Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2019

Μερικές σκέψεις εν όψει της Εορτής των Χριστουγέννων

- Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος - ιεροψάλτης

Δεν είναι ωραίο να αλλάζουμε την ιερά μας Παράδοση που εκφράζει την Ορθόδοξη πίστη μας. Σε πολλές περιπτώσεις, θέλοντας να είμαστε πιο "κοντά" στον κόσμο, αλλοιώνουμε αυτή την Παράδοση, ακόμη και την Πίστη μας.
Προσωπικά, πάντα μου άρεσε η ιδέα ότι τα Χριστούγεννα, ξεκινούσε η ακολουθία του Όρθρους στις 5 το πρωί ή γινόταν αγρυπνία που τελείωνε τα ξημερώματα. Αυτό έχει μεγάλη σημασία, γιατί εαν σκεφτούμε λίγο, υπάρχει λόγος που ξεκινά η ακολουθία του Όρθρου μέσα στο σκότος. Όπως σε μια ομιλία του, λέει ο π. Αθανάσιος Μυτιληναίος ότι η νύχτα έχει το ιδίωμα του μυστηρίου, του άγνωστου αλλά και την δυνατότητα της κατάνυξης (κατά την ερμηνεία του Αγ. Ιωάννου Δαμασκηνού). Δεν είναι τυγχαίο που και μεγάλοι ασκητές και Πατέρες τις Εκκλησίας μας, προσευχόντουσταν με περισσότερη θέρμη κατά το βράδυ. Άρα, ξεκινώντας όταν ανατέλλει ο Ήλιος, χάνουμε αυτή την έννοια που υπήρχε από παλιά στην Εκκλησία μας κατά τις Δεσποτικές εορτές όπως Χριστούγεννα και Πάσχα. Τουλάχιστον κατά τις Μεγάλες εορτές (τουλάχιστον στις Δεσποτικές) είναι καλό να τηρήται η τάξη να ξεκινά νωρίτερα.
Μπορεί να θεωρείται αυτό ως μια ασήμαντη λεπτομέρεια, αλλά η υπόθεση της Σωτηρίας μας, κρίνεται από τις λεπτομέριες. Πρέπει να έχουμε κατά νού (κληρικοί και λαϊκοί) ότι είναι καλύτερο να αρέσουμε στον Θεό παρά στον κόσμο. Ο κόσμος μαθαίνει από τον κλήρο (κυρίως) στο πως θα συμπεριφέρεται εντός της Εκκλησίας. Άρα, αν έρχεται κόσμος στις ακολουθίες ή όχι, ευθυνόμαστε περισσότερο όσοι είμαστε στην Εκκλησία διότι κάτι δεν δίνουμε, κάτι δεν βιώνουμε σωστά. Γιατί, αν βιώνεις Χριστό, εκπέμπεις Χριστό.
Αυτές τις λίγες σκέψεις ήθελα να θέσω ως προβληματισμό για όλους μας αυτές τις ημέρες. Δεν μπορεί συνέχεια να κάνουμε εκπτώσεις σε βάρος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Η βιασύνη της κοινωνίας δεν πρέπει να επηρεάζει την Θεία Λατρεία μας που βασικό στοιχείο έχει το άχρονο (εντός λογικών ορίων βέβαια). Ούτε πρέπει να κόβονται κανόνες, αντίφωνα, να βγαίνει το Άγιο Ποτήριο με το "Μετά φόβου..." και αμέσως να λένε "Σώσον ο Θεός..." και να συνεχίζεται η Θεία Μετάληψη κατά την απόλυση της Θείας Λειτουργίας, κ.α. Κάποια θέματα πρέπει να τηρούνται, όχι για τον τύπο αλλά για την ουσία.
Αυτό που πρέπει να σκεφτούμε είναι, τελικά, θα γιορτάσουμε φέτος Χριστούγεννα με Χριστό ή άνευ Χριστού;

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

Ο Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος (13 Νοεμβρίου)


         - Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος - ιεροψάλτης


«
Ἡ τοῦ στόματός σου καθάπερ πυρσὸς ἐκλάμψασα χάρις, τὴν οἰκουμένην ἐφώτισεν.»[1] Αυτή είναι η φράση που δείχνει ποιός ήταν ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Κορυφαίος ερμηνευτής και Θεολόγος, έδωσε πλούσια παρακαταθήκη και δικαίως ονομάστηκε και «Χρυσόστομος»[2]. Μίλησε πάνω σε πολλά θέματα που αφορούσαν στην πνευματική καλλιέργεια των πιστών καθώς και στα προβλήματα της εποχής του.

           Ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος γεννήθηκε στην Αντιόχεια το 354 μ.Χ.[1] Υπάρχουν μαρτυρίες όπως του Παλλαδίου Ελενοπόλεως (πρώτος βιογράφους του Ι. Χρυσοστόμου) που αναφέρουν την γέννηση του Χρυσοστόμου το 354 μ.Χ., άλλες έρευνες που τοποθετούν την γέννηση του μεταξύ του 344 – 354 μ.Χ. και άλλες που την τοποθετούν το 349 – 350 μ.Χ. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, περί το 368 μ.Χ. βαπτίστηκε.


            Ο πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Σεκούνδος[2], οποίος ήταν στρατηγός του Ρωμαικού στρατού που έδρευε στην Αντιόχεια. Η μητέρα του ήταν η Ανθούσα, η οποία είχε βαθειά χριστιανική πίστη και αγωγή, κάτι που μαρτυρείται και από τον Λιβάνιο που είπε «Οίαι παρά χριστιανοίς γυναίκες εισι!»[3] Σε μικρή ηλικία έχασε τον πατέρα του ο Ιωάννης και τον μεγάλωσε η μητέρα του.

            Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε από τη μητέρα του και μετά παρακολούθησε ανώτερες σπουδές κοντά στον σπουδαίο ρήτορα Λιβάνιο και τον φιλόσοφο Ανδραγάθιο μέχρι τα δεκαοκτώ του χρόνια. Μέσα από αυτές τις σπουδές, έγινε βαθύς γνώστης της ελληνιστικής παιδείας, μαθητεύοντας κοντά στους καλύτερους ρήτορες της εποχής του. Οι σπουδές που έκανε, τον προόριζαν για το επάγγελμα του δικηγόρου αλλά ο Ιωάννης είχε διαφορετική κλίση.

            Μετά από τις σπουδές του, πήγε στο «Ασκητήριο», το οποίο είχε ιδρυθεί από τον Διόδωρο Ταρσού (+392) και τον Καρτέριο και λειτουργούσε ως σχολή, μοναστηριακού τύπου όπου διδασκόταν η ερμηνεία των Γραφών και η θεολογία της Εκκλησίας.[4] Εδώ σπούδασε ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος με εντυπωσιακή επίδοση στις σπουδές του. Μεταξύ των διαφόρων συμμαθητών που είχε ήταν και ο Θεόδωρος, μετέπειτα επίσκοπος Μομψουεστίας (+428).[5] Ο ιερός Χρυσόστομος όμως δεν ικανοποιήθηκε με την ερμηνευτική μέθοδο του Διόδωρου Ταρσού και έφυγε από τη σχολή αυτή.

            Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος χειροθετήθηκε αναγνώστης κατά το 372 μ.Χ.[6]  Τότε ξεκίνησε το διδακτικό και ερμηνευτικό του έργο επειδή εκείνη την εποχή, ο Αναγνώστης είχε ως διακόνημα όχι μόνο να διαβάζει την Αγία Γραφή αλλά και να την ερμηνεύει και να την εξηγεί στον λαό. Παράδειγμα για το αξίωμα του Αναγνώστου μας δίνει ο ίδιος ο Χρυσόστομος «και ανελθών ο αναγνώστης λέγει πρώτον το βιβλίον τίνος εστί, του δείνος τυχόν προφήτου, ή αποστόλου, ή ευαγγελιστού, και τότε λέγει ά λέγει, ώστε ευσημότερα υμίν είναι, και μη μόνον τα εκγείμενα ειδέναι, αλλά την αιτίαν των γεγραμμένων, και τις ταύτα είρηκεν.»[7] Τον ίδιο χρόνο, μετά από την κοίμηση της μητέρας του Ανθούσας, εγκατέλειψε την Αντιόχεια και πήγε να μονάσει στην ορεινή περιοχή, Σιλπίου κοντά σε κάποιον ασκητή.[8] Ήθελε και νωρίτερα να μονάσει, αλλά δεν το έκανε λόγω της μητέρας του, που δεν ήθελε να φύγει ο Ιωάννης από κοντά της πριν από την κοίμηση της. Εδώ μόνασε για τέσσερα χρόνια και μετά από αυστηρή άσκηση, ζήτησε να πάει να ασκητέψει με περισσότερη αυστηρότητα. Αφού πήρε ευλογία, πήγε σε ένα μικρό σπήλαιο κοντά στο όρος Σίλπιος. Εδώ ασκήτεψε με ολοήμερη προσευχή και μελέτη της Αγίας Γραφής για δύο χρόνια έως ότου αρρώστησε από το κρύο και κατά το έτος 378 – 379 μ.Χ. αναγκάστηκε να γυρίσει στην Αντιόχεια.[9]

            Το 381 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος από τον επίσκοπο Αντιοχείας Μελέτιο και μετά από πέντε χρόνια, το 386 μ.Χ., χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον διάδοχο του Μελετίου, Φλαβιανό.[10] Μέσα σε αυτή τη περίοδο, ο ιερός Χρυσόστομος ανέπτυξε τη δράση του σε ερμηνευτικά και θεολογικά θέματα. Κήρυξε αρκετά και κατά των διαφόρων αιρέσεων που είχαν παραμείνει και ειδικότερα κατά των Ανομοίων που ακόμη υπήρχαν στην Αντιόχεια αυτή την εποχή. Η φήμη του εξαπλώθηκε και έφθασε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να θεωρείται ήδη από τον λαό ως Χρυσόστομος. Όλα τα βλέμματα στράφηκαν, αυτή την εποχή, στον Αγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο, επειδή ήδη είχαν φύγει από το εκκλησιαστικό προσκήνιο ο Μέγας Βασίλειος (+379) και ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος (+390).[11]

