Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΡΙΟΣ Ο ΚΟΛΛΥΒΑΣ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

    Το Κολυβαδικό Κίνημα του 18ου αιώνα υπήρξε ένας σημαντικός ιστορικός σταθμός στην εκκλησιαστική μας ιστορία, καθ’ ότι διαδραμάτισε ισχυρό ανανεωτικό ρόλο στην Ορθοδοξία μας, η οποία ασφυκτιούσε από τις παρεμβάσεις της αιρετικής δυτικής χριστιανοσύνης. Ένα από τα κύρια πρόσωπα αυτού του κινήματος υπήρξε ο άγιος Αθανάσιος ο Πάριος. Ένας μεγάλος άγιος της Εκκλησίας μας και διδάσκαλος του Γένους.

      Γεννήθηκε το 1722 στο Κώστο της Πάρου. Ο πατέρας του ονομαζόταν Απόστολος Τούλος και η μητέρα του Κωστιανή, οι οποίοι του διδάξαν τη ευσέβεια και φρόντισαν να τον σπουδάσουν.  Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο Κώστο και στη συνέχεια φοίτησε Σχολή της Μονής Αγίου Αθανασίου Ναούσης Πάρου ή στη Σχολή Παναγίου Τάφου στη Σίφνο. Στα 1745, ο ίδιος 23 χρονών πήγε στη Σμύρνη για να ανώτερες σπουδές στην εκεί φημισμένη «Ευαγγελική Σχολή», για έξι χρόνια. Το 1751 πήγε στο Άγιο Όρος και γράφηκε στην περίφημη «Αθωνιάδα Σχολή», όπου δίδασκαν ο ξακουστός δάσκαλος Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης και αργότερα ο μεγάλος Ευγένιος Βούλγαρης. Εκεί σπούδασε Θεολογία, Φιλολογία και τις θετικές επιστήμες. Έχοντας επίσης άσβεστη δίψα για μάθηση, επισκέπτονταν τις βιβλιοθήκες των Μονών  και εμπλούτιζε τις γνώσεις του.

      Παράλληλα βίωνε την ορθόδοξη πνευματικότητα της αγιορείτικης ζωής και ιδιαίτερα τη Θεία Λατρεία. Εξασκούνταν στη ρητορική και την ομιλητική για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο υπόδουλο Γένος. Οι καθηγητές του και οι συμφοιτητές του τον θαυμάζουν. Ο Ευγένιος Βούλγαρης τον καθιστά συνεργάτη του. Μάλιστα το έτος 1757 διετέλεσε καθηγητής στη Σχολή.

       Η φήμη του βγήκε και εκτός Αγίου Όρους. Διάφορες Σχολές τον ζητούσαν για καθηγητή τους. Τα έτη 1758-1762 δίδαξε και έγινε διευθυντής της Σχολής Θεσσαλονίκης. Αλλά δυστυχώς το 1762 έκλεισε η Σχολή λόγω επιδημίας.  Από εκεί πήγε στην Κέρκυρα, να συμπληρώσει τις σπουδές του κοντά στον ονομαστό δάσκαλο Νικηφόρο Θεοτόκη. Κατόπιν, όντας ο ίδιος 40 ετών, προκλήθηκε να διδάξει στο Μεσολόγγι από το φίλο του Παναγιώτη Παλαμά, στην εκεί «Παλαμιαία Σχολή» που είχε ιδρύσει το 1760.

       Στα 1771 πήρε επιστολή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με την οποία διορίζονταν διευθυντής της «Αθωνιάδας Σχολής» στο Άγιο Όρος, ως διάδοχος του Ευγενίου Βούλγαρη. Ο Αθανάσιος δέχτηκε και ως το 1777 διέλαμψε στην ονομαστή Σχολή. Ήταν τα πλέον γόνιμα χρόνια της ζωής του. Εκεί γνωρίστηκε με τον Μακάριο Νοταρά, μια επίσης μεγάλη πνευματική προσωπικότητα της εποχής εκείνης και πρωτοπόρο «Κολλυβά». Αυτός τον προέτρεψε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος, ο οποίος δέχτηκε. Ήταν 55 ετών.

         Στα χρόνια εκείνα βρισκόταν σε κορύφωση το Κολλυβαδικό Κίνημα στο Άγιο Όρος. Οι παράταξη των Κολλυβάδων διώκονταν με πείσμα από τους αντικολλυβάδες. Αυτό λυπούσε τον Αθανάσιο και δυσανασχετούσε για τις διώξεις τους. Ο ίδιος εντάχτηκε στο κίνημα των Κολλυβάδων και άρχισαν οι διώξεις εναντίον του. Παραιτείται από την «Αθωνιάδα Σχολή» και επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη όπου δίδαξε και πάλι από το 1777 έως το 1783. Παράλληλα κήρυττε από άμβωνος σε διάφορους ναούς. Στα 1783 έλαβε επιστολή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να αναλάβει τη διεύθυνση της Πατριαρχικής Σχολής στην Κωνσταντινούπολη, αλλά δεν αποδέχτηκε τη θέση.

