Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΑ ΦΩΤΕΙΝΗ Η ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΗΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Τα βιβλικά πρόσωπα της Καινής Διαθήκης έχουν ιδιαίτερη θέση στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μας. Κι’ αυτό, διότι είναι εκείνοι, οι οποίοι έζησαν στην εποχή που έζησε στη γη ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και οι περισσότεροι σχετίστηκαν με Αυτόν. Ένα από αυτά τα πρόσωπα υπήρξε και η αγία Φωτεινή η Ισαπόστολος και Μεγαλομάρτυρας, η γνωστή μας Σαμαρείτιδα.

       Έζησε λοιπόν τον 1ο μ. Χ. αιώνα στην Παλαιστίνη. Γεννήθηκε και έζησε στην πόλη Συχάρ, η οποία βρισκόταν βόρεια της Ιουδαίας και κατοικούνταν από Σαμαρείτες, οι οποίοι ήταν μεν ισραηλιτικής καταγωγής, αλλά με το πέρασμα των αιώνων, είχαν έλθει σε επιμιξίες με ειδωλολατρικούς γειτονικούς λαούς και γι’ αυτό θεωρούνταν εξωμότες από τους Ιουδαίους και υπήρχε μεταξύ τους έχθρα. Και όντως, οι Σαμαρείτες ζούσαν ζωή περισσότερο προσαρμοσμένη στους Εθνικούς, παρά στους Ιουδαίους. Η Σαμαρείτισσα Φωτεινή ζούσε και αυτή ζωή έκλυτη, αλλάζοντας συνεχώς άνδρες. Φαίνεται ότι ήταν γνωστή στην πόλη και όλοι την στιγμάτιζαν για την αμαρτωλή ζωή της. Σημειώνουμε πως δεν γνωρίζουμε το πρώτο της όνομα, διότι Φωτεινή ονομάστηκε όταν πίστεψε στο Χριστό και έλαβε το άγιο Βάπτισμα αργότερα.

        Κάποτε ο Κύριος, σε μια από τις περιοδείες του στη Σαμάρεια, βρέθηκε στην πόλη Συχάρ και στάθηκε έξω από την πόλη σε ένα ονομαστό πηγάδι, το οποίο, σύμφωνα με την παράδοση, το είχε ανοίξει ο πατριάρχης Ιακώβ πριν από δύο χιλιάδες χρόνια από τότε. Ο Κύριος περίμενε, μόνος, δίπλα στο πηγάδι, περιμένοντας να έρθει κάποιος να του αντλήσει νερό και να ξεδιψάσει. Οι μαθητές Τους είχαν πάει στην πόλη να αγοράσουν τροφές και άλλα εφόδια. Ήταν καλοκαίρι και έκανε ζέστη.

      Φαίνεται πως το πηγάδι του Ιακώβ εξυπηρετούσε την πόλη, όπου κατέφευγαν οι κάτοικοι να προμηθευτούν νερό. Καθώς περίμενε ο Κύριος, έφτασε μια γυναίκα να αντλήσει νερό. Ήταν η Σαμαρείτισσα Φωτεινή. Ο Κύριος της ζήτησε να του δώσει νερό. Εκείνη παραξενεύτηκε, βλέποντας έναν Ιουδαίο, να καταδέχεται να συζητά μαζί της και να της ζητά εξυπηρέτηση, διότι όπως προαναφέραμε, αυτό απαγορεύονταν, λόγω του μίσους που έτρεφαν προς τους Σαμαρείτες οι Ιουδαίοι, οι οποίοι τους θεωρούσαν μιασμένους. Της ζήσε νερό και μάλιστα με αντάλλαγμα προς αυτή, το «ζωντανό νερό», το οποίο πίνοντάς το κάποιος, δεν θα χρειαζόταν να πιεί ξανά, διότι δε διψούσε «εις τον αιώνα». Ο Χριστός βεβαίως δεν εννοούσε κάποιο «θαυματουργό» νερό, αλλά το σωτήριο λόγο Του. Η Φωτεινή τον ρώτησε που θα έβρισκε τον κουβά να αντλήσει αυτό το «θαυματουργό» νερό, αφού το πηγάδι ήταν βαθύ. Ο Κύριος βρήκε την ευκαιρία να πιάσει συζήτηση μαζί της και να της αποκαλύψει όντως μεγάλες αλήθειες, τις οποίες δεν είχε αποκαλύψει ακόμη στους μαθητές Του. Ως καρδιογνώστης κατάλαβε ότι η ψυχή αυτής της αμαρτωλής γυναίκας ήταν παρθένα και γόνιμη να δεχτεί το λόγο του Θεού. Ότι έμελλε να γίνει η απόστολός Του στη χώρα της Σαμάρειας και γι’ αυτό έκαμε αυτές τις αποκαλύψεις. Της αποκάλυψε την πνευματική φύση του Θεού και την ανάγκη της πνευματικής Του λατρείας, η οποία δεν απαιτεί συγκεκριμένο τόπο, που ορίζονταν ως τότε. Της αποκάλυψε ότι είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας των προφητών. Για να πεισθεί μάλιστα για την αλήθεια των λόγων Του, της αποκάλυψε τον βίο της.

      Μετά από αυτό η Φωτεινή έτρεξε στην πόλη και άρχισε, περιχαρής, να φωνάζει και να αναγγέλλει ότι ήρθε ο Μεσσίας και για του λόγου του αληθές, της γνώρισε τον απόκρυφο βίο της. Κατόρθωσε να πείσει πολλούς κατοίκους της πόλεως να βγουν και να έρθουν να δουν και να ακούσουν το Χριστό, στον οποίο πίστεψαν αρκετοί. Ο Χριστός έμεινε στη Συχάρ δύο ημέρες κηρύττοντας.

       Η Φωτεινή, διορθώθηκε, εγκατέλειψε την αμαρτωλή ζωή και έγινε σώφρων. Η παράδοση αναφέρει ότι είχε πέντε αδέλφια, την Ανατολή, την Φωτώ, την Φωτίδα, την Παρασκευή και την Κυριακή και δύο γιούς, τον Φωτεινό και τον Ιωσή. Τόσο τις αδελφές της όσο και τα παιδιά της κατόρθωσε να τους πείσει ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας ήρθε και είναι ο Ιησούς.

      Μετά την σύλληψη, το σταυρικό θάνατο και την Ανάσταση του Κυρίου, η Φωτεινή, μαζί με τις αδελφές της και τα παιδιά της κατέβηκαν στην Ιερουσαλήμ. Την ημέρα της Πεντηκοστής άκουσαν το κήρυγμα του αποστόλου Πέτρου και ήταν ανάμεσα στις τρείς χιλιάδες που βαπτίστηκαν και εντάχτηκαν στην Εκκλησία.

     Κατόπιν ζήτησε από τους αποστόλους να εργαστεί ιεραποστολικά. Μετέβη μαζί με τις αδερφές της και τα παιδιά της στη Συρία, όπου κήρυξαν το Χριστό και μετέστρεψαν πολλούς στη νέα πίστη. Κατόπιν πήγαν στη Φοινίκη, σε άλλα μέρη της Παλαιστίνης, στην Αίγυπτο, στην Καρχηδόνα και τελικά έφτασαν στη Ρώμη, την καρδιά της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Παντού κήρυττε με θέρμη και ενθουσιασμό την πίστη στο Σωτήρα Χριστό, τον Οποίο είχε δει και της είχε αποκαλύψει τα μυστήρια του Θεού, μεταστρέφοντας πλήθος ειδωλολατρών και Ιουδαίων στον Χριστιανισμό. 

       Συχνά αναλάμβανε περιοδείες και εκτός της Ρώμης. Στα χρόνια που βασίλευε ο θηριώδης Νέρων (54-68 μ. Χ.), βρέθηκε και πάλι στην αφρικανική μεγαλούπολη της Καρχηδόνας. Ο μεγάλος γιός της Βίκτωρ είχε καταταγεί στον Ρωμαϊκό στρατό και έφτασε στο αξίωμα του στρατηλάτη (στρατηγού). Ο παράφρων Νέρωνας είχε κηρύξει τον φοβερό πρώτο διωγμό κατά των Χριστιανών, θέλοντας, ως γνωστόν, να δικαιολογήσει τη δική του κακουργία, της πυρπόλησης της Ρώμης. Διέταξε τους αξιωματούχους του στρατού να εκτελέσουν τη διαταγή του και να συλλάβουν τους Χριστιανούς.

      Μεταξύ των άλλων αξιωματικών, διατάχτηκε και ο Βίκτωρας να συλλάβει τους Χριστιανούς της Ιταλίας. Εκείνος αρνήθηκε. Μάταια προσπάθησε ο φίλος του Δούκας Σεβαστιανός να τον πείσει να εκτελέσει την αυτοκρατορική διαταγή. Στο τέλος πείστηκε ο Σεβαστιανός να γίνει Χριστιανός! Εν τω μεταξύ ο Βίκτωρας είχε βαπτισθεί και είχε λάβει το όνομα Φωτεινός.

      Ο Νέρων πληροφορήθηκε το γεγονός και διέταξε τη σύλληψη των δύο αξιωματικών, αλλά και της Φωτεινής, των αδελφών της και των τέκνων της. Στάθηκαν μπροστά του και ομολόγησαν την πίστη τους στο Χριστό. Τους υπέβαλαν σε φρικτά και απάνθρωπα βασανιστήρια. Θαύματα λάμβαναν χώρα κατά τη διάρκεια των μαρτυρίων τους, ώστε πολλοί ειδωλολάτρες να ασπάζονται τον Χριστιανισμό. Τόσο η αγία Φωτεινή, όσο και οι οικείοι της έδωσαν τη ζωή τους για το Χριστό. Η μνήμη τους τιμάται στις 26 Φεβρουαρίου και την Ε΄ Κυριακή από του Πάσχα.         

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΤΑΡΑΣΙΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

 ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

        Η μεγάλη εικονομαχική έριδα στο Βυζάντιο (726-842) ανέδειξε μεγάλους Πατέρες και ομολογητές, οι οποίοι έδωσαν τιτάνιους αγώνες για την υπεράσπιση της ορθοδόξου πίστεως. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Ταράσιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο Ομολογητής, ο οποίος έβαλε τη δική του σφραγίδα στην διάσωση της σώζουσας ορθόδοξης πίστης την ταραγμένη εκείνη εποχή.

        Γεννήθηκε περί το 730 στην Κωνσταντινούπολη από ευγενείς γονείς. Ο πατέρας του ονομάζονταν Γεώργιος, ο οποίος ήταν πατρίκιος και υπηρέτησε ως έπαρχος της Βασιλεύουσας και δικαστής. Η μητέρα του ονομάζονταν Ευκρατία και ήταν πολύ ευσεβής. Αυτή μετέδωσε στον Ταράσιο βαθιά πίστη στο Θεό και ευσέβεια. Έκανε λαμπρές σπουδές και αναδείχτηκε ανώτερος κρατικός υπάλληλος. Υπηρέτησε ως ύπατος και πρωτασηκρήτης. Ανέβηκε στο αξίωμα των υπάτων. Έγινε ύπατος και τον εξέλεξαν ως πρώτο γραμματέα των μυστικών του αυτοκράτορα.

