Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Ο «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ» ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ «ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΣΑΣ»


 

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 30η Μαρτίου 2017

 

Ο «ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ» ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΙ

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ «ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΣΑΣ»

 

     Η παναίρεση του Οικουμενισμού, το δαιμονικό αυτό κατασκεύασμα των εσχάτων χρόνων, ο τελευταίος πρόδρομος του Αντιχρίστου, κατά τον αείμνηστο π. Αθανάσιο Μυτιληναίο, μεταχειρίζεται απίστευτα τεχνάσματα και μεθοδεύσεις, προκειμένου να επικρατήσει. Με στόχο να παραπλανήσει, άλλοτε καταφεύγει σε διαστροφή ιστορικών γεγονότων, (βλέπε προσπάθεια παρουσιάσεως του Σχίσματος Ανατολής και Δύσεως ως οφειλόμενο σε ανθρώπινες εμπάθειες και μίση, ή σε πολιτικούς λόγους και πάντως όχι σε δογματικές πλάνες των Δυτικών). Άλλοτε καταφεύγει σε προβολή ορισμένων λόγων αγίων και σε αποσιώπηση άλλων λόγων των, (βλέπε λόγους του αγίου Μάρκου του Ευγενικού προ της ενάρξεως της Ψευδοσυνόδου Φεράρας -Φλωρεντίας και άλλους λόγους του μετά την λήξη της). Άλλοτε σε επινόηση να δοθεί ειδική ερμηνεία σε δογματικές αποφάσεις της Ψευδοσυνόδου της Κρήτης, (βλέπε προσπάθεια των οικουμενιστών να ερμηνεύσουν τον όρο «Εκκλησία» στους ετεροδόξους, ως δήθεν τεχνικό όρο). Άλλοτε σε προσπάθεια να παρουσιαστεί η Ψευδοσύνοδος της Κρήτης ως Ορθόδοξη και ως λαβούσα δήθεν Ορθόδοξες αποφάσεις, (βλέπε πρόσφατο ανακοινωθέν «Προς τον λαό» της Δ.Ι.Σ.). Ενώ άλλοτε επιχειρεί  να διαστρέψει λόγους αγίων και να τους παρουσιάσει ως έχοντες δήθεν οικουμενιστικές ιδέες και αντιλήψεις και ως προωθούντες τον Οικουμενισμό. Στην τελευταία αυτή περίπτωση θα πρέπει να εντάξουμε την προσπάθεια κάποιων οικουμενιστών να διαστρεβλώσουν ορισμένους λόγους και πράξεις των νεοφανών αγίων της Εκκλησίας μας, Πορφυρίου και Παΐσίου, προκειμένου να τους παρουσιάσουν ως «οικουμενιστές» και ως επευλογούντες την αίρεση.

    Στις γραμμές που ακολουθούν, θα αναφερθούμε σε μια τέτοια περίπτωση, που αφορά συγκεκριμένα τον άγιο Πορφύριο. Με βάση έγκυρες πληροφορίες που λάβαμε στο Γραφείο μας, τα τελευταία χρόνια ιδρύθηκε κάποιο σωματείο με την επωνυμία «ΕΛΑΙΑ Α.Μ.Κ.Ε.», με έδρα τον Πειραιά, (οδός Πατριάρχου Ιωακείμ 39, τ. κ. 18539). Ως πρόεδρος φέρεται ο αγιορείτης ιερομόναχος π. Γεώργιος Αλευράς ο Καυσοκαλυβίτης. Από πληροφορίες που συλλέξαμε, σκοπός του σωματείου είναι η εθνική, ηθική και κοινωνική εξύψωση της χειμαζόμενης από την τελευταία κρίση Πατρίδος μας. Μάλιστα προβάλλεται ως πρότυπο πορείας της πολιτείας μας η μορφή και το έργο του αειμνήστου πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδος Ιωάννου Καποδίστρια. Για το σκοπό αυτό το σωματείο εξέδωσε και πολυτελή τόμο με τίτλο «Ο Άγιος της Πολιτικής», με σπάνιο αρχειακό υλικό για τον πρόωρα αδικοχαμένο πολιτικό, με συγγραφέα τον κ. Ιωάννη Κορνιλάκη, διευθύνοντα σύμβουλο του σωματείου.

     Μέχρις εδώ όλα καλά και επαινετά. Ωστόσο το εν λόγω σωματείο φαίνεται ότι δεν αρκείται στην πατριωτική του δράση, αλλά επεκτείνει τις δραστηριότητές του και σε εκκλησιαστικά θέματα. Όπως αποδεικνύεται από το περιεχόμενο του ως άνω βιβλίου, στις σελίδες του προβάλλονται με κατάλληλο και έντεχνο τρόπο παράλληλα με το πρόσωπο και το έργο του Ιωάννου Καποδίστρια και οικουμενιστικές θέσεις, που δεν έχουν καμιά σχέση με τον μεγάλο πολιτικό ηγέτη της πατρίδος μας. Γίνεται λόγος για την άρση των αναθεμάτων το 1965, προβάλλεται η γνωστή φράση, «ίνα ώσιν εν»,η οποία  χρησιμοποιείται για να στηριχθεί την οικουμενιστική ιδεολογία, παρατίθενται λόγοι του Πάπα Βενεδίκτου του 16ου περί ενότητος των «Εκκλησιών», γίνεται λόγος περί διεσπασμένης Εκκλησίας κλπ. Τέλος παραθέτουν πολλές εικόνες αναγεννησιακής τεχνοτροπίας, μεταξύ των οποίων και μία με τίτλο: «Παναγία ίνα ώσιν εν, η Πατριώτισσα». Στην εικόνα αυτή απεικονίζεται η Θεοτόκος σε στάση δέησης, να κρατάει στα δύο χέρια της δύο ομοιώματα ναών, την Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως και τον Άγιο Πέτρο Ρώμης, που συμβολίζουν την Ορθόδοξη Εκκλησία και την Ρωμαιοκαθολική «Εκκλησία», τον Παπισμό. Αναμφίβολα το ομοίωμα του ναού παραπέμπει στην  έννοια της Εκκλησίας και ως εκ τούτου η παράσταση παραπέμπει στην αποδοχή, ότι η παπική θρησκευτική κοινότητα είναι αληθής Εκκλησία, ισότιμη με την Ορθόδοξη! Στα σπλάγχνα της Παναγίας εικονίζεται μέσα σε κύκλο ο χάρτης της Ελλάδος με τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό. Πάνω από την Παναγία εικονίζεται ο Χριστός σε στάση ευλογίας και πάνω από τον Χριστό η φράση «ίνα ώσιν εν». Δεξιά και αριστερά της εικόνος εικονίζονται οι άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος, οι άγιοι αρχάγγελοι  Μιχαήλ και Γαβριήλ, ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο άγιος προφήτης Ηλίας. Η όλη παράσταση θέλει να διακηρύξει την θερμή δέηση της Θεοτόκου προς τον ύπερθεν αυτής εικονιζόμενο Υιό της για την «ένωση των Εκκλησιών» Ορθοδοξίας και Παπισμού, ενώ ο Χριστός ευλογεί την εν λόγω οικουμενιστικού τύπου ένωση με βάση τους λόγους του «ίνα ώσιν εν», κατά την αρχιερατική του προσευχή.

    Το ότι αποδίδεται οικουμενιστικού τύπου ερμηνεία στη περιλάλητη φράση «ίνα ώσιν εν», αποδεικνύεται από ορισμένα αποσπάσματα του βιβλίου. Στη σελίδα 186 ο συγγραφέας γράφει: «Εκατόν τριάντα οκτώ χρόνια αργότερα, [από την επιστολή που έστειλε ο Καποδίστριας προς τον τότε Πάπα της Ρώμης] και συγκεκριμένα στις 7 Δεκέμβρη 1965 με το νέο ημερολόγιο, Ανατολή και Δύση Κωνσταντινούπολη και Ρώμη, Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία και Ρωμαιοκαθολική, Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας και Πάπας Παύλος ΣΤ΄  κάνουν το πρώτο βήμα προς το ευαγγελικό, ίνα ώσιν εν, αίροντες τα ένθεν κακείθεν αναθέματα των δύο εκκλησιών από το 1054». Παρά κάτω στη σελίδα 691 γράφει: «Αποκορύφωμα εχθρότητας, αντιπαλότητας, διάσπασης και διαχωρισμού υπήρξε το σχίσμα Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και Δυτικής Ρωμαιοκαθολικής το 1054. Ο συμβολισμός του τρομαχτικός. Διάσπαση του χριστιανικού δόγματος, διάσπαση της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, διάσπαση Αυτού του ίδιου του σώματος του Χριστού».

     Στο σημείο αυτό θεωρούμε αναγκαίο, να κάνουμε ένα σύντομοσχόλιο γύρω από την Ορθόδοξη ερμηνεία της φράσεως «ίνα ώσιν εν», επειδή η φράση αυτή έχει κακοποιηθεί βάναυσα από τους οικουμενιστές, οι οποίοι την χρησιμοποιούν κατά κόρον, για να δηλώσουν, ότι αυτή δήθεν αναφέρεται στην μελλοντική ενότητα των εκκλησιών και ότι ο Χριστός προανήγγειλε ότι όλες οι χριστιανικές ομολογίες θα αποκτήσουν στο μέλλον ενότητα μεταξύ τους και θα αποτελέσουν τη «Μία» εκκλησία, υπονοώντας, ότι η Εκκλησία τώρα είναι διεσπασμένη. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερμηνεύοντας το χωρίο αυτό παρατηρεί: «Ίνα ώσιν εν, καθώς συ, Πάτερ, εν εμοί, και εγώ εν σοι [...] Τι είναι, λοιπόν, το ‘Εν ημίν’; Στην πίστη προς εμάς. Επειδή βέβαια τίποτε δεν σκανδαλίζει όλους, όσο η διάσπαση, αυτό κατασκευάζει, ώστε να γίνουν ένα. Τι, λοιπόν; Το κατόρθωσε αυτό, λέγουν; Και πάρα πολύ το κατόρθωσε. Διότι, όλοι όσοι πίστευσαν μέσω των Αποστόλων είναι ένα, μολονότι κάποιοι από αυτούς αποσπάστηκαν [...]», (Ε.Π.Ε.14,594). Δηλαδή η αίτηση του Κυρίου προς τον Θεόν Πατέρα «ίνα πάντες εν ώσιν» εκπληρώνεται ήδη εντός της Μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας, διά της ταυτότητος της Ορθοδόξου Πίστεως πάντων. Η ενότητα εντός της Εκκλησίας δεν είναι κάτι το ζητούμενο, αλλά είναι δεδομένη, είναι μια πραγματικότητα που υφίσταται. Δεν υφίσταται εκκρεμότητα ως προς την ενότητα, αλλ’ εκείνο που εκκρεμεί είναι η υπό των ετεροδόξων αποδοχή της μόνης αληθούς Ορθοδόξου Πίστεως. Κατά τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο η φράση «ίνα πάντες εν ώσιν» «συνδέεται αναπόσπαστα με άλλες φράσεις, όπως ‘καθώς συ, πάτερ, εν εμοίκαγώ εν σοι’, (Ιω.17, 21) και τη φράση ‘εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν’, (Ιω.17, 23) και επίσης την άλλη φράση ‘ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι’, (Ιω.17, 24). Και σαφώς, εδώ, ο Χριστός αναφέρεται στην ενότητα των Αποστόλων κατά θεωρίαν της δόξης του Θεού, την θέα του ακτίστου Φωτός, που έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής, γιατί ακριβώς τότε οι Απόστολοι απέκτησαν και ενότητα ουσιαστική μεταξύ τους. Επομένως όσοι εκ των Αγίων μέσα στην ιστορία φθάνουν στη θέωση και στη θεωρία του ακτίστου Φωτός, αποκτούν ενότητα με τους Αποστόλους, έχουν την ίδια πίστη με αυτούς και εφαρμόζεται το χωρίο αυτό, του Χριστού, ‘ίνα ώσιν εν’», («Ο Οικουμενισμός στην πράξη, ήτοι την θεολογία και την άσκηση», στον Συλλογικό τόμο «Οικουμενισμός, Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις», Εκδ. Θεοδρομία, τομ. Β΄, σελ. 787). Επίσης η φράση «ίνα ώσιν εν» είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με όσα προηγουμένως είπε ο Κύριος στον παραβολικό λόγο του περί της αμπέλου και των κλημάτων, τα οποίααποκόπτονται από την άμπελο. Τα κλήματα τα οποία δεν φέρουν «καρπόν» αληθούς Ορθοδόξου πίστεως και αγιοπνευματικής ζωής είναι οι αιρετικοί, οι οποίοι «αίρονται», αποκόπτονται από  τον αμπελουργό Πατέρα, και παύουν να αποτελούν κλήματα της νοητής αμπέλου, της Εκκλησίας, παύουν δηλαδή να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας. Επομένως το «ίνα ώσιν εν»,  που λέει παρά κάτω ο Κύριος, δεν αφορά τα αποκοπέντα κλήματα. Δηλαδή σε καμιά περίπτωση δεν προσεύχεται ο Κύριος, να παραμείνουν τα αποκοπέντα κλήματα, (=οι αιρετικοί),ενωμένα με την άμπελο, (=την Εκκλησία), διότι τα κλήματα αυτά απορρίπτονται εις το «πυρ» το εξώτερο, σύμφωνα με τη διαβεβαίωση του Κυρίου: «εάν μη τις μείνη εν εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις το πυρ βάλλουσι, και καίεται» (Ιωάν.15,6).