       Στα 1786, 64 χρονών, αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του την Πάρο. Αλλά δεν κατόρθωσε να φτάσει στον προορισμό του. Λόγω του ρωσοτουρκικού

πολέμου, το πλοίο, που τον μετέφερε, αναγκάστηκε να αλλάξει πορεία και αγκυροβόλησε στη Χίο για μεγάλο διάστημα. Ο Αθανάσιος αποσύρθηκε στο «Κάθισμα» της Μονής Αγίας Τριάδος. Εκεί βυθίστηκε στην προσευχή, την περισυλλογή και την πνευματική άσκηση, περιμένοντας να τελειώσει ο πόλεμος.

       Αλλά οι Χιώτες πληροφορήθηκαν την εκεί παρουσία του και επειδή η Σχολή της Χίου ήταν ακέφαλη, τον παρότρυναν να αναλάβει αυτός την διεύθυνσή της. Ο Αθανάσιος αρνείται, διότι έχει άλλα σχέδια. Στο τέλος δέχεται, όταν του γνώρισαν τις σχέσεις του με τον Μακάριο Νοταρά και τη φιλία του με τον Μητροπολίτη Χίου Γαβριήλ. Διδάσκει με πάθος στη Σχολή, στην οποία προσδίνει φήμη και κύρος. Εκεί συγγράφει τα σπουδαιότερα έργα του, όπως τη Ρητορική Πραγματεία του Ερμογένους, την Δογματική του αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού και την Λογική του Ευγενίου Βούλγαρη.

       Έμεινε στη Χίο τριάντα χρόνια, ως το 1812 και έφτασε στην ηλικία των 90 χρονών. Ζήτησε και τον απάλλαξαν από τα διδακτικά και διευθυντικά του καθήκοντα και του όρισαν μισθό, όσο θα ζούσε.  Ήρθε ο καιρός να μεταβεί επί τέλους στην Πάρο. Όμως ο λαός της Χίου του έφραξε το δρόμο να μην φύγει από το νησί τους. Ο Αθανάσιος υπέκυψε στη θέλησή τους, το οποίο εξέλαβε ως θέλημα του Θεού και πήρε την απόφαση να μείνει για πάντα στη Χίο.

       Αποσύρθηκε στη Μονή του Αγίου Γεωργίου στα Ρεστά Χίου, σε ένα απόμερο μέρος. Μαζί του ησύχαζαν ο μαθητής του και φίλος του Νικηφόρος και ο διάκονος Ιωσήφ από τα Φουρνά Ευρυτανίας, ο οποίος είχε χρηματίσει δάσκαλος στη Σχολή. Εκεί ο Αθανάσιος, παρ’ όλο το προχωρημένο της ηλικίας του, ασκούνταν σκληρά, προσευχόμενος, αγρυπνώντας και νηστεύοντας. Παράλληλα συνέχιζε το συγγραφικό θεολογικό του έργο.

      Όταν ξεκίνησε να γράφει το σύγγραμμά του «Περί της προς τον Θεόν αγίας Πίστεως και Περί του τις εστιν η αληθινή φιλοσοφία» έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο. Όταν συνήρθε κάπως και άρχισε ξανά τη συγγραφή, δεύτερο εγκεφαλικό, βαρύτερο, τον ρίχνει στο κρεβάτι. Ο ίδιος αντιλαμβάνεται το τέλος της επί γης ζωής του και προετοιμάζεται για τη μεγάλη αναχώρηση. Με νεύματα ζήτησε να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων και μετά μία ήμερα παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο, στις 24 Ιουνίου 1813. Οι συνασκητές του τον έθαψαν στην αυλή της Μονής. Τα λείψανά του αποτεφρώθηκαν από μεγάλη πυρκαγιά του 1822. Ανακηρύχτηκε άγιος και τιμάται στις 24 Ιουνίου, ημέρα της οσιακής κοίμησής του.

     Ο άγιος Αθανάσιος σημάδεψε θετικά με την προσωπικότητά του και το έργο του την ταραγμένη εποχή του. Υπήρξε μια σπάνια εκκλησιαστική και πνευματική μορφή, με ακραιφνώς ορθόδοξο και ελληνοπρεπές χαρακτήρα, φωτεινό ορόσημο και παράδειγμα μια μας σήμερα!  

                

ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΠΡΟΣΩΠΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΟΥ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

      Η μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής, αποτελεί για την Εκκλησία μας ένας σπουδαίος εορτολογικός σταθμός. Την αγία αυτή ημέρα εορτάζει και πανηγυρίζει λαμπρά το μεγάλο γεγονός της καθόδου του Παναγίου Πνεύματος στην ομήγυρη των μαθητών του Κυρίου, ως συνεχιστής του απολυτρωτικού έργου του Χριστού. Ο Κύριος και Θεός Παράκλητος είναι ο πρωτοστάτης αυτής της εορτής, γι’ αυτό Τον τιμάμε και Τον προσκυνάμε αυτή τη λαμπρή ημέρα και επίσης είναι αφιερωμένη η επόμενη ημέρα σε Εκείνον, η Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος. Η κάθοδός Του στον κόσμο την ευλογημένη εκείνη ημέρα της Πεντηκοστής, στο υπερώο της Ιερουσαλήμ (Πράξ.2:1) σήμανε αναμφίβολα μια νέα εποχή για την πορεία του κόσμου και την ιστορία της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους.