            Το 397 μ.Χ., κοιμήθηκε ο Νεκτάριος, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Ο Παλλάδιος αναφέρει για την κατάσταση του αρχιεπισκοπικού θρόνου μετά την κοίμηση του Νεκταρίου, «Εντεύθεν συντρέχουσιν τινες των μη ζητουμένων, μνηστεύοντες την προεδρίαν, άνδρες τινές ουκ άνδρες, πρεσβύτεροι μεν την αξίαν, ανάξιοι δε της ιερωσύνης, οι μεν πραιτωριοκτυπούντες, οι δε δωροδοκούντες, άλλοι δε και τους δήμους γονυπετούντες.»[12]  Ο λαός της Κωνσταντινούπολης ζητούσε άνθρωπο φωτισμένο, ζητούσε όπως αναφέρει ο Παλλάδιος «επιζητών τον επιστήμονα της ιερωσύνης.»[13] Το 398 μ.Χ., μετά από εισήγηση του Ευτροπίου στον αυτοκράτορα Αρκάδιο και υπερψήφιση κλήρου και λαού, εξελέγη αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως και χειροτονήθηκε από τον Θεόφιλο Αλεξανδρείας.[14] Δεν πήγε όμως αμέσως στην Κωνσταντινούπολη ο Χρυσόστομος γιατί αυτό θα δημιουργούσε προβλήματα στην Αντιόχεια. Έτσι παρακάλεσε τον κόμη της Αντιόχειας, τον Ευτρόπιο, ο οποίος και έφερε τον Ιωάννη έξω από τη πόλη, στην περιοχή Ρωμανησία όπου και τον παρέλαβαν απεσταλμένοι του αυτοκράτορα.[15] Ο Θεόφιλος Αλεξανδρείας δεν ήθελε να βάλει τον Ιωάννη Χρυσόστομο ως αρχιεπίσκοπο, αλλά υποχώρησε, χάρη στην τόσο μεγάλη υποστήριξη που είχε ο Χρυσόστομος.

            Τα πρώτα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε ο Ιωάννης Χρυσόστομος ήταν με την πνευματική οικοδομή του λαού και την ειρήνη μεταξύ των Εκκλησιών. Για το πρώτο θέμα, ξεκίνησε να κάνει κηρύγματα με διδακτικό χαρακτήρα που κατηχούσαν τον κόσμο στα θέματα της πίστεως. Ο ίδιος ζούσε με ασκητικό τρόπο και με αυτό τον τρόπο θέλησε να συνετίσει τους κληρικούς και μοναχούς που σκανδάλιζαν με τον τρόπο ζωής τους το λαό. Ο Χρυσόστομος πούλησε ότι πολυτελή πράγματα είχε στην αρχιεπισκοπή και τα έδωσε στα φιλανθρωπικά ιδρύματα που είχε η πόλη.[16] Άλλαξε το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη, με την προσθήκη περισσοτέρων ακολουθιών που γινόταν με τάξη και ο κόσμος ενθουσιάστηκε γιατί αυτό είχε ατονήσει με τον προηγούμενο αρχιεπίσκοπο Νεκτάριο.[17] Δεν έμεινε μόνο στο λειτουργικό βίο ο Χρυσόστομος, αλλά προχώρησε και στην δημιουργία νέων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και έντεινε το ενδιαφέρον του για τους φτωχούς και ανήμπορους.
            Ο νέος τρόπος ζωής που έφερε στην Κωνσταντινούπολη ο Ιωάννης Χρυσόστομος ευχαρίστησε πολλούς κληρικούς και λαϊκούς αλλά δημιούργησε και πολλές αντιδράσεις από κληρικούς κυρίως. Ο Χρυσόστομος, όπως ειπώθηκε και νωρίτερα, ζήτησε από τους κληρικούς να είναι πιο σεμνοί και λιτή στην ζωή τους και να είναι παραδειγματικοί στον λαό. Αυτό έλαβε έκταση όταν κήρυξε εναντίων των πλουσίων που ζούσαν εις βάρος του λαού.

            Ο Ιωάννης Χρυσόστομος έδειξε στον λαό του Θεού, το πραγματικό χαρακτήρα ενός Χριστιανού με τα λόγια του αλλά πολύ περισσότερο και με τα έργα του. Έτσι, έφτασε στο τέλος της ζωής του, στην εξορία, κοντά στα Κόμανα, όπου μετά από το βασανιστικό μαρτύριο της διαδρομής προς την εξορία στην Πιτυούντα στον Καύκασο, είπε τη χαρακτηριστική δοξολογική προσευχή «Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν», πρόσθεσε το «Αμήν» και παρέδωσε το πνεύμα του.[18]


[1]Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 22
[2] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 24
[3] Ιω. Χρυσοστόμου, Εις Νεωτέραν Χηρεύσασαν, PG 48, 601
[4] Στ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία, Τόμος Β’, σελ. 557
[5] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 24
[6] Κων. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων Β’, σελ. 619
[7] Ιω. Χρυσοστόμου, Εις την Προς Εβρ. Επιστολήν, Ομιλία Η’, PG 63, 75
[8] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 25
[9] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 26
[10] Κων. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων Β’, σελ. 619
[11] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 30
[12] Ιω. Χρυσοστόμου, Διάλογος Ιστορικός Παλλαδίου, Διάλογος Ε’, PG 47, 19
[13] Ιω. Χρυσοστόμου, Διάλογος Ιστορικός Παλλαδίου, Διάλογος Ε’, PG 47, 19
[14] Κων. Β. Σκουτέρη, Ιστορία Δογμάτων Β’, σελ. 620
[15] Ιω. Χρυσοστόμου, Διάλογος Ιστορικός Παλλαδίου, Διάλογος Ε’, PG 47, 19
[16] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 32
[17] Στ. Παπαδόπουλος, Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 32
[18] Ιω. Χρυσοστόμου, Διάλογος Ιστορικός Παλλαδίου, Διάλογος ΙΑ’, PG 47, 38



[1] Απόσπασμα από το Απολυτίκιο, ΙΓ’ Νοεμβρίου, Ήχος πλ. Δ’
[2] Στ. Παπαδόπουλος, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Τόμος Α’, σελ. 9

Παρασκευή 18 Οκτωβρίου 2019

"Η αίρεση των Μορμόνων (λεγόμενη Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των τελευταίων ημερών)"

Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Μεάντζια



Η αίρεση των Μορμόνων δεν είναι μόνο θρησκευτική απειλή αλλά ταυτόχρονα είναι και κοινωνική απειλή για κάθε υγιείς πολιτεία. Ως ένα πλέγμα διαφορετικών θρησκειών όπως το Βουδισμό και το Ινδουισμό με τον Χριστιανισμό μας υπενθυμίζει στις αρχαίες αιρέσεις του γνωστικισμού, δηλαδή μίξη των φιλοσοφικών- ειδωλολατρικών διδασκαλιών με το χριστιανισμό που έχουμε και τα λεγόμενα απόκρυφα μυστικά ευαγγέλια. Και εδώ ως δήθεν κρυφό βιβλίο έχουμε το " Βιβλίο του Μορμόν " που είναι καταγραφή από τις χρυσές πλάκες Τζόζεφ Σμιθ, που του έδωσε το ετος 1823 δήθεν Άγγελος Μορόνι. Να υπογραμμίζουμε εδώ ότι βάση την Παλαιά και Καινή Διαθήκη δεν αναφέρετε πουθενά Άγγελος Μορονί, οπότε είμαι σαφές ότι δεν πρόκειται περί του Άγγελου αλλά του Δαίμονας Μορονί . Ώς ένα κοινωνικό φαινόμενο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια κλειστοί θρησκευτική ομάδα όπως ήταν οι Εσσαίοι στην Ιουδαία ή ως Καθαροί στην Ρωμαιοκαθολική Δύση του Μεσαίου αιώνα. Η διδασκαλία των Μορμόνων διαφέρετε ριζικά από την Ορθόδοξη Χριστιανική Δογματική διδασκαλία όπως και η ηθική τους δεν έχει καμία σχέση με την χριστιανική ηθική. Κατ' αρχάς στην αρχή επίσημα και φανερά υποστήριζαν την πολυγαμία αλλά μετά την απόφαση του Κογκρέσου ΗΠΑ καταργήθηκε το έτος 1890 , όμως μετά συνεχίζουν μυστικά. Δυστυχώς οι γυναίκες είναι πολύ συχνά σεξουαλικά θύματα και μάλιστα από τον τους συγγενείς , όπως στην περίπτωση της Μαίρης Αν, η οποία με την βία έγινε δέκα πέμπτη σύζυγος του θείου της Ντέιβιντ Ορτελ Κίνγστον. Ευτυχώς κατάφερε να αποδράσει και έφτασε ως την αστυνομία. Ο θείος της καταδικάσθηκε σε δέκα έξι χρόνια φυλακής για την αιμομιξία και παράνομη σεξουαλική επαφή. Επίσης είναι ένα ρατσιστικό κίνημα που υποβαθμίζει όλους οι οποίοι δεν είναι μέλη τους , όμως ιδιαίτερα τους μαύρους, αμερικανούς ινδιάνος όπως και οι γυναίκες. Ο ιδρυτής των Μορμόνων Ιωσήφ Σμιθ δήλωσε ότι οι Νέγροι είναι καταραμένοι και για αυτό δεν μπορούν να συμμετέχουν πλήρης στην θρησκεία τους. Δήθεν με το τελευταίο όραμα ενός ψευδοπροφήτη τους τον πρόεδρο Σπένσερ Κίμπαλ από 1978 οι μαύροι μπορούν να γίνουν μέλη της Εκκλησίας τους όμως στην εσχατολογία τους οι μαύροι δεν πηγαίνουν στον φαντασιώδης παράδεισο τους, το οποίο κάπως θυμίζει στο Παράδεισο των Μουσουλμάνων με τις σαρκικές απολαύσεις. Δογματική διδασκαλία περί του Θεού είναι απόλυτα διαφορετική από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατ' αρχάς για τους Μορμόνους δεν υπάρχει μόνο ένας Θεός αλλά πολλοί Θεοί και ένας από αυτούς είναι η Αγιά Τριάδα. Μάλιστα κατά των Μορμόνων η Αγιά Τριάδα δεν είναι Ένας Θεός όπως στην Ορθόδοξη πίστη αλλά οι τρεις διαφορετικοί θεοί, μάλιστα και ο Πατέρας και ο Υιός έχουν σάρκα και οστά και το Πνεύμα το Άγιο έχει ένα λεπτό πνευματικό σώμα χωρίς οστά. Ανέκφραστη βλασφημία κατά της Αγίας Τριάδος Ενός αληθινού Θεού με μια ουσία και τρία πρόσωπα τον Πατέρα, Υιό και τον Άγιο Πνεύμα. Άλλη μεγάλη βλασφημία τους είναι ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν έγγαμος και μάλιστα πολύγαμος, έχοντας ως συζύγους τη Μαρία Μαγδαληνή και τη Μάρθα. Το βασικό γνώρισμα των Μορμόνων ειναι να μιλούν συνέχεια για την επίγεια χιλιετής Βασίλεια του Χριστού στην γη, που θα συνεχισθεί το ιεραποστολικό έργο των Μορμόνων. Αυτή Βασίλεια θα είναι εντελώς υλιστική και η μακαριότητα μετατρέπεται σε υλιστική ευδαιμονία, θα λέγαμε απόλαυση του παραδείσου των Μουσουλμάνων, επειδή εκεί κατά του Τζόζεφ Σμιθ θα συνεχίζονται οι γήινες απολαύσεις όπως η εργασία, τα πλούτη, το σεξ κτλ. Μάλιστα κατά την άποψή τους αυτή Βασίλεια θα εγκατασταθεί από τον Ιησού Χριστό στις ΗΠΑ με την πρωτεύουσα του Independence Missouri και έτσι θα εκπλήρωση την υπόσχεση που έδωσε στην εκλεκτή φυλή των Νεφιτών όταν μετά την Ανάσταση Του επισκέφτηκε την Αμερικανική Ήπειρο. Απίστευτη φαντασιώδης μυθιστόρημα, κατ' αρχάς ποιός νορμάλ θα μπορούσε να πιστέψει ότι μετά την Ανάσταση Του Ιησούς Χριστός επισκέφτηκε την Αμερικανική Ήπειρο και εκεί μίλησε με τους Νεφίτες ( και διάλεξε από αυτούς 12 αποστόλους). Όμως δεν μίλησε με την άλλη φυλή, με τους Λαμανίτες( Ινδιάνοι τις ΗΠΑ) οι οποίοι δήθεν 600 χρόνια πριν Χριστό μαζί με τους Νεφίτες έφτασαν στην Αμερική από το Ισραήλ, ενώ πριν απο αυτούς ηρθαν οι Ιαρεδίτες μετά την σύγχυση των γλωσσών στο πύργο της Βαβέλ. Όλη αυτή μυστηριώδης διδασκαλία είναι πλήρη αναίρεση όχι μόνο της Εκκλησιαστικής ιστορίας αλλά και Γενικής Ιστορίας . Ποιός σοβαρός επιστήμονας θα μπορούσε να πιστέψει ότι πριν τον Χριστόφορο Κολόμβο ήρθαν οι Ευρωπαίοι στην Αμερική και μάλιστα μια φυλή των Εβραίων. Όλη σοβαροί Εβραίοι επιστήμονες όπως και οι Ραβίνοι τους απορρίπτουν αυτή διδασκαλία του πλανεμένου και ψυχολογικά αρρώστου ανθρώπου Τζόζεφ Σμιθ και των οπαδών του.

