Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν. - Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Υποχρεωτική εκκλησιαστική κήδευση για όποιον το επιθυμεί. Το αποκορύφωμα του «προοδευτικού» ολοκληρωτισμού.


Σύμφωνα με το νέο νόμο περί επιλογής τόπου ενταφιασμού (άρ. 15 του ν. 4368/2016), κάθε φυσικό πρόσωπο, εφόσον το επιθυμεί, μπορεί ελεύθερα με ρητή δήλωση του ενώπιον συμβολαιογράφου να ορίσει τον τύπο της τελετής της κηδείας του και τον τόπο ενταφιασμού του, ενώ τα αρμόδια όργανα ή οι υπηρεσίες, που επιμελούνται της ταφής του νεκρού, οφείλουν να συμμορφώνονται στη διατυπωθείσα επιθυμία του θανόντος χωρίς οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση ή διαδικασία.

Με άλλα λόγια, οι κληρικοί είναι υποχρεωμένοι να τελούν εκκλησιαστική κηδεία σε όποιον είχε εκφράσει την επιθυμία ως προς αυτό, ανεξάρτητα αν ήταν χριστιανός! Επιπλέον, παρά την αντίθεση του ορθοδόξου δόγματος στην επιλογή καύσης του νεκρού σώματος, το γράμμα του νόμου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι κληρικοί υποχρεούνται να τελέσουν κηδεία ενώπιον τεφροδόχου ή ενώπιον σκηνώματος που πρόκειται να αποτεφρωθεί.

Είναι βέβαιο, ότι η πλειονότητα των κληρικών μας, έχοντας μαρτυρικό φρόνημα, δεν θα προβεί ποτέ σε ένα τέτοιο παραλογισμό. Ακόμα πιο βέβαιο είναι ότι κανένα ποινικό δικαστήριο της χώρας μας, δεν πρόκειται να καταδικάσει ένα λειτουργό οποιασδήποτε θρησκείας για «παράβαση καθήκοντος», επειδή δεν πειθάρχησε σε έναν εξόφθαλμα αντισυνταγματικό νόμο, που προσβάλλει βάναυσα την ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης, η οποία κατοχυρώνεται και από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Παρομοίως, καμία εισαγγελία δεν πρόκειται να υποχρεώσει με παραγγελία της, οποιονδήποτε κληρικό να τελέσει μία ακολουθία κατά τρόπο τέτοιο που αντιβαίνει στις πεποιθήσεις της θρησκείας που υπηρετεί.

Πίσω, όμως, από τον παράλογο και προδήλως αντισυνταγματικό αυτό νόμο, κρύβεται η «λογική» του ολοκληρωτισμού της νέας εποχής.

Έπειτα από την ηχηρή ήττα του κρατικού αθεϊσμού στη σύγκρουσή του με την Ορθοδοξία κατά τον προηγούμενο αιώνα, η αντιχριστιανική πολιτική φόρεσε άλλο προσωπείο, εκείνο του θρησκευτικού πλουραλισμού ή αλλιώς του ολοκληρωτισμού της πανθρησκείας. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, το ατομικό θέλημα θεοποιείται και ο φορέας του έχει τη δυνατότητα να φέρνει την εκάστοτε θρησκεία στα μέτρα του, επιβάλλοντας την προκρούστεια μέθοδο στους λειτουργούς των θρησκειών, ιδίως της Ορθόδοξης πίστης, για την ακρίβεια της οποίας έχουν χυθεί ποτάμια αίματος Μαρτύρων.

Έτσι εξηγούνται τα εξής αξιοπερίεργα: οπαδοί του σταλινισμού παρίστανται στους ναούς και μάλιστα ψέλνουν, ενώ ταυτόχρονα αγωνιούν να μετατρέψουν τα θρησκευτικά σε θρησκειολογία ή να εισάγουν μάθημα σεξολογίας στο δημοτικό με εξισωτικές αναφορές στον ομοφυλοφιλικό έρωτα. Πετούν το σταυρό «αγιάζοντας» τα ύδατα με την ίδια ευκολία που φορούν το ιουδαϊκό κιπά. Μεταλαμβάνουν από τα χέρια του Πατριάρχη και συναναστρέφονται με αγιορείτες, αλλά διοργανώνουν και χρηματοδοτούν σοδομιτικές παρελάσεις. Μιλούν στη βουλή για την αξία του «τη Υπερμάχω», λίγο πριν ψηφίσουν θετικά στη θεσμοθέτηση ενός αντιχριστιανικού τύπου «οικογένειας» κοκ.

Τα παραδείγματα είναι τόσα πολλά, που πείθουν και τους πλέον δύσπιστους, ότι το σχέδιο των σημερινών διωκτών, δεν είναι να πολεμήσουν ευθέως την Εκκλησία, όπως έκαναν κάποτε οι ιδεολογικοί τους πατέρες, αλλά να αλλοιώσουν το φρόνημα του λαού, ως προς την ακρίβεια του δόγματος και της ηθικής. Στην προσπάθειά τους αυτή, ακούραστους συμμάχους έχουν το λόμπυ των ΜΜΕ, το οποίο πριν λίγο καιρό έφθασε σε σημείο να ρωτάει όλα τα δημόσια πρόσωπα την άποψή τους για το σύμφωνο συμβίωσης, προκειμένου να εκδώσει πιστοποιητικά «ανοιχτόμυαλων» και «σκοταδιστών».

Όλοι έχουν λόγο και άποψη στην κοινωνία, εκτός από τους συνειδητούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, οι οποίοι δεν δικαιούνται να ομιλούν, διότι αυτά που υποστηρίζουν δεν συμβαδίζουν με τη Νέα Εποχή των πολλών «αληθειών» και της «ανοχής» του διαφορετικού! Οι σύγχρονοι Διοκλητιανοί, υπερασπίζονται με θέρμη το δικαίωμα των ανθρώπων να αυτοπροσδιορίζονται, αλλά δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα στην Τροφό του Γένους να οριοθετεί την πίστη της και να αποφασίζει σύμφωνα με το Ευαγγέλιο και την Ιερά Παράδοση, τι είναι συμβατό και τι ασύμβατο με τη διδασκαλία Της.

Παρατηρείται μία οπισθοδρόμηση προς τη ρωμαϊκή εποχή, όχι μόνο ως προς τα ήθη του πανσεξουαλισμού, αλλά κυρίως στην ανοχή κάθε «θεού», πλην Εκείνου των χριστιανών. Η προ Μ. Κωνσταντίνου ρωμαϊκή αυτοκρατορία, εξεδίωκε το χριστιανισμό όχι γιατί δεν μπορούσε να ανεχθεί την ύπαρξη μίας ακόμα θεότητας στο πάνθεον των χιλιάδων θεοτήτων που λατρεύονταν ελεύθερα, αλλά επειδή δεν ανεχόταν την απόρριψη της ανηθικότητας από τους φορείς της χριστιανικής πίστης.

Έγραφε προφητικά το 1997 ο Εφέτης κ. Νικόλαος Ι. Σταυριανίδης στο μνημειώδες βιβλίο του «Θεοσοφία-Νέα Εποχή, αντίχριστη ιδεολογία παγκοσμίου ναζισμού» :

«Οι ορθόδοξοι χριστιανοί κατά τα σχέδια της νέας εποχής πρέπει να χωρισθούν α) στους αληθινούς ορθοδόξους χριστιανούς που θα χαρακτηρίζονται φονταμενταλιστές και β) σε ένα είδος μιάς ελίτ, ορθοδοξοχριστιανικής μόνο κατ’ όνομα, αποτελουμένης από «ανοικτούς» και «δημοκρατικούς» πολιτικούς, οικονομικούς και θρησκευτικούς ηγέτες, αλλά και όσους εκκοσμικευμένους ορθοδόξους χριστιανούς αυτή η ελίτ θα μπορέσει να παρασύρει και να κατευθύνει.»

Όμως, «οὗ δὲ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωμ. 5,20). Η κατάσταση αυτή, όσο και αν προκαλεί το αίσθημα της δικαιοσύνης μέσα μας, δεν παύει να έχει θετικά σημεία, καθώς δεν υπάρχει δράση χωρίς αντίδραση. Μεγάλο μέρος των χριστιανών στη χώρα μας, εξαιτίας όλων αυτών, άρχισε να συνειδητοποιεί την αναξιοπιστία εκείνων που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη και κλείνει τα αυτιά στις σειρήνες της «προόδου». Παράλληλα, τα αδιέξοδα και η απελπισία της γης, μας δίνουν την ευκαιρία να κοιτάξουμε στον Ουρανό, όπου βρίσκεται η μοναδική διέξοδος και ελπίδα. 

Χαράλαμπος Άνδραλης

 

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Υποχρεωμένοι η Εκκλησία να τελεί την Ακολουθία της Κηδείας


Νικόλαος Γεωργαντώνης

θεολόγος

         

Δυστυχώς είναι αλήθεια η είδηση που είδαμε. Διαβάζοντας το Φύλλο της Κυβερνητικής Εφημερίδας Νο 21 της 21ης Φεβρουαρίου 2016, όπου δημοσιεύθηκε ο νόμος 4368/2016 που ψηφίστηκε το Σάββατο στη Βουλή, και συγκεκριμένα στο 15ο άρθρο διαβάζουμε τα εξης:

«1. Η επιλογή του τόπου ενταφιασμού είναι δικαίωμα του προσώπου.

2. Κάθε φυσικό πρόσωπο, εφόσον το επιθυμεί, μπορεί ελεύθερα με ρητή, χωρίς όρο ή αίρεση, δήλωση του ενώπιον συμβολαιογράφου να ορίσει τον τύπο της τελετής της κηδείας του και τον τόπο ενταφιασμού του. Με τη δήλωση του αυτή ορίζονται τα πρόσωπα, συγγενικά ή μη που θα εκτελέσουν την επιθυμία του, τα οποία με σχετική δήλωση τους στο ίδιο συμβολαιογραφικό έντυπο αποδέχονται τη δήλωση του προσώπου και αναλαμβάνουν την υποχρέωση να την εκτελέσουν.

3. Εφόσον τηρηθεί ο κατά τα ανωτέρω τύπος και η διατυπωθείσα επιθυμία του θανόντος δεν αντίκειται σε κανόνες δημόσιας τάξης, υγιεινής ή στα χρηστά ήθη, τα αρμόδια όργανα ή οι υπηρεσίες, που επιμελούνται της ταφής του νεκρού οφείλουν να συμμορφώνονται στη διατυπωθείσα επιθυμία του θανόντος χωρίς οποιαδήποτε άλλη προϋπόθεση ή διαδικασία ακόμη και αν εναντιωθούν συγγενείς οποιουδήποτε βαθμού[1]

 

          Με βάσει αυτού του νόμου, μπορεί ο καθένας να πάει ελευθερα στους συμβολαιογράφους και να υποδείξει πως θα γίνεται η ταφή του. Δηλαδή, εαν κάποιος επιθυμεί να αποτεφρωθεί θα μπορέσει επίσης να του γίνει η Ακολουθία της Κηδείας στην εκκλησία χωρίς να μπορεί η Εκκλησία να το αρνηθεί.

Καταπατούνται οι κανόνες και η πίστη της Εκκλησίας από την Πολιτεία και δυστυχώς ακόμη δεν έχει μιλήσει η Ιερά Σύνοδος. Είναι σοβαρότατο θέμα και πρέπει αμέσως να πάρει θέση (και έπρεπε από πρίν να το είχε αποτρεψει για να μην γίνει νόμος του κράτους) για να σταματήσει το κακό πριν παγιωθεί. Εαν μείνει έτσι, μετά θα έρθουν και άλλα σοβαρότατα θέματα που δεν θα μπορούμε να μιλήσουμε αργότερα. Μετά από αυτό, θα πουν ότι και αυτοί που αυτοκτονούν, θα έχουν το δικαίωμα να κηδεύονται από την Εκκλησία.