       Η αυτοκράτειρα Ειρήνη Αθηναία (752-803), η οποία επιτρόπευε τον ανήλικο γιό της αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄(780-798), εκτιμούσε ιδιαιτέρως τις ικανότητες του Ταρασίου και τον θαύμαζε για την ευσέβειά του και την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία. Μετά το θάνατο του Πατριάρχη Παύλου Δ΄ του Κυπρίου,  του πρότεινε να υπηρετήσει την Εκκλησία, προωθώντας τον για τη θέση του Πατριάρχη. Διέβλεπε στο πρόσωπό του τον σωστό εκκλησιαστικό ηγέτη, ο οποίος θα ειρήνευε την Εκκλησία και θα επούλωνε τις πληγές της από τους εικονομάχους εχθρούς της. Στην αρχή υπήρξε διστακτικός από ταπείνωση και έχοντας τη συναίσθηση του μεγάλου φορτίου του πατριαρχικού θρόνου, στην κρίσιμη εκείνη περίοδο. Δέχτηκε τελικά, αφού έλαβε την διαβεβαίωση ότι θα συγκροτούσε το παλάτι Οικουμενική Σύνοδο, για να θέσει τέρμα στο πρόβλημα της εικονομαχίας. Τα Χριστούγεννα του 784 χειροτονήθηκε ταυτόχρονα στους τρεις βαθμούς της Ιεροσύνης και αναδείχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο βεβιασμένος τρόπος εκλογής του προκάλεσε χλιαρή αντίδραση του (ορθοδόξου τότε) πάπα Αδριανού Α΄, το ίδιο και στους  συγχρόνους του. Από τον ενθρονιστήριο λόγο του, που διέσωσε ο χρονικογράφος Θεοφάνης ο Ομολογητής, φαίνεται ο πόθος του για να επικρατήσει η πολυπόθητη ειρήνη στην Εκκλησία.

      Ως Πατριάρχης, στα 22 χρόνια της πατριαρχίας του, αποδείχτηκε ικανότατος, σε μια περίοδο, που υπήρχε προσωρινή ανάπαυλα της εικονομαχικής έριδας (780-814). Υπήρξε υπέρμαχος της Ορθοδοξίας και επηρέασε θετικά τους αυτοκράτορες για την τιμή των Ιερών Εικόνων. Συνέβαλε τα μέγιστα για την προετοιμασία της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου (787), στην οποία μάλιστα και προήδρευσε. Ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος σ’ αυτή είναι εν πολλοίς έργο δικό του.  

       Όπως είναι γνωστό, η Σύνοδος αυτή αποφάνθηκε για την ορθόδοξη πίστη και αναστήλωσε τις Ιερές Εικόνες, αλλά όμως τα προβλήματα συνέχιζαν να υπάρχουν και να ταλαιπωρούν την Εκκλησία. Ο Ταράσιος κράτησε μετριοπαθή στάση στην εισδοχή των πρώην εικονομάχων επισκόπων στην Εκκλησία, διότι ήθελε να ειρηνεύσει η Εκκλησία. Όμως το γεγονός αυτό ενόχλησε κάποιους ζηλωτές μοναχούς, οι οποίοι θεώρησαν το επιτίμιο ακοινωνησίας, (του ενός έτους) μικρό, και γι’ αυτό οργάνωσαν δυναμικές αντιδράσεις εναντίον του. Σε αυτή την αντίδραση πρωτοστατούσε ο ανιψιός του, μοναχός Θεόδωρος ο Στουδίτης, ηγούμενος της περίφημης Μονής Στουδίου της Κωνσταντινουπόλεως. Ο άγιος Επίσκοπος προσπάθησε με πνεύμα ταπεινότητας και πραότητας να ειρηνεύσουν τα πνεύματα και να αποφευχθούν τα σχίσματα.

       Στα 795 ξέσπασε νέα αναταραχή και αντίδραση κατά του Πατριάρχη Ταρασίου, ξανά από τους ίδιους μοναχικούς κύκλους. Ο νεαρός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΣΤ΄ (780-798)  αποφάσισε να χωρίσει τη σύζυγό του Μαρία, την οποία του είχε επιβάλλει η μητέρα του Ειρήνη και να παντρευτεί την Θεοδότη, ανιψιά του Θεοδώρου  Στουδίτου και καμαριέρα της μητέρας του. Έκλεισε σε μοναστήρι τη σύζυγό του και απαιτούσε από τον Ταράσιο να τελέσει τον ανίερο αυτό γάμο. Τόσο ο Θεόδωρος Στουδίτης, όσο και ο μοναχός Πλάτων, ηγούμενος της Μονής Σακκουδίωνος, κατηγόρησαν τον Ταράσιο ότι κράτησε διαλλακτική στάση ως προς το γάμο αυτό και αποδέχτηκε τη μοιχεία. Αλλά ο Ταράσιος βρισκόταν σε δίλημμα, διότι ο αυτοκράτορας τον απειλούσε ότι αν αντιδρούσε θα επανέφερε την εικονομαχία. Τελικά ο γάμος τελέστηκε χωρίς τη θέληση του Ταρασίου από κάποιον ιερέα Ιωσήφ. Οι δύο μοναχοί διέκοψαν το μνημόσυνο του Πατριάρχη και κατέληξαν στην εξορία, στη Θεσσαλονίκη. Το 798 όμως η Ειρήνη παραμέρισε το γιό της Κωνσταντίνο από το θρόνο, τον οποίο τύφλωσε και του πήρε το θρόνο. Η διαμάχη έληξε και οι δύο μοναχοί ανακλήθηκαν από την εξορία. Ο Πατριάρχης Ταράσιος τους έστειλε επιστολή, με την οποία τους καλούσε σε ενότητα. Εκείνοι δέχτηκαν και η ειρήνη πραγματοποιήθηκε στην Εκκλησία.

     Ο Ταράσιος πολιτεύτηκε με σύνεση και ζήλο. Τον διέκρινε σπάνια ευσέβεια και ήταν στολισμένος με πολλές αρετές.  Ήταν επίσης τίμιος και φιλάνθρωπος, γι’ αυτό και είχε ασκήσει σπάνια φιλανθρωπική δράση. Είχε οργανώσει συσσίτια για τους πεινασμένους σε πολλά σημεία της Κωνσταντινουπόλεως. Παρείχε δε ιματισμό και είδη πρώτης ανάγκης. Ίδρυσε πολλά κοινωφελή ιδρύματα, όπως νοσοκομεία και πτωχοκομεία.

      Δεν τον είχε αγγίξει στο ελάχιστο η πολυτέλεια της Βασιλεύουσας. Αντίθετα ζούσε βίο ασκητικό. Παροιμιώδης υπήρξε η εγκράτειά του. Φρόντισε μάλιστα να χτίσει προσωπικό ασκητήριο. Ίδρυσε την Μονή των Αγίων Πάντων στο ευρωπαϊκό μέρος του Βοσπόρου, όπου κατέφευγε συχνά για προσευχή και άσκηση.   

       Οι αδιάκοποι αγώνες του έφθειραν το λιπόσαρκο σαρκίο του. Στα τέλη της ζωής του ταλαιπωρήθηκε από επώδυνες ασθένειες. Στο τέλος είχε χάσει την ομιλία του. Στις 25 Φεβρουαρίου του 806 κοιμήθηκε ειρηνικά. Το λείψανό του μεταφέρθηκε και θάφτηκε στην αγαπημένη του Μονή των Αγίων Πάντων. Σύντομα ανακηρύχτηκε άγιος και ορίστηκε η μνήμη του στις 25 Φεβρουαρίου, την ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του. Το βίο του τον συνέγραψε ο διάκονος Ιγνάτιος.

       Ο άγιος Ταράσιος υπήρξε και ένας μεγάλος θεολόγος. Σώζονται έξι επιστολές του και μια ομιλία του στα Εισόδια  της Θεοτόκου.               

ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΡΗΓΙΝΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΚΟΠΕΛΟΥ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

       Η παρουσία των Πατέρων του ταραγμένου 4ου μ. Χ. αιώνα είναι πολύ σημαντική, διότι κατόρθωσαν να αναδείξουν την Εκκλησία του Χριστού, μέσα από την ιστορική εκείνη καμπή, ως το νέο πνευματικό σχήμα της ανθρωπότητας, το οποίο διαδέχτηκε τον καταρρέοντα εθνισμό. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο άγιος Ρηγίνος, επίσκοπος Σκοπέλου, ο οποίος υπήρξε ένα από τα τελευταία θύματα της ειδωλολατρίας.

       Ήταν έλληνας στην καταγωγή και γεννήθηκε στις αρχές του 4ου αιώνα στη Λειβαδιά της Βοιωτίας από ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Έχοντας αυτοί οικονομική και κοινωνική θέση στην τοπική κοινωνία, έδωσαν στο γιό τους σοβαρή μόρφωση. Τον έστειλαν σε ονομαστές σχολές της εποχής, όπου σπούδασε την θύραθεν παιδεία. Παράλληλα φρόντισαν να γεμίσουν την ψυχή του με πίστη στο Θεό και ευσέβεια και τον στόλισαν με αρετές.  Τον κατήχησαν στην ορθόδοξη πίστη και τον έμαθαν πως να ξεχωρίζει τις πλάνες, οι οποίες την εποχή εκείνη, αλλά και κάθε εποχή, τείνουν να νοθεύσουν τη σώζουσα αλήθεια της Εκκλησίας μας και να αναστείλουν το σωστικό της έργο. Έτσι ο Ρηγίνος κατέστη ενωρίς μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα, ένας χαριτωμένος άνθρωπος, κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος.

       Ο Ρηγίνος έζησε στα χρόνια που βασίλευαν στο απέραντο Ρωμαϊκό Κράτος οι γιοί του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο Κωνστάντιος (337-361) στην Ανατολή και ο Κώνστας (337 -       ) στη Δύση. Είναι η εποχή που σταμάτησαν οι φοβεροί διωγμοί κατά των Χριστιανών, με το γνωστό περίφημο Διάταγμα των Μεδιολάνων (313) και η ειδωλολατρία ψυχορραγούσε κάτω από το βάρος της αρνητικής της δράσης στον προχριστιανικό κόσμο. Όμως έκαμε την εμφάνισή του ένας άλλος κίνδυνος, χειρότερος από τους διωγμούς των ειδωλολατρών, η φοβερή αίρεση του αρειανισμού, η οποία συντάραξε την Εκκλησία. Ο ευσεβής αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (325), όπου καταδικάστηκε ο αιρεσιάρχης Άρειος και οι οπαδοί του. Όμως, μετά το θάνατό του (337) ο γιός του Κωνστάντιος αθέτησε την απόφαση της Συνόδου και έγινε υπέρμαχος και προστάτης των αρειανών και σφοδρός διώκτης των Ορθοδόξων, σε αντίθεση με τον Κώνστα ο οποίος έμεινε πιστός στο δόγμα της Συνόδου και προστάτευε τους Ορθοδόξους στη Δύση. Η σχιζοφρενική αυτή πολιτική είχε τρομακτικές συνέπειες για την Εκκλησία. Οι διαμάχες και οι έριδες διατάραζαν την γαλήνη των πιστών. Ο Κωνστάντιος στην Ανατολή έστελνε εξορία όσους Επισκόπους δεν ασπάζονταν τα δόγματα των αρειανών.

       Ένας από τους πολλούς τόπους εξορίας των Ορθοδόξων Επισκόπων και άλλων Ορθοδόξων ομολογητών ήταν και η νήσος Σκόπελος, η οποία βρίσκεται στις Βόρειες Σποράδες. Ο Επίσκοπος Λαρίσης Αχίλλειος, θείος του Ρηγίνου, τον έστειλε στη Σκόπελο, να ενισχύσει τους εξόριστους και να τους στερεώσει στην πίστη. Πράγματι εκείνος υπάκουσε και έπλευσε στο νησί, όπου έγινε ενθουσιωδώς δεκτός από τους εκεί εξορίστους. Μάλιστα χειροτονήθηκε και Επίσκοπος της νήσου.