Επομένως παραμένει η λύπη όταν βλέπουμε τα νέα πλανεμένα παιδιά από την Αμερική και άλλες χώρες πως με τα δικά τους έξοδα έρχονται στην Ελλάδα (που 2019 χρόνια υπάρχει χριστιανισμό) για να κάνουν δήθεν ιεραποστολή νομίζοντας ότι πράττουν ένα σωτηριώδης έργο. Μιλώντας μαζί τους διαπίστωσα ότι είναι αμόρφωτοι, χωρίς βασική γνώση Ιστορίας, Φιλοσοφίας και μάλιστα απόλυτη άγνοια της Εκκλησιαστικής ιστορίας, της Δογματικής, των Πατέρων της Εκκλησίας και Οικουμενικών Συνόδων. Σαν να μην υπήρχε τίποτα ολόκληρης 19 αιώνες πριν το Τζόζεφ Σμιθ και το όραμα του. Αναρωτιέμαι αν αυτά νεα παιδιά είχαν διαβάζει ποτέ τα έργα των Αποστολικών Πατέρων, τις επιστολές του Χρυσοστόμου, την θεολογία του Γρηγορίου Θεολόγου και το περίφημο έργο του Μέγα Βασιλείου "Προς τους νέους "; Μήπως άκουσαν για τα Ορθόδοξα Μοναστήρια και ιδιαίτερα για το Άγιο Όρος και τα Μετέωρα και για την μεγάλη πνευματική προσφορά του Ορθόδοξου μοναχισμού, από το Μέγα Αντώνιο έως Όσιο Πορφύριο , Παΐσιο και Ιάκωβο; Θα ήταν καλό, πριν έρχονται στην Ελλάδα οπως και στις άλλες χώρες να ανοίξουν λίγο τα βιβλία της Γενικής και της Εκκλησιαστικής ιστορίας για να καταλάβουν που έρχονται, μήπως θα φανεί χρήσιμο για της πλανεμένες ψυχές τους.

Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

Χριστοκεντρικό Πανηγύρι ή Ανθρωποκεντρικό


Νικόλαος Γεωργαντώνης
θεολόγος - ιεροψάλτης 


Με τη βοήθεια του Θεού έχουμε εισέλθει και φέτος στην περίοδο του Δεκαπενταυγούστου και οδεύουμε προς το λεγόμενο «Πάσχα του Καλοκαιριού», την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Είναι μια περίοδος νηστείας που ξεκινά με την εορτή της Προόδου του Τιμίου Σταυρού, μετά από έξι μέρες, εορτάζουμε την Μεταμόρφωση του Χριστού και τέλος, καταλήγει στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

            Κατά πόσο όμως προετοιμαζόμαστε για αυτή τη μεγάλη και σημαντική Θεομητορική εορτή και γενικά για κάθε εορτή της Εκκλησίας; Πώς την εορτάζουμε; Θα θέσω μερικούς προβληματισμούς που θα πρέπει όλοι να προσέξουμε και μερικά πράγματα που θα πρέπει να κοιτάμε ώστε να βιώνουμε ορθότερα την πίστη μας. Είναι πολύ λυπηρό στις ημέρες μας να αυξάνεται όλο και περισσότερο η έννοια του «πανηγυριού» ενός συλλόγου ή χωριού που γίνεται εις βάρος της Εκκλησίας. Το πανηγύρι από μόνο του δεν βλάπτει, μόνο όταν γίνεται υπό τις σωστές συνθήκες.

            Πρώτο και κύριο, βλέπουμε ότι κάθε μεγάλη εορτή της Εκκλησίας μας έχει μια προετοιμασία. Οι εορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα έχουν νηστεία 40 ημερών, η εορτή των Αγ. Αποστόλων έχει νηστεία που εξαρτάται από το πότε πέφτει το Πάσχα και η νηστεία για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ξεκινά την 1η Αυγούστου και τελειώνει στις 14. Ουσιαστικά, κάθε νηστεία τελειώνει με την Θεία Λειτουργία (και το πιο ορθό, μετοχή μας στην Θεία Κοινωνία) της εκάστοτε προαναφερθείσας εορτής.  Η θέσπιση της νηστείας σε αυτή τη περίοδο έχει ως σκοπό να ετοιμάσει τον καθένα μας ώστε να εορτάσουμε σωστά την κάθε εορτή. Και τι εννοούμε «να εορτάσουμε»; Όχι με γλέντια και διάφορα άλλα εκτός Εκκλησίας, αλλά με προσευχή και συμμετοχή στις ακολουθίες. Το γλέντι από μόνο του δε βλάπτει και δεν είναι κακό. Παλαιότερα, μετά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία, ξεκινούσε το γλέντι και γιόρταζε όλο το χωριό μαζί. Αυτό είναι και βασισμένο στην ζωή της Εκκλησίας που όλα γυρίζουν γύρω από το Σώμα της. Το πρόβλημα πού ξεκινά; Όταν γίνεται το πανηγύρι για το πανηγύρι και όχι για την εορτή που τιμάται. Όταν τρώμε και πίνουμε από το βράδυ, δηλαδή μετά τον εσπερινό της εορτής και την άλλη μέρα είτε δεν πάμε ή πάμε αργά ή και το χειρότερο, δεν κοινωνάμε το Σώμα και Αίμα του Χριστού, τότε ζημιωνόμαστε πολύ. Ουσιαστικά πάμε ενάντια στον Θεό. Ο σκοπός της εορτής είναι να εκκλησιαστούμε, να προσευχηθούμε και να φύγουμε από την Εκκλησία, έχοντας λάβει Χάρη από τον Θεό. Πώς όμως μπορούμε να το κάνουμε αυτό εάν έχουμε γλεντήσει το προηγούμενο βράδυ μέχρι το πρωί ή έχουμε φάει και πιει; Ποιός θα κοινωνήσει έτσι; Κάποιος θα πει ότι αυτό είναι μια ασήμαντη λεπτομέρεια αλλά ο Παράδεισος κατακτάται από λεπτομέρειες. Όταν έχουμε το πνεύμα ‘δεν πειράζει αυτό, δεν πειράζει το άλλο, τον Θεό δεν τον νοιάζουν αυτά, αρκεί να είσαι «καλός άνθρωπος»’, σιγά-σιγά απομακρυνόμαστε από τον Θεό.
            Ένα άλλο θέμα που αξίζει την προσοχή μας είναι και οι διάφορες  εκδηλώσεις που γίνονται εντός της νηστείας, ειδικά του Δεκαπενταυγούστου. Εκδηλώσεις συνήθως μουσικές και λαογραφικές που έχουνε σκοπό να αναδείξουν την παράδοση, αλλά στην ουσία την αλλοιώνουν και την διαβάλλουν. Η καθ’ ημάς Ανατολική, «Ρωμαίκη» παράδοση είναι συνυφασμένη με την Ορθοδοξία. Όπως λέει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός «Ελλάδα χωρίς Ορθοδοξία δεν μπορεί να υπάρξει, ενώ Ορθοδοξία χωρίς Ελλάδα μπορεί». Δεν είναι ένα σχόλιο ανθελληνικό, αλλά εάν το σκεφτούμε λίγο, θα δούμε ότι αληθεύει. Θέλουμε να καλοπερνάμε αλλά χωρίς Θεό. Αυτό το μόνο πράγμα που μπορεί να κάνει είναι να οδηγήσει στον αφανισμό μας. Η παράδοση νοείται μόνο εν Χριστώ. Ό,τι άλλο υπάρχει που δεν έχει Χριστό ή εναντιώνεται σε Αυτόν θα πρέπει να σβήνεται και να μην μεταδίδεται από γενιά σε γενιά.

            Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι μπορεί να μας φαίνεται δύσκολο να είμαστε Ορθόδοξοι Χριστιανοί στην σημερινή εποχή, αλλά είναι το μόνο πράγμα που μπορεί να δώσει πραγματική σημασία στην ζωή μας. Ό,τι άλλο και αν βάζουμε για να γεμίσουμε αυτή τη τρύπα, είναι αδύνατο να γεμίσει. Γι’ αυτό, ας βάλουμε αρχή μετανοίας από τώρα και ας χαράξουμε νέο δρόμο εν Χριστώ. Να εορτάσουμε την φετινή εορτή της Παναγίας σωστά και Χριστιανικά! Καλή Παναγιά!!!

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2019

"Ο δυτικός άνθρωπος "


Επί τους αιώνες ο δυτικός άνθρωπος δεν μπορεί να βρει το χαμένο Παράδεισο του,την ειρήνη του Θεού μέσα στην ψυχή του.
Από την στιγμή που αποφάσισε να αφήσει την Ορθόδοξη πίστη και να ακολουθεί δικές του αιρετικές αντιλήψεις περί του Θεού έμεινε πνευματικά γυμνός, χωρίς την Θεία χάρη, την οποία μάλιστα θεωρεί κτιστή και όχι άκτιστη  όπως η Ορθόδοξη Εκκλησία.
Εγκαταλείποντας την διδασκαλία των Οικουμενικών Συνόδων ο δυτικος άνθρωπος ξεκίνησε να ερμηνεύει το Θεό διανοητικά με την λεγόμενη "Σχολαστική Θεολογία" του Θωμά Ακινάτη, αφήνοντας το Μυστήριο της πίστης στην άκρη της καρδιάς του.
Ψάχνοντας την χαμένη πνευματικότητα του, έψαχνε μέσω του νου πνευματικές εμπειρίες στο διανοητικό μυστικισμό πέφτοντας πιο βαθιά στην θρησκευτική πλάνη. Δυστυχώς, εκτός να έχει θέα του Θεού το οποίο είναι Θείο θαύμα (όπως γράφει στο Μοναχικό ή Αγγελικό σχήμα Θέα Θεού Θείο Θαύμα ) ο δυτικός άνθρωπος έχει οράματα του κτιστού κόσμου των δαιμόνων  και ως αποτέλεσμα της πλάνης έχει τα στίγματα, τα οποία θεωρεί σαν πληγές του Χριστού στο σώμα του, σαν να Κύριος μας Ιησούς Χριστός ζήτησε ή χάρισε  κάτι παρόμοιο σε πιστούς!  Ανέκφραστη πλάνη σε οποία έπεσαν πάρα πολύ στο δυτικό κόσμο από τον  Φραγκίσκο της Ασίζης έως τον γνωστό Ρωμαιοκαθολικό ιερέα του 20ου  αιώνα  Πίο Πιετρελτσίνα.


Εξαιτίας της απομάκρυνσης από την δογματική αλήθεια περί του Θεού ο δυτικός άνθρωπος έπαυσε να είναι πνευματικός και έγινε συναισθηματικός, χωρίς όμως να είναι συμπονετικός. Τον ενδιέφερε μόνο να έχει φθηνά θρησκευτικά συναίσθημα με τα οποία έτρεφε το εγωισμό του χωρίς καθόλου,μα καθόλου να συμπάσχει με τον συνάνθρωπο.


Επί τους αιώνες με την " ευλογία " του  υπερεγωιστή τον τάχα αλάθητο Πάπα της Ρώμης,  στο όνομα του Χριστού σκότωσαν εκατομμύρια δυτικών ανθρώπων μέσω του απάνθρωπου δικαστηρίου Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας ,η  λεγόμενη η Ιερά Εξέταση.


Θα έλεγε κανείς ότι αυτό είναι ο ενσαρκωμένος σατανισμός, οποίος όμως δεν σταμάτησε μόνο εκεί.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία και ο ελληνισμός δεν μπορεί να ξεχάσει ποτέ τα φρικτά βασανιστήρια από των Σταυροφόρων Λατίνων τα οποία έγιναν στην πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης το έθος του 1204. Με την "ευλογία " του Πάπα Ιννοκέντιου Γ',  ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας και Βενετσιάνος Ενρίκο Ντάντολο με των στρατό τους κατέλαβαν, λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την Κωνσταντινούπολη. Χιλιάδες Ορθόδοξους Χριστιανούς, λαϊκούς  και κληρικούς  σκότωσαν εν ψυχρώ,  γυναίκες και μοναχές βιάστηκαν από τον στρατό των άθεων  Σταυροφόρων.


Το κακό του Βατικανού δεν σταμάτησε στα εξωτερικά βασανιστήρια,  αλλά ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ'  προχώρησε στα εσωτερικά εγκλήματα  οργανώνοντας τα λεγόμενα Ανατολικά Καθολικά Πατριαρχεία τοποθετώντας τον βενετσιάνο Θωμά Μοροζίνη(1204-1211) ως πρώτο Λατίνο Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης. Από τότε έχουμε το γνωστό Ρωμαιοκαθολικό προσηλυτισμό, λεγόμενη  η " Ουνία", η οποία είναι ο Δούρειος ίππος του Παπισμού να υποδουλώσει τους Ορθόδοξους Χριστιανούς  στην ηγεσία του Πάπα της Ρώμης. Επίσημα αυτό σατανικό σχέδιο της Ουνίας, της εξωτερικής ομοιότητας με τους Ορθόδοξους κληρικούς και μοναχούς και με την εσωτερική ομολογία πίστης του Βατικανού, εγκρίθηκε με το Βούλα του Πάπα Ιννοκέντιου Δ' στη Σύνοδο του Λατερανού 1215. Σήμερα υπάρχουν 23 Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες, τάχα αυτόνομες, που βρίσκονται σε πλήρη κοινωνία με τον Πάπα της Ρώμης.
Αυτό το πνευματικό έγκλημα το οποίο κάνουν επί τους αιώνες, πονηροί Λατίνοι  με την εξωτερική ομοιομορφία προσπαθόντας  να πλανηθούν τους Ορθόδοξους λαούς συνεχίζεται έως σήμερα.
Δυστυχώς και στην Αθήνα έχουμε τους Ουνίτες και τους ναούς τούς, όπως  ελληνόρρυθμο ναό της Αγίας Τριάδος στην οδό Αχαρνών, το οποίο μοιάζει με τον Ορθόδοξο Ναό αλλά δεν είναι. Εκεί είναι και έδρα του Ουνίτη Επισκόπου Αθηνών. Σήμερα ο Επίσκοπος των Ουνιτων Ελλήνων είναι πρώην διευθυντής του Ποντιφίκιου Ελληνόρρυθμου Κολλεγίου Αγίου Αθανασίου στην Ρώμη και καθηγητής Πατρολογίας στο Ποντιφίκιο Ινστιτούτο για Ανατολικές σπουδές στην Ρώμη Ισπανός Ιησουίτης Μανουέλ Νιν. Δηλαδή, καθόλου τυχαίο πρόσωπο για την λατινική προπαγάνδα στα Ορθόδοξα ελληνικά εδάφια.


Μη έχοντας το πνεύμα της ταπεινοφροσύνης , το οποίο είναι αποτέλεσμα του βίου μέσα στα Μυστήρια της Ορθόδοξης  Εκκλησίας, ο δυτικός άνθρωπος με το πνευματικό αρχηγό του, τον κάθε Πάπα της Ρώμης, δεν μπορεί να βρει την ειρήνη του Θεού μέσα στην ψυχή του. Κλεισμένος στον πνευματικό λαβύρινθο της Ρωμαιοκαθολικής πλάνης ενός τάχα αλάθητου επισκόπου Ρώμης και πολλές άλλες δογματικές αναλήθειες και ανακριβείς,όπως το Filioqoue, η κτιστή χάρη, η Μαριλογία,τα άζυμα κτλ. ο δυτικός άνθρωπος δεν μπορεί να βιώσει τα τρία  ορθόδοξα  πνευματικά στάδια: την κάθαρση , το φωτισμό και την θέωση.
Ο νους του δυτικού ανθρώπου είναι άρρωστος, η καρδιά ακάθαρτη, τα συναισθήματα μολυσμένα από την αποστασία από την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία.


Δυστυχώς και εμείς βαπτισμένοι Ορθόδοξοι  Χριστιανοί με τον τρόπο της ζωής μας δεν διαφέρουμε τίποτα από τον δυτικό άνθρωπο. Ίσως ήμαστε και χειρότεροι,επειδή με τέτοιο πνευματικό πλούτο της Ορθόδοξης πιστεως μας, εκτός να ήμαστε το φώς στο κόσμο με το παράδειγμα μας, γίναμε ακάθαρτα δοχεία γεμάτα από την φιλοδοξία, την φιλαργυρία  και την φιληδονία. Εξαιτίας τέτοιας αντιχριστιανικής ζωής ούτε είμαστε παράδειγμα αλλά  γίναμε  εύκολο στόχο πολλών αρχαίων και νέων αιρετικών ομάδων.


Ο δυτικός άνθρωπος χρειάζεται πνευματική βοήθεια, όπως και όλοι εμείς. Αυτή βοήθεια μπορούμε εμείς Ορθόδοξοι Χριστιανοί να του προσφέρουμε με το παράδειγμα της αμοιβαίας αγάπης μας,  με την ενότητα των Ορθοδόξων λαών και Εκκλησιών.  Μόνο τότε, αν ανάμεσα μας των Ορθοδόξων Χριστιανών  υπάρχει αληθινή  αγάπη, τότε η Ομολογία της Πίστεως μας θα έχει δύναμη, αλλιώς θα ήμαστε ένα τίποτα που θα λόγια μας περί της αγάπης και αλήθειας είναι σαν ήχος χάλκινος καμπάνας ή σαν κυμβάλου αλαλαγμός. 


Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Μεάντζια

Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Η καλή πρόθεση του θεολόγου και η Ορθόδοξη θεολογία


Βασίλειος Τουλουμτσής

Δύο πολύ καθοριστικά στοιχεία ενός διαλόγου και πάντοτε σε συνάρτηση με την επιδιωκόμενη αληθεύουσα ακρίβεια της απάντησης, είναι αφενός ο τρόπος που τίθεται το ερώτημα και αφετέρου η βάση πάνω στην οποία οικοδομείται η αντίστοιχη απάντηση. Προκαλεί εντύπωση το γεγονός, ότι σε πλείστες εισηγήσεις αλλά και δημοσιεύσεις θεολογικών άρθρων, χρησιμοποιείται με μικρές παραλλαγές, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα και αντιγραφικά, η εξής φράση: «Η ορθόδοξη θεολογία οφείλει να πράξει το τάδε και το δείνα προκειμένου να εκσυγχρονιστεί και να απεγκλωβιστεί από τα δεσμά στασιμότητας και συντήρησης». Σε κάθε περίπτωση, δεν τίθεται  εν αμφιβόλω ούτε η καλή πρόθεση, ούτε ακόμη και η ευφυία του εκάστοτε συντάκτη. Κατά πόσο όμως απλώς η καλή πρόθεση αποτελεί κριτήριο ορθοδόξου θεολογίας και δικαιολογεί προσωπικές «κατανοήσεις» του περιεχομένου αυτής; Η προβολή μιας υποκειμενικής «θεολογίας», η οποία διαφοροποιείται από την σύνολη εκκλησιαστική παράδοση και ενιαία πίστη, αν μη τι άλλο, είναι απόλυτα ενδεικτική της άγνοιας του πραγματικού περιεχομένου, των προϋποθέσεων και της αυτονόητης δυναμικής της θεολογίας, ακόμη και στην περίπτωση που τίθεται υπό τον μανδύα ενός «γόνιμου προβληματισμού».

Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στο έργο του «Περί αιρέσεων[1]», αναφέρει τέσσερις αιρέσεις οι οποίες αποτέλεσαν τη μήτρα δημιουργίας και των λοιπών αιρέσεων οι οποίες είναι: 1.Βαρβαρισμός, 2.Σκυθισμός, 3.Ελληνισμός (ειδωλολατρεία), 4.Ιουδαϊσμός. Καί στις τέσσερις περιπτώσεις, κοινός τόπος είναι η εκ των κάτω θεολογία, η οποία σαφώς δεν κινείται στη θεμελιώδη διάκριση κτιστού-ακτίστου, με μοιραία κατάληξη την απόλυτα καταφατική ερμηνεία της πραγματικότητας (θρησκειοποίηση της πίστης). Αποτέλεσμα τέτοιων ερμηνευτικών προσπαθειών είναι οι ατέρμονες θεολογικές συζητήσεις, οι οποίες μη έχοντας ως κέντρο αναφοράς την Σαρκωμένη Αλήθεια και την επαναφορά του ανθρώπου στην «εὐπρέπεια τοῦ ἀρχετύπου κάλλους[2]», σωτηριολογικώς δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στον άνθρωπο, ενώ από την άλλη πλευρά, εξιδανικεύουν με θεολογική ορολογία την μεταπτωτικότητα, καθιστώντας τον άνθρωπο δούλο του θεοποιημένου ειδώλου του.

Με αφορμή την εορτή της ανάμνησης της αναστήλωσης των ιερών εικόνων (843) αξίζει να αναφερθούν ενδεικτικά και με μεγάλη συντομία, δύο αυτοκράτορες του γενικότερου ιστορικού πλαισίου της εικονομαχίας, οι οποίοι παρότι κινήθηκαν έχοντας τις καλύτερες προθέσεις και θεωρώντας ότι καθηκόντως υποστηρίζουν την ορθόδοξη πίστη από ειδωλολατρικές και άλλες επιδράσεις, εν τούτοις απεδείχθησαν πρωτεργάτες και υποκινητές μεγάλων εκκλησιαστικών αναταραχών.

 Ως πρώτη περίπτωση αναφέρουμε τον Βαρδάνη-Φιλιππικό (βασίλευσε τα έτη 711-713). Μέσα στο τόσο σύντομο διάστημα της βασιλείας του, θεωρώντας ότι υπερασπίζεται την ορθόδοξη πίστη, στράφηκε κατά των αποφάνσεων της ΣΤ΄ Οικουμενικής Συνόδου, αντικατέστησε την εικόνα της από την Καμάρα του Μιλίου με αυτή του Σεργίου,  καθιστώντας αναπόφευκτα την εικόνα αντικείμενο έριδας, ενώ παράλληλα, συνεκάλεσε τη μονοθελητική ψευδοσύνοδο του έτους 712[3]. Σημειωτέον, η ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδος 30 έτη πρωτύτερα  διατύπωσε το δόγμα περί των δύο φυσικών θελήσεων και ενεργειών που ενεργούν στο ένα πρόσωπο του Χριστού [4].

Η δεύτερη περίπτωση είναι ο Λέων Γ΄ Ίσαυρος, πρωταγωνιστής  στον πόλεμο κατά των εικόνων, ο οποίος ως γνωστόν και σύμφωνα με τις κειμενικές πηγές, λόγω μανιχαϊστικών επιδράσεων θεωρούσε τις εικόνες ειδωλολατρική προσθήκη, και κινούμενος αναμφισβήτητα καλοπροαίρετα μέσα σε ένα πλαίσιο προσωπικής κατανόησης της χριστιανικής πίστης και παράδοσης, πολέμησε την προσκύνηση των εικόνων, πράγμα το οποίο αργότερα επεκτάθηκε και στην τιμή των αγίων και των λειψάνων τους, δίνοντας τη σκυτάλη στον πολύ δυναμικό και πολυμαθή γιο του Κωνσταντίνο Ε΄. 

Άλλωστε, η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, δεν καταδίκασε την εικονομαχία και την γενόμενη διαφοροποίηση της από την σύνολη εκκλησιαστική παράδοση ως προς το επίπεδο των προθέσεών της, αλλά κυρίως ως προς την στρεβλή χριστολογία στην οποία η εικονομαχική σύνοδος της Ιέρειας (754) επιχείρησε θεολογικώς να στηριχθεί. Δηλ. με άλλα λόγια, οι εικονομάχοι, αντιλαμβάνονταν έναν διαφορετικό Χριστό, απερίγραπτο, που δεν μπορεί να εικονιστεί. Αυτό όμως μοιραία σημαίνει αμφιβολίες ως προς την πραγματικότητα της Σάρκωσης, και άρα της σωτηρίας του ανθρώπου.[5] Αγωνίστηκαν για την πίστη και την ορθοδοξία που οι ίδιοι αντιλαμβάνονταν. Αυτή όμως η πίστη δεν ήταν η πίστη της Εκκλησίας, η αποκεκαλυμμένη αλήθεια του Τριαδικού Θεού.

Είναι σαφές μέσα στην διαχρονική και ενιαία εκκλησιαστική παράδοση Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων, πως η θεολογία είναι η κατ΄ενέργειαν γνώση του Θεού στο επίπεδο της αποκάλυψης «αυτοπροσώπως» από τον ίδιο το Θεό. Επομένως, ακόμη και η διάκριση της θεολογίας σε χαρισματική και ακαδημαϊκή δεν δίνει περιθώρια στην τελευταία για προσωπικούς ακροβατισμούς, ενδοκόσμιες προσεγγίσεις των ενδοτριαδικών σχέσεων και προσωπικές κατανοήσεις του περιεχομένου της, καθώς έργο της και αποστολή της δεν είναι η προβολή μιας άλλης θεολογίας διαφοροποιημένης από την χαρισματική, αλλά ακριβώς η συστηματική αποσαφήνιση της χαρισματικής ζωής, δηλ. της πίστης των Πατέρων[6].

Σε αυτό το πλαίσιο, αν ο κάθε θεολογών ξεκαθαρίσει ότι η θεολογία δεν είναι ρητορική, αοριστολογία  και σοφιστεία προς τέρψη των ώτων, αλλά «ἡ πρός Θεόν, ὡς ἐφικτόν, ἀφομοίωσίς τε καί ἕνωσις»[7], λόγος περί της όντως πραγματικότητας με βάθος και προοπτική σωτηριολογική, θα αντιληφθεί ταυτόχρονα, ότι τελικά η θεολογία δεν οφείλει τίποτα. Απλούστατα ερμηνεύεται εμπροϋπόθετα και δεν χαρίζεται απροϋπόθετα.

 

 

 

 

 

 

 



[1] Ιωάννης Δαμασκηνός PG 94, 677A-780D.
[2] Στιχηρό Ιδιόμελο της Λιτής από την Ακολουθία της Εορτής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
[3] Βλ. Αρχ. Παντελεήμων Τσορμπατζόγλου, Εικονομαχία και Κοινωνία στα χρόνια Λέοντος Γ΄ Ισαύρου, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2002, όπου ο συγγραφέας παραθέτει με άκρως επιστημονική λεπτότητα συμπεράσματα από την εξαντλητική μελέτη των πηγών.
[4] Βλ. Πρακτικά Mansi XI.
[5] Βλ. κοντάκιο Όρθρου Κυριακής Α΄Νηστειών «Ὀ ἀπερίγραπτος Λόγος τοῦ Πατρός, ἐκ σοῦ Θεοτόκε περιεγράφη σαρκούμενος», δηλώνοντας την αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων στο ένα πρόσωπο του Χριστού.
[6] Βλ. Οίκος, Ακολουθία Όρθρου Κυριακής Α΄ Νηστειών, «Τοῦτο τὸ τῆς Οἰκονομίας μυστήριον, πάλαι Προφῆται θειωδῶς ἐμπνευσθέντες, δι' ἡμᾶς, τοὺς εἰς τὰ τέλη τῶν αἰώνων καταντήσαντας, προκατήγγειλαν, τῆς τούτου τυχόντες ἑλλάμψεως. Γνῶσιν οὖν θείαν δι' αὐτοῦ λαβόντες, ἕνα Κύριον τὸν Θεὸν γινώσκομεν, ἐν τρισὶν ὑποστάσεσι δοξαζόμενον, καὶ αὐτῷ μόνω λατρεύοντες, μίαν Πίστιν, ἓν Βάπτισμα ἔχοντες, Χριστὸν ἐνδεδύμεθα, Ἀλλ' Ὁμολογοῦντες τὴν σωτηρίαν, ἔργω καὶ λόγῳ, ταύτην ἀνιστοροῦμεν».
[7] Αγ. Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱεραρχίας 4, PG 3, 376A.