Πρέπει τώρα να μιλήσει η Ιερά Σύνοδος και να σταθεί όρθια σε αυτό το κατρακύλημα αλλά και πόλεμο της Πολιτείας ενάντια στην Εκκλησία. Πρώτα με το Αντιρατσιστικό νόμο, το Σύμφωνο Συμβίωσης, η ελευθερία να κάνουν το Σύμφωνο Συμβίωσης και οι Ομοφυλόφιλοι, τώρα έχει περαστεί ο νόμος να κηδεύεται ο καθένας όπως θέλει και ας μην είναι συμβατός με το δόγμα της Εκκλησίας ο τρόπος κηδεύσεως του και ακόμη δεν υπάρχει μια δυνατή στάση για να εναντιωθεί σε αυτό το κακό. Εως πότε θα σιωπούμε;

Εύχομαι ο πανάγαθος Θεός να μας φωτίσει όλους να ξυπνήσουμε και να καταλάβουμε τι γίνεται και να διακρίνουμε τι είναι το σωστό και σωτήριο για την ψυχή μας. Ας ξεκινήσει ο καθένας να μελετά τι λέει η Εκκλησία μας για να μην παρασυρόμαστε από τον καθένα «Αντίχριστο».



[1] Κυβερνητικής Εφημερίδας Νο 21, Άρθρο 15, σελ. 6-7

Ποιός ο ρόλος των λαϊκών στα θέματα της πίστεως και των αιρέσεων;


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 25η Φεβρουαρίου 2016.

 

Ποιός ο ρόλος των λαϊκών στα θέματα της πίστεως και των αιρέσεων;

(Σχόλιο σε ομιλία αγιορείτου μοναχού)

 

    Σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας είχαμε αναφερθεί στην ομολογιακή διάσταση του Ορθοδόξου Μοναχισμού με αφορμή την σύγχρονη τάση που επικρατεί σήμερα να προβάλλεται και να τονίζεται μόνο η ασκητική του διάσταση και παραθέσαμε προς κατοχύρωση των θέσεών μας πλήθος παραδειγμάτων από τα συναξάρια των αγίων και την εκκλησιαστική ιστορία. Με τον παρόντα σχολιασμό μας θα προσπαθήσουμε με την Χάρη του Θεού να εξετάσουμε εν ολίγοις, αν αυτό το χρέος και το καθήκον που έχουν οι μοναχοί να ομολογούν την Ορθόδοξη πίστη και να επαγρυπνούν για την διαφύλαξή της αφορά μόνο τους μοναχούς, ή επεκτείνεται και στους λαϊκούς. Και εν πάση περιπτώσει, ποιός είναι ο ρόλος των λαϊκών στα θέματα της πίστεως και των αιρέσεων. Έχουν καθήκον και χρέος να επαγρυπνούν και αυτοί για την διαφύλαξη και προάσπιση της πίστεως, ή το καθήκον αυτό αφορά μόνον τους μοναχούς και τους κληρικούς.

    Αφορμή για το σχόλιό μας αυτό πήραμε από μια πρόσφατη ομιλία αγιορείτου, του Γέροντος π. Νίκωνος, μοναχού από την Νέα Σκήτη του Αγίου Όρους, την οποία έδωσε στο Μάνχαϊμ της Γερμανίας, και η οποία δημοσιοποιήθηκε μέσω του παγκοσμίου δικτύου You Tube (https: //www.youtube.com/watch?v=qD3nQDpHXwI). Εκτενή σχολιασμό στην παρά πάνω ομιλία έκανε ένας εκλεκτός και λόγιος κληρικός από την Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, ο πρωτοπρ. π. Νικόλαος Μανώλης, γνωστός για τους αντιαιρετικούς του αγώνες και ιδίως κατά του Οικουμενισμού, το ομολογιακό του φρόνημα, αλλά και τους διωγμούς τους οποίους αδίκως υφίσταται εξ’ αιτίας της αντιαιρετικής του δράσεως.  Ακούσαμε με προσοχή τα δύο βίντεο, που δημοσίευσε στο ιστολόγιο «Κατάνυξις», που αναφέρονται στην εν λόγω ομιλία του π. Νίκωνος και τον συγχαίρουμε για τις ευστοχότατες παρατηρήσεις, τις θεοφώτιστες απαντήσεις και σχολιασμούς του, τις οποίες δίδει στα λεγόμενα του π. Νίκωνος. Από την όλη ομιλία του αγιορείτου μοναχού θα περιοριστούμε να σχολιάσουμε, (με πολλή συντομία), μόνο το μέρος εκείνο της ομιλίας του, που αναφέρεται στο θέμα που μας απασχολεί.  

Λέγει ο π. Νίκων: «Τίποτα δεν θα κάνετε έξω απ’ την Εκκλησία. Θα ακολουθούμε την Εκκλησία. Να μη μας κοροϊδεύει ο διάβολος: ‘είναι αιρετικός ο Πατριάρχης, είναι αιρετικός ο Δεσπότης, είναι αιρετικός ο παπάς’». Ερωτούμε τον π. Νίκωνα: Οι κατά καιρούς διακηρύξεις του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου περί μιας και ταυτόχρονα διασπασμένης εκκλησίας είναι ορθόδοξες ή αιρετικές; Απηχούν την ορθόδοξη διδασκαλία περί εκκλησίας,  ή μια νέα αιρετική εκκλησιολογία; Οι πατέρες της Συνάξεως Κληρικών και Μοναχών που συνέταξαν το κείμενο με τίτλο «Η νέα εκκλησιολογία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου», το οποίο υπέγραψαν έξι επίσκοποι, καθηγητές Θεολογικών Σχολών, πλήθος ηγουμένων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών, άραγε πλανήθηκαν από τον διάβολο; Τους «κοροϊδεύει ο διάβολος»;

    Λέγει παρά κάτω: «Τον άνθρωπο που θέλει να σωθεί, ο Χριστός θα τον σώσει. Δεν θα χαθεί ο ταπεινός άνθρωπος από κανέναν παπά κι από κανέναν Δεσπότη κι από κανέναν Πατριάρχη κι από κανέναν αιρετικό κι από κανέναν δαίμονα». Πράγματι, ο Θεός θα σώσει τον ταπεινό. Αλλά δεν μας λες, π. Νίκων, πώς ο Θεός θα σώσει τον ταπεινό. Θα τον σώσει, ενώ ακολουθεί τον αιρετικό παπά, ή δεσπότη, ή πατριάρχη, ή φεύγοντας μακριά από αυτόν; Το λέμε αυτό, διότι ο Χριστός μας απαγορεύει να ακολουθούμε τους αιρετικούς ποιμένες: «αλλοτρίω δε, [δηλαδή αιρετικά φρονούντα], ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού» (Ιω.10,5). Δεν μας λες ακόμη, τι θα γίνει με τους άλλους, που δεν έχουν φθάσει ακόμη στην αληθινή ταπείνωση, που είναι και οι συντριπτικά περισσότεροι. Αυτοί δεν κινδυνεύουν από τον  αιρετικό παπά, ή δεσπότη, ή πατριάρχη; Γι’ αυτούς δεν θα πρέπει να λάβει μέριμνα η Εκκλησία; Αυτός που είναι ταπεινός, π. Νίκωνα, δεν αγωνίζεται να αποκτήσει μόνο την ταπείνωση, αλλά αγωνίζεται να εφαρμόσει όλες τις εντολές του Χριστού, μια από τις οποίες είναι και η παρά πάνω.

  Παρά κάτω προσθέτει:  «Διότι μπορεί τα πράγματα να μην είναι όπως τα βλέπουμε. Εμείς να νομίζουμε ότι είναι λάθη αυτά που βλέπουμε και να μην είναι καθόλου λάθη. Αλλά θα χουμε αυτή την ταπείνωση και θα ακολουθούμε την Εκκλησία, χωρίς αμφιβολίες, όταν εξομολογούμαστε, όταν κοινωνάμε, όταν λέμε ‘Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησέ με’». Ρωτάμε το Γέροντα: όταν ακούμε επισήμως από πατριαρχικά χείλη και διαβάζουμε σε επίσημα, (προσυνοδικά), κείμενα ότι «υπάρχουν και άλλες Εκκλησίες» εκτός της Ορθοδόξου, έχουμε παραισθήσεις; Όταν βλέπουμε Πατριάρχες να συμπροσεύχονται σε διαθρησκειακά συνέδρια με κατεγνωσμένους αιρετικούς και αλλοθρήσκους και να μοιράζουν «άγια Κοράνια», έχουμε παραισθήσεις;

     Σε άλλο σημείο λέγει: «Γι’ αυτό κλειστό το στόμα και να αφήσουμε τους πατριάρχες και τους δεσποτάδες και τους παπάδες ήσυχους και να κοιτάμε τα χάλια μας τα μαύρα….. Αν έρθει η ώρα να πεθάνουμε, δεν θα σε ρωτήσει ο Χριστός, τί έκανε ο παπάς, ή τί έκανε ο δεσπότης, ή τί έκανε ο πατριάρχης. Εσύ τί έκανες. Κι αν κάνει κάτι άσχημο ο δεσπότης, κάτι αιρετικό, κάτι πλανεμένο, ή ο Πατριάρχης, δεν είσαι εσύ που θα σώσεις την Εκκλησία κι εγώ. Πονάς εσύ την Εκκλησία, καλά κάνεις και πονάς. Αν μαθαίνεις ότι κάτι σου φαίνεται άσχημο από αυτά που κάνανε οι πατριάρχες και οι δεσποτάδες, κάνε ένα κομποσχοινάκι»! Κατ’ αρχήν εδώ τσουβαλιάζεται στο ίδιο τσουβάλι το «άσχημο» με το «αιρετικό», που «κάνει ο δεσπότης… ή ο πατριάρχης». Και τα δύο, η πτώση στην αίρεση και η πτώση σε οποιοδήποτε άλλο αμάρτημα, έχουν την ίδια βαρύτητα για τον π. Νίκωνα, τοποθετούνται στο ίδιο επίπεδο. Φέρ’ ειπείν συνέβη κάποτε ο δεσπότης να οργισθεί, ή να αδικήσει κάποιον. Λέμε «άσχημα έκανε», δεν έπρεπε να το κάνει αυτό, οπότε πέφτουμε στο αμάρτημα της κατακρίσεως: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθήτε» (Ματθ.7,1).Το ίδιο συμβαίνει και με την αίρεση, ισχυρίζεται ο π. Νίκων. Η επισήμανση και η στηλίτευση της αιρέσεως και η κατάγνωση του αιρετικά φρονούντος θεωρείται αμάρτημα, θεωρείται ένα είδος κατακρίσεως. Η πτώση στην αίρεση γίνεται ένα μικρό αμαρτηματάκι, ένα μικρό λαθάκι, που πρέπει να το προσπερνάμε, για να μην πέσουμε στην κατάκριση. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; Ασφαλώς όχι. Αν είχαν έτσι τα πράγματα, τότε και οι άγιοι πατέρες έπεφταν στην κατάκριση, κάθε φορά που ήλεγχαν τους αιρετικούς για τις αιρετικές τους διδασκαλίες. Κακώς έπρατταν που για ένα μικρό λαθάκι, για ένα μικρό αμαρτηματάκι, έμπαιναν σε αγώνες και θυσίες και υφίσταντο διωγμούς και συγκροτούσαν Συνόδους για την εκρίζωση της αιρέσεως και την καθαίρεση των αμετανοήτως επιμενόντων στην αίρεση αιρετικών. Έπρεπε να βάλουν φερμουάρ στο στόμα τους, για να μην πέσουν στην κατάκριση. Όχι π. Νίκων, όχι, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η κατάγνωση της αιρέσεως και των αιρετικά φρονούντων όχι μόνο δεν είναι κατάκριση, αλλ’ απεναντίας είναι ομολογία πίστεως. Η αίρεση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα είδος αθεΐας, είναι το δεύτερο είδος αθεΐας, όπως επισημαίνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Οι άγιοι πατέρες αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων, όπως ακριβώς και οι άγιοι μάρτυρες εναντίον της ειδωλολατρίας κατά τους τρείς πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού. Το θυσιαστικό ήθος, τον ηρωισμό και την αυτοθυσία τους, τα βασανιστήρια και τις εξορίες που υπέμειναν για την καταπολέμηση των αιρέσεων, αλλά και τους μαρτυρικούς των θανάτους, μπορούμε να αντιπαραβάλουμε με τα μαρτύρια των αρχαίων μεγάλων μαρτύρων της Εκκλησίας κατά την εποχή των διωγμών. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι τώρα οι διώκτες δεν είναι πλέον οι ειδωλολάτρες Ρωμαίοι αυτοκράτορες, αλλά «χριστιανοί». Είναι αιρετικοί αυτοκράτορες, στρατιωτικοί, κληρικοί, επίσκοποι, ακόμη και πατριάρχες! Όπως ο λόγος του Χριστού «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» Ματθ.10,32), βρίσκει την πλήρη εφαρμογή του στους αγίους μαρτυρες, εξ’ ίσου βρίσκει την ίδια εφαρμογή και στους αγίους πατέρες που αγωνίστηκαν εναντίον των αιρέσεων.

