Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019

Η εορτή των Τριών Ιεραρχών (30 Ιανουαρίου)


Νικόλαος Γεωργαντώνης

θεολόγος - ιεροψάλτης

 

Στις 30 Ιανουαρίου, η Εκκλησία μας τιμά τους τρείς Ιεράρχες, τον Μέγα Βασίλειο (+379 μ.Χ.), τον Αγ. Γρηγόριο τον Θεολόγο (+390 μ.Χ.) και τον Αγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο (+407 μ.Χ.). Είναι μια σημαντική εορτή που δημιουργήθηκε με συγκεκριμένο λόγο. Σε μια εποχή που η παιδεία ολοταχώς οδεύει στην απώλεια ψυχών από τον δρόμο του Θεού αλλά και συσκότηση των νέων, χρειάζεται να υπάρχουν γερά πρότυπα για να σταματήσει αυτό το κακό. Αυτό το παράδειγμα είναι οι Τρείς Ιεράρχες. Μπορεί η κοινωνία να κάνει ότι θέλει στην Παιδεία αλλά όφελος έχει να μάθει ο καθένας το σωστό και να το μεταφέρει στις νεώτερες γενεές.

            Η εορτή αυτή, δεν υπήρχε στην πρώτη χιλιετία της Εκκλησίας. Ο κάθε άγιος δεν έζησε μονάχα κοντά χρονικά ο ένας με τον άλλον, αλλά και δίπλα όπως ο Μέγας Βασίλειος με τον Αγ. Γρηγόριο τον Θεολόγο. Γύρω στο 1100 μ.Χ., επί βασιλείας του Αλεξίου του Κομνηνού, ξεκίνησε μια φιλονικία για το ποιός άγιος από τους τρείς είναι ανώτερος.[1] Η μία μερίδα των ανθρώπων, έλεγε ότι ο Μέγας Βασίλειος είναι αυτός που ήταν ο ανώτερος επειδή ερεύνησε την φύση των όντων και με τις αρετές του, έμοιασε με τους Αγγέλους. Επίσης ήταν αυστηρός στον βίο και δεν συγχωρούσε εύκολα τους αμαρτωλούς. Τον Αγ. Ιωάννη Χρυσόστομο θεωρούσαν κατώτερο επειδή ήταν αντίθετος στον Μέγα Βασίλειο και εύκολα συγχωρούσε τον αμαρτωλό και το ήθος του προσέλκυε τους πιστούς σε μετάνοια. Αυτή η ομάδα λεγόταν Βασιλείτες.[2] Η δεύτερη ομάδα, οι Ιωαννίτες, ύψωνε τον Αγ. Ιωάννη Χρυσόστομο, επειδή χρησιμοποίησε πιο κατανοητές διδασκαλίες για τον κόσμο. Και η Τρίτη ομάδα, οι Γρηγορίτες, έλεγαν ότι ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι ο ανώτερος των άλλων δύο επειδή είχαν κομψό και υψηλό νόημα οι λόγοι του, δείχνοντας ότι είχε ξεπεράσει όλους τους σοφούς. Με αυτόν τον τρόπο, χωρήστηκαν οι Χριστιανοί σε τρείς ομάδες και φιλονικούσαν.

Λόγω αυτού, εμφανίστηκε ο καθένας άγιος χωριστά και μετά όλοι μαζί στον τότε επίσκοπο Ευχαϊτών, Ιωάννη, που βρισκόταν στην Γαλατία, υπαγόμενος στην Μητρόπολη Γαγγρών. Ο Ιωάννης ήταν άνθρωπος λόγιος, φωτισμένος και έχοντας φτάσει στην κορυφή των αρετών. Σε αυτόν εμφανίστηκαν οι τρείς Άγιοι και του εξήγησαν, «Εμείς ένα είμαστε κοντά στον Θεό, καθώς βλέπεις, και καμμία αντίθεσι ή διαμάχη δεν έχουμε, αλλά στους διαφόρους καιρούς, που ζήσαμε, έτσι ο καθ’ένας από εμάς από την χάρι του θείου κινούμενος Πνεύματος, διαφορετικές διδασκαλίες συνέγραψε. Και εκείνα που διδαχθήκαμε από το Άγιο Πνεύμα, αυτά και εκδώσαμε για την σωτηρία των ανθρώπων. Και πρώτος ανάμεσα σε εμάς δεν υπάρχει, ούτε δεύτερος, αλλά εάν πής τον ένα, αμέσως και οι άλλοι δύο ακολουθούν. Γι’αυτό να διατάξης αυτούς που φιλονεικούν, να μη χωρίζωνται εξ αιτίας μας. Διότι εμείς, όσο μπορούσαμε φροντίζαμε, τόσο όταν είμασταν ζωντανοί, όσο τώρα που βρισκόμαστε στους ουρανούς, το να ειρηνεύουμε και να οδηγούμε τον κόσμο στήν γνώσι και στήν ομόνοια και όχι να τον χωρίζουμε. Αλλά και σε μία ημέρα ένωσε και τους τρείς εμάς και να συνθέσης και τα τροπάρια και τα άσματα της εορτής  μας, όπως αρμόζει στην δική σου σύνεσι, και κατόπιν να αναφέρης στούς Χριστιανούς, ότι ένα είμαστε κοντά στον Θεό. Βέβαια και εμείς μαζί θα συνεργήζουμε για την σωτηρία εκείνων, που εκτελούν την κοινή μνήμη μας. Επειδή και εμείς φαινόμαστε, ότι έχουμε κάποια παρρησία και δύναμι κοντά στον Θεό».[3] Με αυτό τον τρόπο, καθησυχάστηκε ο κόσμος και αποκαταστάθηκε η ειρήνη και ομόνοια μεταξύ των Χριστιανών. Και με θεία φώτιση σκέφτηκε αυτός ο μακάριος Ιωάννης, να βάλει την εορτή στο τέλος του μήνα Ιανουαρίου, όπου μέσα στο αυτό μήνα έχουνε ήδη εορτάσει οι τρείς άγιοι ξεχωριστά.

Οι Τρείς Ιεράρχες είναι πρότυπο για την παιδεία γιατί όχι μόνο έγιναν πραγματικά επιστήμονες αλλά έδειξαν και τον τρόπο συνύπαρξης την επιστήμης και της πίστεως. Πέραν από αυτό, δείχνουν ότι στην Εκκλησία, δεν υπάρχουν διακρίσεις και πρωτεία. Όλοι είναι ίσοι ενώπιον του Χριστού. Αυτά τα παραδείγματα πρέπει να έχουνε οι νεότερες γενεές γιατί δείχνουν τον δρόμο για όλους μας. Οι μέθοδοι και η αποφασιστηκότητα τους είναι διαχρονική. Ζώντας σε μια εποχή που δεν υπάρχει η φλόγα της μαθήσεως τόσο των διαφόρων επιστημιών αλλά και της Ορθοδόξου πίστεως μας, κρίνεται αναγκαίο να επιστρέψουμε στον Ιησού Χριστό και στους αγίους της Εκκλησίας μας για να πάρουμε δύναμη. Να αντιστρέψουμε αυτή την αρνητικότητα και αφέλεια που υπάρχει και να οδέυσουμε προς εκεί που πρέπει, προς τον Θεό. Μόνο εάν ατενίσουμε προς τον Ουρανό, θα μπορούμε να γίνουμε σωστοί επιστήμονες και πιστά μέλη της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας μας!