      Επειδή όμως η θρησκευτική διαμάχη είχε πάρει τεράστιες διαστάσεις, οι δύο αυτοκράτορες Κωνστάντιος και Κώνστας αποφάσισαν να συγκληθεί νέα Σύνοδος για να εξετάσει την εκρηκτική κατάσταση. Το 343 συγκλήθηκε η Σύνοδος της Σαρδικής, στη σημερινή Σόφια της Βουλγαρίας, στην οποία έλαβε μέρος και ο Ρηγίνος, όπου έβαλε τη δική του σφραγίδα στην εδραίωση της Ορθοδοξίας. Ανασκεύασε όλες τις κακοδοξίες των αρειανών και κατέδειξε την πίστη των Ορθοδόξων ως τη μόνη γνήσια πίστη.

      Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο Ρηγίνος επέστρεψε στην επισκοπή του στη Σκόπελο, όπου ποίμαινε θεοφιλώς και ορθοδόξως το λαό του νησιού.

Μεγάλα προβλήματα του δημιουργούσαν οι εναπομείναντες ειδωλολάτρες, οι οποίοι παρακινούνταν από τους αδίστακτους ιερείς των ειδώλων, διότι άδειαζαν και ρήμαζαν τα «ιερά» τους και άρα εκμηδενίζονταν οι πλούσιες πρόσοδοί τους. Όπως είναι γνωστό, η θνησκούσα ειδωλολατρία είχε ακόμη σχετική δύναμη στον ελλαδικό χώρο την εποχή εκείνη.

       Τα μεγάλα προβλήματα για τον Επίσκοπο Ρηγίνο, αλλά και για σύμπασα την Εκκλησία, εντάθηκαν όταν ανέβηκε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ή Αποστάτης (361-363). Ο ανεδαφικός και θρησκομανής αυτοκράτορας, αφού προσελκύστηκε στην ειδωλολατρική θρησκεία, απαρνούμενος τον Χριστιανισμό, αναβίωσε τους διωγμούς των προκατόχων του Ρωμαίων αυτοκρατόρων κατά των Χριστιανών και της Εκκλησίας. Χιλιάδες Χριστιανοί, κληρικοί όλων των βαθμών και λαϊκοί ταλαιπωρήθηκαν, βασανίστηκαν και βρήκαν φρικτό θάνατο στην ευτυχώς σύντομη βασιλεία του. Παράλληλα επιχείρησε ανεπιτυχώς να νεκραναστήσει την προχριστιανική ειδωλολατρία, προτείνοντας ένα δικής του εμπνεύσεως θρησκευτικό παγανιστικό σύστημα, με στοιχεία της αρχαιοελληνικής ειδωλολατρίας, της ρωμαϊκής, του παρσισμού, του νεοπλατωνισμού και του Χριστιανισμού.

       Η φήμη του δραστήριου Επισκόπου Σκοπέλου Ρηγίνου έφτασε ως τη Βασιλεύουσα, καθότι ο άγιος ποιμενάρχης του νησιού είχε μεταστρέψει στο σύνολό τους στο Χριστό τους ειδωλολάτρες του νησιού. Γι’ αυτό στάλθηκε ο έπαρχος της Ελλάδος για να «συνετίσει»   το Ρηγίνο και να τον μεταστρέψει στην ειδωλολατρία. Ο φανατικός ειδωλολάτρης Έπαρχος μόλις έφτασε στο νησί, διέταξε να συλληφθεί ο Επίσκοπος και να προσαχθεί ενώπιον του. Του ζήτησε με αναίδεια και θράσος να απαρνηθεί το Χριστό και να ασπασθεί τη λατρεία των «θεών». Να ακολουθήσει την περίεργη αυτοκρατορική παγανιστική θρησκεία. Στην αντίθετη περίπτωση θα υφίστατο τις συνέπειες του αυτοκρατορικού διατάγματος.  Ο Ρηγίνος στάθηκε αγέρωχος και θαρραλέος, μπροστά στον θηριώδη έπαρχο, χωρίς τον παραμικρό κλονισμό και φόβο. Αρνήθηκε κατηγορηματικά να εκτελέσει τη διαταγή του, ομολόγησε την πίστη του στο Χριστό, στον αληθινό Θεό  και στηλίτευσε την άφρονα και ανεδαφική επιλογή του αυτοκράτορα να επαναφέρει το σκοτεινό ειδωλολατρικό παρελθόν. Κατάγγειλε δε τους νέους διωγμούς ως πράξη βάρβαρη και απολίτιστη, η οποία δεν ταιριάζει σε έναν υποτιθέμενο λάτρη του ελληνικού πολιτισμού, όπως ήθελε να εμφανίζεται ο Ιουλιανός.

        Ο έπαρχος έδωσε εντολή να βασανισθεί ανηλεώς και να φυλακισθεί, ελπίζοντας πως με τη βία και το φόβο θα υπέκυπτε. Ύστερα από μερικές ημέρες βασανισμών οδηγήθηκε και πάλι ενώπιον του επάρχου, πιστεύοντας εκείνος ότι θα αλλαξοπιστούσε. Όμως ο άγιος Επίσκοπος επανέλαβε την αμετακίνητη απόφασή του να μην αρνηθεί το Χριστό, με κανένα κόστος, περιφρονώντας επιδεικτικά τις προτροπές του αξιωματούχου. Τότε εκείνος, γεμάτος θυμό και οργή, έβγαλε την απόφαση της θανάτωσής του. Τον παρέδωσε στους δημίους να τον διαπομπέψουν για παραδειγματισμό και στη συνέχεια να τον θανατώσουν. Τον οδήγησαν στο στάδιο της πόλεως, όπου τον βασάνισαν φρικτά, ενώπιον φανατικών ειδωλολατρών και πιστών χριστιανών, οι οποίοι συμπονούσαν με τον άγιο Επίσκοπό τους. Κατόπιν οδηγήθηκε στη θέση «Παλαιό Γεφύρι» όπου τον αποκεφάλισαν. Οι πιστοί πήραν το τίμιο λείψανό του και το έθαψαν με τιμές σε παρακείμενο δάσος. Ήταν 25 Φεβρουαρίου 362. Ο τάφος του έγινε πηγή αγιασμού θαυμάτων για τους πιστούς.

     Η μνήμη του τιμάται στις 25 Φεβρουαρίου, ημέρα του μαρτυρικού του θανάτου. Τιμάται επίσης με λαμπρότητα στη γενέτειρά του Λειβαδιά της Βοιωτίας, όπου τελευταία ανεγέρθηκε περίλαμπρος ναός.       

      

Ο ΟΛΕΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΓΩΠΑΘΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΩΣ

 

(Θεολογικό σχόλιο στην Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου)

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

       Με τη χάρη και την ευσπλαχνία του Αγίου Θεού φθάσαμε για μια ακόμα φορά στο άγιο Τριώδιο, στην ιερότερη και κατανυκτικότερη εορτολογική περίοδο του εκκλησιαστικού έτους. Η μακρά αυτή περίοδος, η οποία αρχίζει την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο, είναι η πιο σημαντική χρονική περίοδος της Εκκλησίας μας, διότι δίνει την ευκαιρία σε μας τους πιστούς να συναισθανθούμε τη λαθεμένη πορεία της ζωής μας, να τη διορθώσουμε και να επανακαθορίσουμε τη στάση μας απέναντι στο Θεό και τους συνανθρώπους μας. Αυτή η προσωπική κάθαρση και διόρθωση της γήινης πορείας μας είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουμε, κεκαθαρμένοι και αλλαγμένοι, να εορτάσουμε το άγιο Πάσχα, σύμφωνα με την παύλειο προτροπή, όχι όπως οι Ιουδαίοι, τυπικά, «άλλ' εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας», αποβάλλοντας την παλαιά  ζύμη της κακίας και της πονηρίας μας (Α΄ Κορ.5,8).

      Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την θεοφιλή αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την

 εωσφορική έπαρση. Δίδαξε την παραβολή αυτή «προς τινας τους πεποιθότας αφ’ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι, και εξουθενούντας τους λοιπούς» (Λουκ.18,9). Δηλαδή πήρε αφορμή ο Χριστός από την υποκριτική στάση των Φαρισαίων, οι οποίοι ήθελαν να φαίνονται ως εκλεκτοί και αγαπητοί του Θεού, περιφρονώντας όσους δεν ανήκαν στην τάξη τους, ως ελεεινούς και μισητούς του Θεού.

      Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προς ευατόν ταύτα προσηύχετο΄ ο Θεός ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης΄ νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων΄ ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος΄ ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ.18,10-14).

      Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια. Τα μέλη της, απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Ήταν δε τέτοια η ατομική τους έπαρση και αλαζονεία, ώστε είχαν καταντήσει αληθινοί τύραννοι του λαού. Ο Κύριος δεν παρέλειπε να κατακεραυνώνει τους Φαρισαίους στο κήρυγμά του και να στηλιτεύει την τυραννική τους επιβολή στο λαό. «Τότε ο Ιησούς ελάλησε τοις όχλοις και τοις μαθηταίς αυτού λέγων· επὶ της Μωσέως καθέδρας εκάθισαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. πάντα ουν όσα εὰν είπωσιν υμίν τηρείν, τηρείτε και ποιείτε, κατὰ δε τα έργα αυτών μη ποιείτε· λέγουσι γαρ, και ου ποιούσι. δεσμεύουσι γαρ φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα και επιτιθέασιν επὶ τους ώμους των ανθρώπων, τω δε δακτύλῳ αυτών ου θέλουσι κινήσαι αυτά.  πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ.23,1-5).   

      Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε

δικαιολογημένα ο λαός. Ήταν πλούσιοι από τις άνομες και άδικες δραστηριότητές τους και αυτό επέτεινε το φθόνο και την αγανάκτηση του λαού προς αυτούς.

       Δύο αντίθετοι αντιπροσωπευτικοί τύποι της κοινωνίας, εκπρόσωποι των δύο αυτών κοινωνικών τάξεων, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα, εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Τις απαριθμούσε μία – μία, φωναχτά, να τις ακούνε και οι παραβρισκόμενοι στους χώρους του ναού,  κάνοντας επίσης αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη. 

      Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθανόμενος τη δεινή του αμαρτωλή κατάσταση, με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Δεν έχει να απαριθμήσει αρετές, αλλά και αν είχε, αυτές θα ήταν πνιγμένες στο πέλαγος των αμαρτιών του. Δεν έχει την τόλμη να κοιτάξει ψηλά το ουρανό, όπου βρίσκεται ο θρόνος του Θεού, αλλά κοιτά χαμηλά τη γη, όπου διαπράττεται η αμαρτία. Τα μάτια του τρέχουν δάκρια, ως ξεχείλισμα των κριμάτων της καρδιάς του.  Ο τόνος της φωνής του είναι χαμηλός, τόσο χαμηλός ώστε να τον ακούει μόνο ο Θεός. Το μόνο που ακουγόταν ήταν οι αναστεναγμοί του, ως κραυγή απόγνωσης και απελπισίας.  Δεν έχει το κουράγιο να υψώσει τα χέρια του, αλλά με αυτά χτυπά το στήθος του, σαν να δέρνει τον παλιό κακό εαυτό του για τις τόσες και μεγάλες αμαρτίες του. Μέσα στη συντριβή του δε μπορεί να δει τον εγωιστικά στεκάμενο δίπλα του Φαρισαίο και να ακούσει τις εγωιστικές φλυαρίες του . Ίσως να άκουσε μόνο την τελευταία φράση του, ότι δεν είναι σαν εκείνον δίκαιος, και ασφαλώς θα συμφώνησε μαζί του. Αυτή όμως η μετάνοιά του, η αληθινή συντριβή του, τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.

      Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού. Πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια, η οποία είναι το χειρότερο εμπόδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, ως μια λίαν νοσηρή πνευματική κατάσταση, εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Εγωισμός και μετάνοια είναι δυο έννοιες εντελώς αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Η μία αναιρεί την άλλη. Οι πύλες της ψυχής του εγωπαθούς ανθρώπου είναι ερμητικά κλειστές για τη θεία χάρη και κατά συνέπεια είναι αδύνατη η σωτηρία του, όσο εμμένει στην εγωιστική του περιχάραξη.

      Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός είναι καταστάσεις εωσφορικές. Πρώτος διδάξας ο Εωσφόρος, ο οποίος δε μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο από το Θεό και δημιουργό του και γι’ αυτό διανοήθηκε να στήσει το θρόνο του πάνω από το θρόνο της μεγαλοσύνης Του, «εις τον ουρανόν αναβήσομαι, επάνω των αστέρων του ουρανού θήσω τον θρόνον μου, αναβήσομαι επάνω των νεφών, έσομαι όμοιος τω Υψίστω» (Ησ.14,13-14). Αλλά αυτή η αλαζονική του απόφαση είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην πραγματοποιήσει το σκοπό του, αλλά να χάσει τη δόξα και την τιμή που του είχε χαριστεί από το Θεό και να καταπέσει στην έσχατη απαξία. Και ακόμη, από ανείπωτο μίσος και φθόνο, θέλησε να μεταδώσει και στον άνθρωπο, το κορυφαίο δημιούργημα του Θεού, τη φθοροποιά και καταστροφική έξη του εγωισμού. Έπεισε

 τους πρωτοπλάστους ότι δήθεν ήταν ικανοί από μόνοι τους να γίνουν θεοί (Γεν. 3ο κεφ.), συμπαρασύροντάς τους στη δική του δίνη και καταστροφή.

      Αυτή ακριβώς την κατάσταση έχει υπόψη της η Εκκλησία μας και θέσπισε την κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, η οποία σηματοδοτεί την μεταπτωτική κατάσταση του ανθρωπίνου γένους, αρχίζοντας από τη στηλίτευση του εγωισμού, ως την πρωταρχική αιτία της πτώσεως και της κατοπινής δραματικής πορείας του ανθρώπου. Μας καλεί να κάνουμε μια μεγάλη θυσία αυτές τις αγιασμένες μέρες που ακολουθούν. Να θυσιάσουμε τον εγωισμό μας, ως την πλέον ευάρεστη θυσία στο Θεό, διότι «θυσία τω Θεώ, πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουθενώσει» (Ψαλμ.50,19). Να θεωρήσουμε τον εγωιστικό εαυτό μας ως το χειρότερο και τον πλέον επικίνδυνο εχθρό μας, διότι αν δεν τον νικήσουμε, θα μας νικήσει εκείνος και θα μας στείλει εξάπαντος στην απώλεια.

      Είναι θεμελιώδους σημασίας ο λόγος του Κυρίου μας: «ο μείζων υμών έσται υμών διάκονος. όστις δε υψώσει εαυτὸν ταπεινωθήσεται, και όστις ταπεινώσει εαυτὸν υψωθήσεται» (Ματθ.23,11-12)! Ο πραγματικά σπουδαίος, για το Χριστό, είναι αυτός που θέτει τον εαυτό του υπηρέτη των άλλων και τον θεωρεί κατώτερο από εκείνους. Εξίσου θεμελιώδους σημασίας είναι και η διαβεβαίωσή Του: «αμὴν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού» (Ματθ.21,32), που σημαίνει πως συγκάτοικοί μας στον παράδεισο θα είναι μετανοούντες αμαρτωλοί, ενώ θα απουσιάζουν οι αμετανόητοι νομιζόμενοι δίκαιοι!  

      Η περίοδος του Τριωδίου είναι κατ’ εξοχήν περίοδος αγώνα κατά της εγωπάθειας και άσκηση της αρετής της ταπείνωσης, ως μονόδρομος της σωτηρία μας. Αποτελεί το προπαρασκευαστικό χρονικό διάστημα πριν το Πάσχα, για την οντολογική προετοιμασία ημών των πιστών για την ύπατη και λαμπρότατη εορτή της Εκκλησίας μας. Για την ψυχοσωματική μας κάθαρση από όλους εκείνους τους ρίπους, που μολύνουν την ύπαρξή μας και μας καθιστούν οντότητες νοσηρές, έκπτωτες από την αυθεντικότητά μας. Η μετοχή μας στη φωτοφόρο πανήγυρη των πανηγύρεων απαιτεί προσωπική ανακαίνιση και ιδιαίτερα απόρριψη του εγωισμού μας, ειδάλλως  το ανέσπερο αναστάσιμο φως θα καταδείξει την ψυχική μας ρυπαρότητα και δε θα δυνηθούμε να γίνουμε κοινωνοί του Αναστάντος Λυτρωτή μας, αφήνοντάς μας ανέγγιχτους  οι άρρητες δωρεές της Αναστάσεως. Είναι ανάγκη, λοιπόν, όπως μας παροτρύνει ο απόστολος Παύλος, να «μορφωθεί ο Χριστός» στην ύπαρξή μας (Γαλ.4,19).  Και η μόρφωσή μας εν Χριστώ ξεκινά με την αποβολή της εγωπάθειάς μας και την απόκτηση της ταπείνωσης, η οποία, μόνη αυτή, μπορεί να μας υψώσει ως το θρόνο του Θεού.

ΤΟ ΣΤΑΔΙΟΝ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΗΝΕΩΚΤΑΙ

 (Πνευματικά μηνύματα του Τριωδίου)

                                                  ΛΑΜΠΡΟΥ ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου Καθηγητού

           Αποστολή της αγίας μας Εκκλησίας είναι να προσκαλεί κάθε άνθρωπο στη σωτηρία, παρέχοντας όλα εκείνα τα εφόδια, τα στοιχεία και τους τρόπους, που είναι απαραίτητα για την πραγματοποίησή της. Αυτή ως στοργική μητέρα προσφέρει άπειρες ευκαιρίες στα παιδιά της, προκειμένου να τα φέρει κοντά της και να τα σώσει. Ποια άλλωστε φυσική μητέρα δε θα έκανε τα πάντα προκειμένου να γλυτώσει τα παιδιά της από βέβαιο κίνδυνο και αφανισμό; Ο ενιαύσιος εορτολογικός  κύκλος της Εκκλησίας μας είναι ένας πολύ καλός τρόπος να εισάγει τους πιστούς στο κλίμα της λυτρωτικής της διαδικασίας ώστε να κατανοήσουν την αναγκαιότητα της εν Χριστώ απολυτρώσεως.

        Μια πολύ καλή τέτοια ευκαιρία, ίσως η καλλίτερη, είναι η κατανυκτική περίοδος του Τριωδίου, η οποία προσφέρει πλουσιότατο πεδίο πνευματικής δράσεως σε όσους έχουν τη διάθεση να νοιώσουν το απύθμενο βάθος του θείου ελέους και να αισθανθούν το άμετρο μεγαλείο της θείας κοινωνίας με την ανθρώπινη σχετικότητα και μηδαμινότητα. Είναι μια μοναδική πρόσκληση σε όσους θέλουν να συμμετάσχουν στην αγωνιστική διαδικασία αυτής της ιερής χρονικής περιόδου και να λάβουν τα πνευματικά έπαθλα ως επιβράβευση για την όποια προσπάθειά τους. Άλλωστε, σύμφωνα με τον άγιο Ισαάκ τον Σύρο, «η άσκηση είναι η μητέρα του αγιασμού» (Λόγος ΙΣΤ΄).  

       Η ιερή περίοδος του Τριωδίου αποτελεί το προπαρασκευαστικό χρονικό διάστημα πριν το Πάσχα, για την οντολογική προετοιμασία ημών των πιστών για την ύπατη και λαμπρότατη εορτή της Εκκλησίας μας. Για την ψυχοσωματική μας κάθαρση από όλους εκείνους τους ρίπους, που μολύνουν την ύπαρξή μας και μας καθιστούν οντότητες νοσηρές, έκπτωτες από την αυθεντικότητά μας. Η μετοχή μας στη φωτοφόρο πανήγυρη των πανηγύρεων απαιτεί προσωπική ανακαίνιση, ειδάλλως  το ανέσπερο αναστάσιμο φως θα καταδείξει την ψυχική μας ρυπαρότητα και δε θα δυνηθούμε να γίνουμε κοινωνοί του Αναστάντος Λυτρωτή μας και θα μας αφήσουν ανέγγιχτους  οι άρρητες δωρεές της Αναστάσεως. Είναι ανάγκη, όπως μας παροτρύνει ο απόστολος Παύλος, να «μορφωθεί ο Χριστός» στην ύπαρξή μας (Γαλ.4,19)

       Η μακρά περίοδος του Τριωδίου είναι για τη ζωή της Εκκλησία μας, και ιδιαίτερα για την ορθόδοξη παράδοσή μας, το νοητό στάδιο πνευματικού αγώνα. Οι άγιοι Πατέρες πήραν παραστατικές εικόνες από την θύραθεν πραγματικότητα για να εκφράσουν εκκλησιαστικούς όρους. Μια από αυτές είναι η εικόνα του σταδίου, ένας τόπος προσφιλής στους αρχαίους, με έντονα παραβολικά και διδακτικά στοιχεία. Όπως στα αθλητικά κοσμικά στάδια δεν παίρνουν μέρος όλοι οι άνθρωποι, παρά μόνο οι αθλητές, έτσι και στο νοητό στάδιο αγώνα του Τριωδίου παίρνουν μέρος μόνο οι αθλητές του Χριστού, όλοι εκείνοι που βρίσκονται αέναα σε εγρήγορση και αγωνιστικότητα και εισέρχονται στην αγία αυτή περίοδο να ξεπεράσουν τον αδύναμο πτωτικό εαυτό τους. Αντίθετα υπάρχουν έξω από το πνευματικό στάδιο πλήθος ανθρώπων οι οποίοι παίζουν το ρόλο των θεατών. Αυτοί ποτέ δε θα νοιώσουν τη χαρά της προκρίσεως και τις τιμές της νίκης      

       Ο πνευματικός αγώνας δεν είναι αγώνας χωρίς κανόνες και μεθοδολογία, όπως ακριβώς και οι αγώνες στα κοσμικά στάδια. Πνευματικός αγώνας χωρίς αρχές, κανόνες και συγκεκριμένες μεθοδολογίες είναι ανώφελος, ίσως και επιζήμιος. Οι άγιοι Πατέρες δημιούργησαν στο διάβα των αιώνων προϋποθέσεις γόνιμου πνευματικού αγώνα. Η αρχή είναι ήπια. Έτσι το χρονικό διάστημα από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου έως την Κυριακή της Τυρινής ονομάζεται

προπαρασκευαστική περίοδος του Τριωδίου, διότι έχει χαρακτήρα εισαγωγικό. Τα γεγονότα, οι εορτές και οι λειτουργικές ακολουθίες είναι τέλεια συνδυασμένες ώστε να αποτελούν για τον αγωνιζόμενο πιστό τον πολύτιμο κανονισμό και σύμβουλο ώστε ο πνευματικός του αγώνας να είναι καρποφόρος.