   Τόσον ο συγγραφέας του ως άνω βιβλίου, όσον επίσης και ο Πρόεδρος του σωματείου π. Γεώργιος Αλευράς, αγνοούντες προφανώς την Ορθόδοξη θεολογική ερμηνεία του χωρίου «ίνα πάντες εν ώσιν», έφθασαν στο σημείο να ισχυρίζονται ότι, η «ένωση των Εκκλησιών» δεν αποτελεί μόνον δέηση της Θεοτόκου, αλλά και εσχατολογική «παρακαταθήκη» του Χριστού και ταυτόχρονα «παρακαταθήκη» του αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου και συνάμα «παρακαταθήκη» του Ιωάννη Καποδίστρια. Ας σημειωθεί εδώ ότι ο π. Γεώργιος υπήρξε υποτακτικός του αγίου Πορφυρίου και έζησε μαζί του ως «δόκιμος» μοναχός για 5-6 μήνες, μέχρι της οσιακής κοιμήσεώς του. Σε ομιλία του στις 16 Δεκεμβρίου 2010 στην Πρεσβεία της Ρωσικής ομοσπονδίας στην Αθήνα, κατά την διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου «Ιωάννης Καποδίστριας- Ο άγιος της Πολτικής» αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ο Γέρων Πορφύριος έβλεπε τον διχασμό των ανθρώπων σαν καταστροφή και πονούσε μέρα και νύχτα. Γι’ αυτό λίγο πριν αφήσει την τελευταία του πνοή, για μισή ώρα περίπου, ψέλλιζε στα χείλη την Αρχιερατική Προσευχή του Ιησού Χριστού προς τους μαθητές, το ‘ίνα ώσιν έν’, αδιαλείπτως. Μ’ αυτή την ευχή πήγε στον αγαπημένο του Χριστό. Προσευχόταν για την ενότητα της Εκκλησίας, για την ενότητα όλου του κόσμου», (Ιερομ. Γεώργιος Καυσοκαλυβίτης, Ιερά Καλύβη Ζωοδόχου Πηγής, Ιεράς Σκήτης Αγίας Τριάδος Καυσοκαλυβίων Αγίου Όρους).

    Το ότι δυστυχώς ο π. Γεώργιος παρερμήνευσε τους τελευταίους λόγους του αγίου Πορφυρίου, αποδεικνύεται από όσα καταθέτει, σχετικά με το θέμα που μας απασχολεί,ο αγιορείτης ιερομόναχος π. Δαμασκηνός, τέως αρχιγραμματέας της Ιεράς Κοινότητος του αγίου  Όρουςσε επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, (15.8.2014). Γράφει: «Δυστυχώς ο αγιορείτης Ιερομόναχος Γεώργιος Αλευράς, Καυσοκαλυβίτης, εις το βιβλίον του κ. Κορνιλάκη: «Επιστολαί του Καποδίστρια»…διαστρέφει το περιεχόμενον της τελευταίας προσευχής του αγίου Πορφυρίου, «ίνα ώσιν εν» και την ερμηνεύει, ότι αφορά την ένωσιν της Ρώμης και της Κωνσταντινουπόλεως  και είναι δήθεν σύμφωνος με την γραμμήν των διαλόγων, ως γίνονται σήμερον. Ο υποφαινόμενος, ερμηνεύων την πραγματικήν ‘έννοιαν της τελευταίας προσευχής του αγίου Πορφυρίου, όστις έχει ενώπιόν του μίαν εξαμελή συνοδείαν με τα προβλήματα τα συγκεκριμένα που έχει κάθε συνοδεία, εύχεται για την ενότητά της καθώς απέρχεται εκ του παρόντος βίου και αποχαιρετά τα συγκεκριμένα πρόσωπα, που με υποδειγματικόν σεβασμόν και αγάπην τον υπηρετούν…Ο γράφων ως γνωρίζων εκ του σύνεγγυς τον άγιον Πορφύριον από τα φοιτητικά του χρόνια, κατά την δεκαετία του 1960, ότε ούτος ήτο εφημέριος εις την Πολυκλινικήν Αθηνών της οδού Πειραιώς και διατηρήσας την πνευματικήν επικοινωνίαν μέχρι της κοιμήσεώς του, βεβαιώνει ότι ο άγιος Πορφύριος δεν συνεφώνει με τας μεταβάσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου εις την Ρώμην, ούτε με τους διαλόγους, καθ’ ον τρόπον γίνονται». Όπως μας βεβαιώνει ο π. Δαμασκηνός, τον Δεκέμβριο του 1987, καθ’ ον χρόνον εργαζόταν με την σύνταξη σχεδίου επιστολής προς τον τότε Οικουμενικό Πατριάρχη  κυρό Δημήτριο, διά της οποίας διαμαρτυρόταν σύσσωμη η Ιερά Κοινότης για την πατριαρχική επίσκεψη στη Ρώμη, άκουσε το τηλέφωνο και τον άγιο Πορφύριο να ομιλεί: «-‘Τι γράφεις μωρέ;’- Γράφω, Γέροντα, την επιστολήν, ην προτίθεται η Ι. Κοινότης να αποστείλει, ως διαμαρτυρίαν, εις τον Παναγιώτατον Πατριάρχην Δημήτριον, δια την επίσκεψίν του εις την Ρώμην. -‘Διάβασε το γράμμα να ακούσω’ …Έγραφα λοιπόν: ‘Πως Παναγιώτατε, μετέβητε εν τω αμοίρω της Χάριτος Ναώ των απ’ αιώνων αιρετικών; Η Ρώμη δεν έχει την Χάριν του Αγίου Πνεύματος, ούτε έγκυρα μυστήρια’. Και ο π. Πορφύριος μου απαντά: -‘Ωραία τα γράφεις. Θα αρέσει η επιστολή εις τον Πατριάρχην. Δεν μπορείς να είπης εις τους Παπικούς, ότι έχουν Χάριν, και Μυστήρια. Δεν έπρεπε ο Πατριάρχης να μεταβεί εις την Ρώμην, διότι αυτοί κερδίζουν, χωρίς να διορθώνονται και ζημιούται η Ορθοδοξία…», (Περιοδ. Θεοδρομία, έτος 16, τεύχος 3, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2014, σελ.363-364).  

     Επανερχόμενοι στο σχολιασμό της εικόνος «Παναγία ίνα ώσιν εν η Πατριώτισσα», προσθέτουμε, πέραν των όσων εσημειώσαμε προηγουμένως, ότι η εν λόγω εικόνα αποκτά και εθνικιστικό περιεχόμενο. Το γεγονός ότι η Παναγία εικονίζεται να φέρει στα σπλάγχνα της την Ελλάδα και επιγράφεται ως «η Πατριώτισσα», υποδηλώνει ξεκάθαρα ότι έχει προτίμηση σε ένα έθνος – λαό, τον Ελληνικό. Προφανώς λησμονεί το σωματείο και ο π. Γεώργιος, ότι ο εθνικισμός και ο εθνοφυλετισμός, οι οποίοι έχουν ταλαιπωρήσει αφάνταστα την Εκκλησία, έχουν καταδικασθεί ως αίρεση από την Ενδημούσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως το 1872. Δεν υπάρχει «Θεός του Ισραήλ», ή Θεός της Ελλάδος, ή της Ρωσίας, ή της Σερβίας» κλπ. Ούτε «Παναγία Ελληνίδα, ή Ρωσίδα, ή Σερβίδα» κλπ., αλλά «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Κολ.3,1). Υπάρχει η «καινή κτίσις» (Γαλ.6,15), όπου «ουκ ένι  Ιουδαίος ουδέ  Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένιάρσεν και θήλυ· πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ  Ιησού» (Γαλ.3,28). Ο Χριστός και η Παναγία ανήκουν σε ολόκληρο το ανθρώπινο γένος και όχι μόνον σε κάποιο συγκεκριμένο έθνος, ή  σε μερίδα «εκλεκτών». Βεβαίως αυτή η παγκοσμιότητα της Εκκλησίας δεν αίρει σε καμιά περίπτωση την έννοια της υγιούς φιλοπατρίας, η οποία είναι θεμιτή και ευλογημένη, εν όσο πιστεύεται με ακρίβεια η σώζουσα πίστη και τηρούνται οι σωτήριες εντολές του Θεού. Η Παναγία μας γίνεται προστάτης της Πατρίδος μας όταν ο ελληνικός λαός μετανοεί και βαδίζει πάνω στις εντολές του Ευαγγελίου.

    Κλείνοντας, παρακαλούμε τον πιστό λαό του Θεού καθώς και τους αγαπητούς αναγνώστες μας, να επαγρυπνούν και να προσέχουν, διότι το θηρίο της αιρέσεως μεταχειρίζεται απίστευτους τρόπους και δόλιες μεθοδεύσεις, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του, το «σβήσιμο» της Εκκλησίας στον ωκεανό της οικουμενιστικής αβύσσου. Ο κίνδυνος να πλανηθεί κανείς δεν είναι μικρός, όταν μάλιστα δεν διαθέτει θείο φωτισμό και επαρκή θεολογική γνώση. Το μεγάλο δίδαγμα, η μεγάλη αλήθεια που συνάγεται, απ’ όσα παραθέσαμε παρά πάνω, είναι ότι το θηρίο της αιρέσεως έχει τη δύναμη να πλανήσει όχι απλώς λαϊκούς, αλλά ακόμη και μοναχούς, που εγκατέλειψαν την ματαιότητα του κόσμου, για να επιτύχουν ευκολότερα την σωτηρία τους. Και μάλιστα μοναχούς όχι τυχαίους, αλλά μοναχούς, που είχαν την ευλογία και τη θεία δωρεά, να χρηματίσουν μαθητές αγίων γερόντων, όπως είδαμε προηγουμένως με τον ιερομόναχο π. Γεώργιο, για τον οποίο όλοι μας πρέπει να προσευχόμεθα, να του δώσει ο Θεός μετάνοια και φωτισμό. Ο διάβολος δεν αστειεύεται. Σκοτώνει ψυχές! Δεν είναι εύκολο, να διακρίνει κανείς τις παγίδες που μας στήνει, δεδομένου ότι προκειμένου να παραπλανήσει, καλύπτει την πλάνη και το ψεύδος με ευλογοφανή θεολογικά επιχειρήματα, με ευσέβεια και εκκλησιαστικότητα. «Εν μέσω παγίδων διαβαίνομεν και επί επάλξεων περιπατούμεν». Αυτά δεν τα λέμε για να πανικοβληθούμε και να τρομάξουμε, αλλά για να προσέχουμε μήπως και εμείς, χωρίς να το καταλάβουμε, πέσουμε στην παγίδα της αιρέσεως. «Βλέπετε ουν πως ακριβώς περιπατείτε, μη ως άσοφοι, αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι ημέραι πονηραί εισι», (Εφ.5,15-16) μας λέει ο απόστολος.  Οδηγοί μας ας είναι οι Άγιοι Πατέρες μας και όσοι ελάχιστοι τους μιμούνται στις «πονηρές» ημέρες, που επέτρεψε ο Κύριος να ζήσουμε. 