Στη συνέχεια για να δικαιολογήσει τις βλάσφημες και κακόδοξες δηλώσεις πατριαρχών και αρχιερέων, τις παράνομες συμπροσευχές, το μοίρασμα Κορανίων κλπ. λέγει: «Οι θέσεις που κάθονται αυτοί οι άνθρωποι είναι ηλεκτρικές καρέκλες. Ψήνονται εκεί που κάθονται. Αυτοί και η καρδιά τους ξέρουνε τί τραβάνε και τί υπομένουνε και τί διπλωματίες πρέπει να παίζουνε και τί ελιγμούς πρέπει να κάνουνε για να σώσουν ένας Θεός ξέρει τί». Π. Νίκων στις ίδιες «ηλεκτρικές καρέκλες», στους ίδιους πατριαρχικούς θρόνους  δεν κάθισαν πριν από αυτούς, άγιοι και θεοφόροι πατέρες, που αγωνίστηκαν με θυσιαστικό φρόνημα για την αντιμετώπιση των αιρέσεων της εποχής των; Πόσο «ηλεκτρική» ήταν για παράδειγμα η καρέκλα του πατριαρχικού θρόνου της Αλεξανδρείας και πόσωνWatt τάση πρέπει να είχε, ώστε να «τινάξει» τον Μέγα Αθανάσιο από τον θρόνο στην εξορία πέντε φορές; Μέχρι τώρα από ό,τι ξέρουμε κανένας από τους οικουμενιστές Πατριάρχες δεν «τινάχθηκε» από την «ηλεκτρική» του καρέκλα στην εξορία. Φαίνεται ότι οι οικουμενιστές πριν καθίσουν, φροντίζουν να ελλατώνουν την ηλεκτρική τάση της καρέκλας των με «διπλωματίες» και «ελιγμούς», μη τυχόν και τους τινάξει!!! Δικαιολογούνται όμως οι «διπλωματίες» και οι «ελιγμοί» σε θέματα πίστεως και αιρέσεων; Μήπως οι άγιοι πατέρες δεν ήξεραν να κάνουν διπλωματίες για να αποφύγουν διωγμούς και εξορίες; Ήξεραν και όμως δεν έκαναν! Προτίμησαν τον διωγμό και την εξορία, παρά να καταφύγουν στη διπλωματία, γιατί απλούστατα στα θέματα πίστεως δεν χωρούν διπλωματίες. Στα θέματα της πίστεως, ή ομολογείς Χριστό, καταγγέλλοντας τις βλάσφημες δηλώσεις, τις συμπροσευχές, το μοίρασμα Κορανίων κλπ., ή τον αρνείσαι, καταφεύγοντας σε διπλωματίες.

    Σε άλλο σημείο λέγει: «Δεν θα τη σώσουμε (σ.σ. την Εκκλησία) κυνηγώντας αιρετικούς ή κυνηγώντας Δεσποτάδες ή παπάδες ή Πατριάρχες που κατά τη γνώμη μας πλανώνται» και συνεχίζει: «Φυσικά και θα πεθάνουμε για την Ορθοδοξία, αλλά όχι να πεθαίνουμε τους άλλους. Είναι μια διαφορά αυτή». Εμείς δεν αγωνιζόμαστε να σώσουμε την Ορθοδοξία, αλλά να πράξουμε το καθήκον μας. Η Εκκλησία δεν σώζεται, αλλά σώζει. Η υπόδειξη στους αιρετικούς της πλάνης των δεν σημαίνει «κυνήγι», αλλά οφειλόμενο χρέος ομολογίας πίστεως. Πέραν αυτών εδώ ο π. Νίκων επιχειρεί να αντιστρέψει τα πράγματα. Ότι δήθεν εμείς είμαστε εκείνοι που «κυνηγούμε» και «πεθαίνουμε τους άλλους», ότι δηλαδή εμείς είμαστε οι θύτες και οι οικουμενιστές τα θύματα. Ωστόσο η αλήθεια είναι, ότι εδώ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Εκείνοι κυνηγούν εμάς και όχι εμείς εκείνους. Αναφέρουμε μερικάπαραδείγματα. Όλοι μας ξέρουμε την περιπέτεια του πρώην Ράτσκας και Πρισρένης Αρτεμίου. Πόσο τον κυνήγησαν οι οικουμενιστές του Πατριαρχείου Σερβίας, ώστε να φθάσουν μέχρι σημείου να τον  καθαιρέσουν για τους αγώνες του εναντίον του οικουμενισμού. Επίσης αρκετά μέλη της «Συνάξεως Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών», αλλά και άλλοι, που δεν είναι μέλη της «Συνάξεως», υπέστησαν και υφίστανται μέχρι σήμερα ποικίλους διωγμούς.

   Παρά κάτω για να στηρίξει τις θέσεις του, προβάλλει κάποιο λόγο του αγίου Ισαάκ του Σύρου: «Έλεγξον τη δυνάμει των αρετών σου τους αντιδογματίζοντάς σοι, και μη τη πιθανολογία των λόγων σου». Ασφαλώς ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών, που γίνεται με την δύναμη της αρετής και της αγιότητος έχει πολύ μεγαλύτερη αξία από τον έλεγχο, που γίνεται με λόγια και επιχειρήματα. Ένας άγιος μπορεί ακόμη και με θαύματα, (όπως το γνωστό θαύμα της κεραμίδας του αγίου Σπυρίδωνος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο), να αποδείξει και να κονιορτοποιήσει την πλάνη της αιρέσεως. Ωστόσο εδώ ο άγιος δεν δογματίζει, ότι για την καταπολέμηση της αιρέσεως δεν χρειάζονται τα λόγια και τα επιχειρήματα. Διότι τότε θα ερχόταν σε αντίθεση με μια πλειάδα αγίων, οι οποίοι με αντιρρητικούς λόγους και αποδεικτικούς συλλογισμούς, καταπολέμησαν τις αιρέσεις της εποχής των, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.α.

   Επιστρατεύει επίσης και τον άγιο Πορφύριο και τον π. Εφραίμ, πρώην ηγούμενο της Ιεράς Μονής Φιλοθέου, για να δικαιωθεί: «Ακούσατε ποτέ τον πατέρα Πορφύριο να πει κάτι εναντίον του Πατριάρχη, εναντίον ενός Δεσπότη, εναντίον ενός παπά;». Το αν ο άγιος Πορφύριος ήλεγξε, ή όχι τον Πατριάρχη, δεν το γνωρίζουμε και αν έπρεπε να το κάνει και δεν το έκανε, θα δώσει το δικό του λόγο στο Θεό για την παράλειψη αυτή. Υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες, που ομολογούν ότι τον άκουσαν να καταδικάζει την αίρεση του οικουμενισμού. Πέραν τούτου ποτέ η στάση ενός, η δύο αγίων δεν θεωρήθηκε ως κανόνας, ως γραμμή και πορεία πλεύσεως της Εκκλησίας, ως αυθεντική διδασκαλία της Εκκλησίας, αλλά μόνον το consensus partum. Άρα λοιπόν δεν θα κρίνουμε την Πατερική μας Παράδοση, έχοντες ως μέτρο και ως γνώμονα την διδασκαλία των δύο αυτών αγίων, αλλά αντιθέτως την διδασκαλία των εν λόγω αγίων με βάση την Πατερική μας Παράδοση. Και τούτο, διότι και οι άγιοι ακόμη δεν υπήρξαν αλάθητοι. Εμείς γνωρίζουμε ότι η συντριπτική πλειάδα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας δεν δίστασαν να ασκήσουν έλεγχο οπουδήποτε, ακόμα και σε Πατριάρχες και Πάπες!

    Σε άλλο σημείο λέγει: «Πονάμε την Εκκλησία, φοβόμαστε μη χαθεί η Ορθόδοξη πίστη, ανησυχούμε για την Εκκλησία, ναι. Και δεν ανησυχεί ο Χριστός, που έχυσε το αίμα του για να τη δημιουργήσει, για να την έχουμε εμείς σήμερα; Όταν θα ‘ρθει η ώρα και πλανηθεί ο παπά Γιώργης, και ο Πατριάρχης και ο ένας κι άλλος, έχει ο Χριστός, θα αναδείξει άλλους αγίους Μάρκους Ευγενικούς, θα αναδείξει, έχουμε θεολόγους και θεολόγους». Όντως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός υπήρξε μέγας πρόμαχος της Ορθοδοξίας, τον οποίον ανέδειξε ο Θεός στην κατάλληλη ώρα. Ωστόσο ξεχνάει φαίνεται ο π. Νίκων, ότι τον αγώνα δεν τον έκανε μόνος του ο άγιος Μάρκος, αλλά μαζί με τον λαό. Ο πιστός λαός του Θεού κλήθηκε να παίξει τον ρόλο του. Όπως γνωρίζουμε από την εκκλησιαστική ιστορία το ορθόδοξο πλήρωμα της Βασιλεύουσας αποδοκίμασε με σφοδρότητα την προδοσία της πίστεως που έγινε στην ψευδοσύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας εκ μέρους των άλλων αρχιερέων. Όταν έφθασε στο λιμάνι το καράβι που μετέφερε τους προδότες αρχιερείς, ο λαός τους αποδοκίμασε και τους ανάγκασε να μετανοήσουν και να ομολογήσουν την ενοχή τους, ώστε να λέγουν: «η γλώσσα μας που είπε το ναι να ξεριζωθεί και το χέρι μας που υπέγραψε την ψευδένωση να κοπεί»!