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2019

Για ποιο λόγο νηστεύουμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή ;

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Την παλαιά εποχή πολλοί πιστοί προσέρχονταν στα μυστήρια χωρίς καμιά προετοιμασία και μάλιστα κατά την εποχή που ο Χριστός τα συνέστησε. Αντιλαμβανόμενοι οι πατέρες την παρακαλούμενη βλάβη από την απροετοίμαστη προσέλευσι, αφού συγκεντρώθηκαν καθιέρωσαν σαράντα ημέρες νηστείας, προσευχών, ακροάσεως του θείου λόγου και συνάξεων, ώστε, αφού καθαρισθούμε όλοι μας με κάθε επιμέλεια και με προσευχές και με ελεημοσύνη και με νηστεία και με ολονύκτιες παρακλήσεις και με δάκρυα μετανοίας και με εξομολόγησι και με όλα τα άλλα, να προσέλθουμε έτσι στην Θεία Κοινωνία με καθαρή κατά το δυνατό συνείδηση.
Και ότι μ αὐτὸ κατώρθωσαν μεγάλα πράγματα, συνηθίζοντας μας με την συγκατάβασι αυτή στην νηστεία, γίνεται φανερό από το εξής: Αν εμείς όλο τον χρόνο επιμείνουμε να φωνάζουμε και να κηρύσσουμε την νηστεία, κανείς δεν προσέχει στα λόγια μας· αν όμως έλθη ο καιρός της νηστείας της Τεσσαρακοστής, τότε, χωρίς κανείς να προτρέπη ούτε και να συμβουλεύη και ο πιο νωθρός αφυπνίζεται και ακολουθεί την προτροπή και την συμβουλή, που επιβάλλει ο καιρός.
Αν λοιπόν σε ρωτήσει ο Ιουδαίος και ο ειδωλολάτρης, για ποιόν λόγο νηστεύεις , μη πης, ότι νηστεύεις για το Πάσχα η για την θυσία του Σταυρού, γιατί θα του δώσης μεγάλη αφορμή για αντεκλίσεις. Γιατί δεν νηστεύουμε για το Πάσχα ούτε για τον Σταυρό, αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα, επειδή πρόκειται να προσέλθουμε στα μυστήρια· γιατί το Πάσχα δεν είναι αιτία νηστείας ούτε πένθους, αλλά υπόθεσης ευφροσύνης και χαράς. Γιατί ο Σταυρός συνέτριψε την αμαρτία, έγινε καθάρσιο της οικουμένης, έγινε αιτία συμφιλιώσεως και εξαλείψεως της πολυχρόνιας έχθρας, άνοιξε τις πύλες του ουρανού, έκανε τους εχθρούς φίλους, επανέφερε στον ουρανό, τοποθέτησε στα δεξιά του θρόνου του Θεού την ανθρώπινη φύσι και μας πρόσφερε αμέτρητα άλλα πνευματικά αγαθά. Δεν πρέπει λοιπόν να πενθούμε ούτε να θλιβώμαστε, αλλά να αγαλλώμαστε και να χαιρώμαστε. Γι αυτό και ο Παύλος λέγει ̇ «Σε μένα ας μη συμβή να καυχηθώ για τίποτε άλλο, παρά μόνο για τον σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού» (Γαλ. 6,14). Και πάλι ̇ «Ο Θεός δείχνει την αγάπη του προς εμάς με το ότι, αν και ήμασταν αμαρτωλοί, ο Χριστός πέθανε για μας» (Ρωμ. 5,8). Κάτι παρόμιο λέγει και ο Ιωάννης ̇ «Γιατί τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο» (Ιω. 3,16). Πες όμως, πως; Αφού άφησε κατά μέρος όλα τα άλλα, ανέφερε τον σταυρό. Γιατί, αφού είπε, «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο», πρόσθεσε, «ώστε έδωσε τον Μονογενή Υιο του να σταυρωθή, ώστε να μη χαθή ο καθένας που πιστεύη σ αὐτὸν, αλλά να έχη ζωή αιώνια» (Ιω. 3,16). Αν είναι λοιπόν ο Σταυρός αφορμή αγάπης και καύχημα, ας μη λέμε, ότι πενθούμε γι αυτόν. Γιατί δεν πενθούμε για εκείνον – μη γένοιτο – αλλά για τα δικά μας αμαρτήματα. Γι’ αυτό νηστεύουμε.

Τα ιερά μνημόσυνα – Εκ του αειμνήστου Καθηγητού Ιωάννου Φουντούλη

Του αειμνήστου Καθηγητού, Ιωάννου Φουντούλη

Θέμα τῆς παρούσης εἰσηγήσεως εἶναι «Τὰ ἱερὰ μνημόσυνα», δηλαδὴ οἱ ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων ἀδελφῶν μας δεήσεις τῆς Ἐκκλησίας. Περιλαμβάνει δὲ δύο μέρη.
Στὸ πρῶτο προσπαθοῦμε νὰ δώσουμε μία ἱστορικὴ εἰκόνα τοῦ θέματος, δηλαδὴ κάνουμε μία ἀναδρομὴ στὴν περὶ μνημοσυνῶν παράδοση καὶ πρακτική τῆς Ἐκκλησίας ἀπ’ ἀρχῆς μέχρις ὅτου παγιώθηκε ἡ λειτουργικὴ τάξη. Ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ στὴν ἱστορία, καὶ στὴν ἐδῶ περίπτωσή μας καὶ σὲ κάθε ἄλλο λατρευτικὸ θέμα, δὲν γίνεται ἁπλῶς ἀπὸ λόγους ἱστορικῆς περιέργειας, ἀλλὰ ἔχει οὐσιαστικὸ λόγο ὑπάρξεως καὶ καλλιεργείας. Ἔτσι κατοχυρώνουμε τὴν νομιμότητα τῆς λειτουργικῆς μας πράξεως καὶ ἐν προκειμένῳ τὶς δεήσεις ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων, ποὺ τελεῖ ἡ Ἐκκλησία γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τους καὶ γιὰ παρηγοριὰ τῶν ζώντων.
Ἔτσι σκέπτεται, θεολογεῖ καὶ ἐνεργεῖ μία παραδοσιακὴ Ἐκκλησία, ὅπως εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος. Ἡ παράδοση δικαιώνει καὶ ἐπαληθεύει τὴν σημερινή μας πρακτική. Δὲν καινοτομοῦμε, ἀλλὰ ἀκολουθοῦμε τὴν τάξη ποὺ παραλάβαμε ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Σ’ αὐτὴν μὲ ταπείνωση καὶ ἐμπιστοσύνη στηριζόμαστε καὶ ἐν ὀνόματί της συνεχίζουμε τὴν πνευματικὴ καὶ λατρευτικὴ ζωὴ μέσα στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, ἐπικαλούμενοι τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, πιστεύοντας ὅτι ἡ εὐσπλαγχνία του θὰ νικήσει τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας.
Τὸ λέμε μὲ παρρησία στὶς εὐχὲς τῆς γονυκλισίας τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Πεντηκοστῆς, ποὺ κατὰ βάση εἶναι νεκρώσιμες εὐχές: «Ἐπιμέτρησον τὰς ἀνομίας ἡμῶν τοῖς οἰκτιρμοῖς σου· ἀντίθες τὴν ἄβυσσον τῶν οἰκτιρμῶν σου τῷ πλήθει τῶν πλημμελημάτων ἡμῶν» (α’ γονυκλισία, εὐχὴ πρώτη). Στὰ ἐρωτήματα ποὺ τίθενται ἀπὸ πιστοὺς καὶ μὴ πιστοὺς γιὰ τὸ ποιὰ εἶναι ἡ σκοπιμότητα καὶ ποιὸ τὸ ὄφελος γιὰ τοὺς κεκοιμημένους ἔχουν οἱ δεήσεις ποὺ κάνουν γι’ αὐτοὺς οἱ ζῶντες, ἐφ’ ὅσον «ἐν τῷ ἅδῃ οὐκ ἔστι μετάνοια», ἐμεῖς θὰ ἀπαντήσουμε ἐπικαλούμενοι τὴν ἀπὸ αἰώνων πράξη τῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ φαινομενικὰ ἁπλοϊκό, «ἔτσι τὸ παραλάβαμε», δείχνει ὅλη τὴν ἐμπιστοσύνη μας καὶ τὴν ἀμετακίνητη καὶ ζωντανὴ ἐλπίδα μας στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν βεβαιότητα ὅτι ἡ πράξη τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἐκφράζει τὴν πίστη της καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ στὸν κόσμο, ἀποτελεῖ γιὰ ὅλους μας τὴν ἐγγύηση ὅτι οἱ προσευχὲς μας γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι θὰ εἶναι ὠφέλιμες γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν τεθνεώτων. Μὲ ποιὸ τρόπο θὰ γίνει αὐτό, τὸ ἀφήνουμε στὸ ἀνεξιχνίαστο πέλαγος τῆς πολυμήχανης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὴ περίπου εἶναι ἡ ἀπάντησή μας στὸ θέμα ποὺ ἀφορᾶ στὰ μνημόσυνα ἀπὸ λειτουργικὴ ἄποψη. Πῶς θεωρητικά, βάσει τῆς περὶ ἐσχάτων καὶ περὶ τῆς μετὰ θάνατον ζωῆς καὶ ἀναστάσεως διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς περὶ τῆς κοινωνίας τῶν ἁγίων θεολογίας της ἀντιμετωπίζεται τὸ θέμα, ἔχει ἐπαρκῶς ἀναλυθεῖ ἀπὸ τὶς προηγηθεῖσες θεωρητικὲς εἰσηγήσεις. Ἐμεῖς θὰ μείνουμε στὴν ἱστορικολειτουργικὴ του πλευρὰ μόνο.

Ἡ Χριστιανικὴ Ἐκκλησία καθιέρωσε εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς εἰδικὲς προσευχὲς γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων πατέρων καὶ ἀδελφῶν μας. Αὐτὸ ἀποτελεῖ συνέπεια τῆς πίστεως καὶ διδασκαλίας της ὅτι οἱ ἀποθανόντες πιστοὶ ζοῦν καὶ μετὰ θάνατον ἐν Χριστῷ καὶ ὅτι ἡ κοινωνία πίστεως καὶ ἀγάπης μεταξὺ ζώντων καὶ τεθνεώτων δὲν παύει νὰ ὑφίσταται, ἐκφράζεται δὲ μὲ ἀμοιβαῖες προσευχές. Οἱ ζῶντες δέονται ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων καὶ οἱ κεκοιμημένοι ὑπὲρ τῶν ζώντων καὶ μάλιστα οἱ ἅγιοι, ποὺ ἔχουν παρρησία στὸν Θεό. Ἔτσι καθιερώνονται προσευχὲς καὶ ἀκολουθίες ὑπὲρ τῶν τεθνεώτων εἰς μνήμην αὐτῶν, τὰ μνημόσυνα. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει πανανθρώπινη παράδοση καὶ πρακτική, νεκρικὰ δηλαδὴ ἔθιμα ποὺ ὑφίσταντο κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ἱδρύσεως καὶ ἐξαπλώσεως τῆς Ἐκκλησίας, καὶ πού, ἐκχριστιανιζόμενα καὶ ἀποκαθαιρόμενα ἀπὸ προλήψεις καὶ δεισιδαιμονίες, λαμβάνουν νέο περιεχόμενο καὶ νόημα καὶ συνεχίζονται ἀπὸ αὐτήν.
Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀπαντοῦν μαρτυρίες γιὰ τὴν πρὸ Χριστοῦ ἰουδαϊκὴ πράξη. Στὸ Τωβὶτ 4,17 ὑπάρχει ἡ προτροπὴ «ἔκχεον τοὺς ἄρτους σου ἐπὶ τὸν τάφον τῶν δικαίων», ποὺ ὑπαινίσσεται τὴν τέλεση νεκροδείπνων στοὺς τάφους ἢ τὴν προσφορὰ ἐλεημοσυνῶν στοὺς φτωχούς, προφανῶς εἰς μνημόσυνο τῶν ἀπελθόντων. Στὸ Β’ Μακκαβαίων 12, 43-45 μαρτυρεῖται ἡ τέλεση θυσιῶν «περὶ ἁμαρτίας» ὑπὲρ τῶν «μετ’ εὐσέβειας κοιμωμένων». Ὁ Ἰούδας ὁ Μακκαβαῖος ἔστειλε στὸν ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων τὰ ἀπαιτούμενα γιὰ νὰ τελεσθεῖ θυσία γιὰ ἐκείνους ποὺ ἔπεσαν στὸν πόλεμο. Ἡ συγγένεια μὲ τὴν σχετική, μεταγενέστερα βέβαια, χριστιανικὴ πράξη εἶναι ἐμφανής.
Θυσίες ὅμως καὶ προσφορὲς ὑπὲρ τῶν νεκρῶν ἔκαναν καὶ οἱ εἰδωλολάτρες. Ἤδη ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ὁμήρου ἦταν γνωστὰ τὰ «περίδειπνα», κατὰ τὰ ὁποῖα ἐπιστεύετο ὅτι συνέτρωγε καὶ ὁ νεκρὸς μαζὶ μὲ τοὺς παρακαθημένους. Τὰ ἐπιμνημόσυνα δεῖπνα αὐτὰ ἐτελοῦντο σὲ ὁρισμένες τακτὲς ἀπὸ τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου ἡμέρες, τὴν τρίτη, τὴν ἐνάτη, τὴν τριακοστὴ καὶ κατ’ ἔτος τὴν «γενέθλιο» ἡμέρα τοῦ νεκροῦ, δηλαδὴ κατὰ τὴν ἐπέτειο τῆς γεννήσεώς του – ὄχι τοῦ θανάτου του. Ἡ συγγένεια καὶ ἐδῶ μὲ τὴν χριστιανικὴ πρακτικὴ εἶναι ἐμφανέστατη.
Οἱ χριστιανοὶ συνεχίζουν, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, τὰ ἀνωτέρω μὲ ἕνα διπλὸ τρόπο· τὶς ἐλεημοσύνες ὑπὲρ τῶν τεθνεώτων, ὡς ἔκφραση ἀγάπης πρὸς αὐτοὺς καὶ πρὸς τοὺς ἐνδεεῖς, καὶ τὶς προσευχές. Ἤδη οἱ «Ἀποστολικὲς Διαταγὲς» (τέλος Δ’ αἰῶνος) συνιστοῦν νὰ δίδονται «ἐκ τῶν ὑπαρχόντων» τοῦ νεκροῦ καὶ «εἰς ἀνάμνησιν αὐτοῦ» ἐλεημοσύνες στοὺς φτωχοὺς (Η’ 42). Τὸ ἴδιο συνιστοῦν καὶ ὁ Χρυσόστομος, ὁ Ἱερώνυμος, ὁ Τερτυλλιανός, ὁ ψευδο-Ἀθανάσιος καὶ ἄλλοι παλαιοὶ πατέρες καὶ ἐκκλησιαστικοὶ συγγραφεῖς. Παραλλήλως ὅμως ἐτελοῦντο στοὺς τάφους τῶν νεκρῶν καὶ τὰ «περίδειπνα» ἢ «μακαρίαι», ποὺ ἔχουν ἐπιβιώσει μὲ διάφορες ἐξελιγμένες μορφὲς κατὰ τόπους μέχρι σήμερα. Καὶ τὰ «περίδειπνα» δὲν εἶναι ἄσχετα πρὸς τὴν περὶ ἐλεημοσυνῶν πρακτική, ἀφοῦ σ’ αὐτὰ συνέτρωγαν ὄχι μόνο συγγενεῖς καὶ φίλοι τοῦ νεκροῦ, ἀλλὰ καὶ κληρικοί, πτωχοὶ καὶ ξένοι (Ἀποστ. Διαταγαὶ Η’ 44, Αὐγουστίνου Ἐξομολογήσεις Ι, 2, Βαλσαμὼν κ.λπ.). Εἶναι ἄξιο σημειώσεως τὸ πνευματικὸ νόημα ποὺ δίδεται ἀπὸ τὶς «Ἀποστολικὲς Διαταγὲς» στὶς συνεστιάσεις αὐτές, ὡς μίας πράξεως προσευχῆς καὶ πρεσβείας τῶν ζώντων ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων («ἐν δὲ ταῖς μνείαις αὐτῶν καλούμενοι μετὰ εὐταξίας ἐστιάσθε καὶ φόβου Θεοῦ, ὡς δυνάμενοι καὶ πρεσβεύειν ὑπὲρ τῶν μεταστάντων» Η’ 44).

Ἤδη πάντως στὶς «Ἀποστολικὲς Διαταγὲς» ὑπάρχουν ὄχι μόνο διαμορφωμένες εὐχὲς καὶ διακονικὲς αἰτήσεις «ὑπὲρ ἀναπαυσαμένων ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν ἡμῶν», ποὺ κατὰ βάσιν περιέχουν τὰ αἰτήματα ἀκόμα καὶ τὶς φραστικὲς διατυπώσεις ποὺ μᾶς εἶναι οἰκεῖες ἀπὸ τὶς ἐν χρήσει εὐχὲς («παρίδῃ αὐτῷ πᾶν ἁμάρτημα ἑκούσιον καὶ ἀκούσιον καί… κατατάξῃ εἰς χώραν εὐσεβῶν, ἀνειμένων εἰς κόλπον Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ… ἔνθα ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καὶ στεναγμὸς» Η’ 41), ἀλλὰ καὶ μαρτυρία ὅτι ὑφίσταντο ἤδη ὡς καθοριζόμενα ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους τὰ τρίτα, τὰ ἔνατα, τὰ τεσσαρακοστὰ καὶ τὰ ἐνιαύσια μνημόσυνα. Δίδεται δὲ μία βιβλικὴ ἢ ὑποτυπώδης θεολογικὴ δικαίωση γιὰ τὸ καθένα:« Ἐπιτελείσθω δὲ τρίτα τῶν κεκοιμημένων ἐν ψαλμοῖς καὶ ἀναγνώσεσι καὶ προσευχαῖς διὰ τὸν διὰ τριῶν ἡμερῶν ἐγερθέντα• καὶ ἔνατα εἰς ὑπόμνησιν τῶν περιόντων καὶ τῶν κεκοιμημένων καὶ τεσσαρακοστὰ κατὰ τὸν παλαιὸν τόπον, Μωϋσῆν γὰρ οὕτως ὁ λαὸς ἐπένθησε· καὶ ἐνιαύσια ὑπὲρ μνείας αὐτοῦ» (Η’ 42).
Παρόμοιες θεολογικὲς ἑρμηνεῖες μὲ ἀναγωγὲς στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἢ στὴν θεολογικὴ σημασία τῶν ἀριθμῶν ἢ ἰδιαιτέρως στὸν βίο καὶ στὶς μετὰ τὴν ἀνάσταση ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου ἔχουν δοθεῖ πολλὲς γιὰ τὴν δικαιολόγηση τῆς ἐπιλογῆς τῶν ἡμερῶν τελέσεως τῶν μνημοσυνῶν: Ἁγία Τριάς, τριήμερος ταφὴ τοῦ Κυρίου (τὰ τρίτα), τὰ ἀγγελικὰ τάγματα ἢ ὁ ἱερὸς ἀριθμὸς 3 ἐπὶ 3 ἢ ἡ ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν ὀγδόη μετὰ τὴν ἀνάσταση ἡμέρα (τὰ ἔνατα), ἀνάληψη τοῦ Κυρίου σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν ἀνάσταση (τὰ τεσσαρακοστὰ) κ.ο.κ.
Ὁ ἅγιος Συμεὼν Θεσσαλονίκης ἀναφέρει καὶ ἄλλες ἑρμηνεῖες ποὺ κυκλοφοροῦσαν κατὰ τὴν ἐποχή του, ποὺ συσχέτιζαν τὶς ἡμέρες τῶν μνημοσυνῶν μὲ τὶς ἀντίστοιχες φάσεις τῆς συλλήψεως καὶ τῆς διαμορφώσεως τοῦ ἐμβρύου ἀφ’ ἑνός, καὶ τῆς φυσικῆς διαλύσεως τοῦ σώματος μετὰ τὴν ταφὴ ἀφ’ ἑτέρου. Αὐτὲς βασιζόταν στὶς ἰατρικὲς γνώσεις τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καὶ δὲν τὶς υἱοθετεῖ ὁ Συμεών, ποὺ ὀρθῶς προτιμᾶ «πνευματικῶς νοεῖν πάντα καὶ θείως καὶ μὴ ἐκ τῶν αἰσθητῶν συνιστᾶν τὰ τῆς Ἐκκλησίας» (Διάλογος, κέφ. 371).
Ἕνα πάντως εἶναι σημαντικό, ὅτι ἡ Ἐκκλησία διατήρησε προχριστιανικὰ ἤθη ποὺ δὲν ἀντέλεγαν στὴ διδασκαλία της, ἔδωσε σ’ αὐτὰ νέο χριστιανικὸ νόημα καὶ τροποποίησε μερικὰ γιὰ θεολογικοὺς λόγους. Ἔτσι ἐνεργεῖ ὅταν μεταθέτει τὰ τριακοστὰ στὴν τεσσαρακοστὴ ἡμέρα, ἐμφανῶς ἀπὸ ἰουδαϊκὴ ἐπὶδραση καὶ ἀπὸ συσχετισμὸ πρὸς τὴν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου. Ἔτσι τελεῖ καὶ τὰ ἐνιαύσια, ὄχι, κατὰ τὴν ἄνευ σημασίας ἡμέρα τῆς φυσικῆς γεννήσεως τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἐν Χριστῷ γεννήσεως καὶ τελειώσεως καὶ εἰσόδου στὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν ἡμέρα δηλαδὴ τῆς «κοιμήσεως» τῶν πιστῶν, τὴν «γενέθλιο ἡμέρα» τους. Δὲν ἐπιδίδεται σὲ ἀνούσιους καὶ ἀνωφελεῖς πολέμους καὶ σκιαμαχίες, ἀλλὰ ἀναπλάθει ἐν Χριστῷ τὸν κόσμο. Πολὺ σοφὴ τακτική.

Ἀπὸ τὰ σωζόμενα τυπικὰ διαφόρων Μονῶν μαθαίνομε τὰ νεκρικὰ ἔθιμα ποὺ τηροῦνταν στὰ μοναστήρια καὶ προφανῶς καὶ στὶς κατὰ κόσμον ἐκκλησίες. Ἐπὶ τὶς σαράντα πρῶτες ἡμέρες ἐγίνετο καθημερινῶς κατὰ τὶς ἀκολουθίες τοῦ ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ ὄρθρου εἰδικὴ δέηση ὑπὲρ τοῦ κοιμηθέντος καὶ προσεφέρετο ὑπὲρ αὐτοῦ ἡ ἀναίμακτος θυσία. Στὴν ἰδιαιτέρως μεγάλη σπουδαιότητα τῆς τελέσεως τῆς θείας εὐχαριστίας ὑπὲρ τοῦ κεκοιμημένου, τῆς μνημονεύσεώς του κατ’ αὐτὴν καὶ τῆς ὠφελείας του ἀπὸ αὐτὴν ἀναφέρονται οἱ πατέρες ἀπὸ τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων (Δ’ αἰών), ποὺ τονίζει ὅτι «μεγίστην ὤνησιν»( μεγάλη ὠφέλεια) εὑρίσκουν οἱ ψυχὲς «ὑπὲρ ὧν ἡ δέησις προσφέρεται τῆς ἁγίας καὶ φρικωδέστατης προκειμένης θυσίας» (Μυσταγωγικὴ Κατήχησις Ε’9), μέχρι καὶ τοῦ ἁγίου Συμεὼν Θεσσαλονίκης (ΙΕ’ αἰών).
Ὁ τελευταῖος συνδυάζει τὴν παραδοσιακὴ περὶ λειτουργίας θεολογία, εἰδικότερα στὴν ἐκ τῆς μνημονεύσεως τῶν κεκοιμημένων κατὰ τὴν ἐξαγωγὴ τῶν μερίδων στὴν πρόθεση ὠφέλεια, γιατί μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν διὰ τῆς μερίδος τους στὸ δισκάριο μετέχουν μυστηριωδῶς καὶ ἀοράτως τῆς χάριτος, κοινωνοῦν, παρακαλοῦνται, σώζονται καὶ εὐφραίνονται ἐν Χριστῷ (Διάλογος, κεφ. 373). Ἂν ἀπέθνησκε κάποιος κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς ἢ ἡ περίοδος τῶν σαράντα λειτουργιῶν ἐνέπιπτε μερικῶς μέσα σ’ αὐτή, ἐγίνετο μία εὔλογη διευθέτηση. Τὰ τρίτα ἐτελοῦντο τὸ πρῶτο Σάββατο, τὰ ἔνατα τὸ δεύτερο καὶ τὸ σαρανταλείτουργο ἄρχιζε ἀπὸ τὴ Δευτέρα μετὰ τοῦ Θωμᾶ. Ἡ διάταξη αὐτὴ εἶναι πολλαπλῶς σημαντικὴ καὶ θὰ ἐπανέλθουμε στὸ δεύτερο μέρος τῆς εἰσηγήσεως.
Ἂς κρατήσουμε τὸ βασικό της δίδαγμα ὅτι τὸ κυρίως μνημόσυνο τοῦ κεκοιμημένου γίνεται διὰ τῆς θείας λειτουργίας ἤ, μὲ ἄλλους λόγους, ὅτι ἡ ἀληθινὴ ἀκολουθία τοῦ μνημοσύνου εἶναι συνδεδεμένη ἀρρήκτως μὲ τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας εὐχαριστίας, ὅπως εἴδαμε παλαιότερα γιὰ τὸ βάπτισμα, τὸν γάμο, τὸ εὐχέλαιο κ.λπ.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἀτομικὰ μνημόσυνα ποὺ γίνονται κατὰ τὴν τρίτη, ἐνάτη, τεσσαρακοστὴ ἀπὸ τὴν ἀπὸ τῆς κοιμήσεως ἡμέρα καὶ κατὰ τὴν κατ’ ἔτος μνήμη τοῦ θανάτου τοῦ κεκοιμημένου, ἡ Ἐκκλησία ἔχει εἰσαγάγει σ’ ὅλες τὶς ἀκολουθίες τῆς δεήσεις ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν καὶ μακαρίας μνήμης τῶν προκεκοιμημένων πατέρων καὶ ἀδελφῶν μας, δηλαδὴ γενικῶν δεήσεων ἢ καὶ εὐχῶν, ποὺ μποροῦν νὰ ἐξειδικευθοῦν μὲ τὴν μνημόνευση ὀνομάτων. Ἔτσι ἔχουμε τὶς ἐκτενεῖς τοῦ ἑσπερινοῦ, τοῦ ὄρθρου καὶ τῆς θείας λειτουργίας (« Ἐλέησον ἡμᾶς, ὁ Θεός… Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ μακαρίας μνήμης καὶ αἰωνίου ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν…»), τὴν ἀκολουθία τῆς προσκομιδῆς καὶ τὰ μετὰ τὸν καθαγιασμὸ δίπτυχα τῆς θείας λειτουργίας, τὸ «Εὐξώμεθα» τοῦ μεσονυκτικοῦ καὶ τοῦ ἀποδείπνου, τὸ νεκρώσιμο τροπάριο στὴν τριθέκτη καὶ ἰδιαιτέρως τὸ δεύτερο μέρος τοῦ καθημέραν μεσονυκτικοῦ, ποὺ στὶς πηγὲς χαρακτὴρίζεται «τρισάγιον ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων» καὶ περιλαμβάνει δύο ψαλμοὺς (τὸν ρκ’ καὶ ρλγ’), τρισάγιο κ,λπ., τρία νεκρώσιμα τροπάρια («Μνήσθητι, Κύριε, ὡς ἀγαθός…» κ,λπ.) καὶ θεοτοκίο καὶ τὴν νεκρώσιμο εὐχὴ («Μνήσθητι, Κύριε, τῶν ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως…»).

Στοὺς κεκοιμημένους καὶ στὶς ὑπὲρ αὐτῶν δεήσεις εἶναι ἀφιερωμένα ὅλα τὰ Σάββατα τοῦ ἔτους. Κατ’ αὐτὰ ψάλλονται νεκρώσιμα τροπάρια καὶ κανὼν κατὰ τὸν ἦχον τῆς ἑβδομάδος, τελοῦνται δὲ κανονικῶς καὶ τὰ μνημόσυνα. Ἑξαιρέτως δὲ δύο Σάββατα κατ’ ἔτος, τὸ Σάββατον πρὸ τῆς Ἀπόκρεω καὶ τὸ Σάββατον πρὸ τῆς Πεντηκοστῆς, εἶναι ἡμέρες κοινῶν καὶ πανδήμων μνημοσυνῶν ἀφοῦ κατ’ αὐτὰ «μνήμην ἐπιτελοῦμεν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κεκοιμημένων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, πατέρων καὶ ἀδελφῶν». Ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Σαββάτου ὡς νεκρωσίμου ἡμέρας ὀφείλεται ἀφ’ ἑνὸς μὲν στὸν χαρακτηρισμό της στὴν Γένεση ὡς ἡμέρας «καταπαύσεως» ἀπὸ τῶν ἔργων τοῦ δημιουργοῦ του κόσμου Θεοῦ (Γεν. β’2), ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸν κατὰ τὸ Σάββατο ἐκεῖνο τῆς ἑβδομάδος τῶν ἁγίων παθῶν «σαββατισμὸ» τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν τάφο. Ἀνάλογες νεκρώσιμες ἑορτὲς κατ’ ἔτος ὑπῆρχαν καὶ στὸν προχριστιανικὸ κόσμο ποὺ ἀντικατεστάθησαν ἀπὸ τὰ κοινὰ μνημόσυνα τῶν δύο Ψυχοσαββάτων. Στὸ Σάββατο πρὸ τῆς Ἀπόκρεω μεταξὺ ς’ καὶ ζ΄ ὠδῆς τοῦ κανόνος τοῦ ὄρθρου ὑπάρχει θαυμάσιο Συναξάριο γραμμένο ἀπὸ τὸν Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, στὸ ὁποῖο ἀναλύεται ἡ περὶ τῆς μετὰ θάνατον ζωῆς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καὶ διεξοδικῶς ἐκτίθενται τὰ περὶ μνημοσυνῶν καὶ τῆς ἐξ αὐτῶν ὠφελείας τῶν ψυχῶν τῶν κεκοιμημένων.

Τελετουργικὰ Θέματα τ. Γ΄, Ἔκδ. Ἀποστ.Διακονίας, 2007

Εκ του ορθοδόξου ιστολογίου του Ιερού Ναού Αγίας Ζώνης Πατησίων agiazoni.gr

Πηγή: https://www.orthodoxianewsagency.gr/orthodoxes-provoles/ta-iera-mnimosyna-ek-tou-aeimnistou-ioannou-fountouli/