 

Εκ του Γραφείου επί τω Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

Τετάρτη 29 Μαρτίου 2017

Το κοσμικό κράτος και το σαμποτάρισμα στο Τάμα του Έθνους


Μέσα στις πυρετώδεις εργασίες αποχριστιανοποίησης του ελληνικού κράτους[1], υπάρχουν ακόμη οι εθνικές επέτειοι που μας θυμίζουν από πού ερχόμαστε και που πάμε να καταλήξουμε. Από Έθνος ηρώων, σε έθνος μπαταχτσήδων! Και δεν εννοώ ως προς τους εκ Δύσεως τοκογλύφους, όπως προσπαθούν να μας πείσουν τα εγχώρια όργανά τους. Μπαταχτσήδες ως προς το χρέος μας στο Θεό και τους προγόνους μας.

Όταν ένας σοβαρός και ευσυνείδητος άνθρωπος έχει μία οφειλή, δεν ησυχάζει η συνείδησή του, αν δεν εξοφλήσει ολοσχερώς το χρέος του[2].

Το ελληνικό κράτος έχει μία οφειλή σχεδόν δύο αιώνων, την οποία κρατά ανεξόφλητη, εκμεταλλευόμενο κουτοπόνηρα τη μακροθυμία του Ευεργέτη του. Πρόκειται για το τάμα των αγωνιστών του ‘21 που καταγράφεται στις αποφάσεις της Δ’ Εθνοσυνέλευσης του Άργους του έτους 1829, για την ανέγερση μεγαλοπρεπούς ναού στην πρωτεύουσα του απελευθερωμένου ελληνικού κράτους, επ’ ονόματος του Σωτήρος Χριστού. Οι χριστιανοί αγωνιστές εκείνης της εποχής, πόρρω απέχοντες από τους σημερινούς κοινωνικούς «επαναστάτες», απευθύνθηκαν για ενίσχυση στον πιο αξιόπιστο Σύμμαχο, το Θεό, όταν τους γύρισε την πλάτη η ευρωπαϊκή Ιερή Συμμαχία, οι πρόγονοι δηλαδή αυτών που σήμερα μας δανείζουν επεμβαίνοντας στα εσωτερικά μας ζητήματα και καταλύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την εθνική μας ανεξαρτησία.

Αυτή η οφειλή βαρύνει τον κάθε Έλληνα ξεχωριστά και δεν πρέπει κανείς να αμελεί για την εξόφλησή της, διότι κληροδοτήθηκε μαζί με την ελευθερία μας από τους προγόνους μας, που δεν τη βρήκαν δεδομένη όπως εμείς, αλλά την απέκτησαν με αιματηρές θυσίες. Κι αν οι αστικές χρηματικές οφειλές τοκίζονται με την πάροδο του χρόνου, στο χρέος της Ελλάδας δεν υπάρχει τόκος, αλλά ούτε και παραγραφή.

Το τάμα των αγωνιστών ξεχάστηκε στην πορεία των χρόνων και θάφτηκε στην εθνική λήθη, στα πλαίσια του εξευρωπαϊσμού της χώρας μας, μαζί με τόσες άλλες ευεργεσίες του Θεού, αλλά και των πιστών Του ανθρώπων. Ωστόσο, πριν από μερικά χρόνια, η αξιέπαινη πρωτοβουλία του ζεύγους Αναγνωστοπούλου, επανέφερε το ζήτημα, γνωστοποιώντας το τάμα σε πολύ κόσμο, που μέχρι πρότινος το αγνοούσε.

Στο άκουσμα των συζητήσεων για την εκπλήρωση του τάματος, κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι δεν είναι καιρός να μιλάμε για ένα τόσο δαπανηρό έργο εν μέσω σοβαρής οικονομικής κρίσης, όταν τόσοι συνάνθρωποί μας στερούνται τα απαραίτητα. Παρόμοιο, επιχείρημα είχε προβάλει και ο Ιούδας όταν υποκριτικά διαμαρτυρήθηκε για τη «σπατάλη» του ακριβού μύρου για χάρη του Χριστού, αντί να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες των φτωχών[3].

Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχούν εκείνοι που «κόπτονται» για να μη σπαταληθεί χρήμα από τα κρατικά ταμεία. Οι ευλαβείς και ευπατρίδες, Ι. και Αικ. Αναγνωστοπούλου, έχουν δηλώσει ότι προτίθενται να αναλάβουν εξ ολοκλήρου τη δαπάνη που θα χρειαστεί για την ανέγερση του ναού του Σωτήρος, χωρίς να ζητούν από το κράτος την παραμικρή ενίσχυση, παρά μόνο την παροχή αδείας για την υλοποίηση του έργου. Έτσι, οι ανησυχούντες μπορούν να μείνουν ήσυχοι, καθώς το δημόσιο χρήμα δεν θα «σπαταληθεί» για το Χριστό, αλλά θα παραμείνει για να «επενδυθεί» στο ισλαμικό τέμενος του Βοτανικού, στις χορηγίες των gay pride και των Μ.Κ.Ο., στη Eurovision, στον κομματικό στρατό της ΕΡΤ κ.ο.κ.

Ενώ, λοιπόν, υπάρχουν οι καλύτερες προϋποθέσεις να πραγματοποιηθεί χωρίς δημόσιο κόστος το έργο, η εκπλήρωση του τάματος συναντάει ένα βασικό εμπόδιο. Την πολιτική βούληση να ΜΗΝ πραγματοποιηθεί αυτό που θα έπρεπε να είναι η προτεραιότητα του ελληνικού κράτους.

Σχετικά με το θέμα, πολύ άσχημη εντύπωση προκάλεσε η πρωτοβουλία του γνωστού για τις «προοδευτικές» του ανησυχίες, προέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, να απαιτήσει από τους λίγους βουλευτές του που υπέγραψαν επερώτηση στη βουλή για το τάμα του Έθνους, να την αποσύρουν άμεσα. Στην αδιανόητη αυτή κίνηση, βρήκε ομόφωνη συμμαχία στα ΜΜΕ, από τα οποία έγινε προσπάθεια να γελοιοποιηθεί ένα τόσο σοβαρό θέμα και να αντιμετωπιστεί η εθνική υποχρέωση προς το Θεό, ως αναχρονιστικό όραμα της χούντας! Είναι τόσο καταφανής η έλλειψη επιχειρηματολογίας αυτών που σαμποτάρουν το έργο, που μόνο με την περιφρόνηση και τη γελοιοποίηση μπορούν να το αντιμετωπίσουν «πειστικά».

Δυστυχώς, η δημόσια ζωή[4] έχει κατακλειστεί από ανθρώπους με περιφρόνηση στα ελληνοχριστιανικά ήθη και με δουλικό προς τη δύση φρόνημα, κατ’ εικόνα και ομοίωση εκείνων των φραγκοσπουδασμένων χαρτογιακάδων που καταδίκασαν, εξόρισαν, φυλάκισαν ή και εκτέλεσαν τους ευλαβείς ελευθερωτές της Πατρίδας μας. Είναι επόμενο να μην αισθάνονται καμία ηθική υποχρέωση προς τους αγωνιστές με τις «μεσσαιωνικές» αντιλήψεις.

Εκείνο, όμως, που αδυνατούν να δουν ή κάνουν πως δεν βλέπουν οι «ευαγγελιστές» του κοσμικού κράτους, είναι ότι όσο απομακρυνόμαστε από τα ιδανικά των προγόνων μας ως Έθνος και ως κράτος, τόσο πλησιάζουμε στην προ αυτών εποχή, οδεύοντας με μεγάλη ταχύτητα στην επανισλαμοποίηση της αγιοτόκου Ελλάδος[5].

Δεν είναι, όμως, μόνο οι πολιτικοί υπεύθυνοι για αυτή την κατάσταση. Άλλωστε και αυτοί βγαίνουν μέσα από την κοινωνία μας, η οποία είναι έτοιμη να επαναστατήσει για τα οικονομικά της συμφέροντα και αδιαφορεί για τη δολοφονία των πνευματικών της αξιών, ακόμα και για την ίδια την ελευθερία, την οποία είναι έτοιμη να θυσιάσει αρκεί να μη στερηθεί τις υλικές ανέσεις. Πως λοιπόν θα βγουν σωστοί πολιτικοί και πνευματικοί ηγέτες από μία κοινωνία η οποία δείχνει σε κάθε ευκαιρία την αχαριστία της προς το Θεό;

Όμως, η κατάσταση αυτή δεν πρέπει να συνεχιστεί. Η άμεση υλοποίηση του τάματος του Έθνους είναι αναγκαία όχι μόνο για την έκφραση της ευγνωμοσύνης μας προς το Θεό και τους αγωνιστές της Ελλάδας, αλλά κυρίως για να αποτελέσει το εφαλτήριο για μία νέα Χριστοκεντρική πορεία του Έθνους, μακριά από τα φαντάσματα της αρνησιπατρίας και της ευρωλιγουριάς, που κατάντησαν τη χώρα μας «καρπαζοεισπράκτορα» των μεγάλων δυνάμεων, κακέκτυπο ημιαυτόνομο κρατίδιο, με κόμπλεξ κατωτερότητας και ντροπή για τη σπουδαία πνευματική του κληρονομιά.

Η ζοφερή κατάσταση της χώρας μας σε όλα τα επίπεδα, μπορεί να αλλάξει. Τα μέτωπα που έχει ανοίξει ο διάβολος για να τυλίξει την ανθρωπότητα και συνακόλουθα το Ορθόδοξο Έθνος μας, μπορούν να σβηστούν μόνο με τη «γόμα» του Παντοδυνάμου Θεού. Γι’ αυτό νομίζω ότι η αποτελεσματικότερη αντίδρασή μας κατά της σατανοκρατίας είναι περισσότερο η πνευματική-προσευχητική αντιμετώπιση της κατάστασης[6], πέρα από τις κατά το δυνατό κοινωνικές αντιδράσεις, τις οποίες δεν πρέπει βέβαια να υποτιμάμε και για τις οποίες, φρονώ ότι θα απολογηθούμε στο Θεό αν τις αμελήσουμε.

Ομοίως  και ο συλλογικός - εθνικός αγώνας θα πρέπει να κινηθεί σε αυτή την πνευματική βάση. Η προτεραιότητα του Έθνους θα πρέπει να είναι η εκπλήρωση του τάματος των προγόνων μας, ώστε να θρονιαστεί ο Χριστός στην πρωτεύουσα και όλα τα σκοτάδια να εξαφανιστούν. Αν αυτό δεν γίνει, δεν πιστεύω ότι θα κάνουμε ούτε αρχή για να αντιστρέψουμε το αρνητικό κλίμα της μιζέριας και της κακομοιριάς που κυριαρχεί εδώ και αρκετά χρόνια στη χώρα μας.