   Παρά κάτω λέγει: «Μη παίρνουμε φόρα και δεν αφήνουμε τίποτα όρθιο. Μου λέει μια, ‘πιάνω τον Δεσπότη και του λέω, βρε, ο τάδε και αναφέρει ένα όνομα κάποιου παλιού αιρετικού, ήταν αιρετικός κι εσύ κάθεσαι και τρως μ’ αυτούς;’ Την κοιτάζω… απ’ τη συμπεθέρα περίμενε ο Δεσπότης τί ήτανε ο τάδε. Γίνεται ο κάθε υδραυλικός και ο κάθε νταλικέρης κι ο κάθε ψιλικατζής, θεολόγος….. Όχι ότι δεν θα πρέπει να ελεγχθούνε κάποιοι μεγάλοι που κάνουνε, που μπορεί να λένε αιρέσεις ή που μπορεί να πέφτουν σε αιρέσεις. Άλλο λέω, ότι δεν είμαστε εμείς αυτοί που θα τους διορθώσουμε. Ούτε το θεολογικό εξοπλισμό έχουμε, ούτε θεολογίες ξέρουμε, ούτε τίποτα». Ο τελευταίος νταλικιέρης και ο τελευταίος υδραυλικός και ο τελευταίος ψιλικατζής μπορεί να είναι άγιος και θεόπτης και να ζει το γεγονός της πεντηκοστής, και να θεολογεί εν αγίω Πνεύματι, χωρίς εμείς να το γνωρίζουμε. Οι άγιοι απόστολοι δεν ήταν ψαράδες; Και όμως ο Θεός τους ανέδειξε θεολόγους. Δεν λέει ο Παύλος ότι «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη» (Α΄ Κορ.1,27). Ας μην καταφρονούμε λοιπόν τους απλοϊκούς αυτούς ανθρώπους. Βέβαια είναι αλήθεια ότι δεν μπορούν όλοι να θεολογούν, δεν είναι για όλους η θεολογία, είναι όμως για όλους η ομολογία της πίστεως και ο έλεγχος της αιρέσεως και των αιρετικών. Ο λόγος του Χριστού «Πας ουν όστις ομολογήσει εν εμοί…» αφορά όλους,  και τους θεολόγους και τους μη θεολόγους και τους κληρικούς και τους λαϊκούς. Ο όσιος Θεόδωρος ο Στουδίτης, εδίδασκε σχετικά με το ζήτημα αυτό: «Είναι εντολή Κυρίου να μην σιωπούμε, όταν η πίστη κινδυνεύει από αιρέσεις. Διότι λέγει ‘να ομιλείς και να μην σιωπάς’ και ‘εάν υποστέλληται (υποχωρήσει), ουκ ευδοκεί, (δεν ευαρεστείται) σ’ αυτόν η ψυχή μου’ (Εβρ.10,38), και ‘εάν ούτοι σιωπήσωσι οι λίθοι κεκράξονται’, (Λουκ.19,40). Ώστε όταν ο λόγος είναι περί πίστεως, δεν μπορούμε να πούμε: Εγώ ποιος είμαι; Ιερεύς; Ουδέποτε. Άρχων; Ούτε και αυτό. Στρατιώτης; Από πού; Γεωργός; Αλλά ούτε και αυτό. Πτωχός προμηθευόμενος μόνο την εφήμερη τροφή. Δεν μου πέφτει λόγος ούτε φροντίδα για το προκείμενο ζήτημα. Αλίμονο οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνης σιωπηλός και αμέριμνος;… Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι εστερημένος από κάθε απολογία την ήμερα της κρίσεως επειδή τώρα δεν ομιλεί και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο» (PG 99,1321A-C). Και αλλού γράφει: «Kατά τον καιρό τούτο που διώκεται ο Χριστός μέσω της Εικόνος του, οφείλει κάποιος να αγωνίζεται, όχι μόνον αν είναι υπέρτερος στο αξίωμα και τη γνώση, ομιλώντας και διδάσκοντας τον λόγον της Ορθοδοξίας, αλλά κι αν ακόμη ευρίσκεται σε θέση μαθητού, έχει χρέος να φανερώνει με θάρρος την αλήθεια και να ομιλή με ελευθερία. Δεν είναι λόγος εμού του αμαρτωλού, αλλά του θείου  Χρυσοστόμου μαζί με άλλους Πατέρας». Εδώ ο άγιος δεν εξαιρεί κανένα από το καθήκον της ομολογίας και του ελέγχου της αιρέσεως, ακόμη και αν είναι ένας αγράμματος γεωργός.

   Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα απλών λαϊκών, κάποιων «νταλικιέρηδων και ψιλικατζήδων», όπως θα τους ονόμαζε ο π. Νίκων, που αγωνίστηκαν κατά των αιρέσεων: Αναφέρουμε τον λαϊκό Ευσέβιο, που μεταγενεστέρως έγινε Επίσκοπος Δορυλαίου. Ήταν ένας εκ των πρώτων που αντέδρασαν κατά του αιρετικού Πατριάρχου Νεστορίου. Ο Ευσέβιος (όντας λαϊκός) είχε αντιδράσει αμέσως (το 429), αντικρούοντας τον αιρετικό Πατριάρχη εντός της Εκκλησίας.  Αναφέρουμε τους λαϊκούς που εδιώχθησαν από τον αιρεσιάρχη Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριο. Από επιστολή του Πάπα Ρώμης Κελεστίνου προς τον Νεστόριο πληροφορούμαστε, ότι πολλοί Κωνσταντινουπολίτες, οι οποίοι αντέδρασαν στην αίρεση του Πατριάρχη τους Νεστορίου, υπέστησαν διωγμούς και ακοινωνησία από τον αιρετικό Πατριάρχη. Αναφέρουμε τους αγίους δέκα Μάρτυρες της Χαλκής Πύλης, που αγωνίστηκαν  εναντίον της Εικονομαχίας, των οποίων η μνήμη εορτάζεται στις 9  Αυγούστου. Αναφέρουμε τον λαό της Κωνσταντινουπόλεως που αντέδρασε και ακύρωσε την ψευδοένωση της Ψευδοσυνόδου Φεράρας Φλωρεντίας, για την οποία έγινε λόγος προηγουμένως.

  Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης σε ένα λόγο του στην εορτή της συνάξεως των αρχαγγέλων, (8 Νοεμβρίου), λέγει τα εξής σχετικά με το αν μπορούν οι κατώτεροι, ακόμη και λαϊκοί, να ελέγχουν τους ανωτέρους των ακόμη και πατριάρχες: «Τι λοιπόν άτακτον, ή άτοπον ακολουθεί, αν ο κατώτερος Μιχαήλ, ο μείνας εν τω αγαθώ, βλέπων τας ανωτέρους αρχάς και εξουσίας να εκπίπτωσι του αγαθού, εμύησεν αυτάς και εδίδαξεν να μένουν εν τω αγαθώ; Βέβαια ουδέν. Και εν τη καθ’ ημάς ανθρωπίνη ιεραρχία, του ιερέως και ιεράρχου ατακτούντων, ή κακώς φρονούντων, και διάκονος και μοναχός δύνανται ευτακτήσαι και νουθετήσαι αυτούς, καθώς τα παραδείγματα εισί πάμπολλα».

Πέραν αυτών θα θέλαμε να ρωτήσουμε τον π. Νίκωνα, πώς θα πρέπει να εννοήσουμε την γνωστή διακήρυξη των Πατριαρχών της Ανατολής στον Πάπα Πίο τον 9ο, το 1848, στην οποία προβάλλεται η σημασία του ρόλου των λαϊκών στην διατήρηση της Πίστεως της Εκκλησίας: «σε μας, ούτε Πατριάρχες, ούτε Σύνοδοι μπόρεσαν ποτέ να εισαγάγουν νέα [δόγματα και έθη], διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας είναι το ίδιο το σώμα της Εκκλησίας, δηλαδή ο ίδιος ο λαός, ο οποίος θέλει το θρήσκευμά του αιωνίως αμετάβλητο και ομοειδές με αυτό των πατέρων του». Πως θα πρέπει να εννοήσουμε το γεγονός ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία το έσχατο κριτήριο ορθότητος, ή μη των δογμάτων της πίστεως είναι η γρηγορούσα δογματική συνείδηση του πληρώματος της  Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν επεκύρωσε, ή θεώρησε ληστρικές ακόμη και Οικουμενικές Συνόδους, πράγμα που αποδεικνύει ότι το συνοδικό σύστημα από μόνο του δεν διασφαλίζει την ορθότητα της ορθοδόξου πίστεως;

    Και κάτι ακόμη θα θέλαμε να ρωτήσουμε: Αν ο λαός πρέπει να σιωπά, να κλείνει το στόμα του φερμουάρ, απέναντι στους αιρετικούς και να μην ασχολείται με θέματα αιρέσεων, τότε πως θα πρέπει να ερμηνεύσουμε το γεγονός, ότι οι άγιοι πατέρες στα συγγράμματα τους, τα οποία απηύθυναν προς τον πιστό λαό του Θεού, περιέχουν πλήθος δογματικών αναφορών; Τι νόημα έχει να αναλύουν τα δόγματα της πίστεως στο λαό και να ανατρέπουν με αποδεικτικούς συλλογισμούς τις αιρετικές διδασκαλίες των αιρετικών της εποχής των, αφού ο λαός δεν είναι ο αρμόδιος για θέματα αιρέσεων; Αφού η αντιμετώπιση των αιρέσεων είναι μια υπόθεση των αρμοδίων θεολόγων;  Δεν θα έπρεπε να περιορίσουν την διδασκαλία των μόνο σε ηθικές διδασκαλίες και νουθεσίες, σε προτροπές για προσευχούλες, κομποσχοινάκια και μετάνοιες; Καλό θα είναι να προβληματιστεί  ο π. Νίκων, γιατί άραγε οι Πατέρες καλλιεργούσαν την δογματική συνείδηση του λαού και να καθρεπτίσει την δική του διδασκαλία με την διδασκαλία των Πατέρων. Άραγε μιμείται τους αγίους πατέρες, όταν αντί να ενεργοποιήσει την γρηγορούσα δογματική συνείδηση του λαού, επισημαίνοντας και καταπολεμώντας την παναίρεση του οικουμενισμού, αυτός την αποκοιμίζει με προσευχούλες και κομποσχοινάκια;

  Περαίνοντας τον σχολιασμό μας, παρακαλούμε θερμά τον π. Νίκωνα, με όλο τον σεβασμό και την αγάπη προς το πρόσωπό του, να κάνει τον κόπο και να μελετήσει με προσοχή τους βίους των αγίων Πατέρων, παλαιοτέρων και νεωτέρων, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στους αγώνες των κατά των αιρέσεων. Στη συνέχεια να τους μιμηθεί κατά δύναμιν και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους, να πράξει το αυτονόητο καθήκον του. Τον παρακαλούμε, όταν βγαίνει στο εξωτερικό για ομιλίες στο λαό, να ξεσκεπάζει την παναίρεση του Οικουμενισμού και να ελέγχει, με αγάπη βέβαια, όσους την εκφράζουν με οποιοδήποτε τρόπο, ενεργοποιώντας και αφυπνίζοντας έτσι την δογματική συνείδηση του λαού. Αυτό είναι κάτι το οποίο, ιδιαίτερα στις μέρες μας αποτελεί επιτακτική ανάγκη, εν όψει της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Αν φοβάται το κόστος και τις συνέπειες, αν φοβάται τους διωγμούς, που είναι βέβαιο ότι θα υποστεί, τότε είναι προτιμότερο να μη βγαίνει καθόλου για ομιλίες, ούτε στο εξωτερικό, ούτε στο εσωτερικό, διότι χωρίς ίσως να το αντιλαμβάνεται, αντί αν ωφελήσει, προκαλεί βλάβη και ζημία στο λαό, για την οποία θα δώσει λόγο εν ημέρα κρίσεως. Γίνεται εκών άκων το εναργέστερο φερέφωνο του σύγχρονου οικουμενιστικού πνεύματος το οποίο επιτάσσει: «κράτα την πίστη σου για τον εαυτό σου. Μην κατακρίνεις την πίστη του άλλου. Δεν υπάρχουν κακοδοξίες, αλλά διαφορετικοί δρόμοι, οι οποίοι οδηγούν στο Θεό»!