       Το Άγιον Πνεύμα δεν είναι κάποια απρόσωπη δύναμη του Θεού, όπως βλάσφημα δίδασκαν και διδάσκουν οι ανά τους αιώνες πνευματομάχοι αιρετικοί. Το Άγιον Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Είναι Θεός αληθινός, διότι μετέχει της θείας ουσίας ισότιμα με τον Πατέρα και τον Υιό. Είναι επίσης πρόσωπο αληθινό, προσωπικότητα ενσυνείδητη, έχοντας τη δική Του υποστατική ιδιότητα, η οποία τον καθιστά ξεχωριστή και μοναδική προσωπικότητα, χωρίς να συγχέεται με άλλο πρόσωπο. Σύμφωνα με την βιβλική διδασκαλία, η οποία κατανοήθηκε ορθώς μόνο μέσα στην Εκκλησία, το προσωπικό υποστατικό ιδίωμα του Κυρίου Παρακλήτου, τον Οποίο τον καθιστά μοναδικό, είναι η αΐδια εκπόρευσή Του από τον Πατέρα.

      Η αιρετική προσθήκη από την παπική ετεροδοξία της βλάσφημης διδασκαλίας της εκ και του Υιού εκπορεύσεώς Του (Filioque), αποτελεί σοβαρή εκτροπή από την βιβλική και αγιοπατερική διδασκαλία της αρχέγονης Εκκλησίας και ανατροπή της χριστιανικής πίστεως περί υποστατικών ιδιωμάτων των Θείων Προσώπων της Αγίας Τριάδος. Η φράγκικη αυτή σοβαρή κακοδοξία, η οποία ενσωματώθηκε στο Σύμβολο της πίστεως το 1019 από την παπική εκκλησία και έγινε πίστη της, αποτελεί την κυριότερη αιτία του σχίσματος του 1054 και το σοβαρότερο σημείο αναφοράς των σχέσεων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και του παπισμού. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι Δυτικοί θεωρούν εμάς τους ορθοδόξους αιρετικούς διότι απορρίπτουμε την αιρετική διδασκαλία του Filioque!

        Οι μετά το σχίσμα Πατέρες, Ομολογητές και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, με προεξάρχοντες τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και τον Άγιο Μάρκο Εφέσου, έδωσαν τιτάνιους αγώνες κατά αυτής της αιρετικής διδασκαλίας, διότι θεωρήθηκε από αυτούς ως μια ακόμα σοβαρή τριαδολογική κακοδοξία, η οποία βεβηλώνει (το σχετικώς αποκεκαλυμμένο) μυστήριο της υπάρξεως του Τριαδικού Θεού. Επιγραμματικά αναφέρουμε ότι η αιρετική πίστη του Filioque καταργεί την μοναρχία της Θεότητος και δημιουργεί δύο αρχές στην Αγία Τριάδα. Συγχέει το προσωπικό υποστατικό ιδίωμα του Πατρός, περί της εκπορεύσεως του Πνεύματος από Αυτόν και υποβιβάζει τη θέση του Αγίου Πνεύματος στην ισότιμη ύπαρξή Του στη Θεότητα, ως πρόσωπο, υπηρετούντος την θέληση του Πατρός και του Υιού! Αυτό σημαίνει ότι η κακοδοξία αυτή η οποία δυστυχώς συντηρείται επιδεικτικά από τους παπικούς, αποτελεί το σημαντικότερο εμπόδιο επαναπροσέγγισης Ορθοδοξίας και δυτικών ετεροδόξων.

        Πάμπολλα χωρία από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη φανερώνουν περίτρανα τον ισότιμο ρόλο του Παναγίου Πνεύματος μαζί με τα άλλα δύο Θεία Πρόσωπα της Τριάδος, στην διαδικασία της δημιουργίας του κόσμου και της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους.        

      Η ενανθρώπιση του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε συνεργεία του Αγίου Πνεύματος. «Το γαρ εν αυτή (τη Παρθένω) γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου»

(Ματθ.1:20) διαβεβαίωσε ο άγγελος Κυρίου στον Ιωσήφ και «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ.1:35) ανήγγειλε ο αρχάγγελος Γαβριήλ στην Θεοτόκο. Το Άγιον Πνεύμα αναπαύεται στο Χριστό (Ησ.61:1), παρίσταται στην Βάπτισή Του για την επιβεβαίωση της μεσσιανικής Του ιδιότητος (Ματθ.3:15).  Τον στηρίζει ως άνθρωπο (Ματθ.4:1). Μέσω του Πνεύματος του Κυρίου ευαγγελίζεται τους πτωχούς, ιατρεύει τους ασθενείς, κηρύσσει την ελευθερία στους αιχμαλώτους και δίνει την ανάβλεψη των τυφλών (Λουκ.4:18). «Εν Πνεύματι Θεού» διώχνει τα δαιμόνια (Ματθ.12:28). Το Άγιον Πνεύμα είναι ο σύνδεσμός Του με τον Πατέρα (Λουκ.10:21).