       Η ανάγνωση της ομώνυμης ευαγγελικής περικοπής την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου (Λουκ.18,10-14), διδάσκει την αποφυγή του ψυχοκτόνου πάθους της υπερηφάνειας και την άσκηση της αρετής της ταπείνωσης. διότι κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή: «αρχή πάντων των παθών είναι η φιλαυτία, τέλος δε η υπερηφανία» (Περί αγάπης Κεφάλαια Εκατοντάς Τρίτη, νζ΄). Αυτό έχει μεγάλη σημασία, διότι ο άνθρωπος πρέπει να ξεκινήσει από αυτό το σημείο του πνευματικού του αγώνα. Αν δεν αποβάλει την υπερηφάνεια δεν θα μπορέσει ποτέ να τελεσφορήσει ο αγώνας του, όσο μεγάλος και αν είναι.       

       Αφού ο πιστός αισθανθεί την ανάγκη της ταπεινότητας, το επόμενο στάδιο είναι να μάθει για την άμετρη αγάπη του Θεού. Έτσι την επόμενη Κυριακή διαβάζεται στους ναούς η περικοπή του ασώτου υιού (Λουκ.15,11-33). Η αίσθηση της άμετρης θείας αγάπης προϋποθέτει την προσωπική ταπείνωση μπροστά στο θείο μεγαλείο.

        Μετά από αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσει ο πιστός ότι ο Θεός δεν μόνο πολυέλαιος, αλλά και δίκαιος. Έτσι η Κυριακή των Απόκρεω είναι αφιερωμένη στη Μεγάλη Κρίση και γι’ αυτό διαβάζεται μάλιστα η ευαγγελική περικοπή της φοβερής Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου (Ματθ.25,31-46), για να καταλάβει ο πιστός πως η θύρα του Παραδείσου θα ανοίξει μόνο για εκείνους που λαχταρούν τη σωτηρία και έχουν τη διάθεση να αγωνιστούν γι’ αυτή.

         Η επόμενη Κυριακή της Τυρινής είναι αφιερωμένη στην ενθύμηση του φοβερού γεγονότος της εκδιώξεως των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Διαβάζεται η ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στη νηστεία, στην προσευχή και στον τρόπο διαχείρισης των υλικών αγαθών (Ματθ.6,19-22). Η ψυχοσωματική νηστεία είναι η εθελούσια αποχή από ψυχοκτόνα πάθη και από βλαβερές για το σώμα τροφές. Η ψυχοσωματική κάθαρση για να είναι θεάρεστη και επωφελής για τον ασκούμενο πιστό, είναι απαραίτητο να γίνεται με διακριτικότητα και χωρίς επιδειξιμανία. Η νηστεία είναι αυστηρά προσωπική υπόθεση και αφορά μόνο τον ίδιο. Το ίδιο και η προσωπική προσευχή. Η συσσώρευση πλούτου, πέρα από τις πραγματικές μας ανάγκες, είναι παράγων ανασταλτικός για την πνευματική μας προαγωγή. Η προσκόλληση στα υλικά αγαθά και η απολυτοποίησή τους μπορεί να μας στερήσει τη σωτηρία. Τα πάσης φύσεως αγαθά ανήκουν στο Θεό και ως εκ τούτου εμείς είμαστε απλοί διαχειριστές αυτών. Τα περισσεύματα ανήκουν στους συνανθρώπους. Ο πρώτος παράδεισος χάθηκε εξ’ αιτίας της κακής χρήσης των υλικών αγαθών, ο δεύτερος παράδεισος μπορεί να ανακτηθεί με την καλή χρήση αυτών!

      Εισερχόμενοι στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ξεκινάει πιο έντονος ο αγώνας, με νηστεία, προσευχή, μελέτη των αγίων Γραφών, περισυλλογή και κυρίως μετοχή στη μυστηριακή και λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας. Δεν υπάρχουν περιθώρια χαλάρωσης του αγώνα και υποχωρήσεις μπροστά στα μύρια εμπόδια που εσκεμμένα μας βάζει στο δρόμο μας ο διάβολος. Κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο: «Μύρια τω αντικειμένω πεπραγμάτευται, της ελπίδος ημάς αποσπάν και της εις Χριστόν αγάπης μηχανωμένω» (Εις τους Ν΄ Λόγους, ρμ΄)  Ο αγωνιστής πιστός γνωρίζει πως η όποια ψυχική και σωματική κόπωση είναι παγίδα του πονηρού και πρέπει να παραθεωρηθεί. Η αγία μας Εκκλησία μας δείχνει το δρόμο και μας επικουρεί. Πρέπει να γνωρίζουμε πως «Α υποφέροντες εν υπομονή πολλή, τονίζει ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος, μιμούμεθα του Χριστού τα παθήματα, δοξάζομεν δε δι’ αυτών τον Πατέρα ημών και Θεόν, ως υιοί αυτού χάριτι και

συγκληρονόμοι Χριστού» (Κεφ. Πρακτικά και Θεολογικά, ρα΄). Αυτή είναι η ουσία της ορθοδόξου ασκήσεως.

          Η Καθαρά Δευτέρα, ως η πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής έχει χαρακτήρα αυστηρότατης νηστείας, για να κατανοήσει ο πιστός ότι εισέρχεται στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η αποχή από ζωικές και λιπαρές τροφές είναι απαραίτητη στον πνευματικό αγώνα, διότι αυτές προξενούν στον ανθρώπινο οργανισμό υλόφρονα διάθεση και χαύνωση, παράγοντες λίαν επιζήμιους στην ψυχική καλλιέργεια. «Καθαρθήναι ουν βουλήθητι δια πόνων» παραγγέλλει ο όσιος Νικήτας Στηθάτος (Τρίτη Γνωστικών Κεφαλαίων Εκατοντάς, η΄). 

      Η πρώτη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη σε ένα πολύ σημαντικό γεγονός για την Εκκλησία μας. Εορτάζεται λαμπρά η αναστύλωση των Ιερών Εικόνων, η οποία σήμανε την οριστικοποίηση του Δόγματος και τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας. Καλείται ο αγωνιζόμενος πιστός να κατανοήσει πως ο πνευματικός του αγώνας δεν είναι αυτονομημένος από την αλήθεια και τη ζωή της Εκκλησίας. Πως η αποκαλυμμένη αλήθεια, όπως τη διασώζει η Εκκλησία, είναι προϋπόθεση για τη σωτηρία του.

     Η δεύτερη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη σε μια μεγάλη πατερική μορφή της Εκκλησίας μας: τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ο οποίος έζησε και έδρασε σε μια δύσκολη ιστορική περίοδο για την Εκκλησία μας. Ο άγιος Γρηγόριος  συνδύασε δύο πράγματα: τον προσωπικό του αγώνα για κάθαρση και αγιότητα και τον εκκλησιαστικό του αγώνα για τη διάσωση της σώζουσας αλήθειας και παραδόσεως, από τους καινοτόμους δυτικούς λεγομένους «βαρλαμιστές». Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς προβάλλεται, την αγία αυτή περίοδο, ως πρότυπο αγωνιστή ασκητή και υπερασπιστή της γνήσιας αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας του Χριστού.

      Η τρίτη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού και την άντληση δύναμης από αυτόν για τη συνέχιση του καλού αγώνα. Ο Τίμιος Σταυρός, ο «της εγέρσεως Χριστού τας αυγάς φωτοβολών», είναι το κατ’ εξοχήν σύμβολο του Χριστού, το οποίο αγιάζει τους πιστούς και ταυτόχρονα τους δείχνει το δρόμο του αγώνα και του μαρτυρίου, ως τη μόνη ατραπό της σωτηρίας τους. Ο θρίαμβος της αναστάσεως προϋποθέτει απαραίτητα τη σταύρωση.      

      Η τετάρτη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη σε μια άλλη μεγάλη ασκητική προσωπικότητα της Εκκλησίας μας, τον άγιο Ιωάννη το Συγγραφέα του περιφήμου βιβλίου «Κλίμαξ», το οποίο αποτελεί για χίλια πεντακόσια περίπου χρόνια ως το σπουδαιότερο εγχειρίδιο και οδηγός πνευματικού αγώνα. Ο μεγάλος ασκητής με την καταπληκτική ψυχογνωστική τέχνη του ιεραρχεί κλιμακωτά την απόκτηση αρετών, οδηγώντας σταδιακά τον αγωνιζόμενο πιστό σε υψηλά πνευματικά δώματα. Ο νους μόνο «διά του άρματος των θείων αρετών ανέρχεται προς αιθέριον ύψος».

    Η  πέμπτη Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στο κατ’ εξοχήν σύμβολο μετάνοιας, στην αγία Μαρία την Αιγυπτία, την πρώην διαβόητη πόρνη του λιμανιού της Αλεξάνδρειας, η οποία δια της ευλογημένης μετανοίας όχι μόνο ξεπέρασε το βόρβορο της αμαρτίας, αλλά αξιώθηκε να φτάσει σε ασύλληπτα ύψη αγιότητας. Η σεπτή και άγια μορφή της διδάσκει τον κάθε πιστό πως η μετάνοια είναι ο θεόσδοτος τρόπος να γίνει και ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος άγιος και κατά χάριν Θεός!

     Η Αγία μας Εκκλησία μας καλεί όλους μας να μπούμε στο νοητό στάδιο του Τριωδίου και να αγωνιστούμε. Δεν έχει σημασία αν θα πρωτεύσουμε ή όχι. Σημασία έχει ότι θα τρέξουμε τον τραχύ και δύσκολο δρόμο των αρετών, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Ας είναι έστω αυτό μόνο η αρχή. Η συμμετοχή μας όμως προϋποθέτει την έκδυση του φορτικού και ρυπαρού κοσμικού μας χιτώνα. Πρέπει με άλλα λόγια να αποβάλλουμε την κοσμική μας βιωτή και νοοτροπία, διότι αυτές ποδηγετούν την

πνευματική μας πορεία και αναστέλλουν κάθε διάθεση για αγώνα. Είναι ανάγκη να αποκολληθούμε από τον όζοντα βάλτο της αμαρτωλής ζωής και να βαδίσουμε το  δρόμο της αρετής. Δεν είναι εύκολη αυτή η απόφαση, διότι οι αμαρτωλές μας έξεις έχουν αποκτήσει βαθιές ρίζες στον κοσμικό τρόπο ζωής, ο οποίος αντιστρατεύεται το θέλημα του Θεού και κατά συνέπεια το πραγματικό συμφέρον μας. Κατά τον άγιο  Ισαάκ το Σύρο: «ο κόσμος μοιάζει με πόρνη, η οποία δια του κάλλους της έλκει στον πόθο της και παγιδεύει όλους εκείνους που προσβλέπουν προς αυτή» (Λόγος ΠΕ΄).  Όμως με προσευχή και ατσαλένια θέληση μπορούμε να κάνουμε την πιο μεγάλη υπέρβαση και επανάσταση στη ζωή μας: Να χαράξουμε την νέα ουρανοδρόμο πορεία μας. Αυτή την ευκαιρία μας προσφέρει αυτή η ευλογημένη περίοδος του Τριωδίου. Ας την εκμεταλλευτούμε…             

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΛΕΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΤΑΝΗΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

      Μια πλειάδα αγίων της αρχαίας Εκκλησίας προέρχεται από τη Δύση, η οποία την πρώτη μ. Χ. χιλιετία ήταν ορθόδοξη. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς ανήκουν στους μεγάλους Πατέρες και διδασκάλους της Εκκλησίας. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Λέων επίσκοπος Κατάνης, ο θαυματουργός.