  Παρακαλούμε τέλος και τους αδελφούς μας που ζουν στη Γερμανία, ή σε άλλες χώρες του εξωτερικού, να προσέχουν πολύ από περιοδεύοντες αγιορείτες, που γυρίζουν από πόλη σε πόλη και από χώρα σε χώρα με την φίρμα του αγιορείτου και παρουσιάζονται ως «αβάδες και στάρετς» με πνευματικότητα υψηλής ποιότητος. Ιδιαίτερα σήμερα το όνομα του αγιορείτη έχει μεγάλη «πέραση» και «τραβάει» πολύ κόσμο. Η τραγική πραγματικότητα ωστόσο είναι, ότι δεν βαδίζουν δυστυχώς όλοι οι αγιορείτες πάνω στα χνάρια των αγίων Πατέρων μας. Οι «γεροντικές νουθεσίες» των θυμίζουν πολλές φορές περισσότερο ινδουιστικό γκουρουισμό παρά ορθόδοξο μοναχισμό. Γενικότερα μπορούμε να πούμε ότι το Άγιον Όρος βρίσκεται στις μέρες μας σε μια καθίζηση και χρεοκοπία πνευματική, διότι δυστυχώς το θανατηφόρο «δηλητήριο» του νεοεποχίτικου Οικουμενισμού εισέβαλε και στο «Περιβόλι της Παναγίας» μας!

 

Εκ του Γραφείου επι των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016

ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΡΘΡΟ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 15η Φεβρουαρίου 2016

 

ΣΧΟΛΙΟ ΣΕ ΑΡΘΡΟ  ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΣΥΝΟΔΟ

 

Η μέλλουσα να συνέλθει «Αγία και Μεγάλη Συνόδος», η οποία ως γνωστόν θα πραγματοποιηθεί, «εκτός απροόπτου»,  τον ερχόμενο Ιούνιο στην Κρήτη την ημέρα της Πεντηκοστής, βρίσκεται τον τελευταίο καιρό στο επίκεντρο της εκκλησιαστική ς επικαιρότητος και αποτελεί το αντικείμενο του ενδιαφέροντος όλων. Σχόλια, κρίσεις, αναλύσεις, απόψεις, (πολλές φορές εκ διαμέτρου αντίθετες), γράφονται και ξαναγράφονται γύρω από την θεματολογία, τα προσυνοδικά κείμενα που θα τεθούν προς συζήτηση, τον κανονισμό οργανώσεως και λειτουργίας της εν λόγω Συνόδου, τον τρόπο επιλογής των αρχιερέων-μελών της Συνόδου, κ.λ.π., από διάφορα πρόσωπα, κληρικούς όλων των βαθμίδων, μοναχούς, θεολόγους, ακαδημαϊκούς, δημοσιογράφους, ακόμη και απλοϊκούς ανθρώπους, που αγωνιούν και ενδιαφέρονται για τα εκκλησιαστικά ζητήματα. Πιστεύουμε, ότι εκείνο που έχει σημασία εν προκειμένω δεν είναι, το τι γράφει ο α, η ο β κληρικός η μοναχός, αλλά το τι είπαν και τι έγραψαν, πως είδαν και πως αξιολόγησαν την εν λόγω Σύνοδο άγιοι και θεοφόροι άνδρες της εποχής μας, που είχαν θείο φωτισμό και ομίλησαν εν Πνεύματι αγίω. Η κρίση η δική τους είναι εκείνη που μετράει και έχει ιδιαίτερη βαρύτητα για την εκκλησία, και αυτήν θα πρέπει να ακολουθούμε και να ενστερνιζόμεθα όλοι, πατριάρχες, αρχιερείς, θεολόγοι, μοναχοί, ακόμη και ασκητές και ο πιστός λαός του Θεού, αν θέλουμε βέβαια να βαδίσουμε «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι» και όχι επόμενοι οπίσω των ιδικών μας επισφαλών κρίσεων και απόψεων.

Πρόσφατα, (3.2.2016), κυκλοφορήθηκε στο διαδίκτυο άρθρο ενός λογιωτάτου ασκητού αγιορείτου, του Αρχιμανδρίτου και Προηγουμένου της Ιεράς Μονής Ιβήρων, π. Βασίλειου Γοντικάκη, με θέμα: «Εξ’ αφορμής της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας». Μελετήσαμε με προσοχή το εμπνευσμένο κείμενο του π. Βασιλείου και διαπιστώσαμε ότι εκφράζει με ακρίβεια την ορθόδοξη θεολογία.  Όλα όσα γράφει περί υπακοής στο θείο θέλημα, περί απαρνήσεως του ιδικού μας θελήματος, περί του τι είναι η Ορθοδοξία, η Θεολογία και η Θεία Λειτουργία, στην οποία βιώνεται από τώρα το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος, περί του ότι πρέπει να «αφήσωμε να φανή η αέναος Σύνοδος των επουρανίων και των επιγείων, που λειτουργικά ζούμε ως θεολογική μυσταγωγία», όλα αυτά είναι πέρα για πέρα σύμφωνα με την ορθόδοξη Θεολογία μας. Επίσης τα περί των παραδόξων αντινομιών, που βιώνουν οι άγιοι, δηλαδή της πορείας «που φαίνεται στάση», του λόγου «που συμπτύσσεται στη σιωπή», της αγνοίας που είναι υπερτέρα πάσης γνώσεως, της παρουσίας του αναστημένου Χριστού εν τη απουσία του, της αποκαλύψεως των πάντων εν τη αποκαλύψει του Ενός, της κοσμικής αποτυχίας που οδηγεί στην εν Χριστώ επιτυχία και όσα άλλα παρόμοια αναφέρει, μας βρίσκουν απόλυτα σύμφωνους και δεν έχουμε καμία αντίρρηση επ’ αυτών. Όλα τα παρά πάνω αποτελούν βιώματα, που τα έζησαν ως πραγματικότητες ήδη από την παρούσα ζωή οι άγιοι πατέρες της Εκκλησίας μας, διότι αυτοί ανέβηκαν με την Χάρη του Θεού ύψιστες πνευματικές καταστάσεις.

Ωστόσο οι άγιοι Πατέρες, ενώ είχαν φθάσει στη θέωση και ενώ είχαν την εμπειρία του ακτίστου φωτός, ήταν ταυτόχρονα και πολύ προσγειωμένοι στην πραγματικότητα της εποχής των. Δεν αγνοούσαν τις αιρέσεις, που μάστιζαν την Εκκλησία και πονούσαν γι’ αυτό, διότι έβλεπαν να χάνονται ψυχές εξ’ αιτίας της διαβρωτικής δράσεως αυτών μεταξύ των πιστών,  περί ων «Χριστός απέθανεν» (Α  Κορ.8,11). Άκουγαν μέσα τους την φωνή του Θεού, που τους έλεγε: «ει αγαπάς με… ποίμενε τα πρόβατά μου» (Ιω.21,16), που χειμάζονται και κινδυνεύουν να χαθούν στην απώλεια της αιρέσεως. Άφησε τώρα την ησυχία της ασκήσεως και  κατέβα στον αγώνα να βοηθήσεις και να στηρίξεις τον λαό μου. Άφησε τις θαβώρειες αναβάσεις και τα υψηλά θεολογικά πετάγματα και πήγαινε να πρωτοστατήσεις με λόγους και  ομιλίες, με συγγράματα και νουθεσίες, με την συγκρότηση Συνόδων, Τοπικών και Οικουμενικών, στην καταπολέμηση και εκρίζωση της αιρέσεως. Και οι άγιοι έκαναν υπακοή στο θείο θέλημα και κατέβαιναν στον αγώνα και υπέμεναν  θλίψεις και διωγμούς και μερικές φορές θυσίαζαν και την ίδια την ζωή τους για την αλήθεια της Ορθοδοξίας, καθώς μαρτυρει η εκκλησιαστική ιστορία και τα συναξάριά των. Σε προηγούμενο άρθρο μας με τίτλο: «Η ομολογιακή διάσταση του Ορθοδόξου Μοναχισμού και η σύγχρονη πραγματικότητα», (25.1.2016), κάναμε ήδη λόγο και αναφερθήκαμε πολύ συνοπτικά στους αντιαιρετικούς αγώνες των αγίων Πατέρων.

Σήμερα η Εκκλησία μας χειμάζεται και πολεμείται από μια αίρεση πολύ χειρότερη από εκείνες που αντιμετώπισε μέχρι τώρα στο παρελθόν, την  παναίρεση του Οικουμενισμού. Οι σύγχρονοι άγιοι της εποχής μας, όπως ο άγιος Ιουστίνος ο Πόποβιτς, ο άγιος Παΐσιος, ο άγιος Φιλόθεος ο Ζερβάκος και πολλές άλλες οσιακές μορφές και καταξιωμένες προσωπικότητες, όπως ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ο π. Γεώργιος Καψάνης, ο π. Χαράλαμπος Βασιλόπουλος, ο π. Μάρκος ο Μανώλης, ο αείμνηστος καθηγητής Κωνσταντίνος Μουρατίδης  κ.α. έπραξαν το καθήκον τους και καταπολέμησαν την αίρεση με όλες τους τις δυνάμεις, «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι» και μιμούμενοι το παράδειγμά τους. Δεν θα έπρεπε λοιπόν και ο π. Βασίλειος να μιμηθεί όλους αυτούς τους αγίους, τους παλαιοτέρους και τους νεωτέρους και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους να κατέβει και αυτός στον αγώνα; Δεν θα έπρεπε να μιμηθεί κατά δύναμιν τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η τουλάχιστον τον άγιο γέροντά του, τον άγιο Παΐσιο, του οποίου υπήρξε υποτακτικός για ένα διάστημα; Άραγε τι έχει να μας πει γι’ αυτή την φοβερή αίρεση, πέρα από τις υψηλές του θεολογίες, αποφατικές, η καταφατικές; Γιατί σιωπά σαν να μην υφίσταται η αίρεση; Δεν αφουγκράζεται την αγωνία του πιστού λαού του Θεού; Δεν βλέπει ότι χάνονται ψυχές, παρασυρόμενες από αυτήν;  Τι έχει να μας πει για τα προσυνοδικά κείμενα, που πρόκειται να εγκριθούν και να θεσμοθετηθούν από την μέλλουσα να συνέλθει «Αγία και μεγάλη Σύνοδο»; Τι έχει να μας πει για το απαράδεκτο από Ορθοδόξου απόψεως κείμενο με τίτλο: «Σχέσεις της Ορθοδόου Εκκλησίας προς τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον», το οποίο ουσιαστικά είναι μια επανάληψη του κειμένου του Balamand; Γιατί δεν διαμαρτυρεται και γιατί δεν καυτηριάζει τις παραβάσεις των Ιερών Κανόνων, που απαγορεύουν τις συμπροσευχές με αιρετικούς, και τις κατά καιρούς απαράδεκτες και αντορθόδοξες δηλώσεις και ενέργειες του Παν. Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου και άλλων Πατριαρχών;

