέρεται ότι ιδιαιτέρως τα παιδιά θα πρέπει να λένε τα "Κύριε, ελέησον". Το ίδιο συναντάμε και στη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου. Αν πάμε στα δε νεότερα βιβλία, αναφέρεται ότι το "Κύριε, ελέησον" λέγεται "εν εκάστη δεήσει", συμπεριλαμβανομένης και της αιτήσεως "Αντιλαβού... τη ση χάριτι". Η μόνη διαφορά υπάρχει στην αμέσως μετά αίτηση "Της Παναγίας... παραθώμεθα" όπου απαντά ο λαός με "Σοί, Κύριε". Εκεί επίσης εμφανίζεται και άλλο πρόβλημα με το "Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς." που καλύπτει την εκφώνηση. Αυτό δεν εμφανίζεται σε κανένα λειτουργικό χειρόγραφο ή γενικά στην λειτουργική παράδοση. Στα νεότερα χρόνια εμφανίστηκε να λέγεται στη Θεία Λειτουργία και το "Άξιον εστί" που και τελικώς έχει επικρατήσει. Αυτά (και πολλά άλλα πράγματα) έχουν εισέλθει λόγω μιας υπέρ-ευλάβειας. Σεβαστή η ευλάβεια αλλά στο σημείο της αιτήσεως, μεταθέτει το βάρος από τον Χριστό όπου αναφέρεται η αίτηση, στη Παναγία. Εφόσον δεν υπάρχει στη λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας αλλά επειδή περισσότερο ασκόπως καλύπτει την αίτηση, δεν είναι σωστό να λέγεται.

Άρα το συμπέρασμα που μπορούμε να δούμε είναι ότι σε όλες τις αιτήσεις όπου αναφέρεται να λέμε "Κύριε, ελέησον" και όχι με "Αμήν" και να μην λέγεται το "Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς" όπως κακώς εισήλθε στις ακολουθίες. Επίσης, να γνωρίζουμε ότι το "Αμήν" λέγεται ως επισφράγισμα στο τέλος των εκφωνήσεων ιερατικών ευχών.

Η Λειτουργική ζωή της Εκκλησίας είναι κάτι που οφείλουμε να μελετάμε επειδή σε κάθε ακολουθία καλούμαστε να συμμετέχουμε και όχι μόνο να παρακολουθούμε ως θεατές. Μπορεί το θέμα αυτό να μην έχει ύψιστη, δογματική σημασία αλλά κάθε φθορά ή παραλλαγή που κάνουμε στις ακολουθίες φθείρουν τη Παράδοση μας και αυτή η φθορά όλο και μεγαλώνει στην συνέχεια των χρόνων αν δεν μπουν ορισμένα πράγματα στην θέση τους. Δεν είναι σωστό να βάζουμε χέρι σε ακολουθίες όταν δεν υπάρχει σοβαρός ποιμαντικός λόγος. Απλώς, θα πρέπει να έχουμε κάποια όρια για να μην επικρατεί χάος στις ακολουθίες μας.

Πηγή: "Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας", Ιωάννου Φουντούλη, σελ. 319 και 335, Τόμος Β'

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗ AΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 10η Δεκεμβρίου 2015.

 

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗ AΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ

 κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ ΠΡΟΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ ΠΑΠΙΚΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ «ΑΡΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΘΕΜΑΤΩΝ».

 

Με αισθήματα πικρίας,οδύνης και απογοητεύσεως παρακολούθησε ο πιστός λαός του Θεού από τα ΜΜΕτα όσα κακόδοξα ελέχθησαν, αλλά και τα όσα απαράδεκτα και κατά παράβαση των Ιερών Κανόνων επράχθησαν για μια ακόμη φοράκατά την φετινή «θρονική εορτή» του Φαναρίου στις 30 Νοεμβρίου ε.ε. Δυστυχώς κάθε χρόνο επαναλαμβάνεται σχεδόν το ίδιο σκηνικό, οι ίδιες φιέστες, οι ίδιες κακοδοξίες, με πρωταγωνιστή τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο.

Για πολλοστή ήδη φορά ο κ. Βαρθολομαίος στη  προσφώνησή τουπρος τον επικεφαλής της παπικής αντιπροσωπίας καρδινάλιο κ. KurtKoch,επαναλαμβάνει την ίδια οικουμενιστική ιδεολογία και γλώσσα, όπως άλλως τε συνηθίζει να το πράττει κάθε φορά, που απευθύνεται προς ετεροδόξους αιρετικούς, Παπικούς, Προτεστάντες, ή Μονοφυσίτες, προφανώς για να επιβεβαιώσει για μία ακόμη φορά στον κλήρο και στον πιστό λαό του Θεού την αμετακίνητη προσήλωση στις αιρετίζουσες θεωρίες του.

Θεωρήσαμε ότι δεν έχει πλέον κανένα νόημα να μπούμε και πάλι στον κόπο να ανατρέψουμε τις ίδιες κακοδοξίες και να ελέγξουμε τις ίδιες παραβάσεις των Ιερών Κανόνων, διότι το έχουμε πράξει πολλές φορές στο παρελθόνσε παλαιότερα άρθρα μας.Είναι υπερβέβαιο, ότιόσα άρθρα και αν γράψουμε, δεν πρόκειται να έχουν την παραμικρή απήχηση, διότι δεν υπάρχει δυστυχώς καμία διάθεση για διάλογο, όσο και αν προσπαθεί ο Παναγιώτατος να πείσει περί του αντιθέτου ότι δήθεν «το ΟικουμενικόνΠατριαρχείον επιθυμεί και επιδιώκει τον διάλογον μετά πάντων, ομοδόξων και ετεροδόξων χριστιανών, ομοπίστων και αλλοπίστων συνανθρώπων…».