[1] Μιχ. Γαλάνου, «Οι Βίοι των Αγίων», σελ. 115 - 116
[2] Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής, Τομ. Γ’, σελ. 201
[3] Αγ. Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής, Τομ. Γ’, σελ. 202

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019

"Τίμησις Αγίου, Μίμησις Αγίου", 23 Ιανουαρίου 2019


"Τίμησις Αγίου, Μίμησις Αγίου", 16 Ιανουαρίου 2019


"Τίμησις Αγίου, Μίμησις Αγίου", 9 Ιανουαρίου 2019


"Τίμησις Αγίου, Μίμησις Αγίου", 2 Ιανουαρίου 2019


"Τίμησις Αγίου, Μίμησις Αγίου" 19 Δεκεμβρίου 2018


Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

ΑΡΚΕΙ Ο ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΣΤΗΝ ΙΕΡΩΣΥΝΗ;


π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΥ

           
Είναι, πράγματι, πολύ ευχάριστη έκπληξη η πληροφορία για την είσοδο στην Ιερωσύνη Ανδρών διαφόρων επαγγελμάτων η συνταξιούχων, σε εποχή μάλιστα, που η υπάρχουσα νομοθεσία οδηγεί σε μείωση του αριθμού των Κληρικών μας και κατά συνέπεια σε παρακώλυση του ποιμαντικού έργου της Εκκλησίας μας. Όπως όμως είναι γνωστό, η είσοδος στην Ιερωσύνη έχει συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αρκεί να μελετήσει κάποιος τους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας (βλ. λ.χ. Παναγιώτης Ι. Μπούμης, Κανονικόν Δίκαιον, εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, Αθήνα 2002, σ. 157 επ.), και τα υπό των Οικουμενικών μας Συνόδων οριζόμενα. Εγείρεται, συνεπώς, το ερώτημα: Στίς σημερινές χειροτονίες υπάρχουν πάντα οι ορθοδοξοπατερικές προϋποθέσεις; Η ιερατική μας όμως πείρα μας έχει πείσει, ότι δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο της παραθεωρήσεως των οριζομένων από τους Ιερούς Κανόνες ως προς τα κωλύματα της Ιερωσύνης (π.χ. σαρκικά αμαρτήματα μετά το βάπτισμα, ακόμη και με τη μνηστή πρό της τελέσεως του γάμου, μοιχεία κατά τον έγγαμο βίο, διγαμία, κάποιο σοβαρό αδίκημα τιμωρούμενο από την Πολιτεία κ.λπ.). Ελλοχεύει, συνεπώς, πάντα ο κίνδυνος αντικανονικών χειροτονιών λόγω ανεδαφικού ενθουσιασμού ή και αγνοίας, κάτι που βαρύνει όχι μόνο τον χειροτονούμενο, αλλά και τον χειροτονούντα.

            Όπως ήδη ο  Απ. Παύλος μας έχει διδάξει (Α’ Κορ. 12, 27/28 – Εφ. 4, 11 – 14), ο Κληρικός προέρχεται από τους φορείς αγιοπνευματικών χαρισμάτων και είναι Πνευματοφόρος-Πνευματικός (Α’ Κορ. 2,15), με ενεργό μέσα του την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Το ιερατικό αξίωμα δεν εξαντλείται στην πράξη της χειροτονίας, αλλά συναρτάται με τις εσωτερικές –καρδιακές προϋπεθέσεις του χειροτονημένου. Στην αρχαία Εκκλησία και τη φυσική συνέχεια της, την Ορθοδοξία, δεν υπάρχει η νομική-υπαλληλική αντίληψη για την ιερωσύνη, όπως στη Δύση, αλλά η μυστηριακή και χαρισματική. Εφ’όσον ορθόδοξα το έργο του Κληρικού είναι θεραπευτικό της ψυχής των πιστών, πρέπει οι ίδιοι να είναι θεραπευμένοι, για να θεραπεύουν τους άλλους (πρβλ. τον λόγο του Χριστού μας: «Ιατρέ, θεράπευσον σεαυτόν πρώτον». Λουκ. 4, 23). Δεν αρκεί οι εισερχόμένοι εις τον Κλήρο να είναι απλώς «ηθικοί» η πεπαιδευμένοι, αλλά να διαθέτουν το εν Χριστώ ήθος, ως καρπό του «ενοικούντος» μέσα τους (Ρωμ. 8, 11) Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22), και την «παιδείαν Κυρίου» (Εφ. 6,4).  

            Θεραπεύει, συνεπώς τους άλλους, ο έχων την ψυχική κάθαρση και θεραπεία. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος συνοψίζει την σχετική πατερική διδασκαλία: «Ο διάκονος, αφού έχει έργο να καθάρει τον λαό του Κυρίου από τα πάθη, απαραίτητη προϋπόθεση για να χειροτονηθή είναι να βρίσκεται στο στό στάδιο της καθάρσεως... Ο πρεσβύτερος, αφού έργο έχει να φωτίζει τους άλλους..., πρέπει να βρίσκεται στο στάδιο του φωτισμού του νού..., να έχει δηλαδή αδιάλειπτη μνήμη Θεού δια της ευχής... Ο επίσκοπος, αφού βασικό του έργο είναι να τελειοί τον λαό δια των λόγων της θεολογίας, πρέπει να βιώνει την μυστική θεολογία, να ζεί την κοινωνία με τον Θεό...» (Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία..., Έδεσσα 1986, σ. 69). Όταν τα ανέφερα αυτά σε κάποια διάλεξη μου, κάποιος Κληρικός μου είπε: Πού να τα βρούμε αυτά σήμερα, παπα-Γιώργη!  Και απήντησα, Γι’αυτό και βρισκόμαστε στην τραγική κατάσταση, στην οποία εφθάσαμε. Γι’αυτό έλεγε ο αείμνηστος π. Ι. Ρωμανίδης, πρώτος μας διδάσκαλος σ’αυτά: «Στη θέση των καθηγητών στο (Πνευματικό) Νοσοκομείο της Εκκλησίας βρέθηκαν κάποια στιγμή της ιστορίας μας απλοί νοσοκόμοι». Και μακάρι να ισχύει και αυτό...

            Κατά τον άγιο Ι. Χρυσόστομο ο Κληρικός πρέπει να έχει μεγαλύτερο (πνευματικό) οπλισμό από τους ερημίτες και κατά τον Μ. Βασίλειο να είναι «ακτίνος ηλίου καθαρώτερος». Για τον Κληρικό, δηλαδή, δεν ισχύει το κοινώς λεγόμενο: «Άνθρωπος είναι και αυτός». Και κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, δεν πρέπει να προχωρεί κάποιος στην χειροτονία, αν προηγουμένως δεν έγινε «ναός Θεού ζώντος και ζών κατοικητήριον Χριστού εν Πνεύματι». Σ’αυτή τη θεώρηση της Ιερωσύνης συγκλίνουν όλοι οι Άγιοι μας. Γι’αυτό, άλλωστε, ο Απ. Παύλος (Α’ Τιμ. 5, 22) λέγει στον Τιμόθεο, τον μαθητή του: «Μηδενί χείρας ταχέως επιτίθει, μηδέ κοινώνει αμαρτίαις αλλοτρίαις» (Να μη βάζεις γρήγορα τα χέρια σου σε κανένα, για να τον χειροτονήσεις, ούτε να γίνεσαι συμμέτοχος και συνυπεύθυνος σε ξένες αμαρτίες».) Φοβερός ο λόγος για τους χειροτονούντες...

            Και οι αθέμιτες χειροτονίες; Δεν υπάρχουν αθέμιτες χειροτονίες; Και βέβαια υπάρχουν, αλλά κατά τον Ι. Χρυσόστομο: «Ουκ από της θείας γίνονται χάριτος, αλλά και από της των ανθρώπων σπουδής» (επιπολαιότητας, θα λέγαμε). Προσθέτει όμως: «Πάντας ο Θεός ου χειροτονεί, δια πάντων δε ενεργεί» (PG. 62, 610). Η Ιερωσύνη είναι του Χριστού και μέσω αυτής ενεργεί ο ίδιος ο Χριστός. Όπως σ’όλα τα Μυστήρια, έτσι και σ’αυτό της Ιερωσύνης, ο χειροτονών επίσκοπος «δανείζει» τα χέρια του, για να χειροτονήσει ο ίδιος ο Χριστός. Η Ιερωσύνη, ο Χριστός δηλαδή, μεταβάλλει τον άρτο και τον οίνο σε Σώμα και Αίμα Χριστού και όχι εμείς οι Κληρικοί και γι’αυτό η μεταβολή δεν εξαρτάται από την ηθική αξία η απαξία μας. Αν όμως «αναξίως» φέρουμε την Ιερωσύνη και την μολύνουμε με τη ζωή μας, αγιάζονται μεν τα δώρα, αλλ’εμείς οι ίδιοι δεν μπορούμε να αγιασθούμε από αυτά, όπως λέγει ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας (Ορθοδ. Ψυχοθερ., σ. 75).

            Οι παρεκκλίσεις, συνεπώς, στους φορείς της Ιερωσύνης επιβεβαιώνουν την μη τήρηση των ιερών κανόνων και την απουσία αγιοπνευματικών προϋποθέσεων για την χειροτονία. Αυτά επισημαίνονται ήδη από τον άγιο Ισίδωρο Πηλουσιώτη (4-5ος αι.): «Μεταπεπτωκέναι-λέγει-έδοξε το αξίωμα από ιερωσύνης εις τυραννίδα από ταπεινοφροσύνης εις υπερηφανείαν• από νηστείας, εις τρυφήν από οικονομίας (δηλ. ποιμαντικής φροντίδας) εις δεσποτείαν» (εξουσία). Επισημαίνει όμως και την νόθευση των κινήτρων προς την Ιερωσύνη: «Πάλαι μεν, οι φιλάρετοι προς την ιερωσύνην προήγοντο, νυν δε οι φιλάργυροι. Τότε, οι το πράγμα φεύγοντες δια το μέγεθος της αρχής (του αξιώματος), νυν δε οι τούτο επιτρέχοντες (επιδιώκοντες) μεθ’ηδονής... Τότε οι τύπτεσθαι, νυν δε οι τύπτειν έτοιμοι» (Τότε οι έτοιμοι να κτυπηθούν, τώρα όμως οι εκείνοι, που είναι έτοιμοι να κτυπήσουν τους άλλους. Βλ. αγ. Νικοδ. Αγιορ., Ερμηνεία εις τας Επιστολάς, τ. Γ’, σ.112/113. Όρθοδ. Ψυχοθερ. σ. 73).

            Δίκαια, συνεπώς, επισημαίνει ο ι. Χρυσόστομος: «Ουκ οίμαι είναι πολλούς εν τοις ιερεύσι τους σωζομένους, αλλά πολλώ πλείους τους απολλυμένους» (PG. 60, 39). Η ιερωσύνη είναι δυνατόν, αν δεν έχει τις κατά Χριστόν προϋποθέσεις, να οδηγήσει όχι στη σωτηρία, αλλά στην αιώνια απώλεια τον χειροτονούμενο. Πόσον μάλλον δε, όταν παραμερίζονται τα διάφορα κωλύματα, με χίλιες προφάσεις, δια να καλυφθούν τα υπάρχοντα υπηρεσιακά σε μια Μητρόπολη κενά. Έχει όμως πολύ ορθά επισημανθεί από μεγάλο Πνευματικό, ότι η Ιερωσύνη δεν καλύπτει τα πάθη μας, αλλά μάλλον τα αποκαλύπτει... Κάθε αμαρτωλός έχει δεδομένη από τον Αρχηγό της Πίστεως μας την δυνατότητα να καθαρισθεί από τα πάθη του δια της μετανοίας και να σωθεί. Κληρικός όμως, αν υπάρχουν κωλύματα, έστω και να τα εξομολογηθεί, δεν μπορεί να γίνει.

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

Σκέψεις για το Ουκρανικό ζήτημα

π. Αλέξανδρος Lysai

Μέχρι τούτη την ώρα έχουν γραφτεί πολλά περί του «Ουκρανικού ζητήματος». Διαβάσαμε διαφόρων ειδών προσεγγίσεις και ερμηνείες των πρωτοφανών εκκλησιαστικών γεγονότων από νομοκανονικής, εκκλησιολογικής η δε ακόμα και ποιμαντικής πλευράς. Γενικώς αναπτύχθηκε μια υπεραυξημένης θερμότητας συζήτηση που προσπαθεί να αποδώσει το δίκαιο σε μια από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Ίσος διατύπωση άλλης μιας απόψεως είναι περιττή, πάντως υφίσταται ανάγκη να συμπληρωθούν κάποια κενά προκειμένου να γίνει πιο σαφέστερη εικόνα των διαδραματισθέντων.

Ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. Το 988 ο πρίγκιπας του Κιέβου Βλαδίμηρος κατόπιν επίτευξης της ενοποίησης των σλαβικών φυλών σε ένα κράτος, συνειδητοποίησε την ανεπάρκεια της κατά πολύ διαφέρουσας από φυλή σε φυλή ειδωλολατρικής θρησκείας έστρεψε το βλέμμα του στην τότε μεγαλύτερη αυτοκρατορία του κόσμου με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη. Κατάφερε να βαπτιστεί και να βαπτίσει όλο τον λαό του με την βοήθεια της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι  αρχικώς όλη η ιεραρχία της νεοσυσταθείσας Εκκλησίας που δεν υπερέβαινε τον αριθμό των 4 επισκόπων ήταν ελληνικής καταγωγής. Με πάροδο των χρόνων αριθμός πιστών και κληρικών και κατά συνέπεια και των επαρχιών αυξανόταν, αν και εκλογή και χειροτονία όλων των επισκόπων πραγματοποιούταν στην Κωνσταντινούπολη. Πρώτος που χειροτονήθηκε άνευ εκλογής της Πρωτόθρονης Εκκλησίας ήταν ο Μητροπολίτης Κιέβου Ιωνάς (1448) και ο κύριος λόγος αυτής της πράξεως ήταν η υπογραφή από τον προκάτοχό του, τον Ισίδωρο συμφωνίας περί ενοποιήσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την Ρωμαιοκαθολική, ήταν η αποδοχή της λεγόμενης ουνίας της Φερράρας-Φλωρεντίας, όχι προσωπικά μόνο, αλλά  μαζί με  όλη την αντιπροσωπία του Οικουμενικού Πατριαρχείου (πλην του Πατριάρχη Ιωσήφ του Β΄, που ήδη είχε πεθάνει, και του Μάρκου του Ευγενικού). Ιωνάς ακολούθησε την ήδη καθιερωμένη παράδοση, που έλαβε αρχή από το 1325  έχοντας τον τίτλο Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ρωσίας διέμεινε στην Μόσχα λόγω της πολιτικής ισχυροποίησης της και παρακμής του Κιέβου κατόπιν λεηλατήσεώς  του από τους Μογγόλο-τατάρους. Ο δε διάδοχός του μητροπολίτης Θεοδόσιος άλλαξε οριστικά και τον τίτλο του σε μητροπολίτη Μόσχας και πάσης Ρωσίας (1461)

Ισίδωρος βρισκόμενος στην Ρώμη το 1459 παραιτήθηκε από μητροπολίτης Κιέβου υπέρ του μαθητή του Γρηγορίου του Βούλγαρου, τον οποίο χειροτόνησε ως μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ρωσίας ο τότε ουνίτης πατριάρχης της Κωνσταντινουπόλεως Γρηγόριος Γ΄  ο Μαμμής. Γρηγόριος ο Βούλγαρης έλαβε αναγνώριση και από τον επόμενο  πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Διονύσιος τον Α΄, αφού πρώτα εκείνος εξασφάλισε την  επιστροφή του τελευταίου από την ουνία. Μητρόπολη Κιέβου υπό αυτού του καθεστώτος διατελούσε μέχρι και της σύναψης μιάς καινούργιας ουνίας με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία στην πόλη Μπρέστ το 1595/96 στην οποία, υπό πολλών ως επί το πλείστων πολιτικών πιέσεων στερημένος της όποιας βοήθειας της Πρωτόθρονης Εκκλησίας  που και αυτή αντιμετώπιζε τα προβλήματά της, προσχώρησε ο τότε μητροπολίτης Κιέβου με το μεγαλύτερο μέρος του κλήρου του. Επανασύσταση της εν λόγω μητροπόλεως πραγματοποιήθηκε το 1620 υπό του πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεοφάνους του Γ΄ στην συνέχεια το 1686 δια πατριαρχικού γράμματος η μητρόπολη Κιέβου παραχωρήθηκε στο Πατριαρχείο Μόσχας (αυτοκεφαλία στην Μόσχα χορηγήθηκε ήδη από το 1589 υπό του  τότε πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμία). Με αυτό το καθεστώς μητρόπολη Κιέβου πότε χάνοντας και πότε αποκτώντας μεγαλύτερα προνόμια διατελούσε  μέχρι και το 2018.

Μεγαλύτερα προνόμια η Μητρόπολη Κιέβου απέκτησε κατόπιν της διάλυσης της Σοβιετικής Ενώσεως με την εκλογή σε πατριαρχικό θρόνο της Ρωσικής Εκκλησία του Αλεξίου του Β΄. Ο οποίος δια του τόμου του από την 27 Οκτωβρίου του 1990 χορήγησε στην Εκκλησία της Ουκρανίας  ευρύτερα δικαιώματα μιας αυτόνομης εκκλησίας[1]. Ο τόμος προβλέπει: 1) την κατάργηση της παλαιάς ονομασίας «Ουκρανικού εξαρχάτου».2) την εκλογή του Προκαθημένου της ΟΟΕ από την Ουκρανική ιεραρχία και έγκρισή του από τον Πατριάρχη Μόσχας 3) την αλλαγή τίτλου του Προκαθήμενου σε  «Μακαριότατος Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας»  4) την εκλογή των  επαρχιούχων και βοηθών επισκόπων από την Σύνοδο της ΟΟΕ (Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία) άνευ εμπλοκής του πατριαρχείου επίσης την δημιουργία και κατάργηση από αυτήν των επαρχιών στην ουκρανική επικράτεια 5) ορισμός του Μητροπολίτη Κιέβου ως μονίμου μέλους της Συνόδου της Εκκλησίας της Ρωσίας[2]. 