Γράφει στο κείμενό του: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει τη συνείδηση της μιας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας». Πράγματι, μία είναι η Εκκλησία του Χριστού και Αυτή δεν είναι άλλη από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας. Η μεγάλη αυτή αλήθεια όμως νοθεύεται και παραποιείται στο προσυνοδικό κείμενο: «Σχέσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας προς τον λοιπόν Χριστιανικόν κόσμον», το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για συζήτηση στη Μεγάλη Σύνοδο. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο καθηγητής κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης: «το κείμενο  αυτό εμφανίζει κατά συρροή την θεολογική ασυνέπεια η και αντίφαση», διότι «αν η Εκκλησία είναι ‘ΜΙΑ’, κατά το Σύμβολο της Πίστεως και την αυτοσυνειδησία της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Άρθρ. 1), τότε, πως γίνεται λόγος για άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες; Είναι προφανές, ότι αυτές οι άλλες Εκκλησίες είναι ετερόδοξες. Οι ετερόδοξες όμως ‘Εκκλησίες’ δεν μπορούν να κατονομάζονται καθόλου ως ‘Εκκλησίες’ από τους Ορθοδόξους, επειδή δογματικώς θεωρούμενα τα πράγματα δεν μπορεί να γίνεται λόγος για πολλότητα ‘Εκκλησιών’, με διαφορετικά δόγματα και μάλιστα σε πολλά θεολογικά θέματα. Κατά συνέπεια, ενόσω οι ‘Εκκλησίες’ αυτές παραμένουν αμετακίνητες στις κακοδοξίες της πίστεώς τους, δεν είναι θεολογικά ορθό να τους αναγνωρίζουμε –και μάλιστα θεσμικά– εκκλησιαστικότητα, εκτός της ‘Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας’». Παρά κάτω επισημαίνει και άλλη ασυνέπεια: «Στην αρχή του άρθρου αυτού σημειώνεται το εξής: ‘Κατά την οντολογικήν φύσιν της Εκκλησίας η ενότης αυτής είναι αδύνατον να διαταραχθή’. Στο τέλος, όμως, του ίδιου άρθρου γράφεται, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία με την συμμετοχή της στην Οικουμενική Κίνηση έχει ως ‘αντικειμενικόν σκοπόν την προλείανσιν της οδού της οδηγούσης προς την ενότητα’. Εδώ τίθεται το ερώτημα: Εφόσον η ενότητα της Εκκλησίας είναι δεδομένη, τότε τι είδους ενότητα Εκκλησιών αναζητείται στο πλαίσιο της Οικουμενικής Κινήσεως; Μήπως υπονοείται η επιστροφή των Δυτικών χριστιανών στη ΜΙΑ και μόνη Εκκλησία; Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται από το γράμμα και το πνεύμα σύνολου του Κειμένου. Αντίθετα, μάλιστα, δίνεται η εντύπωση, ότι υπάρχει δεδομένη διαίρεση στην Εκκλησία και οι προοπτικές των διαλεγομένων αποβλέπουν στην διασπασθείσα ενότητα της Εκκλησίας». Τι έχει να πει ο π. Βασίλειος στις παρά πάνω επισημάνσεις του κ. Τσελλεγγίδη; Είναι ορθές, η λανθασμένες; Δεν ανησυχεί από το γεγονός, ότι οι παρά πάνω θέσεις, που ουσιαστικά είναι αιρετικές θεωρίες, κινδυνεύουν να θεσμοθετηθούν επίσημα από την μέλλουσα Σύνοδο και να αποτελέσουν μια νέα αιρετική εκκλησιολογική διδασκαλία;

Παρά κάτω γράφει: «Το θέμα δεν είναι πως να δώσωμε λύσεις σε προβλήματα ["Καθώς ο κόσμος δίδωσι" (Ιω. 14, 27)], αλλά να αφήσωμε να φανή πως λύνει τα προβλήματα ο εν ημίν ζων Κύριος. Όταν αυτό συμβή, τότε βασιλεύει σε όλους η γαλήνη». Κατ’ αρχήν στην μέλλουσα Σύνοδο δεν θα συζητηθούν μόνο προβλήματα, όπως λόγου χάριν το πρόβλημα της διασποράς. Θα συζητηθούν και θέματα δογματικής φύσεως, (όπως η περί εκκλησίας δογματική διδασκαλία), τα οποία, αν τουλάχιστον κρίνουμε από τα προσυνοδικά κείμενα, πρόκειται να θεσμοθετηθούν ως επίσημη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας. Δεν είναι λοιπόν τόσο απλά τα πράγματα, όπως θέλει να τα βλέπει ο π. Βασίλειος. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με απλά προβλήματα, αλλά με κακόδοξες αιρετικές διδασκαλίες.

Γράφει επίσης: «Να αφήσωμε να φανή πως λύνει τα προβλήματα ο εν ημίν ζων Κύριος». Σύμφωνοι. Τα «προβλήματα» όμως δεν τα λύνει ο Κύριος με ένα αυτόματο και μαγικό τρόπο, αλλά δια μέσου των οργάνων του, δια μέσου των αγίων του, που έχουν θείο φωτισμό και Πνεύμα άγιο μέσα τους. Και στην προκειμένη περίπτωση της μελλούσης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, τα «προβλήματα», δογματικά και μη, φιλοδοξούν να τα λύσουν, τα μέλη που θα συγκροτήσουν την εν λόγω Σύνοδο. Και όλοι γνωρίζουν σήμερα, ότι η μεγάλη πλειοψηφία, όσων θα συμμετάσχουν στη Σύνοδο, έχουν οικουμενιστικά και όχι ορθόδοξα φρονήματα. Διότι αν συνέβαινε το αντίθετο, τότε και τα προσυνοδικά κείμενα θα ήταν γνήσια ορθόδοξα και δεν θα περιείχαν κακοδοξίες. Τώρα όμως δεν είναι. Τι νομίζει ο π. Βασίλειος; Ότι κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου θα πνεύσει ως δια μαγείας το Πνεύμα το άγιο και οι νυν αιρετικά και οικουμενιστικά φρονούντες αρχιερείς, θα γίνουν ξαφνικά ορθόδοξοι και θα αρχίσουν «να φθέγγονται ξένοις ρήμασι, ξένοις δόγμασι, ξένοις διδάγμασι»; Το άγιο Πνεύμα δεν ομιλεί δια των αιρετικών, αλλά δια των αγίων. Αν γνωρίζει κάποιο παράδειγμα αιρετικού, που ομίλησε εν Πνεύματι αγίω, ας μας το πει ο π. Βασίλειος. Δεν συγκλονίζεται και δεν αγωνιά μπροστά στο ενδεχόμενο η μέλλουσα αυτή Σύνοδος να αποδειχθεί μια ακόμη ψευδοσύνοδος, χειρότερη εκείνης της Φερράρας Φλωρεντίας, οπότε θα έχουμε νεά σχίσματα και διαιρέσεις;

Σε άλλο σημείο γράφει: «Αυτοί που λένε: κάποτε υπήρχαν μεγάλοι Πατέρες και θεολόγοι, σήμερα όχι, μιλούν ως αλειτούργητοι. Οι όντως αληθινοί εν Πνεύματι αν μία φορά υπάρξουν, δεν χάνονται ποτέ. Μπαίνουν στο συλλείτουργο της αειζωΐας. Είναι πάντοτε παρόντες. Όσο απομακρύνονται χρονικά, τόσο μας πλησιάζουν εναργέστερα». Καμιά αντίρρηση. Η Εκκλησία όμως δεν έπαυσε ποτέ να αναδεικνύει αγίους και θεοφόρους πατέρες μέχρι των ημερών μας. Οι σύγχρονοι αυτοί άγιοι, για τους οποίους ομιλήσαμε παρά πάνω, επεσήμαναν την αίρεση και την κατεπολέμησαν. Δεν φαίνεται όμως να τους λαμβάνουν υπ’ όψιν τους οι σημερινοί οικουμενιστές, οι μέλλοντες να συγκροτήσουν την Σύνοδο και αυτό αποδεικνύεται από τα προσυνοδικά κείμενα, τα οποία ετοιμάζονται να ψηφίσουν. Όσο για τους παλαιότερους (Μέγα Φώτιο, άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, άγιο Μάρκο Ευγενικό, κ.α.), αυτοί χαρακτηρίστηκαν από τον παν. Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο ως «θύματα του αρχεκάκου όφεως και τώρα βρίσκονται εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού». Αγνοεί άραγε ο π. Βασίλειος ότι οι πρωτεργάτες της Αγίας Συνόδου, (Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης κ.α.), έχουν εκφράσει αντορθόδοξες, έως κακόδοξες διδασκαλίες, όπως λ.χ. η θεωρία της «βαπτισματικής θεολογίας», η θεωρία «των δύο πνευμόνων», «το πρωτείο του Θεού Πατέρα», κ.α.; Δεν θα έπρεπε λοιπόν να αναφερθεί σε αυτά τα σύγχρονα εκφυλιστικά θεολογικά φαινόμενα; 

 Ομιλεί επίσης ο π. Βασίλειος για την χριστιανική αγάπη, η οποία πρέπει να διέπει τις σχέσεις μεταξύ μας. Αυτό είναι σωστό, αλλά δεν δικαιολογεί σε καμιά περίπτωση την υποχώρηση σε θέματα της σώζουσα αλήθειας της Εκκλησίας μας. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, τους οποίους φαίνεται να ευλαβείται, ουδέποτε θυσίασαν την αλήθεια της Εκκλησίας στο βωμό μιας οποιασδήποτε αγάπης. Αλλά αγαπούσαν εν αληθεία και ορθοτομούσαν την αλήθεια εν αγάπη. Αν αυτή η αρχή διαταραχτεί, τότε το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όταν αγωνίζονταν για την περιφρούρηση της αλήθειας και την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας μας φλέγονταν από αγάπη για τη σωτηρία των πιστών, αλλά και των αιρετικών. Ο,τι έκαναν το έκαναν από αγάπη! Ωστόσο πάγια αρχή των οικουμενιστών είναι να προτάσσουν την αγάπη, (όπως την εννοούν αυτοί), σε σχέση με την αλήθεια. Επ’ αυτού δεν θα έπρεπε κάτι να γράψει ο π. Βασίλειος;    

Σε άλλο σημείο γράφει: «Το εάν θα ονομαστεί μια σύνοδος οικουμενική η όχι και το ποιά θέση θα πάρει στη ζωή της Εκκλησίας, δεν είναι θέμα ανθρωπίνης αποφάσεως, αλλά έργο της ζώσης εν Πνεύματι Εκκλησιαστικής συνειδήσεως, που κρίνει και κατατάσσει απλανώς κάθε Σύνοδο και κάθε Θεολόγο στη θέση που του ανήκει (παράδειγμα μέγα οι σύνοδοι του δεκάτου τετάρτου αιώνα με τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά)». Σύμφωνοι. Ο τελικός κριτής της γνησιότητος, η μη, μιας Συνόδου είναι η «ζώσα εν Πνεύματι εκκλησιαστική συνειδήση, που κρίνει και κατατάσσει απλανώς κάθε Σύνοδο». Ωστόσο στο παρά πάνω αναφερθέν προσυνοδικό κείμενο, τίποτα δεν λέγεται γι’ αυτήν την «ζώσα εν Πνεύματι Εκκλησιαστική συνειδήση» του ορθοδόξου πληρώματος, (κλήρου και λαού). Αντίθετα μάλιστα,όπως πολύ ωραία επισημαίνει ο καθηγητής κ. Τσελεγγίδης: «δίδεται η εντύπωση, ότι η Μέλλουσα να συνέλθει Αγία και Μεγάλη Σύνοδος προδικάζει το αλάθητο των αποφάσεών της, επειδή θεωρεί, ότι ‘η διατήρησις της γνησίας ορθοδόξου πίστεως διασφαλίζεται μόνον δια του συνοδικού συστήματος, το οποίον ανέκαθεν εν τη Εκκλησία απετέλει τον αρμόδιον και έσχατον κριτήν περί των θεμάτων της πίστεως’. Στο άρθρο αυτό παραγνωρίζεται το ιστορικό γεγονός, ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία έσχατο κριτήριο είναι η γρηγορούσα δογματική συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν επικύρωσε η θεώρησε ληστρικές ακόμη και Οικουμενικές Συνόδους. Το συνοδικό σύστημα από μόνο του δεν διασφαλίζει μηχανιστικά την ορθότητα της ορθοδόξου πίστεως. Αυτό γίνεται μόνο, όταν οι συνοδικοί Επίσκοποι έχουν μέσα τους ενεργοποιημένο το Άγιο Πνεύμα και την Υποστατική Οδό, το Χριστό δηλαδή, οπότε ως συν-οδικοί είναι στην πράξη και «επόμενοι τοις αγίοις πατράσι». Μήπως αγνοεί ο π. Βασίλειος τις προειδοποιήσεις του Οικουμενικού Πατριάρχου για «κυρώσεις» σε όσους δεν δεχτούν τις όποιες αποφάσεις της «Αγίας Συνόδου»;