       Ο Παράκλητος, «το Πνεύμα της αληθείας» θα γίνει ο συνεχιστής του απολυτρωτικού έργου του Χριστού «εις τον αιώνα» (Ιωάν.14:15). Αυτός θα πάρει τη θέση Του στο έργο της σωτηρίας, «εάν δε πορευθώ, πέμψω αυτόν (τον Παράκλητον) προς ημάς και ελθών εκείνος ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας και περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως … όταν έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν.16:7,13) διαβεβαίωσε ο Χριστός τους μαθητές Του, λίγο πριν το εκούσιο πάθος Του. Σε ερώτηση των μαθητών προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, μετά την ανάστασή Του: «Κύριε εν τω χρόνω τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν τω Ισραήλ;», τους απάντησε πως «ουχ υμών γνώναι χρόνους ή καιρούς ους ο πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία, αλλά λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς, και έσεσθέ μοι μάρτυρες εν τε Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και Σαμαρεία και έως εσχάτου της γης» (Πράξ.1:6-8-). Με την έμμεση αυτή απάντησή Του ο Κύριος δήλωνε πως η Βασιλεία του Θεού είναι η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία Του. Η αγία ημέρα της Πεντηκοστής είναι η απαρχή της εσχατολογικής εποχής, η οποία θα περατωθεί με το τέλος της ανθρώπινης ιστορίας.

         Η ευλογημένη επαγγελία του Χριστού πραγματοποιήθηκε την αγία αυτή ημέρα. Το Πανάγιο Πνεύμα κατήλθε στο υπερώο της Ιερουσαλήμ, όπου «ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν επί το αυτό» συναγμένοι οι άγιοι Απόστολοι (Πράξ.2:1). Ο ερχομός Του ήταν σαν «εκ του ουρανού ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας» και η ορατή παρουσία Του ως «γλώσσαι ωσεί πυρός», το Οποίον «εκάθισέ τε εφ’ ένα έκαστον αυτών (των μαθητών)» (Πράξ.2:3-4). Σύμφωνα με τον θεόπνευστο συγγραφέα του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, το «Ευαγγέλιον του Πνεύματος», όπως αποκαλείται, μεταμόρφωσε κυριολεκτικά τους αγράμματους μαθητές σε νέες δυναμικές προσωπικότητες, με πρώτο ορατό σημείο το φαινόμενο του «λαλείν ετέραις γλώσσες καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι» (Πράξ.2:4). Έτερο απτό φαινόμενο της προσωπικής τους μεταμορφώσεως υπήρξε η θαρραλέα ομιλία του αποστόλου Πέτρου προς τους εκστατικούς, μπροστά στο παράδοξο φαινόμενο, όχλους της Ιερουσαλήμ (Πραξ.2:1436). Το αποτέλεσμα ήταν συγκλονιστικό. Ο εμπνευσμένος από το Πνεύμα του Θεού λόγος του κορυφαίου αποστόλου «κατενύγησε την καρδίαν» των όχλων (Πράξ.2:37) με αποτέλεσμα να ζητούν από τους αποστόλους: «τι ποιήσομεν άνδρες αδελφοί;». Ο Πέτρος τους προέτρεψε: «μετανοήσατε, και βαπτισθήτω έκαστος υμών επί το ονόματι Ιησού Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών, και λήψεσθε την δωρεάν του Αγίου Πνεύματος». Εκείνοι «ασμένως αποδεξάμενοι τον λόγον αυτού εβαπτίσθησαν, και προσετέθησαν τη ημέρα εκείνη ψυχαί ωσεί τρισχίλιαι» (Πράξ.2:37-41). Έτσι γεννήθηκε το ορατό επί γης στρατευόμενο μέρος της Εκκλησίας του Θεού. Η αγία Πεντηκοστή θεωρείται ως η εν Αγίω Πνεύματι γενέθλιος ημέρα της Εκκλησίας!  

      Η  Αγία Εκκλησία είναι, σύμφωνα με την βιβλική θεολογία, το σώμα του Χριστού και Αυτός η κεφαλή του σώματος (Εφεσ.5:23) Το Άγιο Πνεύμα είναι η ψυχή του εκκλησιαστικού αυτού σώματος. Όπως στο φυσικό ανθρώπινο σώμα η ψυχή ζωοποιεί

το σώμα, τι ίδιο και η παρουσία του Παρακλήτου ζωοποιεί την Εκκλησία, κάνει το εκκλησιαστικό σώμα εύρωστο και δυνατό και αθάνατο. Αυτό σημαίνει ότι τα μέλη του σώματος, οι πιστοί, ζούμε μέσα στην Εκκλησία την όντως ζωή, χάρις στο ενοικούν σε Αυτή Πνεύμα του Θεού. Μέσα σε αυτή υπάρχουμε, τρεφόμαστε με ουράνια τροφή, κεχαριτωνόμαστε, αγιαζόμαστε και σωζόμαστε.

       Το Άγιο Πνεύμα συνεχίζει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού μας μετά την εις Ουρανούς Ανάληψή Του. Αυτός διαχέει τις άκτιστες δωρεές του Θεού στους ανθρώπους και ολόκληρη τη δημιουργία. Αυτός είναι ο πραγματικός τελετουργός των Ιερών Μυστηρίων, μέσω των οποίων οι πιστοί αγιάζονται και σώζονται. Αυτός καθιστά τους λειτουργούς της Εκκλησίας κεχαριτωμένα όργανά Του, για την επιτέλεση του σωστικού έργου του λαού του Θεού. Αυτός εμπνέει πνεύματα προφητείας και σοφίας. Αυτός διαφυλάσσει την Εκκλησία από τις επιβουλές των οργάνων της πλάνης και του ψεύδους (Ιωάν.16:13). Αυτός μοιράζει χαρίσματα στους πιστούς (Α΄Κορ.12:4) και πραγματοποιεί την υιοθεσία τους στο Θεό (Γαλ.4:6). Αυτός συγκροτεί όλον τον θεσμό της Εκκλησίας (Λουκ.24:49).

      Ο Κύριος και Θεός Παράκλητος ενοικεί στην Εκκλησία του Χριστού και επεργάζεται την σωτηρία μας. Χρειάζεται όμως και τη δική μας συγκατάθεση για να πραγματοποιηθεί αυτή. Ας ανοίξουμε διάπλατα τις πύλες ψυχής μας και ας Του επιτρέψουμε να εισέλθει σε αυτή να μας καθαρίσει από κάθε ρύπο αμαρτίας, να μας φωτίσει με τον δικό Του φωτισμό και να μας ανακαινίσει σε νέες θεοειδείς υπάρξεις.             

        

 

ΤΟ ΠΑΝΑΓΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ «ΟΛΟΝ ΣΥΓΚΡΟΤΕΙ ΤΟΝ ΘΕΣΜΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου -Καθηγητού

       Η μεγάλη εορτή της Πεντηκοστής και η Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος αποτελούν έναν ακόμα σημαντικό εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού ενιαυτού, κατά τον οποίο προσκυνούμε τον Άγιο Τριαδικό Θεό, τον μόνο αληθινό Θεό και τιμούμε το Πανάγιο Πνεύμα, το Οποίο έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην μεγάλη αυτή Δεσποτική εορτή.

      Η ευλογημένη κάθοδός Του, στο υπερώο της Ιερουσαλήμ, «εν τῷ συμπληροῦσθαι τὴν ἡμέραν τῆς Πεντηκοστῆς», όπου ήταν συναγμένοι οι άγιοι Απόστολοι, «ἅπαντες ὁμοθυμαδὸν ἐπὶ τὸ αὐτό»[1], άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία του κόσμου. Ήρθε να αναδημιουργήσει τη σεσαθρωμένη δομή του πτωτικού κόσμου, να διαχύσει τους αστείρευτους ποταμούς των σωτήριων άκτιστων ενεργειών του Θεού και να βάλλει σε νέα τροχιά την πορεία της ανθρωπότητας. Να οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν»[2] τους «καθημένους εν σκότει … εν χώρα και σκιά θανάτου»[3]. Να άρει την κατάρα της διασπάσεως των ανθρωπίνων κοινωνιών, την αιτία της διαχρονικής κακοδαιμονίας, ενώνοντας κάθε ανθρώπινο πρόσωπο και ολόκληρη την ανθρωπότητα σε ένα σώμα, το Σώμα του Χριστού, την Αγία Του Εκκλησία, καθότι, όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος, χάρις στην παρουσία και το έργο του Παρακλήτου, «νυν δε πολλά μεν μέλη, εν δε σώμα»[4]. «Εις ενότητα πάντας εκάλεσε», ψάλλουμε θριαμβευτικά κατά την αγία εορτή, έχοντας τη βεβαιότητα ότι άλλος τρόπος ενότητας δεν υπάρχει, παρά μόνο η Εκκλησία, το μυστικό Σώμα του Λυτρωτή μας Χριστού, ούτε άλλος δρόμος σωτηρίας. Άλλωστε, η Αγία Πεντηκοστή θεωρείται ως η «γενέθλιος ημέρα της Εκκλησίας», αφού, με το εμπνευσμένο κήρυγμα του απ. Πέτρου, «ἀσμένως ἀποδεξάμενοι τὸν λόγον αὐτοῦ ἐβαπτίσθησαν, καὶ προσετέθησαν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ψυχαὶ ὡσεὶ τρισχίλιαι»[5], αποτελούντες τα πρώτα μέλη της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων, τα πρώτα κύτταρα του μυστικού Σώματος του Χριστού.    

      Η  Αγία μας Εκκλησία είναι, σύμφωνα με την βιβλική θεολογία, το σώμα του Χριστού και Αυτός η κεφαλή του σώματος (Εφεσ.5,23) και το Άγιο Πνεύμα είναι η ψυχή του εκκλησιαστικού σώματος. Όπως στο φυσικό ανθρώπινο σώμα η ψυχή ζωοποιεί το σώμα, τι ίδιο και η παρουσία του Παρακλήτου, ζωοποιεί την Εκκλησία, κάνει το εκκλησιαστικό σώμα εύρωστο, δυνατό και αθάνατο. Αυτό σημαίνει ότι τα μέλη του σώματος, οι πιστοί, ζούμε, μέσα στην Εκκλησία, χάρις στο ενοικούν σε Αυτή Πνεύμα του Θεού, την όντως ζωή. Μέσα σε αυτή υπάρχουμε, τρεφόμαστε με ουράνια τροφή (την Θεία Κοινωνία), χαριτωνόμαστε, αγιαζόμαστε, σωζόμαστε και θεωνόμαστε, αφού, «η αγάπη του Θεού εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών δια Πνεύματος Αγίου του δοθέντος ημίν»[6]. Ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει ότι το Άγιο Πνεύμα και Εκκλησία είναι ταυτόσημα, είναι οντολογικό γνώρισμα της Εκκλησίας η παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο δημιουργεί μεταξύ των μελών θεϊκή συγγένεια, ανώτερη κάθε άλλης συγγενείας και ενότητας. «Ο γαρ γέρων και ο νέος, ο πένης και ο πλούσιος, ο παις και ο έφηβος, η γυνή και ο ανήρ και πάσα ψυχή εν

τι γίνεται και μάλλον ει σώμα εν ην. Ταύτης γαρ της συγγενείας πολλώ μείζων εκείνη και πλείων η ακρίβεια της ενώσεως»[7].

      Ο Απόστολος των Εθνών τονίζει κατηγορηματικά πως «ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν ει μη εν Πνεύματι Αγίω»[8]. Αυτό σημαίνει πως ο Θεός Παράκλητος είναι πλέον ο κύριος της Εκκλησίας και του κόσμου, μετά την Ανάληψη του Χριστού. Αυτός μας κάνει γνωστό τον Λυτρωτή μας Ιησού Χριστό και ενεργοποιεί το σωτήριο έργο Του σε κάθε άνθρωπο, που θέλει να σωθεί, πάντα μέσα στην Εκκλησία και όχι εκτός αυτής. Κατά συνέπεια, όχι μόνο η άρνηση του απολυτρωτικού έργου του Χριστού, αλλά και η άρνηση της συμμετοχής του Αγίου Πνεύματος στη λυτρωτική διαδικασία του κόσμου, αποτελεί πρωταρχική αιτία απώλειας της σωτηρίας πολλών.

      Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος στον κόσμο εκδηλώνεται ποικιλότροπα, με «διαιρέσεις χαρισμάτων», με «διαιρέσεις διακονιών», με «διαιρέσεις ενεργημάτων»[9], με καρποφορία πνευματικών καρπών[10]. Κάθε αγαθό και δωρεά που δίνεται στους ανθρώπους είναι προϊόν του Αγίου Πνεύματος. Σε κάθε άνθρωπο «δίδεται η φανέρωσις του Πνεύματος προς το συμφέρον» αυτού[11] και για τούτο ψάλλει η Εκκλησία: «Πάντα χορηγεί το Πνεύμα το Άγιον, βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί, αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, αλιείς θεολόγους ανέδειξε, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας»[12].

      Το Άγιο Πνεύμα μοιράζει χαρίσματα στους πιστούς τα οποία είναι χρήσιμα για τη σωτηρία τη δική τους, αλλά και για το σωστικό έργο της Εκκλησίας. Σε άλλον «δίδοται λόγος σοφίας, άλλω δε λόγος γνώσεως κατά το αυτό Πνεύμα, ετέρω δε πίστις εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων, άλλω δε προφητεία, άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων, ετέρω δε γένη γλωσσών, άλλω δε ερμηνεία γλωσσών. Πάντα δε ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται»[13]. Ο Μ. Βασίλειος σημειώνει: «Το Πνεύμα γίνεται επίσης κατανοητό ως όλον υπάρχον εις τα μέρη διά της διανομής των χαρισμάτων. Διότι αν και οι δωρεές και η χάρη που ο Θεός μας έχει δώσει μπορεί να διαφέρουν, είμαστε βεβαιότατα μέλη ο ένας του άλλου»[14].

      Το Άγιο Πνεύμα μοιράζει διακονίες στο λαό του Θεού, οι οποίες υπάρχουν για να διακονούν καθολικά τις πνευματικές και υλικές ανάγκες του, εις τρόπον ώστε να ζει ο πιστός αποκλειστικά μέσα στην χάρη του Θεού και να μην έχει ανάγκη από τα «σκύβαλα» του κόσμου[15].  Η Εκκλησία του Θεού υπάρχει για να μεταλλάσσει ολοκληρωτικά και καθολικά τον άνθρωπο της αμαρτίας και της φθοράς, σε νέα αναγεννημένη και χαριτωμένη ύπαρξη. Το «Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού»[16]. Ακολούθως όρισε, «εν τη Εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, είτα χαρίσματα ιαμάτων, αντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσών»[17]. Επίσης «έδωκε τους τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε

ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού»[18]. Ο Μέγας Βασίλειος εκφράζει αυτές τις έννοιες με τα ακόλουθα λόγια: «Δεν είναι σαφές και αναμφισβήτητο ότι η τάξις της Εκκλησίας διατηρείται διά του Αγίου Πνεύματος; Διότι έδωσε στην Εκκλησία, λέει, πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα δυνάμεις, είτα χαρίσματα ιαμάτων. […] Αυτή η διευθέτηση και προικοδότηση των δωρεών έχει αποφασισθεί από το Πνεύμα»[19], για τη διακονία του λαού του Θεού.

      Το Άγιο Πνεύμα καρποφορεί στις καρδιές των πιστών υπέροχους και σπανίους πνευματικούς καρπούς, ως αποτέλεσμα επίπονης καλλιέργειας. Ο θεόπνευστος απόστολος αφού αναφέρει τα βδελυρά έργα τη σαρκός, τα οποία είναι καρποί της αμαρτίας, παραθέτει στη συνέχεια του καρπούς του Πνεύματος, ως «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθοσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια»[20]. Οι καρποί της σαρκός καταδεικνύουν τον άνθρωπο της πτώσεως, της αμαρτίας και της φθοράς, οι δε καρποί του Πνεύματος φανερώνουν, «ως πόλις επάνω όρους κειμένη»[21], τον αναγεννημένο εν Χριστώ άνθρωπο της χάριτος και της σωτηρίας. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός μας είχε πει πως «εκ γαρ του καρπού το δένδρον γινώσκεται»[22], έτσι και ο πνευματικός αναγεννημένος άνθρωπος ξεχωρίζει από τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, που είναι στολισμένος.

       Το Άγιο Πνεύμα συνεχίζει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού μας μετά την εις ουρανούς Ανάληψή Του, σύμφωνα με την προαναγγελία του Κυρίου: «συμφέρει υμίν, ίνα εγώ απέλθω· εάν γάρ μη απέλθω, ο Παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς εάν δε πορευθώ, πέμψω αυτόν προς υμάς»[23]. Για το δικό μας πνευματικό συμφέρον, για την διακονία της σωτηρίας μας στάλθηκε από το Θεό Πατέρα στον κόσμο, για να μείνει «εις τον αιώνα»[24], να μας διδάσκει, να μας στηρίζει, να μας παρηγορεί και να μας περιφρουρεί από τα «πεπυρωμένα βέλη του Πονηρού».

      Αυτός διαχέει τις άκτιστες δωρεές του Θεού στους ανθρώπους και ολόκληρη τη δημιουργία. Αυτός είναι ο πραγματικός τελετουργός των Ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας μας, μέσω των οποίων οι πιστοί αγιαζόμαστε και σωζόμαστε. Αυτός καθιστά τους λειτουργούς της Εκκλησίας μας κεχαριτωμένα όργανά Του, για την επιτέλεση του σωστικού έργου του λαού του Θεού. Αυτός εμπνέει πνεύματα προφητείας και σοφίας. Αυτός μοιράζει χαρίσματα και πραγματοποιεί την υιοθεσία μας στο Θεό[25]. Αυτός συγκροτεί όλον τον θεσμό της Εκκλησίας[26].

      Αυτός διαφυλάσσει την Εκκλησία από τις επιβουλές των οργάνων της πλάνης και του ψεύδους[27], διότι η αίρεση και κάθε κακοδοξία είναι σπέρματα του διαβόλου[28]  και ως εκ τούτου, αποκόβει τον πλανεμένο από τη χάρη του Θεού και τον προσδένει στο άρμα της καταστροφής, καθότι η αίρεση είναι συνώνυμη με την απώλεια της σωτηρίας. Οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες, προκειμένου να οριοθετήσουν την σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας, ζητούσαν τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος και

αποφαίνονταν: «έδοξε τω Αγίω Πνεύματι και ημίν», ό, τι μας έδειξε το Πνεύμα της Αληθείας, ορίζουμε ως αληθινή πίστη της Εκκλησίας, η οποία είναι συνώνυμη με τη σωτηρία!