Αυτά τα δικαιώματα δόθηκαν στην Ουκρανική Εκκλησία αναγκαστικά για να βοηθηθεί στην αντιμετώπιση καινούργιων κινδύνων και προβλημάτων που προέκυψαν μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως. Αλλαγή του πολιτικού σκηνικού της χώρας λόγω ερχομού στην εξουσία των δημοκρατικών κομμάτων απάλλαξε την Εκκλησίας από καταπιέσεις και διωγμούς των κομμουνιστών αλλά έφερε νέα προβλήματα, την αναβίωση της λεγόμενης Ελληνο-Καθολικής Εκκλησίας και της αντικανονικής «Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας»  οι οποίες πολλές φορές δια βίας άρπαζαν την εκκλησιαστική περιουσία και ναούς, ασκώντας με σφοδρά βήματα πολύ έντονο προσηλυτισμό μεταξύ των ορθοδόξων. Επίσης, νόμος περί ελεύθερης θρησκευτικής έκφρασης άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου – στην Ουκρανία εισήλθε μεγάλος αριθμός «ιεραποστόλων» διαφόρων ομολογιών, που την δεκαετία του 90 είχαν μεγάλη επιτυχία. Τέτοια απήχηση ανάμεσα στους ανθρώπους οφειλόταν σε δύο παράγοντες: την φοβερή δίψα που είχαν για θρησκευτικά βιώματα οι πρώην σοβιετικοί υπήκοοι, για τους οποίους αυτά επί 70 χρόνια αποτελούσαν απαγορευμένο καρπό και σε πολύ καλή χρηματοδότηση  που είχαν «ιεραπόστολοι», κυρίως από ΕΠΑ, τόσο καλή που υπήρχε δυνατότητα να αγοράζουν τις τηλεοπτικές ώρες σε ουκρανικά κανάλια κάνοντας το κήρυγμα μέσω αυτών. 

Αλλά δυστυχώς τα μέτρα που έλαβε η Εκκλησίας της Ρωσίας δεν αρκούσαν, το πρόβλημα όχι μόνο δεν μειώθηκε αλλά αυξήθηκε, με εμφάνιση άλλου σχίσματος το οποίο αυτή την φορά δημιούργησε ο πρώην προκαθήμενος της ΟΟΕ Φιλάρετος. Η δημιουργία της λεγόμενης Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κιέβου προκάλεσε μεγάλη πληγή στο εκκλησιαστικό σώμα που δεν έχει θεραπευτεί έως σήμερα. Ως μόνη δυνατή αντιμετώπιση του σχίσματος μερικοί νέοι ουκρανοί ιεράρχες της κανονικής εκκλησίας είδαν στην απόκτηση κανονικής αυτοκεφαλίας. Το θέμα αυτό ακούμπησε κατά κάποιο τρόπο η Σύνοδος της ΟΟΕ 22.11.2006, η οποία απευθυνόμενη στον πρόεδρο του Ουκρανικού Κράτους μεταξύ άλλων αναφέρει το εξής: «Εμείς επιδιώκουμε το να γίνει η Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία μια Τοπική Εκκλησία»[3] επίσης μια προσπάθεια απόκτησης μεγαλύτερης ανεξαρτησίας παρατηρείται σε μια αλλαγή του Καταστατικού Χάρτη που πραγματοποίησε η ΟΟΕ  το 21.12.2007 στην Σύνοδο της ιεραρχίας, όπου η Σύνοδος των επισκόπων της ΟΟΕ ανακηρύττεται ως «ανώτατο εκκλησιαστικό δικαστήριο» [4] πράγμα που βρίσκεται σε άμεση αντιπαράθεση με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ρωσίας που επικυρώθηκε από την Ιεραρχία συμμετεχόντων και των ουκρανικών επισκόπων το έτος 2000. Όλα αυτά προκάλεσαν έντονες συζητήσεις. Σε μια συνομιλία του Πατριάρχη Κυρίλλου κατά την επίσημη επίσκεψη του στην Ουκρανία του 2009 με τον προέδρου της Β. Γιούσενκο, τελευταίος είπε: «Η μεγαλύτερη επιθυμία του ουκρανικού λαού είναι να ζει σε μία τοπική ορθόδοξη εκκλησία» η απάντηση του Πατριάρχη ήταν: «Αυτή η Εκκλησία, κύριε πρόεδρε, υπάρχει. Και είναι τοπική εκκλησία της Ουκρανίας. Εάν δεν υπήρχε αυτή δεν θα υπήρχε σήμερα και η Ουκρανία»[5] Οι συζητήσεις περί απόκτησης κανονικής αυτοκεφαλίας ανανεώθηκαν τελευταία κατόπιν εμφάνισης έντονου ουκρανικού εθνικισμού και εχθρότητας έναντι του ρωσικού κράτους.  Η ΟΟΕ (ΠΜ) κατηγορήθηκε για ρωσόφιλη προπαγάνδα και για το ότι υποστηρίζει τα συμφέροντα της Ρωσίας εις βάρος της Ουκρανίας. Κατάσταση χειροτέρεψε με αποκοπή της Κριμαίας και το πόλεμο που διαδραματίζεται έως σήμερα στην Ανατολική Ουκρανία. Πάντως οι παραπάνω κατηγορίες είναι αβάσιμες, διότι σχέση της ΟΟΕ με την Εκκλησία της Ρωσίας  έχει καθαρά πνευματικό χαρακτήρα και ουδέποτε παρατηρήθηκε προβολή κάποιας προπαγάνδας άλλωστε η εκκλησίας ουδέποτε είχε επιδιώξει την όποια ανάμιξη στα πολιτικά θέματα. 

Γενικά για το θέμα της κανονικής αυτοκεφαλίας, προ των τελευταίων γεγονότων, στην ουκρανική ιεραρχία κυριαρχούσαν δυο τάσεις η μία που υποστηρίζεται όπως ήδη αναφέραμε από νέους επισκόπους και είναι υπέρ του να γίνει η ΟΟΕ αυτοκέφαλη,[6] και άλλη που εκπροσωπείται ως επί τω πλείστον από παλαιούς αρχιερείς υποστηρίζει την αδιάσπαστη ενότητα με το ρωσικό πατριαρχείο. Όπως και  να είναι η Εκκλησία της Ρωσίας δεν σκοπεύει προς το παρόν να δώσει την πλήρη ανεξαρτησία στην ΟΟΕ δικαιολογώντας με το γεγονός ανυπαρξίας σοβαρού εκκλησιαστικού λόγου «Δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούμε πολιτικά επιχειρήματα για απόκτηση αυτοκεφαλίας» είπε σχετικά ο Πατριάρχης Κύριλλος σε μια συνέντευξη του επίσης έφερε ως παράδειγμα άλλα ορθόδοξα πατριαρχεία η δικαιοδοσία των οποίων δεν περιορίζεται στην επικράτεια μόνον ενός κράτους[7].  

     Όλα αυτά μέχρι πρόσφατα ήταν κάπως αντιμετωπίσιμα μέχρις ότου στην όλη υπόθεση εμφανίστηκαν και έτερες δυνάμεις νέος πρόεδρος της Ουκρανικής δημοκρατίας Ποροσένκο και το Οικουμενικό Πατριαρχείο με επικεφαλής τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Εδώ ίσος θα έπρεπε να πάρουμε κάποια θέση υποστηρίζοντας δίκαιο κάποιας από τις εμπλεκόμενες πλευρές, αλλά φαίνεται πως αυτό είναι αδύνατο να γίνει. Ας κάνουμε τουλάχιστον μια προσπάθεια να τοποθετήσουμε τα γεγονότα σε μια σειρά.

Πρώτων τι εστί η Εκκλησία του Φιλαρέτου Σήμερα σύμφωνα με την έρευνα του 2010 της Κρατικής Επιτροπής εθνοτήτων και θρησκευμάτων της Ουκρανίας, η ΟΟΕ ΠΚ έχει στη δικαιοδοσία της 4281 ενορίες βρισκόμενες σε 32 επαρχίες όπου υπηρετούν 2993 κληρικοί, επίσης έχει 43 μοναστήρια, 26 ιεραποστολικές οργανώσεις, 9 αδελφότητες, 16 ανώτατα εκκλησιαστικά ιδρύματα και 1234 κατηχητικά σχολεία πράγμα που την καθιστά ως δεύτερη στο πληθυσμό θρησκευτική οργάνωση της Ουκρανίας[8].

Η ίδρυσή της ανάγεται στις απαρχές της πορείας της Ουκρανίας ως ανεξάρτητου κράτους, και οφείλεται ως επί τω πλείστων  σε δύο παράγοντες: τον πολιτικό και τον προσωπικό. Ο πρώτος είναι αυτονόητος, διότι κατόπιν απόκτησης πολιτικής ανεξαρτησίας στην Ουκρανία έντονα συζητήθηκε και ιδέα περί εκκλησιαστικής ανεξαρτησίας που ήταν πολύ αρεστή στο τότε πρόεδρο του κράτους Λεονίδ Κραβτσούκ ο οποίος με την σειρά του έπαιξε μεγάλο ρόλο στην δημιουργία του σχίσματος. Ο δεύτερος παράγοντας ονομάστηκε προσωπικός διότι έχει να κάνει με ένα συγκεκριμένο άνθρωπο, που υπήρξε επί 25 χρόνια Προκαθήμενος της κανονικής ΟΟΕ, τον πρώην μητροπολίτη Κιέβου Φιλάρετο Δινυσένκο.

Ο Φιλάρετος μετά από την αποτυχία του να γίνει πατριάρχης Μόσχας το 1990[9], αποφάσισε να διευρύνει ακόμα περισσότερο την αυτονομία της Ουκρανικής Εκκλησίας και από έντονο εχθρό της αυτοκεφαλίας της έγινε ο μεγαλύτερος υποστηρικτής. Έτσι στην κληροκολαϊκή Σύνοδο της ΟΟΕ που πραγματοποιήθηκε στην Λαύρα του Κιέβου από 1-3 Νοεμβρίου του 1991, με την πρωτοβουλία του Φιλαρέτου επικυρώθηκε ένα κείμενο που απευθυνόταν προς τον πατριάρχη Αλέξιο και ιεραρχία της Εκκλησίας της Ρωσίας και ζητούσε πλήρη ανεξαρτησία της ΟΕ. Το θέμα αυτό συζητήθηκε αργότερα 31 Μαρτίου του 1992 στην Σύνοδο της Ιεραρχίας του Πατριαρχείου Μόσχας, συμμετεχόντων και ουκρανών επισκόπων οι οποίοι ομολόγησαν πως οι αποφάσεις της κληρικολαϊκής του 91 έγιναν υπό την πίεση των ουκρανικών πολιτικών δυνάμεων και του Φιλαρέτου. Επίσης μητροπολίτης Φιλάρετος κατηγορήθηκε για κακή χρήση της εξουσίας[10] και ανήθικη ζωή[11] που ως αποτέλεσμα, κατόπιν πολλών συζητήσεων, είχε την προτροπή, από πλευρά πολλών ιεραρχών ρώσων και ουκρανών, της παραίτησης του Φιλαρέτου και εκλογής νέου προκαθημένου της Ουκρανικής Εκκλησίας[12]. Ο Φιλάρετος αρνήθηκε να  παραιτηθεί αμέσως, αλλά ενώπιων του Σταυρού και Ευαγγελίου υποσχέθηκε πως θα το κάνει στο Κίεβο αφού συγκαλέσει την Ουκρανική Ιεραρχία για εκλογές. Πράγμα που δεν έγινε ποτέ, Φιλάρετος όχι μόνο δεν παραιτήθηκε αλλά προέβηκε στην δημιουργία σχίσματος και δικαιολόγησε αυτήν την πράξη λέγοντας ότι η Σύνοδος στην Μόσχα ήταν αντικανονική και κατηγορίες εναντίον του ψεύτικες,  δήλωσε πως θα παραμείνει Προκαθήμενος της Ουκρανικής  Εκκλησίας όσο ζει διότι ίδιος «δόθηκε στον ουκρανικό λαό από τον Θεό»[13]

Οι αντικανονική συμπεριφορά του Φιλαρέτου υποστηρίχτηκε από τις κρατικές αρχές δεν βρήκε όμως στήριγμα από τον λαό και κλήρο που την ίδια μέρα σταμάτησε την μνημόνευση του σε όλους τους ναούς. Η Σύνοδος του ρωσικού Πατριαρχείου αναγκάστηκε να ξανασυζητήσει την υπόθεση και να προβεί στην καταδίκη του Φιλαρέτου με αφαίρεση από αυτόν του αρχιερατικού αξιώματος και υποβιβασμό του σε τάξη των μοναχών. Ούτε και αυτό σταμάτησε τον Φιλάρετο. Ίδιος μαζί με λίγους οπαδούς, έχοντας τη υποστήριξη  του προέδρου της Ουκρανίας Λεονίδ Κραβτσούκ κατάφερε να κρατήσει όλο το ταμείο της ΟΕ και να ενωθεί με την ήδη υπάρχουσα αντικανονική Ουκρανική Αυτοκέφαλη Εκκλησία δημιουργώντας καινούργιο σχίσμα την λεγόμενη Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου Κιέβου.

Για να διευρύνει την δικαιοδοσία της καινούργιας σχισματικής εκκλησίας η οποία τότε ήδη είχε 1000 ενορίες ο Φιλάρετος πάλι χρησιμοποίησε  την εύνοια των κρατικών στελεχών και των εθνικιστικών οργανώσεων αρπάζοντας την εκκλησιαστική περιουσία ναούς και μοναστήρια δια βίας. Επίσης σταμάτησε την χρήση της σλαβικής γλώσσας στην λατρεία και την αντικατέστησε με την ουκρανική, άρχισε να προβάλει την ιδέα της δικής του εκκλησίας ως εθνικής του ουκρανικού λαού. 

Σήμερα η δράση του ανανεώθηκε λόγω εθνικιστικών τάσεων που επικρατούν τελευταίο καιρό στην Ουκρανία το σχίσμα παίρνει καινούργιες διαστάσεις. Φιλάρετος αυτοπαρουσιάζεται ως θύμα των πολιτικών παιχνιδιών των ρώσων που δεν θέλουν να βλέπουν ούτε το Ουκρανικό κράτος ανεξάρτητο ούτε και τη Εκκλησία αυτοκέφαλη. Στις αντικυβερνητικές εκδηλώσεις που γίνανε πρόσφατα στο Majdan Φιλάρετος και οι κληρικοί του προέτρεπαν τον λαό να εγκαταλείψει την υποδουλωμένη στην Μόσχα κανονική Ουκρανική Εκκλησία και να εισέλθει στο χώρο μόνης καθαρά ουκρανικής εκκλησίας. Επίσης, εκμεταλλευόμενοι την χαοτική κατάσταση που επικρατούσε στην χώρα, οι οπαδοί της εκκλησίας του Φιλαρέτου προσπάθησαν να κάνουν κατάληψη των κτιρίων της Λαύρας του Κιέβου, επισκοπίων και ναών σε διάφορες επαρχίες της ουκρανικής επικράτειας.

Η Εκκλησία της Ρωσίας για αντιμετώπιση του παρόντος σχίσματος έλαβε σκληρά μέτρα, εκτός της καθαίρεσης που προηγήθηκε,  προέβηκε στην Σύνοδο του 2007 στο αναθεματισμό του Φιλαρέτου και από τότε σε όλα τα επίσημα εκκλησιαστικά έγγραφα τον αποκαλεί μόνο με κοσμικό του όνομα Μιχαήλ Δυνισένκο, επίσης δεν γίνεται δεκτό κανένα μυστήριο που τελείτε από σχισματικούς ιερείς ακόμη και το βάπτισμα.   

      Δεύτερων τι εστί η Αυτοκέφαλη Ουκρανική Εκκλησία; ΑΟΕ ιδρύθηκε μετά την ρωσική επανάσταση του 1917 από ομάδα ουκρανικών εθνικιστών ιερέων με επικεφαλής τον Βασίλειο Λιπκόβσκι, με υποστήριξη του κομμουνιστικού κόμματος. Αλλά ήδη από την αρχή παρουσιάστηκε ένα μεγάλο πρόβλημα η καινούργια ανεξάρτητη εκκλησία δεν είχε ούτε έναν επίσκοπο συνεπώς κινδύνευε να εξαφανιστεί σύντομα. Το ζήτημα λύθηκε σε μια Σύνοδο της ΟΑΟΕ  που πραγματοποιήθηκε στον ναό της Αγ. Σοφίας Κιέβου 30 Οκτωβρίου του 1920, όπου έκανε εισήγηση ο πρώην καθηγητής της εκκλησιαστικής Ακαδημίας του Κιέβου Βλαδίμηρος Τσεχόβσκι και με χρήση ψευδό-ιστορικών γεγονότων κατάφερε να πείσει τα μέλη της συνόδου ότι αρχιερατική χειροτονία μπορεί να γίνει άνευ επισκόπων και ότι αυτή είναι η αρχαιοτέρα εκκλησιαστική παράδοση[14]. Έτσι κατόπιν εκλογής της Συνόδου επίσκοπος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος Βασίλειος Λιπκόβσκι δια επιθέσεως χειρών όλων των μελών της ψευδοσυνόδου αρχίζοντας από τους ιερείς και τελειώνοντας με τους λαϊκούς  για μεγαλύτερη βεβαιότητα πάνω στο κεφάλι του χειροτονημένου είχαν βάλει και το λείψανο (χέρι) του ιερομάρτυρα Μακαρίου μητροπολίτου Κιέβου[15]. Το πιο περίεργο είναι πως όλες οι μετέπειτα αρχιερατικές χειροτονίες γίνανε δια συνηθισμένου τρόπου, δηλαδή επισκόπους χειροτονούσαν επίσκοποι. Η Εκκλησία αυτή σταμάτησε την ύπαρξή της πολύ σύντομα περίπου το 1930 κυρίως λόγω του ότι οι κομμουνιστές σταμάτησαν να την υποστηρίζουν επίσης και λόγω πολλών σκανδάλων ως επί τω πλείστον για ηθικά θέματα που προέκυψαν μέσα στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Το κίνημα αυτοκεφαλιστών ανανεώθηκε το 1989 από τον κανονικά χειροτονημένο, αλλά καθηρημένο επίσκοπο της Εκκλησίας της Ρωσίας τον Ιωάννη Μπονδαρτσούκ και στην αρχή σύντομα απλώθηκε κάνοντας κατακτήσεις των ναών ως επί το πλείστων στην Δυτικοί Ουκρανία, αλλά μετά την δημιουργία του Κιεβικού πατριαρχείου περισσότερος κλήρος και λαός προσχώρησε εκεί.

Σήμερα η ΟΑΟΕ στην δικαιοδοσία της έχει 12 επαρχίες, 838 ενορίες, 683 κληρικούς, 8 μοναστήρια και 7 ιεραποστολικές οργανώσεις, 7 ανώτατα εκκλησιαστικά εκπαιδευτικά ιδρύματα, 301 κατηχητικά σχολεία και 1 αδελφότητα.[16]    Δεν ασκεί πλέον τόσο έντονο προσηλυτισμό όπως την δεκαετία του 90 κυρίως λόγω επισκιάσεως από την ΟΟΕ ΠΚ η οποία επιδιώκει ίδιους σκοπούς και έχει μεγαλύτερη υποστήριξη από τις κρατικές αρχές.

      Πρέπει να αναφερθεί, ότι ίσος οι αριθμοί που αναφέρονται στο εν λόγω κείμενο δεν φαίνονται να είναι και τόσο αντικειμενικοί, διότι απαριθμούν μόνο τα αριθμήσιμα – επαρχίες ναούς κληρικούς, είναι σχεδόν αδύνατον όμως να γίνει αρίθμηση του σημαντικότερου παράγοντος – λαού. Εδώ θα εκφραστεί καθαρά προσωπική παρατήρηση, πάντως φαίνεται πως ο λαός ουδέποτε υποστήριξε τις εν λόγω σχισματικές εκκλησίες, εκτός του ότι περισσότεροι επισκέπτονται τους ναούς άνευ της αντικειμενικής επίγνωσης τι είναι. Σε όλα τα ΜΜΕ μπορεί να διαπιστώσει κανείς εύκολα ότι ακόμα και οι μεγαλύτερες λατρευτικές εκδηλώσεις επί παραδείγματι του Φιλάρετου συνοδεύονται από πολύ μικρό αριθμό πιστών, για σύγκριση φέτος στη λιτανεία των πιστών από το λόφο του αγ. Βλαδιμήρου στην Λαύρα του Κιέβου ανήμερα της μνήμης του, τον μητροπολίτη Ονούφριο συνόδευσαν περίπου 250 χιλιάδες πιστοί σε αντίστοιχη λιτανεία του Φιλαρέτου έλαβαν μέρος 30 χιλιάδες.          

Λαμβάνοντας υπόψη τους άνω αριθμούς από μόνο του βγαίνει το συμπέρασμα ότι ισχυροποίηση του Ποροσένκο στην προτροπή του προς την Ουκρανική Βουλή ότι απεξαρτοποίηση της Ουκρανικής Εκκλησίας είναι επιθυμία του ουκρανικού λαού δεν αντιστοιχεί και τόσο στην πραγματικότητα. Άμεσα όμως γεννάτε το ερώτημα ποια αίτια έχει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον από πλευράς ενός ουνίτη πολιτικού ηγέτη επίλυση Εκκλησιαστικών θεμάτων μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας, και απάντηση είναι πολύ ας επιτραπεί έκφραση μπανάλ, τα αίτια βρίσκονται στην επιθυμία επανεκλογής στην προεδρική καρέκλα. Πρόεδρος απέτυχε σε όποιες υποσχέσεις είχε κάνει προεκλογικά: 1) πόλεμος όχι μόνο δεν σταμάτησε αλλά επιδεινώθηκε καταναλώνοντας μεγάλα οικονομικά κεφάλαια οριστικώς κατέστρεψε οριστικά σχεδόν την όλη οικονομία του κράτους 2) τιμές φυσικού αερίου και  ηλεκτρικού ρεύματος όπως και όλων πρώτης ανάγκης υλικών αγαθών όχι μόνο δεν σταθεροποιήθηκαν, αλλά αντιθέτως αυξήθηκαν άλλα 7- και άλλα 10-πλασίος. Έτσι ως μόνη λύση είδε την κάλυψη των αποτυχιών με ασήμαντες από πολιτικής πλευράς επιτυχίες, αρχικώς κατάφερε να εξασφαλίσει την άνευ βίζας είσοδο των ουκρανών υπηκόων (χωρίς να τους διευκολύνει στο οικονομικό μέρος της υπόθεσης) και   τώρα έθεσε στόχο την δημιουργία της ενωμένης εκκλησίας.

Ο δεύτερος στόχος αποδείχθηκε λίγο δύσκολος κατά την εκπόνησή του, διότι η κανονική Εκκλησίας της Ουκρανίας αρνήθηκε να συνεργαστεί μαζί του επί του θέματος προβλέποντας τους μη αγαθούς στόχους του. Δρόμος προς την Μόσχα ήταν ήδη κλειστός δεδομένου του ότι Ρωσία επίσημα ανακηρύχθηκε ως εχθρικός επιδρομέας. Λύση βρέθηκε με εμφανή βοήθεια και μεσολάβηση μιας χώρας πέραν του ωκεανού που και αυτή προέβλεψε την επιδίωξη  των συμφερόντων της. Έτσι ξεκίνησε μια  διαδικασία δηλώσεων και αιτήσεων που τελικά ως αποτέλεσμα είχε τον γνωστό ορισμό δύο έξαρχων από πλευράς Οικουμενικού Πατριαρχείου  προς διευθέτηση της δημιουργίας της απαιτούμενης από τον Πρόεδρο ενωμένης Εκκλησίας.