Στη συνέχεια τονίζει: «Υπάρχουν άλλοι που, ενώ παριστάνουν τους θεολόγους η τους θαυματουργούς, είναι ταραγμένοι και σκοτισμένοι. Αυτή τη σκότιση της ταραχής δεν μπορούν να την συγκρατήσουν, αλλά την διαχέουν ως ατμόσφαιρα συγχύσεως, με μορφή θεολογίας που σου σφίγγει την καρδιά και σου δημιουργεί δυσφορία». Δεν κάνει τον κόπο να γίνει πιο συγκεκριμένος, δηλαδή ποιούς θεολόγους κατατάσσει σε αυτή την κατηγορία. Εκείνους που ακολουθούν τους θεοφόρους Πατέρες της Εκκλησίας, η εκείνους που κηρύσσουν την «μεταπατερική θεολογία»; Αν θεωρεί τους πρώτους, ας γνωρίζει, ότι αυτοί με όσα γράφουν, δεν έχουν καμιά διάθεση να παραστήσουν, ούτε τους θεολόγους, ούτε τους θαυματουργούς. Προσπαθούν μόνο να φυλάξουν το θέλημα του Θεού, σύμφωνα με τον θεοφώτιστο λόγο του αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου: «Είναι εντολή Κυρίου να μην σιωπούμε, όταν η πίστη κινδυνεύει από αιρέσεις. Διότι λέγει ‘να ομιλείς και να μην σιωπάς’ και ‘εάν υποστέλληται (υποχωρήσει), ουκ ευδοκεί, (δεν ευαρεστείται) σ’ αυτόν η ψυχή μου’ (Εβρ.10,38), και ‘εάν ούτοι σιωπήσωσι οι λίθοι κεκράξονται’, (Λουκ.19,40). Ώστε όταν ο λόγος είναι περί πίστεως, δεν μπορούμε να πούμε: Εγώ ποιος είμαι; Ιερεύς; Ουδέποτε. Άρχων; Ούτε και αυτό.Στρατιώτης; Από που; Γεωργός; Αλλά ούτε και αυτό. Πτωχός προμηθευόμενος μόνο την εφήμερη τροφή. Δεν μου πέφτει λόγος ούτε φροντίδα για το προκείμενο ζήτημα. Αλίμονο οι λίθοι θα κραυγάσουν και εσύ θα μείνης σιωπηλός και αμέριμνος;… Ώστε και αυτός ο πτωχός είναι εστερημένος από κάθε απολογία την ήμερα της κρίσεως επειδή τώρα δεν ομιλεί και άξιος κατακρίσεως και μόνο γι’ αυτόν τον λόγο» (PG 99,1321A-C). Μήπως και ο άγιος Θεόδωρος ήταν ταραγμένος και σκοτισμένος όταν έγραφε τις γραμμές αυτές; Πάντως ο παρα πάνω λόγος του αγίου, εμάς τουλάχιστον, δεν μας «σφίγγει την καρδιά» ούτε μας «δημιουργεί δυσφορία». Αντίθετα το άρθρο του π. Βασιλείου, δεν το κρύβουμε, ήταν εκείνο, που πραγματικά μας έσφιξε την καρδιά.

Τέλος σε άλλο σημείο γράφει: «Δεν υπάρχει αντιπαράθεση που δημιουργεί νικητές και νικημένους· αυτά είναι πάθη του παρόντος αιώνος. Εδώ υπάρχει η αγάπη του Ενός που σώζει όλους». Σε λάθος βάση τοποθετεί το θέμα ο π. Βασίλειος. Εδώ δεν τίθεται θέμα νικητών και ητημένων, αλλά θέμα νίκης της αλήθειας –Χριστός, απέναντι στην αίρεση –ψεύδος. Εμείς δεν φιλοδοξούμε να νικήσουμε κανέναν, αλλά επιθυμούμε να νικήσει η αλήθεια –Χριστός, ο οποίος «εξήλθε νικών και ίνα νικήσει» (Αποκ.6,2). Είναι δε βέβαιο ότι η τελική νίκη ανήκει στην Ορθοδοξία μας σύμφωνα με τον θεόπνευστο λόγο της Γραφής: «αύτη εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών» (Α  Ιω.5,4).

Περαίνοντας τον σχολιασμό μας, παρακαλούμε θερμά τον π. Βασίλειο, με όλο τον σεβασμό και την αγάπη προς το πρόσωπό του, να μιμηθεί τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, παλαιοτέρους και νεωτέρους και βαδίζοντας πάνω στα χνάρια τους, να πράξει το αυτονόητο καθήκον του. Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσει την στάση του απέναντι στην παναίρεση του Οικουμενισμού και να αγωνιστεί με όλες του τις δυνάμεις στην καταπολέμισή της, μιμούμενος τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, η τουλάχιστον τον άγιο Γέροντά του. Στη συνέχεια να καθήσει και να μελετήσει όλα τα προσυνοδικά κείμενα, που πρόκειται να τεθούν προς συζήτηση στην μέλλουσα να συνέλθη Σύνοδο και να τοποθετηθεί υπεύθυνα επ’ αυτών με βάση τη δογματική διδασκαλία της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και την Πατερική και Συνοδική Παράδοση της Εκκλησίας μας. Να αφήσει τα θεολογικά πετάγματα και τις υψηλές του θαβώρειες αναβάσεις και να προσγειωθεί στην τραγική πραγματικότητα που βιώνει σήμερα η Εκκλησία μας. Και αν δεν έχει τις δυνάμεις να μπει σε διωγμούς και θυσίες χάριν της πίστεως, τότε ας καθήσει στο κελί του και τουλάχιστον ας προσεύχεται για όλους εμάς, που με την Χάρη του Θεού, και παρά τις όποιες αδυναμίες μας, αγωνιζόμαστε κατά δύναμιν να πράξουμε το καθήκον μας. Ζητούμε συγνώμη, αν τον λυπήσαμε, με όσα γράψαμε. Πάντως η αγάπη και ο σεβασμός μας προς το πρόσωπό του παραμένει απαραμείωτος. 

 

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

 

 

Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ Ή ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ;


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 4η Φεβρουαρίου 2016

 

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ Ή ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΛΥΤΡΩΤΗΣ;

 

     Ο θεοδόχος Συμεών, ο πολιός, βιβλικός και άγιος εκείνος άνδρας, ο οποίος αξιώθηκε να κρατήσει στα γεροντικά του χέρια τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή μας Χριστό, εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα, προεφήτευσε για το Θείο Πρόσωπο του Σωτήρα του κόσμου, συν τοις άλλοις, ότι  «ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λουκ.2,34). Δηλαδή το θεανδρικό Του Πρόσωπο θα γίνει αιτία πνευματικής πτώσεως και αναστάσεως πολλών μεταξύ των ισραηλιτών, αλλά και αντικείμενο διαφωνίας και διαμάχης μεταξύ των ανθρώπων. Την ίδια αυτή αλήθεια εκφράζουν και ο απόστολος Πέτρος στην Α΄ Καθολική του επιστολή, (2,7), καθώς και ο απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, (9,33), όπου χαρακτηρίζουν το πανάγιο πρόσωπο του Κυρίου μας ως «λίθο προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου». Ο ακρογωνιαίος λίθος - Χριστός, που βαστάζει όλο το πνευματικό οικοδόμημα της Εκκλησίας, γίνεται ο «λίθος» πάνω στον οποίο σκοντάφτουν οι άπιστοι και γκρεμίζονται στην απώλεια. Και τούτο διότι η πεπερασμένη ανθρώπινη φύση δεν μπορεί, με τις δικές της μόνο δυνάμεις να εισχωρήσει στο βάθος του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως. Η ιστορία είναι ο αψευδής μάρτυρας. Κανένα άλλο πρόσωπο της ανθρώπινης ιστορίας δεν αγαπήθηκε με τόσο απόλυτο και ολοκληρωτικό τρόπο, όσο το πρόσωπο του Χριστού. Αλλά και κανένα άλλο πρόσωπο δεν πολεμήθηκε και δεν μισήθηκε με τόση λύσσα και με τόση μανία, όπως αυτό του Χριστού. Για κανένα άλλο πρόσωπο δεν γράφηκαν τόσα πολλά και αντιφατικά μεταξύ τους, όσα για Κείνον!

     Αφορμή για το παρόν σχόλιό μας πήραμε από μια βιβλιοκρισία της εφημερίδος «ΗΜΕΡΗΣΙΑ» (φ.23-1-2106), του κ. Γ. Βαϊλάκη, με τίτλο: «Ιησούς: Φιλειρηνικός δάσκαλος ή πολιτικά συνειδητός επαναστάτης;». Πρόκειται για βιβλιοκριτική στο βιβλίο κάποιου ξένου συγγραφέα ονόματι Ρέζα Ασλάν, με τίτλο: «Ο Ζηλωτής, ο βίος του Ιησού Χριστού», το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από την κ. Άννα Παπασταύρου και κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη». Σύμφωνα με τον σχολιαστή: το «πολύκροτο» αυτό βιβλίο είναι «μια καινούργια θεώρηση» για τον Ιησού Χριστό, το οποίο αποκαλύπτει την δήθεν μοναδική ιδιότητά του, ως επαναστάτου!

     Κατά τον αρθρογράφο: «Δύο χιλιάδες χρόνια πριν, ένας περιπλανώμενος Ιουδαίος, ιεροκήρυκας και θαυματοποιός, διέσχισε απ’ άκρη σ’ άκρη τη Γαλιλαία, προσελκύοντας οπαδούς, για να ιδρύσει αυτό που εκείνος ονόμαζε «βασιλεία του Θεού». Το επαναστατικό κίνημα που προκάλεσε ήταν τόσο απειλητικό για την καθεστηκυία τάξη, ώστε συνελήφθη, βασανίστηκε και εκτελέστηκε ως κοινός εγκληματίας. Λίγες δεκαετίες μετά τον ταπεινωτικό θάνατό του, οι ακόλουθοί του έμελλε να τον ονομάσουν Θεό»!