Αυτές οι γραμμές, επειδή αναμφίβολα είναι εκτός του πλαισίου της πολιτικής ορθότητας, δεν γράφτηκαν για να πείσουν τους αρμοδίους, αλλά είναι μία προσπάθεια ενημέρωσης των ανθρώπων που έχουν την ελπίδα τους το Θεό – και αυτοί δεν είναι λίγοι - και δεν περιμένουν τη σωτηρία ούτε από την Ε.Ε, ούτε από τα κόμματα, ούτε από οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη παρέμβαση. Επειδή ο πολύς κόσμος αγνοεί εντελώς την υπόθεση του εθνικού τάματός, είναι χρέος όλων μας τουλάχιστον η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση των καλοπροαίρετων ανθρώπων, ώστε να ακολουθήσει η λαϊκή πίεση προς τους αρμοδίους, πολιτικά και εκκλησιαστικά πρόσωπα, για να αρχίσουν να ασχολούνται σοβαρά με αυτή την υπόθεση που δεν είναι καν στα σχέδιά τους, αν και θα έπρεπε να είναι εθνική προτεραιότητα.

Είθε ο Θεός να μας αξιώσει να φανούμε ευγνώμονες και να εορτάσουμε τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης στον υπέρλαμπρο ναό του Σωτήρος Χριστού των Αθηνών.

 

Χαράλαμπος Άνδραλης



[1] Ενδεικτικά: http://www.orthodoxia-ellhnismos.gr/2017/03/blog-post_17.html "Ἄνομο" συνέδριο τοῦ Ποταμιοῦ ὑπὲρ τοῦ οὐδετερόθρησκου Κράτους! Και http://aktines.blogspot.gr/2017/03/blog-post_33.html  Πάντειο: Ανίερη φιέστα με στόχο την Εκκλησία!

[2] Αλλά και αν είναι ασυνείδητος, μεριμνά τουλάχιστον για να αποδώσει έγκαιρα ένα μέρος της οφειλής, φοβούμενος την αύξηση του χρέους από τους τόκους και πολύ περισσότερο την προσφυγή του δανειστή του στη δικαιοσύνη, για την ικανοποίηση του δικαιώματός του.
 
[3] Ιωάν. 12, 4-6
 
[5] Προάγγελο αυτής της επιδίωξης, αποτελεί η σπουδή του συνόλου σχεδόν των πολιτικών κομμάτων για την κατασκευή δημοσία δαπάνη μεγάλου τεμένους στην Αθήνα, τη στιγμή που όχι μόνο δεν συζητείται, αλλά σαμποτάρεται η κατασκευή του Ορθοδόξου Ναού του Σωτήρος Χριστού με ιδιωτικές δαπάνες!
[6] Άλλωστε, στην πραγματικότητα ο αγώνας μας δεν είναι εναντίον των ανθρώπων που αντιστρατεύονται τη σωτηρία μας, οι οποίοι είναι τελικά τα μεγαλύτερα θύματα, αλλά πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις (Εφεσ. 6, 12)

Τετάρτη 22 Μαρτίου 2017

ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΟ ΙΣΛΑΜ ΜΕ ΑΛΛΟ ΤΡΟΠΟ;


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 20η Μαρτίου 2017.

 

ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΤΟ ΙΣΛΑΜ ΜΕ ΑΛΛΟ ΤΡΟΠΟ;

 

  Το Ισλάμ καλπάζει κατακτώντας τον δυτικό κόσμο! Ο ισλαμικός επεκτατισμός και η ολοένα και μεγαλύτερη διείσδυσή του στις δυτικές κοινωνίες, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, είναι πλέον μια αναντίρρητη πραγματικότητα, ορατή και διά γυμνού οφθαλμού. Ο δυτικός άνθρωπος, απόλυτα απογοητευμένος από τον αλλοτριωμένο Χριστιανισμό του Παπισμού και του Προτεσταντισμού και θέλοντας να πληρώσει το υπαρξιακό κενό, που δημιούργησε στην ψυχή του η αυξανόμενη εκκοσμίκευση και ο άθεος «Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός», στρέφεται με κλειστά μάτια προς το Ισλάμ, αναζητώντας λύτρωση και σωτηρία σ’ αυτό. Στην κατάλληλη αυτή χρονική συγκυρία, πλήθος μουσουλμανικών οργανώσεων, όπως η «Παγκόσμια Οργάνωση Ευρωπαίων Μωαμεθανών», η «Μουσουλμανική Αδελφότητα», το «Συμβούλιο Ισλαμικού Προσανατολισμού» κ.α. φιλοδοξούν να κυριαρχήσουν στον ευρωπαϊκό χώρο και να εγκαθιδρύσουν το θεοκρατικό, φασιστικό και ιμπεριαλιστικό αυτό κατασκεύασμα του «προφήτου» Μωάμεθ. Εργάζονται εντατικά και συστηματικά προς την κατεύθυνση αυτή με στόχο να αντικαταστήσουν τις αξίες του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, ενός Πολιτισμού  ο οποίος έχει τις ρίζες του στη χριστιανική πίστη, με ισλαμικές ιδέες, αντιλήψεις και πρακτικές, που πηγάζουν από την διδασκαλία του Κορανίου, της ισλαμικής παραδόσεως και της «Σαρία».

   Ωστόσο βλέπουν, ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν είναι δυνατόν να επιτύχουν τους στόχους των με τη βία και το ξίφος, (με το λεγόμενο Τζιχάντ), διότι οι ευρωπαίοι ανθίστανται σθεναρά, επειδή γνωρίζουν τι εστί Ισλάμ. Γι’ αυτό και επινόησαν το λεγόμενο «πολιτισμικό Τζιχάντ», που είναι μια μη βίαιη μορφή του Τζιχάντ. Σύμφωνα με την ιδεολογία των οπαδών της «Μουσουλμανικής Αδελφότητος», η μη βίαιη μορφή του Τζιχάντ είναι όχι μόνο αναπόσπαστο μέρος του Τζιχάντ, αλλά και κυρίαρχο στοιχείο του. Η ως άνω «αδελφότητα» χρησιμοποιεί το μη βίαιο, ή «πολιτισμικό Τζιχάντ» στις Η.Π.Α και στις χώρες της Ευρώπης, όπου κυριαρχεί ο Χριστιανισμός, όχι γιατί απαρνήθηκε το βίαιο Τζιχάντ, αλλά διότι η παρούσα φάση της προετοιμασίας του «πεδίου της μάχης» πραγματοποιείται καλύτερα με κρυφά και υπόγεια μέσα, εξ ου και το αποκαλούν επίσης «κρυφό Τζιχάντ». Οι προπαγανδιστές του αποκρύπτουν το αληθινό πρόσωπο του Ισλάμ, και προσπαθούν να το παρουσιάσουν διαφορετικό, με ευρωπαϊκό και ανθρωπιστικό προσωπείο. Ως ένα δήθεν φιλάνθρωπο, φιλειρηνικό και ανθρωπιστικό θρησκευτικό σύστημα, το οποίο έχει «παρεξηγηθεί».

  Μέσα στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής θα πρέπει να εντάξουμε πρόσφατο σχετικό δημοσίευμα στην εφημερίδα των Αθηνών «ΕΘΝΟΣ» (29-1-2017), με τίτλο: «ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΟΥΝ ΣΤΗ ΔΥΣΗ ΤΟ ΙΣΛΑΜ». Συντάκτης ο κ. Θανάσης Διαμαντόπουλος. Θέμα του άρθρου του, η παρουσίαση μιας Δανής, της κ. Σέριν Κανκάν, η οποία είναι επικεφαλής του τζαμιού Μαριάμ στην Κοπεγχάγη, ως ιμάμης, που διοικείται αποκλειστικά από γυναίκες. Κατά τον αρθρογράφο: «Σε μια εποχή που πληθαίνουν οι ισλαμοφοβικές ‘κορόνες’ σε όλην την Ευρώπη, στην Κοπεγχάγη ανοίγει το πρώτο τζαμί που έχει ως ιμάμη γυναίκα, αλλά και διοικείται αποκλειστικά από γυναίκες». Ιδού και το προφίλ της: «Η Σέριν Κανκάν εργάζεται και ως ψυχολόγος στηρίζοντας  γυναίκες που έχουν πέσει θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Η Σέριν Κανκάν, ιμάμης του τζαμιού, έχει γίνει το πρόσωπο του θηλυκού και προοδευτικού Ισλάμ, ενώ πολλά ΜΜΕ παγκοσμίως έχουν ασχοληθεί εκτενώς με τη δράση της».

    Πρώτη φορά ακούμε γι’ αυτή την κυρία και δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο, σχετικά με το πρόσωπό της και τις δραστηριότητές της, από όσα μας πληροφορεί ο συντάκτης. Εκείνο που μπορούμε να συμπεράνουμε, με βάση τα παραπάνω στοιχεία, είναι ότι η γυναίκα αυτή, πέρα από τον κοινωνικό της ρόλο ως ψυχολόγος, εμφανίζεται ως πρωτοπόρος σ’ ένα νέο προοδευτικό και ριζοσπαστικό Ισλάμ, με ευρωπαϊκό και φεμινιστικό πρόσωπο. Τους οραματισμούς της και τις επιδιώξεις της φαίνεται ότι κατόρθωσε να τους πραγματοποιήσει, διότι, όπως αναφέρει ο συντάκτης, επέτυχε να αποκτήσει, κατά παράβαση του Ισλαμικού Νόμου, το αξίωμα του ιμάμη και να γίνει  επικεφαλής του τζαμιού «Μαριάμ», πράγμα που αποτελεί μια πρωτοφανή καινοτομία και ανατροπή του παραδοσιακού Ισλάμ. Πρόκειται για μια καινοτομία, την οποία θα μπορούσαμε να αντιπαραβάλλουμε με την χειροτονία των γυναικών στο χώρο του Προτεσταντισμού.

    Είναι γνωστό, τι διδάσκει το «ιερό» βιβλίο του Ισλάμ, το Κοράνιο, το οποίο θεωρείται από τους οπαδούς του αιώνιο και άναρχο, όπως και ο Αλλάχ, σχετικά με τη γυναίκα. Το Κοράνιο θεωρεί τη γυναικεία φύση κατώτερη, σε σχέση με τη φύση του άνδρα και ως εκ τούτου κτήμα του ανδρός, ο οποίος έχει την «θεϊκή εντολή» να χρησιμοποιήσει ακόμη και βία σ’ αυτήν. Για παράδειγμα στη Σούρα «Αι Γυναίκες, 4:38» ορίζεται: «Οι άνδρες είναι ανώτεροι των γυναικών ένεκα της ιδιότητος δι’ ης ο Θεός ύψωσε τους μεν επί των δε, και διότι οι άνδρες προικίζουσι τας γυναίκας εκ του πλούτου αυτών… Ονειδίζετε εκείνας, ων την απείθειαν πτοείσθε. Θέλετε ορίσει εις αυτάς χωριστήν κοίτην, τύπτοντες αυτάς. Εάν όμως ύπακούωσιν υμάς, έστε προς αυτάς ευμενείς». Σε άλλο εδάφιο του Κορανίου, (Κοράνι 2:223), αναφέρεται: «Οι γυναίκες σας είναι σαν ένα κομμάτι καλλιεργημένης γης για σας· έτσι πλησιάστε τη γη σας όποτε και όπως θέλετε», όπου κατοχυρώνεται «θεϊκά», η χωρίς όρια, ικανοποίηση των ανδρών από τις γυναίκες, ανεξάρτητα από τη θέληση εκείνων! Η υποτίμηση της γυναίκας φθάνει μέχρι την προσευχή, καθότι δεν επιτρέπεται σ’ αυτές να προσεύχονται στα τζαμιά μαζί με τους άνδρες! Όπως αναφέρει ο αρθρογράφος: «Οι γυναίκες δεν είναι πάντα καλοδεχούμενες στα τζαμιά και υποχρεώνονται να προσεύχονται στα σπίτια τους, ή να συγκεντρώνονται σε λιγότερο άνετες τοποθεσίες - όπως για παράδειγμα στο μεγάλο τζαμί του Παρισιού δεν επιτρέπουν στις γυναίκες να προσεύχονται στην κεντρική αίθουσα και τις στριμώχνουν στο υπόγειο». Αυτή είναι η θέση της γυναίκας στο Ισλάμ. Απόλυτα κατώτερη από τον άνδρα, σε σημείο ώστε να μην μπορεί να προσευχηθεί μαζί του. Να μη μπορεί να εισέλθει σε τζαμί, αλλά να προσεύχεται ιδιωτικά στο σπίτι! Και όλα αυτά βεβαίως απορρέουν από τη «θεολογία» του Κορανίου και της Ισλαμικής Παραδόσεως. Είναι ολοφάνερο ότι η εν λόγω ισλαμίστρια ιμάμης προσπαθεί να καταργήσει τον μισογυνισμό του Ισλάμ και να τον μετασκευάσει σε …ισλαμικό φεμινισμό! Παρασιωπά όμως τη σκληρή και φρικτή πραγματικότητα, την οποία βιώνουν οι γυναίκες στις ισλαμικές χώρες, όπου κυριαρχεί το αυθεντικό Ισλάμ και εφαρμόζεται ο νόμος της «Σαρία». Εκεί οι γυναίκες στερούνται και αυτών των ελαχίστων και στοιχειωδών δικαιωμάτων. Είναι κυριολεκτικά φυλακισμένες στις αποκρουστικές μπούργκες. Απαγορεύεται να κυκλοφορούν μόνες σε δημόσιους χώρους. Ιμάμηδες δίνουν οδηγίες πώς να τις ξυλοκοπούν οι άνδρες. Κορίτσια δώδεκα ετών είναι αναγκασμένα να παντρεύονται ενήλικες, ακόμα και υπερήλικες άνδρες, (ξεκάθαρη παιδεραστία) και το χειρότερο και απάνθρωπο: να εφαρμόζεται η αποτρόπαια, ανατριχιαστική και εγκληματική κλειτοριδεκτομή στα μικρά κορίτσια, με αποτέλεσμα τον σωματικό και ψυχικό τους ευνουχισμό! Για όλα αυτά δεν λέει ούτε λέξη η κ. Σέριν!  

 Αλλά, οι καινοτομίες της έχουν και συνέχεια: Η ίδια πέταξε τα κακόγουστα και βασανιστικά για τις μουσουλμάνες γυναίκες παραδοσιακά ενδύματα και ντύθηκε ευρωπαϊκά, πράγμα το οποίο  απαγορεύεται από τη θρησκεία του Ισλάμ, και μάλιστα με αυστηρές ποινές, ακόμα και με θάνατο στις ισλαμικές χώρες. Επίσης «παντρεύει άτομα διαφορετικών θρησκειών, δίνει δικαίωμα διαζυγίου, (που είναι αρχή του Ισλάμ όπως εξηγεί η ίδια), αλλά και ισότιμης κηδεμονίας, δεν επιτρέπει την πολυγαμία και βέβαια μάχεται κατά της ενδοοικογενειακής βίας». Φαίνεται να αγνοεί, ή συνειδητά να περιφρονεί, η ιμάμης της Κοπεγχάγης, ότι οι εκτός του Ισλάμ αλλόθρησκοι θεωρούνται, σύμφωνα με το Κοράνιο, «άπιστοι» και άξιοι εξοντώσεως και επομένως είναι αδιανόητος ο γάμος ενός «απίστου» με μουσουλμάνο, όπως επίσης είναι αδιανόητη και η απαγόρευση της πολυγαμίας στους άνδρες. Ο γάμος «απίστου» με μουσουλμάνο είναι αντίστοιχος με τους μικτούς γάμους Ορθοδόξων με ετεροδόξους, ή αλλοθρήσκους, οι οποίοι δυστυχώς έχουν καθιερωθεί κατ’ οικονομίαν στην ψευδοσύνοδο της Κρήτης.

 Παρά κάτω εξηγεί η ίδια, γιατί προχώρησε και καθιέρωσε όλες αυτές τις καινοτομίες, με τις ευλογίες φυσικά των παρά πάνω μνημονευθέντων μουσουλμανικών οργανώσεων, που προωθούν παραπλανητικά το μη βίαιο, ή «πολιτισμικό Τζιχάντ», (αλλιώς θα την είχαν «καθαρίσει» εδώ και πολύ καιρό οι μουσουλμάνοι εξτρεμιστές). Γράφει: «υπήρχε και εξακολουθεί να υπάρχει αυξανόμενη ισλαμοφοβία στη Δανία αλλά και σε όλον τον κόσμο. Και το τζαμί της Μαριάμ αποτελεί την πιο σημαντική προσπάθεια στο αφήγημα κατά της ισλαμοφοβίας. …Πρεσβεύουμε πολλές προοδευτικές ισλαμικές αξίες κι αυτό είναι ένα αντίδοτο στον γενικότερο φόβο που έχουν οι άνθρωποι απέναντι στο Ισλάμ .... Οι άνθρωποι φοβούνται περισσότερο τους προοδευτικούς από τους παραδοσιακούς Ισλαμιστές. Ξέρετε γιατί; Γιατί οι προοδευτικοί μπορούν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι το Ισλάμ στη Δύση. Γι' αυτό είμαστε επικίνδυνοι γι’ αυτούς. Αλλάζουμε την ισορροπία δυνάμεων προκαλώντας την πατριαρχική δομή της κοινωνίας». Νομίζουμε ότι είναι αποκαλυπτική στο εγχείρημά της, να παρουσιάσει ένα διαφορετικό Ισλάμ, από αυτό που πραγματικά είναι. Ο στόχος είναι να αρθεί η ισλαμοφοβία στη Δανία, στην Ευρώπη και σε όλο το δυτικό κόσμο! Προσπαθεί να αλλάξει, «τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι το Ισλάμ στη Δύση». Ωστόσο οι άνθρωποι στη Δύση γνωρίζουν πολύ καλά, τι είναι το Ισλάμ. Βλέπουν τις θηριωδίες στη Συρία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, στη Νιγηρία, στο Σουδάν και σε όλες τις ισλαμικές χώρες. Βλέπουν πολύ καλά την άρνησή του να ανεχθεί άλλες θρησκευτικές πίστεις, οι οποίες διώκονται και πνίγονται στο αίμα, σ’ αυτές. Στη Σαουδική Αραβία λ.χ. δεν υπάρχει ούτε ένας χριστιανικός ναός σε δημόσιο χώρο, παρά μονάχα στις πρεσβείες, όπου εξυπηρετούνται οι ανάγκες των ξένων χριστιανών, που εργάζονται εκεί. Το ίδιο και στα Αραβικά Εμιράτα και το Ιράν και αλλαχού. Και όλα αυτά βεβαίως με την «βούλα» του Κορανίου, του «ιερού» βιβλίου, που διδάσκει η ισλαμίστρια ιμάμης στο τζαμί της!

  Από όλα όσα παραθέσαμε παρά πάνω, εύκολα αντιλαμβάνεται ο καθένας, ότι το «Ισλάμ» που διδάσκει η κυρία αυτή, απλά δεν υπάρχει, διότι είναι διαμετρικά αντίθετο με το Ισλάμ του Κορανίου, της Ισλαμικής Παράδοσης και το Ισλαμικού Νόμου, της «Σαρία». Οι καινοτομίες της δεν είναι τίποτε άλλο από μια καλά οργανωμένη προσπάθεια παραπλανήσεως του λαού της Δανίας και όχι μόνον. Όπως η ίδια ομολογεί, είναι μια «προσπάθεια διεύρυνσης των οριζόντων της θρησκείας (του Ισλάμ)», ώστε να πάψει η δικαιολογημένη ισλαμοφοβία, να μπορέσει το Ισλάμ να σταθεί στα πόδια του και να επικρατήσει στην ευρωπαϊκή ήπειρο και γενικά στον δυτικό κόσμο. Το ισλαμικό «φεμινιστικό» κίνημά της δεν είναι επίσης άσχετο με το γενικότερο ρεύμα του σύγχρονου Θρησκευτικού Συγκρητισμού, τον οποίο προωθεί ο Διαθρησκειακός Οικουμενισμός, αμβλύνοντας τις παραδοσιακές θρησκευτικές πίστεις, προκειμένου να προσαρμοστούν στη νέα υπό κατασκευή Πανθρησκεία, η οποία θα αποτελέσει και την ταφόπετρα όλων των θρησκειών! Η κ. Σέριν, αν δεν είναι συνειδητό όργανο αυτής της σκοπιμότητας, τουλάχιστον την εξυπηρετεί με τον καλλίτερο τρόπο!

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

 

 

 

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Η ΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓ ΕΥΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ


ΤΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ «ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ» ΤΗΣ Δ.Ι.Σ. ΚΑΙ Ο ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ κ. Γ. ΛΑΡΕΝΤΖΑΚΗ


Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου

Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού

Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς

 

Εν Πειραιεί τη 16η Μαρτίου 2017.

 

 

Πριν από λίγο καιρό, (17.1.2017), η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος εξέδωσε Ανακοινωθέν με τίτλο: «Προς τον Λαό για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κρήτης». Σύμφωνα με το Ανακοινωθέν: «Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απευθύνεται σε όλους τους πιστούς προκειμένου να τους ενημερώσει για την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθοδόξων Εκκλησιών, η οποία συνήλθε τον Ιούνιο του 2016 στην Κρήτη». Η ενημέρωση αυτή γίνεται, όπως ισχυρίζεται ο συντάκτης,  «με βάση τα συμπεράσματα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου» σε δέκα παραγράφους, κατακλείεται δε με έναν επίλογο, στον οποίο διακηρύσσεται η προσήλωση των επισκόπων της ελλαδικής Εκκλησίας στην ορθόδοξη πίστη.

Ωστόσο το Ανακοινωθέν από την στιγμή της δημοσιεύσεώς του κατέστη «σημείον αντιλεγόμενον». Έγινε αντικείμενο σφοδρής κριτικής όχι μόνον από καθηγητές Θεολογικών Σχολών, από πολλούς παραδοσιακούς θεολόγους και από μέλη της Συνάξεως Κληρικών και Μοναχών, αλλά και από θεολόγους που ανήκουν στον χώρο του Οικουμενισμού, από εκείνους δηλαδή που θεωρούν την Σύνοδο της Κρήτης ως αληθινή και γνήσια Ορθόδοξη Σύνοδο.  Ένας εξ’ αυτών ο Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Graz κ. Γρηγόριος Λαρεντζάκης σε άρθρο του με τίτλο: «ΓΙΑ ΠΟΙΑ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ ΜΑΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΕΙ ΤΟ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΗΣ Ι. ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ;» ασκεί σκληρή κριτική στο παρά πάνω Ανακοινωθέν. Το Γραφείο Αιρέσεων της Ι. Μητροπόλεώς μας είχε ασχοληθεί και παλαιότερα με τον καθηγητή κ. Γ. Λαρεντζάκη, απαντώντας με εκτενή μελέτη μας σε άρθρο του με τίτλο «Το παπικό πρωτείο και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας», (Νοέμβριος 2012), στην οποία ανατρέψαμε πολλές αντορθόδοξες θέσεις και απόψεις του. Ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση, πιστεύουμε ότι μέχρις ενός σημείου δεν έχει άδικο στην κριτική την οποία ασκεί στο Ανακοινωθέν.