Πρέπει να σημειωθεί πως όλη η διαδικασία δημιουργίας της εν λόγω εκκλησίας χαρακτηρίζεται από μια ασυνέπεια στις κινήσεις όλων των πλευρών. Και εδώ για μια πιο πλήρη εικόνα πάλι πρέπει να ανατρέξουμε λίγα χρόνια πίσω στον χρόνο, στην περίοδο προετοιμασίας  της Συνόδου της Κρήτης όπου όλες οι τοπικές Εκκλησίες είχαν την ευκαιρία να επιλύσουν το θέμα του τρόπου της χορήγησης αυτοκεφαλίας στην έκαστη Εκκλησίας. Τότε συμφωνήθηκε πως τούτο θα γινόταν υπό την προϋπόθεση συμφωνίας όλων των τοπικών Εκκλησιών, αλλά τελικός υπόθεση ναυάγησε εξαιτίας της διαφωνίας στον τρόπο υπογραφής του τελικού τόμου, εκεί λοιπόν η Εκκλησία της Ρωσίας είχε την ευκαιρία κατά κάποιο τρόπο να δεσμεύσει των Πρωτόθρονο Πατριαρχείο, αλλά την έχασε την ευκαιρία αρνούμενη να λάβει μέρος στις εργασίες της Συνόδου. Τώρα πλέον το Οικουμενικό Πατριαρχείο ήταν ελεύθερο να πράξει με βάση δικού του τρόπου της ερμηνείας των κανόνων. Υπάρχει όμως ασυνέπεια και στις πράξεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου βρισκόμενη εξαρχής  στο ότι όλες οι ενέργειες ξεκινώντας με το ορισμό των εξάρχων πραγματοποιήθηκαν με παράβλεψη της κανονικής Εκκλησίας της Ουκρανίας, ακόμη και αν λάβουμε υπόψη ότι το Πατριαρχείο σκόπευε να κάνει άρση του τόμου θα έπρεπε πρώτα να πραγματοποιηθεί αυτή και μετά να διευθετηθούν  τα υπόλοιπα. Το δεύτερο σημείο είναι η αποκατάσταση των δύο σχισματικών επισκόπων Φιλαρέτου και Μακαρίου. Όπου και στις δυο περιπτώσεις δεν γίνεται με απόλυτη σαφήνεια ως τι τους αποκαθιστά το Πατριαρχείο, διότι Μακάριος προσχώρησε στο σχίσμα έχοντας δεύτερο βαθμό ιεροσύνης και όντας σχισματικός έλαβε την αρχιεροσύνη από  αρχιερείς που με την σειρά τους χειροτονήθηκαν από έναν καθηρημένο επίσκοπο και έναν «αυτοχειροτονηθήντα» Βίκτωρα Τσεκάλιν, τελευταίος δε υπήρξε διάκονος της κανονικής Εκκλησίας χωρίς ποτέ να είχε γίνει ούτε ιερέας. Κατά συνέπεια τον αναγνώρισε η Σύνοδος της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως ως ιερέα ή ως επίσκοπο; Αν ως τελευταίο με πιο τίτλο; ως σχολάζοντα επίσκοπο ή ως Μητροπολίτη Κιέβου και Πάσης Ουκρανίας; Τούτο ισχύ και για τον Φιλάρετο, ο οποίος με την σειρά του την επόμενη κιόλας μέρα λειτούργησε φορώντας τα πατριαρχικά του  χωρίς να κάνει μνημόνευση το Πατριάρχη του, μνημονευόμενος δε ο ίδιος ως Πατριάρχης Κιέβου και Πάσης Ουκρανίας. Το επόμενο ερώτημα αφορά τον κλήρο των δύο σχισματικών εκκλησιών και ιδικά των επισκόπων οι οποίο και στις δύο περιπτώσεις είναι χειροτονίες καθαιρεθέντων αρχιερέων στην περίπτωση δε εκκλησίας του Φιλαρέτου και αναθεματισμένου, τους αναγνωρίζει αυτούς η Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και   αυτούς;  Αν ναι δεν θα έπρεπε να ακολουθήσει επίσημο ανακοινωθέν ή έστω οι έξαρχοι να συλλειτουργήσουν με κάποιον από αυτούς[17]; Αν όχι τότε στην ενωτική σύνοδο εκτός των λαϊκών παρόντες ήταν μόνον 6 κανονικοί επίσκοποι τέσσερεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου μαζί με τον Φιλάρετο και δύο εκ της κανονικής Εκκλησίας της Ουκρανίας (Συμεών μητροπολίτης της Βίνιτσας και Αλέξανδρος τιτουλάριος μητροπολίτης Περγιάσλαβ-Χμελνίσκι αν και αυτοί απ’ ότι φαίνεται από το σχετικό έγγραφο του οικουμενικού πατριάρχη ήδη ήταν κληρικού του). Πράγμα που σημαίνει πως θα έπρεπε να γίνει αναμέτρηση των ψήφων για θέση του προκαθημένου και ίσος το ρίσκο του μητροπολίτη Βίννιτσα δεν θα είναι και τόσο άτυχο.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο την όλη διαδικασία προσδιορίζει ως θεραπεία του σχίσματος, αρνούμενη τον όρο νομοποίηση. Ίσος είναι έτσι, θεραπεία όμως δεν θα έπρεπε να φέρει ως αποτέλεσμα την δημιουργία μίας Εκκλησίας αντί δυο που δεν βρίσκονται στην κοινωνία; Μάλλον ευελπιστεί την μελλοντική ένωση των δυο Εκκλησιών, αλλά δυστυχώς ιστορία σε παρόμοιες περιστάσεις απέδειξε το ακριβώς αντίθετο το πιο απλό παράδειγμα είναι η Εκκλησία της Εσθονίας, η οποία όμως ούτε σλαβόφωνη είναι ούτε και τόσα εκατομμύρια πιστούς έχει.   Κατά την γνώμη του Πατριάρχη οι ενέργειές του θα ενώσουν τον ουκρανικό λαό στην πραγματικότητα, συμβαίνει όμως το ακριβώς αντίθετο, λαός είναι διχασμένος και μπερδεμένος.

Βέβαια πρέπει να αναφερθεί πως και σ’ αυτό μεγάλο μέρος ευθύνης έχει και η Ουκρανική Εκκλησία. Ίσος θα ήταν πιο σωστό τουλάχιστον να δεχτεί τους εξάρχους να προσπαθήσει να αναπτύξει διάλογο με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Δυστυχώς πλέον είναι απροσδιόριστο  ποια εκκλησία έχει δίκαιο και ποια όχι σε ποια πρέπει κανείς να κοινωνεί των θείων μυστηρίων και σε ποια πρέπει να απέχει από αυτά; Ποια άραγε Εκκλησία προσφέρει την πραγματική σωτηρία, ποια κατέχει την αλήθεια με το μέρος της;

Βλέπουμε έξω από τα επισκοπία και ναούς της κανονικής Εκκλησίας ανθρώπους με πανό υπέρ αυτοκεφαλίας, ανθρώπους που ως αποδείχθηκε από πολλούς δημοσιογράφους για τελευταία φορά είχαν επισκεφτεί κάποιον ναό την ημέρα της βαπτίσεώς τους και κατά πάσα πιθανότητα την επόμενη φορά θα τους πάνε εκεί μετά από χρόνια για να τελέσουν την κηδεία τους.  Βλέπουμε την αυτοκεφαλία να επιζητούν άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τι είναι Εκκλησία και ποια αποστολή έχει στον κόσμο.

Για να είμαστε αντικειμενική πρέπει να δούμε και την άλλη πλευρά. Αλήθεια είναι ότι το Πατριαρχείο Μόσχας από το 1992 έως σήμερα δεν έκανε απολύτως τίποτε για να επιλύσει το πρόβλημα του σχίσματος στην Ουκρανία αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε οπωσδήποτε να το κάνει το Οικουμενικό Πατριαρχείο (μην ξεχνάμε ότι αντίστοιχα δεν πραγματοποιήθηκε κάτι παρόμοιο στην περίπτωση των παλαιοημερολογιτών ή της Μονής Εσφιγμένου, μήπως θα έπρεπε και το Πατριαρχείο Μόσχας  ως ακολουθούμενο το παλαιό ημερολόγιο να λύση το εν λόγω σχίσμα;). Θα μπορούσε η δεύτερη Μητέρα Εκκλησία να βοηθήσει στην ουκρανική της θυγατέρα τότε, όταν εξαιτίας του πολέμου ξεκίνησαν πρώτες δυσανασχετήσεις των ουκρανών για την σχέση της εκκλησίας με την Μόσχα, δεν το έκανε όμως. Θα μπορούσε όπως προαναφέρθηκε να λύσει το θέμα στην Κρήτη και αυτό δεν το έκανε. Και τώρα αντί να διακόπτει την κοινωνία με το Πρωτόθρονο Πατριαρχείο θα μπορούσε να έρθει σε έναν αδελφικό διάλογο με την Μητέρα Πρωτόθρονη Εκκλησία της για να λύση το θέμα χωρίς θύματα. Ποια θύματα; Την ίδια της Ουκρανική Εκκλησία η οποία μετά την χορήγηση του  τόμου κατά πάσα πιθανότητα θα κατασπαραχθεί, πάλι θα βιώσει την δεκαετία του 90 χάνοντας ναούς, μοναστήρια και κειμήλια. Το έδαφος είναι ήδη έτοιμο με την δημιουργία αντισυνταγματικού[18] νόμου για υποχρεωτική αλλαγή των ονομασιών θρησκευτικών οργανώσεων που έχουν το κέντρο της διοίκησής των στην Εχθρική Ρωσία. Νόμος είναι σε ισχύ όλοι οι ναοί εντός τεσσάρων μηνών πρέπει να αλλάξουν την νομική τους διάσταση με καινούργια ονομασία Ρωσική Εκκλησία εν τη Ουκρανία, σε αντίθετη περίπτωση ναοί και μοναστήρια θα χάσουν την στάτους των ως νομικών προσώπων που σημαίνει, ότι εις περίπτωση καταλήψεώς τους δεν θα μπορέσει να λυθεί το θέμα δικαστικώς. Εκτός του ότι η εν λόγω καινούργια ονομασία δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα σύμφωνα με τον τόμο του Αλεξίου του Α’ όπως και σύμφωνα με το κατάστικτο χάρτη της Εκκλησίας της Ουκρανίας η Ουκρανική Εκκλησία διοικείται από την σύνοδο Ουκρανών Ιεραρχώ που συνεδριάζει στο Κίεβο υπό την Προεδρία του έκαστου Μητροπολίτη Κιέβου και Πάσης Ουκρανίας η σχέση με Πατριαρχείο έχει καθαρά Πνευματικό και όχι διοικητικό χαρακτήρα περιοριζόμενη στην απλή μνημόνευση του Ρώσου Πατριάρχη στην θεία λατρεία.     