Κατόπιν αυτών ο παρά κάτω σύντομος σχολιασμός μας δεν απευθύνεται προς Οικουμενιστάς, αμετανοήτως εμμένοντας στην αίρεση και την πλάνη των, αλλά προς τον πιστό λαό του Θεού, με σκοπό την ενημέρωσή του, τον επιστηριγμό του στην αλήθεια της Ορθοδοξίας και την προφύλαξή του από την αίρεση και από αυτούς που την εκφράζουν και την προωθούν.Στις γραμμές που ακολουθούν θα περιοριστούμε να αναφερθούμε στο θέμα της άρσεως των αναθεμάτων, διότι φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνιααπό τότε που έλαβε χώρα το φρικτό αυτό γεγονός,στο οποίο άλλωστε αναφέρεται και ο κ. Βαρθολομαίος στην φετινή προσφώνησή του: «Εκ των διαλόγων τούτων, ο διάλογος της αγάπης ήρξατο δια μιας εξόχως συμβολικής Πράξεως αμφοτέρων των Εκκλησιών, της εν έτει 1965 άρσεως των εκατέρωθεν αναθεμάτων, δια των οποίων, κρίμασινοις οίδε Κύριος, αι Εκκλησίαι Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως απεσχίσθησαν αλλήλων κατά το Σχίσμα του 1054 μ.Χ., την απαρχήνταύτην των θλιβερών γεγονότων, τα οποία επηκολούθησαν εις τας σχέσεις των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως επί χίλια περίπου έτη».

Το όραμα του Πατριάρχου Αθηναγόρα και ο διακαής πόθος του για την ένωση στο κοινό Ποτήριο επιχειρήθηκε με την άρση των αναθεμάτων μεταξύ Βατικανού και Φαναρίου, που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 1965. Άραγε το γεγονός αυτό εσήμαινε και για τις δύο πλευρές την άρση του σχίσματος; Προφανώς ναι, διότι τούτο φαίνεται ξεκάθαρα από όσα ο Πατριάρχης Αθηναγόρας απεκάλυψε τον Αύγουστο του 1971: «το ’65 εσηκώσαμεν το σχίσμα, εις την Ρώμην και εδώ, με αντιπροσώπους μας εκεί και αντιπροσώπους εκείθεν εδώ…», αλλά και από την διαβεβαίωση του Πάπα Παύλου του ΣΤ΄, ο οποίος το 1972 εδήλωσε, ότι «μετά της Ορθοδόξου Εκκλησίας ευρισκόμεθα σχεδόν εις τελείανκοινωνίαν», εννοώντας προφανώς ότι η ληστρική, ή ψευδοοικουμενικήΣύνοδος, Φεράρας-Φλωρεντίας, (1438/9), θα γίνει αποδεκτή από Ορθοδόξου πλευράς.

Το πρωτότυπο γαλλικό κείμενο της συμφωνίας του 1965 αναφέρει, ότι ο Πάπας Παύλος ο ΣΤ΄ και ο Πατριάρχης Αθηναγόρας αίρουν την «ακοινωνησία» μεταξύ των δύο Εκκλησιών. Συγκεκριμένα η σωστή μετάφραση της παραγράφου 4, εδάφιο β, της συμφωνίας, λέγει τα εξής: «αποδοκιμάζουσινωσαύτως και αίρουσιν από της μνήμης και εκ μέσου της Εκκλησίας τας αποφάσεις ακοινωνησίας (=lessentences d’ excommunication), ών η ανάμνησις επενεργεί μέχρι σήμερον ως κώλυμα εις την εν αγάπη προσέγγισιν, παραδίδουσι δε αυτάς τη λήθη»!  Ο αείμνηστος καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης επισημαίνει ότι «οι NewYorkTimes μετέδωσαν την από κοινού αγγελίαν του Βατικανού και του Φαναρίου της 7ης Δεκεμβρίου 1965 δια την άρσιν του excommunicatio (της ακοινωνησίας του Λατινικού κειμένου) εις την πρώτην σελίδα, ως το τέλος του σχίσματος του 1054 και ως την επανέναρξιν της μυστηριακής κοινωνίας, που είχε τότε δήθεν διακοπεί. Φαίνεται πλέον σαφώς, ότι το ελληνικόνκείμενον, που αναγγέλει την ‘άρσιν των αναθεμάτων’, ήτο τεχνηέντως παραπλανητικόν. Φαίνεται είχε σκοπόν να αμβλύνη ενδεχομένας αρνητικάς αντιδράσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών». Από τα παρά πάνω συμπεραίνουμε ότι, τουλάχιστον για το Φανάρι, (από Ορθοδόξου πλευράς), όπως και για το Βατικανό, «ακοινωνησία», «σχίσμα», πλέον δεν υφίσταται και η ένωση των Εκκλησιών ήδη έγινε, αλλά δεν είναι ακόμη «τελεία». Αυτό θα γίνει όταν Πάπας και Πατριάρχης «κοινωνήσουν» από το «κοινό Ποτήριο», όπως ήδη κοινωνούν μετά το 1965, σε πολλές περιπτώσεις κληρικοί και λαϊκοί από τις δύο «Εκκλησίες» τους. Με αυτά τα δεδομένα οι λατινόφρονεςΠατριάρχες, Αρχιεπίσκοποι και λοιποί ποιμένες, παρουσιάζουν σταδιακά την ένωση, που αποφασίσθηκε το 1965. Πιστεύουν, ότι έτσι θα αποφευχθούν ανεπιθύμητες σε βάρος τους αντιδράσεις, για την προδοσία τους αυτή από τον πιστό λαό του Θεού.