       Γεννήθηκε στην Ραβέννα της Ιταλίας περί το 700, από ευγενείς και ευσεβείς γονείς. Έζησε σε περιβάλλον ευλάβειας, όπου γαλουχήθηκε με την βαθειά πίστη στο Θεό και την αγία αγνή και ηθική ζωή. Ως εύποροι οι γονείς του μπόρεσαν και του πρόσφεραν λαμπρές σπουδές. Σπούδασε θεολογία και φιλοσοφία. Από την εφηβική του ηλικία έδειξε την ισχυρή κλίση του στη διακονία της Εκκλησίας, αφού η πιο αγαπημένη του ενασχόληση ήταν η συμμετοχή του στις ιερές ακολουθίες.

       Δεν μας έχουν διασωθεί περισσότερες πληροφορίες για την πρότερη ζωή του. Γνωρίζουμε όμως ότι όταν ενηλικιώθηκε είχε καταξιωθεί στην συνείδηση των πιστών ως μια ξεχωριστή πνευματική και ηθική προσωπικότητα. Όλοι τον εκτιμούσαν και τον υπολήπτονταν. Την καθαρότητα του βίου του εξετίμησαν οι επίσκοποι της Ιταλίας, οι οποίοι τον παρότρυναν να ενδυθεί το ιερατικό σχήμα και να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Εκκλησία. Χειροτονήθηκε διάκονος, στη συνέχεια πρεσβύτερος και όταν χήρεψε η επισκοπή Κατάνης της Σικελίας εξελέγη επίσκοπός της.

       Η Κατάνη ήταν μια αρχαία ελληνική πόλη, κτισμένη στους πρόποδες του όρους Αίτνα, όπου, στην κορυφή του, καπνίζει και βρυχάται το μεγαλύτερο ενεργό ηφαίστειο της Ευρώπης και στις πλαγιές του ρέει ακατάπαυστα καυτή λάβα, η οποία βγαίνει από τα έγκατα της γης. Οι φίλεργοι και ευσεβείς κάτοικοι της Κατάνης δέχτηκαν με χαρά τον ποιμένα τους και του εμπιστεύτηκαν την πνευματική τους διακονία. Και εκείνος, γεμάτος ενθουσιασμό και ιερό πόθο, ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες τους. Λειτουργούσε με κατάνυξη. Έχτισε πολλούς ναούς, με κυριότερο το ναό της Αγίας Μάρτυρος Λουκίας. Κήρυττε το λόγο του Θεού με πάθος και φλόγα. Και επιδόθηκε με όλες του τις δυνάμεις και δυνατότητες στην ανακούφιση των φτωχών, των πεινασμένων, των αρρώστων και των αστέγων.

      Οργάνωσε με επιτυχία ένα καταπληκτικό δίκτυο σίτισης όσων δεν είχαν τα μέσα να τραφούν. Ας μη λησμονούμε ότι στα χρόνια εκείνα οι λιμοί ήταν συνηθισμένο φαινόμενο, καθώς και οι θάνατοι από την πείνα. Κυριότερες αιτίες των λιμών ήταν οι φυσικές καταστροφές και κυρίως οι λεηλασίες από πειρατές. Η Σικελία πλήττονταν συχνά από άγριες πειρατείες, λόγω της γειτνίασης με τα παράλια της Αφρικής, τη γνωστή Μπαρμπαριά, στη οποία βρισκόταν τα κυριότερα ορμητήρια των πειρατών. Ο άγιος Επίσκοπος προσπαθούσε να προστατέψει τους απεγνωσμένους κατοίκους από τις συχνές πειρατικές επιδρομές και να τους σώσει από τους λιμούς.

      Ο άγιος Λέων υπήρξε ακόμη ο αμέριστος προστάτης όλων των κατατρεγμένων και απροστάτευτων της περιοχής, ανεξάρτητα από την πίστη του. Χήρες, ορφανά, ηλικιωμένοι, ανάπηροι και όλοι οι αναξιοπαθούντες είχαν τον προστάτη τους. Η πόρτα του επισκοπείου ήταν ανοικτή για όλους και εκείνος ως στοργικός πατέρας έκανε ό, τι μπορούσε για να απαλύνει τον πόνο τους και να δώσει την καλλίτερη δυνατή λύση.

      Ένας άλλος τομέας που εργάστηκε δραστήρια, ήταν η αντιμετώπιση των αιρέσεων, οι οποίες ταλαιπωρούσαν και στις μέρες του την Εκκλησία. Ο άγιος Επίσκοπος είχε βαθιά την συναίσθηση ότι η αίρεση είναι πνευματική πανώλη, η οποία σκοτώνει ψυχές. Δε μπορούσε να διανοηθεί ότι μπορεί να χαθεί έστω και μια ψυχή, που του εμπιστεύτηκε η Εκκλησία. Είχε τη βεβαιότητα ότι η πλάνη και η αίρεση αποκόβουν τον άνθρωπο από την σωστική αγκαλιά της Εκκλησίας και τον παραδίνουν στον πατέρα του ψεύδους, το μισάνθρωπο διάβολο. Του στερούν τη

σωτηρία, η οποία συντελείται μόνο μέσα στην Εκκλησία και τον οδηγούν στην απώλεια και τον αιώνιο θάνατο. Γι’ αυτό μιλούσε και έγραφε κατά των αιρετικών, τους οποίους κατατρόπωνε.

      Ο Θεός τον αντάμειψε με το χάρισμα της θαυματουργίας. Στην περιοχή του υπήρχαν κατάλοιπα ειδωλολατρίας. Με την προσευχή του κατακρήμνισε παγανιστικό άγαλμα. Έστειλε ο διάβολος έναν ονομαστό μάγο της περιοχής, ο οποίος ονομαζόταν Ηλιόδωρος, για να τον πλήξει με τις μαγικές του τεχνουργίες. Ο Ηλιόδωρος περιφέρονταν από τόπο σε τόπο, κάνοντας σημεία και τέρατα, με τη δύναμη των δαιμόνων, πλάνευε πολλούς. Έφτασε κάποτε και στην Κατάνη και προκαλούσε τον άγιο Επίσκοπο με τις μαγγανείες του να συναγωνιστούν στη θαυματουργία, προκειμένου να του αποδείξει ότι αυτός ήταν πιο ισχυρός από εκείνον. Διέδιδε πως ούτε η φωτιά μπορούσε να τον βλάψει. Ο άγιος Λέων ανταποκρίθηκε στην πρόκληση του μάγου. Κατέβηκε στο κέντρο της πόλης και έδωσε εντολή να ανάψουν μεγάλη φωτιά και να συγκεντρωθεί ο λαός. Κατόπιν έπιασε τον Ηλιόδωρο, τον έδεσε στο πετραχήλι του, τον έσυρε και έπεσαν μαζί στη φωτιά. Τότε συνέβη το απροσδόκητο: ο δαιμονικός μάγος αποτεφρώθηκε, ενώ ο άγιος δεν βλάφτηκε ούτε στο ελάχιστο από τις φονικές φλόγες της καμίνου! Βλέποντας ο συγκεντρωμένος λαός το μεγάλο και ζωντανό θαύμα δόξασε το Θεό και Τον ευχαρίστησε για τον άγιο Επίσκοπο, που τους χάρισε.

      Το θαύμα διαδόθηκε παντού, έφτασε ως τη Βασιλεύουσα. Οι αυτοκράτορες Λέων Δ΄ (775-780) και Κωνσταντίνος ΣΤ΄ (780-798) τον προσκάλεσαν στην Κωνσταντινούπολη να τον τιμήσουν για την δράση του και την προσφορά του. Εκείνος δέχτηκε τις τιμές με ταπείνωση και γύρισε στην επισκοπή του, όπου        κοιμήθηκε ειρηνικά το 785. Το ιερό του λείψανο θάφτηκε στο λαμπρό ναό της Αγίας Λουκίας. Έκανε άπειρα θαύματα σε όσους τον επικαλούνταν με ευλάβεια. Θεράπευε ασθενείς, εξέβαλε δαιμόνια και προστάτευε από θεομηνίες. Η Μνήμη του τιμάται στις 20 Φεβρουαρίου.     

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2024

Η ΑΓΙΑ ΦΙΛΟΘΕΗ Η ΑΘΗΝΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

  

      Η τουρκοκρατία ανέδειξε ένα νέο νέφος μαρτύρων, το ίδιο ηρωικό με αυτό της αρχαίας Εκκλησίας. Είναι οι πολυπληθείς Νεομάρτυρες, οι οποίοι κοσμούν το εκκλησιαστικό στερέωμα ως αστέρες πολύφωτοι.  Ένα τέτοιο πολύφωτο αστέρι της μαύρης αυτής εποχής, για την Εκκλησία και το Έθνος μας, είναι και η Αγία Φιλοθέη η Αθηναία, της οποίας τη μνήμη εορτάζει στις 19 Φεβρουαρίου.

      Η Αγία Φιλοθέη γεννήθηκε στην Αθήνα περί το 1522 από την επιφανή Οικογένεια των Μπενιζέλων και το κοσμικό της όνομα ήταν Παρασκευή. Οι ευσεβείς γονείς της Άγγελος και Σηρίγη, απόγονος της βυζαντινής οικογένειας των Παλαιολόγων, την ανάθρεψαν με ευσέβεια. Έμαθε τα πρώτα της γράμματα και σε ηλικία μόλις 14 την πάντρεψαν με τον πολύ μεγαλύτερό της άρχοντα των Αθηνών Ανδρέα Χειλά, χωρίς τη θέλησή της.  Ύστερα από τρία χρόνια χήρεψε κληρονομώντας μια τεράστια περιουσία. Παρά τις πιέσεις που δεχόταν να ξαναπαντρευτεί, αρνήθηκε και αποφάσισε να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή. Μετά το θάνατο των γονέων της εκάρη μοναχή και έλαβε το όνομα Φιλοθέη. Το σπίτι της βρισκόταν στο σημείο που βρίσκονται τα γραφεία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στην οδό Αγίας Φιλοθέης, στο οποίο συγκέντρωσε πολλές ευσεβείς κόρες της Αθήνας και το οποίο μετέβαλε με τον καιρό σε μοναστήρι, με καθολικό τον παρακείμενο ναό του Αγίου Ανδρέα.

     Γύρω στο 1571 ζήτησε από τον μητροπολίτη Αθηνών την αναγνώριση του Μοναστηριού της, στην οποία ζούσαν 150 μοναχές με ηγουμένη την Φιλοθέη. Πολλές από τις μοναχές ήταν εκχριστιανισμένες μουσουλμάνες, τις οποίες είχε εξαγοράσει από τουρκικά χαρέμια.  Εκείνη την εποχή αρχίζει το μεγάλο πνευματικό, φιλανθρωπικό, κοινωνικό και εθνικό έργο της. Ξοδεύει αφειδώς τη μεγάλη πατρική και συζυγική της περιουσία, ανακουφίζοντας χιλιάδες ενδεείς της Αττικής και άλλων περιοχών. Το μοναστήρι της μεταβλήθηκε, εκτός από τόπο προσευχής και ασκήσεως, σε μεγάλο συγκρότημα κοινωνικής ευποιΐας. Σχολείο νεανίδων, νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, εργαστήρια εκμάθησης τεχνών, ξενοδοχείο για τη διαμονή των ξένων κλπ. Το συγκρότημα αυτό το ονόμασε «Παρθενώνα», όπου έβρισκαν φροντίδα πλήθος ανθρώπων Ελλήνων και Τούρκων.  Παράλληλα ιδρύει σε πολλά μέρη σχολεία, όπου φοιτούσαν αδιακρίτως αγόρια και κορίτσια δωρεάν.