Ο καθηγητής εκφράζει την πικρία και την λύπη του, αλλά και την μεγάλη απογοήτευσή του, διότι το Ανακοινωθέν «δεν αναφέρει πλήρως» τις κατά την άποψή του «πολύ σημαντικές αποφάσεις» της Συνόδου της Κρήτης. Επί πλέον  «κάνει μη ακριβή απόδοση του Μηνύματος της Συνόδου. Σχολιάζει και παραποιεί… μάλλον διαστρεβλώνει, αποφάσεις και συμπεράσματα της Συνόδου, ή αναφέρει μόνο επιλεκτικά και αποσπασματικά τμήματα μόνο των συμπερασμάτων του Μηνύματος, χωρίς να λαμβάνει όλα τα συγκεκριμένα Κείμενα υπ’ όψη του. Το Ανακοινωθέν αναφέρει απόψεις των Αρνητών της Συνόδου και τις εμφανίζει ως αποφάσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Κρήτης, ενώ εκείνη δεν τις έκανε αποδεκτές», διαψεύδοντας έτσι τον σκοπό για τον οποίον εξεδόθη, που υποτίθεται ότι είναι «να πληροφορήσει το ορθόδοξο πλήρωμα ακριβώς για τις αποφάσεις και τα συμπεράσματα της Συνόδου εκείνης». Κατά την ταπεινή μας γνώμη όντως το συνοδικό Ανακοινωθέν δεν αποδίδει με πιστότητα και ακρίβεια τις αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης, επί πλέον παρουσιάζει δογματικά λάθη και εμφανίζει πολλά κενά και αντιφάσεις. 

Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα με την σειρά:

Κατ’ αρχήν η πρώτη φράση της πρώτης παραγράφου του Ανακοινωθέντος πάσχει σοβαρά από δογματικής απόψεως. Γράφει: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και την καθολικότητά Της δια των Ιερών Μυστηρίων». Η αλήθεια είναι ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει την ενότητα και την καθολικότητά Της πρωτίστως και κυρίως δια της κοινής ορθής πίστεως και στη συνέχεια, και σαν συνέπεια αυτής, δια των Ιερών Μυστηρίων. Προηγείται η πίστις και έπονται τα μυστήρια. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος πολύ ορθά επισημαίνει: «Όταν δε πάντες ομοίως πιστεύομεν, τότε ενότης εστίν», (Ερμηνεία στην προς Εφεσίους επιστολήν, PG 62,83). Επίσης στη Θεία Λειτουργία του ιερού Χρυσοστόμου ο ιερεύς σ’ ένα από τα αιτήματα ζητάει από τον Κύριο την ενότητα της πίστεως: «Την ενότητα της πίστεως και την κοινωνίαν του αγίου Πνεύματος αιτησάμενοι εαυτούς και αλλήλους και πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα». Αυτό που ζητάει ο ιερεύς από τον Κύριο δεν είναι η ενότης των μυστηρίων, αλλά η ενότης της πίστεως, διότι αυτή η ενότης  είναι η αναγκαιότερη και βασικότερη, η οποία, όταν υπάρχει, τότε οπωσδήποτε υπάρχει και η ενότης στα μυστήρια. Βέβαια η Εκκλησία όπως παρατηρεί ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας «σημαίνεται εν τοις μυστηρίοις», θεμελιώνεται όμως δια της κοινής ορθής πίστεως. Εάν δεν υπάρχει ενότης στην πίστη δεν μπορεί να υπάρχει ενότης στα μυστήρια. Έπρεπε λοιπόν το Ανακοινωθέν να κάνει οπωσδήποτε λόγο για την ενότητα πάνω στη βάση της κοινής ορθής πίστεως, διότι επί τη βάσει αυτής επιδιώκεται η επανένταξις των ετεροδόξων στην Ορθόδοξο Εκκλησία μέσω των διεξαγομένων Διαχριστιανικών Διαλόγων και όχι επί τη βάσει των Ιερών Μυστηρίων.

Παρά κάτω το Ανακοινωθέν αναφέρει: «Η Συνοδικότητα υπηρετεί την ενότητα και διαπνέει την οργάνωση της Εκκλησίας, τον τρόπο που λαμβάνονται οι αποφάσεις Της και καθορίζει την πορεία Της». Η παρά πάνω φράση είναι μεν ορθή, αλλά από μόνη της δεν λέει τίποτε. Διότι εκείνο που πρωτίστως θέλει να μάθει ο λαός δεν είναι το να πληροφορηθεί, τι είναι Συνοδικότης και πως αυτή υπηρετεί την ενότητα της Εκκλησίας, αλλά να μάθει, αν αυτή η Συνοδικότης εκφράσθηκε στην Σύνοδο της Κρήτης σύμφωνα με την Συνοδική και Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας μας. Έχουμε ήδη αναφερθεί σε παλαιότερα εκτενή άρθρα μας στον τρόπο οργανώσεως και λειτουργίας της εν λόγω Συνόδου και καταδείξαμε σ’ αυτά, ότι αυτή σε καμιά περίπτωση δεν ακολουθεί την Συνοδική και Κανονική Παράδοση. Όπως ορθότατα διεπίστωσε ο Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος: «Η ‘Σύνοδος’ της Κρήτης ήταν μια Σύνοδος προκαθημένων  με τις Συνοδείες τους», το δε αποτέλεσμα ήταν ότι η «Σύνοδος» αυτή όχι μόνον δεν υπηρέτησε την ενότητα της Εκκλησίας, αλλά αντίθετα την τορπίλισε. Δημιούργησε σχίσματα και αποτειχίσεις, που με την πάροδο του χρόνου όλο και περισσότερο αυξάνουν. Το Ανακοινωθέν δυστυχώς τηρεί σιγήν ιχθύος, πάνω σ’ αυτό το σοβαρότατο έλλειμμα συνοδικότητος και έτσι δίδει την ψευδή εντύπωση στον λαό ότι όλη η διαδικασία συγκροτήσεως και ο τρόπος λήψεως των αποφάσεων ήταν σύμφωνες με την Συνοδική και Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας.   

Παρά κάτω ο κ. καθηγητής γράφει: «Επίσης δεν θα παρασιωπούσε το Ανακοινωθέν αυτό, με απαράδεκτο τρόπο, ότι η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος χρησιμοποιεί και αποδέχεται την ιστορική ονομασία Εκκλησία και για τις ετερόδοξες Εκκλησίες…. Όλα τα επίσημα σχετικά Κείμενα της Ορθοδόξου Εκκλησίας όλων των τελευταίων δεκαετιών και οι σοβαροί επιστήμονες Θεολόγοι και Καθηγητές Πανεπιστημίων, οι ασχολούμενοι με τα θέματα αυτά, αναφέρουν τις ετερόδοξες Εκκλησίες, Εκκλησίες». Εδώ αναφέρεται στο νέο κακόδοξο εκκλησιολογικό δόγμα που υιοθέτησε και συνοδικώς επεκύρωσε η Σύνοδος της Κρήτης, δηλαδή στην αναγνώριση των ετεροδόξων ως Εκκλησιών. Πράγματι, είναι γεγονός ότι το Ανακοινωθέν παρασιωπά με απαράδεκτο τρόπο, ότι η Σύνοδος της Κρήτης αποδέχεται την ιστορική ονομασία «Εκκλησία» για τις ετερόδοξες Εκκλησίες. Και όχι μόνον παρασιωπά, αλλά παρουσιάζει ψευδώς την Σύνοδο της Κρήτης να έχει πάρει ορθόδοξες αποφάσεις σχετικά με το εκκλησιολογικό αυτό ζήτημα, ονομάζοντας τους ετεροδόξους «άλλες χριστιανικές ομολογίες – αιρέσεις». Ωστόσο πουθενά στα συνοδικά κείμενα δεν ονομάζονται οι ετερόδοξοι «άλλες χριστιανικές ομολογίες – αιρέσεις», αλλά Εκκλησίες. Κατ’ ακρίβεια η λέξη αίρεση είναι άγνωστη στα κείμενα της. Στο σημείο αυτό το Ανακοινωθέν παραπλανά τον λαό και σε τελική ανάλυση παρουσιάζει την Σύνοδο της Κρήτης ως γνήσια Ορθόδοξη Σύνοδο. Και φυσικά αυτή η διαστρέβλωση εξοργίζει όχι μόνον τον πιστό λαό του Θεού, ο οποίος δεν ανέχεται να παραποιούνται οι κακόδοξες αποφάσεις της Κρήτης και να παρουσιάζονται ως Ορθόδοξες, αλλά και τους οικουμενιστές οι οποίοι δεν ανέχονται να παραποιούνται οι κατ’ αυτούς «Ορθόδοξες» αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης και να παρουσιάζονται αλλοιωμένες.

Παρά κάτω γράφει: «Ούτε θα διαστρέβλωνε το Κείμενο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, αναφέροντας  ότι η Ορθοδοξία κάνει «διαλόγους με τους ετεροδόξους χριστιανούς (άλλες χριστιανικές ομολογίες - αιρέσεις).... Πουθενά το Κείμενο της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου δεν ομιλεί ότι η Ορθοδοξία κάνει Θεολογικούς Διαλόγους με αιρέσεις!». Και εδώ έχει δίκαιο ο κ. καθηγητής, διότι όντως έτσι έχουν τα πράγματα. Και εδώ διαστρεβλώνεται η πραγματικότητα. Όντως πουθενά στο 6ο Κείμενο της Συνόδου της Κρήτης, όπου γίνεται λόγος για τους Διαχριστιανικούς Διαλόγους, δεν αναφέρεται ότι η Ορθοδοξία κάνει Θεολογικούς Διαλόγους με αιρέσεις. Βέβαια στο σημείο αυτό ο κ. καθηγητής φαίνεται να αγνοεί μια μεγάλη αλήθεια, που δεν δικαιολογείται για ένα καθηγητή. Ότι δηλαδή κατ’ αρχήν οι Διάλογοι έγιναν και συνεχίζουν να γίνονται επειδή υπάρχουν δογματικές διαφορές με τους ετεροδόξους. Εάν δεν υπήρχαν αυτές οι διαφορές δεν υπήρχε λόγος να γίνονται διάλογοι. Όπου όμως υπάρχουν δογματικές διαφορές, εκεί σίγουρα υπάρχει και η αίρεση, διότι και η ελάχιστη ακόμη δογματική παρέκκλιση οδηγεί στην αίρεση. Επομένως  μια από τις δύο πλευρές των διαλεγομένων, (και στην προκειμένη περίπτωση οι ετερόδοξοι),  βρίσκεται στην αίρεση. Εφ’ όσον όμως βρίσκεται στην αίρεση, δεν μπορεί να είναι Εκκλησία, επειδή η Εκκλησία είναι «στύλος και εδραίωμα της αληθείας», (Α  Τιμ.3,15). Η Εκκλησία είναι ο Χριστός «παρατεινόμενος εις τους αιώνες» και επειδή ο Χριστός είναι αδύνατον να πλανηθεί, αφού Αυτός είναι «η Αλήθεια», κατ’ επέκταση και η Εκκλησία είναι αδύνατον να πλανηθεί και να πέσει στην αίρεση.

Επί πλέον εις ό,τι αφορά τους Διαχριστιανικούς Διαλόγους, το Ανακοινωθέν αναφέρει  στην 2η  παράγραφο της τρίτης σελίδος ότι: «Οι Διάλογοι δεν σημαίνουν ούτε θα σημαίνουν ποτέ οποιονδήποτε συμβιβασμό σε ζητήματα πίστεως». Εδώ ο συντάκτης παρασιωπά το γεγονός ότι ενώ θεωρητικά η Σύνοδος της Κρήτης διεκήρυξε την παραπάνω πρόταση, στην πράξη οι Διάλογοι απέδειξαν το εντελώς αντίθετο. Κατέληξαν δυστυχώς σε «συμβιβασμούς σε ζητήματα πίστεως». Οι συμβιβασμοί φαίνονται ξεκάθαρα στις θεολογικές συμφωνίες που υπεγράφησαν από Ορθόδοξους και ετεροδόξους στα κείμενα επί της Χριστολογίας των Αντιχαλκηδονίων Μονοφυσιτών, του Μπαλαμάντ, του Πόρτο Αλέγκρε, του Πουσάν, κ.α.

Σχολιάζει επίσης τη φράση: «Όλοι οι επίσκοποι της Εκκλησίας της Ελλάδος αγρυπνούμε και παραμένουμε αμετακίνητοι στην ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένοι στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία» και ερωτά: «Μα αυτό δεν είναι αυτονόητο; Αμφιβάλλει κανείς;». Ασφαλώς και δεν είναι αυτονόητο ότι όλοι οι επίσκοποι της ανά την οικουμένην Ορθοδόξου Εκκλησίας παραμένουν «αμετακίνητοι στην ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένοι στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία». Για την ακρίβεια σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία των επισκόπων δεν παραμένουν «αμετακίνητοι στην ορθόδοξη πίστη…», επειδή ακριβώς ακολουθούν την παναίρεση του Οικουμενισμού, η οποία μάλιστα πανηγυρικά επικυρώθηκε, αντί να καταδικαστεί, στην Σύνοδο της Κρήτης. Μια πλειάδα πατριαρχών, επίσκοπων, κληρικών, μοναχών, και καθηγητών, θεολόγων και θεολογούντων, διδάσκουν «γυμνή τη κεφαλή», ότι η Ορθοδοξία μας δεν μπορεί να διεκδικήσει την αποκλειστικότητα, ότι δηλαδή μόνον Αυτή είναι η μοναδική αληθινή Εκκλησία του Χριστού.  Πρώτος απ’ όλους ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος θεωρεί τον αιρετικό Παπισμό ως «αδελφή Εκκλησία» και τον αιρεσιάρχη του Βατικανού «επίσκοπο της πρεσβυτέρας Ρώμης». Το ίδιο επίσης θεωρεί ως «αδελφές Εκκλησίες» τους Προτεστάντες και τους Μονοφυσίτες.

Ισχυρίζεται επίσης ότι η παρουσία των ετεροδόξων ως παρατηρητών στη Σύνοδο της Κρήτης είναι κατά πάντα νόμιμη και έγκυρη, αφού «υπεγράφη από όλους ανεξαιρέτως τους Προκαθημένους των Ορθοδόξων Εκκλησιών, κατά την Ιερά Σύναξή των την 27η Ιανουαρίου 2016 στο Σαμπεζύ της Ελβετίας». Και ότι το «επίσημο αυτό πανορθόδοξο Κείμενο …χαρακτηρίζει τους Παρατηρητές της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου εκπροσώπους Εκκλησιών, ή Οικουμενικών Οργανισμών Εκκλησιών χωρίς κανένα περιοριστικό,ή επιφυλακτικό σχόλιο». Στην προκειμένη περίπτωση, κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι προκαθήμενοι έκαναν δύο σοβαρότατα ολισθήματα: Όχι μόνον αγνόησαν το γεγονός, ότι ουδέποτε στο συνοδικό παρελθόν της Εκκλησίας προσκλήθηκαν αιρετικοί ως παρατηρητές και ως τιμώμενα πρόσωπα, αλλά επί πλέον χαρακτήρισαν «τους Παρατηρητές της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου εκπροσώπους Εκκλησιών», προτού ακόμη η Σύνοδος της Κρήτης αποφανθεί επίσημα και συνοδικά, αν αυτοί οι ετερόδοξοι παρατηρητές μπορούν να χαρακτηριστούν ως «εκπρόσωποι Εκκλησιών», ή αν θα πρέπει να χαρακτηριστούν ως εκπρόσωποι χριστιανικών ομολογιών. Τόσο το χειρότερο λοιπόν για την «Σύνοδο» της Κρήτης! Είναι και αυτό ένα ακόμη τεκμήριο, ότι αυτή δεν είναι ούτε Αγία, ούτε Μεγάλη, αλλά ψευδοσύνοδος! Αυτό βεβαίως το σοβαρότατο ολίσθημα θα έπρεπε να το είχε επισημάνει το Ανακοινωθέν της Ιεράς Συνόδου!

Παρά κάτω προσθέτει: «Μερικοί μάλιστα ψάχνουν να βρουν κάπου αιρετικές διατυπώσεις και σε ορθοδόξους Θεολόγους, κληρικούς και λαϊκούς, χαρακτηρίζουν μη ορθόδοξες Εκκλησίες αιρετικές και τους Πατριάρχες των αιρετικούς και αν ακόμα δεν υπάρχει καταδίκη από Οικουμενική Σύνοδο, όπως κάνει μεταξύ άλλων ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ για πολλούς και τελευταία για τον νυν πατριάρχη της κοπτικής Εκκλησίας Θεόδωρο…». Εν τέλει συμπεραίνει ότι οι μονοφυσίτες δεν είναι αιρετικοί επειδή ο Διόσκορος «δεν πήγε στη Σύνοδο εκείνη, άρα δεν έχει καταδικαστεί ως αιρετικός». Το συμπέρασμα είναι ότι ο κ. Γ. Λαρεντζάκης καταλογίζει σφάλμα στην Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία κακώς έπραξε που τον καταδίκασε ερήμην τον Διόσκορο. Μόνο αν ήταν παρών ο Διόσκορος στη Δ΄ Οικουμενική, θα ήταν έγκυρη η καταδίκη του. Ωστόσο, αν έπεσαν έξω οι άγιοι πατέρες της Δ΄ Οικουμενικής, τότε η Σύνοδος αυτή δεν μπορεί να είναι όντως Οικουμενική Σύνοδος με κύρος θεοπνευστίας και διαχρονικότητος, διότι όπου υπάρχει σφάλμα, εκεί δεν μπορεί να υπάρχει θεοπνευστία. Ούτε επίσης οι επόμενες Οικουμενικές Σύνοδοι θα πρέπει να θεωρηθούν θεόπνευστες και αλάθητες, επειδή κακώς ανανέωσαν την καταδίκη του Διοσκόρου. Δεν αντιλαμβάνεται όμως, ότι μ’ αυτά που γράφει, γκρεμίζει την θεοπνευστία και το αλάθητο των οικουμενικών Συνόδων;

Παρά κάτω κάνει λόγο για την 8η Οικουμενική Σύνοδο, η οποία κατά την άποψή του θα πρέπει «να χαρακτηριστεί και ως ενωτική, οπωσδήποτε δε όχι ως ‘αντιπαπική’ ως ισχυρίζονται ορισμένοι υπερθόδοξοι». Αλλά γιατί δεν είναι αντιπαπική, αφού στη Σύνοδο αυτή καταδικάστηκε η παπική κακοδοξία του Φιλιόκβε, την οποία από κοινού καταδίκασαν οι ορθόδοξοι και οι εκπρόσωποι του πάπα, εκ των υστέρων όμως, μετά το 1014, η κακοδοξία αυτή υιοθετήθηκε επίσημα από τους παπικούς και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να αποτελεί επίσημο δόγμα των παπικών;

Διαμαρτύρεται επίσης ο κ. καθηγητής διότι «το κείμενο, [Σχέσεις της ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόνκόσμον], δεν ομιλεί πουθενά περί ‘επιστροφής των ετεροδόξων και αλλοδόξων εις αυτήν’, δηλαδή στην Ορθόδοξη Εκκλησία». Και εδώ έχει δίκαιο ο κ. καθηγητής, διότι όντως πουθενά δεν υπάρχει αυτή η φράση στα συνοδικά κείμενα,  ούτε εκφράζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο η αντίληψη,  ότι οι διάλογοι γίνονται με την προοπτική της επιστροφής των ετεροδόξων και αλλοδόξων. Και εδώ έχουμε άλλη μια προσπάθεια του Ανακοινωθέντος να εμφανίσει την ψευδοσύνοδο της Κρήτης ως Ορθόδοξη Σύνοδο.  

Τέλος καταλήγει: «Μετά λύπης μου πρέπει να διαπιστώσω γενικά, ότι το Ανακοινωθέν αυτό δεν αποδίδει ούτε το γράμμα ούτε το φρόνημα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δυστυχώς δεν αποτελεί πληροφόρηση του πληρώματος της Εκκλησίας, αλλά παραπληροφόρηση και δημιουργεί τεράστια σύγχυση και διασπάσεις στους κόλπους της Εκκλησίας. Η ευθύνη είναι μεγάλη». Συμφωνούμε και εμείς μαζί του, όχι βέβαια όπως αντιλαμβάνεται ο ίδιος τη διαφωνία του. Την ίδια γνώμη με μας έχουν κορυφαίοι καθηγητές Θεολογικών Σχολών εγνωσμένου και παγκοσμίου κύρους, όπως ο πρωτ. π. Θεόδωρος Ζήσης, ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. και ο πρωτ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, ομ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, οι οποίοι  απορρίπτουν το Ανακοινωθέν και το χαρακτηρίζουν ο μεν πρώτος ως «ψευδέστατο», ο δεύτερος ως «αηδιαστικό». Επίσης το απορρίπτουν πολλά μέλη της Συνάξεως Κληρικών και μοναχών και μια πλειάδα ορθοδόξων θεολόγων, κληρικών και μοναχών, αγιορειτών και μη. Κατά την ταπεινή μας γνώμη το Ανακοινωθέν θα έπρεπε να συνταχθεί όχι από ένα πρόσωπο, αλλά από ομάδα προσώπων, που να αποτελείται από αρχιερείς, καθηγητές Θεολογικών Σχολών, κληρικούς, μοναχούς και λαϊκούς θεολόγους με γνήσιο ορθόδοξο φρόνημα. Θα μπορούσε δε να έχει την εξής δομή και περιεχόμενο: Στο πρώτο μέρος του κειμένου να παρατίθενται με πιστότητα και ακρίβεια όλες οι αποφάσεις της Συνόδου της Κρήτης, χωρίς καμία παραποίηση και διαστρέβλωση. Και στο δεύτερο να γίνεται ανατροπή όλων των κακοδόξων αποφάσεων της Συνόδου της Κρήτης με αδιάσειστα επιχειρήματα από τους Ιερούς Κανόνες, την αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες.  

Περαίνοντας τον σχολιασμό μας εκφράζουμε τη λύπη και την απογοήτευσή μας, διότι όντως το Ανακοινωθέν αυτό δεν εξεπλήρωσε την αποστολή του. Είναι ένα παραπλανητικό και διπλωματικό κείμενο, το οποίο προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, να συμβιβάσει την αλήθεια με το ψέμα, προφανώς για να μην έρθει σε σύγκρουση με το Φανάρι και παράλληλα  να αμβλύνει τις αντιδράσεις του πιστού λαού, να προλάβει αποτειχίσεις και να επιφέρει την ειρήνη. Κατάφερε όμως δυστυχώς το αντίθετο. Να δημιουργήσει νέες εντάσεις, οργή και αγανάκτηση. Δεν μπόρεσε δυστυχώς ο συντάκτης, να συνειδητοποιήσει,ότι σε θέματα πίστεως δεν χωρούν διπλωματίες! Ότι πάνω από το Φανάρι είναι η πίστη και όχι πάνω από την πίστη το Φανάρι!Όταν το Φανάρι δεν ορθοτομεί, τότε δεν διστάζουμε να έρθουμε σε σύγκρουση μ’ αυτό, διότι διαφορετικά, μοιραία θα έρθουμε σε σύγκρουση με τον Χριστό. Και τότε αλλοίμονο, αν έρθουμε σε σύγκρουση με τον Χριστό. Οι άγιοι πατέρες δεν ήξεραν να κάνουν διπλωματίες σε θέματα πίστεως; Ήξεραν, αλλά δεν έκαναν. Προτίμησαν να υπομένουν θλίψεις, διωγμούς, εξορίες, θανάτους. Εμείς δυστυχώς σήμερα θέλουμε να χαράξουμε άλλη γραμμή, τη γραμμή της διπλωματίας. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να μιμηθούμε τους αγίους πατέρες μας, παρ’ όλο που διακηρύσσουμε θεωρητικά, ότι τους ακολουθούμε και ότι «αγρυπνούμε και παραμένουμε αμετακίνητοι στην Ορθόδοξη πίστη και αφοσιωμένοι στην Μία, Αγία, Καθολική, και Αποστολική Εκκλησία».Δυστυχώς!  