       Είναι απαραίτητο να αναφέρουμε πως, ο «απ’ αρχής ανθρωποκτόνος» διάβολος[29], γνωρίζοντας το καταλυτικό έργο του Παρακλήτου στον κόσμο, έσπειρε και σπείρει πλάνες αμφισβήτησης του Θείου Προσώπου Του. Και τούτο διότι, «Ποτέ δεν δύναται να εννοηθή ο Πατήρ χωρίς τον Υιόν», λέγει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, «ούτε ο Υιός χωρίς το άγιον Πνεύμα. Όπως είναι αδύνατον να ανέλθη κανείς εις τον Πατέρα, εάν δεν υψωθή δια του Υιού, κατ' αυτόν τον τρόπον είναι αδύνατον να είπη κανείς τον Ιησούν Κύριον, παρά μόνον εν Πνεύματι Αγίω»[30]. Πασχίζει να διασπάσει ακριβώς αυτή τη σχέση των Θείων Προσώπων της Τριαδικής Θεότητας και να προσβάλλει την σωτήρια πίστη των ανθρώπων.

      Στην αρχή φάνηκαν οι αιρετικοί Μοναρχιανοί, στη συνέχεια οι Πνευματομάχοι. Στους μέσους χρόνους ο αιρετικός Παπισμός υποβίβασε το Άγιο Πνεύμα με την φοβερή αίρεση του filioque  και τους σύγχρονους χρόνους οι αντιτριαδικοί Προτεστάντες (π.χ. Μάρτυρες του Ιεχωβά, Μορμόνοι, κλπ), αρνούνται την προσωπική υπόσταση και θεότητά Του. Φρικτή πλάνη έχει αναφανεί τελευταία στον κυκεώνα του Οικουμενισμού, η λεγομένη «Οικονομία του Πνεύματος», σύμφωνα με αυτή, το Άγιο Πνεύμα «ενεργοποιεί τη σωτηρία και εκτός της Εκκλησίας», ήτοι: στα σχίσματα, στις αιρέσεις και τις θρησκείες του κόσμου, παραβλέποντας την πίστη της Εκκλησίας «εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία» (άγιος Κυπριανός Καρθαγένης) και ακυρώνοντας σαφέστατα το μοναδικό απολυτρωτικό έργο του Χριστού!

       Η παρουσία λοιπόν του Κυρίου μας Παρακλήτου στην Εκκλησία είναι τόσο σημαντική ώστε «Ει μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία» τονίζει ο ιερός Χρυσόστομος[31]. Χάρις στην παρουσία Εκείνου βιώνουμε το μυστήριο της Βασιλείας του Θεού και γευόμαστε τις ακένωτες σωτήριες δωρεές Του. «Είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον, εύρομεν πίστιν αληθή, αδιαίρετον Τριάδα προσκυνούντες΄ αύτη γαρ ημάς έσωσεν»[32]. Δεν έχουμε άλλη ωφέλιμη και σωτήρια επιλογή από το να κλείνουμε γόνυ λατρείας και προσκυνήσεως προς Αυτόν και να Του ζητήσουμε έτι φωτισμό γνώσεως και ψυχοσωματική κάθαρση από κάθε ρύπο αμαρτίας, για να αξιωθούμε της σωτηρίας και να γίνουμε μέτοχοι της ουράνιας και ατέρμονης Βασιλείας των Ουρανών!         

 

 

  

 

 

 



[1] Πράξ.2,1

[2] Ιωάν.16,13

[3] Ματθ.4,16

[4] Α΄Κορ.12,19-20

[5] Πράξ.2,41

[6] Ρωμ.5,5

[7] Εις την Πεντηκοστήν  Όμιλ. 1, 4 PG 50, 459. Εις Όμιλ. 9, 3 PG 62, 72. 

[8] Α΄Κορ.12,3

[9] Α΄Κορ.12,4-6

[10] Γαλ.5,22

[11] Α΄Κορ.12,7

[12] Στιχ. Εσπ. Πεντηκοστής

[13] Α΄Κορ.12,8-11

[14] https://www.pemptousia.gr/2013/06/to-agio-pnevma-ke-i-ekklisia-sti-didas/ π. Δημήτριος Στανιλοάε

Το Άγιο Πνεύμα και η Εκκλησία στη Διδασκαλία των Πατέρων. (Α΄)

[15] Φιλιπ.3,8

[16] Πράξ.20,28

[17] Α΄Κορ.12,28

[18] Εφ. 4,11-12

[19] https://www.pemptousia.gr/2013/06/to-agio-pnevma-ke-i-ekklisia-sti-didas/ π. Δημήτριος Στανιλοάε

Το Άγιο Πνεύμα και η Εκκλησία στη Διδασκαλία των Πατέρων. (Α΄)

[20] Γαλ.5,22-23

[21] Ματθ.5,14

[22] Ματθ.12,33

[23] Ιωάν.16,7

[24] Ιωάν.14,16,

[25] Γαλ.4,6

[26] Λουκ.24,49

[27] Ιωάν.16,13

[28] Λουκ.8,5-15

[29] Ιωάν.8,44

[30]  https://www.oodegr.com/oode/biblia/alavizop_dogma_1/10.htm 

[31] Ε.Π.50,459

[32] Ύμνος Θείας Λειτουργίας