Την ψευδοένωση αυτή, που απεφασίσθη και υπεγράφη μεταξύ Βατικανού και Φαναρίου με την άρση των αναθεμάτων, αποκαλύπτουν και σχολιάζουν εκκλησιαστικές προσωπικότητες και ακαδημαϊκοί διδάσκαλοι, που ασχολήθηκαν και ερεύνησαν εις βάθος τα συγκλονιστικά αυτά γεγονότα, ή έλαβαν μέρος στους  μετά ταύτα γενομένους θεολογικούς διαλόγους. Ένας εξ’ αυτών, ο μακαριστός καθηγητής Ιωάννης Καρμίρης παρατηρεί: «Ο Πάπας Παύλος ο ΣΤ΄ και οι περί αυτόν Ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι εξεπόνησαν εν καλώς μελετηθένευρύτατον πρόγραμμα ρωμαιοκεντρικού Οικουμενισμού, σύμφωνον προς την ΛατινικήνΕκκλησιολογίαν».  Ο ομ. καθηγητής π. Θεόδωρος Ζήσης επιβεβαιώνει την ίδια πραγματικότητα: «Εκείνοι, (οι Λατινόφρονες),εσχεδίασαν και εχάλκευσαν με κρυφές συμφωνίες την ένωση, χωρίς να ενημερώνουν όλα τα μέλη της αντιπροσωπείας, για να μην υπάρχουν αντιδράσεις, όπως δεν ενημερώνεται σήμερα ο πιστός λαός και δεν αντιλαμβάνεται γι’ αυτό, ότι η ένωση γίνεται ήδη σταδιακά, έχει προχωρήσει ουσιαστικά με συμπροσευχές, συλλείτουργα και αμοιβαία εκκλησιαστική αναγνώριση, εις τρόπον ώστε το κοινό Ποτήριο, όταν έλθη επισήμως να αποτελεί απλώς μία επισφράγιση και επικύρωση της γενομένης ήδη ενώσεως».  Ο αγωνιστής και μαχητικός ιεράρχης, αείμνηστος Μητροπολίτης Φλωρίνης κυρός Αυγουστίνος Καντιώτηςεπισημαίνει: «Η ένωσις, η ψευδοένωσις, έχει αποφασισθή. Έχει αποφασισθή εις μυστικά διαβούλια Ανατολής και Δύσεως, δια-βούλια πολιτικής, οικονομικής και θρησκευτικής φύσεως, ων εγκέφαλος ο Πάπας!. Το σχέδιον προς πραγματοποίησιν του σκοπού εξελίσσεται κατά φύσεις και στάδια εν αγνοία του Ορθοδόξου λαού, ο οποίος έκπληκτος μίαν πρωΐαν θα ακούση, ότι η ένωσις επετεύχθη! Δεν είναι υπερβολή εάν είπωμεν, ότι ευρισκόμεθα εις το κύκλωμα φοβερών ημερών διά την Ορθόδοξονπίστιν. Συντελείται εις βάθος και έκταση προδοσία, την οποίαν δεν δυνάμεθα να φαντασθώμεν!».Ο μακαριστός  Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Γρηγορίου Αγίου Όρους αρχ. Γεώργιος Καψάνης παρατήρησε: «Πάντα τα ανωτέρω δηλούν, ότι το ΟικουμενικόνΠατριαρχείον δεν θεωρεί πλέον τον Πάπαν και την ΡωμαιοκαθολικήνΚαθολικήνΕκκλησίαν ως αιρετικούς, σχισματικούς και πλανωμένους, εφ’ όσον δέχεται την ΠαπικήνΕκκλησίαν ως ‘αγίαν’, τον δε επί κεφαλής αυτής ως ‘άγιον’, ‘μακαριστόν’, υπέρ ού τελεί και επιμνημόσυνονδέησιν. Σημαίνουν επίσης, ότι η ένωσις σχεδόν έχει γίνει και απομένει η μεθόδευσις της τελείας μυστηριακής κοινωνίας, προς την οποίαν βαίνομεν ολοταχώς…».  Το γεγονός εξ’ άλλου, ότι ο Πατριάρχης Αθηναγόρας εμνημόνευε τον Πάπα στην αγία Πρόθεση και στη Θεία Λειτουργία, επιβεβαιώνει την επιχειρηθείσα με την άρση των αναθεματωνψευδοένωση. Σε επιστολή του προς τον Πάπα Παύλο τον ΣΤ΄ τον Δεκέμβριο του 1968, έγραφε: «Εν τη κοινωνία ταύτη ιερουργούντες μετά της χορείας των περί ημάς ιερωτάτων Μητροπολιτών και υπερτίμων, μνησθησόμεθα από των διπτύχων της καρδίας ημών του τιμίου ονόματός Σου αδελφέ, Αγιώτατε της Πρεσβυτέρας Ρώμης Επίσκοπε, ενώπιον της αγίας αναφοράς αυτού τούτου του τιμίου Σώματος και αυτού τούτου του τιμίου Αίματος του Σωτήρος εν τη θεία του αγιωτάτου προκατόχου ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Και ερούμεν τη αγία ημέρα των Χριστουγέννων ενώπιον του αγίου θυσιαστηρίου και λέγομέν σοι: της Αρχιερωσύνης σου μνησθείη Κύριος ο Θεός, πάντοτε νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων».

   Περιττό βέβαια να τονιστεί, ότι η ενέργεια αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν αντικανονική και παράνομη, διότι αποτελεί μονομερή ενέργεια ενός μόνον Πατριαρχείου, χωρίς δηλαδή να έχει προηγηθείΠανορθόδοξη Σύνοδος και ομόφωνη απόφαση όλων των Πατριαρχείων και των λοιπών Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, όπως βέβαια θα έπρεπε για ένα τόσο μεγάλης σημασίας θέμα. Στην αυθαιρεσία αυτή του Οικουμενικού Θρόνου άμεση υπήρξε η αντίδραση της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία «με πολλήνδυσμένειανεπληροφορήθη την πρωτοβουλίαν του Οικουμενικού Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως κ. Αθηναγόρα. Ουδείς έχει το δικαίωμα να προβαίνη εις παρομοίας πράξεις. Το δικαίωμα έχει μόνον ολόκληρος η Ορθοδοξία», καθώς εδήλωσε ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρός Χρυσόστομος ο Β΄. Σε άλλη δήλωση του Αθηνών Χρυσοστόμου του Β΄, που έχει καταχωρηθεί στα «Πεπραγμένα» του, (τομ. Β΄, Αθήναι 1967, σελ.197), αναφερόμενος στον κ. Αθηναγόρα λέγει: «Ο Αθηναγόρας ο Α΄ ουδέν πρεσβεύει, εις ουδέν πιστεύει, ει μη μόνον εαυτώ δουλεύει και την απαθανάτισιν του ονόματός του επιδιώκει, έστω κατά Ηρόστρατον, διά της καταστροφής της Εκκλησίας».