Όλα αυτά δεν θα ήταν τόσο τραγικά εάν πίσω δεν θα υπήρχε πιστός λαός που θα υποστηρίξει τις αγιότητες του άχρι θανάτου, πράγμα που σημαίνει πως πάλι θα χυθεί αίμα, αλλά δυστυχώς όχι υπέρ του Χριστού αλλά υπέρ της αυτοκεφαλίας υπέρ του ονόματος πατριάρχη που θα μνημονεύτε.
Στο Ουκρανικό οι εμπλεκόμενες πλευρές υποστηρίζουν τα συμφέροντά τους και καλά κάνουν ξεχνούν όμως πως πίσω χάνονται ψυχές ανθρώπων, θυσιάζουν την Ουκρανική Εκκλησία στο βωμό των φιλοδοξιών τους . Ουκρανική εκκλησία δεν είναι μόνο Ονούφριος με 84 επισκόπους αλλά 14 χιλιάδες ιερείς με 14 χιλιάδες οικογένειες, 4 χιλιάδες μοναχοί  και εκατομμύρια πιστού λαού. Άνθρωποι αντί να ασχοληθούν με την θέρμη της προσευχής τους με την μετάνοιά τους και την σωτηρία τους ασχολούνται με τον ναό στον οποίο μπορούν να μπουν χωρίς τύψεις συνειδήσεως για το ότι είναι αντικανονικοί.  Τι είναι σημαντικότερο κανόνες, προνόμια, τρόπος διοίκησης και δικαιώματα; Ποια απολογία θα δώσουν; Θεός θα κρίνει.


[1] Υπογραμμίζεται πως η Ουκρανική Εκκλησία πήρε τα δικαιώματα μιας αυτόνομης Εκκλησίας χωρίς όμως να πάρει τον τίτλο της αυτόνομης Εκκλησίας. Συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με την Εκκλησία της Κρήτης με ευρύτερα δικαιώματα.
[2] Документы Архиерейского Собора РПЦ. Москва, Свято-Данилов монастырь, 25-27 октября 1990 года. Определение об УПЦ// ЖМП. 1991,№ 2, σελ.2
[3] Обращение Священного Синода УПЦ от 22 ноября 2006 года. - Http://www.orthodox.org.ua/uk/node/834
[4] Статут о управление Украинской Православной Церковью, - http://orthodox.org.ua/page/statut-upts
[5] «Харьковские известия» № 95(2064), 8 августа 2009, σελ.5
[6] Αυτοί πάλι διαιρούνται σε δύο ομάδες η μία θέλει να πάρει την αυτοκεφαλία μόνο από την Εκκλησία της Ρωσίας η άλλη δεν αποκλείει και την δυνατότητα απόκτησής της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Αυτό όμως παρουσιάζει μια δυσκολία, διότι και η σχισματική Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία του Πατριαρχείου Κιέβου επιδιώκει  το ίδιο βασίζοντας στο γεγονός ότι ΟΟΕ ήταν μέρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου έως το 1686  και παραχωρήθηκε στο πατριαρχείο Μόσχας με τόμο του Πατριάρχη Διονυσίου που αμφισβητήθηκε αργότερα.   
[7] «Кирилл сформировал «аргументы» против независимой украинской церкви» 29.07.2009 - http://www.unian.net/politics
[8] Інформаційний звіт «Про стан і тенденції розвитку релігійної ситуації та державно-конфесійних відносин в Україні»-http://www.irs.in.ua/index.php?option=com_content&view=article&id=172:1&catid=51:stats&Itemid=79&lang=uk
[9] Φιλάρετος μπήκε στο τριπρόσωπο της Εκλογής μαζί με τον Βλαδίμηρο Σμποδάν (μετέπειτα μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας) τον Αλέξιο Σιμάνσκι (τότε μητροπολίτης Πετρουπόλεως (Λένιγραντ)). Στο τριπρόσωπο τους περισσοτέρους ψήφους έλαβε ο Βλαδίμηρος και του λιγότερους ο Φιλάρετος, την άλλη μέρα πατριάρχης ψηφίστηκε Αλέξιος Σιμάνσκι.       
[10] Μετά τον Τόμο του Πατριάρχη Αλεξίου, με τον οποίο η ΟΟΕ αποκτούσε δικαιώματα αυτόνομης Εκκλησίας. Φιλάρετος χρησιμοποίησε την καινούργια εξουσία περισσότερο για προσωπική εκδίκηση παρά για θεραπεία του σχίσματος της αντικανονικής αυτοκεφαλίας.  Την εκδίκηση αυτή κατόπιν άρνησης να ψηφήσει το αίτημα της ουκρανικής ιεραρχίας για αυτοκεφαλία υπέστη και ο νύν προκαθήμενος της Ουκρανικής Εκκλησίας Ονούφριος μαζί με τον τότε Χάρκοβο Νικόδημο και νυν Οδυσσού Αγαθάγγελος με την παύση τους από την διοίκησή των επαρχιών τους.
[11] Υπάρχουν έγκυρες πληροφορίες περί του ότι ο Φιλάρετος συζούσε με μια γυναίκα με την οποία απέκτησε και 2 παιδιά. Παιδιά το 1994 προσέτρεχαν στην δια μέσω δικαστηρίου αναγνώρισή των ως τέκνων Φιλαρέτου, αλλά έχασαν την δίκη. 
[12] Цыпин В. А. прот., Петрушко В. И. Архиерейский собор Русской православной церкви 31 марта — 5 апреля 1992 г. // Православная энциклопедия. Том III. — М.: Церковно-научный центр «Православная энциклопедия», 2001. — С. 552—555. — 752
[13] Претенденты на Патриарший Посох ч.6 - http://narodna.pravda.com.ua/politics/49615b79c9d17/
[14]  Русская Православная Церковь. XX век / Беглов А. Л., Васильева О. Ю., Журавский А. В. и др. М.: Изд-во Сретенского монастыря, 2007. С.121, 125, 127, 136.
[15] Послание Святейшего Патриарха Пимена Патриарху Констинопольскому Афинагору 16 марта 1972 года» // Пимен Патриарх Московский и всея Руси. Слова, речи, послания, обращения. 1957—1977. Издание Московской Патриархии. М., 1977, стр. 169.
[16] Інформаційний звіт «Про стан і тенденції розвитку релігійної ситуації та державно-конфесійних відносин в Україні» (за2008рік), - http://www.irs.in.ua/index.php?option=com_content&view=article&id=172:1&catid=51:stats&Itemid=79&lang=uk
[17] Λειτουργία την οποία τέλεσε στον ναό αγίου απ. Ανδρέου ένας εκ των εξάρχον έλαβαν μέρος κληρικού της κανονικής ορθοδόξου Εκκλησίας (2 ιερείς και ένας διάκονος) τους οποίους Η Ουκρανική εκκλησία καθαίρεσε μετά την ενωτική σύνοδο.
[18] Σύνταγμα της Ουκρανίας ρητώς αναφέρει πως Κράτος και Εκκλησία είναι λειτουργούν ανεξάρτητα άνευ αναμίξεως στις υποθέσεις ενός του άλλου.

"Σάρκωση και κατ' εικόνα - Η Σάρκωση του Θεού Λόγου και η κατ' εικόνα Θεού δημιουργία του ανθρώπου"

Σας ανακοινώνουμε την διεξαγωγή θεολογικής ημερίδας με τίτλο: 
"Σάρκωση και κατ' εικόνα - Η Σάρκωση του Θεού Λόγου και η κατ' εικόνα Θεού δημιουργία του ανθρώπου"
Η ημερίδα θα λάβει χώρα το Σάββατο 26 Ιανουαρίου 
και ώρα 10:00-14:30 
στο Πολιτιστικό Κέντρο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών 
(Μ. Βασιλείου 15, Γκάζι-Αθήνα).
Παρακάτω σας επισυνάπτεται αναλυτικά το πρόγραμμα της ημερίδας.

      Με χαρά σας περιμένουμε στην ημερίδα μας
Ο Σύλλογος Θεολόγων 
"Μέθεξις"