      Παράλληλα επιδίδεται με πάθος στην υπηρεσία της πατρίδος. Προσφέρει μεγάλα ποσά στους Τούρκους αγάδες και απελευθερώνει Έλληνες αιχμαλώτους. Επίσης εκμεταλλεύεται τη φιλαργυρία των Τούρκων αφεντάδων της περιοχής και εξαγοράζει τις δύστυχες αρπαγμένες γυναίκες των χαρεμιών, τις οποίες φυγαδεύει στα νησιά, που βρισκόταν σε ενετική κατοχή, απογυμνώνοντας τους τούρκικους οντάδες από αιχμάλωτες κοπέλες.

      Για να βρίσκεται κοντά στους κατοίκους της αραιοκατοικημένης τότε Αττικής ιδρύει παραρτήματα στα Πατήσια, στο Χαλάνδρι, στο Ψυχικό και στην Καλογρέζα. Στην περιοχή του Ψυχικού είχε ανοίξει ένα πηγάδι για να ξεδιψούν οι αγρότες και οι στρατοκόποι, ως ψυχικό, και γι’ αυτό πήρε και η περιοχή το όνομα Ψυχικό. Κατ’ άλλους είχε γράψει στο χείλος του πηγαδιού τη φράση «ψυχικόν», δηλαδή αγαθοεργία. Από το «ψυχικό» της Φιλοθέης πήρε το όνομά της η σημερινή περιοχή της Φιλοθέης. Στην περιοχή της Καλογρέζας έκτισε μετόχι της Μονής της και από

την ονομασία «καλογραία», εννοώντας τη Φιλοθέη, η περιοχή ονομάστηκε «Καλογρέζα», από την τοπική αρβανίτικη διάλεκτο.

      Έχει διασωθεί ένας μεγάλος αριθμός επιστολών τη Φιλοθέης στα αρχεία της Βενετίας, όπου η αγία αλληλογραφούσε με πλούσιους Έλληνες και ξένους, ζητώντας

οικονομική βοήθεια για το πνευματικό, φιλανθρωπικό και εθνικό της έργο. Μέσα από αυτές τις επιστολές διακρίνεται η ακράδαντη πίστη της στο Θεό και την Ορθοδοξία, τα απέραντα φιλανθρωπικά της αισθήματα προς τους πάσχοντες συνανθρώπους της και η αγάπη της για την σκλαβωμένη πατρίδα. Η δράση της πέταξε μακριά από την αττική γη και έφτασε ως τα πέρατα του κόσμου, όπου βρισκόταν η ελληνική Ορθοδοξία.

        Αλλά το ανεπανάληπτο και πολυσχιδές έργο της δεν άρεσε στους τυράννους της πατρίδας μας. Οι αδίστακτοι και αιμοβόροι ασιάτες Τούρκοι διέκριναν μέσα από την  προσωπικότητα και το έργο της Φιλοθέης τον κίνδυνο να ξυπνήσουν οι υπόδουλοι ορθόδοξοι Έλληνες και να διεκδικήσουν την ελευθερία τους. Τους ενόχλησε ιδιαίτερα η ίδρυση σχολείων, όπου στα ελληνόπουλα ξυπνούσε η κοιμισμένη εθνική συνείδηση.  Γι’ αυτό αποφάσισαν να την ξεπαστρέψουν. Τη νύχτα της 2ας Οκτωβρίου του 1588 τούρκικο απόσπασμα εισέβαλε στη Μονή, κατά την αγρυπνία προς τιμήν του αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου, πολιούχου των Αθηνών, όπου συνέλαβαν τη Φιλοθέη την έβγαλαν στο προαύλιο, την έδεσαν σε κολώνα και την έδειραν ανηλεώς για πολλές ώρες. Η μοναχή κατέρρευσε λιπόθυμη και πλημμυρισμένη στα αίματα. Οι μοναχές την πήραν και τη μετέφεραν στο μετόχι της Καλογρέζας, όπου υπέκυψε στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου του 1589, όπου ενταφιάστηκε στα δεξιά του ιερού βήματος του Αγίου Ανδρέα και ανακηρύχτηκε Αγία και Νεομάρτυς. Η ψυχή της εγκατέλειψε το κουρασμένο, από την άσκηση και την κοινωνική προσφορά, σκήνος της και πέταξε στα ουράνια για να συναντήσει το Νυμφίο Χριστό, που τόσο αγάπησε στη ζωή της και πόθησε να ενωθεί μαζί Του! Αργότερα έγινε εκταφή και το ιερό της λείψανο τέθηκε σε αργυρή λάρνακα και αναπαύεται στο μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, χαρίζοντας ευλογία και ποιώντας άπειρα θαύματα στους ευσεβείς προσκυνητές της.

       Ο βίος και το έργο της Αγίας Φιλοθέης είναι μια ηχηρή απάντηση σε όσους εθελοτυφλούν, από παθολογική εμπάθεια, και αμφισβητούν την μοναδική προσφορά της Εκκλησίας μας προς το Έθνος και το δοκιμαζόμενο λαό μας τα μαύρα εκείνα χρόνια της τουρκικής δουλείας και όχι μόνο!     

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΗΡΩΝ: Ο ΕΝΔΟΞΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου - Καθηγητού

     Οι στρατιωτικοί άγιοι είναι  μια από τις μεγάλες ομάδες των αγίων της Εκκλησίας μας. Ιδιαίτερη τιμή απολαμβάνουν οι Μάρτυρες στρατιωτικοί άγιοι. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος ο Τήρων.

     Δεν γνωρίζουμε τον ακριβή χρόνο της γέννησής του. Εικάζουμε ότι γεννήθηκε περί το 280. Πατρίδα του ήταν η ποντική πόλη Αμάσεια. Δε γνωρίζουμε επίσης ούτε τα ονόματα των γονέων του, ούτε λεπτομέρειες της παιδικής του ζωής. Αναφέρεται πως μεγάλωσε στον οικισμό Ευχάιτα, κτισμένος στο μαγευτικό φαράγγι του ποταμού Ίριδα. Συμπεραίνουμε ότι καταγόταν από χριστιανική οικογένεια, από την οποία γαλουχήθηκε στην χριστιανική πίστη. Παρενθετικά αναφέρουμε πως ο Πόντος ήταν από τις περιοχές του ρωμαϊκού κράτους όπου είχε κηρυχθεί και εδραιωθεί ο Χριστιανισμός.

       Ήταν εντυπωσιακός στο παράστημα και ανδρείος στην ψυχή. Από μικρός του άρεσαν τα πολεμικά παιχνίδια και έδειξε αργότερα την προτίμησή του να ακολουθήσει την καριέρα του στρατιωτικού. Κατατάχτηκε λοιπόν στο ρωμαϊκό στρατό και γι’ αυτό πήρε την ονομασία Τήρων, από το λατινικό tiro, που σημαίνει νεοσύλλεκτος. Επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο και ανδρεία, ώστε ανέβηκε γρήγορα στη στρατιωτική ιεραρχία. Η φήμη του μεγάλωσε όταν σκότωσε ένα μεγάλο φίδι – τέρας, το οποίο τρομοκρατούσε τους κατοίκους κάποιας περιοχής. Προσευχόμενος ο Θεόδωρος έριξε το ακόντιό του και θανάτωσε το επικίνδυνο θηρίο.   

        Το 286 ο φανατικός ειδωλολάτρης αυτοκράτορας Διοκλητιανός (286-305) είχε ανανεώσει τους διωγμούς των προκατόχων αυτοκρατόρων. Είναι γνωστό πως τα σκοταδιστικά ειδωλολατρικά ιερατεία της Μ. Ασίας και ιδιαίτερα οι ιερείς και οι μάντεις των μαντείων του Κλαρίου και Διδυμαίου Απόλλωνος, βλέποντας ότι ερημώνονταν από ζητητές χρησμών, και φυσικά οι πρόσοδοί τους να μειώνονται, έπεισαν τον θρησκομανή αυτοκράτορα πως τους μήνυσαν δήθεν οι «θεοί» την δυσαρέσκειά τους για την παρουσία των Χριστιανών και γι’ αυτό εγκατέλειψαν το κράτος! Για να αρχίσουν να το στηρίζουν απαιτούσαν την πλήρη εξολόθρευση των Χριστιανών και τον αφανισμό της πίστης τους! Ο θρησκόληπτος και δεισιδαίμονας Διοκλητιανός πείστηκε και υπέγραψε διάταγμα εξόντωσης των Χριστιανών σε ολόκληρη της αυτοκρατορία.

       Οι Χριστιανοί την εποχή αυτή, τέλη του 3ου και αρχές του 4ου αιώνα είχαν πληθύνει και είχαν απλωθεί σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της αυτοκρατορίας. Υπολογίζεται πως περισσότερο από το 10% του πληθυσμού είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό. Έτσι κηρύχτηκε και εφαρμόστηκε ο σκληρότερος διωγμός από τους προηγούμενους. Χιλιάδες Χριστιανοί συλλαμβάνονταν, ανακρίνονταν και εξαναγκάζονταν να θυσιάσει στα είδωλα και να υπογράψει τον «λίβελο», δηλαδή την έγγραφη βεβαίωσή του, ενώπιον μαρτύρων ότι αρνούνταν τη χριστιανική τους πίστη. Όσοι αρνούνταν οδηγούνταν σε φρικτά μαρτύρια και το θάνατο. Έκαιγαν δημόσια τα χριστιανικά συγγράμματα και πυρπολούσαν τους τόπους λατρείας τους.   

       Το διάταγμα είχε φτάσει και ως τη λεγεώνα που υπηρετούσε ο Θεόδωρος. Οι επικεφαλής αξιωματικοί απαίτησαν από όλο το στράτευμα να θυσιάσει στους «θεούς» και να υπογράψει το «λίβελο». Όταν έφτασε η σειρά του Θεοδώρου αρνήθηκε να θυσιάσει. Ο επικεφαλής του τάγματος αξιωματικός Βρύγκας ρώτησε τον Θεόδωρο γιατί δεν θυσιάζει και εκείνος με θάρρος και παρρησία αποκρίθηκε ότι είναι Χριστιανός, αψηφώντας για τις συνέπειες της ομολογίας του. Άρχισε τις κολακείες και τις υποσχέσεις, ότι αν αρνηθεί το Χριστό και θυσιάσει στα είδωλα θα τον ανέβαζε στην ηγεσία του στρατεύματος. Ο Θεόδωρος όμως έμεινε αμετάπειστος.

Ο Βρύγκας του έδωσε χρόνο να το ξανασκεφτεί, όμως εκείνος χρησιμοποίησε το χρόνο για να ενισχύσει τους άλλους Χριστιανούς στρατιώτες του τάγματος για να μην αλλαξοπιστήσουν, μπροστά στα φοβερά μαρτύρια, που τους περίμεναν.

      Ο ηρωικός Θεόδωρος επιζητούσε το μαρτύριο για χάρη του Χριστού. Πίστευε πως το δικό του ηρωικό παράδειγμα θα στηρίξει, όχι μόνο τους συστρατιώτες του Χριστιανούς, αλλά και τις χιλιάδες άλλους Χριστιανούς της περιοχής του Πόντου, οι οποίοι συλλαμβάνονταν από τις αρχές και οδηγούνταν στα μαρτύρια. Στην πόλη υπήρχε ένας ναός της «θεάς» Ρέας, όπου στέγαζε ξόανό της. Ο Θεόδωρος παρακινούμενος από ιερή αγανάκτηση για τη γενοκτονία των ομοπίστων του Χριστιανών, μπήκε στο ναό και κατάστρεψε το ξύλινο είδωλο. Άλλωστε το εκεί ιερατείο πρωτοστατούσε στην παράδοση των Χριστιανών στις αρχές. Ο υπηρέτης του ναού Κρονίδης κατήγγειλε τον Θεόδωρο στον έπαρχο Πόπλιο για την ενέργειά του. Στη θαρραλέα απολογία του είπε ότι με την πράξη του ήθελε να διαπιστώσει αν είναι αληθινή η «θεά» και αν θα αντιδράσει, αποδεικνύοντας την πλάνη των ειδώλων!