 Περαίνοντας τον μικρό αυτό σχολιασμό μας, εκφράζουμε και πάλι την έντονη ανησυχία μας για τα τεκταινόμενα. Το περιεχόμενο της  φετινής προσφώνησης του κ. Βαρθολομαίου, εν όψει μάλιστα της προετοιμαζόμενηςΠανορθόξουΣυνόδου του 2016 και σε συνδυασμό με την πρόσφατηείδηση, ότι οΠάπας Φραγκίσκος, κατά την τέλεση «Θείας Λειτουργίας» στην Ουγκάντα, «εμνημόνευσε» τον Οικουμενικό Πατριάρχη στα δίπτυχα, ωσάν να υφίσταται ήδη μυστηριακή κοινωνία μεταξύ τους,(και χωρίς να υπάρξει η παραμικρή αντίδραση από πλευράς του Φαναρίου), μας οδηγεί αβίαστα στο συμπέρασμα ότι δυστυχώς δρομολογείται, μια «ένωση» ανόσια, δαιμονική και φρικτή, τύπου Φεράρας – Φλωρεντίας (1438/9), χωρίς την επιστροφή των παπικών στην Ορθοδοξία, την μοναδική και αληθινή Εκκλησία του Χριστού! Κατόπιν αυτών θερμές είναι οι προσευχές όλων μας, κλήρου και λαού ενώπιον του Θεού: «Κύριε, Κύριε, επίβλεψον εξ’ ουρανού και ίδε» σε ποία αξιοθρήνητη και ελεεινή κατάσταση έχει φθάσει η πρωτόθρονη εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και γενικότερα. Διά τας αμαρτίας μας και διά την αμέλειά μας παρεχώρησες να επικρατήσει και να κυριαρχήσει η φοβερή αυτή παναίρεση του Οικουμενισμού, έτσι ώστε να είμαστε αναπολόγητοι ενώπιόν Σου. Κλήρος και λαός εγκαταλείψαμε την οδόν των αγίων Πατέρων μας και «επορεύθημεν εν τοις θελήμασιν των καρδιών ημών». Έπαυσαν οι άγιοι Πατέρες μας να αποτελούν για μας παραδείγματα και πρότυπα προς μίμηση στους μέχρι θανάτου αγώνες των για την διαφύλαξη της αμωμήτου ημών πίστεως. Πατούμε ανερυθριάστως επάνω στα αίματα των Αγίων και Ηρώων της Αμωμήτου Ορθοδόξου Πίστεώς μας, οι οποίοι υπέρ Αυτής, διά πυρός και σιδήρου και ύδατος ετελειώθησαν. «Αλλ’ ικετεύομε την σηνανείκαστον αγαθότητα. Φείσαι ημών Κύριε κατά το πλήθος του ελέους Σου και σώσον ημάς» από την φοβερή αυτή λύμη της παναιρέσεωςκαι ανάδειξε στους εσχάτους αυτούς χρόνους της γενικής αποστασίας, στους οποίους ζούμε, αγίους και αξίους ιεράρχες, αληθινούς μιμητές των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας…

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2015

«ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ ΠΥΡ» ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 3η Δεκεμβρίου 2015

 

«ΚΑΘΑΡΤΗΡΙΟ ΠΥΡ» ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΟΛΛΕΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ

 

        Πολλές φορές ήδη μέχρι τώρα έχουμε επισημάνει, σε άρθρα και ανακοινώσεις μας, ότι ο Παπισμός, αφότου αποσχίστηκε από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία μας τον 11ο αιώνα, επισώρευσε στα χίλια χρόνια της ιστορικής του πορείας, δεκάδες κακοδοξίες, στις οποίες δυστυχώς εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα αμετακίνητος. Κακοδοξίες, οι οποίες ανατρέπουν στο σύνολό της την αγιογραφική και αγιοπατερική μας Παράδοση. Μια από αυτές είναι και η αιρετική διδασκαλία περί «Καθαρτηρίου Πυρός». Στο περιοδικό «Ανοιχτοί Ορίζοντες» (τ.1095, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2015), των εν Αθήναις ιησουιτών, δημοσιεύτηκε άρθρο, με θέμα: «2 Νοεμβρίου Ημέρα ανάμνησης όλων των νεκρών μας». Σ’ αυτό αναλύεται η σημασία και το περιεχόμενο της παπικής εορτής της «ανάμνησης όλων των πιστών που αποδήμησαν εις Κύριον» και παράλληλα παρατίθεται συνοπτικά η διδασκαλία του Παπισμού περί «Καθαρτηρίου Πυρός».

       Όπως σημειώνει ο αρθρογράφος, η εορτή αυτή καθιερώθηκε «με την αλλαγή της δεύτερης χιλιετίας», επί Πάπα Βενεδίκτου του ΙΕ΄, (1914-22),«όταν χορήγησε σε όλους τους ιερείς το προνόμιο να τελούν τρεις Θείες Λειτουργίες τη συγκεκριμένη αυτή ημέρα […] Την ημέρα αυτή, η Εκκλησία θυμάται όλους τους πιστούς που απεβίωσαν με την προσδοκία των υποσχέσεων του Χριστού για αιώνια ζωή. Πρόκειται για συνηθισμένους ανθρώπους στους οποίους δεν αποδόθηκε από την Εκκλησία η ιδιότητα του αγίου, αλλά ωστόσο ήταν κοινωνοί στην αγιότητα. Το θεολογικό υπόβαθρο για την ημέρα των νεκρών είναι η διδασκαλία, σύμφωνα με την οποία οι ψυχές οι οποίες μετά την αναχώρησή τους από το σώμα, δεν είναι εντελώς καθαρισμένες από αφέσιμες αμαρτίες ή δεν έχουν εξιλεωθεί για τα προηγούμενα αμαρτήματά τους, αποκλείονται από τη θέα της ουράνιας μακαριότητας. Επομένως οι πιστοί στη γη μπορούν να βοηθήσουν τις ψυχές αυτές με προσευχές, ελεημοσύνες και ιδιαίτερα μέσω της Θείας Ευχαριστίας. Πρόκειται δηλαδή για αναγνώριση της ανθρώπινης αδυναμίας. Η Καθολική Εκκλησία πιστεύει, ότι επειδή ελάχιστοι άνθρωποι επιτυγχάνουν την τελειότητα σε αυτή την ζωή και ότι μάλλον οι περισσότεροι πιστοί φτάνουν στο θάνατο με τις πληγές της αμαρτωλότητας χαραγμένες πάνω τους, φαίνεται απαραίτητη μια περίοδος κάθαρσης προτού μια ψυχή αντικρύσει τον ίδιο το Θεό. Οι αποβιώσαντες παραμένουν στο Καθαρτήριο, δηλαδή χωριστά από τους αγίους και το Χριστό μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, μέχρις ότου καθαριστούν από τις αφέσιμες αμαρτίες τους και τις πρόσκαιρες ποινές τους για τις θανάσιμες αμαρτίες τους τις οποίες είχαν εξομολογηθεί και για τις οποίες πρέπει να εξιλεωθούν προτού εισαχθούν στον Παράδεισο, Ωστόσο, στην παροδική αυτή κατάσταση θεωρείται ότι οι πιστοί νεκροί αναπαύονται εν ειρήνη. Η Σύνοδος του Τριδέντου επιβεβαίωσε αυτή την κατάσταση στο καθαρτήριο και επέμεινεότι οι προσευχές των ζώντων μπορούν να επισπεύσουν τη διαδικασία του εξαγνισμού»! Επίσης: «Κατά την Ημέρα των Νεκρών δε θυμόμαστε μόνο τους νεκρούς, αλλά κάνουμε μια προσπάθεια, μέσω της προσευχής, της ελεημοσύνης και της συμμετοχής μας στη Θεία Λειτουργία, να απελευθερωθούν οι ψυχές τους από το Καθαρτήριο. Υπάρχουν δύο πλήρη λυσίποινα που συνδέονται με την Ημέρα των Νεκρών, ένα όταν πηγαίνουμε στην Εκκλησία και ένα όταν επισκεπτόμαστε ένα νεκροταφείο και προσευχόμαστε για τους νεκρούς. Παρόλο που οι ενέργειες αυτές εκτελούνται από εμάς, τους ζωντανούς, οι αξιομισθίες των λυσίποινων εφαρμόζονται μόνο στις ψυχές που βρίσκονται στο Καθαρτήριο»!

       Πρόκειται βεβαίως για μια καινοφανή εορτή, άγνωστη στην αρχαία Παράδοση της Εκκλησίας μας, της οποίας θεολογικό υπόβαθρο είναι η επίσης φρικτή μεγάλη κακοδοξία περί Καθαρτηρίου, σε στενή συνάφεια, (διότι απορρέει από αυτήν), με την άλλη μεγάλη κακοδοξία του Παπισμού περί «Ικανοποιήσεως της Θείας Δικαιοσύνης». Στις γραμμές που ακολουθούν θα προσπαθήσουμε με πολλή συντομία να παραθέσουμε ολίγα τινά περί της εν λόγω κακοδοξίας, αλλά και την θαυμαστή συμφωνία των αγίων Πάτερων, η οποία κατεδαφίζει εκ θεμελίων την λατινική αυτή καινοτομία  και αποκλείει κάθε, έστω, σκέψη περί εξαγνισμού της ψυχής μετά θάνατον, μέσω του «Καθαρτηρίου Πυρός».

        Η κακοδοξία περί «Καθαρτηρίου Πυρός» αποτελεί δόγμα πίστεως του Παπισμού, η οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά στη Σύνοδο της Λυών, (1274), και επαναδιατυπώθηκε στις Συνόδους Φεράρας - Φλωρεντίας, (1438/9) και Τριδέντου, (1545), είναι δε τελείως άγνωστη στην αρχαία πατερική μας Παράδοση της πρώτης χιλιετίας. Τις πρώτες ρίζες της διδασκαλίας αυτής θα πρέπει να αναζητήσουμε στον ιερό Αυγουστίνο, ο οποίος όμως, κατά τον μακαριστό αρχ. κυρό Σπυρίδωνα Μπιλάλη: «δεν παρουσίαζε την περί καθαρτηρίου πυρός διδασκαλίαν ως εκκλησιαστικόν δόγμα. Τουναντίον ο Αυγουστίνος αναφέρει αυτήν ως γνώμην, αν και πιθανήν, αλλ’ υπό της Εκκλησίας μη κυρωθείσαν, εν πάση δε περιπτώσει απαιτούσαν εξακρίβωσιν και έρευναν» (Βλ. «Ορθοδοξία και Παπισμός», Τομ. Β΄, σελ. 146). Περαιτέρω στηρίζουν οι Παπικοί την εν λόγω διδασκαλία τους στον άγιο Γρηγόριο τον Νύσσης, (τον οποίον όμως παρερμηνεύουν) και στον Πάπα Ρώμης Γρηγόριο τον Διάλογο, (590-604), πάνω στη διδασκαλία του οποίου στηρίχθηκε η εν Τριδέντω Σύνοδος, για να εδραιώσει έτι περαιτέρω την περί Καθαρτηρίου διδασκαλία. Πράγματι ο τελευταίος, παρερμηνεύοντας τα χωρία της Γραφής (Β΄ Μακκαβ.12,43-45, Ματθ.12,32, Α΄ Κορ.3,15), ανέπτυξε σαφώς στους «Διαλόγους» του την περί Καθαρτηρίου διδασκαλία.

        Ωστόσο οι έλληνες Πατέρες ομόφωνα απορρίπτουν και καταδικάζουν κάθε δυνατότητα εξαγνισμού της ψυχής στον Άδη, διδάσκοντες ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα μετάνοιας μετά θάνατον. Ο άγιος Κλήμης ο Ρώμης στην Β΄ προς Κορινθίους επιστολή του αναφέρει σχετικά ότι: «έως εσμέν εν τούτω τω κόσμω, εν τη σαρκί, ά επράξαμεν πονηρά μετανοήσωμεν εξ’ όλης καρδίας, ίνα σωθώμεν υπό του Κυρίου, έως έχομεν καιρόν μετανοίας. Μετά γαρ τω εξελθείν ημάς εκ του κόσμου ουκέτι δυνάμεθα εκεί εξομολογήσασθαι, ή μετανοείν έτι». Επίσης στις «Διαταγές των Αποστόλων» είναι άγνωστη η μετάνοια στον Άδη: «Άδηλος η έξοδός σου εκ του βίου υπάρχει και εν αμαρτία τελευτήσαντι, μετάνοια ουκ έστιν, ως λέγει διά του Δαυΐδ, ‘εν δε τω άδη τις εξομολογήσεταί σοι;’».Κατά παρόμοιο τρόπο αποφαίνεται και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Ουκ έστιν εν άδη τοις απελθούσιν εξομολόγησις και διόρθωσις. Συνέκλεισε γαρ ο Θεός ενταύθα μεν και βίον και πράξιν, εκεί δε των πεπραγμένων εξέτασιν». Και ο Μέγας Βασίλειος δεν αφήνει περιθώρια μετανοίας και καθάρσεως μετά θάνατον, γνωρίζει δε μόνον κρίση και ανταπόδοση μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα: «Της μετανοίας και της αφέσεως των αμαρτιών ο παρών εστί καιρός. Εν δε τω μέλλοντι αιώνι η δικαία κρίσις της ανταποδόσεως… Μετά την εντεύθεν απαλλαγήν ουκ έστι καιρός κατορθωμάτων, του Θεού τον παρόντα καιρόν επιμετρήσαντος εν μακροθυμία εις εργασίαν των προς την αυτού ευαρέστησιν». Σε απόλυτη συμφωνία με τους προηγουμένους και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρεί αδύνατη την μετά θάνατον άφεση οιασδήποτε αμαρτίας: «Ποία ελπίς, ειπέ μοι, μετά αμαρτημάτων απελθείν ένθα ουκ έστι αμαρτήματα αποδύσασθαι; Έως μεν γαρ ήσαν ενταύθα, ίσως ήν προσδοκία πολλή, ότι μεταβαλούνται, ότι βελτίους έσονται. Αν δε απέλθωσιν εις τον άδην, ένθα ουκ έστιν από μετανοίας κερδάναι τι, πως ου θρήνων άξιοι;».Τέλος, ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, για να περιοριστούμε μόνον στους παρά πάνω Πατέρες, γράφει: «Ουχ οι νεκροί αινέσουσί σε Κύριε. Τούτο δηλοί ότι της μετανοίας και της αφέσεως εν τη ζωή ταύτη μόνον την προθεσμίαν εχούσης, εφ’ ή και οι απολαύοντεςαινέσουσί σε».

Επειδή ο αρθρογράφος κάνει λόγο και για «αξιομισθίες» και «λυσίποινα» των κεκοιμημένων από τους επιζώντες, είναι ανάγκη να επισημάνουμε την χαώδη διαφορά μεταξύ αυτών και των ιερών Μνημοσύνων της Εκκλησίας μας. Τα ιερά Μνημόσυνα είναι οι δεήσεις και οι προσευχές της στρατευομένης Εκκλησίας προς την θριαμβεύουσα. Τα μέλη της στρατευομένης και της θριαμβεύουσας Εκκλησίας δεν αποχωρίζονται απ’ αλλήλων με τον θάνατο, τον χωρισμό της ψυχής από το σώμα, αλλ’εξακολουθούν να βρίσκονται σε άρρηκτη σχέση μεταξύ τους. Πρόκειται για μια σχέση μυστικής κοινωνίας ζωής, προσευχής υπέρ αλλήλων και αδελφικής αγάπης, έτσι ώστε οι μεν έτι επιζώντες να βοηθούν δια των προσευχών των, και κατ’ εξοχήν διά της αναιμάκτου Θείας Ιερουργίας, όπως και διά των ελεημοσυνών των τους κεκοιμημένους «επ’ ελπίδι ζωής αιωνίου» αδελφούς των, οι δε απελθόντες στην  ουράνια μακαριότητα να προσεύχονται υπέρ της σωτηρίας των έτι αγωνιζομένων στην παρούσα ζωή αδελφών των. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει σχετικά: «Δεν γίνονται άσκοπα οι προσφορές για τους απελθόντες, ούτε οι ελεημοσύνες. Όλα αυτά τα έχει προστάξει το άγιο Πνεύμα, διότι θέλει να ωφελούμεθα ο ένας από τον άλλον…Ωφελείται εκείνος από εσένα και συ από εκείνον… Να μην αμφιβάλεις ότι ο νεκρός θα κερδίσει κάποια ωφέλεια…». Ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων χαρακτηρίζει «μεγίστην την όνησιν», πολλή μεγάλη την ωφέλεια, που προέρχεται από τις προσευχές μας προς τους κεκοιμημένους. Πόση όμως είναι η ωφέλεια αυτή και μέχρι ποίου σημείου φθάνει, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε. Εκείνο που γνωρίζουμε και το οποίο τονίζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι η μεγάλη ωφέλεια που προκύπτει από τα μνημόσυνα για κείνους που έζησαν εδώ με πίστη, αλλά δεν μπόρεσαν να φθάσουν στην κατά Χριστό τελειότητα, έφυγαν δε από την παρούσα ζωή, φέροντας τις κηλίδες των αμαρτημάτων. Τι γίνεται όμως με τις περιπτώσεις των ανθρώπων εκείνων, που έφυγαν τελείως αμετανόητοι, ή δεν πρόλαβαν να ετοιμασθούν καθόλου; Ο Μέγας Αθανάσιος αναφέρει σχετικά ότι οι ψυχές των αμαρτωλών αυτών λαμβάνουν κάποια βοήθεια, «μετέχουν ευεργεσίας τινός», από την αναίμακτη Θεία ιερουργία. Αυτό όμως συμβαίνει «ως μόνος επίσταται και κελεύει ο ζώντων και νεκρών εξουσιαστής Θεός ημών».  Τα ίδια περίπου τονίζει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Βοηθήσωμεν αυτοίς κατά δύναμιν, επινοήσωμεν δι’ αυτούς τινά βοήθειαν, μικράν μεν, βοηθείν όμως δυναμένην», ας τους βοηθήσωμε, όσο μπορούμε με κάποια, έστω,μικρά βοήθεια. Με ποιον τρόπο; Και απαντά: Με ελεημοσύνες και προσευχές, ώστε να λάβουν οι κεκοιμημένοι κάποια παρηγοριά, «παραμυθίαν τινά». Ποιός όμως μπορεί να γνωρίζει, ποιός έφυγε εν μετανοία και ποιός όχι; Ποιός μπορεί να ισχυρισθεί, ότι είναι καρδιογνώστης,ώστε να γνωρίζει, ποια αλλαγή μετανοίας ενδεχομένως συντελέσθηκε στην ψυχή του κεκοιμημένου τις τελευταίες στιγμές της ζωής του; Επειδή λοιπόν δεν γνωρίζουμε, ας κάνουμε ό,τι μπορούμε, ας βοηθήσουμε τους κεκοιμημένους αδελφούς μας κατά δύναμιν και τα άλλα ας τα αφήσουμε στην αγάπη και στην φιλανθρωπία του Θεού.

        Θα κλείσουμε την μικρή αυτή αναφορά μας με τον θεοφώτιστο λόγο του  αγίου Κλήμεντος Ρώμης: «Έως εσμέν εν τούτω τω κόσμω, εν τη σαρκί, ά επράξαμεν πονηρά,μετανοήσωμεν εξ’ όλης καρδίας, ίνα σωθώμεν υπό του Κυρίου». Είναι ανάγκη, εν όσω ζούμε ακόμη σ’ αυτόν τον κόσμο, να μετανοήσουμε με όλη την καρδιά μας, έτσι ώστε να αξιωθούμε της σωτηρίας μας. Μια από τις αιτίες της προϊούσης εκκοσμικεύσεως του Παπισμού αναμφίβολα υπήρξε και η καθιέρωση του πεπλανημένου αυτού δόγματος, το οποίο ενθαρρύνει τους παπικούς στην αμετανοησία και στην κοσμική ζωή. Πολλοί Παπικοί «πιστοί» επιδίδονται σήμερα στην ασωτία και στην κοσμική ζωή, μεταθέτοντας τη μετάνοιά τους μετά θάνατον, η οποία δεν είναι ακριβώς μετάνοια, αλλά ένας αυτόματος εξαγνισμός. Πιστεύουν ανοήτως, ότι θα εξαγνιστούν και θα επιτύχουν την άφεση των αμαρτιών των μετά θάνατον, διά του καθαρτηρίου και έτσι θα αξιωθούν και αυτοί τον παράδεισο! Άλλωστε και τα διαβόητα «συγχωροχάρτια» του παπικού μεσαίωνα αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούσαν, σε συνδυασμό με την οικονομική αφαίμαξη των «πιστών», προς όφελος της παπικής «εκκλησίας»! Αλλά και πολλοί Ορθόδοξοι πιστοί δυστυχώς σήμερα δεν φροντίζουν να μετανοήσουν, διότι επαναπαύονται με την σκέψη, ότι θα πετύχουν την σωτηρία τους με τα μνημόσυνα, που θα κάνουν οι άλλοι, οι συγγενείς των, γι’ αυτούς μετά θάνατον, ή ανοήτως ασπάζονται την καταδικασμένη από την Εκκλησία κακοδοξία του Ωριγένη, περί της δήθεν «αποκαταστάσεως των πάντων» και του δήθεν χρονικώς περιορισμένου της κολάσεως!!! Όντως μεγίστη επιτυχία του βυθίου Δράκοντος. Πρόσχωμεν!!!

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Γιατί οι παλιάτσοι του συστήματος χλευάζουν τον Άγιο Παΐσιο;


Οι τελευταίες εξελίξεις, με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους και τις σοβαρές διαταραχές που αυτή επέφερε στις ρωσοτουρκικές σχέσεις, έφεραν και πάλι στο προσκήνιο της ελληνικής επικαιρότητας τον Άγιο Παΐσιο, τα λεγόμενα του οποίου, κάποια αυθεντικά και κάποια παραποιημένα, αποτελούν θέμα συζήτησης, ακόμη και στα κοσμικά «πηγαδάκια».

Πέρα από τη μεγάλη συζήτηση γύρω από την επιβεβαίωση ή μη των λεγομένων του[1], αυτό που κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, είναι η αρνητική ενασχόληση των μέσων της νέας εποχής, διαδικτυακών και μη, με το λαοφιλή άγιο, σε μία απέλπιδα προσπάθειά τους να τον απαξιώσουν και να τον γελοιοποιήσουν στα μάτια των σημερινών Ελλήνων.

Τα μέσα αυτά είναι εκείνα που νυχθημερόν προπαγανδίζουν την ομοφυλοφιλία ως φυσιολογικό τρόπο ζωής, ενώ «σατιρίζουν» και στηλιτεύουν ως αναχρονιστικό, ο,τιδήποτε έχει να κάνει με την Ορθόδοξη Πίστη και τις παραδόσεις των πατέρων μας. Υπερασπίζονται με πάθος την ελευθερία της έκφρασης σε περιπτώσεις κακόβουλης βλασφημίας των ιερών της χριστιανικής πίστης, αλλά δεν ανέχονται με τίποτα κάποιος να αμφισβητήσει τα δογματικά στερεότυπά τους και την «ιερότητα» της σαρκολατρείας και του σοδομιτισμού.

Υπερασπίζονται με ιδιαίτερη θέρμη τα θρησκευτικά δικαιώματα όλων των ανθρώπων, εκτός από των «οπισθοδρομικών» Ορθοδόξων Χριστιανών. Το λόγο, εμείς τον κατανοούμε απόλυτα. Ίσως, όμως θα έπρεπε να προβληματίσει και τους ίδιους αυτή η «έμφυτη» αντιπάθεια προς την Ορθοδοξία και η συμπάθεια στα υπόλοιπα θρησκεύματα.

Προβάλλουν ως πρότυπα, πρόσωπα ασήμαντα, εμπαθή και επικίνδυνα για τη νεολαία, διότι έτσι μόνο θα αλλοιώσουν την κοινωνική ηθική που επικρατεί στη χώρα μας. Ως προς αυτό έχουν καταφέρει πολλά, εξαιτίας της δικής μας αδιαφορίας. Όμως, όπως φάνηκε σε πρόσφατη δημόσια διαβούλευση, είμαστε ακόμα πολύ μακριά από την «πολυπόθητη» κοινωνική αποδοχή των παθών τους, παρά την προπαγάνδα, τις στημένες έρευνες και το οικονομικό κεφάλαιο που εισρέει άφθονο προκειμένου να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της «ανοικτής κοινωνίας».

Θα νόμιζε κανείς ότι όλα αυτά τα μέσα ενημέρωσης, τα διαχειρίζεται ο ίδιος άνθρωπος, καθώς η γραμμή είναι κοινή. Χλευασμός του χειρίστου είδους προς τα Θεία και στιγματισμός ως ρατσιστικής οποιασδήποτε άποψης αντίθετης με τη φασιστικά επιβαλλόμενη «πολιτική ορθότητα».

Μέσα σε αυτή τη φαινομενική επικράτηση του ψευτοδιαφωτισμού, εμφανίστηκε και κατέκτησε τις καρδιές μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού και κυρίως της νεολαίας, ένας άνθρωπος αγνός και αυθεντικός, ένα πρότυπο αλλιώτικο από τα άλλα. Ο Όσιος Παΐσιος, μίλησε και εξακολουθεί να μιλάει στο κέντρο της καρδιάς του ανθρώπου, κατευθύνοντας τις σκέψεις και τις επιθυμίες του, σε πράγματα ανώτερα από τα ξυλοκέρατα που προσφέρει η Νέα Εποχή. Στα βιβλία του, δεν θα διαβάσει κανείς προφητείες[2], αλλά μία πρόταση για ένα διαφορετικό τρόπο ζωής, γλυκύτερο και πιο ανθρώπινο από την απανθρωπιά που μας προτείνουν οι «σοφοί» και οι «φωστήρες» του αιώνος τούτου.

Πόσοι και πόσοι νέοι στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία, δεν ξέφυγαν από τα πλοκάμια του κρατικού αθεϊστικού «παιδομαζώματος», επειδή έτυχε να διαβάσουν κάποιο βιβλίο του Οσίου Παϊσίου; Πόσοι δεν παρηγορήθηκαν; Πόσοι δεν συγκινήθηκαν; Πόσοι δεν μετανόησαν; Πόσοι δεν βρήκαν λύση στα αδιέξοδά τους;

Είναι αδύνατον να μην επηρεασθεί κάποιος θετικά από το φιλότιμο και την πνευματική λεβεντιά του Γέροντα, διαβάζοντας τις αυθεντικές απομαγνητοφωνημένες συζητήσεις του ή τα βιβλία που έγραψε ο ίδιος[3].

Αυτός, λοιπόν, ο αναχωρητής, έγινε άθελά του ο Πνευματικός Πατέρας των Νεοελλήνων και όχι μόνο. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες και η προσωπικότητά του είναι σεβαστή από την παγκόσμια Ορθοδοξία. Προέβαλε τη σύγχρονη Ελλάδα στα πέρατα της οικουμένης και την έκανε αγαπητή σε πολλούς ανά τον κόσμο χριστιανούς. Παρόλα αυτά, αντί να αποτελεί καύχημα για την πατρίδα μας, γίνεται αντικείμενο χλευασμού από κομπλεξικούς αναρχικούς, διαχειριστές δυσφημιστικών ιστοτόπων, μέχρι ξοφλημένους πρώην μεγαλοεκδότες.

Ο Άγιος Παΐσιος έγινε το σύμβολο της ορθόδοξης αντίστασης στη σημερινή ισοπέδωση των πάντων. Γι’ αυτό τον πολεμούν! Δεν αντέχουν την παρουσία ενός τέτοιου ανθρώπου στην ελληνική πραγματικότητα, ακόμη και πλέον των 20 ετών μετά το βιολογικό του θάνατο! Δεν του συγχωρούν ότι προέβαλε την ασκητικότητα έναντι στη σαρκολατρεία των ημερών μας. Δεν του συγχωρούν ότι αντιστάθηκε στην ηλεκτρονική δικτατορία τους, όταν ακόμα αυτή ήταν στα «σπάργανά» της[4]. Δεν του συγχωρούν ότι τους χαλάει τα σχέδια, ανακόπτοντας μεγάλο κύμα ανθρώπων που ολοταχώς βάδιζε προς τον πνευματικό γκρεμό της απωλείας.

Στο πρόσωπο του Οσίου Παϊσίου, οι εχθροί της Πίστεως πολεμούν μία Ελλάδα που επιμένει να αντιστέκεται στα σχέδιά τους και δεν γονατίζει ούτε από τεχνητές οικονομικές κρίσεις, ούτε από ποικίλους εκφοβισμούς, ούτε από κηρύγματα υποταγής στα αντίχριστα κελεύσματα των ηγετίσκων της.

Μέσα σε αυτή τη γενική κατρακύλα της χώρας μας, με παρηγοριά στηριζόμαστε στα αυθεντικά λόγια του Οσίου, όταν κάποιος τον ρώτησε:

-          Τι θα γίνει, Πάτερ; Οι Έλληνες πάμε από το κακό στο χειρότερο. Φθάσαμε στον πάτο.

-          Δεν φθάσαμε στον πάτο, έχουμε δρόμο ακόμη, απάντησε ο Όσιος. Αλλά, όταν φθάσουμε στον πάτο, τότε θα αρχίσουν να τακτοποιούνται τα πράγματα.[5]

Χαράλαμπος Άνδραλης
 

 



[1] Βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σπεύσουμε να ερμηνεύσουμε από τώρα τις παρουσιαζόμενες ως προφητείες του Αγίου, ειδικότερα επειδή ελάχιστες μπορούμε με σιγουριά να αποδώσουμε στον Όσιο Γέροντα. Επιπλέον, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με τη «μελλοντολογία» και να μην ξεχνάμε το χρυσό κανόνα του σοφού Γέροντα Αθανασίου Μυτιληναίου, που προέτρεπε να μην προτρέχουμε, αλλά να αναμένουμε πρώτα να συμβαίνουν τα προφητευόμενα και ύστερα με ασφάλεια να διαπιστώνουμε αν επαληθεύτηκαν.
[2] Τα βιβλία που εκδίδονται εμπλέκοντας τον άγιο σε μία ανεξέλεγκτη μελλοντολογία, χωρίς αναφορά στα υπόλοιπα, σημαντικότερα λεγόμενά του, δεν έχουν καμία σχέση με το πνεύμα του Οσίου. Σε αντίθεση με την εντύπωση που έχει δημιουργηθεί, ο Όσιος μιλούσε σπανίως για μελλοντικά γεγονότα. Όσες φορές το έπραττε, το έκανε αφενός για να προειδοποιήσει τους καλοπροαίρετους, αλλά αδιάφορους και αφετέρου για να παρηγορήσει τους πνευματικά ευαίσθητους. Όσο για τα βιβλία που εμπλέκουν τον Άγιο με αιρετικά μυθεύματα όπως τα «νεφελίμ» και τα «ελωχίμ», απέχουν πόρρω από την ορθόδοξη διδασκαλία που με ζήλο υπηρέτησε ο άγιος.

[3] 1) Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΚΑΠΠΑΔΟΚΗΣ, 2) Ο ΓΕΡΩΝ ΧΑΤΖΗ-ΓΕΩΡΓΗΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ, 3) ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ, 4)ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ, όλα εκδόσεις του Ιερού Ησυχαστηρίου "Εὐαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", Βασιλικά Θεσσαλονίκης

 

 

 

 
[4] http://www.pigizois.net/afieromata/paisios/simeia_kairon_ger_paisiou_agioritou.pdf
[5] Ο Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης, Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Βασιλικά Θεσσαλονίκης (σελ. 419). Γενικότερα ο Άγιος για να μας παρηγορήσει στα δύσκολα χρόνια που θα ακολουθούσαν, είχε επισημάνει πολλές φορές, όπως προκύπτει από τις αυθεντικές πηγές γύρω από τους λόγους του, ότι ο Θεός θα μας βοηθήσει στη δύσκολη κατάσταση. Ας είμαστε, όμως, επιφυλακτικοί και ας μη προτρέχουμε σχετικά με τον τρόπο που θα εμφανιστεί η Θεία Βοήθεια.