 

Αρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος

 

 

 

 

 

 

ΟΙ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ''ΠΑΤΡΟΣ ΣΑΒΒΑ ΑΧΙΛΛΕΩΣ


Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: «Χάριν τῆς ἑνότητος»

Πολλές φορές στίς διάφορες συναντήσεις ἀνθρώπων, ἀκόμη καί σέ ἐκκλησιαστικά Συνοδικά Ὄργανα, διατυπώνεται ἡ ἄποψη ὅτι πρέπει νά συμφωνήσουμε σέ ἕνα θέμα, ἔστω καί ἄν ἔχουμε διαφορετική γνώμη, «χάριν τῆς ἑνότητος». Καί συμβαίνει τά ἴδια τά Συνοδικά Ὄργανα, στά ὁποῖα συμμετέχουν οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, νά ἀποφασίζουν διαφορετικά, πράγμα τό ὁποῖο δικαιολογεῖται ὅτι γίνεται «χάριν τῆς ἑνότητος» ἤ «γιά τήν ἑνότητα».
Ὑπάρχουν δέ καί ἄνθρωποι, πολιτικοί, ἐκκλησιαστικοί, οἱ ὁποῖοι διατείνονται ὅτι ἀγωνίζονται γιά τήν ἑνότητα τοῦ σώματος στό ὁποῖο συμμετέχουν, ὡσάν κάποιοι ἄλλοι νά μή ἐνδιαφέρωνται γιά τήν ἑνότητα.

Ἀπό τήν ἀρχή, πρέπει νά σημειωθῆ ὅτι ἡ ἑνότητα στήν κοινωνία καί τήν Ἐκκλησία εἶναι ὁ ἀπώτερος στόχος στόν ὁποῖο πρέπει νά ἀποβλέπουμε. Ἰδίως στήν Ἐκκλησία αὐτό εἶναι σκοπός ὅλων, ἀφοῦ αὐτό ἐπιτεύχθηκε τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, σύμφωνα μέ τό Κοντάκιον τῆς ἑορτῆς: «Ὅτε καταβάς τάς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν ἔθνη ὁ Ὕψιστος∙ ὅτε τοῦ πυρός τά γλώσσας διένειμεν, εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσε». Αὐτό εἶναι τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ἐνεργεῖ στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι, ἡ ἑνότητα στήν Ἐκκλησία εἶναι ἐμπειρία τῆς Πεντηκοστῆς, γι’ αὐτό ὑπάρχει ἑνότητα τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων στήν θεολογία.
Ὅμως, εἶναι ἀπαραίτητο νά σημειωθῆ ὅτι ἑνότητα μποροῦν νά ἔχουν καί ὅσοι ἐργάζονται τό κακό καί ὅσοι ἀπαρτίζουν μιά ἐγκληματική ὀργάνωση, πού ἀποβλέπουν στήν διαίρεση καί τήν κακοδαιμονία τῆς κοινωνίας. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐνδιαφέρονται γιά τήν ἑνότητά τους, ὥστε νά διαπράττουν τό κακό καί νά μή ἀποκαλυφθοῦν. Ὁπότε, δέν εἶναι ὁ ἀπώτερος σκοπός ἡ ἑνότητα, ἀλλά ὁ συνδυασμός τῆς ἑνότητας μέ τήν ἀλήθεια.
Στήν θεία Λειτουργία προτρέπονται οἱ πιστοί μέ τούς λόγους: «Τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τήν κοινωνίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἰτησάμενοι, ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν, Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». Ἡ ἑνότητα στήν ἐκκλησιαστική γλώσσα δέν εἶναι ἀφηρημένη καί ἀπροϋπόθετη, ἀλλά συνδέεται μέ τήν πίστη, εἶναι ἑνότητα τῆς πίστεως, ὅπως ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Θεό στούς ἁγίους καί συνδέεται σαφέστατα μέ «τήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» καί βεβαίως προϋποθέτει τήν ἐγκατάλειψη ὅλης τῆς ζωῆς μας στόν Χριστό. Μιά τέτοια ἑνότητα εἶναι εὐλογημένη ἀπό τόν Θεό καί ὄχι ἡ ἑνότητα πού μπορεῖ νά ἔχουν καί οἱ αἱρετικοί μεταξύ τους, πού στηρίζονται στόν στοχαστικό λόγο καί πολεμοῦν τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολή του συνιστᾶ στούς Χριστιανούς νά ἀγωνίζονται νά τηρήσουν τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος, πού συνδέεται μέ τόν ἕνα Κύριο Θεό, μέ τήν μία πίστη καί τό ἕνα βάπτισμα. Γράφει: «σπουδάζοντες τηρεῖν τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης. ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν∙ εἷς Κύριος, μία πίστις, ἕν βάπτισμα, εἷς Θεός καί πατήρ πάντων, ὁ ἐπί πάντων, καί διά πάντων, καί ἐν πᾶσιν ἡμῖν» (Ἐφ. δ΄, 3-6). Ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως συνδέεται μέ τόν ἕναν Κύριο, τήν μία πίστη, τό ἕνα βάπτισμα, τό ἕνα σῶμα, τό ἕνα Πνεῦμα.
Ἐπίσης, ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος σέ ἕναν ἑπόμενο στίχο ὁμιλεῖ γιά τήν ἑνότητα στήν θέωση: «καί αὐτός ἔδωκε τούς μέν ἀποστόλους, τούς δέ προφήτας, τούς δέ εὐαγγελιστάς, τούς δέ ποιμένας καί διδασκάλους, πρός τόν καταρτισμόν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. δ΄, 11-13). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ἑνότητα τῆς πίστεως συνδέεται μέ τήν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί ἔχει σκοπό τήν τελειότητα, νά ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος τό μέτρο τῆς ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή στήν θέωση.
Στήν ἴδια προοπτική κινοῦνται καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦσαν νά διατηρήσουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας στήν ἀποκαλυφθεῖσα πίστη, ἀποδιώκοντες ἀπό τήν Ἐκκλησία τούς αἱρετικούς, οἱ ὁποῖοι μέ τίς αἱρετικές διδασκαλίες διασποῦσαν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ αἵρεση διασπᾶ τήν ἑνότητα καί ὄχι ἡ ἀλήθεια. Ὁ ἀναθεματισμός τῶν αἱρετικῶν γινόταν γιά τήν διασφάλιση τῆς ἑνότητας τῆς πίστεως καί τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Πατέρες ὅταν ἀπομάκρυναν τούς αἱρετικούς ἀπό τήν Ἐκκλησία, δέν διασποῦσαν τήν ἑνότητα, ἀλλά τήν προάσπιζαν. Μιά διαφορετική ἑρμηνεία ἀποτελεῖ παραχάραξη τῆς λειτουργίας τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος συνδέει τήν ἕνωση τῶν Χριστιανῶν μεταξύ τους μέ τήν ἴδια φρόνηση. «Οὐδέ οὕτω ποιεῖ ἕνωσιν, ὡς τό τοῖς αὐτοῖς χαίρειν καί τά αὐτά φρονεῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ!». Αὐτός ὁ λόγος συνδέεται μέ πολλά χωρία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Γιά παράδειγμα, στούς Χριστιανούς τῆς Ρώμης γράφει: «Ὁ δέ Θεός τῆς ὑπομονῆς καί τῆς παρακλήσεως δῴη ὑμῖν τό αὐτό φρονεῖν ἐν ἀλλήλοις κατά Χριστόν Ἰησοῦν, ἵνα ὁμοθυμαδόν ἐν ἑνί στόματι δοξάζητε τόν Θεόν καί πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Ρωμ. ιε΄, 5-6). Ἐπίσης, στούς Χριστιανούς τῶν Φιλίππων γράφει: «Εἴ τις οὖν παράκλησις ἐν Χριστῷ, εἴ τι παραμύθιον ἀγάπης, εἴ τις κοινωνία Πνεύματος, εἴ τις σπλάγχνα καί οἰκτιρμοί, πληρώσατέ μου τήν χαράν, ἵνα τό αὐτό φρονῆτε, τήν αὐτήν ἀγάπην ἔχοντες, σύμψυχοι, τό ἕν φρονοῦντες» (Φιλ. β΄, 1-2).
Ὁ ὅσιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος προσδιορίζει τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ πνευματική ἕνωση. Γράφει: «Ἡ ἕνωσις ἡ πνευματική ἐστι μνήμη ἀσφράγιστος∙ ἥτις ἐν διαπύρῳ πόθῳ ἀδιαστάτως ἐν τῇ καρδίᾳ πυρσεύεται, ἐκ τῆς διαμονῆς τῆς πρός τάς ἐντολάς δύναμιν λαμβάνουσα πρός τόν δεσμόν οὐ καταχρηστικῶς, οὐδέ φυσικῶς». Ἡ πνευματική ἕνωση γίνεται μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καί ἀνάπτει τόν θεῖο πόθο στήν καρδιά τῶν ἀνθρώπων.
Στήν κοινωνία γίνεται λόγος γιά ἑνότητα παρά τίς ὑπάρχουσες διαφορετικές ἀπόψεις καί σέ αὐτό ἀποβλέπει τό δημοκρατικό πολίτευμα. Οἱ διαφορετικές ἀρχές καί τά διαφορετικά προγράμματα μεταξύ τῶν κομμάτων, οἱ διαφορετικές θέσεις καί μέσα στίς ἐνδοκομματικές ἐργασίες, πού ἀποδεικνύονται ἀπό τίς ψηφοφορίες, ὅταν ἐκφράζωνται μέ δημοκρατικό τρόπο, θεωροῦνται ὡς στοιχεῖο ἑνότητας.
Ὅμως, στήν Ἐκκλησία τά πράγματα εἶναι διαφορετικά. Ἡ ἑνότητα δέν εἶναι μιά ἐξωτερική συμφωνία ἀπόψεων, καί μάλιστα διαφοροποιημένων ἀπό τήν παραδοθεῖσα πίστη καί τήν ἀποκαλυφθεῖσα παράδοση, ἀλλά εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἶναι ἑνότητα πίστεως.
Ἑπομένως, στήν Ἐκκλησία δέν εἶναι δυνατόν «χάριν τῆς ἑνότητος» νά ἀναιρεῖται ἡ ὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία, ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί τελικά νά ὑπονομεύεται ὅλη ἡ ἀποκαλυφθεῖσα πίστη. Ὅταν ἐπικρατῆ ἀπόκλιση ἀπό τήν πίστη δέν εἶναι ἐπαινετή ἡ ἑνότητα, ἀντίθετα ἐκεῖνος πού διαφυλάσσει τήν ἀποκαλυφθεῖσα πίστη διαφυλάσσει τήν ἑνότητα. Ἐπίσης, στά ἐκκλησιαστικά θέματα δέν μπορεῖ κανείς νά ἀκολουθῆ τήν διπλωματία καί νά παλινωδῆ, νά ἀλλάση κάθε φορά ἀπόψεις καί νά χαρακτηρίζη αὐτήν τήν νοοτροπία ὡς συμβολή στήν ἑνότητα.
Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή στήν ὁποία δέν ἐπιτρέπεται νά ἀποδομοῦνται καί οἱ ἴδιες οἱ λέξεις, ἰδιαιτέρως τό νόημα τῆς λέξεως τῆς ἑνότητας, χάριν μιᾶς ἐξωτερικῆς ἐπίπλαστης καί μεταβαλλόμενης διπλωματικῆς νοοτροπίας, ἡ ὁποία κρύπτει στοιχεῖα σκοπιμότητας καί ὠφελιμισμοῦ.
Φεβρουάριος 2017
 Ἱερὰ Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου


Εκκλησιαστική Παρέμβαση  parembasis.gr