      Ο Πόπλιος διέταξε να τον μαστιγώσουν ανελέητα και κατόπιν τον έριξε στη φυλακή, όπου το βράδυ του εμφανίστηκε ο Χριστός και τον ενδυνάμωσε. Ταυτόχρονα στρατιά αγγέλων έψαλαν στο σκοτεινό κελί του. Οι ψαλμωδίες ξύπνησαν τους δεσμοφύλακες, οι οποίοι νόμισαν ότι τον εισέβαλαν στη φυλακή οι φίλοι του προκειμένου να τον ελευθερώσουν και όρμισαν στο κελί και δεν βρήκαν τίποτε, παρά μόνο το Μάρτυρα να προσεύχεται!

       Την άλλη μέρα ο Πόπλιος διέταξε να ξεσκίσουν τις σάρκες του με σιδερένια νύχια. Βλέποντας όμως πως ο Χριστιανός ήρωας υπέμεινε το μαρτύριο, τον έριξαν σε πυρακτωμένο καμίνι, όπου παρέδωσε την αγία του ψυχή στις 17 Φεβρουαρίου του 306, ή 307. Την ημέρα αυτή τιμάται η σεπτή του μνήμη από την Εκκλησία μας.

       Με τον άγιο Θεόδωρο είναι συνδεμένο το θαύμα των κολλύβων, που κάνει μνεία η Εκκλησία μας το Σάββατο της Α΄ Εβδομάδος των Νηστειών. Κατά το μεγάλο διωγμό που είχε εγείρει ο παγανιστής Ιουλιανός (361-363), προκειμένου να μολύνει τους Χριστιανούς της Κωνσταντινουπόλεως, διέταξε να αποσύρει όλα τα νηστίσιμα τρόφιμα για να τους αναγκάσει να φάνε ειδωλόθυτα. Όμως το προηγούμενο βράδυ εμφανίστηκε ο άγιος Θεόδωρος στον Αρχιεπίσκοπο Ευδόξιο (360-370) και φανέρωσε το πανούργο σχέδιο του παρανοϊκού αυτοκράτορα, συστήνοντάς του να βράσουν κόλλυβα και να τραφούν οι πιστοί και να μην μολυνθούν από τα δαιμονικά ειδωλόθυτα.       

Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΦΛΑΒΙΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

 

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

          Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας έδωσαν μεγάλους αγώνες για να διασωθεί η σώζουσα ορθόδοξη πίστη της Εκκλησίας μας. Μόνο που αυτός ο αγώνας τους είχε μεγάλο κόστος για τους ίδιους. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Φλαβιανός αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος προέταξε την ορθόδοξη πίστη και ήρθε σε σύγκρουση με την πολιτική εξουσία.

      Έζησε τον 5ο αιώνα και ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος διακρίνονταν για την πίστη του, την ευσέβειά του και τις αρετές του. Τον Ιούλιο του 448 κοιμήθηκε ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως άγιος Πρόκλος (434-448). Για τη θέση του προτάθηκε ο Φλαβιανός, ο οποίος κατείχε το αξίωμα του σκευοφύλακα της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ (408-450), τη στιγμή της χειροτονίας του, υποκινούμενος από κάποιον άθλιο κόλακα, τον ευνούχο Χρυσάφιο, ζήτησε από τον Φλαβιανό μια ποσότητα χρυσού, ως αντάλλαγμα για την επιλογή του στο θρόνο της Βασιλεύουσας. Ο ακέραιος Φλαβιανός, προκειμένου να ντροπιάσει τον άθλιο Χρυσάφιο και να τον εκθέσει στα μάτια του αυτοκράτορα, έδωσε εντολή να σταλούν στον Θεοδόσιο τα λειτουργικά σκεύη της Μεγάλης Εκκλησίας! Με τη συμβολική αυτή πράξη του ο Φλαβιανός ήθελε επίσης να στηλιτεύσει την μάστιγα της σιμωνίας, δηλαδή την κατάληψη υψηλών εκκλησιαστικών θέσεων, με εξαγορά! 

      Η ενέργεια αυτή εξόργισε τον ευνούχο Χρυσάφιο. Γι’ αυτό έβαλε ως σκοπό της ζωής του την εξόντωση του Φλαβιανού. Άρχισε με ψεύτικες διαδώσεις, να διαταράξει τις καλές σχέσεις του Φλαβιανού με την ευσεβή Πουλχερία (αγία της Εκκλησίας μας), αδελφή του Θεοδοσίου, η οποία ουσιαστικά κυβερνούσε το κράτος. Διέδωσε ότι δήθεν είχε πεισθεί από τον Φλαβιανό να αφήσει την εξουσία και να αναλάβει εκκλησιαστικό αξίωμα, να χειροτονηθεί από αυτόν διακόνισσα. Ο Φλαβιανός ζήτησε από την Πουλχερία να παραμείνει στη θέση της και να αποφεύγει να εκδηλώνεται υπέρ του, δημόσια.

       Αφού απέτυχε με αυτή τη ραδιουργία του ο Χρυσάφιος να πλήξει τον Φλαβιανό, έφτασε πιο ακραία ενέργεια. Εκμεταλλευόμενος την εξουσία του στήριξε έναν επιφανή κληρικό της Βασιλεύουσας, τον αρχιμανδρίτη Ευτυχή, ο οποίος έπεσε στην αίρεση του μονοφυσιτισμού, μετά την καταδίκη του αιρετικού Νεστορίου, από τη Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο (431). Θέλοντας να καταπολεμήσει τον νεστοριανισμό, ο οποίος δίδασκε ότι ο Χριστός είχε μία φύση, ανθρώπινη, έφτασε στο σημείο να αρνηθεί την ανθρώπινη φύση του Χριστού, και να διδάσκει ότι είχε μία φύση, τη θεία, η οποία είχε απορροφήσει την ανθρώπινη (μονοφυσιτισμός). Αδιαφορώντας ο ευνούχος Χρυσάφιος για την αλήθεια της Εκκλησίας και τις φοβερές συνέπειες που θα έφερνε σ’ αυτή, και ωθούμενος από φοβερό μίσος κατά του Φλαβιανού, άρχισε να παρέχει στήριξη στον αιρετικό κληρικό. Μάλιστα σκόπευε να του δώσει τη θέση του εκθρονισμένου πατριάρχη!         

         Τον Νοέμβριο του 448 είχε συγκληθεί Ενδημούσα Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη. Σε αυτή ο Επίσκοπος Δορυλαίου Ευσέβιος κατάγγειλε τον Ευτυχή ως αιρετικό. Κλήθηκε να απολογηθεί, αλλά αρνούνταν επανειλημμένα, με διάφορες δικαιολογίες. Τελικά παρουσιάστηκε και ομολόγησε τις κακοδοξίες του. Η Σύνοδος τον αφόρισε, ορίζοντας την πίστη της Εκκλησίας στις δύο φύσεις του Χριστού. Ο Φλαβιανός γνωστοποίησε με γράμμα του στον πάπα Ρώμης άγιο Λέοντα το συμβάν.  Ο Ευτυχής έστειλε παραπλανητική επιστολή στον Λέοντα, μη μπορώντας να τον πείσει για τις δήθεν ορθόδοξες θέσεις του. Ο Λέων έστειλε δύο επιστολές στον Φλαβιανό, συμφωνώντας για την καταδίκη του Ευτυχή. Η δεύτερη επιστολή του είναι

γνωστή ως «Τόμος του Λέοντος» και αποτέλεσε την βάση των αποφάσεων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου.

         Ο Ευτυχής και ο σύμμαχός του Χρυσάφιος, δεν κατέθεσαν τα όπλα. Απευθύνθηκαν στον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας Διόσκουρο, έναν απαίσιο, ραδιούργο και φιλόδοξο άνδρα, καταγγέλλοντας τον Φλαβιανό ως νεστοριανιστή! Με την υποστήριξη δε της αυτοκράτειρας Ευδοκίας, η οποία μισούσε την Πουλχερία και ήθελε την εκδίωξή της από τα ανάκτορα, και υποστηρίζοντας τον Ευτυχή, συγκάλεσε, τον Αύγουστο του 449, ψευδοσύνοδο στην Έφεσο, με σκοπό να καταδικάσουν τον Φλαβιανό. Μάλιστα ο Διόσκουρος υιοθέτησε τις κακοδοξίες του Ευτυχή, τις οποίες υποστήριξε, ως δήθεν ορθόδοξη διδασκαλία, με ένα πλήθος φανατικών Επισκόπων και μοναχών από την Αίγυπτο. Έφερε μαζί του έναν διαβόητο αιρετικό μοναχό, τον Βαρσουμά από την Συρία, με χίλιους μοναχούς για να ασκήσουν τρομοκρατία στους ορθοδόξους Επισκόπους. Έπιασαν τις πόρτες του κτηρίου και ήταν έτοιμοι να επέμβουν όταν έπαιρναν εντολή.

       Με βία και φωνασκίες, κατόρθωσαν να παρουσιάσουν ως «ορθόδοξο» τον Ευτυχή και τη διδασκαλία του ως «ορθόδοξη». Ο Ευτυχής αποκαταστάθηκε και ο Φλαβιανός και ο Ευσέβιος Δορυλαίου καταδικάστηκαν, ως δήθεν νεστοριανοί αιρετικοί!  Όταν άρχισαν να διαμαρτύρονται και να παρακαλούν γονατιστοί να αποφευχθεί τέτοια κατάπτωση, ο Διόσκουρος άνοιξε τις πόρτες και εισέβαλλε ο ανθύπατος της Ασίας, με τη συνοδεία στρατιωτών και συρφετό φανατισμένων αιρετικών μοναχών, ναυτών και ανθρώπων του υποκόσμου, όρμισαν κατά του Φλαβιανού, ο οποίος έτρεξε να πιαστεί από την Αγία Τράπεζα και να σώσει τη ζωή του. Οι στρατιώτες τον έσυραν έξω και τον πίεζαν, μαζί με τους άλλους ορθοδόξους Επισκόπους να υπογράψουν τις αιρετικές αποφάσεις και την καθαίρεσή του. Κατόπιν τον παρέδωσαν στον Βαρσουμά και τους κακοποιούς μοναχούς και λαϊκούς ακολούθους του, οι οποίοι άρχισαν να τον βασανίζουν, χωρίς οίκτο. Τον έβρισαν, τον έδειραν και τον έριξαν στη γη κλωτσώντας τον, ώσπου έχασε τις αισθήσεις του.

       Η κακοποίησή του ήταν τέτοια, ώστε προξένησε ανεπανόρθωτες βλάβες στην υγεία, του. Τρεις ημέρες μετά κοιμήθηκε, υποκύπτοντας στα τραύματά του, καθ’ οδόν προς την εξορία, στην πόλη Ύπιδα της Λυδίας.  

       Το 450, μετά το θάνατο του Θεοδοσίου, όταν ανέλαβε η Πουλχερία, την αντιβασιλεία, μετέφερε το λείψανο του αγίου Φλαβιανού στην Κωνσταντινούπολη και το ενταφίασε στο ναό των Αγίων Αποστόλων. Συγκάλεσε δε την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο (451), η οποία καταδίκασε τον Διόσκουρο και Ευτυχή, κήρυξε «ληστρική» την Σύνοδο της Εφέσου και κατέταξε τον Φλαβιανό στους αγίους και ομολογητές της πίστεως. Η μνήμη του τιμάται στις 16 Φεβρουαρίου.