     Η άγνοια, η διαστροφή της αλήθειας, η παραποίηση της ιστορίας, και η απαξίωση στο πανάγιο Πρόσωπο του Κυρίου μας συναντώνται και αλληλοπεριχωρούνται στις παρά πάνω γραμμές, ώστε να αποτελούν ένα υβριστικό και εξοργιστικό σύνολο. Η εικόνα του επαναστάτη Χριστού του οποίου το επαναστατικό κίνημα είχε ένα άδοξο και οικτρό τέλος, δεν έχει καμία σχέση με την ιστορική αλήθεια και τα βιβλικά κείμενα. Αντίθετα, η εικόνα που μας δίδουν τόσο τα βιβλικά κείμενα, όσο και εξωβιβλικές πηγές, (Σουητώνιος, Ιώσηπος κ.α.), για το πανάγιο πρόσωπο του Κυρίου μας είναι αληθινά θεοπρεπής και μεγαλειώδης. Είναι η εικόνα ενός μοναδικού προσώπου στην ιστορία της ανθρωπότητος, ο οποίος  «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδὲ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού» (Α΄ Πέτρ.2,22). Του οποίου η διδασκαλία προκαλούσε τον θαυμασμό και την κατάπληξη όλων, ακόμη και των εχθρών του: «ην γαρ διδάσκων αυτοὺς ως εξουσίαν έχων και ουχ ως οι γραμματείς» (Ματθ.7,29). Είναι η εικόνα ενός μοναδικού Nομοθέτου με αυθεντία και κύρος ανυπέρβλητο, που έρχεται να συμπληρώσει τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης: «Ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις….εγὼ δὲ λέγω υμίν» (Ματθ.5,21-22). Είναι η εικόνα ενός προσώπου, τον οποίον όταν ο όχλος θέλησε να ανακηρύξει βασιλέα, Αυτός αρνήθηκε: «Ιησούς ουν γνους ότι μέλλουσιν έρχεσθαι και αρπάζειν αυτὸν ίνα ποιήσωσιν αυτὸν βασιλέα, ανεχώρησε πάλιν εις το όρος αυτός μόνος» (Ιω.6,15). Είναι η εικόνα ενός προσώπου, ο οποίος «εν εξουσία και δυνάμει επιτάσσει τοις ακαθάρτοις πνεύμασι, και εξέρχονται» (Λουκ.4,36). Εις τον οποίον «εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης» (Ματθ.28,18). Ο οποίος θαυματουργεί όχι σαν ένας φακίρης, που παίζει τον καραγκιόζη και προσπαθεί με μαγικές τέχνες να εξαπατά τους ανθρώπους και να τους εκμεταλλεύεται, αλλ’ ως Θεός που εξουσιάζει τα πάντα και στον οποίον υπακούουν τα πάντα, ακόμη και τα στοιχεία της φύσεως και αυτός ούτος ο θάνατος: «διεγερθεὶς επετίμησε τω ανέμῳ και είπε τη θαλάσσῃ· Σιώπα, πεφίμωσο. και εκόπασεν ο άνεμος, και εγένετο γαλήνη μεγάλη» (Μαρκ.4,39), «νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι» (Λουκ.7,14), «Λάζαρε δεύρο έξω» (Ιω.11,43)., κ.λ.π.

   Περιέργως ο αρθρογράφος δεν λέγει τίποτε περί της αναστάσεως του Κυρίου, αλλά σταματά στον θάνατό του, τον οποίο μάλιστα ονομάζει «ταπεινωτικό». Προφανώς βρίσκεται σε αμηχανία και επειδή δεν γνωρίζει πως να παρακάμψει την ανάσταση, που είναι το κατ’ εξοχήν τεκμήριο της Θεότητός του, το θεμέλιο πάνω στο οποίο στηρίζεται η πίστη μας, απλώς την αποσιωπά. Επίσης δεν λέει τίποτε για την ένδοξη ανάληψή του, που είναι και αυτή άλλο μεγάλο τεκμήριο της Θεότητός του. Απλώς περιορίζεται να δηλώσει ότι «Λίγες δεκαετίες μετά τον ταπεινωτικό θάνατό του, οι ακόλουθοί του έμελλε να τον ονομάσουν Θεό»! Διερωτώμεθα να άνοιξε ποτέ ο αρθρογράφος την Καινή Διαθήκη και αν διάβασε ποτέ τα βιβλικά κείμενα. Διότι ο απόστολος Πέτρος ήδη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής στην πρώτη του ομιλία προς τον λαό, ανεκήρυξε την Θεότητα του Κυρίου: «Ασφαλώς ουν γινωσκέτω πας οίκος Ισραήλ ότι και Κύριον καὶ Χριστὸν αυτὸν ο Θεὸς εποίησε, τουτον τον Ιησούν ον υμείς εσταυρώσατε» (Πραξ. 2,36).

    Συνεχίζοντας ο σχολιογράφος αναφέρει πως «Ο Ρέζα Ασλάν υπογράφει μια προκλητική, συναρπαστική και απόλυτα εμπεριστατωμένη βιογραφία που θέτει σε αμφισβήτηση παλιές και βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις για τον άνθρωπο που γνωρίζουμε ως Ιησού τον Ναζωραίο. Συγκρίνοντας και φωτίζοντας τον Ιησού των Ευαγγελίων με τις ιστορικές πηγές, ο Ασλάν σκιαγραφεί το πορτρέτο ενός άνδρα γεμάτου πίστη και πάθος, ο οποίος ωστόσο σπαράσσεται από αντιθέσεις: ένας άνδρας φιλειρηνικός ο οποίος παρακινούσε τους οπαδούς του να οπλιστούν με σπαθιά. Ένας εξορκιστής ο οποίος θεράπευε δια της πίστης και προέτρεπε τους μαθητές του να κρατούν μυστική την ταυτότητά του, και τέλος ο ανατρεπτικός «Βασιλιάς των Ιουδαίων», του οποίου η υπόσχεση να τους ελευθερώσει από τη Ρώμη δεν υλοποιήθηκε στη διάρκεια της σύντομης ζωής του»!

   Ούτε λίγο ούτε πολύ ο αρθρογράφος, παρουσιάζοντας την βιογραφία του Ασλάν ως «απόλυτα εμπεριστατωμένη», με τεκμήρια και αποδείξεις που ανακάλυψε στις «ιστορικές πηγές» του, έρχεται να κλονίσει την ιστορική αξιοπιστία των ευαγγελίων και να θέσει έτσι σε «αμφισβήτηση παλιές και βαθιά ριζωμένες αντιλήψεις για τον άνθρωπο που γνωρίζουμε ως Ιησού τον Ναζωραίο», αντιλήψεις που βασίζονται στα ευαγγελικά κείμενα. Δηλαδή επί 2000 χρόνια η ανθρωπότης επλανάτο και είχε σχηματίσει μια εσφαλμένη αντίληψη για το πρόσωπο του Χριστού με βάση τα ευαγγελικά κείμενα. Και ευτυχώς που ήρθε σήμερα ο Ασλάν να λυτρώσει την ανθρωπότητα από την φοβερή αυτή πλάνη, που την  μάστιζε τόσους αιώνες από την φρικτή αυτή παραποίηση της ιστορίας! Τo γεγονός ότι τα ευαγγελικά κείμενα πέρασαν από αμέτρητα κόσκινα ιστορικών, αρχαιολόγων, κριτικών του κειμένου της Καινής Διαθήκης και άλλων ερευνητών, δεν μετράει για τον Ασλάν. Τo γεγονός ότι κανείς από όλους αυτούς δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι οι ευαγγελικές διηγήσεις είναι ιστορικά αναξιόπιστες, δεν τον προβληματίζει, να βάλει ένα ερωτηματικό μήπως πέφτει έξω στα συμπεράσματά του.

    Ας γνωρίζει όμως ο κ. Ασλάν και οι ομόφρονές του ότι η δήθεν «εμπεριστατωμένη βιογραφία» του για τον Ιησού  δεν είναι δική του «έμπνευση», αλλά παμπάλαια προσπάθεια των αρνητών του Χριστού να  τον δουν απογυμνωμένο από την Θεότητά Του! Δεν έχουν κανένα πρόβλημα να δουν το Χριστό ως μια «ξεχωριστή» προσωπικότητα της ιστορίας. Το πρόβλημά τους είναι η Θεότητά Του! Γι’ αυτήν ο αρχιερέας δικαστής του «διέρρηξε τα ιμάτιά του» (Μαρκ.14,63), όταν ο Χριστός ομολόγησε την ιδιότητά Του ως Υιός του Θεού και εξέδωσε την απόφαση της θανάτωσής Του! Το αξιοπερίεργο είναι ότι όλοι αυτοί οι αρνητές της Θεότητας του Χριστού, αντλούν τις ιδεοληψίες τους από το «στρατόπεδο» της «καθεστηκυίας τάξης», η οποία και Τον θανάτωσε! Η άθλια τότε «καθεστηκυία τάξη» είναι περισσότερο αξιόπιστη για τους διαχρονικούς αρνητές του Χριστού, από τους πιστούς Του, οι οποίοι έδωσαν τη ζωή τους για την πίστη τους σ’ Αυτόν, ως Θεό!

    Συνεχίζοντας ο σχολιογράφος τονίζει πως: «Ο Ασλάν διερευνά τους λόγους για τους οποίους η πρωτοχριστιανική εκκλησία προτίμησε να διαδώσει μια εικόνα του Ιησού ως ενός φιλειρηνικού πνευματικού δασκάλου και όχι ως ενός πολιτικά συνειδητού επαναστάτη». Με άλλα λόγια, χαρακτηρίζει ως πλαστογράφους και απατεώνες τους πρώτους Χριστιανούς, οι οποίοι, κατά τον συγγραφέα, διέδωσαν μια ψεύτικη εικόνα για το Χριστό! Θέλει να αγνοεί ότι oι Άγιοι Απόστολοι, οι οποίοι κατά τον συγγραφέα, «κατασκεύασαν την ψεύτικη εικόνα του Ιησού», καταθέτουν τη προσωπική τους εμπειρία περί του Χριστού και όχι μια φήμες, και ειδήσεις από τρίτα πρόσωπα: «ό ακηκόαμεν, ό εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ό εθεσάμεθα και αι χείρες ημών εψηλάφησαν» (Α΄Ιωάν.1,1). Δεν τον προβληματίζει το γεγονός ότι γι’ αυτή την «ψεύτικη εικόνα» οι «απατεώνες» εκείνοι έδωσαν τη ζωή τους. Γνωρίζει πολλούς στην ιστορία να έδωσαν τη ζωή τους για έναν κατασκευασμένο από αυτούς ψέμα; Δεν είναι αυτή μια «καραμπινάτη» αντίφαση στους ισχυρισμούς του συγγραφέα;

  Περαίνοντας το σχόλιό μας αυτό, διαβάζοντας τα παλιά και τα σύγχρονα αντιχριστιανικά λιβελογραφήματα, διαπιστώνουμε την τραγικότητα, τόσο των συγγραφέων τους, όσο και των αναγνωστών τους. Ενώ βλέπουν το άσκοπο και το ατελέσφορο των τιτάνιων προσπαθειών τους να σπιλώσουν το Πρόσωπο του Λυτρωτή μας Χριστού και να γκρεμίσουν την Εκκλησία Του, πασχίζουν και αναλώνονται σε αυτόν τον σισύφειο αγώνα, χωρίς αποτέλεσμα! Ασφαλώς και το βιβλίο του Ρέζα Ασλάν, είναι μια θλιβερή πτυχή της δικής του σισύφειας τραγωδίας, χωρίς αποτέλεσμα! Διότι αν νομίζει ότι με αυτό θα γκρεμίσει την Εκκλησία, είναι τουλάχιστον αφελής!         

 

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών